Suzuki DL 650 V-Strom 2007 - 2011

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Μια ολόκληρη εποχή: Η Suzuki, με την παρουσίασή του V-Strom 650 το 2003, έδωσε μια πολύ πειστική απάντηση στο ερώτημα “πως θέλουν οι μοτοσυκλετιστές να είναι και τι δυνατότητες να έχει, μια μοτοσυκλέτα μεσαίου κυβισμού on-off”
Tο μικρότερο των V-Strom -η παρουσίαση του 1000 είχε προηγηθεί από το 2002- άρχισε να σημειώνει μια πολύ καλή εμπορική πορεία, ενώ στην Ελλάδα η αποδοχή του ήταν ουσιαστικά ενθουσιώδης κάνοντας ρεκόρ πωλήσεων όλα αυτά τα χρόνια. Η Suzuki απολάμβανε την επιτυχία της και βλέποντας ότι αυτή συνεχίζεται, ουσιαστικά διατήρησε το μοντέλο με ανεπαίσθητες αλλαγές μέχρι να αποφασίσει να παρουσιάσει το επόμενο, αυτό του 2012 για το οποίο έχουμε δημοσιεύσει ήδη τις πρώτες οδηγικές εμπειρίες. Ακόμη και στο καινούργιο μοντέλο η Suzuki διατήρησε ουσιαστικά την ίδια δομή στο πλαίσιο, τον κινητήρα, τις διαστάσεις των τροχών και τις αναρτήσεις του. Στην μακρόχρονη καριέρα του η μόνη καμπή στα χαρακτηριστικά του έγινε το 2007, και για την ακρίβεια από το μέσο της χρονιάς, όπου ουσιαστικά προετοιμάστηκε από την Suzuki για να καλύπτει τις Euro III προδιαγραφές. Ο V2 -που κινεί μοντέλα της Suzuki από το 1998- απέκτησε δεύτερο μπουζί σε κάθε κεφαλή και αισθητήρα λ στην εξάτμιση, όπως και στα Gladius. Τότε προστέθηκε και η επιλογή έκδοσης με ABS, ενώ το ψαλίδι απέκτησε μεγαλύτερο μήκος κατά 15 χιλιοστά, αυξάνοντας το μεταξόνιο στα 1555 χιλιοστά. Από το 2007 και μετά, η εταιρεία αύξησε την απόδοση της γεννήτριας και το 2009 έβαλε διάφανα κρύσταλλα στα φλας, διαφοροποίησε το έμβλημά της στο ρεζερβουάρ, ενώ η μοναδική διαθέσιμη ήταν μόνο η έκδοση με ABS.
H Suzuki διαφήμισε αρχικά τη νέα της μοτοσυκλέτα σαν Sport Enduro Tourer, μα πέρα από κάθε χαρακτηρισμό που ακολουθεί κλισέ, το V-Strom 650 είχε κάποια χαρακτηριστικά που οδήγησαν στην επιτυχία του. Είχε και έχει έναν καλό και δυνατό κινητήρα. Μπορεί να έχασε τρεις - τέσσερις ίππους στην έκδοση μετά το 2007 από την μέγιστη απόδοσή του, αλλά ταυτόχρονα μειώθηκε η κατανάλωσή του. Παραμένει, όμως, δυνατός για τον κυβισμό του, ιδιαίτερα ευχάριστος και ελαστικός από τις χαμηλές στροφές της λειτουργίας του και ιδιαίτερα εύστροφος στις ψηλότερες στροφές. Οι καλές επιδόσεις του κινητήρα συνοδεύονται από τους μεγάλους χώρους του, το πλατύ φαίρινγκ και τη μεγάλη αυτονομία, δίνοντάς του ουσιαστικές ταξιδιωτικές δυνατότητες. Εκτός από αυτές τις αρετές, το V-Strom καταφέρνει να δώσει στον κάτοχό του την αίσθηση μεγαλύτερης μοτοσυκλέτας. Έχει αλουμινένιο πλαίσιο και ψαλίδι, αφαιρούμενο υποπλαίσιο, μεγάλη σχάρα, ρυθμιζόμενη ζελατίνα, πλούσια σε ενδείξεις όργανα, προφόρτιση ελατηρίου στο αμορτισέρ με εύκολο στη χρήση περιστροφικό διακόπτη, χαρακτηριστικά δηλαδή που συναντάμε σε μεγαλύτερου κυβισμού μοτοσυκλέτες. Στην πράξη οι αναβάτες των V-Strom 650 συγχρωτίστηκαν με αναβάτες μεγαλύτερων μοτοσυκλετών ακολουθώντας τις παρέες δίχως να υστερούν σημαντικά σε επιδόσεις και δυνατότητες.
