Suzuki GSX 1300R Hayabusa 1999-2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

30/8/2010

Η ιδιόμορφη εμφάνισή της, εμπνευσμένη από το ομώνυμο γεράκι Ηayabusa, προκάλεσε πολλά σχόλια, όμως ο τρομερός κινητήρας της και το καλοσχεδιασμένο πλαίσιό της, έκλεισαν τα στόματα [blockquote]Ναι...
Στις επιδόσεις
Στην άνεση στα ταξίδια
Στη σπορ συμπεριφορά της στον δρόμο και στην πίστα
Στην αντοχή των μηχανικών μερών
Όχι...
Στο φτωχό για την κατηγορία της φινίρισμα
Στην κουραστική για μέσα στην πόλη θέση οδήγησης
Στη δυσκολία φορτώματος
Στα μέτρια φρένα
Γιατί...
Είναι μια κορυφαία σε επιδόσεις τουριστική μοτοσυκλέτα, που δεν λέει “όχι” ακόμα και σε ακραία σπορ οδήγηση στην πίστα. Παραμένει μέχρι σήμερα ο άρχοντας των φαναριών.
Τι να προσέξετε
Τα ρουλεμάν του λαιμού, οι άξονες των τροχών, οι δίσκοι του συμπλέκτη και οι δίσκοι των εμπρός φρένων θα πρέπει να ελεγχθούν με προσοχή, γιατί πέρα από το κόστος αλλαγής τους, δείχνουν και τον τρόπο με τον οποίο έχει χρησιμοποιηθεί η μοτοσυκλέτα.[/blockquote]
Την εποχή που η Honda Blackbird απολάμβανε τη βασιλεία της στην κατηγορία των υπερηχητικών sport-touring μοτοσυκλετών, εκμεταλλευόμενη τη συναίνεση της Kawasaki που κράταγε με πείσμα το γερασμένο ZZR1100, η Suzuki αποφάσισε να επιτεθεί κατά μέτωπο. Μέχρι τότε, τον ρόλο του γρήγορου ταξιδευτή στη γκάμα της είχε η GSX-R1100, ένα τεχνολογικό απολίθωμα ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Η Honda είχε την υψηλότερη τελική σε μοτοσυκλέτα παραγωγής, ήταν πολύ άνετη για δύο άτομα και εύκολη στη γρήγορη οδήγηση. Επίσης, ήταν όμορφη και πολύ ποιοτική. Ο πήχης που είχε βάλει το Blackbird βρισκόταν πολύ ψηλά.
Από τη μεριά της, η Hayabusa είχε το πλεονέκτημα του μεγαλύτερου κινητήρα και των πολύ καλύτερων επιδόσεων, όμως η εμφάνισή της ξέφευγε από τις συντηρητικές γραμμές των τουριστικών μοτοσυκλετών, ενώ η ξεχωριστή σέλα για τον συνεπιβάτη αντί της μονοκόμματης της Honda, απομάκρυνε τους παραδοσιακούς πελάτες της sport-touring κατηγορίας.
Στην πράξη, όλα αυτά καταρρίφθηκαν, καθώς η συμβίωση με μια Hayabusa, απέδειξε ότι αυτή η μοτοσυκλέτα ήταν από τις πιο καλοσχεδιασμένες και εύστοχες στην κατηγορία της. Οι τουριστικές της δυνατότητες άντεχαν οποιαδήποτε σύγκριση με τον ανταγωνισμό, την ίδια ώρα που οι επιδόσεις της έσπαγαν όλα τα ρεκόρ στις μετρήσεις των περιοδικών. Τα 308 πραγματικά χιλιόμετρα που έγραψε το όργανο μετρήσεων του ΜΟΤΟ, έκαναν τη Hayabusa τη μοναδική μοτοσυκλέτα παραγωγής που είχε καταφέρει να μπει στην τρίτη εκατοντάδα.
