Suter MMX 500 στην πίστα των Μεγάρων!

Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

4/11/2016

Χάρη στην Wolf Racing και την Motul, ο αέρας στην πίστα των Μεγάρων γέμισε με την χαρακτηριστική γλυκιά μυρωδιά του αγωνιστικού διχρονόλαδου και τον οξύ ήχο του χειροποίητου V4 της μοτοσυκλέτας του Suter. Είναι από εκείνες τις στιγμές που μένουν χαραγμένες για πάντα στη μνήμη σου και τις γράφεις με κεφαλαία γράμματα στο ημερολόγιο της ζωής σου. Η σπανιότητα της μοτοσυκλέτας αρκεί από μόνη της για να την συμπεριλάβεις στα high-light της δημοσιογραφικής σου καριέρας, όταν όμως αυτή η εμπειρία συνοδεύεται από την οδήγησή της, υπό την παρουσία του ίδιου του δημιουργού της, τα πράγματα παίρνουν πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις. Ο Ελβετός κύριος με το όνομα Eskil Suter πιθανότατα να μην λέει τίποτα στους περισσότερους μοτοσυκλετιστές που δεν γνωρίζουν το παρασκήνιο των GP. Όμως για εκείνους που δεν διαβάζουν μόνο τα αποτελέσματα των αγώνων, γνωρίζουν ότι ο συγκεκριμένος κύριος έχει μια εταιρία κατασκευής εξαρτημάτων για μοτοσυκλέτες, η οποία προμηθεύει και κυρίως συνεργάζεται με την αφρόκρεμα των αγωνιστικών ομάδων στα GP από την εποχή που ήταν δίχρονα και συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

Πιο γνωστοί είναι οι συμπλέκτες της, όμως η Suter κατασκευάζει κάθε είδους πρωτότυπο εξάρτημα. Αυτό σημαίνει ότι συμμετέχει ενεργά στην διαδικασία εξέλιξης των αγωνιστικών μοτοσυκλετών και η εμπειρία που έχει αποκτήσει όλα αυτά τα χρόνια είναι ένα τεράστιο θησαυροφυλάκιο γνώσεων. Πέρα όμως από την τεχνογνωσία, ο Suter είναι ένας άνθρωπος γεμάτος πάθος για τις μοτοσυκλέτες και ειδικά για τα δίχρονα V4 τέρατα των GP 500. Με κινητήρια δύναμη αυτό το πάθος και με τις γνώσεις που έχει γύρο από την κατασκευή μοτοσυκλετών για τα GP, ο Suter προσπάθησε να γυρίσει αντίστροφα τους δείκτες του ρολογιού και να φέρει πίσω τον ήχο και την μυρωδιά εκείνων των αγωνιστικών μοτοσυκλετών που στα μάτια όλων μας, μόνο ημίθεοι μπορούσαν να οδηγήσουν. Η MMX 500 δεν είναι ακριβώς μοτοσυκλέτα. Στην πραγματικότητα είναι ένα ερωτικό γράμμα αφιερωμένο σε μια εποχή που δεν θα επαναληφθεί ποτέ ξανά.

Φυσικά και την οδηγήσαμε. Φυσικά και μιλήσαμε με τον ίδιο τον Suter για ώρες, αναλύοντας βίδα-βίδα την μοτοσυκλέτα. Για την ακρίβεια έχει 1045 εξαρτήματα (κομματάκια, βίδες κ.τ.λ.) και μάλιστα κερδίσαμε συλλεκτικό μπλουζάκι επειδή το μαντέψαμε πριν μας το πει. Όμως για όλα αυτά θέλουμε χρόνο και ηρεμία για να βρούμε τις σωστές λέξεις και να τις βάλουμε  στην σωστή σειρά. Είναι δουλειά που μόνο το χαρτί, το έντυπο περιοδικό, μπορεί να προσφέρει στο δημοσιογράφο. Σε ένα από τα επόμενα ΜΟΤΟ που θα κρέμονται στο περίπτερο θα βρείτε μέσα όλα όσα μάθαμε εκείνη την Δευτέρα στα Μέγαρα, όλα όσα ψάξαμε και βρήκαμε για τον Eskil, την εταιρεία και τις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες του και φυσικά που θα μας οδηγήσουν όλα αυτά στο μέλλον. Γιατί στο περιοδικό και όχι εδώ; Γιατί εδώ στο internet η ταχύτητα και ο όγκος της πληροφορίας σκοτώνουν τις ειδικές γνώσεις και την εις βάθος ανάλυση. Όμως από την άλλη μεριά, η ταχύτητα του internet και η εύκολη πρόσβαση από τον καθένα έχει το χάρισμα και την ζωντάνια της αμεσότητας. Εδώ είναι το σωστό μέρος για να εκφράσουμε την ένταση των συναισθημάτων που μας γέμισε αυτή η μοτοσυκλέτα.

