Ιστορία: 40 χρόνια BMW GS!

Μία ιστορική οικογένεια
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

4/6/2020

"Κάθε επιτυχημένη ιστορία έχει και μια αρχή", αναφέρει ορθά η BMW ανοίγοντας το κεφάλαιο των GS, και στην συγκεκριμένη περίπτωση όλα άρχισαν το 1980, τότε που η BMW παρουσίασε το πρώτο μεγάλο on-off παγκοσμίως στη Νότια Γαλλία (στην Anignon), το R 80 G/S. Από τότε τα αρκτικόλεξα GS αποτελούν σημείο αναφοράς για ολόκληρη την κατηγορία των adventure bikes, διανύοντας μια πλούσια Ιστορία τεσσάρων δεκαετιών.

Οι ρίζες πάντως της πιο επιτυχημένης σειράς στον κόσμο της μοτοσυκλέτας, εκτείνοντας πιο βαθιά, πίσω στο 1978, όταν ιδιώτες μηχανικοί εξέλισσαν τις δικές τους ιδιοκατασκευές βασισμένες σε εκδόσεις παραγωγής δρόμου, με τις επιτυχίες αυτών των "πρωτότυπων" σε αγώνες όπως το Six Days εκείνης της χρονιάς, να συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των ανθρώπων της BMW Motorrad. Δεν χρειάστηκε πολύ χρόνος για να δοθεί το πράσινο φως και να αρχίσει η υλοποίηση του project G/S από το εργοστάσιο, που μέσα σε 21 μήνες παρουσίασε την πρώτη έκδοση παραγωγής.

Ήταν η εποχή που οι Ιάπωνες είχαν "αποκαθηλώσει" τους ευρωπαίους κατασκευαστές και η BMW κινδύνευε να μετατραπεί στην "Harley της Ευρώπης", μια εταιρεία δηλαδή που θα επένδυε μόνο στην παράδοση και στην νοσταλγία του παρελθόντος. Οι Γερμανοί όμως δεν ήταν διατεθειμένοι να εγκαταλείψουν το concept του boxer κινητήρα, παρά το γεγονός ότι υπήρχε στην παραγωγή από το 1923.

Μάλιστα, ένας από τους πρωτεργάτες της προσπάθειας είναι και ο αναβάτης δοκιμών του εργοστασίου, ο Lazlo Peres, ο οποίος έφτιαχνε τέτοια πρωτότυπα με τον κινητήρα των 800cc για πελάτες που ήθελαν κάτι τέτοιο.

Από το 1980 μέχρι και το 1987, το R 80 G/S αποτελούσε την απόλυτη έκφανση των allrounder με ταξιδιωτικές δυνατότητες σε άσφαλτο και χώμα. Ήταν ακριβώς αυτό που μαρτυρούσε το προσωνύμιό του (G/S= Gelände/Straße, Χώμα/Άσφαλτος), ενώ παράλληλα εισήγαγε και μερικές τεχνολογικές καινοτομίες για εκείνη την εποχή, όπως το μονόμπρατσο ψαλίδι με τον άξονα και η monolever πίσω ανάρτηση.

To GS που φτιάχτηκε ειδικά για το Six Days

 

Παράλληλα, η BMW αποφάσισε να πάρει τα διαπιστευτήρια και στο δυσκολότερο πεδίο δοκιμών, το rally Paris-Dakar. Την πρώτη χρονιά, το 1980, κατέλαβε την πέμπτη θέση με αναβάτη τον Jean-Claude Morellet (γνωστό και ως Fenouil), ενώ την επόμενη χρονιά, σε συνεργασία με την HPN και αναβάτη τον Hubert Auriol, πέτυχε μια εμφατική νίκη μπροστά από τον ανταγωνισμό. Οι αγωνιστικές επιτυχίες συνεχίστηκαν και τις επόμενες χρονιές, με άλλον έναν αναβάτη-θρύλο, τον Gaston Rahier, να συνδέει το όνομά του με τις αγωνιστικές δάφνες των Βαυαρών. Είναι χαρακτηριστικό, ότι μέσα σε μια πενταετία, η BMW με το R 80 G/S είχε τέσσερις νίκες! Ήταν λοιπόν φυσικό και επόμενο να προσπαθήσει να εξαργυρώσει και εμπορικά την επιτυχία της, πράγμα που έκανε με την έκδοση παραγωγής του R 80 G/S "Paris-Dakar" (με μονόσελο και ρεζερβουάρ 32 λίτρων, προστατευτικά κάγκελα, σχάρα και χωμάτινα ελαστικά της Michelin), η οποία πούλησε 3.000 κομμάτια, ενώ υπήρχε ολόκληρο το κιτ των απλών G/S σε "Paris-Dakar".

Το 1987 σταμάτησε η παραγωγή του R 80 G/S και σηματοδοτήθηκε η αύξηση του κυβισμού, με την παραγωγή του R 100 G/S, με τον κινητήρα του R 100RS (της πρώτης μοτοσυκλέτας της BMW με full fairing) του 1986. Πέρα από τον κυβισμό, υπήρξε κι ένας ολοκληρωτικός επανασχεδιασμός της μοτοσυκλέτας, με το Paralever πίσω να κάνει το ντεμπούτο του. Οι μηχανολόγοι της BMW γνώριζαν πολύ καλά και από πολύ παλία το φαινόμενο του να ανασηκώνεται το πίσω μέρος της μοτοσυκλέτας όταν συμπιεζόταν η ανάρτηση κατά την επιτάχυνση. Ο μηχανικός από το αγωνιστικό τμήμα του εργοστασίου, Alex von Falkenhausen, είχε τοποθετήσει στις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες ψαλίδια με διπλούς συνδέσμους για να αντισταθμίσει το φαινόμενο, ήδη από το 1955! Η BMW είχε κατοχυρώσει την πατέντα αυτή για το συγκεκριμένο κιτ, αλλά δεν μεταφέρθηκε ποτέ στις μοτοσυκλέτες παραγωγής, μέχρι τη στιγμή που ο δυνατότερος και με περισσότερη ροπή boxer παρουσίαζε πιο έντονα τα συμπτώματα. Ο επιπλέον άξονας που εφαρμόστηκε και έκανε το ψαλίδι να μοιάζει με παραλληλόγραμμο, έδωσε και την ονομασία "Paralever".

