Honda FMX 650 2005 - 2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Φθηνό εισιτήριο: Η Honda ακολουθώντας το διογκούμενο ρεύμα των supermoto που αναπτυσσόταν κυρίως στην Ευρώπη, παρουσίασε τη δική της άποψη στη μορφή του FMX 650


Εκείνη την εποχή τα “σωστά” supermoto ερχόντουσαν από τις ευρωπαϊκές εταιρείες με τις πιο χαρακτηριστικές μοτοσυκλέτες να κατασκευάζονται κυρίως από την KTM και την Husqvarna. Ένα χρόνο πριν την παρουσίαση του FMX 650 είχε εμφανιστεί και το XT660X της Yamaha αποτελώντας μια πιο εύκολη και προσιτή λύση από τις αυστηρές και ακριβότερες ευρωπαϊκές μοτοσυκλέτες. Ο απλούστερος τρόπος για την κατασκευή ενός supermoto άρχιζε με μια enduro μοτοσυκλέτα στην οποία έμπαιναν τροχοί 17 ιντσών, ισχυρότερα φρένα και αναρτήσεις με μικρότερες διαδρομές και ισχυρότερες αποσβέσεις. Τέτοιες μοτοσυκλέτες έχουν μικρό βάρος, υψηλής απόδοσης κινητήρες και την κατάλληλη εργονομία που επιτρέπει να οδηγούνται με τον ιδιαίτερο τρόπο των supermoto, δηλαδή να πηγαίνουν όχι μόνο ευθεία, αλλά και στο πλάι, με ελεγχόμενη πλαγιολίσθηση και “ανάποδα” τιμόνια. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες είχαν στην γκάμα τους αγωνιστικές supermoto, αλλά και ηπιότερες εκδόσεις που κυκλοφορούσαν νομίμως και στους δρόμους διατηρώντας πολλά από τα γονίδια των αγωνιστικών.
Η Honda δεν θέλησε να φτιάξει μια μοτοσυκλέτα για να αντιπαρατεθεί στα ίσα με τις ευρωπαϊκές, αλλά μια ελκυστική στην όψη μοτοσυκλέτα που θα ακολουθούσε τα πρότυπα που είχαν τεθεί στην κατηγορία και συγχρόνως θα ήταν φιλική, ευκολότερη στην οδήγηση και με πιο προσιτή τιμή. Αυτό ακριβώς ήταν το FMX όταν άρχισε να εμφανίζεται στους δρόμους στην αρχή του 2005, μια fun μοτοσυκλέτα, όπως την χαρακτήρισε η ίδια η Honda. Ο κινητήρας που χρησιμοποιήθηκε στο FMX υπήρχε ήδη και είναι αυτός που φορούσαν τα NX650 Dominator από το 1998 έως το 2003, κατασκευασμένα σε Ιαπωνία ή Ιταλία. O αερόψυκτος αυτός μονοκύλινδρος με τη χαρακτηριστική ακτινική διάταξη των τεσσάρων βαλβίδων του και το ξερό κάρτερ έχασε μέρος από την αρχική του απόδοση πριν τοποθετηθεί στο FMX, και κάλυπτε τις προδιαγραφές Euro 2. Η τροφοδοσία του ανατέθηκε σε ένα καρμπυρατέρ υποπίεσης, γεγονός που έδειχνε από την παρουσίασή του ακόμη ότι πρόκειται για ένα μοντέλο που δεν θα έμενε για πολύ στην γκάμα της Honda. Πράγματι, η παραγωγή του διήρκησε μόνο τρία χρόνια και δεν προσαρμόστηκε ποτέ στις Euro 3, ούτε αντικαταστάθηκε από κάποιο άλλο μοντέλο. Στην μοναδική της ενασχόληση με τις μοτοσυκλέτες τύπου supermoto η Honda ακολούθησε, όπως κατά κανόνα συνηθίζει, τον δικό της δρόμο. Από την επιλογή του κινητήρα είναι φανερό ότι δεν θέλησε να μπλέξει στα “χωράφια” της υψηλής απόδοσης των Ευρωπαίων. Από αυτή την επιλογή καθορίστηκε και η συνολική κατασκευή του FMX. Έφτιαξε ένα καινούργιο κλειστό ατσάλινο πλαίσιο, με το λάδι του κινητήρα να αποθηκεύεται σε αυτό, με αφαιρούμενο ατσάλινο υποπλαίσιο και ατσάλινο ψαλίδι. Από τη Showa ήρθαν οι αναρτήσεις με το ανεστραμμένο πιρούνι να μην έχει καμιά ρύθμιση, ενώ το αμορτισέρ διαθέτει μόνο ρύθμιση της προφόρτισης για το ελατήριό του. Αντίστοιχα, χαμηλού κόστους και εντελώς συμβατική ήταν και η επιλογή των φρένων.
Στον τομέα που έδωσε όμως μεγάλη σημασία η Honda ήταν στην εμφάνιση, και κατάφερε να φτιάξει ένα ξεχωριστό σχήμα, ελκυστικό αλλά όχι προκλητικό. Διατηρώντας τους δυο σωλήνες εξαγωγής του μεγάλου κυλίνδρου έφτιαξε το χαρακτηριστικό σύστημα με τα δυο τελικά, ενώ μπροστά έδωσε την χαρακτηριστική εικόνα με τα δυο φτερά πάνω από τον τροχό. Στην πράξη το FMX είναι μια ευχάριστη μοτοσυκλέτα για την πόλη και μικρές εκδρομές με τον κινητήρα να δίνει γρήγορες και εύκολες επιταχύνσεις, χάρη στη ροπή που αποδίδει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. Είναι σχετικά εύστροφος, η απόδοσή του δεν μειώνεται απότομα και μπορεί να φθάνει εύκολα μέχρι τον κόφτη. Το πλαίσιο, οι αναρτήσεις και η εργονομία του δίνουν περιθώρια για να οδηγηθεί με τρόπο supermoto, γλιστρώντας με το πλάι και επιταχύνοντας δυνατά χάρη στη ροπή του δίνοντας τη δυνατότητα για διασκεδαστική οδήγηση ακόμα και στις διαδρομές ρουτίνας. Τα όρια στη διασκέδαση βάζει πρώτα το μεγάλο βάρος που θα “κουράσει” εύκολα τα φρένα, ενώ το αμορτισέρ στην σκληρή χρήση θα εμφανίσει τις αδυναμίες του. Η μικρή αυτονομία και οι μαζεμένες διαστάσεις του - η σέλα είναι αρκετή για δυο μόνο όταν είναι αγαπημένοι - δεν του δίνουν ταξιδιωτικές αρετές. Αντίθετα, η απλή τεχνολογία, η χαμηλή απόδοση και η τροφοδοσία από καρμπυρατέρ αφήνουν σημαντικές δυνατότητες αναβαθμίσεων για όποιον “την ψάξει” μαζί του.
[blockquote]Ναι
Στο στιλ του και την ευκολία οδήγησης
Όχι
Στην χαμηλή απόδοση του κινητήρα
Γιατί
Είναι η μοναδική supermoto της Honda