 Έχουν περάσει πάνω από 16 ολόκληρα χρόνια από την τελευταία φορά που οδηγήσαμε μια τέτοια αγωνιστική δίχρονη μοτοσυκλέτα μέσα στην πίστα. Οι μνήμες από το παρελθόν είναι θολές, αλλά το σοκ από το παρόν είναι τεράστιο. Η μοτοσυκλέτα του Suter δεν είναι απλώς ένα δίχρονο, μανιασμένο θηρίο που θα σου ασπρίσει τα μαλλιά. Δηλαδή είναι… αλλά μαζί με αυτό είναι και κάτι περισσότερο. Σίγουρα μπορούμε να ευχαριστήσουμε με όλη μας την καρδιά την Wolf racing και την Motul που μας έδωσαν την μοναδική ευκαιρία να είμαστε από τους ελάχιστους δημοσιογράφους στον κόσμο που οδηγήσαμε την MMX 500. Όμως πολύ περισσότερο θέλουμε να ευχαριστήσουμε τον ίδιο τον Suter που μας έδωσε την ευκαιρία να νοιώσουμε πόσο μεγάλο ρόλο παίζει το βάρος και το μέγεθος ενός κινητήρα στην κατασκευή και συνολική συμπεριφορά μιας μοτοσυκλέτας. Ήταν ένα από τα σημαντικότερα μαθήματα που πήραμε ως δοκιμαστές/δημοσιογράφοι μοτοσυκλετών. Όσο κι αν γνωρίζεις την θεωρία, η πράξη και τα βιώματα κάνουν τεράστια διαφορά. Όλοι ξέρουμε και όλοι μπορούμε να καταλάβουμε ότι όσο ελαφρύτερη είναι μια μοτοσυκλέτα, τόσο το καλύτερο και όσο μεγαλύτερη ιπποδύναμη έχει… πάλι τόσο το καλύτερο. Όμως μόνο όταν οδηγήσεις την MMX 500 μπορείς να λες ότι ξέρεις ακριβώς γιατί πράγμα μιλάς. Γι΄αυτό και είναι πολύ εύκολο να γράφεις εδώ χωρίς δεύτερη σκέψη, ότι αυτή η μοτοσυκλέτα έχει τεράστια διαφορά από οτιδήποτε άλλο έχεις οδηγήσει, όμως είναι πολύ δύσκολο και θέλει χρόνο να πεις το γιατί. Μέχρι να τα βάλουμε όλα στην σωστή σειρά πάνω στο χαρτί, πάρτε μια πρώτη γεύση από ό,τι ζήσαμε εκείνη την Δευτέρα στα Μέγαρα…             

 

Πρόωρο Χριστουγεννιάτικο δώρο από την Wolf Racing και την Motul, πώς να μην κάνεις σαν μικρό παιδί!

