Yamaha WR250F 2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

23/8/2010

Το 2007 ήταν η χρονιά που επέλεξε η Yamaha να εξοπλίσει και τα enduro της WR με αλουμινένιο πλαίσιο. Η τοποθέτηση αυτού του πλαισίου στο WR250F συνοδεύτηκε και από άλλες βελτιώσεις, με αποτέλεσμα η τετράχρονη enduro μοτοσυκλέτα να μπει σε μια νέα γενιά, μια δεκαετία μετά τη παρουσίαση του YZ400F με το οποίο σηματοδοτήθηκε η νέα τετράχρονη εποχή για τις motocross και enduro της Yamaha
[blockquote]Ναι...
Στην ομοιογένεια, την αξιοπιστία της και τον απόδοση του κινητήρα της
Όχι...
Στο “στριμωξίδι” που επικρατεί κάτω από το κοστούμι δυσκολεύοντας την πρόσβαση για ελέγχους και ρυθμίσεις
Γιατί...
Είναι ιδιαίτερα αξιόπιστη και εύκολη μοτοσυκλέτα enduro
ΤΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΞΕΤΕ
Το αλουμινένιο πλαίσιο αξίζει προσεκτικό έλεγχο. Από τις κολλήσεις του έως την ακεραιότητα των σωλήνων του και ειδικότερα αυτών που περνούν κάτω από τον κινητήρα. Μετά ακολουθεί ο έλεγχος της πληρότητάς της, ενώ σε περίπτωση που ο προηγούμενος ιδιοκτήτης έχει αλλάξει εξαρτήματα, ζητήστε και τα εργοστασιακά. Μην ξεχάσετε το βαρύ και σχετικά δύσχρηστο, αλλά απαραίτητο, service manual που την συνόδευε από καινούρια.[/blockquote]
To WR250F προστέθηκε στην γκάμα της εταιρείας και στους αγώνες της E1 από το 2001, και στα επόμενα χρόνια εξελισσόταν. Η πορεία της εξέλιξής του έκανε το άλμα το 2007. Το αλουμινένιο πλαίσιο ήταν η μεγάλη αλλαγή, που μεταφέρθηκε –τροποποιημένο- από τις Motocross που το φόρεσαν έναν χρόνο πριν. Η Yamaha ακολούθησε το δικό της δρόμο στην ανάπτυξη του πλαισίου της, αποφεύγοντας την “πεπατημένη” με τα περιμετρικά πλαίσια δυο δοκών από αλουμίνιο. Το δικό της ακολουθεί τη διαμόρφωση των ατσάλινων κλειστών πλαισίων, με τη μονή ραχοκοκαλιά να αρχίζει από το λαιμό και να περνά πάνω από τον κινητήρα. Μετά διακλαδώνεται στα δυο, περνώντας πίσω από τον κινητήρα και κλείνει μπροστά του με έναν σωλήνα που συναντάει τον λαιμό. Αντέγραψε το σχήμα των παραδοσιακών ατσάλινων πλαισίων, με υλικό κατασκευής πλέον το αλουμίνιο. Εκτός από το πλαίσιο που εκσυγχρόνισε τη μοτοσυκλέτα στον τομέα της θέσης οδήγησης η Υamaha δούλεψε πολύ και σε άλλους τομείς, δίνοντας μια ολοκληρωμένη, σύγχρονη και ανανεωμένη μοτοσυκλέτα enduro. Ο νέος και κομψός προβολέας, τα ψηφιακά όργανα, το λεπτότερο κοστούμι, η τοποθέτηση των φαρδύτερων μαρσπιέ και του μεταβλητής διατομής τιμονιού της Pro Taper έφεραν το WR250F σε ψηλότερη