Aprilia ETV1000 Caponord 2001-2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/8/2010

Το Βόρειο Σέλας έχει κάνει την εμφάνισή του στον ελληνικό ουρανό μόλις τέσσερις φορές, τα τελευταία διακόσια πενήντα χρόνια. Στατιστικά είναι μάταιο να περιμένετε να δείτε πάνω από το σπίτι σας αυτό το μοναδικό θέαμα, αλλά στο Βόρειο Ακρωτήρι οι πιθανότητες αυξάνονται κατακόρυφα. Η ιδανικότερη μοτοσυκλέτα για τέτοιου είδους αναζητήσεις, είναι αυτή που το φωνάζει με το όνομα της: Capo (Ακρωτήρι) Nord (Βόρειο)... [blockquote]Ναι
Για τα περιθώρια κλίσης
για την άνεση αναβάτη και συνεπιβάτη
Για τον πληθωρικό χαρακτήρα του
Όχι
Στην περιορισμένη δυνατότητα κίνησης εκτός δρόμου
Στα μικρά αλλά πολλά ηλεκτρικά προβλήματα
Γιατί
Τρέφει και συντηρεί τα όνειρα φυγής και εξερεύνησης, έτοιμη ανά πάσα στιγμή για δέκα ή για δέκα χιλιάδες χιλιόμετρα
Τι πρέπει να προσέξετε
Ελέγξτε για τυχόν σφάλματα ενώνοντας τα δύο φις κάτω από τη σέλα και πατώντας τα δύο μπουτόν στον πίνακα οργάνων. Αν υπάρχει σφάλμα θα αναγραφεί ο κωδικός του στην οθόνη. Σε μοντέλα πριν το 2004, ρωτήστε αν έχουν αντικατασταθεί οι πλαστικοί σύνδεσμοι του συστήματος τροφοδοσίας βενζίνης. Τέλος, ρίξτε μια ματιά στην τρόμπα του συμπλέκτη για τυχόν διαρροές, καθώς αυτό ήταν ένα συχνό πρόβλημα ανεξαρτήτως χρονολογίας.[/blockquote]
Οι Ιταλοί ήθελαν μια μοτοσυκλέτα που να σε ταξιδεύει όσο πιο μακριά γίνεται -και για να προϊδεάσουν τους υποψήφιους αναβάτες, της έδωσαν το όνομα του βορειότερου άκρου της Ευρώπης. Όσο μακρύτερα δηλαδή μπορείς να φτάσεις οδικώς. Στη Νορβηγία, η άσφαλτος τελειώνει ακριβώς εκεί που αρχίζει το υδάτινο στοιχείο, ανεβάζοντάς σε όσο πιο βόρεια μπορείς να ταξιδέψεις, χωρίς να χρειαστεί να πατήσεις καθόλου χώμα. Άλλωστε, αυτό το τελευταίο δεν το συμπαθεί ιδιαίτερα, το μεγάλο οn-off της Aprilia, που αρέσκεται να κυλά τους τροχούς του σε συμπαγές οδόστρωμα.
Κατά τη διάρκεια των δοκιμών μας στο περιοδικό όλα αυτά τα χρόνια, το Caponord συμμετείχε σε δύο Mega Test και έχει διανύσει πολλά “χωμάτινα” έως και κακοτράχαλα χιλιόμετρα, ακολουθώντας από κοντά πιο “off” μοτοσυκλέτες. Δεν θα κοντοσταθεί στη θέα ενός χωματόδρομου, και τα 215 κιλά του θα μπορέσουν να κρατηθούν ακόμα και από αναβάτες μικρότερου αναστήματος. Ωστόσο δεν είναι τόσο διασκεδαστική στο χώμα, όσο άλλες ανταγωνίστριες της. Τελικά, εσείς είναι που θα προτιμάτε απόλυτα ασφάλτινους προορισμούς, μόλις βρεθείτε στην άνετη σέλα και ξεκινήσετε για την πρώτη γρήγορη βόλτα.