Με μοναδικό κριτήριο τις επιδόσεις, η Hayabusa έγινε η αγαπημένη μοτοσυκλέτα των “κοντράκηδων”. Ξεκινούσε πολύ εύκολα στα φανάρια, χάρη στο μακρύ μεταξόνιό της, το χαμηλό κέντρο βάρους της και τον πολύ καλό και ανθεκτικό συμπλέκτη της. Αυτά, συνέβαιναν κυρίως στην Ελλάδα και την Αμερική, γιατί στην Ευρώπη η Hayabusa αποκτούσε διαρκώς οπαδούς από τους φανατικούς ταξιδευτές. Η ικανότητά της να διασχίζει δικάβαλη ολόκληρες χώρες μέσα σε μια μέρα, ήταν κάτι που εκτιμήθηκε δεόντως από τους Κεντροευρωπαίους, που είχαν τη δυνατότητα να μπαίνουν στις εθνικές οδούς και να πηγαίνουν με την τελική της μεγάλης Suzuki για ώρες.
Κάτω από το “παχύδερμο” φέρινγκ, η Hayabusa έκρυβε ένα μυστικό που το ανακάλυψαν όσοι τόλμησαν να τη βάλουν μέσα σε πίστα. Ο τρόπος που έστριβε και συμπεριφερόταν σε πραγματικά γρήγορους ρυθμούς, ήταν πρωτόγνωρος για την κατηγορία της. Η συγγένειά της με τις GSX-R750/1000 ήταν παραπάνω από εμφανής και καμία ανταγωνίστρια δεν μπορούσε να την ακολουθήσει στις στροφές. Η διαφορά της από τις άλλες, ήταν τουλάχιστον χαοτική.
Από το 1999 μέχρι το 2008 που αντικαταστάθηκε από το νέο μοντέλο, δέχτηκε ελάχιστες αλλαγές, κυρίως σε λεπτομέρειες, όπως τα χρώματα, ενώ από το 2001 η τελική της ταχύτητα περιορίστηκε στα 299, κατόπιν συμφωνίας όλων των ιαπωνικών εργοστασίων να σταματήσουν το κυνήγι της τελικής. Το 2003 μπήκαν καταλύτες για να προσαρμοστεί στις νέες προδιαγραφές εκπομπής ρύπων, χάνοντας δύο-τρεις ίππους. Ψάχνοντας στην αγορά για μια μεταχειρισμένη Hayabusa, θα βρείτε σχεδόν τα πάντα και σε τιμές που διαφέρουν αρκετά.
Τα πρώτα μοντέλα, ναι μεν ξεπερνούν τα τριακόσια χιλιόμετρα τελικής, όμως μιλάμε για μοτοσυκλέτες σχεδόν δεκαετίας και με πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα. Η ποιότητα της βαφής των πλαστικών και της ανοδίωσης στα αλουμινένια εξαρτήματα δεν είναι ιδιαίτερα καλή, με αποτέλεσμα η Hayabusa να δείχνει περισσότερο ταλαιπωρημένη απ’ ό,τι είναι, μετά από 20.000 χιλιόμετρα. Καλύτερη αγορά είναι τα μοντέλα μεταξύ 2001-2003, όπου οι τιμές είναι εξίσου προσιτές και είναι πιο εύκολο να βρείτε ένα καλά συντηρημένο δείγμα. Τα μοντέλα των τελευταίων τριών ετών κρατάνε υψηλές τιμές μεταπώλησης, βάζοντας πολλούς σε σκέψη για την αγορά καινούριας.
Στα καταστήματα μεταχειρισμένων, ένα μεγάλο ποσοστό αποτελείται από μοτοσυκλέτες ανεξάρτητης εισαγωγής. Μόνο όσες είναι γαλλικής προέλευσης ενδέχεται να είναι “κλειστές” στους εκατό ίππους. Επίσης αποφύγετε όσες έχουν προδιαγραφές για την αγγλική ή ιαπωνική αγορά, καθώς τα φώτα τους είναι ρυθμισμένα για να φωτίζουν την αριστερή πλευρά του δρόμου. Εκτός του ότι θα τυφλώνετε τους απέναντι, θα έχετε και περιορισμένη ορατότητα στους επαρχιακούς δρόμους. Το πρόβλημα λύνεται μόνο με την αντικατάσταση του προβολέα, κάτι εξαιρετικά ακριβό.
