Aprilia ETV1000 Caponord 2001-2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/8/2010

Το Βόρειο Σέλας έχει κάνει την εμφάνισή του στον ελληνικό ουρανό μόλις τέσσερις φορές, τα τελευταία διακόσια πενήντα χρόνια. Στατιστικά είναι μάταιο να περιμένετε να δείτε πάνω από το σπίτι σας αυτό το μοναδικό θέαμα, αλλά στο Βόρειο Ακρωτήρι οι πιθανότητες αυξάνονται κατακόρυφα. Η ιδανικότερη μοτοσυκλέτα για τέτοιου είδους αναζητήσεις, είναι αυτή που το φωνάζει με το όνομα της: Capo (Ακρωτήρι) Nord (Βόρειο)... [blockquote]Ναι
Για τα περιθώρια κλίσης
για την άνεση αναβάτη και συνεπιβάτη
Για τον πληθωρικό χαρακτήρα του
Όχι
Στην περιορισμένη δυνατότητα κίνησης εκτός δρόμου
Στα μικρά αλλά πολλά ηλεκτρικά προβλήματα
Γιατί
Τρέφει και συντηρεί τα όνειρα φυγής και εξερεύνησης, έτοιμη ανά πάσα στιγμή για δέκα ή για δέκα χιλιάδες χιλιόμετρα
Τι πρέπει να προσέξετε
Ελέγξτε για τυχόν σφάλματα ενώνοντας τα δύο φις κάτω από τη σέλα και πατώντας τα δύο μπουτόν στον πίνακα οργάνων. Αν υπάρχει σφάλμα θα αναγραφεί ο κωδικός του στην οθόνη. Σε μοντέλα πριν το 2004, ρωτήστε αν έχουν αντικατασταθεί οι πλαστικοί σύνδεσμοι του συστήματος τροφοδοσίας βενζίνης. Τέλος, ρίξτε μια ματιά στην τρόμπα του συμπλέκτη για τυχόν διαρροές, καθώς αυτό ήταν ένα συχνό πρόβλημα ανεξαρτήτως χρονολογίας.[/blockquote]
Οι Ιταλοί ήθελαν μια μοτοσυκλέτα που να σε ταξιδεύει όσο πιο μακριά γίνεται -και για να προϊδεάσουν τους υποψήφιους αναβάτες, της έδωσαν το όνομα του βορειότερου άκρου της Ευρώπης. Όσο μακρύτερα δηλαδή μπορείς να φτάσεις οδικώς. Στη Νορβηγία, η άσφαλτος τελειώνει ακριβώς εκεί που αρχίζει το υδάτινο στοιχείο, ανεβάζοντάς σε όσο πιο βόρεια μπορείς να ταξιδέψεις, χωρίς να χρειαστεί να πατήσεις καθόλου χώμα. Άλλωστε, αυτό το τελευταίο δεν το συμπαθεί ιδιαίτερα, το μεγάλο οn-off της Aprilia, που αρέσκεται να κυλά τους τροχούς του σε συμπαγές οδόστρωμα.
Κατά τη διάρκεια των δοκιμών μας στο περιοδικό όλα αυτά τα χρόνια, το Caponord συμμετείχε σε δύο Mega Test και έχει διανύσει πολλά “χωμάτινα” έως και κακοτράχαλα χιλιόμετρα, ακολουθώντας από κοντά πιο “off” μοτοσυκλέτες. Δεν θα κοντοσταθεί στη θέα ενός χωματόδρομου, και τα 215 κιλά του θα μπορέσουν να κρατηθούν ακόμα και από αναβάτες μικρότερου αναστήματος. Ωστόσο δεν είναι τόσο διασκεδαστική στο χώμα, όσο άλλες ανταγωνίστριες της. Τελικά, εσείς είναι που θα προτιμάτε απόλυτα ασφάλτινους προορισμούς, μόλις βρεθείτε στην άνετη σέλα και ξεκινήσετε για την πρώτη γρήγορη βόλτα.
