Δοκιμή του νέου Continental ContiRoad από τον Jeremy McWilliams και την ΚΤΜ

Με στόχο τις επιδόσεις και την ασφάλεια
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

24/8/2020

Το βιογραφικό του Jeremy McWilliams είναι τουλάχιστον εντυπωσιακό, όχι μόνο γιατί ήταν αναβάτης των γρηγορότερων μοτοσυκλετών στην κορυφαία κατηγορία των Grand Prix, αλλά και γιατί έχει κερδίσει αλλεπάλληλες φορές τον αγώνα δρόμου Northwest 200. Η δουλειά του τώρα είναι μόνιμος δοκιμαστής της ΚΤΜ, όπου όχι μόνο εξελίσσει τα καινούρια μοντέλα, αλλά ταυτόχρονα δοκιμάζει και επιλέγει τα εξαρτήματα και τα ελαστικά των μοτοσυκλετών παραγωγής. Μέσα στα πλαίσια αυτής της δουλειάς του, βρέθηκε στην πίστα δοκιμών Contidrom της γερμανικής Continental, όπου δοκίμασε πάνω σε ένα Duke 790 τα ολοκαίνουρια ContiRoad. Τα ελαστικά αυτά ανήκουν στην κατηγορία sport-touring και έρχονται για να αντικαταστήσουν τα Conti Attack 2, όμως χάρη στις νέες τεχνολογίες που χρησιμοποιεί η Continental για την κατασκευή τους, θέλουν να διατηρήσουν τον σπορ χαρακτήρα, προσφέροντας ταυτόχρονα υψηλό αίσθημα ασφάλειας στην καθημερινή χρήση.

Τα σχόλια του Jeremy McWilliams μετά την εκτεταμένη δοκιμή τους σε βρεγμένη και στεγνή άσφαλτο ήταν άκρως θετικά, ιδιαίτερα στον τομέα της αίσθησης ασφάλειας που δίνουν στον αναβάτη από την πρώτη στιγμή: "Τα ContiRoad δουλεύουν αμέσως μόλις ξεκινήσεις και σου δίνουν εμπιστοσύνη, τόσο το εμπρός όσο και  το πίσω ελαστικό. Το πλεονέκτημά τους είναι το μεγάλο εύρος υψηλής απόδοσης που έχουν, τόσο στη στεγνή όσο και στη βρεγμένη άσφαλτο, ανεξάρτητα από το αν οδηγείς γρήγορα ή αργά. Επίσης έχουν υψηλό επίπεδο άνεσης και απορροφούν πολύ καλά τις κακοτεχνίες των δρόμων. Ο συνδυασμός των παραπάνω χαρακτηριστικών τα τοποθετεί στην κορυφή αυτής της κατηγορίας ελαστικών".

Τα νέα ContiRoad έχουν σύνθεση γόμμας με πυρίτιο για γρήγορη επίτευξη θερμοκρασίας λειτουργίας και υψηλό κράτημα σε βρεγμένη και κρύα άσφαλτο. Την ίδια στιγμή, η χάραξη του πίσω ελαστικού έχει μελετηθεί ώστε να μειώνει στο ελάχιστο την φθορά στο κέντρο, καθώς απουσιάζουν εντελώς οι αυλακώσεις στο σημείο που το ελαστικό έρχεται σε επαφή με την άσφαλτο όταν η μοτοσυκλέτα είναι όρθια. Αντίστοιχα μεγάλη επιφάνεια επαφής με την άσφαλτο, υπάρχει όταν η μοτοσυκλέτα πλησιάζει προς τη μέγιστη κλίση της. Σύμφωνα με την Continental, ο νέος σκελετός έχει σχεδιαστεί με προτεραιότητα την άνεση στην ήρεμη οδήγηση και την ευελιξία στους επαρχιακούς δρόμους.

Τα ContiRoad έχουν μια ευρεία γκάμα διαθέσιμων διαστάσεων και με δείκτες ταχύτητας που τα καθιστούν ιδανική επιλογή, από τις πολύ μικρού κυβισμού μοτοσυκλέτες των 125-250 κυβικών, έως και τα γιγαντιαία naked, streetfighter και sport-touring των 1300 κυβικών.  

 

ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΩΝ

 

Εμπρός
110/70 R 17 M/C 54 V
120/70 ZR 17 M/C (58 W)
 
Πίσω
 
140/70 R 17 M/C 66 H
150/60 R 17 M/C 66 V
150/70 ZR 17 M/C (69 W)
160/60 ZR 17 M/C (69 W)
180/55 ZR 17 M/C (73 W)
190/50 ZR 17 M/C (73 W)
190/55 ZR 17 M/C (75 W)
 

Γερμανία: Δημοπρατήθηκε Yamaha XT500 του 1988 με 0 χιλιόμετρα για 115.000 ευρώ!