Τα περιθώρια κλίσης και το κράτημα που θα γνωρίσετε, θα σας κάνουν να ξεχάσετε ότι οδηγείτε οn-off -και αν αυτή είναι η πρώτη σας επαφή με την κατηγορία, τότε θα έχετε ένα πολύ υψηλό πρότυπο για τις μετέπειτα συγκρίσεις σας. Η συνταγή δεν “έδεσε” τυχαία τόσο καλά. Η Aprilia προίκισε το Caponord με ένα αλουμινένιο περιμετρικό πλαίσιο με supersport καταβολές, μοναδικό για την κατηγορία, και ανώτερο από οτιδήποτε κυκλοφορούσε το 2001 που πρωτοπαρουσιάστηκε. Η ιδιαιτερότητα του πλαισίου με τις πολλές γωνίες, επέτρεψε τη χαμηλή τοποθέτηση του κινητήρα, ενώ ταυτόχρονα δημιούργησε έναν καλά προστατευόμενο χώρο για τα πόδια του αναβάτη.
Με τον κινητήρα μέσα στο πλαίσιο και τοποθετημένο χαμηλά, το κέντρο βάρους βρίσκεται στην ιδανική θέση για γρήγορες αλλαγές κλίσης. Αυτός είναι ο λόγος άλλωστε που το Caponord μπορεί να ξύσει με ασφάλεια τα μαρσπιέ του στην ελληνική άσφαλτο. Την ακαμψία που παρουσιάζει το πλαίσιο στη γρήγορη οδήγηση, αντιμετωπίζοντας τις μεγάλες δυνάμεις που ασκούνται σε τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες, καταφέρνουν να διαχειριστούν και οι αναρτήσεις. Το αλουμινένιο ψαλίδι, εκτός από το ότι δείχνει ακόμα σύγχρονο, φέρει σε πέρας την αποστολή του με αξιώσεις, και το πενήντα  χιλιοστών πιρούνι της Marzocchi είναι αρκετά μεγάλο ώστε να μην προδώσει το υπόλοιπο σύνολο.
Τα ταξίδια για αυτή τη μοτοσυκλέτα είναι η εκπλήρωση του λόγου ύπαρξής της, καθώς σκοπός της είναι να προσφέρει τη μέγιστη άνεση στον αναβάτη και τον συνεπιβάτη, με τη μείζονα ενεργητική ασφάλεια. Χώροι που παραμένουν από τους μεγαλύτερους της κατηγορίας, εργονομικά τοποθετημένα χειριστήρια και χειρολαβές και επαρκέστατα φρένα, σημαίνουν πως η μόνη σας έγνοια είναι να επιλέξετε τον προορισμό, και όχι το πώς θα φτάσετε εκεί ή το πώς θα πείσετε τον συνεπιβάτη να ακολουθήσει. Μέσα στην πόλη θα είναι πιο άνετη από οποιαδήποτε αποκλειστικά τουριστική μοτοσυκλέτα, αλλά οι μανούβρες με μικρή ταχύτητα θέλουν εξοικείωση και γυμνασμένους τετρακέφαλους. Ο όγκος του προκαλεί μόνο οπτικά, γιατί στην πραγματικότητα μόλις το γκάζι ανοίξει λίγο, η άρτια κατανομή μαζών και η σωστή γεωμετρία, θα κάνουν τις μανούβρες ανάμεσα στα αυτοκίνητα τρομακτικές μόνο γι’ αυτούς που το κοιτούν από μακριά.
Από αισθητική πλευρά, το γεγονός ότι δεν μοιάζει με οτιδήποτε άλλο, βοηθά ώστε να κρυφτεί η ηλικία του και να δείχνει σύγχρονο. Οι πολλές γωνίες και η απουσία καμπυλών, του προσδίδουν έναν επιβλητικό χαρακτήρα και είναι υπεύθυνες για την οπτική ψευδαίσθηση του όγκου. Αυτό που δυστυχώς δεν αποτελεί ψευδαίσθηση, είναι τα διάφορα ηλεκτρικά μικροπροβλήματα που αντιμετώπισε, ακόμα και έπειτα από την προσθήκη του ABS και τις αλλαγές που αυτή έφερε. Στατιστικά, από ηλεκτρολογικής απόψεως, ο ανορθωτής ήταν η αχίλλειος πτέρνα του -αλλά το νεότερο ανταλλακτικό αποδείχτηκε αξιόπιστο.