Τα περιθώρια κλίσης και το κράτημα που θα γνωρίσετε, θα σας κάνουν να ξεχάσετε ότι οδηγείτε οn-off -και αν αυτή είναι η πρώτη σας επαφή με την κατηγορία, τότε θα έχετε ένα πολύ υψηλό πρότυπο για τις μετέπειτα συγκρίσεις σας. Η συνταγή δεν “έδεσε” τυχαία τόσο καλά. Η Aprilia προίκισε το Caponord με ένα αλουμινένιο περιμετρικό πλαίσιο με supersport καταβολές, μοναδικό για την κατηγορία, και ανώτερο από οτιδήποτε κυκλοφορούσε το 2001 που πρωτοπαρουσιάστηκε. Η ιδιαιτερότητα του πλαισίου με τις πολλές γωνίες, επέτρεψε τη χαμηλή τοποθέτηση του κινητήρα, ενώ ταυτόχρονα δημιούργησε έναν καλά προστατευόμενο χώρο για τα πόδια του αναβάτη.
Με τον κινητήρα μέσα στο πλαίσιο και τοποθετημένο χαμηλά, το κέντρο βάρους βρίσκεται στην ιδανική θέση για γρήγορες αλλαγές κλίσης. Αυτός είναι ο λόγος άλλωστε που το Caponord μπορεί να ξύσει με ασφάλεια τα μαρσπιέ του στην ελληνική άσφαλτο. Την ακαμψία που παρουσιάζει το πλαίσιο στη γρήγορη οδήγηση, αντιμετωπίζοντας τις μεγάλες δυνάμεις που ασκούνται σε τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες, καταφέρνουν να διαχειριστούν και οι αναρτήσεις. Το αλουμινένιο ψαλίδι, εκτός από το ότι δείχνει ακόμα σύγχρονο, φέρει σε πέρας την αποστολή του με αξιώσεις, και το πενήντα  χιλιοστών πιρούνι της Marzocchi είναι αρκετά μεγάλο ώστε να μην προδώσει το υπόλοιπο σύνολο.
Τα ταξίδια για αυτή τη μοτοσυκλέτα είναι η εκπλήρωση του λόγου ύπαρξής της, καθώς σκοπός της είναι να προσφέρει τη μέγιστη άνεση στον αναβάτη και τον συνεπιβάτη, με τη μείζονα ενεργητική ασφάλεια. Χώροι που παραμένουν από τους μεγαλύτερους της κατηγορίας, εργονομικά τοποθετημένα χειριστήρια και χειρολαβές και επαρκέστατα φρένα, σημαίνουν πως η μόνη σας έγνοια είναι να επιλέξετε τον προορισμό, και όχι το πώς θα φτάσετε εκεί ή το πώς θα πείσετε τον συνεπιβάτη να ακολουθήσει. Μέσα στην πόλη θα είναι πιο άνετη από οποιαδήποτε αποκλειστικά τουριστική μοτοσυκλέτα, αλλά οι μανούβρες με μικρή ταχύτητα θέλουν εξοικείωση και γυμνασμένους τετρακέφαλους. Ο όγκος του προκαλεί μόνο οπτικά, γιατί στην πραγματικότητα μόλις το γκάζι ανοίξει λίγο, η άρτια κατανομή μαζών και η σωστή γεωμετρία, θα κάνουν τις μανούβρες ανάμεσα στα αυτοκίνητα τρομακτικές μόνο γι’ αυτούς που το κοιτούν από μακριά.
Από αισθητική πλευρά, το γεγονός ότι δεν μοιάζει με οτιδήποτε άλλο, βοηθά ώστε να κρυφτεί η ηλικία του και να δείχνει σύγχρονο. Οι πολλές γωνίες και η απουσία καμπυλών, του προσδίδουν έναν επιβλητικό χαρακτήρα και είναι υπεύθυνες για την οπτική ψευδαίσθηση του όγκου. Αυτό που δυστυχώς δεν αποτελεί ψευδαίσθηση, είναι τα διάφορα ηλεκτρικά μικροπροβλήματα που αντιμετώπισε, ακόμα και έπειτα από την προσθήκη του ABS και τις αλλαγές που αυτή έφερε. Στατιστικά, από ηλεκτρολογικής απόψεως, ο ανορθωτής ήταν η αχίλλειος πτέρνα του -αλλά το νεότερο ανταλλακτικό αποδείχτηκε αξιόπιστο.