θέση από άποψη εργονομίας. Ο κινητήρας με τη σειρά του δέχθηκε μια σειρά από αλλαγές αποκτώντας νέους εκκεντροφόρους, ανάφλεξη και νέες σχέσεις στο κιβώτιο. Η λίπανση συνέχισε να γίνεται με ξερό κάρτερ, αλλά με το δοχείο λαδιού να βρίσκεται πλέον μπροστά από τον κινητήρα. Η νέα εξάτμιση που τοποθετήθηκε μείωσε σε επίπεδο… ψιθύρου τον ήχο του κινητήρα που απελευθερώνεται. Υπάρχει πάντως και ένα αφαιρούμενο ακροφύσιο στο εσωτερικό της. Παρά τις ριζικές αλλαγές του 2007, το WR250F διατήρησε μερικά από τα χαρακτηριστικά που το συνοδεύουν από τη γέννησή του. Αυτά είναι η ομοιογένεια στην απόδοση τόσο του κινητήρα, όσο και των αναρτήσεών του. Οι τελευταίες έχουν ρυθμιστεί με τρόπο όπου η λειτουργία τους να διευκολύνουν ιδιαίτερα σε κακοτράχαλα εδάφη με μικρές ταχύτητες και όχι για κίνηση με υψηλές. Η βελτιωμένη εργονομία που προσέφερε το νέο πλαίσιο γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτή στην οδήγηση με τον αναβάτη όρθιο, όπου η μικρότερη απόσταση ανάμεσα στα μαρσπιέ διευκολύνει τον έλεγχο της μοτοσυκλέτας. Το μεγάλο σχετικά ύψος της σέλας από το έδαφος -990 χιλιοστά- έμεινε και σε αυτό το μοντέλο, όπως και το μεγάλο σχετικά κόψιμο του τιμονιού. Κάτι που διευκολύνει στα σφικτά και πολύ σφικτά μονοπάτια. Ο κινητήρας από την άλλη είναι ένα άλλο κεφάλαιο από μόνος του. Έχοντας εξελιχθεί με τα χρόνια και χωρίς ποτέ η Yamaha να αλλάξει την κατεύθυνσή της, αποδίδει ομαλά και γραμμικά έχοντας πολύ μεγάλο εύρος ωφέλιμης απόδοσης. Αυτή αρχίζει ουσιαστικά μετά τις 5.000 στροφές και πλησιάζει τις 12.000 στροφές, διευκολύνοντας τον αναβάτη. Είναι πιο εύκολο να συγκεντρώνεσαι στην οδήγηση και μόνο από το να διατηρείς έναν κινητήρα στην καλή του απόδοση, όταν αυτός την έχει απλωμένη σε μια μικρή περιοχή στροφών. Συγχρόνως, ο κινητήρας αυτός είναι και αξιόπιστος, ενώ δεν απαιτεί την ευλαβική περιοδική συντήρηση άλλων ισχυρότερων κινητήρων της κατηγορίας.
Στα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από την παρουσίασή του οι αλλαγές που δέχθηκε ήταν μικρής έκτασης και ουσιαστικά έως σήμερα το μοντέλο δεν έχει αλλάξει. Σε αυτό του 2008 άλλαξαν τις βίδες του μπροστινού δισκόφρενου και το πεντάλ του πίσω φρένου μαζί με τη διαφορετική βαφή σε μέρη του κινητήρα. Πρόκειται λοιπόν για μια ιδιαίτερα εύκολη στην οδήγηση, αλλά και στην συντήρησή της, ικανή να καλύψει τις ανάγκες του αθλούμενου, χωρίς να είναι η δυνατότερη, ψεκαστή, σπάνια και “χειροποίητη” τετράχρονη enduro 250 κυβικών.