Η BMW όμως δεν σταμάτησε εκεί. Για να βελτιώσει την συμπεριφορά του μπροστινού, εισήγαγε την τεχνολογία της απόσβεσης που ήταν ανάλογη με την διαδρομή, την προοδευτική, δηλαδή, λειτουργία. Το πιρούνι απέκτησε μεγαλύτερη αντοχή ενώ στο αριστερό καλάμι τοποθετήθηκαν κωνικά κουζινέτα. Καθώς το πιρούνι εκτεινόταν ο κώνος έκανε το κενό που δημιουργούνταν με τις σπείρες του ελατηρίου να μικραίνει. Το πρακτικό αποτέλεσμα ήταν ουσιαστικά να αλλάζει ο λόγος του ελατηρίου και να μπορεί να αντιμετωπίζει πιο αποτελεσματικά τις προσγειώσεις από τα άλματα.

Στο R 100 GS ήταν επίσης και η πρώτη φορά που εμφανίστηκαν οι χιαστί ακτίνες στους τροχούς, οι οποίες βίδωναν πάνω στο στεφάνι για να έχει την δυνατότητα ο αναβάτης να τοποθετήσεις tubeless ελαστικά. Αργότερα ακολούθησε και η έκδοση R 100 GS PD (Paris-Dakar) που σηματοδότησε και το τέλος των διβάλβιδων boxer GS, το 1996, μαζί με το R 80 GS (την μετεξέλιξη του G/S).

Δύο χρόνια πριν όμως, το 1994, ήταν η χρονιά που η BMW ξεκίνησε την τετραβάλβιδη εποχή της. Το R 1100 GS ήταν το πρώτο GS με τετραβάλβιδο boxer κινητήρα και ταυτόχρονα το πέρασμα στην σύγχρονη εποχή των adventure bikes για την BMW. Ο κινητήρας ήταν ο ίδιος με του R 1100 RS, ενώ το R 1100 GS ήταν το πρώτο μεγάλο on-off που διέθετε καταλύτη και ABS. Όλα τα πλαστικά ήταν ανακυκλώσιμα και η εξάτμιση ήταν εξ' ολοκλήρου φτιαγμένη από ανοξείδωτο ατσάλι. Το Paralever παρέμεινε αμετάβλητο, ενώ ο νέος τετραβάλβιδος κινητήρας είχε πλάγια τοποθετημένους εκκεντροφόρους που έπαιρναν κίνηση από τρεις καδένες και ένα ενδιάμεσο γρανάζι. Το πλαίσιο από την άλλη ήταν σχεδιασμένο από την αρχή, με τον κινητήρα και την μετάδοση ενεργά μέρη του.

Το R 1100 GS ήταν και το πρώτο GS που είχε το μπροστινό σύστημα Telelever, που έμελλε να γίνει και το σήμα κατατεθέν των boxer, μαζί με το κλασσικό ρύγχος που ακολουθεί όλα τα μεγάλα GS έκτοτε. Μια ωραία ιστορία που συνοδεύει την είσοδο του R 1100 GS στην παγκόσμια αγορά, αφορά τον Νορβηγό φωτογράφο Helge Pedersen, ο οποίος ήταν ένας από τους πρώτους ιδιοκτήτες R 80 G/S. Είχε βαφτίσει την μοτοσυκλέτα του "Όλγα" και μαζί της ξεκίνησε ένα ταξίδι σε όλο τον κόσμο, με μοναδικό πρόσθετο εξοπλισμό μια σχάρα και ένα ρεζερβουάρ 40 λίτρων. Το ταξίδι διήρκεσε δέκα ολόκληρα χρόνια και 350.000 χιλιόμετρα. Το 1994 ο Pedersen δώρισε την θρυλική μοτοσυκλέτα του στο μουσείο της BMW και σε αντάλλαγμα του παραδόθηκε ένα ολοκαίνουργιο R 1100 GS.

Όντας το 1100 GS μεγαλύτερο, δυνατότερο και πιο βαρύ από τον προκάτοχό του, σίγουρα δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια entry level μοτοσυκλέτα για λιγότερο έμπειρους αναβάτες. Η BMW όμως δεν άφησε αυτό το δυναμικό ανεκμετάλλευτο και παρουσίασε το F650, το γνωστό σε όλους "Funduro". Με τον μονοκύλινδρο κινητήρα της Rotax των 650cc που κατασκεύαζε η Aprilia, το F650 αποτέλεσε πολύ γρήγορα σημείο αναφοράς για τον ανταγωνισμό. Αρχικά είχε να αντιμετωπίσει τον σκεπτικισμό των φανατικών οπαδών των GS, οι οποίοι δεν συμβιβαζόντουσαν με τίποτε λιγότερο από ένα boxer κινητήρα και άξονα για την τελική μετάδοση, αλλά πολύ σύντομα απέκτησε το δικό του κοινό που ήθελε κάτι πιο προσιτό και διασκεδαστικό.

Επειδή όμως η εξέλιξη είναι μια διαδικασία που δεν σταματά ποτέ, οι μηχανικοί της BMW το 1998, ήδη δοκίμαζαν και είχαν έτοιμο σε πολύ μεγάλο βαθμό το νέο R 1150 GS που έκανε το ντεμπούτο του την επόμενη χρονιά. Πριν όμως από αυτό, η BMW είχε παρουσιάσει κι ένα μικρότερο σε κυβισμό GS, το R 850 GS, με τον δικύλινδρο boxer των 848cc, το οποίο δεν κατάφερε να ακολουθήσει την εμπορική επιτυχία του 1100. Το μήνυμα είχε ληφθεί από την BMW Motorrad πως το κοινό των GS δεν πρόκειται ποτέ να συμβιβαστεί με ημίμετρα…

Αντιθέτως, το 1150 GS που παρουσιάστηκε το 1999, αποδείχθηκε πιο επιτυχημένο από τον προκάτοχό του, καθώς πέρα από την μικρή αύξηση του κυβισμού, απέδιδε και περισσότερη δύναμη φτάνοντας τα 85 άλογα. Οι κύλινδροι και τα έμβολα προέρχονταν από το R 1200 C, ενώ ο στρόφαλος και οι κυλινδροκεφαλές από το R 1100S. Το πακέτο ολοκληρώνονταν από τον πιο μικρό σε διαστάσεις συμπλέκτη, το εξάρι κιβώτιο του R 1100S και μια πιο αποδοτική εξάτμιση.