Για να έχετε μια πρώτη εντύπωση για τα ηλεκτρικά του ETV που σκοπεύετε να αγοράσετε, ενώστε μεταξύ τους τα δύο φις που υπάρχουν κάτω από τη σέλα, και αφού γυρίσετε το κλειδί στη θέση ON, πατήστε ταυτόχρονα τα δύο μπουτόν του πίνακα οργάνων. Στην οθόνη θα αναγραφεί, αν υπάρχει, ο κωδικός λάθους και με μια γρήγορη αναφορά στο εγχειρίδιο χρήσης, θα μάθετε αμέσως ποιο είναι το πρόβλημα. Πέρα από τα ηλεκτρολογικά, τα πρώτα Caponord υπέφεραν από τους πλαστικούς συνδέσμους του συστήματος τροφοδοσίας βενζίνης. Μέσα στο 2003 και για όλα τα μοντέλα από τότε, οι σύνδεσμοι αυτοί έχουν αντικατασταθεί με μεταλλικούς. Εκτός από το ότι είναι γρήγορη η αντικατάσταση, η ιδιαίτερα χαμηλή τιμή τους καθιστά οικονομικά συμφέρουσα ακόμα και την προληπτική αλλαγή τους. Προσοχή επίσης θα πρέπει να δοθεί στην τρόμπα του υδραυλικού συμπλέκτη και στα ρουλεμάν τροχού -δύο σημεία που καλό θα ήταν να εξετάσετε διεξοδικά.
Ο δικύλινδρος τετραβάλβιδος κινητήρας δεν παρουσίασε κανένα κατασκευαστικό πρόβλημα, και η ποιότητα κατασκευής ήταν πάντα πάνω από τον μέσο όρο. Ωστόσο, τα λίγα αυτά προβλήματα επισκίασαν τη λάμψη του Caponord, καθώς η δυσχερής οικονομικά θέση της Aprilia εκείνη την εποχή, δημιουργούσε σημαντικές καθυστερήσεις όχι μόνο στην παράδοση των ανταλλακτικών αλλά και των ίδιων των μοτοσυκλετών. Αυτό είναι ένα γεγονός που ανήκει πλέον στην ιστορία και ίσως μπορεί να εξηγήσει τις χαμηλές πωλήσεις μιας από τις καλύτερες οn-οff που σχεδιάστηκαν.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Δικύλινδρος V60ο, τετράχρονος, με 2 ΕΕΚ και 4 βαλβίδες
Χωρητικότητα (cc): 997,6
Σχέση συμπίεσης: 10,4:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
Σύστημα λίπανσης: Ξηρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 1,935
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 2,500 2: 1,750 3: 1,370 4: 1,090 5: 0,960 6: 0,850
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,647
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Περιμετρικό, με δύο δοκούς αλουμινίου μεταβλητού προφίλ
Βάρος κενή (kg): 215
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 25 / 5
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi
Διάμετρος (mm): 50
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό και Aprilia Progressive System
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 300 χιλιοστών, με δαγκάνες δύο εμβόλων (ABS)
Πίσω: Δίσκος 270 χιλιοστών, με δαγκάνα δύο εμβόλων
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 110/80-19
Πίσω
Ελαστικό: 150/70-17
Διάγραμμα
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 90,8 / 8.300
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 8,5 / 6.500
Απόδοση που σε απόλυτα νούμερα κινείται στα ανώτερα όρια του ανταγωνισμού, αλλά ο τρόπος που καταλήγει στον δρόμο υπολείπεται νεύρου. Μέχρι τις 4.000 στροφές υπάρχει αρκετή δύναμη για εκτός νομιμότητας παιχνίδια, αλλά από εκεί και μέχρι τις 6.000 υπάρχει μια μικρή απροθυμία, που εξαφανίζεται 500 στροφές αργότερα, αποδίδοντας απότομα τη μέγιστη ροπή.

