Gilera Runner VXR 200 2006-2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/8/2010

Στην τρυφερή ηλικία του πρώτου διπλώµατος, τότε που τα µόνα προβλήµατα είναι πώς θα πετύχει το σκονάκι ή αν θα ανταποκριθεί θετικά στα βλέµµατα η συµµαθήτρια, οι συµβουλές, και κυρίως αυτές περί οδήγησης, περνούν σε δεύτερη µοίρα. Αν πάρεις το µάθηµα χωρίς πάθηµα, τότε µεγαλώνοντας θα είσαι λιγότερο... Iνδιάνος και αρκετά έµπειρος. Το Runner είναι εκεί για να σε βοηθήσει να το καταφέρεις
[blockquote]Ναι
για τις δυνατότητες γρήγορης οδήγησης
για τη διαχρονικότητά του
για την αξιοπιστία του
Οχι
για τις µικρές δυνατότητες φόρτωσης
για τον περιορισµένο αποθηκευτικό χώρο
Γιατί
σας αρέσει να είστε σπορ σε οτιδήποτε οδηγείτε, ακόµα και αν αυτό είναι σκούτερ, και θέλετε ένα µεταχειρισµένο που να δείχνει καινούριο
Τι να προσέξετε
σέρβις, ρωτήστε  αν και πότε έχει γίνει αλλαγή του ιµάντα -αν η αλλαγή του πλησιάζει, ζητήστε µείωση τιµής. Αν είναι από τα πρώτα µοντέλα του 2006, κοιτάξτε για τυχόν διαρροή νερού. Στα πρώτα µοντέλα υπήρχε πρόβληµα µε την τρόµπα νερού, αλλά καθώς αλλαζόταν δωρεάν από την αντιπροσωπεία, αν ο ιδιοκτήτης είχε πρόβληµα και δεν την άλλαξε, τότε σίγουρα θα έχει κάνει και άλλες σοβαρότερες παραλήψεις[/blockquote]
Λίγα σκούτερ αυτής της κατηγορίας έχουν να επιδείξουν τόσο µεγάλο παρελθόν. Από τον δίχρονο, 180 κυβικών πρόγονο µε το ανεστραµµένο πιρούνι και τις πολλές δυνατότητες “πειράγµατος”, πέρασε στα 200 τετράχρονα κυβικά και την πολιτισµένη CVT µετάδοση. Ο κινητήρας του Piaggio Leader 200 µε τους 14,2 ίππους, το ακολουθούσε ήδη για σχεδόν τρία χρόνια, και οι δύο τους είχαν τον απαραίτητο χρόνο για να εδραιώσουν µια άψογη συνεργασία. Η υδρόψυξη, η τετραβάλβιδη κεφαλή και το καρµπιρατέρ, παραµένουν και στη νέα έκδοση του 2008, µε µικρές αλλαγές λόγω προδιαγραφών.
Οι βασικές αλλαγές που δέχτηκε το Runner τότε, ήταν ο σχεδιασµός του πλαισίου και το µέγεθος των τροχών. Από τις δώδεκα ίντσες που ήταν µέχρι τότε, ο µπροστά έγινε δεκατέσσερις και ο πίσω δεκατρείς. Αυτό, σε συνδυασµό µε το λιγότερο ελαστικό πλαίσιο, το έκανε πιο σταθερό στις ευθείες σε υψηλές ταχύτητες και στο εσωτερικό των στροφών. Ωστόσο, η µία και µόνη τιµονόπλακα του πιρουνιού και οι ελαστικοί σύνδεσµοι κινητήρα-πλαισίου, αναιρούσαν κάποια από τα παραπάνω. Οι περισσότεροι πάντως αγοραστές του Runner, δεν ενδιαφέρονταν τόσο για τις επιδόσεις του, όσο για τη µοντέρνα και προκλητική του παρουσία. Δικαιολογεί το όνοµά του απλώς και µόνο µε την εµφάνισή του, η οποία έχει αποδείξει πλέον τη διαχρονικότητά της.
Ακόµα και το νέο µοντέλο τού 2008, κινείται στα ίδια πλαίσια, ακολουθώντας τη γνωστή σχεδιαστική γραµµή, οπότε το παλιό δεν υπάρχει φόβος να δείχνει απαρχαιωµένο. Τα πλαστικά, η σέλα και τα χειριστήρια δικαιολογούν τα σχόλια για προσεγµένη ποιότητα, αφού πλέον δύσκολα θα βρεθεί κάποιο που θα δείχνει τα χρόνια του. Ένας τοµέας όπου έπασχαν τα πρώτα γρήγορα δίχρονα, κατεχόµενα από εφηβική τρέλα, Runner, ήταν οι αναρτήσεις και τα φρένα. Όσο οξύµωρο και αν ακούγεται αυτό, δεν παύει να είναι αδιαµφισβήτητο γεγονός, µε το ανεστραµµένο πιρούνι να χάνει συχνά γράσο από την τσιµούχα και τα φρένα να έχουν µειωµένη αίσθηση.
Στο τετράχρονο VXR µε το συµβατικό πιρούνι, τα πράγµατα ήταν καλύτερα και στο µοντέλο του 2006 σηµαντικά αναβαθµισµένα. Το πιρούνι είχε πλέον καλύτερη πληροφόρηση και οι αποσβέσεις του έρχονταν γρήγορα, αλλά χωρίς ταλαντώσεις. Οι δύο δίσκοι, 240 χιλιοστών µπροστά και 220 χιλιοστών πίσω, κρίνονται αρκετοί για ένα δυνατό φρενάρισµα, ενώ ιδιαίτερα µπροστά υπήρχε καλύτερη πληροφόρηση ως προς το µπλοκάρισµα. Τα δύο αµορτισέρ εστιάζουν περισσότερο στην άνεση, αλλά δεν υστερούν στη γρήγορη οδήγηση. Ακόµα και µε δεύτερο άτοµο, δεν χάνουν την απόσβεσή τους και δεν τερµατίζουν εύκολα.