Η τιμή της ξεκίνησε από τα 15.000 ευρώ
cover
Από τον

Παύλο Καρατζά

22/10/2025

 

Σας είχαμε ενημερώσει πως στην Γερμανία δημοπρατούταν μία Yamaha XT500 του 1988 με μηδέν χιλιόμετρα. Μάλιστα, η μοτοσυκλέτα δεν έχει καν συναρμολογηθεί όπως μπορείτε να δείτε στις φωτογραφίες και η διαδικασία αυτή θα γίνει από τον νέο της ιδιοκτήτη.

Η δημοπρασία αυτή έλαβε τέλος και η XT500 δημοπρατήθηκε έναντι του ποσού των 84.000 ευρώ. Όμως, ο νέος ιδιοκτήτης θα πρέπει να καταβάλει επιπλέον 31.000 ευρώ για προμήθειες και φόρους, κάτι που εκτινάσσει την τελική τιμή της μοτοσυκλέτα στα 115.000 ευρώ.

Η αρχική εκτίμηση έκανε λόγο για μία τιμή που θα έφτανε έως και τα 25.000 ευρώ, όμως η τελική τιμή που δημοπρατήθηκε το μοντέλο ήταν 500% παραπάνω. Η συγκεκριμένη τιμή-ρεκόρ δείχνει πόσο μεγάλη συλλεκτική αξία έχει αποκτήσει η ιστορική αυτή μοτοσυκλέτα.

Επειδή οι απανταχού XTάκηδες δεν θα σταματήσουν να σχολιάζουν την ημερομηνία, όπως ακριβώς έγινε και όταν αρχικά αναρτήσαμε την αναγγελία της δημοπρασίας, γράφοντας πως περιμένουμε να φτάσει τις 25.000 Ευρώ, να διευκρινίσουμε πως ο οίκος δημοπρασιών αναφέρει το μοντέλο ως 1988 και μάλιστα συνοδεύεται από αντίστοιχα πιστοποιητικά. Ένα από τα στοιχεία που καθιστούν αυτή τη μοτοσυκλέτα μοναδική, πέρα από το ότι έχει μείνει στο κουτί της καινούρια, είναι πως μπορεί να βγάλει πινακίδα μετά από τόσα χρόνια. Κι αυτό γιατί είχε κάνει εγγραφή σε μητρώο της Γαλλίας, παρόλο που δεν βγήκε ποτέ από το κουτί της.

Σε μία χώρα όπως η Γερμανία που έχει ένα πολύ σαφές πλαίσιο για τις ιστορικές πινακίδες, όχι όπως σε εμάς εδώ που πριν από τρεις θητείες Υπουργών, είχαν προσπαθήσει να σταματήσουν τα οχήματα με ιστορικές πινακίδες, η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα μπορεί να βγάλει πινακίδα ως μοντέλο 1988.

Η πραγματικότητα είναι πως το XT500 έμεινε στην παραγωγή πολύ αργά, έως το 1989 υπερπηδώντας το XT550 που το διαδέχτηκε το 1981 αλλά και τις πρώτες γενιές του XT600. Η ιστορία λέει πως αυτό το XT500 από την ώρα που ήρθε το 550 και μετά, ήταν στην ουσία ένα XT600 που για λόγους συνοχής στις αγορές εκείνες, ή απλά για δημιουργία διαφοράς τιμής χτυπώντας έναν φθηνότερο ανταγωνισμό, έμενε παράλληλα με το XT600. Αυτή την περίοδο οι Ιάπωνες κάνουν το ίδιο με τα πενηντάρια παπιά, όπως γράψαμε για πρώτη φορά πέρσι. Για λόγους κόστους σταματούν τον κινητήρα εκείνον, πνίγουν τον 110 και βγάζουν μία νέα έκδοση, την Lite, που είναι ίδια με την ακριβότερη 110 αλλά κυκλοφορεί ως 50 κυβικά και την λειτουργία του διέπουν οι κανόνες που ισχύουν στην Ιαπωνία για τα 50άρια! Στην πορεία της ιστορία αυτό έχει γίνει πολλές φορές, το έχει κάνει και η BMW αν θυμάστε με την σειρά F! Εκείνη την εποχή ήταν πολύ πιο εύκολο να εισάγεις επίσης το οτιδήποτε από οπουδήποτε και έτσι μπορεί κάλλιστα το συγκεκριμένο XT500 να είναι πράγματι του 1988. Σε κάθε περίπτωση είναι από τα πλέον ακριβά που έχουμε δει ποτέ…