Η επόμενη χρονιά, που σηματοδοτούσε και την είσοδο στη νέα χιλιετία, βρήκε την BMW με ακόμη περισσότερες επιλογές για το κοινό της, επενδύοντας στα μονοκύλινδρα GS. Ήταν η χρονιά που παρουσιάστηκαν το ανανεωμένο G 650 GS Και F 650 GS Dakar. Η παραγωγή του πλέον είχε μεταφερθεί από την Ιταλία στην Γερμανία (Βερολίνο) και ο επανασχεδιασμός ήταν ολικός κι όχι απλά σε επιφανειακό επίπεδο. Το πλαίσιο έγινε περιμετρικό και τα καρμπιρατέρ αντικαταστάθηκαν από ψεκασμό, ενώ το ρεζερβουάρ άλλαξε θέση και τοποθετήθηκε ανάμεσα στο πλαίσιο κάτω από τη σέλα, χαμηλώνοντας έτσι και το κέντρο βάρους της μοτοσυκλέτας. Η έκδοση Dakar είχε σαφώς πιο adventure προσανατολισμό, με τροχό 21'' μπροστά, μεγαλύτερες διαδρομές αναρτήσεων και προστασία από το αέρα. Η εμπορική του επιτυχία ήταν τέτοια, που οδήγησε την BMW να το κρατήσει στην παραγωγή μέχρι το 2007.

Το 2002 παρουσιάστηκε το R 1150 GS Adventure, που διαφοροποιούνταν λόγω των μεγαλύτερων διαδρομών των αναρτήσεων, των ανοδιωμένων τροχών, τη μεγαλύτερη ζελατίνα, την ενιαία σέλα και την μεγαλύτερη ποδιά κάτω από τον κινητήρα. Η μοτοσυκλέτα συνοδευόταν κι από ένα μακρύ κατάλογο αξεσουάρ, ενώ λίγες μόλις εβδομάδες μετά την παρουσίασή του, όλα τα τετραβάλβιδα boxer απέκτησαν δύο μπουζί ανά κύλινδρο, προκειμένου να εναρμονιστούν με τις νέες –τότε- Euro3 προδιαγραφές.

Η ξέφρενη εμπορική πορεία των GS οδήγησε στο επόμενο βήμα, που ουσιαστικά αφορούσε την δημιουργία μιας εντελώς καινούργιας μοτοσυκλέτας, του R 1200 GS. Ο κυβισμός ανέβηκε στα 1.170cc, η ισχύς στους 98 ίππους και η ροπή στα 11,7kgm. Η κατανάλωση ήταν μειωμένη κατά 8% σε σχέση με το 1150, ενώ το πιο εντυπωσιακό στοιχείο ήταν η μείωση του βάρους κατά 30 ολόκληρα κιλά! Η τεχνολογία CAN για τα ηλεκτρονικά, και το ελάφρωμα σχεδόν από σημείο της μοτοσυκλέτας (ψαλίδι, πλαίσιο και τροχοί) βοήθησαν τα μέγιστα γι' αυτό τον στόχο. Ελαφρύτερος ήταν κατά τρία κιλά και ο κινητήρας, ο οποίος διέθετε και knock sensor για να μπορεί η μοτοσυκλέτα να χρησιμοποιεί και καύσιμο χαμηλότερης ποιότητας, στις εσχατιές του κόσμου που φιλοδοξούσαν να ταξιδέψουν οι ιδιοκτήτες της.

Οι αλλαγές ήταν θεαματικές και εμφανισιακά, με τους ακτινωτούς τροχούς να συμπεριλαμβάνονται στον after market εξοπλισμό, ενώ ως στάνταρ "φορούσε" αλουμινένιες χυτές ζάντες. Το ABS είχε δυνατότητα απενεργοποίησης και φυσικά όλες αυτές οι αλλαγές πέρασαν και στην έκδοση Adventure που παρουσιάστηκε έναν χρόνο αργότερα, αντικαθιστώντας το R 1150 GS Adventure. Η επιτυχία του ήταν τόσο μεγάλη, που από το 2005 το GS δεν έπεσε από τον θρόνο του βασιλιά στην γερμανική αγορά και είναι ενδεικτικό ότι μόλις τρία χρόνια μετά την παρουσίασή του, είχε πουλήσει πάνω από 100.000 κομμάτια.

Το 2008 δύο νέα μέλη ήρθαν να προστεθούν στην οικογένεια των GS, τα οποία δεν ανήκαν ούτε στην "φαμίλια" των boxer, ούτε και στα entry level μονοκύλινδρα. Ο λόγος για τα δικύλινδρα εν σειρά, τα F 650 GS και F 800 GS. Με κινητήρα και πλαίσιο από το F 800 ST, αλλά με μεγαλύτερες διαδρομές και εμφάνιση που δηλώνει απερίφραστα την οικογενειακή ταυτότητα, τα δύο δικύλινδρα GS σήμαναν και το τέλος εποχής για τα μονοκύλινδρα. Η βασική διαφορά μεταξύ των δύο "αδερφών" μοντέλων ήταν στην απόκριση και στον νούμερο της απόλυτης δύναμης(85hp για το 800, 71hp για το 650), παρότι ο κινητήρας ήταν ακριβώς ίδιος τόσο στο F 650 GS όσο και στο F 800 GS. Διαφορετικές ήταν επίσης οι διαδρομές των αναρτήσεων και οι μπροστινοί τροχοί (21'' για το 800 και 19'' για το 650).

Το πρώτο facelift για τα 1200 GS ήρθε το 2007, με αρκετές αλλαγές στις λεπτομέρειες. Απέκτησε το εξάρι κιβώτιο του HP2 Sport, ενώ οι εκκεντροφόροι προέρχονται από τα R 1200 R/RT, με αποτέλεσμα την αύξηση της ιπποδύναμης στα 105 άλογα. Αναβαθμίστηκε η άνεση με καινούργια σέλα και τοποθετήθηκε νέο τιμόνι με μεγαλύτερο εύρος και δυνατότητα ρύθμισης της θέσης του. Εμφανισιακά η νέα γενιά ξεχώριζε από τα αλουμινένια προστατευτικά στο πλάι του ρεζερβουάρ και τα LED πίσω φώτα. Σ' αυτήν επίσης τη γενιά των GS έκανε και το ντεμπούτο το ESA, η ηλεκτρονική ρύθμιση των αναρτήσεων.