-----------

Ο Eskil ήταν έτοιμος να απαντήσει στο βομβαρδισμό ερωτήσεων του MOTO με πλήρη ειλικρίνεια 

-----------

Πρώτος μετά τον ίδιο τον Eskil, οδήγησε την mmx500 ο Γιώργος Παρασκευάς - ο άνθρωπος που έκανε πραγματικότητα το όνειρο των υπολοίπων φέρνοντας την μοτοσυκλέτα στην Ελλάδα

-----------

 

Για τις ανάγκες της τεχνικής ανάλυσης –όπως μόνο το MOTO μπορεί- ξεντύσαμε και την ΜΜΧ500! 

-----------

high-light δημοσιογραφικής καριέρας...

Ρεπορτάζ Royal Enfield: Πανευρωπαϊκή Παρουσίαση εξοπλισμού αναβάτη στην Ελλάδα!

Βρεθήκαμε στη Βραυρώνα για την παρουσίαση των προϊόντων της RE στο δίκτυο των dealers της
Royal
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

31/7/2025

Την τελευταία τριετία υπάρχει πληθώρα νέου κόσμου που έμαθαν το όνομα της μάρκας μοτοσυκλετών με την μεγαλύτερη συνεχόμενη παρουσία, της Royal Enfield. Αυτό που φάνηκε την τελευταία τριετία είναι η εξωστρέφια με νέα μοντέλα που έκαναν την εμφάνισή τους την τελευταία πενταετία που σημαίνει πως η εξέλιξη αυτή που τώρα βλέπουμε έχει ξεκινήσει την τελευταία δεκαετία, με τον σχεδιασμό της στρατηγικής και την ανάπτυξη των νέων κινητήρων και των νέων μοντέλων. Κομμάτι αυτής της στρατηγικής είναι και ο εξοπλισμός αναβάτη.

Η ραγδαία επέκταση της Royal Enfield δεν σταματά στους δύο τροχούς αλλά συνεχίζει και στα προϊόντα προστατευτικού εξοπλισμού και lifestyle με την ινδική εταιρεία να επιλέγει την Ελλάδα για να παρουσιάσει τις νέες συλλογές στους dealers της στην Ευρώπη.

Στηριζόμενη στην παράδοση και την βρετανική κληρονομιά της η Royal Enfield έχει καταφέρει να πετύχει κάτι το ιδιαίτερα αξιόλογο αφού μέσα σε δυόμιση περίπου 10ετίες έφτασε να γίνει ένας πραγματικός γίγαντας ως κατασκευαστής μοτοσυκλετών, ενώ πριν από αυτό ήταν ένα ιστορικό όνομα με παραγωγή που δεν ξεπερνούσε τις μερικές δεκάδες χιλιάδες μοτοσυκλέτες ετησίως.

Σήμερα η RE, είναι μια εταιρεία με διεθνή παρουσία που κατασκευάζει περισσότερες από ένα εκατομμύριο μοτοσυκλέτες ετησίως. Προσέξτε, όχι δίκυκλα γενικά αλλά μοτοσυκλέτες. Ούτε σκούτερ, ούτε παπιά υπαρχουν στην γκάμα της Royal Enfield, ενώ ακόμη πιο σημαντικό ίσως είναι το γεγονός ότι η μικρότερη σε κυβισμό μοτοσυκλέτα της ξεκινά από τα 350 κ.εκ.

Εμείς σας είχαμε γράψει για το ιστορικό ρεκόρ της Royal Enfield πριν ακόμη συμβεί αυτό, μαζί με όλα εκείνα που συντέλεσαν στο να φτάσει σε αυτό το σημείο η ινδική εταιρεία με τις βρετανικές ρίζες (διαβάστε περισσότερα εδώ).