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Tετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/5 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 77 x 53,6
Κυβικά (cc): 249
Σχέση συμπίεσης: 12,5:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία: Καρμπυρατέρ Keihin FCR-MX37mm
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα και μανιβέλα
Σύστημα εξαγωγής: 1σε 1


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη : Υγρός πολύδισκος, με ντίζα
Σχέσεις ταχυτήτων: 5
Tελική μετάδοση: Αλυσίδα/γρανάζια


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο, μονό σε διπλό, κλειστό, αφαιρούμενο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 26,6
Ίχνος (mm): 114
Μεταξόνιο (mm): 1.480
Ύψος σέλας (mm): 990
Βάρος κενή (kg): 106
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 8/
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 48
Διαδρομή (mm): 300
Ρυθμίσεις: Απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 310
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 250mm, δαγκάνα με δύο έμβολα
Πίσω: Δίσκος 245mm δαγκάνα με ένα έμβολο


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 90/90-21
Ζάντα: 1,60 x 21
Πίσω
Ελαστικό: 130/90-18
Ζάντα: 2,15x18


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ψηφιακό όργανο, με ταχύμετρο, μερικό και ολικό χιλιομετρητή, χρονόμετρο, ενδεικτικές λυχνίες, ποδιά


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): Δ.Α/
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): Δ.Α/


ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 30,8/11.600
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 2/6.000


ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Η γραμμικότητα στην αύξηση της απόδοσης της ισχύος είναι το κύριο χαρακτηριστικό αυτού του κινητήρα, δίνοντας μια ουσιαστικά επίπεδη καμπύλη της ροπής του σε μεγάλο εύρος στροφών. Ανάμεσα στις πέντε και τις έντεκα χιλιάδες όλα γίνονται αναλογικά.
(Σημ.: η μέτρηση έγινε αφού αφαιρέθηκε η τάπα στην εξάτμιση)


ΒΑΡΟΣ (Ζυγισμένο)
Γεμάτο (Kg): 121
Χωρίς καύσιμα(Kg): 115

Suzuki GSX 1300R Hayabusa 1999-2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