Το 2010 ήταν τα τριακοστά γενέθλια των GS και η BMW προχώρησε σε αν ακόμη makeover, τοποθετώντας στον δικύλνδρο boxer κινητήρα τις κυλινδροκεφαλές από το HP2 Sport με τους δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους. Η μέγιστη ισχύς αυξήθηκε στους 110 ίππους, ενώ παράλληλα βελτιώθηκε και η κατανάλωση. Η επόμενη σημαντική αλλαγή ήρθε το 2013 όταν η BMW παρουσίασε το πρώτο αερο-ελαιο-υγρόψυκτο GS, όπου ουσιαστικά η υγρόψυξη αναφερόταν στις κεφαλές των κυλίνδρων. Ταυτόχρονα ήρθε και η αύξηση της ιπποδύναμης κατά 15 άλογα, απόρροια και των αλλαγών στην τροφοδοσία, στο φιλτροκούτι και την προσθήκη της ηλεκτρονικής διαχείρισης του γκαζιού.

Το 2017 τα GS "ασπάστηκαν" –υποχρεωτικά- τις Euro4 προδιαγραφές, ανανεώνοντας την εμφάνισή τους, αλλά και τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό τους, όντας ο προάγγελος της πιο πρόσφατης αναβάθμισης του 2019, του R 1250 GS, με τον μεταβλητό χρονισμό των εκκεντροφόρων που του έχει ανατεθεί το καθήκον να βάλει μια από τις μακροβιότερες και πιο επιτυχημένες εμπορικά "οικογένειες" στην πέμπτη δεκαετία της ζωής της…

 

Ετικέτες

EICMA: Honda CB1000GT 2026 - Το Tracer10 που έπρεπε να είχε η Yamaha!

Ευθέως απέναντι στο Suzuki GSX-S 1000GX
Honda CB1000GT
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

4/11/2025

Το υπέροχο σύνολο του νέου Hornet, δηλαδή το ελαφρύ αλλά σωστά άκαμπτο πλαίσιο και ένας κινητήρας με δόξες, καθώς ξεκίνησε την ζωή του στα Superbike το 2017, αποκτούν μία νέα υπόσταση σε μία μοτοσυκλέτα που απευθύνεται σε μεγαλύτερο κοινό.

Το νέο CB1000GT καλύπτει ένα κενό στην γκάμα της Honda που παλαιότερα είχε το CBF1000, μόνο που το κάνει με πολύ πιο σαφή προσανατολισμό και αρκετά σπορ χαρακτήρα. Δεν είναι μόνο τα πενήντα άλογα που έχει περισσότερο, αλλά οι Hornet καταβολές του θα του προσδώσουν εκείνο που έλειπε από το προηγούμενο μοντέλο με την φλατ απόκριση, τη σπορ συμπεριφορά χωρίς απαραίτητα να υπάρχουν θυσίες στον ταξιδιωτικό χαρακτήρα. Τουλάχιστον αυτή είναι η υπόσχεση και μιας και είμαστε στο 2026, πλέον, και μιλάμε για τη Honda, δεν υπάρχει καμία δυσκολία σε αυτό που υπόσχεται, για να μην το πάρει κανείς ως δεδομένο από τώρα.

Ο κινητήρας αυτός είναι όπως είπαμε ένας με Superbike παρελθόν και το ότι είναι σχεδόν δεκαετία από τότε που σχεδιάστηκε για πίστες είναι μεγάλο πλεονέκτημα. Από το 2018 και μετά η κατηγορία άλλαξε δραματικά και οι Superbike που ακολούθησαν δεν ήταν μοτοσυκλέτες που θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν σε καθημερινή ή ταξιδιωτική χρήση. Υπερβολική ζέστη, υπερβολικά άλογα, με αντίστοιχα διαστήματα service, δεν είναι αξιοποιήσιμα στην κατηγορία αυτή, αν θέλεις να έχεις μία προσιτή οικονομικά μοτοσυκλέτα και όχι να ξεφύγεις φτάνοντας την περιοχή των τριάντα χιλιάδων.

Διότι εδώ τώρα βρίσκεται μία ακόμη σημαντική υπόσχεση που εν μέρη την έχουμε ήδη να καλύπτεται από το γυμνό Hornet: Η Honda θα έχει επιθετική τιμολογιακή πολιτική και έτσι το CB1000GT αναμένεται να είναι μία πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση.

Ο τετρακύλινδρος εν σειρά, προέρχεται λοιπόν από το CBR1000RR Fireblade του 2017 με δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους, ηλεκτρονικό ψεκασμό PGM-FI και ηλεκτρονική οδήγηση γκαζιού TBW.

ΠΡΩΤΗ ΜΑΤΙΑ ΑΠΟ ΚΟΝΤΑ

Η εργονομία θέσης οδήγησης είναι ακριβώς αυτό που περιμένεις, ζεις το «φαινόμενο Honda» μόλις καθίσεις στην σέλα καθώς τα πάντα είναι στη θέση τους, όπως ακριβώς περιμένεις από μία Honda. Μαζεμένες διαστάσεις που σε προδιαθέτουν για καθημερινή χρήση αλλά χωρίς να υπάρχει έλλειψη χώρου για μεγάλες αποστάσεις με τον συνεπιβάτη να κάθεται αρκετά πίσω κάτι που οι ηλεκτρονικές αναρτήσεις θα πρέπει να αποσβέσουν ως χαρακτηριστικό. Εξαιρετική η συναρμογή και η ποιότητα της βαφής αν και συνεχίζουν να είναι ακάλυπτα, δίχως βερνίκι τα αυτοκόλλητα κάτι που εμείς στο MOTO είχαμε επισημάνει στο Hornet, και περιμέναμε να αλλάξει στην GT. Η ποιότητα της βαφής όμως, ανταπεξέρχεται σε αυτό!

Κινητήρας

Honda CB1000GT 2026

Η διάμετρος και η διαδρομή είναι 76 x 55,1mm αντίστοιχα, με σχέση συμπίεσης 11,7:1 και η απόδοση παραμένει στο πλαίσιο της γυμνής μοτοσυκλέτας με μέγιστη ισχύ 147,65 hp (110,1kW) στις 11.000 σαλ, και ροπή 10,4Kg.m στις 8.750 σαλ.

