Οδηγούμε την Gilera RSA250 του Marco Simoncelli

Το τέλος μιας εποχής
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/10/2021

Φέτος, στις 23 Οκτωβρίου, έκλεισαν δέκα χρόνια από εκείνη την τραγική στιγμή που ένα τεράστιο ταλένοτ, ο Marco Simoncelli, έχασε την ζωή του σε ένα τραγικό δυστύχημα στην πίστα της Sepang. Μια δεκαετία που οι εξελίξεις στο κορυφαίο άθλημα μοτοσυκλέτες θα μπορούσαν να είναι εντελώς διαφορετικές, αν είχαμε ακόμη κοντά μας αυτή την χαρισματική προσωπικότητα και έναν τόσο σπουδαίο αναβάτη. Με αφορμή, λοιπόν, αυτή την μαύρη επέτειο, δημοσιεύουμε στην σελίδα μας την πλήρη δοκιμή της τελευταίας δίχρονης αγωνιστικής μοτοσυκλέτας του Simoncelli, με την οποία κατέκτησε την κορυφή του κόσμου: το παγκόσμιο πρωτάθλημα στην κατηγορία των GP250!

 

Του Alan Cathcart

Φωτό: Marco Morittu

Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι έχουν περάσει δέκα χρόνια από την η μέρα που ο σούπερ ταλαντούχος, Ιταλός αναβάτης των MotoGP, Marco Simoncelli, έφυγε από τη ζωή στα 24 του χρόνια, στις 23 Οκτωβρίου του 2011 κατά την διάρκεια του αγώνα στη Sepang. Στην δεύτερή του κιόλας χρονιά στην κατηγορία με την ομάδα του Fausto Gresini Honda, ο Marco είχε ήδη πετύχει μία pole position στην Catalunya, τον πρώτο τερματισμό στο βάθρο του Brno, ενώ μόλις το προηγούμενο Σαββατοκύριακο είχε τερματίσει δεύτερος στο GP της Αυστραλίας. Ήταν ξεκάθαρο πως ήταν ο μελλοντικός παγκόσμιος πρωταθλητής. Αλλά ο Marco είχε ήδη βρεθεί εκεί, στην πολύ ανταγωνιστική κατηγορία των GP250, όπου το 2008 είχε κατακτήσει τον τίτλο με έξι νίκες και 12 τερματισμούς στο βάθρο μέσα σε 16 αγώνες, με διαφορά 37 βαθμών από τον Alvaro Bautista.

Ο τσαμπουκάς με το μαλλί-αφάνα που πήρε με το σπαθί του τον τίτλο εκείνη την χρονιά, έγινε ο αγαπημένος του κοινού, όχι μόνο στην πατρίδα του την Ιταλία, και όχι μόνο ανάμεσα στους φανατικούς των GP. Μια σημαντική απόδειξη για το ότι ανήκε στην γνήσια ράτσα των αγωνιστών, ήταν το γεγονός πως κατά τη διάρκεια της (ανεπιτυχούς) προσπάθειάς του να υπερασπιστεί τον τίτλο του το 2009, με δύο αγώνες χωρίς βαθμούς και έναν τραυματισμό στο χέρι, ο Marco δέχθηκε την πρόκληση να τρέξει ως wild card στα WSBK στην Imola, πάνω στη σέλα ενός Aprilia RSV4. Ο τερματισμός του εκεί στην τρίτη θέση, αφού πέρασε τον team mate του Max Biaggi στο εσάκι των πιτς στον τελευταίο γύρο, επιβεβαίωσε την άνεσή του πάνω σε τέτοιες βαριές μοτοσυκλέτες.

Ο Marco ήταν μια τεράστια προσωπικότητα. Σίγουρα το επιθετικό στιλ οδήγησης δεν άρεσε σε όλους, αλλά η τρομερή αίσθηση του χιούμορ που είχε, σε συνδυασμό με τις εκπληκτικές οδηγικές του ικανότητες και την γενναιότητά του, έκαναν πολύ κόσμο να τον ακολουθεί παγκοσμίως –μετά από μέρα οδήγησης μαζί του στο Mugello προστέθηκα κι εγώ σε αυτούς. Οι αναμνήσεις μου από αυτόν τον απίστευτα καλό, αδύνατο, ψηλό τύπο με το πλούσιο μαλλί και τις απίθανες ικανότητες στην πίστα, προέκυψαν από την δοκιμή της παγκόσμιας πρωταθλήτριας Gilera RSA250 (της μοτοσυκλέτας του Simoncelli), όπου μοιραζόμουν το box με τον SuperSic.