Σίγουρα δεν είναι η καλύτερη μοτοσυκλέτα του κόσμου, αλλά αποδεδειγμένα έχει κερδίσει την επιλογή χιλιάδων Ελλήνων αναβατών για να ζήσουν μαζί της και να την οδηγούν κάθε μέρα. Μπορεί να έχει βαριά αίσθηση όταν κινείται με μικρές ταχύτητες, η αίσθηση των φρένων να μην είναι ιδιαίτερα καλή, το πιρούνι να υπολείπεται σε ακαμψία και η εμφάνισή της να μην ενθουσιάζει. Χωρίς τα “μπορεί και τα αν” έχει αποδείξει ότι οι αναβάτες της συμβιβάζονται -ή τη διορθώνουν και τη βελτιώνουν- αναδεικνύοντάς την σαν την “χρυσή τομή για όλες τις συνθήκες και όλους τους αναβάτες ” σε τέτοιο βαθμό που είμαι σίγουρος ότι μετά από μια δεκαετία θα λέμε “για την εποχή των V-Strom”, όπως έχουμε πει για την εποχή των RD350, των XLR/KLR 250 ή των XT600.
Το V-Strom 650 ταξιδεύει με καλές έως υψηλές ταχύτητες, είναι αξιόπιστο και δεν σταματάει αμέσως μόλις τελειώσει η άσφαλτος. Χωρίς να έχει τις δυνατότητες που έχουν άλλες μοτοσυκλέτες με ακτινωτούς τροχούς των 21 ιντσών εμπρός, καταφέρνει να μεταφέρει τους αναβάτες του και σε χωματόδρομους χωρίς λάσπη.
Η επιλογή και η αγορά μια μεταχειρισμένης V-Strom 650 ABS είναι ένα από τα “σίγουρα” χαρτιά για μια μοτοσυκλέτα καθημερινής χρήσης που τα καταφέρνει σε πολλαπλούς ρόλους. Τώρα που πλησιάζει στο τέλος της καριέρας της πωλείται καινούργια στην τιμή των 6.995 ευρώ, κάτι που οδηγεί αυτόματα σε πιο χαμηλές τιμές στις διαθέσιμες μεταχειρισμένες, κάνοντας αυτή την εποχή κατάλληλη για ψάξιμο. Και χρειάζεται αρκετό για να βρεθεί η πιο καλή και σε συμφέρουσα τιμή, με τόσες πολλές που υπάρχουν.
[blockquote]Ναι
Στην αξιοπιστία, τους άφθονους χώρους και τους πολλούς ρόλους της
Όχι
Στην άκομψη εμφάνιση
Γιατί
Έχει καθορίσει με την παρουσία της την κατηγορία
Τι πρέπει να προσέξετε
Έχει αποδειχθεί ουσιαστικά αξιόπιστη και δεν έχει κάποιο συγκεκριμένο σημείο που πάσχει και να θέλει περισσότερο ψάξιμο. Σχετικά συχνά εμφανίζονται οξειδώσεις στα δισκόφρενα, το ψυγείο λαδιού και τη στήριξη των εξατμίσεων στις κεφαλές. Υπάρχουν, όμως, πάρα πολλές υποψήφιες για επιλογή, ανάμεσά τους και πολλές με ιδιαίτερο έως σε βαθμό υπερβολής εξοπλισμό. Οι ζελατίνες άλλων κατασκευαστών έχουν αποδειχθεί καλύτερες από της Suzuki και αρκετές after market εξατμίσεις βελτιώνουν την ηχητική χροιά του στάνταρ τελικού.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Tετράχρονος, V90o, υγρόψυκτος με 2EEK/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 81 x 62,6
Κυβικά (cc): 645
Σχέση συμπίεσης: 11,5:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός με δυο πεταλούδες σε κάθε αυλό 39mm
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος με ντίζα
Σχέσεις ταχυτήτων: Έξι
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια / 3,13