Γενικά η Hayabusa έχει να επιδείξει μεγάλη αντοχή στα μηχανικά της μέρη και ποτέ δεν είχε κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα να ταλαιπωρεί τους ιδιοκτήτες της. Τα ρουλεμάν στον λαιμό είναι εύκολο να παραδώσουν το πνεύμα στους ελληνικούς δρόμους -ειδικά αν έχει στο ιστορικό της μερικές άγαρμπες σούζες. Κατά τα άλλα, αναλόγως των χιλιομέτρων δώστε μεγάλη προσοχή στα αναλώσιμα (αλυσίδα/γρανάζια, λάστιχα, τακάκια) γιατί το κόστος τους δεν είναι αμελητέο.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, τετρακύλινδρος, υγρόψυκτος, με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ
Χωρητικότητα (cc): 1.298
Σχέση συμπίεσης: 11:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 2
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υδραυλικός, υγρός, πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 1,596
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 2,516, 2: 1,937, 3: 1,526, 4: 1,285, 5: 1,136, 6: 1,043
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,352
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινίου, κλειστό περιμετρικό
Βάρος κενή (kg): 215
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 22/ -
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm): 120
Διάμετρος (mm): 43
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης / επαναφοράς
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 140
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης / επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, με δαγκάνες έξι εμβόλων
Πίσω: Δίσκος 240mm, με δαγκάνα δύο εμβόλων
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: Χυτή αλουμινίου, 3,50x17”
Ελαστικό: 120/70-17
Πίσω
Ζάντα: Αλουμινίου με ακτίνες, 6,00x17”
Ελαστικό: 190/50-17
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm): 175 / 9.800
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 14,1 / 7.000
ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ (sec)
0-100m: 4,2
0-400m: 9,72
0-100km/h: 2,42
0-150km/h: 4,27
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 157,6 / 9.300
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 13,6 / 7.000
Μέχρι να εμφανιστεί η Kawasaki ZX-12R, ο κινητήρας της Hayabusa ήταν ό,τι πιο δυνατό υπήρχε σε μοτοσυκλέτα. Παρά την εξωπραγματική του ιπποδύναμη για την εποχή, ήταν αρκετά φιλικός, με γραμμική απόδοση και ομαλή κορύφωση της δύναμης.

KTM Duke ΙΙ 640 LC4 E 1999-2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/8/2010

Ευτυχώς, στη νεότερη Ιστορία της Ελλάδας ως αυτόνομου κράτους, η βασιλεία πέρασε γρήγορα. Πέρα από κάποιους που αυτοχαρακτηρίζονται... πρίγκιπες, προσπαθώντας να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους, δεν υπάρχουν ούτε αυλικοί ούτε δούκες. Εκτός βέβαια από τους Αυστριακούς, που περιφέρουν τους... τίτλους τους, σε κάθε περιοχή της Ελλάδας [blockquote]Ναι
για τη διαχρονική εμφάνιση
για το ατέλειωτο παιχνίδι
για τον ολοκληρωμένο χαρακτήρα του