30/8/2010

Η ιδιόμορφη εμφάνισή της, εμπνευσμένη από το ομώνυμο γεράκι Ηayabusa, προκάλεσε πολλά σχόλια, όμως ο τρομερός κινητήρας της και το καλοσχεδιασμένο πλαίσιό της, έκλεισαν τα στόματα [blockquote]Ναι...
Στις επιδόσεις
Στην άνεση στα ταξίδια
Στη σπορ συμπεριφορά της στον δρόμο και στην πίστα
Στην αντοχή των μηχανικών μερών
Όχι...
Στο φτωχό για την κατηγορία της φινίρισμα
Στην κουραστική για μέσα στην πόλη θέση οδήγησης
Στη δυσκολία φορτώματος
Στα μέτρια φρένα
Γιατί...
Είναι μια κορυφαία σε επιδόσεις τουριστική μοτοσυκλέτα, που δεν λέει “όχι” ακόμα και σε ακραία σπορ οδήγηση στην πίστα. Παραμένει μέχρι σήμερα ο άρχοντας των φαναριών.
Τι να προσέξετε
Τα ρουλεμάν του λαιμού, οι άξονες των τροχών, οι δίσκοι του συμπλέκτη και οι δίσκοι των εμπρός φρένων θα πρέπει να ελεγχθούν με προσοχή, γιατί πέρα από το κόστος αλλαγής τους, δείχνουν και τον τρόπο με τον οποίο έχει χρησιμοποιηθεί η μοτοσυκλέτα.[/blockquote]
Την εποχή που η Honda Blackbird απολάμβανε τη βασιλεία της στην κατηγορία των υπερηχητικών sport-touring μοτοσυκλετών, εκμεταλλευόμενη τη συναίνεση της Kawasaki που κράταγε με πείσμα το γερασμένο ZZR1100, η Suzuki αποφάσισε να επιτεθεί κατά μέτωπο. Μέχρι τότε, τον ρόλο του γρήγορου ταξιδευτή στη γκάμα της είχε η GSX-R1100, ένα τεχνολογικό απολίθωμα ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Η Honda είχε την υψηλότερη τελική σε μοτοσυκλέτα παραγωγής, ήταν πολύ άνετη για δύο άτομα και εύκολη στη γρήγορη οδήγηση. Επίσης, ήταν όμορφη και πολύ ποιοτική. Ο πήχης που είχε βάλει το Blackbird βρισκόταν πολύ ψηλά.
Από τη μεριά της, η Hayabusa είχε το πλεονέκτημα του μεγαλύτερου κινητήρα και των πολύ καλύτερων επιδόσεων, όμως η εμφάνισή της ξέφευγε από τις συντηρητικές γραμμές των τουριστικών μοτοσυκλετών, ενώ η ξεχωριστή σέλα για τον συνεπιβάτη αντί της μονοκόμματης της Honda, απομάκρυνε τους παραδοσιακούς πελάτες της sport-touring κατηγορίας.
Στην πράξη, όλα αυτά καταρρίφθηκαν, καθώς η συμβίωση με μια Hayabusa, απέδειξε ότι αυτή η μοτοσυκλέτα ήταν από τις πιο καλοσχεδιασμένες και εύστοχες στην κατηγορία της. Οι τουριστικές της δυνατότητες άντεχαν οποιαδήποτε σύγκριση με τον ανταγωνισμό, την ίδια ώρα που οι επιδόσεις της έσπαγαν όλα τα ρεκόρ στις μετρήσεις των περιοδικών. Τα 308 πραγματικά χιλιόμετρα που έγραψε το όργανο μετρήσεων του ΜΟΤΟ, έκαναν τη Hayabusa τη μοναδική μοτοσυκλέτα παραγωγής που είχε καταφέρει να μπει στην τρίτη εκατοντάδα.
Με μοναδικό κριτήριο τις επιδόσεις, η Hayabusa έγινε η αγαπημένη μοτοσυκλέτα των “κοντράκηδων”. Ξεκινούσε πολύ εύκολα στα φανάρια, χάρη στο μακρύ μεταξόνιό της, το χαμηλό κέντρο βάρους της και τον πολύ καλό και ανθεκτικό συμπλέκτη της. Αυτά, συνέβαιναν κυρίως στην Ελλάδα και την Αμερική, γιατί στην Ευρώπη η Hayabusa αποκτούσε διαρκώς οπαδούς από τους φανατικούς ταξιδευτές. Η ικανότητά της να διασχίζει δικάβαλη ολόκληρες χώρες μέσα σε μια μέρα, ήταν κάτι που εκτιμήθηκε δεόντως από τους Κεντροευρωπαίους, που είχαν τη δυνατότητα να μπαίνουν στις εθνικές οδούς και να πηγαίνουν με την τελική της μεγάλης Suzuki για ώρες.
Κάτω από το “παχύδερμο” φέρινγκ, η Hayabusa έκρυβε ένα μυστικό που το ανακάλυψαν όσοι τόλμησαν να τη βάλουν μέσα σε πίστα. Ο τρόπος που έστριβε και συμπεριφερόταν σε πραγματικά γρήγορους ρυθμούς, ήταν πρωτόγνωρος για την κατηγορία της. Η συγγένειά της με τις GSX-R750/1000 ήταν παραπάνω από εμφανής και καμία ανταγωνίστρια δεν μπορούσε να την ακολουθήσει στις στροφές. Η διαφορά της από τις άλλες, ήταν τουλάχιστον χαοτική.
Από το 1999 μέχρι το 2008 που αντικαταστάθηκε από το νέο μοντέλο, δέχτηκε ελάχιστες αλλαγές, κυρίως σε λεπτομέρειες, όπως τα χρώματα, ενώ από το 2001 η τελική της ταχύτητα περιορίστηκε στα 299, κατόπιν συμφωνίας όλων των ιαπωνικών εργοστασίων να σταματήσουν το κυνήγι της τελικής. Το 2003 μπήκαν καταλύτες για να προσαρμοστεί στις νέες προδιαγραφές εκπομπής ρύπων, χάνοντας δύο-τρεις ίππους. Ψάχνοντας στην αγορά για μια μεταχειρισμένη Hayabusa, θα βρείτε σχεδόν τα πάντα και σε τιμές που διαφέρουν αρκετά.
