Royal Enfield: “Οι λιγότερες πραγματικές βλάβες και ανακλήσεις απ’ όλους!”

Συνέντευξη στην Ελλάδα του Arun Gopal, International Business Head Europe/MEA
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

12/10/2023

Η Royal Enfield δεν είναι πια μια cult εταιρεία κατασκευής μοτοσυκλετών με προπολεμική τεχνολογία. Τα τελευταία πέντε χρόνια, με κάθε νέο μοντέλο που παρουσιάζει κάνει ταυτόχρονα και ένα τεράστιο άλμα προόδου στους τομείς της τεχνολογίας και της ποιότητας κατασκευής, κάτι που μπορείς να δεις με γυμνό μάτι. Αυτή η απότομη στροφή δεν προέκυψε ξαφνικά, ούτε τυχαία. Πριν ακριβώς 15 χρόνια αποφάσισαν να στρέψουν την προσοχή τους στις αγορές της Ευρώπης, των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της Αυστραλίας, εκεί δηλαδή που το παιχνίδι καθορίζουν οι μεγαλύτεροι κατασκευαστές του κόσμου από την Ιαπωνία και την Ευρώπη. Πολύ πριν αρχίσουν να εξάγουν σε μεγάλες ποσότητες τις μοτοσυκλέτες τους, έφτιαξαν ένα νέο υπερσύγχρονο εργοστάσιο με ιαπωνικά ρομπότ και αναδιοργάνωσαν πλήρως το διεθνές δίκτυο πωλήσεών τους. Αυτό κάνουν όλοι πάνω-κάτω σε αντίστοιχες περιπτώσεις, μόνο που η περίπτωση της Royal Enfield έχει κάποιες σημαντικές διαφορές, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα σύμφωνα με τον Arun Gopal (International Business Head Europe/MEA) αυτή τη στιγμή η Enfield να έχει τις λιγότερες βλάβες μοτοσυκλετών εντός εγγύησης απ’ όλους (!!!), η οποία εργοστασιακή εγγύηση ξεπερνά τα δύο χρόνια που επιβάλλει η ευρωπαϊκή νομοθεσία (στην Ελλάδα είναι 3 χρόνια).   

Αυτόν τον ισχυρισμό είναι δύσκολο να τον αποδεχτείς, καθώς συμπεριλαμβάνει και τα ιαπωνικά εργοστάσια που φημίζονται για τη συνολική αξιοπιστία των μοντέλων τους. Επίσης, παρά τους νόμους που αφορούν την προστασία των καταναλωτών, πρακτικά τα εργοστάσια μπορούν να έχουν όποια πολιτική θέλουν τα ίδια.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι τεράστιες διαφορές που υπάρχουν μεταξύ εργοστασίων στον τομέα των ανακλήσεων. Έχετε διαβάσει ποτέ για επίσημη ανάκληση κάποιας κινέζικης εταιρείας; Όλες οι ανακλήσεις κινέζικων εργοστασίων που γνωρίζουμε και έχουμε δημοσιεύσει εμείς τουλάχιστον, αφορούν απόσυρση από την αγορά κάποιου no-name δικύκλου και η πρωτοβουλία για την ανάκληση έχει γίνει έπειτα από έλεγχο των αρμόδιων Ευρωπαϊκών κρατικών υπηρεσιών και όχι από την ίδια την εταιρεία κατασκευής, με την πληροφόρηση να μας έρχεται από την RAPEX.

Κοιτώντας μόνο τα στατιστικά στοιχεία των εργοστασιακών ανακλήσεων, τότε θα πρέπει να πούμε πως οι κινέζικες μοτοσυκλέτες είναι οι πιο ποιοτικά κατασκευασμένες του κόσμου, αφού έχουν σχεδόν μηδενικά κατασκευαστικά σφάλμα που χρήζουν ανάκλησης… Σε κάθε περίπτωση, η άρνηση ή η αδιαφορία μιας εταιρείας να επωμιστεί το κόστος επιδιόρθωσης ενός κατασκευαστικού λάθους, δεν σημαίνει πως δεν έχει κάνει κανένα κατασκευαστικό λάθος που να απαιτεί ανάκληση.

Στο άλλο άκρο έχουμε εταιρείες όπως η BMW που δημοσιοποιούν ανακλήσεις για τα πάντα, ακόμα και για μανέτες από τη λίστα αξεσουάρ, ενώ κάπου στη μέση είναι οι Ιάπωνες, όπου σπανίως χρειάζεται να κάνουν ανακλήσεις, αλλά όταν πρέπει να τις κάνουν το σκέπτονται κάνα χρόνο ή περιμένουν να αλλάξει γενιά το μοντέλο.