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό
Γωνία κάστερ (o): 26
Ίχνος (mm): 110
Μεταξόνιο (mm): 1.555
Ύψος σέλας (mm): 820
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 197/213,5
Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 223,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 22-Μαϊ
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Tηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 150
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση
Πίσω: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 150
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 310mm, δαγκάνες Tokico με δυο παράλληλα έμβολα, ABS
Πίσω: Δίσκος 260mm, με δαγκάνα της Nissin ενός εμβόλου, ABS


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 110/80-19
Ζάντα: 2,5x19’’
Πίσω
Ελαστικό: 150/70-17
Ζάντα: 4 x17’’


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό ταχύμετρο και στροφόμετρο, οθόνη με ενδείξεις θερμοκρασίας, στάθμης καυσίμου, ολικό και δυο μερικούς χιλιομετρητές, λυχνίες για νεκρά / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού/ABS/υψηλή θερμοκρασία ψυκτικού, ρολόι, χώρος κάτω από τη σέλα, ρυθμιζόμενη ζελατίνα


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): -
Ροπή εργοστασίου (Kg.m/rpm): -


ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 66,7/ 9.100
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,4/6.500


ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Ένας από τους καλύτερους κινητήρες και το δείχνει από τις χαμηλές στροφές με την ελαστικότητά του, αρωγός στην κίνηση της πόλης. Είναι ιδιαίτερα εύστροφος και μπορεί να περιστρέφεται στις ψηλές στροφές με ιδιαίτερη άνεση. Η λειτουργία του ψεκασμού είναι αυτή που ακόμη ζηλεύουν άλλοι, ενώ και η κατανάλωσή του είναι πολύ καλή.




ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 5,9
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 372

Aprilia RSV Mille R Factory (2004 - 2009)