Παρόλα αυτά, το 2009 θα μείνει στην Ιστορία και ως η χρονιά που είδαμε την εξαφάνιση των GP250, μία κατηγορία που αποτελούσε τον πυρήνα των GP. Για λόγους που είναι περισσότερο πολιτική παρά οτιδήποτε άλλο, το GP της Valencia εκείνο τον Νοέμβριο έζησε τον τελευταίο αγώνα των GP με μοτοσυκλέτες 250cc που έβαλε και το τελευταίο καρφί στο "φέρετρο" της κατηγορίας με τις περισσότερες συγκινήσεις και τον μεγαλύτερο ανταγωνισμό. Λόγω αυτών των χαρακτηριστικών αποτελούσε πρόσφορο έδαφος για τη δημιουργία επιτυχημένων μελλοντικών γενεών νέων ταλέντων, όπως συνέβαινε από την απαρχή της δημιουργίας της το 1949.

Ακόμη και δεν κατάφερε η Aprilia, λόγω των τραυματισμών του Marco στις αρχές της χρονιάς, να εμποδίσει την Honda να κερδίσει τον τελευταίο τίτλο της κατηγορίας το 2009, η εταιρεία κυριάρχησε στα 250GP κερδίζοντας 10 από τους 15 τίτλους αναβατών και πέντε τίτλους κατασκευαστών από τότε που ο Max Biaggi πήρε τον πρώτο από τους τέσσερις τίτλους του, το 1994. Σε αυτούς τις επιτυχίες συμπεριλαμβάνεται και ο μοναδικός τίτλος στα 250cc που πήρε η Gilera, που ανήκει στο Piaggio Group όπως η Aprilia, την παραμονή των 100ων γενεθλίων της, με αναβάτη τον Marco Simoncelli πάνω σε ένα RSA250. Ήταν μια πανομοιότυπη μοτοσυκλέτα με τα εργοστασιακά Aprilia, εκτός από το όνομα στο ρεζερβουάρ και την τρικολόρε βαφή της χορηγού της Gilera, της Metis.

Η ευκαιρία να οδηγήσω με τον Marco και την ομάδα της Aprilia στο Mugello, όσο αυτός έκανε δοκιμές με το RSV για τον επερχόμενο αγώνα στην Imola, μου έδωσε την δυνατότητα να οδηγήσω και το superbike της Aprilia, αλλά και να αποχαιρετήσω την κατηγορία των GP250 πάνω στην παγκόσμια πρωταθλήτρια Gilera RSA250.

Εντάξει, κάτω από τα πλαστικά ήταν Aprilia, αλλά πάνω του είχε το λογότυπο της Gilera και ως τέτοιο αποτέλεσε κι ένα ορόσημο για μένα. Πίσω στο 1989 είχα αναλάβει το καθήκον της επιστροφής της Gilera στου αγώνες road racing επίσημα, για πρώτη φορά μετά το 1964 όταν κέρδισε τον παγκόσμιο τίτλο στα τετρακύλινδρα 500. Έτρεξα με ένα μονοκύλινδρο που ήταν βασισμένο στο Sturno 500 παραγωγής, με το οποίο κατέκτησα τη νίκη στον πρώτο αγώνα στην Monza. Τώρα η μοτοσυκλέτα είναι έκθεμα στο μουσείο της Piaggio στην Pontedera.

Συνήθως, όταν οδηγούσα ένα 250GP έπρεπε να ρουφήξω την κοιλιά μου και να κρατήσω την ανάσα για να καταφέρω να χωρέσω πάνω του. Γι' αυτό χαιρόμουν όταν οδηγούσα τα δίχρονα αγωνιστικά του Rossi (σ.σ. που είχαν περισσότερο χώρο) και ο SuperSic είχε μπόλικο… Rossi μέσα του, όχι μόνο σε ό,τι αφορά την προσωπικότητά του και το εκπληκτικό οδηγικό του στιλ, αλλά και σε ό,τι αφορά τις διαστάσεις, καθώς είχε ύψος 1,83μ. Οπότε το Gilera του ήταν κομμένο και ραμμένο στα μέτρο μου, πράγμα που σήμαινε πως μπορούσα να κινούμαι άνετα πάνω του και να κρυφτώ πίσω από την ζελατίνα στην μεγάλη ευθεία του ενός χιλιομέτρου.

Όλα ήταν στην θέση τους κι ένιωθα άνετα, αντανακλώντας όλα αυτά τα χρόνια προσεκτικής εξέλιξης που είχε μετατρέψει την πολυπρωταθλήτρια μοτοσυκλέτα της Aprilia/Gilera σε ένα εργαλείο επιτυχιών.

Τα κλιπόν ήταν αρκετά χαμηλά, προφανώς για να βοηθήσουν τον Marco στις ευθείες, παρόλα αυτά υπήρχε ικανοποιητικός μοχλός και έλεγχος ακόμη και όταν τα χέρια ήταν τυλιγμένα γύρω από το ρεζερβουάρ, με τα μαρσπιέ να είναι πολύ πίσω ώστε να δημιουργηθεί χώρος για τα μακριά πόδια του Marco.