Ακριβώς την ίδια "ελαστικότητα" έχουν οι κατασκευαστές και στην περίπτωση των εργοστασιακών εγγυήσεων. Υπάρχουν εταιρείες που περνάνε στην εγγύηση τα πάντα χωρίς δεύτερη κουβέντα και υπάρχουν εταιρείες που πρέπει να αποδείξεις πως δεν είσαι ελέφαντας - συνήθως το χτικιό το τρώει το επίσημο συνεργείο, που όχι μόνο πληρώνεται ψίχουλα για την διαδικασία έγκρισης της εγγύησης, αλλά έχει κι από πάνω τη γκρίνια του πελάτη...

Όταν λοιπόν κάποιος ισχυρίζεται πως η εταιρεία του φτιάχνει μοτοσυκλέτες οι οποίες παρουσιάζουν τις λιγότερες κατασκευαστικές βλάβες απ’ όλους (τουλάχιστον την πρώτη τριετία που ισχύει η εγγύηση) θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί αν αυτός ο ισχυρισμός είναι πραγματικός ή πρόκειται για “μαγειρεμένα” στατιστικά.

Στην περίπτωση της Royal Enfield, αυτός ο ισχυρισμός έχει πολλά αποδεικτικά στοιχεία για να είναι αληθινός.

Ο κύριος Arun Gopal μας είπε πως η απόδειξη του ισχυρισμού αυτού είναι οι ίδιοι οι αντιπρόσωποι των χωρών της Ευρώπης, οι οποίοι πουλούν και άλλες μάρκες. Σύμφωνα λοιπόν με τα πραγματικά στοιχεία των συνεργείων τους, σπανίως το προσωπικό τους ασχολείται με τεχνικά προβλήματα που άπτονται εγγυήσεων ή ανακλήσεων των μοτοσυκλετών της Enfield.

2

Στο επιχείρημα αυτό, ο κύριος Arun πρόσθεσε και το γεγονός, πως στην Ινδία είναι αδύνατον να επιβιώσει εμπορικά μια εταιρεία με οχήματα χαμηλής αξιοπιστίας, καθώς οι συνθήκες που επικρατούν σε αυτή την τεράστια χώρα, απαιτούν ανθεκτικά οχήματα στις κακουχίες των δρόμων και κινητήρες που να μπορούν να λειτουργούν καταναλώνοντας χαμηλής ποιότητας βενζίνη και με βασικές εργασίες service. Γι΄αυτό σύμφωνα με τον ίδιο, τα εργοστάσια από την Κίνα δεν κατάφεραν να στεριώσουν εμπορικά όταν πήγαν στην Ινδία πριν είκοσι χρόνια και η κακή φήμη που απέκτησαν τότε, εμποδίζει την επανείσοδο των Κινέζων στην αγορά της Ινδίας (που είναι η μεγαλύτερη του κόσμου) κι ας έχουν βελτιώσει δραματικά την ποιότητα και το after sales service των μοτοσυκλετών τους.

Πράγματι η αγορά της Ινδίας έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις. Οι μοτοσυκλέτες εκεί χρησιμοποιούνται καθημερινά για “όλες τις δουλειές”, ακόμα και ως… ΔΧ φορτηγά! Η έκταση της Ινδίας και η διασπορά του πληθυσμού της, κάνει εξαιρετικά δύσκολη τη δημιουργία σημείων service. Εκτός από γεροδεμένη για να αντέχει το φόρτωμα και τις λακκούβες, μια μοτοσυκλέτα στην Ινδία θα πρέπει να μην χαλάει εύκολα και να μην χρειάζεται εξειδικευμένες γνώσεις για να την επισκευάσεις. Η ποιότητα της βενζίνης είναι αμφιλεγόμενη, οπότε και ο κινητήρας της θα πρέπει να τα “καίει” όλα χωρίς να διαμαρτύρεται. Και πάνω απ’ όλα, ο κόσμος εκεί δεν έχει την οικονομική πολυτέλεια για να αλλάζει μοτοσυκλέτες σαν τα πουκάμισα ή να τις χρησιμοποιεί μόνο για Κυριακάτικες βόλτες. Αν δεν μπορεί να επιβιώσει στο πέρασμα του χρόνου μια μοτοσυκλέτα στην Ινδία, δεν επιβιώνει ούτε εμπορικά.…

Ολόκληρη η αποκαλυπτική συνέντευξη των κυρίων Arun Gopal και T. Udayara (επικεφαλής service και ανταλλακτικών) με θέμα το παρόν και το μέλλον της Royal Enfield στην Ελλάδα και σε ολόκληρο τον κόσμο θα δημοσιευτεί σε επόμενο τεύχος του περιοδικού ΜΟΤΟ

Ετικέτες

Γερμανία: Δημοπρατήθηκε Yamaha XT500 του 1988 με 0 χιλιόμετρα για 115.000 ευρώ!