Gilera Runner VXR 200 2006-2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/8/2010

Στην τρυφερή ηλικία του πρώτου διπλώµατος, τότε που τα µόνα προβλήµατα είναι πώς θα πετύχει το σκονάκι ή αν θα ανταποκριθεί θετικά στα βλέµµατα η συµµαθήτρια, οι συµβουλές, και κυρίως αυτές περί οδήγησης, περνούν σε δεύτερη µοίρα. Αν πάρεις το µάθηµα χωρίς πάθηµα, τότε µεγαλώνοντας θα είσαι λιγότερο... Iνδιάνος και αρκετά έµπειρος. Το Runner είναι εκεί για να σε βοηθήσει να το καταφέρεις
[blockquote]Ναι
για τις δυνατότητες γρήγορης οδήγησης
για τη διαχρονικότητά του
για την αξιοπιστία του
Οχι
για τις µικρές δυνατότητες φόρτωσης
για τον περιορισµένο αποθηκευτικό χώρο
Γιατί
σας αρέσει να είστε σπορ σε οτιδήποτε οδηγείτε, ακόµα και αν αυτό είναι σκούτερ, και θέλετε ένα µεταχειρισµένο που να δείχνει καινούριο
Τι να προσέξετε
σέρβις, ρωτήστε  αν και πότε έχει γίνει αλλαγή του ιµάντα -αν η αλλαγή του πλησιάζει, ζητήστε µείωση τιµής. Αν είναι από τα πρώτα µοντέλα του 2006, κοιτάξτε για τυχόν διαρροή νερού. Στα πρώτα µοντέλα υπήρχε πρόβληµα µε την τρόµπα νερού, αλλά καθώς αλλαζόταν δωρεάν από την αντιπροσωπεία, αν ο ιδιοκτήτης είχε πρόβληµα και δεν την άλλαξε, τότε σίγουρα θα έχει κάνει και άλλες σοβαρότερες παραλήψεις[/blockquote]
Λίγα σκούτερ αυτής της κατηγορίας έχουν να επιδείξουν τόσο µεγάλο παρελθόν. Από τον δίχρονο, 180 κυβικών πρόγονο µε το ανεστραµµένο πιρούνι και τις πολλές δυνατότητες “πειράγµατος”, πέρασε στα 200 τετράχρονα κυβικά και την πολιτισµένη CVT µετάδοση. Ο κινητήρας του Piaggio Leader 200 µε τους 14,2 ίππους, το ακολουθούσε ήδη για σχεδόν τρία χρόνια, και οι δύο τους είχαν τον απαραίτητο χρόνο για να εδραιώσουν µια άψογη συνεργασία. Η υδρόψυξη, η τετραβάλβιδη κεφαλή και το καρµπιρατέρ, παραµένουν και στη νέα έκδοση του 2008, µε µικρές αλλαγές λόγω προδιαγραφών.
Οι βασικές αλλαγές που δέχτηκε το Runner τότε, ήταν ο σχεδιασµός του πλαισίου και το µέγεθος των τροχών. Από τις δώδεκα ίντσες που ήταν µέχρι τότε, ο µπροστά έγινε δεκατέσσερις και ο πίσω δεκατρείς. Αυτό, σε συνδυασµό µε το λιγότερο ελαστικό πλαίσιο, το έκανε πιο σταθερό στις ευθείες σε υψηλές ταχύτητες και στο εσωτερικό των στροφών. Ωστόσο, η µία και µόνη τιµονόπλακα του πιρουνιού και οι ελαστικοί σύνδεσµοι κινητήρα-πλαισίου, αναιρούσαν κάποια από τα παραπάνω. Οι περισσότεροι πάντως αγοραστές του Runner, δεν ενδιαφέρονταν τόσο για τις επιδόσεις του, όσο για τη µοντέρνα και προκλητική του παρουσία. Δικαιολογεί το όνοµά του απλώς και µόνο µε την εµφάνισή του, η οποία έχει αποδείξει πλέον τη διαχρονικότητά της.