 

Τι να προσέξετε
Υπάρχουν πολλές FMX650 που αναζητούν νέους ιδιοκτήτες και σε πολύ μεγάλο εύρος τιμών. Το γεγονός αυτό κάνει ευκολότερη την εύρεση κάποιας, είτε γυαλιστερής και ανέπαφης σαν να βγήκε από τη βιτρίνα, είτε τροποποιημένης. Η πλέον αγαπημένη μετατροπή είναι αυτή των εξατμίσεων, μάλιστα έχουν πουληθεί επίσημα μερικές με τελικά της Nikko. Παρατηρήστε τον κινητήρα για διαρροές λαδιού, κάτι που μαρτυρά “πλάκωμα” χωρίς προθέρμανση και σε περίπτωση μοτοσυκλέτας με μετατροπές ζητήστε και τα εργοστασιακά εξαρτήματα. Από τα αξεσουάρ που προσέφερε η Honda ξεχώριζε η σχάρα και η χαμηλότερη κατά 20 χιλιοστά σέλα.[/blockquote]


ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Tετράχρονος, μονοκύλινδρος, αερόψυκτος με 1EEK/4 βαλβίδες σε ακτινική διάταξη
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 100 x 82
Κυβικά (cc): 644
Σχέση συμπίεσης: 8,3:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Καρμπυρατέρ 40mm υποπίεσης
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 2


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος με ντίζα
Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια /14/42


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο μονής ραχοκοκαλιάς, κλειστό
Γωνία κάστερ (o): 29,06
Ίχνος (mm): 97
Μεταξόνιο (mm): 1.490
Ύψος σέλας (mm): 875
Βάρος κατασκευαστή κενή / γεμάτη (kg): 163/170
Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 177
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 11/3,8
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο πιρούνι Showa
Διάμετρος (mm): 45
Διαδρομή (mm): 218
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 186
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 296mm, δαγκάνα με δυο παράλληλα έμβολα Nissin
Πίσω: Δίσκος 220mm, με δαγκάνα ενός εμβόλου Nissin


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70 -17
Ζάντα: 3,5 x 17
Πίσω
Ελαστικό: 150/60-17
Ζάντα: 4 x17’’


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό στροφόμετρο, ολικός και μερικός χιλιομετρητής, ενδεικτικές λυχνίες για μεγάλη σκάλα / φλας / πίεση λαδιού, immobiliser


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 37,6/5.750
Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 5,3/4.500


ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 32,6/5.000
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5/4.300