Η µεγάλη σέλα είναι άνετη και για τους δύο και ο συνεπιβάτης απολαµβάνει πρακτικές χειρολαβές, ωστόσο απουσιάζει κάποια σχάρα -ίσως βέβαια γιατί θα χαλούσε τη σπορτίφ εµφάνιση. Η εµφάνιση άλλωστε δέχτηκε τότε ιδιαίτερη φροντίδα, αφού οι αλλαγές σε σχέση µε το προηγούµενο µοντέλο, εκτός από το µέγεθος των τροχών και το πλαίσιο, ήταν τα χρώµατα, τα γραφικά, τα φωτιστικά σώµατα και τα όργανα. Η γρήγορη οδήγηση για την οποία ήταν ανέκαθεν φτιαγµένο το Runner, το έχει προικίσει όχι µόνο µε ένα στιβαρό πλαίσιο, αλλά και συνολικά µε µια “συµπαγή” κατασκευή και σωστή κατανοµή των µαζών.
Η χρήση που τα περισσότερα αντιµετώπισαν, ήταν σκληρή. Θα περίµενε λοιπόν κανείς ότι θα υπήρχαν αρκετά µηχανικά προβλήµατα, ωστόσο τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν άλλα. Έχουµε καταγράψει αρκετά παραδείγµατα όπου τα διαστήµατα σέρβις δεν τηρούνταν, χωρίς ωστόσο να δηµιουργούνται σηµαντικά προβλήµατα. Ο ιµάντας κίνησης, σύµφωνα µε τη Gilera πρέπει να ελέγχεται στα 6.000 χιλιόµετρα και να αλλάζεται στα 12.000. Ιδιαίτερα όµως µε έναν αναβαθµισµένο ιµάντα που έβγαλε το εργοστάσιο λίγο αργότερα, το διάστηµα αλλαγής ανέβηκε στα 18.000 χιλιόµετρα, µε αρκετούς να αλλάζουν ακόµα και στις 24.000 χωρίς προβλήµατα. Στα πρώτα σκούτερ που πωλήθηκαν στη χώρα µας, παρατηρήθηκε ένα µικρό πρόβληµα στην τρόµπα νερού, αλλά το ανταλλακτικό που στάλθηκε από το εργοστάσιο ήταν διαφορετικό και δεν έπασχε.
Με µηδενικά εργοστασιακά προβλήµατα και µεγάλα διαστήµατα σέρβις, το Runner είναι µια καλή πρόταση µεταχειρισµένου σκούτερ. Αν αποφασίσετε να το αποκτήσετε, για το µεγάλο σέρβις, µαζί δηλαδή µε αλλαγή ιµάντα κίνησης, των αναλώσιµων και µε όλους τους ελέγχους, η συνήθης τιµή είναι διακόσια ευρώ µαζί µε τα εργατικά. Για σκούτερ της κατηγορίας κρίνεται πολύ ικανοποιητική, ιδιαίτερα όταν για τα επόµενα περίπου 20.000 χιλιόµετρα, το µόνο που θα χρειαστεί είναι αλλαγές λαδιών. Μια πρόταση λοιπόν που παραµένει επίκαιρη, τόσο από άποψη δυνατοτήτων όσο και από εξοπλισµό και εµφάνιση. Το Runner έχει κερδίσει τη διαχρονικότητά του από το 1997 που βρίσκεται στη γκάµα της Gilera, και η απόδειξη της αξίας του βρίσκεται στην ιστορία του.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Μονοκύλινδρος, τετράχρονος, υδρόψυκτος µε 1ΕΕΚ, 4 βαλβίδες
Διάµετρος επί διαδροµή (mm): 72x48,6
Κυβικά (cc): 198
Σχέση συµπίεσης: 11,5:1
Τροφοδοσία: Καρµπιρατέρ Keihin CVK 30
Σύστηµα εκκίνησης: Μίζα
Σύστηµα εξαγωγής: 1 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συµπλέκτη:  Αυτόµατος, ξηρός, φυγοκεντρικός
Τελική µετάδοση: Τροχαλίες µεταβαλλόµενης διαµέτρου, ιµάντας
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, διπλό, σωληνωτό
Μεταξόνιο (mm): 1.340
Μήκος (mm): 1.840
Πλάτος (mm): 750
Ύψος σέλας (mm): 815
Βάρος κενή / γεµάτη (kg): 144 / 137,5
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):  8,7 / 1,7
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εµπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάµετρος (mm): 35
Διαδροµή (mm): 85
Ρυθµίσεις: Καµία
Πίσω: Αιωρούµενος βραχίονας µε δύο αµορτισέρ
Διαδροµή (mm): 70
Ρυθµίσεις: Προφόρτιση
ΦΡΕΝΑ
Εµπρός: Ένας δίσκος 240mm µε δαγκάνα δύο εµβόλων και γλίστρα
Πίσω: Δίσκος 220mm µε δαγκάνα ενός εµβόλου και γλίστρα
ΤΡΟΧΟΙ
ΕΜΠΡΟΣ
Ελαστικό / Διάσταση: 120/70-14’’
ΠΙΣΩ
Ελαστικό / Διάσταση: 140/60-13’’
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό στροφόµετρο, οθόνη LCD µε ενδείξεις ταχύµετρου / ολικού και µερικού χιλιοµετρητή / στάθµης καυσίµου / θερµοκρασίας ψυκτικού υγρού, λυχνίες για µεσαία και µεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / φλας / ρεζέρβα /, πλαϊνό και κεντρικό σταντ, αεραγωγοί θερµού αέρα, χυτές ζάντες αλουµινίου
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθµιση βαλβίδων (km): Στις 6.000 και κάθε 24.000
Έλεγχος / Αλλαγή λαδιού κινητήρα (km): Κάθε 6.000
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm):  19 / 8.750
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 1,7 / 7.250
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l): 96
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση:  215,16