Ακόµα και το νέο µοντέλο τού 2008, κινείται στα ίδια πλαίσια, ακολουθώντας τη γνωστή σχεδιαστική γραµµή, οπότε το παλιό δεν υπάρχει φόβος να δείχνει απαρχαιωµένο. Τα πλαστικά, η σέλα και τα χειριστήρια δικαιολογούν τα σχόλια για προσεγµένη ποιότητα, αφού πλέον δύσκολα θα βρεθεί κάποιο που θα δείχνει τα χρόνια του. Ένας τοµέας όπου έπασχαν τα πρώτα γρήγορα δίχρονα, κατεχόµενα από εφηβική τρέλα, Runner, ήταν οι αναρτήσεις και τα φρένα. Όσο οξύµωρο και αν ακούγεται αυτό, δεν παύει να είναι αδιαµφισβήτητο γεγονός, µε το ανεστραµµένο πιρούνι να χάνει συχνά γράσο από την τσιµούχα και τα φρένα να έχουν µειωµένη αίσθηση.
Στο τετράχρονο VXR µε το συµβατικό πιρούνι, τα πράγµατα ήταν καλύτερα και στο µοντέλο του 2006 σηµαντικά αναβαθµισµένα. Το πιρούνι είχε πλέον καλύτερη πληροφόρηση και οι αποσβέσεις του έρχονταν γρήγορα, αλλά χωρίς ταλαντώσεις. Οι δύο δίσκοι, 240 χιλιοστών µπροστά και 220 χιλιοστών πίσω, κρίνονται αρκετοί για ένα δυνατό φρενάρισµα, ενώ ιδιαίτερα µπροστά υπήρχε καλύτερη πληροφόρηση ως προς το µπλοκάρισµα. Τα δύο αµορτισέρ εστιάζουν περισσότερο στην άνεση, αλλά δεν υστερούν στη γρήγορη οδήγηση. Ακόµα και µε δεύτερο άτοµο, δεν χάνουν την απόσβεσή τους και δεν τερµατίζουν εύκολα.
Η µεγάλη σέλα είναι άνετη και για τους δύο και ο συνεπιβάτης απολαµβάνει πρακτικές χειρολαβές, ωστόσο απουσιάζει κάποια σχάρα -ίσως βέβαια γιατί θα χαλούσε τη σπορτίφ εµφάνιση. Η εµφάνιση άλλωστε δέχτηκε τότε ιδιαίτερη φροντίδα, αφού οι αλλαγές σε σχέση µε το προηγούµενο µοντέλο, εκτός από το µέγεθος των τροχών και το πλαίσιο, ήταν τα χρώµατα, τα γραφικά, τα φωτιστικά σώµατα και τα όργανα. Η γρήγορη οδήγηση για την οποία ήταν ανέκαθεν φτιαγµένο το Runner, το έχει προικίσει όχι µόνο µε ένα στιβαρό πλαίσιο, αλλά και συνολικά µε µια “συµπαγή” κατασκευή και σωστή κατανοµή των µαζών.
Η χρήση που τα περισσότερα αντιµετώπισαν, ήταν σκληρή. Θα περίµενε λοιπόν κανείς ότι θα υπήρχαν αρκετά µηχανικά προβλήµατα, ωστόσο τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν άλλα. Έχουµε καταγράψει αρκετά παραδείγµατα όπου τα διαστήµατα σέρβις δεν τηρούνταν, χωρίς ωστόσο να δηµιουργούνται σηµαντικά προβλήµατα. Ο ιµάντας κίνησης, σύµφωνα µε τη Gilera πρέπει να ελέγχεται στα 6.000 χιλιόµετρα και να αλλάζεται στα 12.000. Ιδιαίτερα όµως µε έναν αναβαθµισµένο ιµάντα που έβγαλε το εργοστάσιο λίγο αργότερα, το διάστηµα αλλαγής ανέβηκε στα 18.000 χιλιόµετρα, µε αρκετούς να αλλάζουν ακόµα και στις 24.000 χωρίς προβλήµατα. Στα πρώτα σκούτερ που πωλήθηκαν στη χώρα µας, παρατηρήθηκε ένα µικρό πρόβληµα στην τρόµπα νερού, αλλά το ανταλλακτικό που στάλθηκε από το εργοστάσιο ήταν διαφορετικό και δεν έπασχε.