Η απόκριση της γκαζιέρας αναμένεται εξίσου γραμμική χωρίς να είναι κρεμασμένη στις χαμηλές στροφές, όπως θα περίμενε κανείς με βάση παλαιότερες τετρακύλινδρες μοτοσυκλέτες της ευρύτερης κατηγορίας των «όρθιων street» ενώ από τις μεσαίες και μετά, η χαρακτηριστική ευστροφία θα θυμίζει στον αναβάτη τους λόγους που στήριξε την επιλογή του και κατέληξε στην GT για τα ταξίδια του.

Το κιβώτιο έρχεται από το Hornet και συγκριτικά με το παρελθόν του έχει τις απαραίτητες αλλαγές για να αξιοποιεί την απόδοση του κινητήρα στον δρόμο με τον καλύτερο τρόπο χωρίς να χρειαστεί να τον δουλεύεις σε ψηλές στροφές για να πάρεις την επιτάχυνση που θέλεις.

Οπότε έχουμε 2η έως 5η με νέα γρανάζια και μία πιο μακριά 6η ώστε τα ταξιδιωτικά χιλιόμετρα να έρχονται σε χαμηλότερες στροφές. Έχουμε πει στο MOTO πολλές φορές πως πέρα από την κάλυψη του αέρα, μεγάλο ρόλο για την άνεση του αναβάτη και κατά επέκταση την ικανότητά του να καλύπτει μεγάλες αποστάσεις διαδραματίζει η λειτουργία του κινητήρα. Η GT υπόσχεται να κρατά στις νόμιμες ταχύτητες ταξιδιού ένα ήπιο γουργουρητό από τον τετρακύλινδρο χωρίς καθόλου κραδασμούς, χωρίς διακυμάνσεις τροφοδοσίας, μία ξεκούραστη λοιπόν λειτουργία που ταυτόχρονα δεν γίνεται, παρά να είναι και πιο οικονομική σε κατανάλωση.

Honda CB1000GT 2026

Ο συμπλέκτης είναι φυσικά μονόδρομος με υποβοήθηση και στον βασικό εξοπλισμό υπάρχει quickshifter δύο κατευθύνσεων που υποστηρίζει και το λεγόμενο autoblip. Για το συγκεκριμένο quickshifter σας τα έχουμε πει από το 2018, χρειαζόταν μία βελτίωση για να διαχειριστεί σωστά πάνω από τα 100 άλογα, καθώς δούλευε άψογα στην Africa Twin αλλά ήθελε περισσότερο δουλειά στο νεορετρό CB.

Αν ήταν σε κινέζικη μοτοσυκλέτα τόσο ο μέσος πελάτης όσο και ο αντιπρόσωπος θα έμεναν με την απορία για το τι χρειάζεται καθώς θα έκριναν την λειτουργία του απροβλημάτιστη. Μαζί τους, και ορισμένοι από τα φερέφωνα με δημόσιο λόγο, όμως για την Honda και κατά επέκταση για τον πελάτη της Honda υπήρχε περιθώριο βελτίωσης. Το πρώτο δείγμα το είδαμε στο Hornet, η ίδια η Honda επιβεβαίωσε πως υπήρχε περιθώριο βελτίωσης συγκριτικά με το 2018 στο νεορετρό CB1000F και για αυτό τον λόγο τους πιστεύουμε όταν λένε πως στην GT ξεχνάς την μανέτα του συμπλέκτη εκτός και αν θέλεις να κάνεις στάση!

Στο μεταξύ οι στάσεις δεν θα είναι συχνές από την στιγμή που έχεις 21 λίτρα που η Honda λέει πως επαρκούν για αυτονομία 340 χιλιομέτρων. Δίνουν μέση κατανάλωση 6,1 λίτρα ανά εκατό χιλιόμετρα, το οποίο δεν είναι πολύ μακριά από αυτό που έχουμε μετρήσει εμείς στο Hornet.

Ηλεκτρονικά

Honda CB1000GT 2026

Η GT έχει IMU έξι αξόνων, μία αδρανειακή μονάδα λοιπόν που τροφοδοτεί την ECU με πληροφορίες για την θέση της μοτοσυκλέτας στον χώρο, τις οποίες έπειτα εκείνη αξιοποιεί για να ρυθμίσει αντίστοιχα την λειτουργία του traction control. Όπως έχουμε συνηθίσει το HSTC δηλαδή το Honda Selectable Torque Control, όπως αποκαλούν το Traction Control ρυθμίζεται σε τρία επίπεδα, όπως αντίστοιχα μπορεί κανείς να επιλέξει σε τρεις βαθμίδες το φρένο του κινητήρα. Το πόσο δηλαδή ανοικτές μένουν οι βαλβίδες στην ανάποδη περιστροφή της γκαζιέρας. Υπάρχουν αναβάτες που θέλουν σε έναν επαρχιακό να οδηγούν γκάζι-φρένο και να θέλουν πιο έντονη την λειτουργία του φρένου κινητήρα και άλλοι που τους αρέσει να οδηγούν με ροή, οπότε θα ήθελαν λιγότερο φρενάρισμα αφήνοντας το γκάζι.

Στο γκάζι τώρα έχουμε επίσης τρία επίπεδα απόκρισης ώστε ο κάθε αναβάτης να προσαρμόσει την μοτοσυκλέτα εκεί που θέλει, ή αντίστοιχα να επιλέξει με βάση τις συνθήκες του δρόμου και του στιλ που θέλει να ακολουθήσει εκείνη την στιγμή.

Όπως πάντα οι λειτουργίες αυτές ομαδοποιούνται στις εξής ομάδες που τα ονόματά τους, ουσιαστικά επεξηγούν και τη λειτουργία:

STANDARD mode χρησιμοποιεί τη μεσαία ρύθμιση για EP, HSTC και EB. Έχει σχεδιαστεί για να αναπαράγει την αίσθηση και την απόδοση μίας σειράς καρμπυρατέρ, με φιλικό χαρακτήρα.

SPORT mode χρησιμοποιεί το υψηλότερο επίπεδο ισχύος (P) και τα χαμηλότερα επίπεδα φρένου κινητήρα (EB) και HSTC ώστε να προσφέρει 100% απόδοση με οποιαδήποτε σχέση στο κιβώτιο, μέγιστη ισχύ και ροπή σε κάθε άνοιγμα του γκαζιού και ελάχιστη παρέμβαση του HSTC.