Το αναλογικό στροφόμετρο και η οθόνη με τις ψηφιακές ενδείξεις, ίδιες με του RSV4, ήταν τα κλασικά όργανα των Aprilia που για την εποχή τους θεωρούνταν τα καλύτερα και τα πιο ευανάγνωστα, με μόλις δύο έξτρα πληροφορίες.

Η μία ήταν η θερμοκρασία του νερού, που διατηρούνταν στους 55-60ºC με θερμοκρασία περιβάλλοντος στους 26ºCμ και η άλλη ήταν το απλό "Νο.5" που υποδείκνυε την ρύθμιση για το traction control των έξι επιπέδων, που όπως μου είπε ο Marco χρησιμοποιούσε πάντα. "Με την ρύθμιση στο 6 ντριφτάρω τον πίσω τροχό μερικές φορές, αλλά οποιαδήποτε άλλη ρύθμιση επηρεάζει την επιτάχυνση", μου είπε. "Αλλά είναι καλό το σύστημα και δουλεύει".

Είχαν περάσει έξι χρόνια από την τελευταία φορά που είχα οδηγήσει ένα Aprilia 250, το RSW του 2003 με το οποίο είχε πάρει το πρωτάθλημα ο Poggiali και η μεγαλύτερη έκπληξη που μου επεφύλασσε το Gilera ήταν η περίσσια ροπή και η απόδοση στις μεσαίες από τον V-2 90° με τους δύο στροφάλους και τις περιστροφικές βαλβίδες που σχεδίασε ο Gigi Dall’Igna (τότε ήταν ο γκουρού της Aprilia Corse.

Ο κινητήρας ήταν ένα πραγματικό διαμάντι, δυνατός αλλά και με περιθώρια να συγχωρεί, πρόθυμος να ανεβάσει στροφές. Τραβούσε από χαμηλά και είχε δύναμη ψηλά, χάρη στις θυρίδες τύπου "γκιλοτίνα". Από τις 9.000 στροφές και πάνω είχε εξαιρετικό τράβηγμα, με την περισσότερη δύναμη να έρχεται στις 10.000 η οποία παραμένει μέχρι τον κόφτη στις 13.800. Χάρη στον μηχανικό έλεγχο του γκαζιού ο κόφτης μεταφράζεται απλώς σε διακοπή της επιτάχυνσης –όχι κάτι βίαιο όπως το απότομο κόψιμο της ανάφλεξης ή της τροφοδοσίας που μπορεί να "έσπαγε" έναν δίχρονο κινητήρα. Ήταν απλώς ένα γιγαντιαίο ηλεκτρονικό χέρι που απλωνόταν και σου έλεγε πως ήταν μέχρι ΕΔΩ σε ό,τι αφορά τις στροφές του κινητήρα.

Αυτό συνέβαινε λίγες στροφές νωρίτερα απ' ότι στο μηχανάκι του Poggiali, αλλά η επιπλέον ροπή που είχαν καταφέρει να βγάλουν οι μηχανικοί της Aprilia Corse, καθιστούσε ανούσιο το να μειώσουν την ζωή του στροφάλου ανεβάζοντας παραπάνω στροφές , έστω και για να αποφύγουν κάνα δυο αχρείαστες αλλαγές ταχυτήτων μεταξύ των στροφών. Απλώς "γρανάζωναν" κατάλληλα το κιβώτιο τύπου "κασέτας" στο Gilera, έτσι ώστε να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τις γεμάτες μεσαίες του κινητήρα και να πηγαίνει γρηγορότερα με λιγότερες στροφές. Ένα εκπληκτικό μοτέρ.

Η επιτάχυνση ήταν άκρως εντυπωσιακή για τα δεδομένα της κατηγορίας των 250 κι αυτό ήταν το δυνατό χαρτί του Gilera και όχι η έξτρα δύναμη ψηλά που διέθετε συγκριτικά με το Honda του Aoyama. Το να φτάνεις γρηγορότερα στην τελική της μοτοσυκλέτας σου απ' ό,τι οι αντίπαλοί σου, είναι εξίσου σημαντικό με το να είσαι ταχύτερος από αυτούς για να τους νικήσεις.