Όχι
γιατί θέλετε κάτι ήσυχο
γιατί σας αρέσουν τα ταξίδια
Γιατί
θα κάνετε ξανά όσες διαδρομές γνωρίζετε, αναζητώντας εκ νέου τα όριά σας και καθημερινά θα παρεκκλίνετε από την πορεία σας, ώστε να τον οδηγήσετε λίγο ακόμα
Τι πρέπει να προσέξετε
Η μοτοσυκλέτα αυτή δεν φτιάχτηκε για να πηγαίνει αργά. Σε περίπτωση που ο προηγούμενος ιδιοκτήτης ήταν... φιλήσυχος και οι υψηλές θερμοκρασίες και το σταθερό γκάζι ταλαιπώρησαν τον μονοκύλινδρο, η διαμαρτυρία του κινητήρα θα έχει εκφραστεί με ραγισμένη κεφαλή και ταλαιπωρημένα ρουλεμάν στροφάλου. Επίσης, οι κραδασμοί, οι σούζες και οι λακκούβες επιβαρύνουν το έργο της βάσης της πινακίδας, και είναι πιθανό να τη δείτε ραγισμένη (η αλλαγή της κοστίζει γύρω στα εκατό ευρώ).[/blockquote]
Το Duke της KTM το βρίσκεις παντού -και κυρίως στις πόλεις, καθώς ο Δούκας ο Δεύτερος, αν και λιγότερο εξτρεμιστής, αρέσκεται στο αστικό περιβάλλον όπως και οι πρόγονοί του. Το best seller της KTM και ένα από τα μοντέλα με τις υψηλότερες πωλήσεις στην ελληνική αγορά, έχει δημιουργήσει παράδοση πλέον και αποτελεί μέτρο σύγκρισης για τους νέους ανταγωνιστές. Αυτό δικαιολογεί και τη χρήση αυτού του βαρυσήμαντου ονόματος, που αποτελεί τίτλο ευγενείας και μάλιστα τον υψηλότερο, μετά τα μέλη της βασιλικής οικογένειας. Όταν η επιτυχία δεν είναι εφήμερη, τότε ασφαλώς το πόρισμα είναι ότι αυτή δεν είναι αποτέλεσμα ιδιοφυών ενεργειών marketing και πρόσκαιρων παραγόντων.
Αναζητώντας τα στοιχεία που το έκαναν τόσο αγαπητό, συγκεντρώνοντας πιστούς ακόλουθους, ήρθε στη μνήμη η απόλυτα χωμάτινη καταγωγή του. Τα καθαρόαιμα γονίδια προέρχονται από το EXC 620 του 1994, που με 17 ιντσών ζάντες, νέο πιρούνι της WP και βαρύτερο βολάν, αποτέλεσε τον πρώτο Δούκα. Από την επόμενη έκδοση του 1995 και μέχρι το Last Edition του 1998, ο Δούκας ήταν άξιος εκπρόσωπος του βασιλείου της KTM. Με τέτοια κληρονομιά και επιφορτισμένο με την ευθύνη να συνεχίσει την αξιόλογη πορεία, το Duke II παρουσιάστηκε το 1999, με υψηλές αξιώσεις και με εμφάνιση από το μέλλον.  
Δούκας ο Μοντέρνος
Αυτή η σχεδίαση με τους δύο κάθετους προβολείς της μάσκας και τα γεμάτα γωνίες πλαστικά, ήταν τόσο μπροστά από το ταπεινό 1999, που έμεινε σχεδόν απαράλλακτη μέχρι το 2007. Οι χρωματισμοί που προκαλούν αίσθηση ακόμα και τώρα και οι διπλές εξατμίσεις κάτω από την ουρά, σημαίνουν ότι θα γυρνάτε με μία μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα που δεν θα δείχνει τα χρόνια της. Ούτε στην οδήγηση όμως θα στερηθείτε εκείνα τα μοντέρνα χαρακτηριστικά, που ευνοούν το ασφαλές παιχνίδι. Με ανεστραμμένο πιρούνι WP, δίσκο Brembo 320 χιλιοστών με δαγκάνα τεσσάρων εμβόλων μπροστά, και πλαίσιο αρκετά στιβαρό, ο γρήγορος ρυθμός μπορεί να κρατηθεί για πολλή ώρα. Σε αυτό θα βοηθήσουν και οι 46,9 ίπποι (από τους 55) που φτάνουν στον πίσω τροχό. Δεν είναι στο επίπεδο των σημερινών μονοκύλινδρων, αλλά ούτως ή άλλως, μέχρι φέτος δεν υπήρχαν πολύ δυνατότεροι κινητήρες.