Ο αερόψυκτος κινητήρας με την απόδοσή του δεν “βάζει φωτιά στην άσφαλτο”. Χρονισμένος να αποδίδει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές αποδίδει σημαντική ροπή πριν από τις 2.500 στροφές, ενώ η ισχύς του μένει πρακτικά σταθερή από τις πέντε έως τις επτά χιλιάδες στροφές, προσφέροντας γραμμική επιτάχυνση. Σημαντικό χαρακτηριστικό του είναι ότι δεν κρεμάει την απόδοσή του απότομα, αλλά ομαλά μέχρι να φθάσει στις 7900 που επεμβαίνει ο κόφτης.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 4,6
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 155



Aprilia Tuono 1000 R 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Κινητήρας “διαμάντι”: Το Tuono πρωτοεμφανίστηκε στην γκάμα της Aprilia αρχικά το 2002 και ήταν βασισμένο στην superbike Mille που είχε προηγηθεί η παρουσίασή της το 1999. Η Aprilia παρουσίασε την επόμενη γενιά Mille το 2004 και δυο χρόνια αργότερα ήρθε η σειρά για τη παρουσίαση της δεύτερης γενιάς Tuono, που έμεινε στην παραγωγή μέχρι πέρσι
Στη δεύτερη γενιά, από το 2006 και μετά, καταργήθηκε το RSV και έμεινε μόνο το όνομά του να το χαρακτηρίζει, ενώ η Aprilia ακολούθησε την ίδια συνταγή με την οποία έφτιαξε και το πρώτο. Η συνταγή αυτή ήθελε τα Tuono να προέρχονται από τη μετατροπή του superbike σε streetfighter. Έτσι και το Tuonο της δεύτερης γενιάς έχει το πλαίσιο - κόσμημα του Mille, ένα πλαίσιο με αρετές γεννημένες σε πίστες και πρωταθλήματα. Χάρη σε αυτό το άκαμπτο πλαίσιο το Tuono αποκαλύπτει άριστη συμπεριφορά σε ψηλές και πολύ υψηλές ταχύτητες για τις οποίες είναι ικανό. Δεν είναι η πιο κατάλληλη μοτοσυκλέτα για ήσυχες βόλτες, αλλά είναι πολύ καλό για ανήσυχες, από εκείνες όπου οι αισθήσεις πρέπει να είναι ζωντανές. Έχοντας αλλαγμένη θέση οδήγησης σε σχέση με τη Mille, βάζει τον αναβάτη με τον κορμό πιο όρθιο, ενώ τα χέρια δεν χρειάζεται να κατέβουν για να πιάσουν το μεγάλο τιμόνι. Το Tuono της δεύτερης γενιάς, έχασε μερικές από τις τουριστικές δυνατότητες που είχε το προηγούμενο για χάρη του εκσυγχρονισμού του και της περισσότερο μοντέρνας εμφάνισής του. Μικρότερο έγινε το mini -αλλά σταθερό- φαίρινγκ, ενώ η σμίκρυνση της ουράς συρρίκνωσε και την σέλα του συνεπιβάτη. Οδηγοκεντρική θα λέγαμε ότι είναι η Tuono, θέλοντας να προσφέρει τα πολλά στον αναβάτη της, καθώς έχει στη διάθεσή του για να απολαμβάνει την οδήγησή, πέρα από το πλαίσιο και τις αναρτήσεις του, τα ακτινικά φρένα της Brembo, αλλά πάνω από όλα τον κινητήρα του. Ο μεγάλος δικύλινδρος αναβαθμίστηκε προηγουμένως για να τοποθετηθεί στο Mille και με λίγες αλλαγές για να ταιριάζει η απόδοσή του στον χαρακτήρα της streetfighter. Tου δόθηκε η ονομασία V60o Magnesium, με αφορμή την κατασκευή των καπακιών του από μαγνήσιο. Οι αλλαγές όμως ήταν πολύ περισσότερες, κυρίως σε κεφαλές, εξατμίσεις και ψεκασμό και το αποτέλεσμα είναι ποίημα. Δεν υπάρχει άλλος μεγάλος δικύλινδρος κινητήρας που προέρχεται από τα superbike, ο οποίος να δουλεύει τόσο γλυκά, ακόμη και κάτω από τις δυο χιλιάδες στροφές. Κυριολεκτικά η απόδοσή του είναι βελούδινη και ο αναβάτης του Tuono μπορεί να απολαμβάνει ήσυχες βόλτες, ακόμη και μέσα στην πόλη.