Royal Enfield 2025 ρουχισμός βραυρώνα

Βέβαια, η RE δεν έχει καμία πρόθεση να παραμείνει σε αυτό το ορόσημο και έχει ήδη καταστρώσει το σχέδιό της για να επεκταθεί περαιτέρω και εκτός της αχανούς ινδικής αγοράς στην οποία και έχει πάνω από το 90% του μεριδίου στην premium κατηγορία μοτοσυκλετών. Εκεί βέβαια premium θεωρείται το Hunter, το οποίο έχει αρχίσει να γίνεται σουξέ και στην Ευρώπη, για διαφορετικούς φυσικά λόγους, αφού εδώ ξεχωρίζει για το ιστορικό όνομα που φέρει στο ρεζερβουάρ του και την προσιτή του τιμή, όπως και την αξιοπιστία του. Την αξιοπιστία του την διαπιστώσαμε από πρώτο χέρι, όσο ο "Κυνηγός" της Royal Enfield βρισκόταν στον στόλο των δοκιμών μακράς διαρκείας του ΜΟΤΟ ξεπερνώντας τα 20.000 χλμ. στο οδόμετρό του χωρίς να πάθει το παραμικρό. 

Επέκταση λοιπόν για την Royal Enfield που ετοιμάζει και άλλες μοτοσυκλέτες που έρχονται να διευρύνουν την γκάμα της και να προσφέρουν ακόμη περισσότερες επιλογές στο κοινό, με την ρετρό αισθητική να βρίσκεται βέβαια στο προσκήνιο, όπως και η απλότητα των μηχανικών μερών και φυσικά το στιλ. 

Στο στιλ η Royal Enfield επενδύει και παράπλευρά με τη σειρά προϊόντων ρουχισμού lifestyle που έχει δημιουργήσει αλλά και τον προστατευτικό εξοπλισμό που φέρει το σήμα της και είναι σήμερα πιο πλήρης από ποτέ αναφορικά με τις επιλογές που έχει ο αναβάτης. 

Οι άνθρωποι της RE επέλεξαν την Ελλάδα για την πανευρωπαϊκή παρουσίαση του ρουχισμού τους στους εμπόρους της Γηραιάς Ηπείρου -και τους ντίλερ τους φυσικά στην Ελλάδα- και παράλληλα έκαναν και μία μίνι παρουσίαση της ιστορίας της εταιρείας αλλά και των σχεδίων τους σε αυτό το κομμάτι των δύο τροχών και στον ελληνικό Ειδικό Τύπο.

Αυτό που πρέπει να γνωρίζετε σε αυτό το σημείο είναι ότι η RE επενδύει τα τελευταία χρόνια δυναμικά και σε αυτό το κομμάτι σχεδιάζοντας και δοκιμάζοντας προστατευτικό εξοπλισμό αναβάτη που έχει τις απαραίτητες εγκρίσεις και παράγεται σε συνεργασία με κορυφαίους κατασκευαστές όπως είναι η Alpinesstars, η Revit και η D3O.

Η Royal Enfield ξεκίνησε τη δική της σειρά ρουχισμού το 2014, τότε που είχε μόνο T-Shirts με το όνομά της, όμως, όπως μας εξήγησε ο Sangeet Kishore, ο επικεφαλής παγκοσμίως για τον ρουχισμό και τα αξεσουάρ της RE, η σοβαρή επένδυση από την πλευρά της εταιρείας εχει ξεκινήσει τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ενώ ο τζίρος της εταιρείας από αυτόν τον τομέα, που είναι ακόμη πολύ μικρός, έχει 8πλασιαστεί σε μια περίπου 10ετία! Και πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά άλλωστε αφού την τελευταία 10ετία ήταν που εκτοξεύτηκαν και οι πωλήσεις της εταιρείας στην Ινδία αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Σκεφτείτε ότι η RE πούλησε πέρσι στην Ευρώπη πολύ περισσότερες μοτοσυκλέτες από όσες κατασκεύαζε συνολικά πριν από 30 περίπου χρόνια!

Οι άνθρωποι της RE μας έδειξαν μόνο την υπάρχουσα σειρά ρουχισμού και όχι την επόμενη που ήταν και αυτή στον χώρο της παρουσίασης αλλά ήταν μόνο για τα μάτια των εμπόρων της. Την υπάρχουσα βλέπετε και εσείς συνολικά στις σχετικές φωτογραφίες με την συλλογή ρουχισμού να χωρίζεται σε τρεις θεματικές ενότητες  "Urban" "Cruising" "Adventure", όπως θα μπορούσαν άλλωστε να χωρίζονται και οι μοτοσυκλέτες που βρίσκονται στην γκάμα της. Η συλλογή ρουχισμού χωρίζεται φυσικά και εποχιακά σε "Άνοιξη-Καλοκαίρι" και "Φθινόπωρο-Χειμώνα".