Ένα βασικό συστατικό γι' αυτό, ήταν ο τρόπος με τον οποίο ανέβαζε στροφές το Gilera με δευτέρα, τρίτη και τέταρτη σχέση με το συγκεκριμένο γρανάζωμα που το οδήγησα, χρησιμοποιώντας το αγωνιστικό powershifter μόλις άρχιζε να αναβοσβήνει το πράσινο λαμπάκι στις 13.200 (το οποίο γινόταν κόκκινο στις 13.400). Υπήρχε ένα μεγάλο κενό στην πέμπτη, αλλά μετά η έκτη είχε πολύ κοντινό γρανάζωμα (κλασικό, γρήγορο γρανάζωμα για δίχρονα). "Μου αρέσει να κρατάω τον κινητήρα μεταξύ 11.000 και 13.000 στροφών, όπου υπάρχει η περισσότερη δύναμη και επιτάχυνση", είχε πει ο Marco, ενώ προσπαθούσε να δώσει την εντύπωση ενός "δίχρονου δασκάλου" στα πιτς. "Αλλά ο κινητήρας είναι πολύ ήπιος, θεωρώ. Σου συγχωρεί τα λάθη σου κι εγώ κάνω πολλά"

Δεν έκανε τουλάχιστον τόσα πολλά όσο εγώ, όση ώρα προσπαθούσα να βρω ποια ταχύτητα να χρησιμοποιήσω πού και πότε, αλλά τελικά βρήκα τον τρόπο. Κράτησα μέχρι τις 12.500 την τελευταία σχέση στην μεγάλη ευθεία, ενώ είμαι λιγότερο… αεροδυναμικός από τον Marco ο οποίος ήταν εκτός των δέκα καλύτερων τελικών στο Mugello εκείνη την χρονιά.

Πιέζεις τον εαυτό να μην σκεφτεί καν το φρενάρισμα πριν την ταμπέλα των 150 μέτρων και μετά πιέζεις δυνατά τη μανέτα ενώ κατεβάζεις ταχύτητες με τη μία μέχρι να φτάσεις στην δευτέρα, λίγο πριν στρίψεις στην San Donato κι αρχίσεις να ανεβαίνεις τον ανήφορο. Το ανέβασμα στην συνέχεια των σχέσεων γίνεται απρόσκοπτα, χωρίς να βρίσκεις νεκρές όπως συμβαίνει σε άλλες μοτοσυκλέτες.

Για έναν γύρο είχα παρέα, όταν με πέρασε ο Marco με το RSV4 στο τέλος της ευθείας, στον πρώτο του γύρο με superbike, αλλά φρέναρε πολύ αργά και αναγκάστηκε να ανοίξει την γραμμή του και να ξαναμπεί μπροστά μου. Πλέον μπορούσα να αντιγράψω την τεχνική του στα φρεναρίσματα, αν και πρέπει να ομολογήσω πως με το εκπληκτικό πακέτο της Brembo, έστω και με τους μικρότερους δίσκους των 255mm, μπορούσα να φρενάρω πιο δυνατά, πιο αργά και πιο βαθιά μέσα στην στροφή σε κάθε γύρο.

Αυτά τα αγωνιστικά 250 ήταν το κατάλληλο εργαλείο, με την απόδοσή του να είναι εντός πλαισίων ενός κανονικού αναβάτη, για να εξερευνήσει τα όριά του.

Είχε περάσει πολύς καιρός από τότε που οδήγησα την Aprilia του Poggiali προκειμένου να κάνω απευθείας συγκρίσεις, αλλά το αναβαθμισμένο πακέτο πλαισίου του RSA250 έδειχνε πολύ άμεσο στις γρήγορες εναλλαγές κλίσεων στα τέσσερα εσάκια του Mugello, αλλά παρόλα αυτά ήταν σούπερ σταθερό στις γρήγορες στροφές Savelli και Arabbiata. Πάνω απ' όλα ήταν προβλέψιμο στα φρένα και στις εισόδους των στροφών, ενώ ακόμη και με το παραπάνω βάρος μου σε σύγκριση με του Marco, δεν άνοιξε πουθενά την γραμμή του.

Το Gilera κρατούσε την τροχιά του άψογα, ακόμη και κατά την διάρκεια της επιτάχυνσης από χαμηλές ταχύτητες, καθώς περίμενα ότι το βάρος μου και η δύναμη που συμπίεζαν το αμορτισέρ της Öhlins θα το έκαναν να υποστρέφει. Δεν συνέβη ποτέ. Έστριβε υποδειγματικά στα εσάκια με δευτέρα, χωρίς καμία αίσθηση υπερστροφής, και ούτε είχε ελαστικότητες στα δυνατά φρένα. Το Gilera το ένιωθες απόλυτα ισορροπημένο, παρά την αναλογία 53/47% (εμπρός/πίσω), και δεν σήκωνε τον πίσω τροχό παρά μόνο δυο φορές στο τέλος της ευθείας, καθώς με τον αναβάτη η αναλογία πήγαινε στο 50/50.

Ακόμη και τότε όμως, σου έδινε τα περιθώρια να διορθώσεις, όχι μόνο χάρη στην δύναμη αλλά και στην σωστή εξέλιξη του πλαισίου. Οι αναρτήσεις της Öhlins μετέφεραν πολλή πληροφορία και σε συνδυασμό με την εξαιρετική πρόσφυση από τα ελαστικά της Dunlop, μπορούσες να εμπιστευτείς απόλυτα το Gilera μέσα στην πίστα και να επικεντρωθείς στο γυρολόγιό σου.