Το καλό του χαρτί όμως είναι η απόδοσή του στις μεσαίες όπου μόνο ο ήχος του θυμίζει ότι είναι ένας μεγάλος δικύλινδρος. Ομαλός και ροπάτος, με ρωμαλέα απόδοση, καλή απόκριση, χωρίς κραδασμούς και με απόδοση κοντά σε αυτήν των τετρακύλινδρων που έχουν οι ανταγωνιστές του από την Ιαπωνία. Ο κινητήρας αυτός πέρα από την ισχύ του έχει να επιδείξει και μια πάρα πολύ καλή αξιοπιστία, και υπάρχουν τέτοιες μοτοσυκλέτες που έχουν περάσει τις εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα δίχως πρόβλημα ή κάποια επισκευή. Το μικρό του φαίρινγκ προσφέρει κάποια προστασία έως τα 140 χιλιόμετρα, ενώ από εκεί και πάνω τα πράγματα δυσκολεύουν για την άνεση του αναβάτη. Δεν δυσκολεύουν όμως καθόλου για το Tuono που μπορεί να στείλει την ψηφιακή ένδειξη του ταχύμετρου ακόμη και πάνω από τα 270 χιλιόμετρα. Την σταθερότητα που επιδεικνύει σε αυτές τις πολύ υψηλές ταχύτητες την οφείλει στο πλαίσιο, ενώ την βοηθάει και το σταμπιλιζατέρ της Sachs που βρίσκεται κάτω από την κάτω πλάκα του πιρουνιού του. Δίνοντας τη θέση του στο πιο προκλητικό νέο Tuono V4R, το τελευταίο δικύλινδρο Tuono παραμένει μια μεγάλη streetfighter, με κορυφαία εργονομία όπου πάνω της βολεύονται όλα τα αναστήματα, έναν “άσπαστο” κινητήρα και πολύ καλοφτιαγμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Aprilia έδινε τέσσερα χρόνια εγγύηση. Είχε και καλή τιμή τότε και υπάρχουν αρκετά μεταχειρισμένα και με μεγάλο εύρος τιμών, αλλά κι με πολλές βελτιώσεις διαφόρων επιπέδων.  
Η έκδοση Factory
Σπανιότερη και πολύ ακριβότερη είναι η έκδοση Factory του Tuono. Παρουσιάστηκε λίγους μήνες πριν από την απλή έκδοση και ξεχωρίζει όχι μόνο από τα ανθρακονήματα σε καπάκια και φτερό, αλλά και από τις “χρυσές” αναρτήσεις της Ohlins εμπρός και πίσω και τις σφυρήλατες ζάντες της Oz. H απόδοση του κινητήρα ήταν ίδια, όπως και στο απλό μοντέλο.
[blockquote]Ναι...
Για τις επιδόσεις και την αξιοπιστία της
Όχι...
Εάν δεν θέλεις μια “αντρίκια” streetfighter
Γιατί…
Έχει απολαυστικό κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η Aprilia έφτιαξε το Tuono ακολουθώντας πολύ υψηλής ποιότητας υλικά και το φινίρισμά του ήταν άριστο. Και επειδή η “μισή χαρά” ενός ιδιοκτήτη είναι η σωστή εμφάνιση αξίζει να ψάξει κάποιος για ένα όσο γίνεται πιο ανέπαφο Tuono. Η καλή του κατασκευή συνοδεύεται και από αξιοπιστία, ειδικά του κινητήρα. Εάν είναι σωστά συντηρημένος, η διάρκεια της ζωής του είναι πολύ μεγάλη και υπάρχουν τέτοιοι κινητήρες, απροβλημάτιστοι με πάρα πολλά χιλιόμετρα στην πλάτη τους. Εάν όμως πάθει κάτι, τα ανταλλακτικά του είναι ιδιαίτερα ακριβά, οπότε ο ευλαβικός του έλεγχος είναι απαραίτητος. Με πίσω ελαστικό πλάτους 180 το Τuono αποκτά λιγότερο “βαριά” αίσθηση και αλλάζει κλίσεις γρηγορότερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V60o , υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97 x 67,5
Κυβικά (cc): 997,62
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια



ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 103,7
Μεταξόνιο (mm): 1.410
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 185/197,6
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 213,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 18/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 133
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με δύο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 16
Πίσω
Ελαστικό: 190/50 - 17
Ζάντα: 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ρολόι, ενδείξεις για μέγιστη ταχύτητα / μέση ωριαία, υπολογιστής ταξιδιού, χρονόμετρο, shift light, δείκτης βενζίνης / ρεζέρβα






ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ




Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 115,5/9.700
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,1 /8.500


Ο μεγάλος δικύλινδρος έχει πολύ καλή απόδοση και λειτουργία ακόμη και στις χαμηλές στροφές κάνοντας εύκολα ήρεμες βόλτες. Ο ξεχωριστός του χαρακτήρας όμως είναι η απολαυστική του απόδοση στις μεσαίες και είναι ακριβώς αυτό που δίνει τον εκρηκτικό χαρακτήρα στη μοτοσυκλέτα.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 225