Εκεί που επίσης δεν μπορεί να υπάρξει σύγκριση είναι με το νέο Duke, καθώς είναι μια τελείως καινούρια μοτοσυκλέτα με διαφορετικό κινητήρα, πλαίσιο και εμφάνιση, με μόνη ομοιότητα το όνομα. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Θα μπορούσε να έχει υποστεί ένα ριζοσπαστικό "facelift" χωρίς άλλες αλλαγές, και τότε η σύγκριση ανάμεσα σε παλιό και νέο θα άφηνε το πρώτο κατά πολύ πίσω. Ουσιαστικά μιλάμε για δύο διαφορετικές μοτοσυκλέτες, αφήνοντας έτσι το Duke χωρίς πραγματικό διάδοχο. Mην το φέρνετε σε άμεση αντιπαράθεση με τον νέο Δούκα, ο οποίος φλερτάρει με τη naked κατηγορία. Αυτό που αντιλαμβάνεται κανείς κοιτώντας τη γκάμα της KTM είναι, ότι το Duke II θα μπορούσε να "στριμωχτεί" κάπου ανάμεσα στον νέο Δούκα και τα SMC και Supermoto.
Αν ψάχνετε ένα "urban fighter" και δεν θέλετε την κοινή λύση ενός enduro με άλλους τροχούς και αναρτήσεις, ή την "πολεμική" εμφάνιση ενός naked, τότε το Duke II είναι ακόμα εδώ. Ακόμα και η συμπεριφορά του, είναι κάτι το ενδιάμεσο. Στρίβει και ελίσσεται με αμεσότητα, προσφέροντας τους ίδιους μοχλούς και "κόψιμο" τιμονιού με τα supermoto, αλλά χωρίς κραδασμούς και περιορισμούς χώρου και άνεσης. Στην εθνική θα κουράσει και "στα πολλά" θα αρχίσει να χάνει σε σταθερότητα, αλλά στον επαρχιακό δρόμο θα ανταποδώσει με ατέλειωτο παιχνίδι από στροφή σε στροφή και συνεχή εξερεύνηση των ορίων. Μέσα στην πόλη, είναι ικανό να κυνηγήσει οτιδήποτε άλλο κυκλοφορεί αυτή τη στιγμή και μάλιστα με αξιώσεις, διατηρώντας την αίγλη και τη φήμη που το ακολουθούν όλα αυτά τα χρόνια. Αυτό το μεγάλο διάστημα παρουσίας του, είναι που δεν πρέπει να σας απασχολεί, καθώς την αξιοπιστία του την έχει αποδείξει.
Πέρα από τα συνηθισμένα που ισχύουν για κάθε μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα, σημασία εδώ έχει το πώς το χειριζόταν ο προηγούμενος ιδιοκτήτης. Το Duke II σχεδιάστηκε πολύ προσεκτικά για συγκεκριμένες χρήσεις και για αγοραστές που ήξεραν τι ζητούσαν. Με δεδομένο ότι πρέπει να χειριζόμαστε τις μοτοσυκλέτες μέσα στα πλαίσια του σχεδιασμού τους, έτσι και ο Δούκας, αν δεν είχε οδηγηθεί αποφασιστικά και νευρικά, το πιο πιθανό είναι ότι θα αντιμετωπίζει προβλήματα. Όσο περίεργο και αν ακούγεται, η χαλαρή οδήγηση με τις στροφές χαμηλά, οι μικρές ταχύτητες με μία σχέση πάνω και το σταθερό γκάζι, ήταν πάντα η αχίλλειος πτέρνα αυτού του κινητήρα με τις άγριες διαθέσεις. Τέτοιου είδους συμπεριφορά ταλαιπωρούσε τα ρουλεμάν στροφάλου, και η πολύωρη λειτουργία σε ρελαντί ή χαμηλές ταχύτητες, δεν προσέφερε την κατάλληλη ροή αέρα για ψύξη, με αποτέλεσμα το ράγισμα της κεφαλής.