Παρά την απόδοσή του που ήταν σημείο αναφοράς για την κατηγορία, ήταν μια μοτοσυκλέτα που αισθανόσουν ασφαλής για να αρχίσεις να πιέζεις ώστε να βρεις τα όριά σου, γνωρίζοντας πως θα κάνει ό,τι του ζητήσεις. Αυτή είναι η τέλεια βόλτα…

Πράγματι, αυτή ήταν η ουσία κάθε δίχρονου αγωνιστικού 205GP, το πώς δηλαδή ήταν εθιστικό να οδηγείς επιθετικά και γρήγορα λες και ήσουν… θυμωμένος. Μόλις αποκτούσες μια λογική εμπειρία οδήγησης σε πίστα και της οδήγησης ενός δίχρονου, μοτοσυκλέτες σαν κι αυτή ήταν οι ιδανικές για να σε κάνουν να νιώσεις ως ο κυρίαρχος του σύμπαντος. Ήταν αρκετά γρήγορη για να σε συναρπάσει χωρίς να σε τρομάξει, η συμπεριφορά της ήταν λες και είχε αυτόματο πιλότο και άλλαζε κατεύθυνση χωρίς να απαιτεί δύναμη ή προσπάθεια, μόνο ικανότητα και συγχρονισμό για να το κάνει σωστά.

Όσο περισσότερο χρόνο πέρναγα με το Gilera τόσο πιο εθιστικό γινόταν, ενώ βελτίωνα την τεχνική μου, καθάριζα τις γραμμές μου, δούλευα πάνω στα σημάδια των φρένων και εκμεταλλευόμουν στο έπακρο το εξαιρετικό Traction control για να ανοίγω το γκάζι περισσότερο και νωρίτερα σε κάθε γύρο. Αυτό συμβαίνει γιατί αισθάνεσαι πως έχεις τον απόλυτο έλεγχο της μοτοσυκλέτας κι όχι αυτή τον δικό σου –όπως συμβαίνει με τις μοτοσυκλέτες των MotoGP- ενώ η σύνδεση μεταξύ δεξιού τροχού και πίσω ελαστικού ήταν πάντα άμεση και ακριβής.

Με δεδομένο ότι θα είχες το νου σου να κρατάς τον κινητήρα στο ωφέλιμο εύρος στροφών και να εκμεταλλεύεσαι το κιβώτιο σωστά, γινόσουν ένα με την μοτοσυκλέτα και δεν καθόσουν απλά πάνω της, ήσουν κομμάτι της.

Πέρα από ένα αντίστοιχα εξιταριστικό αλλά πιο αργό μονοκύλινδο, τετράχρονο, Supermono , δεν ξέρω άλλη μοτοσυκλέτα για μεσαίου μεγέθους αναβάτες που να σε βάζει τόσο πολύ μέσα στην οδήγηση όσο ένα αγωνιστικό 250GP, κι αυτό σίγουρα δεν ισχύει για τα πιο βαριά Moto2 που τα αντικατέστησαν.

Λυπάμαι που έπρεπε να αποχαιρετήσω τις πιο διασκεδαστικές, πιο απολασυτικές και πιο συναρπαστικές αγωνιστικές μοτοσυκλέτες (από την πλευρά του αναβάτη), αλλά είναι τιμή και προνόμιο που απέδωσα έναν φόρο τιμής οδηγώντας την Gilera του Simoncelli στα 100α γενέθλια της εταιρείας. Αν ο SuperSic δεν ξεκίναγε την χρονιά με έναν σπασμένο καρπό, θα είχε κατακτήσει τον δεύτερο σερί τίτλο του!

Όταν όμως οδηγούσα στην στα πιτς του Mugello για να μπω στο box της Gilera, συνειδητοποίησα πως αυτό ήταν το τέλος μιας εποχής –η τελευταία φορά που οδήγησα ένα δίχρονο 250GP. Η μοτοσυκλέτα που έκανα μαζί της 17 γύρους στο Mugello ήταν η Ιστορία σε δύο ρόδες… Κάποιος να μου δώσει ένα χαρτομάντηλο παρακαλώ…

Yamaha NIKEN στην Ελλάδα: Οι αντιδράσεις του κόσμου όταν το βλέπουν στο δρόμο

Παράγοντας «κεφαλογυρίσματος»
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

6/9/2018

Η τρίκυκλη μοτοσυκλέτα της Yamaha κυλά πλέον τους τροχούς της στην ελληνική άσφαλτο κι απ’ όπου κι αν περνά γίνεται αντικείμενο συζήτησης, ενώ ο τρόπος με τον οποίο εκφράζεται η περιέργεια του κόσμου είναι από μόνο του ένα μικρό θέμα. Γράψαμε μαζί του πολλά χιλιόμετρα για να τραφεί πρώτα απ’ όλα η δική μας περιέργεια, θέλοντας να διαπιστώσουμε κάθε πτυχή της οδήγησής του. Κι αυτό γιατί μετά την αποκλειστική του παρουσίαση στην Αυστρία μας είχε δείξει έναν νέο τρόπο οδήγησης που μέχρι σήμερα ήταν άγνωστος!

