Ducati Streetfighter V4S: Ο “Joker” της Ducati

“Διπολική” προσωπικότητα
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

26/3/2020

Χθες, όπως είχαμε γράψει εδώ, θα έπρεπε να γυρνάμε κανονικά από την αποστολή της παρουσίασης του Ducati Streetfighter V4S, αλλά ο COVID-19 έκανε τη γη να πάψει να γυρίζει και μαζί της κάθε event που είχε διοργανωθεί. Γι’ αυτό και η Ducati φρόντισε να κάνει μια διαδικτυακή online παρουσίαση, ως το ελάχιστο που θα μπορούσαν να κάνουν στους 90 περίπου δημοσιογράφους που ήταν καλεσμένοι, ανάμεσά τους κι εμείς.

Ο Giuglio Fabri (PR της Ducati), ο Jeremy Faraud (Σχεδιαστής στο Ducati Design Center όπου γεννήθηκε το “Streetfighter”) και ο Alesandro Valia (Επίσημος Test Rider της Ducati) επιστρατεύθηκαν από τα σπίτια τους, απ’ όπου εργάζονται τον τελευταίο μήνα, για να κάνουν μια όσο το δυνατόν πληρέστερη παρουσίαση και όπως διαπιστώσατε όσοι παρακολουθήσατε ζωντανά την παρουσίαση, τα κατάφεραν θαυμάσια!

Η “Fight Formula” (σε ελεύθερη μετάφραση η “Συνταγή του Πολέμου”) που χρησιμοποίησε η Ducati για την δημιουργία του Streetfighter είναι η εξής: Desmosedici Stradale κινητήρας + αεροδυναμικά βοηθήματα + πακέτο ηλεκτρονικών από το Panigale V4 + 178 κιλά βάρους + Ψηλό τιμόνι – φαίρινγκ + 208 άλογα = “Fight Formula”.  Ο σχεδιαστής, όμως, της μοτοσυκλέτας, ο Jeremy Faraud, μας έδωσε μια διαφορετική προσέγγιση που χρησιμοποίησε για να το σχεδιάσει. Όπως είπε, εμπνεύστηκε από τον γνωστό χαρακτήρα “Joker”, ο οποίος συνδυάζει δύο διαφορετικές προσωπικότητες, όπως ακριβώς συμβαίνει με το Streetfighter της Ducati. “Μια μοτοσυκλέτα που χωρίς κανέναν συμβιβασμό μπορεί να οδηγηθεί σαν superbike μέσα στην πίστα και σαν γυμνό street στον δρόμο”.

Αυτή την ισορροπία θέλησε να διατηρήσει στις γραμμές που σχεδίασε, ακροβατώντας μεταξύ επιθετικότητας και εκλεπτυσμένης φινέτσας. Οι βασικές γραμμές του είναι βασισμένες πάνω στην φιλοσοφία των naked, με ξεχωριστά ευδιάκριτα μέρη, όπως το τιμόνι, το ρεζερβουάρ, ο κινητήρας και οι τροχοί, αλλά παράλληλα διατηρεί και μια οπτική συνέχεια στην μορφή του, χάρη στις μεγάλες επιφάνειες που “ρέουν”, όπως συμβαίνει στα φαίρινγκ των superbikes. Ουσιαστικά η μοτοσυκλέτα χωρίζεται σε δύο μέρη, πάνω και κάτω από τον οριζόντιο άξονα, με το πάνω να ανήκει στην σχεδιαστική έμπνευση και το κάτω στην τεχνολογική πλευρά με τον κινητήρα και το ψαλίδι.

Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και στο “τεχνολογικό” μισό έχουν προστεθεί ιδιαίτερες λεπτομέρειες όπως οι τύπου F1 αεραγωγοί και πρώτη ύλη όπως το αλουμίνιο.  Το μούτρο του Streetfighter έτυχε κι αυτό ιδιαίτερης προσοχής, καθώς σύμφωνα με τον Faraud, είναι το σημείο που μαγνητίζει τον παρατηρητή και οι LED προβολείς είναι σχεδιασμένοι έτσι ώστε να αντικατοπτρίζουν όσο το δυνατόν περισσότερο το τρελό βλέμμα του Joker…

