Honda CBR 1000RR Fireblade 2004 - 2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

24/8/2010

Χρειάζεται ένα ουσιωδώς κοφτερό μυαλό για να καταφέρει να καταλήξει σε μια θεωρεία που να επαληθεύεται πάντα και ένας εξίσου ικανός μηχανικός για να σχεδιάσει μια superbike που οδηγείται γρήγορα απ’ όλους. Οι Ιάπωνες συναντούν τον Ευκλείδη και γεννιέται η πρώτη CBR 1000RR Fireblade!
[blockquote]ναι...
Για την γραμμική απόδοση του δυνατού κινητήρα.
Για τη φιλικότητά του στην καθημερινή μετακίνηση.
Γιατί εξακολουθεί να είναι σύγχρονο.
όχι....
Αν είστε ο τύπος που δεν σηκώνει από πολλά λόγια, δεν θέλετε φίλους και έχετε την απόλυτη πεποίθηση ότι είστε καλύτερος από πολλούς άλλους. Με άλλα λόγια ψάχνετε την απόλυτη λύση...
γιατί...
Γιατί θέλετε ένα superbike που μπορεί να έχει θέση για κλειδαριά και κινείται με ευκολία ανάμεσα στα αυτοκίνητα, αλλά δεν υστερεί στην πίστα και στην γρήγορη οδήγηση. Αν αλλάζετε από μικρότερη κατηγορία, τότε αυτή είναι μια από τις φιλικότερες μεταχειρισμένες που θα σας εισάγουν στα 1000 κυβικά με ασφάλεια.              
Τι πρέπει να προσέξετε
Είναι σημαντικό να ψάξετε για τυχόν πτώσεις, που επιμελώς προσπάθησε να κρύψει ο προηγούμενος ιδιοκτήτης. Χωρίς γενικευμένα μηχανικά προβλήματα και με τον κινητήρα να αντέχει σε μακρές περιόδους ανάμεσα στα service, αυτό που θα πρέπει να σας απασχολήσει περισσότερο είναι η χρήση που του επιφύλαξε ο προηγούμενος ιδιοκτήτης. Αν υπάρχουν εξαρτήματα aftermarket ρωτήστε να μάθετε που έγινε η εργασία και αν είστε κοντά στην απόφαση επισκεφτείτε ένα δυναμόμετρο, η αλήθεια θα φανεί κατευθείαν.[/blockquote]
Μετά την CBR 954RR του 2002 ήρθε επιτέλους το πλήρωμα του χρόνου για να ανέβει ο κυβισμός στα επίπεδα του ανταγωνισμού. Μέχρι τότε μπορεί οι superbike της Honda να μην υπολείπονταν σε δυνατότητες, αλλά τους έλειπε αυτό το μαγικό νούμερο στο αυτοκόλλητο της ουράς που περισσότερο μετρά στο νευρικό σύστημα του αναβάτη, παρά στο εύρος αξιοποιήσιμης ισχύος που παρέχει το δεξί γκριπ. Αυτό όμως που έμεινε ίδιο, και για άλλη μια φορά επιβεβαίωσε το μύθο της Honda, είναι η απαράμιλλη φιλικότητα και ο γραμμικός τρόπος λειτουργίας. Μπορεί τα κυβικά να έφτασαν τα 1000, αλλά αυτό ήταν και το μοναδικό βήμα που ακολουθούσε τον ανταγωνισμό. Το πλαίσιο, αν και εντελώς νέας σχεδίασης, παράμεινε γύρω από τον κινητήρα χρησιμοποιώντας τον ως ενεργό τμήμα του και όχι πάνω από αυτόν, όπως προέτασσε η μόδα. Το μειονέκτημα ήταν να ανεβαίνει το πλάτος στα 720 χιλιοστά, που μπορεί να μην ήταν το μεγαλύτερο σε superbike, αλλά ήταν πάνω από όλες τις υπόλοιπες τετρακύλινδρες. Βέβαια, η επιλογή αυτή της Honda δεν έγινε απλώς για να διαφοροποιηθεί από τους υπόλοιπους, αλλά γιατί ήταν μια καλά δοκιμασμένη λύση που είχε αποδείξει τα πλεονεκτήματα της χρήσης της στην RCV. Στην πράξη η αναδιάταξη του κινητήρα των 998 κυβικών και των αξόνων του κιβωτίου επέτρεψε να μειωθεί το μήκος του και έτσι να τοποθετηθεί μακρύτερο ψαλίδι τύπου Unit Pro Link, όπως και στην CBR 600RR που φυσικά το είχε “κλέψει” από την RC211V. Αυτή η νέα γεωμετρία έφερε το σώμα του αναβάτη πιο κοντά στον εμπρός τροχό, τα κλιπόν χαμηλότερα και τα μαρσπιέ ελάχιστα ψηλότερα αλλάζοντας τη θέση οδήγησης, διατηρώντας όμως τα επίπεδα άνεσης. Κάπως έτσι γίνεται κατανοητό ότι η ευκλείδειος γεωμετρία έχει μεταφραστεί αλάνθαστα στα Ιαπωνικά και μελετηθεί πλήρως από τον Kunitaka Hara, υπεύθυνο σχεδιασμού του πρώτου Fireblade του ενός λίτρου. Στη σέλα του βολεύονται οι περισσότεροι αναβάτες ανεξαρτήτως ύψους και μπορεί τα πόδια να ανοίγουν λίγο περισσότερο από το σύνηθες, αλλά καταφέρνει να συμπεριφέρεται ως ενιαίο σύνολο σε οποιαδήποτε κλίση αδιαφορώντας για τη θέση του