[video]: Οδηγούμε Yamaha Niken 900: Τρικύλινδρο & τρίροδο - Πρώτη διεθνής παρουσίαση στην Αυστρία 

Ξέρετε υπάρχουν δύο τρόποι να φτιάξεις ένα νέο προϊόν, ο πρώτος είναι καλύπτοντας μία ανάγκη της αγοράς και ο δεύτερος, ο δύσκολος, να πρέπει πρώτα να πείσεις τους ανθρώπους πως το χρειάζονται κι έπειτα να ανταμειφθείς για την πρωτοποριακή σου σκέψη, αν πετύχει, βλέποντας τους άλλους να σε αντιγράφουν…

Το NIKEN όμως δεν πέφτει σε κανένα από αυτούς τους δύο γενικούς κανόνες, και η Yamaha κάνει εδώ κάτι γενναίο και οφείλει να της αναγνωριστεί. Δεν είπε ποτέ πως το NIKEN ήρθε να αλλάξει τα δεδομένα και πως οι μοτοσυκλέτες θα πρέπει από εδώ και πέρα να έχουν δύο ρόδες μπροστά. Δεν χτύπησε το χέρι στο τραπέζι να μας πει να ξεχάσουμε όσα ξέραμε, αυτό αντιθέτως θα το δείτε να κυκλοφορεί ως άποψη από ανθρώπους που αρέσκονται να προκαλούν την προσοχή αφορίζοντας -και το κάνουν για να στρέψουν την προσοχή στους εαυτούς τους όχι γιατί έχουν κάτι βαρύγδουπο να πουν…

Δεν είναι επίσης η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο στην μοτοσυκλέτα. Να έρχεται κάτι νέο που κανείς δεν πίστευε πως θα ήθελε να χρησιμοποιήσει. Από τα πιο πρόσφατα παραδείγματα είναι το DCT κιβώτιο της Honda που στην αρχή ακούγαμε κάθε είδους σχόλιο μέχρι να φτάσουμε στα Test Ride Event του περιοδικού σε πράξεις μετάνοιας! Από ανθρώπους που σχολίαζαν το DCT και όταν το δοκίμασαν τους άρεσε και με το παραπάνω… Το NIKEN είναι με διαφορά το πιο κραυγαλέο παράδειγμα που θα μείνει ως τέτοιο για καιρό, κι ας είναι χρόνια τώρα που τα τρίκυκλα σκούτερ έχουν μπει για τα καλά στην ζωή μας. Είναι από τις περιπτώσεις που η αγορά, οι μοτοσυκλετιστές, δεν δημιούργησαν πρώτα την ανάγκη, αλλά τώρα που το είδαν μπροστά τους θα ήθελαν τουλάχιστον να το δοκιμάσουν για να δουν πώς είναι να οδηγείς κάτι τέτοιο, κι αυτό το καταλαβαίνεις αν κυκλοφορείς μαζί του.

Χάνεται κάθε έννοια ιδιωτικότητας, και ξαφνικά όλοι ξέρουν που ήσουν, που πηγαίνεις κι από πού πέρασες, βλέπεις τις φωτογραφίες σου στο internet ενώ αν σε πέτυχαν να κινείσαι, με το πίσω ελαστικό να τσιρίζει ή τους δύο τροχούς στον αέρα… τότε είναι που οι κινήσεις του καταγράφονται βήμα-βήμα. Το NIKEN στους δρόμους είναι ένα θέαμα μοναδικό, με τους οδηγούς να φρενάρουν στο αντίθετο ρεύμα για να το προσέξουν καλύτερα, με τον κόσμο στο φανάρι να σε κυνηγά για μία φωτογραφία. Υπάρχει αμηχανία -ναι αμηχανία- κι έπειτα θαυμασμός στην θέα του. Απομονώσαμε μερικές από τις αντιδράσεις που είχαμε κυκλοφορώντας καθημερινά μαζί του:

«Ποιο είναι αυτό το θηρίο που πάει έτσι;» - «Το NIKEN της Yamaha» - «Χιλιάρι είναι αδερφέ;» - «Ναι ο κινητήρας του Tracer με πιο βαρύ στρόφαλο» - «Διάολο έχει, όχι στρόφαλο» - Ένας εξαιρετικός τύπος με XT ενώ ακολουθούσε το NIKEN χωρίς να πιστεύει πως το τρίκυκλο πηγαίνει με τον τρόπο που μόλις είχε δεί…