BMW CS 650 Scarver 2002 - 2005

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Το 2002 εμφανίστηκε στους δρόμους το Scarver, ένα μοντέλο της BMW που δεν έμοιαζε, όχι μόνο με κανένα από τα υπάρχοντα μοντέλα της γερμανικής εταιρείας, αλλά ούτε και με άλλη μοτοσυκλέτα. Σχεδιάστηκε για χρήση στην πόλη έχοντας δώσει έμφαση τόσο στη λειτουργικότητα όσο και στο στιλ
Χρησιμοποιώντας τον γνωστό μονοκύλινδρο κινητήρα της Rotax, με τα 652 κυβικά, τροφοδοσία από ψεκασμό και με καταλύτη στην εξάτμιση, εμφανίστηκε ταχύτερη από όλες τις μοτοσυκλέτες της σειράς F που χρησιμοποιούσαν τον ίδιο κινητήρα. Σημαντικότερο όμως από τον κινητήρα και τις καλές επιδόσεις του Scarver είναι η εμφάνιση και η λειτουργικότητά του. Το αλουμινένιο χυτό μονόμπρατσο ψαλίδι και ο ιμάντας για την μετάδοση είναι μια σχεδιαστική λύση που τράβηξε το βλέμμα, όπως βέβαια και η… τρύπα στη θέση του ρεζερβουάρ, καθώς το πραγματικό ρεζερβουάρ είναι πλαστικό, τοποθετημένο κάτω από τη σέλα. Ο κενός χώρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και να διαμορφωθεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους εύκολα, χάρη στη σειρά των αξεσουάρ που σχεδίασε η BMW για αυτό το σκοπό. Πρόσφερε έτσι κάποιες από τις ευκολίες που απολαμβάνουν οι χρήστες των σκούτερ στον αναβάτη που κινείται στο αστικό περιβάλλον μαζί της.
Εκτός από την έμφαση στη λειτουργικότητα, το Scarver χαρακτηρίζεται από την trendy και cool εμφάνισή του. Σε κάποια σημεία της να θυμίζει έντομο και σε άλλα εικόνα από ταινία επιστημονικής φαντασίας, η BMW έδινε μεγάλες δυνατότητες επιλογής. Το παρουσίασε με εναλλακτικές στο χρώμα της σέλας, του χρώματος των πάνελ στα πλαϊνά του φαίριννκ, και μαζί με τη σειρά των αξεσουάρ για την διαμόρφωση του αποθηκευτικού χώρου είχε σαν αποτέλεσμα την μεγάλη ποικιλία στην εμφάνιση των Scarver.
Η μοτοσυκλέτα είναι ιδιαίτερα χαμηλή και ταυτόχρονα στενή στο εμπρός μέρος της. Επιπρόσθετα, η δυνατότητα τοποθέτησης χαμηλότερης σέλας κατά τρία εκατοστά, μείωνε το συνολικό ύψος της στα 75 εκατοστά. Πραγματικά χαμηλό ύψος σέλας ασυνήθιστο για μοτοσυκλέτα, πιο συνηθισμένο σε cruiser και σκούτερ.
Η θέση οδήγησης είναι ιδιόμορφη και σε βάζει χαμηλά και “μέσα” στη μοτοσυκλέτα με τα πόδια να λυγίζουν λίγο προς τα πίσω και τα χέρια να τεντώνονται για να φθάσουν το τιμόνι. Το κόψιμό του είναι μεγάλο και σε συνδυασμό και με άλλα χαρακτηριστικά του σχεδιασμού του το Scarver είναι ιδιαίτερα ανάλαφρο και ευέλικτο όταν κυκλοφορεί στους δρόμους της πόλης. Ο κινητήρας του έχει ομαλότερη απόδοση στις χαμηλές στροφές από ότι στο παρελθόν, αλλά λειτουργεί καλύτερα πάνω από τις 3.000 στροφές. Ακόμη πιο ψηλά η απόδοσή του βελτιώνεται και δίνει στο Scarver απρόσμενα ψηλές ταχύτητες.