RAIN mode χρησιμοποιεί το χαμηλότερο επίπεδο ισχύος (P) για τη λιγότερο επιθετική απόδοση ισχύος, μέτριο φρένο κινητήρα(EB) και υψηλό HSTC. Στόχος είναι η χαμηλή απόδοση ισχύος και ροπή στις τρεις πρώτες σχέσεις.

TOUR mode έχει τα ίδια χαρακτηριστικά απόδοσης με το STANDARD, αλλά η δύναμη απόσβεσης προσαρμόζεται ανάλογα με την ταχύτητα· είναι το μοναδικό πρόγραμμα με αυτή τη λειτουργία.

Υπάρχει φυσικά και ο τρόπος να προσαρμόσεις τα ηλεκτρονικά όπως θέλεις ή να απενεργοποιήσεις πλήρως το traction control:

USER mode επιτρέπει στον αναβάτη να επιλέγει ο ίδιος τις ρυθμίσεις για κάθε παράμετρο και να τις αποθηκεύσει για μελλοντική χρήση.

Όλα αυτά ρυθμίζονται μέσα από μία TFT οθόνη 5 ιντσών που προσφέρει και έλεγχο κινητού τηλεφώνου. Η οθόνη δεν δημιουργεί αντανακλάσεις καθώς χρησιμοποιεί οπτική συγκόλληση για βελτιωμένη ορατότητα σε έντονο ηλιακό φως. Σφραγίζοντας το κενό ανάμεσα στο προστατευτικό κρύσταλλο και την οθόνη TFT με ρητίνη, μειώνεται η αντανάκλαση και βελτιώνεται η μετάδοση του φωτισμού. Η οθόνη μπορεί να προσαρμοστεί σε τρία προφίλ εμφάνισης: Bar, Circle και Simple και προσφέρει συνδεσιμότητα smartphone IOS/Android μέσω Honda RoadSync.

Αυτή η λειτουργία – σε συνδυασμό με τον απλό, εύχρηστο, φωτιζόμενο διακόπτη τεσσάρων κατευθύνσεων στο αριστερό γκριπ –επιτρέπει πλοήγηση στροφή-προς-στροφή απευθείας στην οθόνη, καθώς και τη δυνατότητα στον αναβάτη – μέσω συνδεδεμένου Bluetooth κράνους – να πραγματοποιεί κλήσεις ή να ακούει μουσική. Ο ιδιοκτήτης το μόνο που χρειάζεται να κάνει είναι να κατεβάσει την εφαρμογή Honda RoadSync από το Play Store ή το App Store και να συνδέσει το smartphone του με την CB1000GT. Επιπλέον, υπάρχει θύρα USB Type-C στο κάτω δεξί μέρος της οθόνης για φόρτιση του smartphone. Ελπίζουμε να δουλεύει απευθείας και στην Ελλάδα η εφαρμογή, χωρίς καθυστερήσεις.

Τα φλας ακυρώνονται αυτόματα μετά την αλλαγή λωρίδας ή την ολοκλήρωση στροφής. Επίσης ενσωματώνουν τη λειτουργία Emergency Stop Signal (ESS): σε περίπτωση έντονου φρεναρίσματος, τα αλάρμ αναβοσβήνουν για να προειδοποιήσουν τους άλλους χρήστες του δρόμου ότι βρίσκεται σε εξέλιξη απότομη και ισχυρή επιβράδυνση.

Honda CB1000GT 2026

Στον βασικό εξοπλισμό λέει η Honda πως θα ανήκουν και οι πλαϊνές βαλίτσες ενώ η ζελατίνα ρυθμίζεται με το χέρι σε πέντε θέσεις. Είναι εύκολο να γίνει με το ένα χέρι, οπότε θα μπορούσε κανείς να το κάνει και εν κινήσει. Στο μεταξύ η ζελατίνα έχει φυτική προέλευση με το βιοϋλικό της να λέγεται DurabioTM και να μην έχουμε ακόμη σαφή δείγματα για την αντοχή του στον χρόνο ή αν κιτρινίζει μετά από μία δεκαετία. Ανακύκλωση υπάρχει και στις βάσεις των σελών, όπου έχουμε ανακυκλωμένο πολυπροπυλένιο.

Υπάρχει επίσης cruise control, κάτι που θα πρέπει να περιμένει κανείς από την στιγμή που έχουμε ηλεκτρονική οδήγηση του γκαζιού, θερμαινόμενα γκριπ και χούφτες. Το Cruise Control μπορεί να ενεργοποιηθεί από τα 50 χιλιόμετρα και έως τα 160 χ.α.ω.

Οι βαλίτσες έχουν ικανοποιητικό μέγεθος, με 37 λίτρα χωρητικότητας για την αριστερή και 28 λίτρα για την δεξιά.

Υπάρχει και ηλεκτρονική κλειδαριά, οπότε το κλειδί είναι ασύρματο αλλά μόνο για τον κεντρικό διακόπτη, για σέλα και βαλίτσες θα πρέπει να το βγάλεις από την τσέπη.

ΠΛΑΙΣΙΟ

Honda CB1000GT 2026

Το πλαίσιο της CB1000GT είναι δύο δοκών (twin-spar) τύπου διαμάντι με την Honda να υπόσχεται μελετημένη στρεπτική ακαμψία ενώ το μικρό του πλάτος στο πίσω και κάτω τμήμα του συνεισφέρει στην συγκέντρωση των μαζών.

Αναπόφευκτα, συγκριτικά με το Hornet έχουμε ένα νέο, μεγαλύτερων διαστάσεων υποπλαίσιο με ενισχυτικό εγκάρσιο σωλήνα και ανασχεδιασμένη πλάκα στήριξης, δημιουργώντας περισσότερο χώρο για να καλύπτει τις απαιτήσεις της κατηγορίας GT. Η συνολική ακαμψία έχει ρυθμιστεί προσεκτικά, ενώ η αύξηση του βάρους έχει περιοριστεί στο ελάχιστο. Το μήκος του χυτού αλουμινένιου ψαλιδιού Pro-Link αυξάνεται από 619 σε 635mm, βελτιώνοντας τη σταθερότητα σε υψηλές ταχύτητες υπό πλήρες φορτίο, ενώ η νέα έδραση του πίσω αμορτισέρ μειώνει τους κραδασμούς. Τα χυτά αλουμινένια μαρσπιέ προσφέρουν επίσης βελτιωμένη άνεση στον συνεπιβάτη κατά τη διάρκεια μακρινών διαδρομών.