«Τι είναι αυτό; Πειραματικό είναι;» - «Όχι είναι το NIKEN» - «Έτσι βγαίνει ή εσύ το έφτιαξες;» - «Δεν διαβάζεις ΜΟΤΟ εε;» - «Δεν ασχολούμαι με τις μοτοσυκλέτες έχω απλά ένα σκούτερ να πηγαίνω στη δουλειά.. αλλά ψήνομαι τώρα τελευταία περισσότερο. Πώς έγινε αυτό;» - «Είπαν να δουν αν μπορούν να το κάνουν και το έκαναν, όποιος θέλει το αγοράζει κιόλας» - «Τι λες τώρα! Δεν το είχα φανταστεί ποτέ!»

«Μεγάλε από το Σταρ Τρεκ το πήρες;» - «Σσσς μην μας ακούσουν! Η δύναμη είναι μαζί μας αγαπητέ!»

«Μπαμπά αυτό τώρα είναι αυτοκίνητο ή μοτοσυκλέτα;» - Υποψήφιος αναβάτης δέκα ετών, στο κέντρο της Αθήνας: «Μάλλον είναι και τα δύο αγόρι μου» Η εύκολη απάντηση του μπαμπά…

«Τι διαόλι είναι αυτό ρε φίλε πώς πάει έτσι;» - «Δεν το περίμενες έεε;» - «Το είδα να έρχεται και σκιάχτηκα σου λέω»

«Στρίβει;» (από τις πιο κλασσικές ερωτήσεις σε φανάρι) «Πολύ καλύτερα από αυτό που θα περίμενε κανείς αν σκεφτόσουν πως είναι κάτι αντίστοιχο με τρίκυκλο σκούτερ, αλλά η απάντηση είναι πάντοτε πολύπλοκη, θα το αναλύσουμε στο MOTO» - «Είναι εντυπωσιακό ρε γ---το! Έχουν ξεφύγει!»

«Οδηγείται με δίπλωμα αυτοκινήτου;» (ευγενικός κύριος μέσης ηλικίας στα Β. Προάστεια): «Δυστυχώς όχι, από το μετατρόχιο έως όλα όσα ορίζουν οι προδιαγραφές για τα τρίκυκλα που οδηγούνται με δίπλωμα αυτοκινήτου, το NIKEN δεν τσεκάρει κανένα κουτάκι. Είναι κανονική μοτοσυκλέτα μόλις βρεθείς στην σέλα της» - «Κρίμα θα ήθελα να φαντάζομαι πως οδηγώ μία τέτοια μοτοσυκλέτα» - «Βγάλτε ένα δίπλωμα, θα μάθετε και στην πορεία που είναι σημαντικό βήμα!»

«Γιατί;» (πρώτη ερώτηση περιμένοντας το φανάρι να ανάψει)- «Τι γιατί;» - «Γιατί να το κάνουν αυτό;» - «Γιατί όχι;» - «Τι θέλουν να μας πουν δηλαδή;» - «Ποιοι;» - «Είναι θηρίο όμως» (ο καλύτερος διάλογος, από την άρνηση στην αποδοχή, όλα μόνος του)

«Είναι πιο γρήγορο από Tracer;» - «Ναι είναι, περίπου δέκα άλογα δυνατότερο» - «Άντε να δούμε μία άσπρη μέρα…» (μάλλον σκεπτόμενος πως οι αλλαγές που έχει ο κινητήρας του NIKEN μπορεί να περάσουν στο Tracer)

«Καινούριο;» (ερώτηση αμηχανίας, κερδίζοντας χρόνο για την επόμενη) «Καινούριο σε όλα του» - «Μπορώ να καθίσω ένα λεπτό στη σέλα;» - «Φυσικά, ορίστε» - «Πωω πω φίλε άρχοντας είσαι εδώ!»

«Πάει το γ-------δι εε; Τρομερό είναι!» - «Και λίγα λες» - «Σήκωσέ το μία ρε αδερφέ να το δούμε»

«Ποιο είναι αυτό;; ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ;» - «Το NIKEN της Yam…» - «ΤΙ ΛΕΣ ΤΩΡΑ!!! Ρεζέρβα έχει;»

«Φίλε που πηγαίνεις;» (πρώτη ερώτηση σταματώντας σε φανάρι) – «Παρακαλώ;» - «Σορρυ ρε συ. Σε ακολουθώ πόση ώρα ρε φίλε και ήθελα να στρίψω πολύ πίσω, αλλά θέλω να το δω κιόλας. Απλά για να πάμε μαζί το λέω…» - «Κάνε δεξιά, θα σταματήσουμε εκεί να το δεις με την ησυχία σου»