Το Scarver είναι μια μοτοσυκλέτα σχεδιασμένη για την πόλη, αλλά ξεπερνάει τα 180 χιλιόμετρα εύκολα. Η μικρή μασκούλα καταφέρνει να διώχνει κάπως τον αέρα από τον κορμό του αναβάτη μέχρι τα 140, αλλά μέχρι εκεί. Πάντως, η απόδοση του κινητήρα, μαζί με την απουσία κουραστικών κραδασμών και η αποδεδειγμένα άνετη σέλα τού δίνουν τη δυνατότητα να βγαίνει με αξιώσεις μακριά από το αστικό περιβάλλον. O συνεπιβάτης κάθεται αρκετά πιο ψηλά από τον αναβάτη σε επίσης άνετη σέλα, ενώ έχει και μεγάλες άνετες χειρολαβές, οι οποίες καταλήγουν στη σχάρα που ανήκει στον στάνταρ εξοπλισμό. Έχει καλά φώτα -η ρύθμιση του ύψους της δέσμης τους γίνεται πανεύκολα - την ευκολία που προσφέρει ο ιμάντας, τόσο σε ήχο και καθαριότητα, όσο και στην ανάγκη συντήρησης. Οι αναρτήσεις, που δεν επιδέχονται καμία ρύθμιση, παρουσιάζουν ανομοιογενή συμπεριφορά, με αυτήν του πίσω τροχού να έχει γενικά σφικτή λειτουργία και αίσθηση σε αντίθεση με το εμπρός μέρος. Το πιρούνι είναι μαλακό και βυθίζεται έντονα στο απότομο φρενάρισμα, ενώ και η κάμψη του είναι αισθητή. Αυτό βάζει και τα όρια, ξεκαθαρίζοντας ότι αυτά δεν είναι καλό να ξεπερνιούνται. Άλλωστε το Scarver είναι μια απόλυτα λάθος επιλογή για να διερευνήσεις τα όριά σου. Είναι μια αξιοπρόσεκτη επιλογή για καθημερινή μετακίνηση και δυνατότητες κάλυψης κάθε ασφάλτινης διαδρομής, με την ιδιαιτερότητα που χαρίζει η ιδιότυπη εμφάνισή του.
[blockquote]Ναι...
Για την καθημερινή πρακτικότητα
Όχι...
Εάν δεν συμβιβάζεσαι με την εμφάνισή του
Γιατί…
Εκτός από την πρακτικότητα σας ενδιαφέρει το στιλ
Τι να προσέξετε
O κινητήρας έχει αποδείξει την αξιοπιστία του, ακόμη και πριν την τοποθέτηση στο Scarver. Η συνολική ποιότητα της κατασκευής του δεν φθάνει αυτή των κορυφαίων μοντέλων της γερμανικής εταιρείας, παραμένοντας όμως σε καλό επίπεδο, ενώ στην ποιότητα των ημιδιάφανων πλαστικών της σχάρας έχουν δώσει τα ρέστα τους. Ελέγξτε εξονυχιστικά τη λειτουργία όλων των συστημάτων από τη σταθερότητα του ρελαντί, ως το ABS, τις ενδεικτικές λυχνίες έως και τη λειτουργία του ταχύμετρου. Κάθε έλλειψη σε αυτές τις λειτουργίες χρειάζεται σημαντικό κόστος για να επισκευαστεί.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 100 x 83
Κυβικά (cc): 652
Σχέση συμπίεσης: 11,5:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 1 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, με ντίζα
Σχέσεις ταχυτήτων: 5
Τελική μετάδοση: Οδοντωτός ιμάντας, γρανάζια