Ο Alesandro Valia, ήταν αυτός που ανέλαβε να μας μεταφέρει όσο το δυνατόν πιο παραστατικά, μέσα από τα τεχνολογικά στοιχεία της μοτοσυκλέτας, την αίσθηση που δεν καταφέραμε να βιώσουμε και περιμένουμε με ανυπομονησία να το πάρουμε στα χέρια μας. Η πρώτη του επισήμανση, όπως και του Faraud, είναι ότι πρόκειται για μια μοτοσυκλέτα με “διπολική” προσωπικότητα, με την καλή έννοια πάντα.. Τον πρώτο λόγο φυσικά έχει η αεροδυναμική, όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται αυτό για μια γυμνή μοτοσυκλέτα. Το πρόβλημα σε όλες τις μοτοσυκλέτες της συγκεκριμένης κατηγορίας είναι η μηδενική προστασία και η όρθια θέση οδήγησης που συνεπάγεται αστάθεια στις υψηλές ταχύτητες. Ο συνήθης τρόπος αντιστάθμισης είναι η υιοθέτηση μιας πιο “αργής” γεωμετρίας, με μακρύ μεταξόνιο και ανοιχτή γωνία κάστερ.

 

Μοιραία, με τη σειρά του αυτό οδηγεί σε συμβιβασμούς σε ό,τι έχει να κάνει με την διασκέδαση και το fun της οδήγησης. Επειδή όμως κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο για την Ducati, οι μηχανολόγοι στο Borgo Panigale έκαναν μικρές επεμβάσεις στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του Streetfighter μεγαλώνοντας κατά 15mm το ψαλίδι και αντίστοιχα το μεταξόνιο σε σχέση με το Panigale V4, με το μεγαλύτερο βάρος να πέφτει στα αεροδυναμικά βοηθήματα. Το Street\fighter είναι η μοναδική μοτοσυκλέτα στην γκάμα των “Κόκκινων” που έχει τέτοια βοηθήματα, μετά το V4 R, μόνο που στην περίπτωση του Streetfighter είναι διπλά (πάνω κάτω) και όχι ένα μεγάλο σε κάθε πλευρά, για να μην αυξηθεί το συνολικό πλάτος παρέχοντας όμως το ίδιο αποτέλεσμα. Χαρακτηριστικά να αναφέρουμε ότι από τα 50km/h κιόλας νιώθεις την κάθετη δύναμη της τάξης των 2kg, ενώ στα 270km/h η δύναμη αυτή φτάνει τα 27kg!

Αυτό στην πράξη, σύμφωνα με τον Valia, μεταφράζεται σε μια απίστευτη αίσθηση σταθερότητας που σε συνδυασμό με την μείωση της τάσης για σούζες, προσφέρει την μέγιστη δυνατή επιτάχυνση. Τα πλεονεκτήματα όμως επεκτείνονται και στην μείωση της απόστασης στο φρενάρισμα, ενώ και στις στροφές το γυμνό τετρακύλινδρο προσφέρει μεγαλύτερη ακρίβεια, με κλειστές γραμμές στις εξόδους.

Ο κινητήρας, που ως γνωστόν έχει τις ρίζες του στα MotoGP, έχει κόφτη στις 14.500 στροφές για τις πέντε πρώτες σχέσεις, ενώ η έκτη ανεβάζει την βελόνα του στροφομέτρου μέχρι τις 15.000 στροφές. Τα διαστήματα ανάφλεξης είναι ρυθμισμένα έτσι ο κινητήρας να δουλεύει ουσιαστικά σαν να αποτελείται από δύο συνδυασμένους δικύλινδρους. Πιο συγκεκριμένα, η ανάφλεξη στον δεύτερο κύλινδρο γίνεται 90 μοίρες μετά τον πρώτο, ενώ μετά από 200 μοίρες γίνεται η ανάφλεξη στον τρίτο και μετά από 90 μοίρες πάλι στον τέταρτο. Το αποτέλεσμα είναι μια γραμμική απόδοση και δύναμη ψηλά, ενώ ο ήχος έχει μια ιδιαίτερη χροιά που οι Ιταλοί την χαρακτηρίζουν ως “Italian Symphony”. Από τις 4.000 στροφές, είναι διαθέσιμο πάνω από το 70% της διαθέσιμης ροπής (12,5 χιλιογραμμόμετρα η μέγιστη τιμή), ενώ από τις 9.000 στροφές και πάνω ο αναβάτης έχει στην διάθεσή του πάνω από το 90%. Ο στρόφαλος που γυρίζει με αντίθετη φορά από τους τροχούς μειώνει δραματικά το γυροσκοπικό φαινόμενο βοηθώντας την δύναμη να μεταφραστεί σε επιτάχυνση αντί σε ανούσιες σούζες, με αντίστοιχο όφελος –και εδώ- στο φρενάρισμα.