Η σταθερότητα μιας μοτοσυκλέτας touring και ο χειρισμός μιας γυμνής sport μοτοσυκλέτας συνοψίζουν τις δυνατότητες συμπεριφοράς της CB1000GT. Η γωνία κάστερ και το ίχνος είναι στις 25,0° και 106,3mm, με μεταξόνιο 1.465mm (σε σύγκριση με του Hornet: 25° / 98mm / 1.455mm). Η απόσταση από το έδαφος είναι 133mm, αυξημένη κατά 3mm σε σχέση με το Hornet. Η κατανομή βάρους είναι 51% / 49% (έναντι 51,2% / 48,8%) και συνδυάζεται άψογα με τη θέση οδήγησης για ελαφριά αίσθηση στο τιμόνι. Το βάρος πλήρως υγρών είναι 229 κιλά.

Το ύψος σέλας είναι στα 825mm ενώ για να προσφέρει περισσότερη άνεση στα ταξίδια το πάχος της έχει αυξηθεί σε σχέση με το Hornet κατά 15mm για τον αναβάτη και 39,5mm για τον συνεπιβάτη, με τη θέση του τιμονιού και των μαρσπιέ να είναι διαφορετική , δημιουργώντας ένα εργονομικό τρίγωνο κατάλληλο για μεγάλες αποστάσεις.

Honda CB1000GT 2026

Η ημι-ενεργητική ανάρτηση Showa Electronically Equipped Ride Adjustment (Showa-EERA™) αποτελεί στάνταρ εξοπλισμό στην CB1000GT – όπως και η μονάδα έξι αξόνων IMU της Nippon Seiki – και λειτουργεί ώστε να παρέχει βέλτιστη απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς σε ευρύ φάσμα συνθηκών. Το σύστημα ρυθμίζει αυτόματα τη δύναμη απόσβεσης ανάλογα με την ταχύτητα διαδρομής της ανάρτησης. Λειτουργεί προσαρμόζοντας το επίπεδο απόσβεσης βάσει δεδομένων από τρεις πηγές: την ταχύτητα της μοτοσυκλέτας (από την ECU), τη θέση και κλίση της μοτοσυκλέτας (από την IMU) και τη συμπεριφορά του πιρουνιού (από τον αισθητήρα διαδρομής).

Η Μονάδα Ελέγχου Ανάρτησης (SCU) προσαρμόζει τη δύναμη απόσβεσης μέσα σε μόλις 15 χιλιοστά του δευτερολέπτου (0,015 δευτ.) από τη λήψη των δεδομένων αυτών. Η ευελιξία του συστήματος σημαίνει ότι η ρύθμιση απόσβεσης μπορεί να προγραμματιστεί ώστε να αλλάζει ανάλογα με την ταχύτητα της μοτοσυκλέτας – παρέχοντας, για παράδειγμα, πιο σφιχτή απόσβεση σε υψηλές ταχύτητες.

Πρακτικά, το Showa-EERA™ επιτρέπει στον αναβάτη να επιλέξει άνεση για οδήγηση εντός πόλης, sport απόδοση αντίδρασης, σταθερότητα σε υψηλές ταχύτητες touring ή ακριβή απόκριση σε βροχερές συνθήκες με το πάτημα ενός κουμπιού. Το Showa-EERA™ επίσης μειώνει υπερβολικό βύθισμα κατά το δυνατό φρενάρισμα. Σε σύγκριση με το Hornet, η διαδρομή έχει επίσης αυξηθεί, στα 130mm μπροστά και 144mm πίσω (έναντι 130mm / 140mm).

Honda CB1000GT 2026

Διατίθενται τέσσερις προκαθορισμένες λειτουργίες ανάρτησης:

STD: ισοδυναμεί με την βασική ρύθμιση της ανάρτησης Showa, για ευρεία γκάμα συνθηκών.
SPORT: προσφέρει υψηλή σταθερότητα ανάρτησης για πιο επιθετική οδήγηση.
RAIN: μαλακώνει την απόκριση της ανάρτησης για ομαλή και ελεγχόμενη συμπεριφορά σε συνθήκες χαμηλής πρόσφυσης.
TOUR: παρέχει μέγιστη σταθερότητα σε φρενάρισμα και στροφές, και την πιο σφιχτή απόσβεση για υψηλές ταχύτητες και δικάβαλο ταξίδι με πλήρες φορτίο.
USER: επιτρέπει στον αναβάτη να ρυθμίσει εξατομικευμένα την απόσβεση και την προφόρτιση.

Το Showa-EERA™ προσφέρει στον αναβάτη τη δυνατότητα λεπτομερούς ρύθμισης της προφόρτισης του πίσω ελατηρίου με 24 βήματα, εν κινήσει. Το ανεστραμμένο πιρούνι 41mm διαθέτει χειροκίνητη ρύθμιση προφόρτισης ελατηρίου.

Διπλές, ακτινικά τοποθετημένες τετραπίστονες δαγκάνες Nissin συνδυάζονται με πλευστούς δίσκους 310mm το Cornering ABS, διαχειριζόμενο από την IMU, προσθέτει επιπλέον σιγουριά για τον αναβάτη. Ο πίσω δίσκος 240mm χρησιμοποιεί μονοπίστονη δαγκάνα Nissin με μεταλλικά τακάκια για εξαιρετική απόδοση πέδησης σε συνθήκες δικάβαλου και με αποσκευές ταξιδιού.

Οι ζάντες 5 μπράτσων τύπου “Y” προδιαγραφών Hornet (εμπνευσμένες από την CBR1000RR-R Fireblade) είναι κατασκευασμένες από χυτό ελαφρύ αλουμίνιο. Τα ελαστικά είναι διαστάσεων 120/70-ZR17 εμπρός και 180/55-ZR17 πίσω.

Αξεσουάρ

Honda CB1000GT 2026

Μια σειρά από Γνήσια Αξεσουάρ Honda είναι διαθέσιμα για την CB1000GT, ενισχύοντας την άνεση, το στυλ, την απόδοση και την πρακτικότητα. Περιλαμβάνουν τρία προσεκτικά επιλεγμένα Πακέτα Αξεσουάρ, προσαρμοσμένα στην ευρωπαϊκή αγορά.