Η τιμή της ξεκίνησε από τα 15.000 ευρώ
cover
Από τον

Παύλο Καρατζά

22/10/2025

 

Σας είχαμε ενημερώσει πως στην Γερμανία δημοπρατούταν μία Yamaha XT500 του 1988 με μηδέν χιλιόμετρα. Μάλιστα, η μοτοσυκλέτα δεν έχει καν συναρμολογηθεί όπως μπορείτε να δείτε στις φωτογραφίες και η διαδικασία αυτή θα γίνει από τον νέο της ιδιοκτήτη.

Η δημοπρασία αυτή έλαβε τέλος και η XT500 δημοπρατήθηκε έναντι του ποσού των 84.000 ευρώ. Όμως, ο νέος ιδιοκτήτης θα πρέπει να καταβάλει επιπλέον 31.000 ευρώ για προμήθειες και φόρους, κάτι που εκτινάσσει την τελική τιμή της μοτοσυκλέτα στα 115.000 ευρώ.

Η αρχική εκτίμηση έκανε λόγο για μία τιμή που θα έφτανε έως και τα 25.000 ευρώ, όμως η τελική τιμή που δημοπρατήθηκε το μοντέλο ήταν 500% παραπάνω. Η συγκεκριμένη τιμή-ρεκόρ δείχνει πόσο μεγάλη συλλεκτική αξία έχει αποκτήσει η ιστορική αυτή μοτοσυκλέτα.

Επειδή οι απανταχού XTάκηδες δεν θα σταματήσουν να σχολιάζουν την ημερομηνία, όπως ακριβώς έγινε και όταν αρχικά αναρτήσαμε την αναγγελία της δημοπρασίας, γράφοντας πως περιμένουμε να φτάσει τις 25.000 Ευρώ, να διευκρινίσουμε πως ο οίκος δημοπρασιών αναφέρει το μοντέλο ως 1988 και μάλιστα συνοδεύεται από αντίστοιχα πιστοποιητικά. Ένα από τα στοιχεία που καθιστούν αυτή τη μοτοσυκλέτα μοναδική, πέρα από το ότι έχει μείνει στο κουτί της καινούρια, είναι πως μπορεί να βγάλει πινακίδα μετά από τόσα χρόνια. Κι αυτό γιατί είχε κάνει εγγραφή σε μητρώο της Γαλλίας, παρόλο που δεν βγήκε ποτέ από το κουτί της.

Σε μία χώρα όπως η Γερμανία που έχει ένα πολύ σαφές πλαίσιο για τις ιστορικές πινακίδες, όχι όπως σε εμάς εδώ που πριν από τρεις θητείες Υπουργών, είχαν προσπαθήσει να σταματήσουν τα οχήματα με ιστορικές πινακίδες, η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα μπορεί να βγάλει πινακίδα ως μοντέλο 1988.

Η πραγματικότητα είναι πως το XT500 έμεινε στην παραγωγή πολύ αργά, έως το 1989 υπερπηδώντας το XT550 που το διαδέχτηκε το 1981 αλλά και τις πρώτες γενιές του XT600. Η ιστορία λέει πως αυτό το XT500 από την ώρα που ήρθε το 550 και μετά, ήταν στην ουσία ένα XT600 που για λόγους συνοχής στις αγορές εκείνες, ή απλά για δημιουργία διαφοράς τιμής χτυπώντας έναν φθηνότερο ανταγωνισμό, έμενε παράλληλα με το XT600. Αυτή την περίοδο οι Ιάπωνες κάνουν το ίδιο με τα πενηντάρια παπιά, όπως γράψαμε για πρώτη φορά πέρσι. Για λόγους κόστους σταματούν τον κινητήρα εκείνον, πνίγουν τον 110 και βγάζουν μία νέα έκδοση, την Lite, που είναι ίδια με την ακριβότερη 110 αλλά κυκλοφορεί ως 50 κυβικά και την λειτουργία του διέπουν οι κανόνες που ισχύουν στην Ιαπωνία για τα 50άρια! Στην πορεία της ιστορία αυτό έχει γίνει πολλές φορές, το έχει κάνει και η BMW αν θυμάστε με την σειρά F! Εκείνη την εποχή ήταν πολύ πιο εύκολο να εισάγεις επίσης το οτιδήποτε από οπουδήποτε και έτσι μπορεί κάλλιστα το συγκεκριμένο XT500 να είναι πράγματι του 1988. Σε κάθε περίπτωση είναι από τα πλέον ακριβά που έχουμε δει ποτέ…