Τα πρώτα μοντέλα, ναι μεν ξεπερνούν τα τριακόσια χιλιόμετρα τελικής, όμως μιλάμε για μοτοσυκλέτες σχεδόν δεκαετίας και με πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα. Η ποιότητα της βαφής των πλαστικών και της ανοδίωσης στα αλουμινένια εξαρτήματα δεν είναι ιδιαίτερα καλή, με αποτέλεσμα η Hayabusa να δείχνει περισσότερο ταλαιπωρημένη απ’ ό,τι είναι, μετά από 20.000 χιλιόμετρα. Καλύτερη αγορά είναι τα μοντέλα μεταξύ 2001-2003, όπου οι τιμές είναι εξίσου προσιτές και είναι πιο εύκολο να βρείτε ένα καλά συντηρημένο δείγμα. Τα μοντέλα των τελευταίων τριών ετών κρατάνε υψηλές τιμές μεταπώλησης, βάζοντας πολλούς σε σκέψη για την αγορά καινούριας.
Στα καταστήματα μεταχειρισμένων, ένα μεγάλο ποσοστό αποτελείται από μοτοσυκλέτες ανεξάρτητης εισαγωγής. Μόνο όσες είναι γαλλικής προέλευσης ενδέχεται να είναι “κλειστές” στους εκατό ίππους. Επίσης αποφύγετε όσες έχουν προδιαγραφές για την αγγλική ή ιαπωνική αγορά, καθώς τα φώτα τους είναι ρυθμισμένα για να φωτίζουν την αριστερή πλευρά του δρόμου. Εκτός του ότι θα τυφλώνετε τους απέναντι, θα έχετε και περιορισμένη ορατότητα στους επαρχιακούς δρόμους. Το πρόβλημα λύνεται μόνο με την αντικατάσταση του προβολέα, κάτι εξαιρετικά ακριβό.
Γενικά η Hayabusa έχει να επιδείξει μεγάλη αντοχή στα μηχανικά της μέρη και ποτέ δεν είχε κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα να ταλαιπωρεί τους ιδιοκτήτες της. Τα ρουλεμάν στον λαιμό είναι εύκολο να παραδώσουν το πνεύμα στους ελληνικούς δρόμους -ειδικά αν έχει στο ιστορικό της μερικές άγαρμπες σούζες. Κατά τα άλλα, αναλόγως των χιλιομέτρων δώστε μεγάλη προσοχή στα αναλώσιμα (αλυσίδα/γρανάζια, λάστιχα, τακάκια) γιατί το κόστος τους δεν είναι αμελητέο.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, τετρακύλινδρος, υγρόψυκτος, με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ
Χωρητικότητα (cc): 1.298
Σχέση συμπίεσης: 11:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 2
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υδραυλικός, υγρός, πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 1,596
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 2,516, 2: 1,937, 3: 1,526, 4: 1,285, 5: 1,136, 6: 1,043
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,352
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινίου, κλειστό περιμετρικό
Βάρος κενή (kg): 215
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 22/ -
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm): 120
Διάμετρος (mm): 43
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης / επαναφοράς
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 140
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης / επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, με δαγκάνες έξι εμβόλων
Πίσω: Δίσκος 240mm, με δαγκάνα δύο εμβόλων
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: Χυτή αλουμινίου, 3,50x17”
Ελαστικό: 120/70-17
Πίσω
Ζάντα: Αλουμινίου με ακτίνες, 6,00x17”
Ελαστικό: 190/50-17
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm): 175 / 9.800
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 14,1 / 7.000
ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ (sec)
0-100m: 4,2
0-400m: 9,72
0-100km/h: 2,42
0-150km/h: 4,27
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 157,6 / 9.300
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 13,6 / 7.000
Μέχρι να εμφανιστεί η Kawasaki ZX-12R, ο κινητήρας της Hayabusa ήταν ό,τι πιο δυνατό υπήρχε σε μοτοσυκλέτα. Παρά την εξωπραγματική του ιπποδύναμη για την εποχή, ήταν αρκετά φιλικός, με γραμμική απόδοση και ομαλή κορύφωση της δύναμης.