COMFORT PACK

Το Comfort Pack έχει δημιουργηθεί για να ενισχύσει τον touring χαρακτήρα της GT και περιλαμβάνει την σέλα Comfort για τον αναβάτη και τον συνεπιβάτη, θερμαινόμενα γκριπ, ψηλός ανεμοθώρακας, αεροδυναμικούς εκτροπείς A και B, καθώς και προβολείς ομίχλης.

SPORTS PACK

Για μια πιο δυναμική, σπορ εμφάνιση, υπάρχει το Sports Pack. Η συλλογή περιλαμβάνει την καρίνα, πλευρικά αυτοκόλλητα ρεζερβουάρ, προστατευτικό κινητήρα και διακοσμητικές λωρίδες ζαντών.

URBAN PACK

Για μέγιστη πρακτικότητα στην καθημερινή χρήση και μεταφορά αποσκευών, το Urban Pack περιλαμβάνει Top Box 50 λίτρων με μαξιλαράκι πλάτης  και πάνελ Top Box, καθώς και βάση στήριξης.

Honda CB1000GT 2026

Εκτός από τα πακέτα, όλα τα Αξεσουάρ Honda για την CB1000GT διατίθενται μεμονωμένα:

  • Σέλα αναβάτη Comfort ΝΕΟ
  • Σέλα συνεπιβάτη Comfort ΝΕΟ
  • Εκτροπέας αέρα A ΝΕΟ
  • Εκτροπέας αέρα B ΝΕΟ
  • Προστατευτικό κινητήρα ΝΕΟ
  • Βάση στήριξης πίσω ΝΕΟ
  • Ψηλός ανεμοθώρακας ΝΕΟ
  • Πλευρικά αυτοκόλλητα ρεζερβουάρ ΝΕΟ
  • Καρίνα (Under Cowl) ΝΕΟ
  • Διακοσμητικές λωρίδες ζαντών ΝΕΟ
  • Συναγερμός
  • Προβολείς ομίχλης
  • Επέκταση προστατευτικών χεριών
  • Τσάντα πίσω σέλας
  • Μαξιλαράκι Top Box
  • Πάνελ Top Box
  • Τσάντα ρεζερβουάρ 3L
  • Top Box 50L

Τεχνικά Χαρακτηριστικά

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος

Υγρόψυκτος 4χρονος εν σειρά DOHC τετρακύλινδρος

Κυβισμός

1000cc

Διάμετρος & Διαδρομή

76mm x 55.1mm

Σχέση συμπίεσης

11.7:1

Μέγιστη ισχύς

149,7Ps /147,65 hp / 111,6kW στις 11.000 σαλ.

Μέγιστη ροπή

102Nm στις 8.750 σαλ.

Επίπεδο θορύβου (dB)

97

Χωρητικότητα σε λιπαντικό

Άνω τμήμα 3.5L, Κάτω τμήμα 3.0L

Εκκίνηση

Ηλεκτρική

ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΡΟΦΟΔΟΣΙΑΣ

Ψεκασμός

Ηλεκτρονικός PGM-FI

Χωρητικότητα ρεζερβουάρ

21L

Εκπομπές CO2(WMTC)

140g/km

Κατανάλωση καυσίμου (WMTC)

6L/100km

ΗΛΕΚΤΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Τύπος μπαταρία

AGM

Χωρητικότητα μπαταρίας

12V 9,1Ah

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη

Υγρός, πολύδισκος, υποβοήθησης/ολίσθησης (Assisted slipper)

Τύπος κιβωτίου

6τάχυτο

Τελική μετάδοση

Αλυσίδα

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος

Ατσάλινο, τύπου διαμάντι

ΠΛΑΙΣΙΟ

Διαστάσεις (Μ´Π´Υ)

2.135mm x 930mm x 1.290mm

Μεταξόνιο

1.465mm

Γωνία Κάστερ

25°

Ίχνος Τροχού

106,3mm

Ύψος Σέλας

825mm

Απόσταση από το έδαφος

135mm

Βάρος (πλήρες υγρών)

229kg

Ακτίνα στροφής

3,2m

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Εμπρός

Ηλεκτρονικά ελεγχόμενη ανάρτηση (EERA), χειροκίνητη ρύθμιση προφόρτισης

Πίσω

Ηλεκτρονικά ελεγχόμενη ανάρτηση (EERA), ηλεκτρονική ρύθμιση προφόρτισης

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Πολλαπλών μπράτσων από χυτό αλουμίνιο

Πίσω

Πολλαπλών μπράτσων από χυτό αλουμίνιο

Διάσταση Ζάντας Εμπρός

17M/C X MT3.50

Διάσταση Ζάντας Πίσω

17M/C X MT5.50

Ελαστικό Εμπρός

120/70-ZR17M/C

Ελαστικό Πίσω

180/55-ZR17M/C

ΦΡΕΝΑ

ABS

Σύστημα Cornering ABS, ελεγχόμενο από IMU έξι αξόνων

Εμπρός

Δύο δίσκοι 310mm με τετραπίστονες, ακτινικά τοποθετημένες δαγκάνες της Nissin

Πίσω

Δίσκος 240mm με μονοπίστονη δαγκάνα Nissin

ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΗΛΕΚTΡΙΚΟΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Όργανα

Οθόνη TFT 5 ιντσών πολλαπλών πληροφοριών

Προβολέας

LED

Πίσω φως

LED

Συνδεσιμότητα

Honda RoadSync

USB

USB-C

Αυτόματη ακύρωση φλας

Ναι

Quick shifet

Ναι

Σύστημα προστασίας

HISS και SMART KEY

Cruise Control

Ναι

Πρόγραμματα Οδήγησης

Standard, Rain, Sport, Tour, 1x User

HSTC

Ναι

Θερμαινόμενα γκριπ

Ναι

Πρόσθετα χαρακτηριστικά

Ρυθμιζόμενος ανεμοθώρκας σε πέντε θέσεις, κεντρικό σταντ, πλαϊνές βαλίτσες, αυτόματα ακυρούμενα φλας με λειτουργία Emergency Stop Signal (ESS), wheelie control, θερμαινόμενα γκριπ

Ετικέτες