«Τι βγάζουν ρε τα άτομα;» - «Σ’ αρέσει;» - «Τούμπανο»

«Αχχχχ!!! Έχει τρεις ρόδεςςςςς» (Ξανά διαβάστε την πρόταση με τσιριχτή φωνή τραβώντας την λήγουσα και φανταστείτε δεσποινίδα με προσεγμένη ξανθιά κώμη, κι εμφάνιση που δεν μαρτυρούσε πώς την αφορά οτιδήποτε με τροχούς»

«Κώστα ένα τέτοιο να πάρεις»: Ορθά και κοφτά, γυναίκα συνεπιβάτης σε σκούτερ. Κώστας: «Πφφ… καλάααα»

«Δεν μ’ αρέσει» Πρώτη ατάκα ενώ κοιταζόμασταν για κάποια δευτερόλεπτα που φάνηκαν πολύ περισσότερο. «Μην το πάρεις» - «Δεν θέλω ούτε να το βλέπω» - «Με το ίδιο δικαίωμα που εκφράζεις κι εσύ την γνώμη σου, έφτιαξε και η Yamaha αυτό….» - «Μόνο μην μας πεις ό,τι είναι καλύτερο από τις δύο ρόδες» (αναγνώστης που με κατάλαβε όπως αποδείχτηκε) «Κι αν είναι;» - «Θάψτο!» Ανοίγει το γκάζι και φεύγει, αφήνοντάς με να γελάω μόνος μου, από τον τρόπο που τόνισε το «Θάψτο», σαν να κρατούσα εκείνη την στιγμή ένα επικίνδυνο για την ανθρωπότητα μυστικό!

«Δεν έχω δει ποτέ κάτι τέτοιο» - «Είναι μοναδικό είναι η αλήθεια» - «Πάει καλά;» - «Πώς το είδες πριν» - «Ταυτότητα να έχεις μαζί σου…»

Θαυμασμός, απορία, αμηχανία.. είναι τα κυρίαρχα συναισθήματα στον δρόμο, η κανονική αντίδραση καθώς εμείς οι Έλληνες έχουμε την τάση να παρουσιάζουμε διπλή προσωπικότητα, άλλη σε σχόλια στα κοινωνικά δίκτυα γράφοντας σε οθόνες και διαφορετική τελείως όταν βρισκόμαστε κατά πρόσωπο. Άλλωστε έτσι εκδηλώνεται και το χιούμορ μας, όπως ίσως θα είδατε παραπάνω και είναι και μπόλικο το άτιμο. Ακούσαμε πολλά με το NIKEN, την πρώτη του είδους της αλλά πριν μιλήσουμε για αυτό, τώρα που έχουμε πολύ καλύτερη εικόνα συγκριτικά με την πρώτη μας επαφή στις  Άλπεις, θα ολοκληρώσουμε την δοκιμή του κάνοντας τα πάντα μαζί του.

Το βάλαμε στην πίστα κυνηγώντας με αυτό τον Άλεξ Παπαγεωργίου στον οποίο είχαμε δώσει ένα MT-09SP! Ίδιος κινητήρας σε ένα σύνολο φτιαγμένο να το οδηγείς γρήγορα, στα χέρια ενός Έλληνα αγωνιζόμενου! Κι αν τα καταφέραμε με το NIKEN; Θα το δείτε σύντομα στο MOTO, μαζί με όλες τις απορίες που συγκεντρώσαμε για αυτό, από τις πιο άστοχες έως τις πιο σοβαρές. Διότι μετά την πρώτη αντίδραση ακούς απίστευτα πράγματα: «Έπεσαν δύο άκουσα» - «και γιατί να μην πέσουν;» - «Είπε κανείς πως δεν πέφτει; Πως νικά την βαρύτητα;»

Τα ίδια που ακούσαμε και στα πρώτα τρίκυκλα σκούτερ δηλαδή… και που φυσικά είναι τελείως λάθος. «Αν πατάς με τον έναν τροχό στο χώμα και φρενάρεις… θα πέσει;» - «Όχι, δεν έχει μετατρόχιο αυτοκινήτου να κάνει μοχλό και να σου φύγει το τιμόνι, και ναι είναι πιο πολύπλοκη η απάντηση» Το έχουμε και σε video το παραπάνω παράδειγμα, μέχρι όμως να έρθουν αυτές οι απαντήσεις στο επόμενο MOTO και το νέο «full length video» θυμηθείτε την οδήγησή μας στην άσφαλτο, τότε που είμασταν οι μόνοι και πρώτοι σε όλο τον κόσμο που στρίβαμε με γόνατα κάτω και τους υπόλοιπους δημοσιογράφους να προσπαθούν ακόμα να το αποκωδικοποιήσουν:

α

 

 

 

Ετικέτες