Για να έχετε μια πρώτη εντύπωση για τα ηλεκτρικά του ETV που σκοπεύετε να αγοράσετε, ενώστε μεταξύ τους τα δύο φις που υπάρχουν κάτω από τη σέλα, και αφού γυρίσετε το κλειδί στη θέση ON, πατήστε ταυτόχρονα τα δύο μπουτόν του πίνακα οργάνων. Στην οθόνη θα αναγραφεί, αν υπάρχει, ο κωδικός λάθους και με μια γρήγορη αναφορά στο εγχειρίδιο χρήσης, θα μάθετε αμέσως ποιο είναι το πρόβλημα. Πέρα από τα ηλεκτρολογικά, τα πρώτα Caponord υπέφεραν από τους πλαστικούς συνδέσμους του συστήματος τροφοδοσίας βενζίνης. Μέσα στο 2003 και για όλα τα μοντέλα από τότε, οι σύνδεσμοι αυτοί έχουν αντικατασταθεί με μεταλλικούς. Εκτός από το ότι είναι γρήγορη η αντικατάσταση, η ιδιαίτερα χαμηλή τιμή τους καθιστά οικονομικά συμφέρουσα ακόμα και την προληπτική αλλαγή τους. Προσοχή επίσης θα πρέπει να δοθεί στην τρόμπα του υδραυλικού συμπλέκτη και στα ρουλεμάν τροχού -δύο σημεία που καλό θα ήταν να εξετάσετε διεξοδικά.
Ο δικύλινδρος τετραβάλβιδος κινητήρας δεν παρουσίασε κανένα κατασκευαστικό πρόβλημα, και η ποιότητα κατασκευής ήταν πάντα πάνω από τον μέσο όρο. Ωστόσο, τα λίγα αυτά προβλήματα επισκίασαν τη λάμψη του Caponord, καθώς η δυσχερής οικονομικά θέση της Aprilia εκείνη την εποχή, δημιουργούσε σημαντικές καθυστερήσεις όχι μόνο στην παράδοση των ανταλλακτικών αλλά και των ίδιων των μοτοσυκλετών. Αυτό είναι ένα γεγονός που ανήκει πλέον στην ιστορία και ίσως μπορεί να εξηγήσει τις χαμηλές πωλήσεις μιας από τις καλύτερες οn-οff που σχεδιάστηκαν.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Δικύλινδρος V60ο, τετράχρονος, με 2 ΕΕΚ και 4 βαλβίδες
Χωρητικότητα (cc): 997,6
Σχέση συμπίεσης: 10,4:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
Σύστημα λίπανσης: Ξηρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 1,935
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 2,500 2: 1,750 3: 1,370 4: 1,090 5: 0,960 6: 0,850
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,647
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Περιμετρικό, με δύο δοκούς αλουμινίου μεταβλητού προφίλ
Βάρος κενή (kg): 215
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 25 / 5
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi
Διάμετρος (mm): 50
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό και Aprilia Progressive System
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 300 χιλιοστών, με δαγκάνες δύο εμβόλων (ABS)
Πίσω: Δίσκος 270 χιλιοστών, με δαγκάνα δύο εμβόλων
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 110/80-19
Πίσω
Ελαστικό: 150/70-17
Διάγραμμα
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 90,8 / 8.300
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 8,5 / 6.500
Απόδοση που σε απόλυτα νούμερα κινείται στα ανώτερα όρια του ανταγωνισμού, αλλά ο τρόπος που καταλήγει στον δρόμο υπολείπεται νεύρου. Μέχρι τις 4.000 στροφές υπάρχει αρκετή δύναμη για εκτός νομιμότητας παιχνίδια, αλλά από εκεί και μέχρι τις 6.000 υπάρχει μια μικρή απροθυμία, που εξαφανίζεται 500 στροφές αργότερα, αποδίδοντας απότομα τη μέγιστη ροπή.