Royal Enfield 2025 ρουχισμός βραυρώνα

Η RE κατάστρωσε την στρατηγική που θα ακολουθήσει με τον ρουχισμό μόλις το 2023, αφού βελτίωσε πρώτα σημαντικά την ποιότητά τους, δίνοντας παράλληλα βάση τόσο στο lifestyle όσο και στον προστατευτικό εξοπλισμό θέλοντας να προσφέρει μια πλήρη γκάμα στο κοινό: από μπότα μέχρι και κράνος. Μετά τη φάση του σχεδιασμού κάθε μέρος του εξοπλισμού (π.χ. ποιότητα υφάσματος, φερμουάρ, κουμπιά κτλ.) δοκιμάζεται ξεχωριστά για την αντοχή και τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά και έπειτα δοκιμάζεται και ως ολόκληρο προϊόν.

Η Royal Enfield, μάλιστα, εκτός από τους συνεργάτες που έχει διαλέξει με προσοχή δίνει έμφαση και τους παραγωγούς των υλικών που χρησιμοποιούνται στον ρουχισμό της. Για παράδειγμα είναι υποστηρικτής της πρωτοβουλίας "Better Cotton", η οποία εξασφαλίζει ότι οι προμηθευτές βαμβακιού για τα προϊόντα της εναρμονίζονται με συγκεκριμένες περιβαλλοντικές προδιαγραφές, φέρονται δίκαια στο εργατικό τους δυναμικό, δίνουν δίκαιους μισθούς κ.α. Στην γκάμα ρουχισμού της εταιρείας υπάρχει μάλιστα και αντιανεμικό μπουφάν που κατασκευάζεται εξολοκλήρου από ανακυκλωμένο πλαστικό, συγκεκριμένα πλαστικό που προέρχεται από πλαστικά μπουκάλια.

Τα προϊόντα ρουχισμού της Royal Enfield θα τα γνωρίζουμε καλύτερα όσο περνάει ο καιρός και στο κομμάτι του τεχνικού εξοπλισμού φαίνεται πως βρίσκονται ήδη σε καλό επίπεδο. Αυτή την εντύπωση μας έδωσε τουλάχιστον το μπουφάν τεσσάρων εποχών με τα adventure χαρακτηριστικά που είχαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε. Το μπουφάν φέρει μεγάλες προστασίες D3Ο ακόμη και στο στήθος που είναι πολύ σημαντικό και συχνά παραβλέπεται από τους αναβάτες και μεγάλα ανοίγματα σε όλα τα σημεία που χρειάζεται για να αερίζεται σωστά ο κορμός το καλοκαίρι. Δεν... έπεσα μαζί του για να δω αν θα τα καταφέρει να με προστατέψει και στην πράξη αλλά δείχνει προσεγμένο στις ραφές του και η πρώτο προστατευτικό ύφασμα έχει πάχος. Το μπουφάν εφαρμόζει σωστά και δεν το νιώθεις πάνω σου σαν σακί, ενώ προσφέρει και την απαιτούμενη ελευθερία κινήσεων που χρειάζεται για να οδηγήσεις χωρίς περισπασμούς. 

Το μπουφάν το πήραμε μαζί μας μετά την λήξη της παρουσίασης και θα επανέλθουμε στο μέλλον για την ποιότητα κατασκευής και την αντοχή του στο χρόνο. Δείχνει πάντως ότι η Royal Enfield δεν θέλει να βάλει απλά το σήμα της σε ένα προϊόν, θέλει να το κάνει προσφέρονται στο κοινό, ειδικά εκείνο που έχει επιλέξει μια μοτοσυκλέτα της, ποιοτικά προϊόντα που μπορεί να εμπιστευτεί.