Ένας έμπειρος μηχανικός θα σας πει αμέσως αν ο Δούκας που σκοπεύετε να αποκτήσετε, πάσχει από τις συνέπειες της "μαλακής" οδήγησης. Ο ήχος του κινητήρα είναι αρκετός για κάποιον γνώστη, ώστε να καταλάβει αν υπάρχει πρόβλημα στα ρουλεμάν στροφάλου, και μια ματιά στο καπάκι της κεφαλής θα αποκαλύψει πιθανές κολλήσεις. Η βάση της πινακίδας είναι επίσης ένα σημείο που κατ’ εξαίρεση στο Duke II χρήζει προσοχής, καθώς δέχεται περισσότερες δυνάμεις απ’ όσες μπορεί να διαχειριστεί και ραγίζει. Καλό επίσης θα ήταν να δείτε τα ρουλεμάν λαιμού, γιατί αν η προσγείωση μετά τις σούζες ερχόταν απότομα, τότε ίσως να χρειάζονται αντικατάσταση -και οι σούζες με αυτή τη μοτοσυκλέτα είναι... φυσικό επακόλουθο.
Υπάρχουν πολλές μεταχειρισμένες που υπόσχονται ευρεία γκάμα χρήσεως, ωστόσο λίγες είναι τόσο απόλυτες στις επιλογές τους. Ο δεύτερος Δούκας δεν κάνει λίγο απ’ όλα, αλλά τέλεια αυτά που υπόσχεται. Πιο άνετος και εξοπλισμένος από καθαρόαιμο, πιο γνήσιος από μεσαίο οn-off με street λάστιχα. Μια ιδιότυπα ενδιάμεση λύση, που ως καθημερινό μέσο μετακίνησης έχει την ιδιότητα να κάνει ευχάριστη και την πιο ανούσια διαδρομή. Γιατί πωλείται; Για να έρθει η σειρά σας στο καθημερινό παιχνίδι, ακροβατώντας στα όρια της νομιμότητας -οι πρώην ιδιοκτήτες, έχουν πάρει τη δόση τους...


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος, 1 ΕΕΚ, 4 βαλβίδες
Χωρητικότητα (cc): 625
Σχέση συμπίεσης: 11:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική CDI Kokusan
Τροφοδοσία: Καρμπιρατέρ Mikuni BST 40-225
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 2
Σύστημα λίπανσης: Ξηρό κάρτερ, αντλίες λαδιού
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα / Μανιβέλα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 2,700
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 2,500 2: 1,600 3: 1,166 4: 0,950 5: 0,818
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,300
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Μονό, κλειστό σωληνωτό
Βάρος κενή (kg): 145
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 12 / 2,5
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Τηλεσκοπικό πιρούνι, ανάποδο WP Roma
Διάμετρος (mm): 43
Ρυθμίσεις: Aπόσβεση συμπίεσης, απόσβεση επαναφοράς
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ WP
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης, απόσβεση επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 320 χιλιοστών, με δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων, της Brembo
Πίσω: Δίσκος 220 χιλιοστών, με δαγκάνα ενός εμβόλου και γλίστρα, της Brembo
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: 3,50x17’’
Ελαστικό: 120/70-17
Πίσω
Ζάντα: 4,25x17’’
Ελαστικό: 160/60-17
Διάγραμμα
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 47,6 / 6.800
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,7 / 4.900
Χτεσινός μονοκύλινδρος με σημερινή απόκριση. Πολύ καλή γραμμικότητα χωρίς σκορτσαρίσματα, που σημαίνει ότι το καρμπιρατέρ της Mikuni κάνει τη δουλειά του. Ανεβάζει σταθερά χωρίς κενά και ψηλά αποδίδει καλύτερα. Η ροπή είναι διαθέσιμη σε σταθερά επίπεδα από χαμηλά και βρίσκεται παντού.