Suzuki GSR 750 (2011)

Ξεκάθαροι στόχοι
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

4/9/2017

Με το GSR 750 της προηγούμενης γενιάς, η Suzuki κατέστησε σαφείς από την αρχή τους στόχους της. Αποστασιοποιήθηκε ξεκάθαρα από την λογική των streetfighters και εστίασε στην λειτουργικότητα των naked, προσφέροντας περισσότερα από τις προσδοκίες

 

Όταν παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το GSR 750, αποτελούσε τη λύση που έψαχνε η Suzuki για να αντιμετωπίσει την μέτρια πορεία μιας πολύ καλής μοτοσυκλέτας: της GSR 600. Αυτός βέβαια δεν ήταν ο μοναδικός λόγος, καθώς η δημοφιλία του Kawasaki Z 750 ήταν κάτι από το οποίο η Suzuki ήθελε να "κλέψει" ένα μερίδιο. Η συνισταμένη αυτών των στόχων ήταν η "made in Japan" GSR 750, και τονίζουμε την χώρα κατασκευής της, γιατί η συνολική ποιότητα κατασκευής της δεν το καθιστούσε σαφές από την αρχή. Η μοτοσυκλέτα ήταν ελαφρώς κατώτερη ποιοτικά από το εξακοσάρι αδερφάκι της, με ένα ατσάλινο περιμετρικό πλαίσιο να παίρνει τη θέση του αντίστοιχου αλουμινένιου, ενώ το φινίρισμα και η συναρμογή των πλαστικών μερών δεν ακολουθεί τα υψηλά ποιοτικά στάνταρ του 600.

Αυτό βέβαια αντισταθμίζεται από το γεγονός ότι το 750 είναι σαφώς μια ομορφότερη μοτοσυκλέτα η οποία ξέρει τον τρόπο να κρύβει τεχνηέντως τις αδυναμίες της. Για παράδειγμα, το υποδεέστερο ατσάλινο πλαίσιο με το ενιαίο υποπλαίσιο είναι βαμμένα μαύρα για να μην χτυπούν στο μάτι, ενώ το ανεστραμμένο πιρούνι των 41mm που δεν διαθέτει καμία ρύθμιση πέραν της προφόρτισης των ελατηρίων, είναι βαμμένο χρυσό δημιουργώντας μια πιο ακριβή εντύπωση οπτικά.

Το σημαντικότερο ατού όμως του GSR 750 είναι ο κινητήρας της, που προέρχεται από τα βασικά μηχανικά μέρη του κινητήρα των GSX-R 750 του 2004. Για να καταλάβετε το μέγεθος του πλεονεκτήματος, δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ο συγκεκριμένος κινητήρας, ήταν ένας από τους καλύτερους –αν όχι ο καλύτερος- τετρακύλινδρος της εποχής του. Προσοχή, με το καλύτερος δεν εννοούμε ο δυνατότερος. Γιατί μπορεί να μην φτάνει σε μέγιστη ισχύ τα νούμερα των 750 supersport, ίσως ούτε καν των supersport 600, αλλά διαθέτει μια υποδειγματική κατανομή της δύναμης με γεμάτες χαμηλές και μεσαίες, προσφέροντας μια ζωηρή επιτάχυνση από τις 2.000 στροφές μόλις. Οι ελαστικές βάσεις του κινητήρα απορροφούν οποιαδήποτε υποψία κραδασμού και το σύστημα του ψεκασμού με τις δύο πεταλούδες που χρησιμοποιεί η Suzuki είναι ένα από τα αποτελεσματικότερα του είδους, τόσο σε ό,τι αφορά την απόκριση όσο και την "τροφοδοσία" με χιλιογραμμόμετρα ροπής σε όλη το φάσμα των στροφών.

Εργονομικά έχει δοθεί αρκετή προσοχή στον σχεδιασμό της, με σωστές αποστάσεις μεταξύ μαρσπιέ, τιμονιού και σέλας, έτσι ώστε να μπορούν να πατούν με άνεση τα πόδια στο έδαφος οι πιο κοντοί αναβάτες αλλά και να βολεύονται χωρίς να στριμώχνονται οι ψηλότεροι. Η έλλειψη ρυθμίσεων στις αναρτήσεις αφαιρούν μέρος της άνεσης –ιδιαίτερα σε χαμηλές ταχύτητες- λόγω της σφιχτής λειτουργίας τους και της σπορ αίσθησης που μεταφέρουν. Αυτό έχει και σαν αποτέλεσμα σε δρόμους με λακκούβες και ανωμαλίες το πακέτο πλαίσιο-αναρτήσεις να μην μπορεί να διαχειριστεί γρήγορα τις δυνάμεις που ασκούνται, σε αντίθεση με την εξαιρετική συμπεριφορά και το σωστό ζύγισμα που κρύβει τα 210 κιλά της μοτοσυκλέτας, σε δρόμους με καλή άσφαλτο. Σε ό,τι αφορά τα φρένα, το GSR 750 παίρνει άριστα –αντίθετα με την παράδοση που είχε η Suzuki στον συγκεκριμένο τομέα- με την γραμμική απόδοσή τους να ταιριάζει άψογα με τις συνθήκες της ελληνικής ασφάλτου. Το ABS καλείται σπάνια να επέμβει κι όταν το κάνει δεν προκαλεί… σπασμούς κι αναταράξεις.