γκαζιού. Αυτό ήταν το επόμενο και πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του CBR 1000RR, η απόλυτη γραμμικότητα. Με απόδοση 172 ίππων ο τετρακύλινδρος κινητήρας των 75 x 56,5mm έχει σίγουρα δύναμη και μάλιστα αρκετή. Την κρύβει όμως επιμελώς, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, που όποιος το οδήγησε για πρώτη φορά ορκιζόταν ότι δεν ξεπερνά με τίποτα τους 150 ίππους. Σωστά μοιρασμένη η δύναμη δεν λείπει πουθενά, ούτε και μετά τις 10.000 στροφές, αφού η μέγιστη απόδοση έρχεται στις 11.250 και συνεχίζει να βρίσκεται πολύ κοντά σε αυτό το νούμερο μέχρι τις 12.000. Οδηγώντας την καθημερινά -και μόνο τότε- καταλαβαίνεις τα πλεονεκτήματα από την έλλειψη έκρηξης στο γκάζι. Αδιαφορείς για την επιλεγμένη σχέση στο ακριβές κιβώτιο, αφού μπορείς να βρίσκεσαι πάντα μια ταχύτητα πάνω και εμπιστεύεσαι πλήρως την πληροφόρηση που σου δίνει το ανεστραμμένο πιρούνι των 43 χιλιοστών. Η σταθερότητα του CBR1000RR στις υψηλές ταχύτητες, τόσο στην ευθεία όσο και μέσα στη στροφή, δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της καλής λειτουργίας του πιρουνιού και της πιο αργής γεωμετρίας. Τη διαφορά κάνει το ηλεκτρονικά ελεγχόμενο σταμπιλιζατέρ, το HESD (Honda Electronic Steering Damper). Χωρίς να μπορεί να μιλήσει κανείς για καινοτομία, αφού τα περιστροφικά σταμπιλιζατέρ βρισκόταν ήδη στο εμπόριο, η εφαρμογή της Honda έκανε τη διαφορά μεταβιβάζοντας τον έλεγχο στην κεντρική μονάδα. Η ECU παίρνοντας τα δεδομένα ταχύτητας και επιτάχυνσης, από τους αισθητήρες αποφασίζει το μέγεθος της απόσβεσης μέσω ενός χάρτη τριών αξόνων. Αυτό σημαίνει ότι σε συνθήκες πόλης ή στο παρκάρισμα το τιμόνι του Fireblade δεν γίνεται βαρύ και δύσκολο στην περιστροφή. Χωρίς να υπάρχει το εξαίσιο σύστημα C-ABS που ήρθε το 2008, τα φρένα του προηγούμενου CBR 1000RR μπορεί από μόνα τους να μην αποτελούν είδηση για το χώρο της μοτοσυκλέτας, αλλά σίγουρα έχουν πολλά να πουν. Οι δύο δίσκοι των 310mm μπροστά με τις δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων και ο μονός 220mm πίσω, έχουν όση δύναμη χρειάζονται για να τιθασεύσουν, όχι μόνο την προίκα των 172 ίππων του εργοστασίου αλλά και όση περισσότερη του έχει δώσει ο ενθουσιώδης ιδιοκτήτης με προϊόντα aftermarket. Το CBR 1000RR έχει αποδείξει ότι ήταν μια πολύ καλή “πλατφόρμα” πειραματισμών με την ιπποδύναμη του κινητήρα, καθώς δεν αντιδρούσε με προβλήματα στην οποιαδήποτε αύξηση. “Το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτής της μοτοσυκλέτας ήταν ότι δεν χαλούσε... και μας χάλασε τη δουλειά” είναι το παράπονο των μηχανικών. Πράγματι, τα περισσότερα Fireblade που έμειναν καιρό στα συνεργεία ήταν γιατί είχαν έρθει σε σκληρή επαφή με την άσφαλτο και όχι για μηχανικά προβλήματα. Αυτό είναι και το πρώτο που πρέπει να προσέξει ο μελλοντικός ιδιοκτήτης ενός μεταχειρισμένου CBR 1000RR, αν έχει πέσει. Από εκεί και πέρα προβλήματα έχουν ακουστεί μόνο από αποτυχημένες προσπάθειες επέμβασης, όπως αλλαγμένο φιλτροκούτι και βαλβίδες. Το Ram Air μπορούσε να δώσει μέχρι και πέντε παραπάνω ίππους και η λειτουργία του είχε σχεδιαστεί με ευλάβεια από τη Honda, οπότε αν η μοτοσυκλέτα που θέλετε να αγοράσετε έχει οποιαδήποτε παρέμβαση βεβαιωθείτε ότι έχει γίνει σε συνεργείο που ήξερε καλά τι έκανε. Μια από τις λίγες μεταχειρισμένες superbike που μπορεί επάξια να ανταγωνιστεί μεταγενέστερες μοτοσυκλέτες, το CBR 1000RR δεν έχει τίποτα να ζηλέψει και μπορεί να σας προσφέρει τα ίδια επίπεδα συγκίνησης σε ένα οικονομικότερο πακέτο. Με ρύθμιση βαλβίδων στις 24.000 χιλιόμετρα και αλλαγή λαδιού κάθε 12.000 κοστίζει λίγα για να το αποκτήσετε και ακόμα πιο λίγα για να το συντηρήσετε. Μήπως ήρθε η ώρα για superbike;


ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος εν σειρά με 2 ΕΕΚ και 4 Β/Κ
Διάμετρος x Διαδρομή (mm): 75 x 56,5
Χωρητικότητα (cc): 998
Σχέση συμπίεσης: 11,9:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία: Ψεκασμός με διπλές πεταλούδες και δύο σειρές ψεκαστήρων
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 2 σε 1 με τριοδικό καταλύτη
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος με υδραυλική οδήγηση
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,500


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αλουμινένιο ασύμμετρο ψαλίδι, αλουμινένιο αφαιρούμενο υποπλαίσιο
Βάρος κενή (kg): 179
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l): 18 / 3,5


ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm): 120
Διάμετρος (mm): 43
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω
Τύπος: Unit Pro Link με ένα αμορτισέρ με ενσωματωμένο δοχείο αζώτου
Διαδρομή (mm): 135
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 310mm, δαγκάνες Tokico τεσσάρων εμβόλων με ακτινική στήριξη, ακτινική αντλία Nissin
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα Nissin ενός εμβόλου με γλίστρα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: Τρίμπρατση αλουμινίου 3,50 x 17
Ελαστικό / διάσταση: Pirelli Diablo Corsa / 120/70 ZR17
Πίσω
Ζάντα: Τρίμπρατση αλουμινίου 6,00 x 17
Ελαστικό / διάσταση: Pirelli Diablo Corsa / 190/50 ZR17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ Αναλογικό στροφόμετρο, ψηφιακές ενδείξεις για ταχύμετρο / μερικό και δύο ολικούς χιλιομετρητές, θερμοκρασία ψυκτικού / ρολόι, ρυθμιζόμενη ενδεικτική λυχνία αλλαγής ταχυτήτων / μεγάλη σκάλα / φλας / νεκρά, HISS, HESD, θέση για μεταφορά "πετάλου"


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ


Ισχύς εργοστασίου (hp/rpm): 172 / 11.250
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 11,7 / 8.500




ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (km/l)
Μέση: 11,17


ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 201

BMW CS 650 Scarver 2002 - 2005

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Το 2002 εμφανίστηκε στους δρόμους το Scarver, ένα μοντέλο της BMW που δεν έμοιαζε, όχι μόνο με κανένα από τα υπάρχοντα μοντέλα της γερμανικής εταιρείας, αλλά ούτε και με άλλη μοτοσυκλέτα. Σχεδιάστηκε για χρήση στην πόλη έχοντας δώσει έμφαση τόσο στη λειτουργικότητα όσο και στο στιλ
Χρησιμοποιώντας τον γνωστό μονοκύλινδρο κινητήρα της Rotax, με τα 652 κυβικά, τροφοδοσία από ψεκασμό και με καταλύτη στην εξάτμιση, εμφανίστηκε ταχύτερη από όλες τις μοτοσυκλέτες της σειράς F που χρησιμοποιούσαν τον ίδιο κινητήρα. Σημαντικότερο όμως από τον κινητήρα και τις καλές επιδόσεις του Scarver είναι η εμφάνιση και η λειτουργικότητά του. Το αλουμινένιο χυτό μονόμπρατσο ψαλίδι και ο ιμάντας για την μετάδοση είναι μια σχεδιαστική λύση που τράβηξε το βλέμμα, όπως βέβαια και η… τρύπα στη θέση του ρεζερβουάρ, καθώς το πραγματικό ρεζερβουάρ είναι πλαστικό, τοποθετημένο κάτω από τη σέλα. Ο κενός χώρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και να διαμορφωθεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους εύκολα, χάρη στη σειρά των αξεσουάρ που σχεδίασε η BMW για αυτό το σκοπό. Πρόσφερε έτσι κάποιες από τις ευκολίες που απολαμβάνουν οι χρήστες των σκούτερ στον αναβάτη που κινείται στο αστικό περιβάλλον μαζί της.
Εκτός από την έμφαση στη λειτουργικότητα, το Scarver χαρακτηρίζεται από την trendy και cool εμφάνισή του. Σε κάποια σημεία της να θυμίζει έντομο και σε άλλα εικόνα από ταινία επιστημονικής φαντασίας, η BMW έδινε μεγάλες δυνατότητες επιλογής. Το παρουσίασε με εναλλακτικές στο χρώμα της σέλας, του χρώματος των πάνελ στα πλαϊνά του φαίριννκ, και μαζί με τη σειρά των αξεσουάρ για την διαμόρφωση του αποθηκευτικού χώρου είχε σαν αποτέλεσμα την μεγάλη ποικιλία στην εμφάνιση των Scarver.
Η μοτοσυκλέτα είναι ιδιαίτερα χαμηλή και ταυτόχρονα στενή στο εμπρός μέρος της. Επιπρόσθετα, η δυνατότητα τοποθέτησης χαμηλότερης σέλας κατά τρία εκατοστά, μείωνε το συνολικό ύψος της στα 75 εκατοστά. Πραγματικά χαμηλό ύψος σέλας ασυνήθιστο για μοτοσυκλέτα, πιο συνηθισμένο σε cruiser και σκούτερ.
Η θέση οδήγησης είναι ιδιόμορφη και σε βάζει χαμηλά και “μέσα” στη μοτοσυκλέτα με τα πόδια να λυγίζουν λίγο προς τα πίσω και τα χέρια να τεντώνονται για να φθάσουν το τιμόνι. Το κόψιμό του είναι μεγάλο και σε συνδυασμό και με άλλα χαρακτηριστικά του σχεδιασμού του το Scarver είναι ιδιαίτερα ανάλαφρο και ευέλικτο όταν κυκλοφορεί στους δρόμους της πόλης. Ο κινητήρας του έχει ομαλότερη απόδοση στις χαμηλές στροφές από ότι στο παρελθόν, αλλά λειτουργεί καλύτερα πάνω από τις 3.000 στροφές. Ακόμη πιο ψηλά η απόδοσή του βελτιώνεται και δίνει στο Scarver απρόσμενα ψηλές ταχύτητες.
Το Scarver είναι μια μοτοσυκλέτα σχεδιασμένη για την πόλη, αλλά ξεπερνάει τα 180 χιλιόμετρα εύκολα. Η μικρή μασκούλα καταφέρνει να διώχνει κάπως τον αέρα από τον κορμό του αναβάτη μέχρι τα 140, αλλά μέχρι εκεί. Πάντως, η απόδοση του κινητήρα, μαζί με την απουσία κουραστικών κραδασμών και η αποδεδειγμένα άνετη σέλα τού δίνουν τη δυνατότητα να βγαίνει με αξιώσεις μακριά από το αστικό περιβάλλον. O συνεπιβάτης κάθεται αρκετά πιο ψηλά από τον αναβάτη σε επίσης άνετη σέλα, ενώ έχει και μεγάλες άνετες χειρολαβές, οι οποίες καταλήγουν στη σχάρα που ανήκει στον στάνταρ εξοπλισμό. Έχει καλά φώτα -η ρύθμιση του ύψους της δέσμης τους γίνεται πανεύκολα - την ευκολία που προσφέρει ο ιμάντας, τόσο σε ήχο και καθαριότητα, όσο και στην ανάγκη συντήρησης. Οι αναρτήσεις, που δεν επιδέχονται καμία ρύθμιση, παρουσιάζουν ανομοιογενή συμπεριφορά, με αυτήν του πίσω τροχού να έχει γενικά σφικτή λειτουργία και αίσθηση σε αντίθεση με το εμπρός μέρος. Το πιρούνι είναι μαλακό και βυθίζεται έντονα στο απότομο φρενάρισμα, ενώ και η κάμψη του είναι αισθητή. Αυτό βάζει και τα όρια, ξεκαθαρίζοντας ότι αυτά δεν είναι καλό να ξεπερνιούνται. Άλλωστε το Scarver είναι μια απόλυτα λάθος επιλογή για να διερευνήσεις τα όριά σου. Είναι μια αξιοπρόσεκτη επιλογή για καθημερινή μετακίνηση και δυνατότητες κάλυψης κάθε ασφάλτινης διαδρομής, με την ιδιαιτερότητα που χαρίζει η ιδιότυπη εμφάνισή του.
[blockquote]Ναι...
Για την καθημερινή πρακτικότητα
Όχι...
Εάν δεν συμβιβάζεσαι με την εμφάνισή του
Γιατί…
Εκτός από την πρακτικότητα σας ενδιαφέρει το στιλ
Τι να προσέξετε
O κινητήρας έχει αποδείξει την αξιοπιστία του, ακόμη και πριν την τοποθέτηση στο Scarver. Η συνολική ποιότητα της κατασκευής του δεν φθάνει αυτή των κορυφαίων μοντέλων της γερμανικής εταιρείας, παραμένοντας όμως σε καλό επίπεδο, ενώ στην ποιότητα των ημιδιάφανων πλαστικών της σχάρας έχουν δώσει τα ρέστα τους. Ελέγξτε εξονυχιστικά τη λειτουργία όλων των συστημάτων από τη σταθερότητα του ρελαντί, ως το ABS, τις ενδεικτικές λυχνίες έως και τη λειτουργία του ταχύμετρου. Κάθε έλλειψη σε αυτές τις λειτουργίες χρειάζεται σημαντικό κόστος για να επισκευαστεί.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 100 x 83
Κυβικά (cc): 652
Σχέση συμπίεσης: 11,5:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 1 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, με ντίζα
Σχέσεις ταχυτήτων: 5
Τελική μετάδοση: Οδοντωτός ιμάντας, γρανάζια