Το πλαίσιο που ουσιαστικά είναι ένα μικρό τμήμα που ενώνει τον λαιμό με τον κινητήρα, χρησιμοποιεί τον τελευταίο ως ενεργό μέλος του και είναι αυτό που καθορίζει την κάθετη και διαμήκη στρεπτική ακαμψία. ¨όπως τόνισε ο Valia, μεταφέρει με ακρίβεια την πληροφόρηση και την αίσθηση για το τι συμβαίνει κάτω από τους τροχούς κατά την διάρκεια πολύ μεγάλων κλίσεων, εκεί όπου ουσιαστικά η λειτουργία των αναρτήσεων είναι… εξουδετερωμένη.

Μεγάλο μέρος της μελέτης έχει πέσει και στην εργονομία, τόσο για τον αναβάτη όσο και για τον συνεπιβάτη, καθώς όπως αναφέρουμε και πιο πάνω, στόχος των ανθρώπων της Ducati ήταν το Streetfighter να αποτελεί μια φιλική και εύκολη στον χειρισμό μοτοσυκλέτα, ακόμη και στην καθημερινή χρήση. Ο ηλεκτρονικός έλεγχος του γκαζιού εξισορροπεί την απόδοση της ροπής ανάλογα με το άνοιγμα του γκαζιού, προκειμένου να διατηρηθεί η ομαλή απόκριση όταν παραμένει το γκάζι σταθερό ή όταν επιβάλλονται λεπτοί χειρισμοί για ρύθμιση της ταχύτητας. Είναι διαφορετικά ρυθμισμένοι οι χάρτες για τις τέσσερις πρώτες σχέσεις, ενώ η πέμπτη και η έκτη μοιράζονται την ίδια χαρτογράφηση.

Τέλος, το Ducati Safety Package περιλαμβάνει την αφρόκρεμα των ηλεκτρονικών βοηθημάτων, το οποίο συμπεριλαμβάνει το cornering ABS EVO, το Ducati slide control, το Ducati wheelie control EVO, το Ducati power launch, το Ducati quick shifter (up/down) EVO 2, το electronic brake control EVO και το Ducati traction control EVO 2.

Σε ό,τι αφορά μάλιστα το τελευταίο, ο Alesandro Valia επεσήμανε την σημαντική διαφορά της EVO 2 γενιάς, η οποία λειτουργεί προβλέποντας και όχι απλώς την στιγμή που θα αρχίσει να γλιστράει ο πίσω τροχός, με αποτέλεσμα προσφέρει μεγαλύτερη σταθερότητα και πιο ουσιαστική εκμετάλλευση της δύναμης, χαρακτηριστικό ιδιαίτερα χρήσιμο όταν το Streetfighter βρεθεί μέσα σε μια πίστα για ένα track day.

Πέρα από την σαφήνεια και τον κατατοπιστικό τρόπο που μετέφεραν οι άνθρωποι της Ducati όλα όσα συνθέτουν το Streetfighter V4 S, με την οικειότητα από το σαλόνι του σπιτιού τους να συμβάλλει σ’ αυτό, η online παρουσίαση κατάφερε να μας ανοίξει την όρεξη ακόμη περισσότερο και να κάνει το στερητικό μας σύνδρομο εν μέσω καραντίνας να χτυπήσει… “κόκκινο”. Μετράμε ήδη τις μέρες ανάποδα μέχρι να το οδηγήσουμε!