Σε πιο στριφτερές διαδρομές, το γυμνό τετρακύλινδρο της Suzuki ανταποκρίνεται άριστα, χάρη στην ελαστικότητα του κινητήρα του που μειώνει στο ελάχιστο την χρήση του κιβωτίου και μπορεί να διατηρήσει με άνεση έναν πολύ σβέλτο ρυθμό με την ομοιογενή συμπεριφορά που το χαρακτηρίζει.

Σε γενικές γραμμές, το GSR 750 είναι μια μοτοσυκλέτα που θα "κουμπώσει" με ένα μεγάλο φάσμα αναβατών, δίχως να αγγίζει τα άκρα, ενώ παράλληλα βρίσκεται πάνω από την… μισητή έννοια του "μέσου όρου". Αν αναλογιστεί κανείς ότι αυτό το καταφέρνει διατηρώντας πολύ χαμηλά για τα δεδομένα της κατηγορίας το κόστος κατασκευής της, τότε αυτομάτως τοποθετείται πολύ ψηλά στις value for money επιλογές.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος εν σειρά με 4Β/Κ και 2ΕΕΚ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 72 x 66

Κυβικά (cc): 749

Σχέση συμπίεσης: 12,3:1

Ανάφλεξη: Ψηφιακή    

Τροφοδοσία: Ψεκασμός

Σύστημα εκκίνησης:     Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      4 σε 1

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος

Σχέσεις ταχυτήτων: Έξι

Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο περιμετρικό

Γωνία κάστερ (o): 25,15

Ίχνος (mm): 110

Μεταξόνιο (mm): 1.450

Ύψος σέλας (mm): 785

Βάρος κατασκευαστή γεμάτη (kg): 211

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 211

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17 / 3

 

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι

Διάμετρος (mm): 41

Διαδρομή (mm): -

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων

Πίσω: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό

Διαδρομή τροχού(mm): -

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δύο δίσκοι 310mm με δαγκάνες δύο εμβόλων

Πίσω: Δίσκος 240mm με δαγκάνα ενός εμβόλου

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό: 120/70ZR-17

Πίσω

Ελαστικό:   180/55ZR-17

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ταχύμετρο, στροφόμετρο, δείκτης βενζίνης, ένας ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ένδειξη μέσης κατανάλωσης, επιλεγμένη σχέση κιβωτίου

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): Δ.Α.

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):   Δ.Α.

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec, Μέτρηση ΜΟΤΟ): 11,21

Το διάγραμμα του δυναμόμετρου αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο την γραμμικότητα στην απόδοση του συγκεκριμένου κινητήρα. Η ροπή μεταξύ 1.500 και 5.000 στροφών παρέχεται γενναιόδωρα κι αυτό είναι σημαντικό στοιχείο για τις πραγματικές συνθήκες στο δρόμο, σε συνδυασμό με την άμεση απόκριση του γκαζιού. Είναι εντυπωσιακό ότι τόσο στο διάγραμμα της ισχύος όσο και της ροπής, δεν υπάρχουν πουθενά τρύπες στην απόδοση, σε μια διαρκή παροχή δύναμης

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση: 5,6

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση: 312

 

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 24%, €)

Έμβολο πλήρες: 140,97

Μπιέλα: 126,59

Τελικό εξάτμισης: 377,46

Εμπρός φτερό: 74,97

Εμπρός τροχός: 651,43

Προβολέας: 320,71

Μανέτα φρένου: 48,09

Σέλα αναβάτη: 121,29

Πλαίσιο: 862,66

Οι προαναφερόμενες τιμές ίσχυαν τον Ιούνιο του 2017