Από το

Μαύρο Σκύλο

20/8/2010

Κατάφερε στο πέρασμά της όχι μόνο να εισβάλλει στην κυριαρχία των Ιαπώνων στα superbike, αλλά και να γίνει αγαπητή στον κόσμο. Δεν έχει υπερεπιδόσεις και υπερβολικό γκάζι, αλλά είναι ένα απόλυτα ισορροπημένο σύνολο με εξωτικά περιφερειακά που τα καταφέρνει περίφημα παντού
[blockquote]Ναι...
Γιατί είναι ένα ολοκληρωμένο superbike
Όχι...
Γιατί είναι από τα πιο βαριά superbikes...
Γιατί...
Ο συνδυασμός του συγκεκριμένου πλαισίου και του συγκεκριμένου κινητήρα, είναι πραγματικά ένα "ποίημα" για τον δρόμο και την πίστα
Tι πρέπει να προσέξετε
Αυτό ο δικύλινδρος έχει αποδειχθεί “τέρας" αξιοπιστίας, οπότε δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος τομέας που "πονάει" μηχανολογικά. Βεβαιωθείτε ότι η συντήρηση έχει τηρηθεί, όπως προτείνει η Aprilia, και ψάξτε για τυχόν σημάδια που θα μαρτυρούν σκληρή χρήση σε πίστα ή και πτώση (όπως για παράδειγμα ισιωμένο υποπλαίσιο κ.λπ.)[/blockquote]
Έκανε τα πρώτα της βήματα στα τέλη της δεκαετίας του ‘90, όταν οι Γιαπωνέζοι μάχονταν σώμα με σώμα με τα τετρακύλινδρα 1000 και 900 της εποχής και έδειξε αμέσως άκρως ανταγωνιστική. Το ίδιο ακριβώς συνέχισε να κάνει και στη συνέχεια της καριέρας της, που μετά το 2004 ανανεώθηκε, έχοντας αυτή τη φορά απέναντί της τους ίδιους, αλλά πολύ πιο ισχυρούς τετρακύλινδρους κινητήρες των 1000 κυβικών των Γιαπωνέζων που πλέον είχαν αποκτήσει σχεδόν 150 άλογα στο τροχό. Ο δικύλινδρος κινητήρας της Rotax που έχει στα σπλάχνα του το Mille σίγουρα δεν μπορούσε να έχει τέτοια απόδοση, οπότε οι άνθρωποι της Aprilia συνέχισαν την Ιταλική συνταγή για μια καλή μοτοσυκλέτα. Αυτή δεν ήταν άλλη από την τοποθέτηση ενός πολύ ισχυρού και άκαμπτου αλουμινένιου πλαισίου, αλλά και την προσθήκη αναρτήσεων με την υπογραφή της Ohlins. Τα φρένα είναι της Brembo με δαγκάνες ακτινικά τοποθετημένες τεσσάρων εμβόλων, τα οποία μαζί με το ακριβέστατο πιρούνι συνέθεταν ένα καλορυθμισμένο μπροστινό σύστημα που σε προδιέθετε ανάλογα για το πώς πρέπει να οδηγήσεις αυτή την μοτοσυκλέτα. Το κερασάκι στην τούρτα είναι και οι σφυρήλατες ζάντες της ΟΖ, οι οποίες σημαντικά το αναρτώμενο βάρος της μοτοσυκλέτας.
Ανεβαίνοντας στη σέλα της, αίσθηση προκαλεί η ευρυχωρία που διαθέτει, καθώς από τα κλιπ ον είναι αρκετά μακριά, όπως και τα μαρσπιέ. Βέβαια, αίσθηση προκαλούν και τα παραπανίσια κιλά της που ξεπερνούν τα 215, νούμερο στο άνω άκρο της κατηγορίας, το οποίο ευτυχώς στην οδήγηση δεν γίνεται αντιληπτό. Το “ζύγισμά” της είναι πολύ καλό και γενικά η οικειότητα που αποκτάς μαζί της δεν θυμίζει και πολύ ιταλική μοτοσυκλέτα. Δεν υπάρχουν καθόλου μηχανικοί θόρυβοι και τα πάντα έχουν μια ποιοτική πινελιά που ξεφεύγει αρκετά από την μαζικότητα των γιαπωνέζικων superbike. Εξίσου ξεχωριστή και όμορφη, ακόμα και σήμερα, είναι η εμφάνισή της, με χαρακτηριστικό στοιχείο το μακρόστενο ρεζερβουάρ και την σχετικά φαρδιά σιλουέτα της, παρά τον στενό δικύλινδρο κινητήρα της. Οδηγώντας την και συγκρίνοντας με τα σημερινά δεδομένα, σίγουρα αυτό που δεν σε εκπλήσσει είναι το γκάζι του κινητήρα της. Δεν διαθέτει την ευστροφία και τη δύναμη των σύγχρονων δικύλινδρων (βλέπε Ducati 1198) και στις υψηλές στροφές υστερεί σημαντικά. Αυτό βέβαια δεν την εμποδίζει να σημειώνει αρκετά καλές επιδόσεις, κάτι που οφείλεται στις σωστά κλιμακωμένες σχέσεις του κιβωτίου ταχυτήτων που εκμεταλλεύονται πλήρως την ισχύ του κινητήρα της. Δεν είναι όπλο και ταχεία υπερυψηλών επιδόσεων, αλλά εύκολα το νούμερο 260 θα εμφανιστεί στην ψηφιακή