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ανοικτό διπλό, με τον κινητήρα ενεργό μέρος του, αφαιρούμενο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 27
Ίχνος (mm): 86
Μεταξόνιο (mm): 1.493
Ύψος σέλας (mm): 780 (750 με τη χαμηλή σέλα)
Απόσταση από το έδαφος (mm): 151
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 170/189
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 41
Διαδρομή (mm): 125
Ρυθμίσεις: καμία
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό, μονόμπρατσο ψαλίδι
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: καμία


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 300mm, δαγκάνα Brembo με δυο παράλληλα έμβολα,(ABS)
Πίσω: Δίσκος 240mm, δαγκάνα με ένα έμβολο


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 110/70-17
Ζάντα: 3 x 17
Πίσω
Ελαστικό: 160/60 - 17
Ζάντα: 4,5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο με ψηφιακό ολικό και μερικό χιλιομετρητή, στροφόμετρο, ρολόι, λυχνίες για φώτα, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα, πίεση λαδιού, σχάρα εργαλεία (πραγματικά)


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm): 50/6.800
Ροπή εργοστασίου (Kg.m/rpm): 6,3/5.500


Ο κινητήρας στο Scarver είχε τη μεγαλύτερη απόδοση από όλες τις μοτοσυκλέτες της σειράς F που τον χρησιμοποίησαν. Αρκετά ελαστικός χαμηλά με λιγότερα σκορτσαρίσματα από ότι στο παρελθόν, αισθάνεται καλύτερα όταν γυρνάει ψηλότερα από τις 4.000. Oι κραδασμοί του δεν είναι ενοχλητικοί, η κατανάλωσή του είναι καλή ακόμη και για την εποχή μας, ενώ παράπονα υπάρχουν από την απότομη επέμβαση του κόφτη αμέσως μετά τις 7.500 στροφές.


Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 48,1/7.000
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 5,9/5.400


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 5,4
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 272