Με µηδενικά εργοστασιακά προβλήµατα και µεγάλα διαστήµατα σέρβις, το Runner είναι µια καλή πρόταση µεταχειρισµένου σκούτερ. Αν αποφασίσετε να το αποκτήσετε, για το µεγάλο σέρβις, µαζί δηλαδή µε αλλαγή ιµάντα κίνησης, των αναλώσιµων και µε όλους τους ελέγχους, η συνήθης τιµή είναι διακόσια ευρώ µαζί µε τα εργατικά. Για σκούτερ της κατηγορίας κρίνεται πολύ ικανοποιητική, ιδιαίτερα όταν για τα επόµενα περίπου 20.000 χιλιόµετρα, το µόνο που θα χρειαστεί είναι αλλαγές λαδιών. Μια πρόταση λοιπόν που παραµένει επίκαιρη, τόσο από άποψη δυνατοτήτων όσο και από εξοπλισµό και εµφάνιση. Το Runner έχει κερδίσει τη διαχρονικότητά του από το 1997 που βρίσκεται στη γκάµα της Gilera, και η απόδειξη της αξίας του βρίσκεται στην ιστορία του.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Μονοκύλινδρος, τετράχρονος, υδρόψυκτος µε 1ΕΕΚ, 4 βαλβίδες
Διάµετρος επί διαδροµή (mm): 72x48,6
Κυβικά (cc): 198
Σχέση συµπίεσης: 11,5:1
Τροφοδοσία: Καρµπιρατέρ Keihin CVK 30
Σύστηµα εκκίνησης: Μίζα
Σύστηµα εξαγωγής: 1 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συµπλέκτη:  Αυτόµατος, ξηρός, φυγοκεντρικός
Τελική µετάδοση: Τροχαλίες µεταβαλλόµενης διαµέτρου, ιµάντας
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, διπλό, σωληνωτό
Μεταξόνιο (mm): 1.340
Μήκος (mm): 1.840
Πλάτος (mm): 750
Ύψος σέλας (mm): 815
Βάρος κενή / γεµάτη (kg): 144 / 137,5
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):  8,7 / 1,7
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εµπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάµετρος (mm): 35
Διαδροµή (mm): 85
Ρυθµίσεις: Καµία
Πίσω: Αιωρούµενος βραχίονας µε δύο αµορτισέρ
Διαδροµή (mm): 70
Ρυθµίσεις: Προφόρτιση
ΦΡΕΝΑ
Εµπρός: Ένας δίσκος 240mm µε δαγκάνα δύο εµβόλων και γλίστρα
Πίσω: Δίσκος 220mm µε δαγκάνα ενός εµβόλου και γλίστρα
ΤΡΟΧΟΙ
ΕΜΠΡΟΣ
Ελαστικό / Διάσταση: 120/70-14’’
ΠΙΣΩ
Ελαστικό / Διάσταση: 140/60-13’’
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό στροφόµετρο, οθόνη LCD µε ενδείξεις ταχύµετρου / ολικού και µερικού χιλιοµετρητή / στάθµης καυσίµου / θερµοκρασίας ψυκτικού υγρού, λυχνίες για µεσαία και µεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / φλας / ρεζέρβα /, πλαϊνό και κεντρικό σταντ, αεραγωγοί θερµού αέρα, χυτές ζάντες αλουµινίου
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθµιση βαλβίδων (km): Στις 6.000 και κάθε 24.000
Έλεγχος / Αλλαγή λαδιού κινητήρα (km): Κάθε 6.000
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm):  19 / 8.750
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 1,7 / 7.250
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l): 96
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση:  215,16