οθόνη των πληρέστατων οργάνων του, και χωρίς πρόβλημα μπορεί να διατηρεί σταθερά ταχύτητες κοντά στα 240 χιλιόμετρα. Σε αυτά τα απαγορευτικά νούμερα ταχυτήτων, το πολύ ισχυρό πλαίσιο και οι ποιοτικές αναρτήσεις κάνουν εξαιρετική δουλειά, προσφέροντας όχι μόνο  ασφάλεια και σταθερότητα, αλλά και πολύ καλή κατευθυντικότητα. Εκτός εθνικής και σε γρήγορες ανοιχτές στροφές το Mille μπορεί και δείχνει τα ακονισμένα δόντια του ακόμα καλύτερα, αφού η ακρίβεια που προσφέρουν οι αναρτήσεις του επιτρέπουν να στρίβει καταπληκτικά, ενώ η ροπή και η δύναμη στις μεσαίες στροφές που έχει ο δικύλινδρος κινητήρας του επιτρέπει δυνατές και απολαυστικές εξόδους από κάθε στροφή.
Όμως όλα αυτά τα απολαμβάνεις καλύτερα μέσα στην πίστα, αφού ουσιαστικά η μοτοσυκλέτα εκεί έχει εξελιχθεί και μπορείς να κινηθείς πραγματικά γρήγορα χάρη στο πολύ καλό “πακέτο” αναρτήσεων και πλαισίου, ενώ στους καλούς χρόνους στην πίστα που μπορεί να πετύχει βοηθάει και ο αδύναμος μεν αλλά πολύ γραμμικός κινητήρας του που σου επιτρέπει να κρατάς σχεδόν παντού το γκάζι ανοιχτό. Μην ξεχνάτε ότι το 2007 κατάφερε και βγήκε πρώτη στο Master bike κόντρα σε όλα τα γιαπωνέζικα και ευρωπαϊκά της εποχής εκείνης.
Σήμερα δεν είναι και πολύ εύκολο να βρεις μεταχειρισμένη μια Aprilia Mille Factory, καθώς οι περισσότεροι ιδιοκτήτες τους δύσκολα την αλλάζουν παρά την έλευση του νέου RSV4. Για αυτό το λόγο κρατά και υψηλή μεταπωλητική αξία που σχεδόν αγγίζει τα 7.500 ευρώ. Είναι μια μοτοσυκλέτα που μπορείς να ταξιδέψεις σχετικά άνετα, να ευχαριστηθείς χωρίς ουρλιαχτά και πολλή προσπάθεια για γρήγορη οδήγηση στο δρόμο, ενώ μπορείς ταυτόχρονα με ένα ζευγάρι racing ελαστικά να γράψεις και πολύ καλούς χρόνους σε μια πίστα. Επίσης, είναι και η τελευταία Aprilia που φέρει το λογότυπο Mille στα πλαστικά της…   



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V600, υγρόψυκτος με 2 EEK και τέσσερις βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97x67,5
Κυβικά (cc): 997,6
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Sagem
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2 σε 1


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια / 2,687


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο, δύο δοκών
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 101,7
Μεταξόνιο (mm): 1418
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 185
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο Ohlins
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς, προφόρτιση
Πίσω: Μονόμπρατσο ψαλίδι, ένα αμορτισέρ Ohlins με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320 χιλιοστών, δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 255mm, δαγκάνα με δυο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50x17''
Πίσω
Ελαστικό: 190/55-17
Ζάντα: 6 x17''


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Tαχύμετρο και στροφόμετρο με αναλογικές ενδείξεις, δύο μερικοί και ένας ολικός χιλιομετρητής, ενδείξεις για ποσότητα καύσιμου, θερμοκρασία περιβάλλοντος / ψυκτικού, ρολόι, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / ψεκασμό / ρεζέρβα / ανοιχτό σταντ / προειδοποίηση service


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 143/10.000
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 9,8 / 7.250


ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 124,5 / 9.700
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 9,9 / 7.600


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 7,4