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ανοικτό διπλό, με τον κινητήρα ενεργό μέρος του, αφαιρούμενο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 27
Ίχνος (mm): 86
Μεταξόνιο (mm): 1.493
Ύψος σέλας (mm): 780 (750 με τη χαμηλή σέλα)
Απόσταση από το έδαφος (mm): 151
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 170/189
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 41
Διαδρομή (mm): 125
Ρυθμίσεις: καμία
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό, μονόμπρατσο ψαλίδι
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: καμία


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 300mm, δαγκάνα Brembo με δυο παράλληλα έμβολα,(ABS)
Πίσω: Δίσκος 240mm, δαγκάνα με ένα έμβολο


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 110/70-17
Ζάντα: 3 x 17
Πίσω
Ελαστικό: 160/60 - 17
Ζάντα: 4,5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο με ψηφιακό ολικό και μερικό χιλιομετρητή, στροφόμετρο, ρολόι, λυχνίες για φώτα, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα, πίεση λαδιού, σχάρα εργαλεία (πραγματικά)


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm): 50/6.800
Ροπή εργοστασίου (Kg.m/rpm): 6,3/5.500


Ο κινητήρας στο Scarver είχε τη μεγαλύτερη απόδοση από όλες τις μοτοσυκλέτες της σειράς F που τον χρησιμοποίησαν. Αρκετά ελαστικός χαμηλά με λιγότερα σκορτσαρίσματα από ότι στο παρελθόν, αισθάνεται καλύτερα όταν γυρνάει ψηλότερα από τις 4.000. Oι κραδασμοί του δεν είναι ενοχλητικοί, η κατανάλωσή του είναι καλή ακόμη και για την εποχή μας, ενώ παράπονα υπάρχουν από την απότομη επέμβαση του κόφτη αμέσως μετά τις 7.500 στροφές.


Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 48,1/7.000
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 5,9/5.400


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 5,4
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 272