Ετικέτες

MV Agusta Ottantesimo - Έξι συλλεκτικές εκδόσεις για τα 80 χρόνια της εταιρείας

Με βάση μοτοσυκλέτες από τις σειρές Brutale, F3, Superveloce, σε 800 και 1.000 κ.εκ.
Ottantesimo
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

4/11/2024

Ως φόρο τιμής στην ένδοξη ιστορία των 80 ετών της, η MV Agusta επανασχεδίασε το ιστορικό λογότυπο της εταιρείας, εξοπλίζοντας με αυτό και με επιλεγμένα αξεσουάρ μια συλλεκτική σειρά 6 μοτοσυκλετών στα 800 και στα 1.000 κυβικά.

Τα έξι αναμνηστικά μοντέλα κατασκευάζονται όλα σε περιορισμένη σειρά 500 μοτοσυκλετών έκαστο, αναγνωρίσιμα από τη χάραξη με λέιζερ στην τιμονόπλακα ή στην προστατευτική πλάκα του ρεζερβουάρ, “1 di 500”, ανάλογα με το μοντέλο. Κάθε μοτοσυκλέτα αφιερωμένη στην 80η επέτειο παραδίδεται με αντίστοιχο πιστοποιητικό γνησιότητας.

Tα Ottantesimo μοντέλα είναι τα εξής:

800 κ.εκ:

  • Brutale RR Ottantesimo
  • Dragster RR Ottantesimo
  • F3 RR Ottantesimo
  • Superveloce S Ottantesimo

1000cc 4 κυλίνδρων:

  • Brutale 1000 Ottantesimo
  • Brutale 1000 RR Ottantesimo

Ας τα δούμε πιο αναλυτικά:

ΤΡΙΚΥΛΙΝΔΡΑ ΜΟΝΤΕΛΑ

BRUTALE RR OTTANTESIMO

Brutale RR Ottantesimo

Ένα εμβληματικό όνομα στη γκάμα της MV Agusta, η Brutale RR Ottantesimo συνεχίζει να αντιπροσωπεύει την κληρονομιά της μάρκας. Με τον 3κύλινδρο κινητήρα με αντίθετη περιστροφή στροφάλου, την προηγμένη τεχνολογία και τη μοναδική σχεδίαση διατίθεται στα εξής χρώματα: Rosso Ago και Argento Ago, μαζί με ένα ειδικό Color Trim & Graphic (CTG) και το λογότυπο Heritage.

DRAGSTER RR OTTANTESIMO

Dragster RR ottantesimo

Γνωστή για το ακραίο της στυλ, η Dragster RR Ottantesimo εξοπλίζεται με το σύστημα SCS (Smart Clutch System) και μπόλικη προηγμένη τεχνολογία. Η έκδοση Ottantesimo διαθέτει πιο σκούρους τόνους όπως το Metallic Carbon Black και το Argento Ago, με το λογότυπο Heritage σε χρυσό χρώμα.

F3 RR OTTANTESIMO

F3RR Ottantesimo

“Σε μια εποχή που η κατηγορία Supersport φαίνεται να χάνει την εστίασή της, η MV Agusta παραμένει πιστή στην παράδοση με την F3 RR.” Η συλλογή Ottantesimo αποτίει φόρο τιμής στην κληρονομιά της MV Agusta με έναν εμβληματικό συνδυασμό χρωμάτων: Argento Ago και Rosso Ago, στο αεροδυναμικό φαίρινγκ από ανθρακονήματα με έμπνευση από τη θρυλική F4 750. Η F3 RR Ottantesimo περιλαμβάνει ένα ειδικό κιτ με εξάτμιση Akrapovic (που αυξάνει τη συνολική ισχύ στους 155 ίππους στις 13.250 σ.α.λ.), κάλυμμα σιγαστήρα από ανθρακονήματα, τάπα ρεζερβουάρ επεξεργασμένο με CNC και κάλυμμα σέλας συνεπιβάτη. 

ΤΕΤΡΑΚΥΛΙΝΔΡΑ ΜΟΝΤΕΛΑ

SUPERVELOCE S OTTANTESIMO

Superveloce S Ottentesimo

Η έκδοση Ottantesimo διαθέτει έναν μοναδικό συνδυασμό χρωμάτων: Fire Red και Satin Intense Silver, αναδεικνύοντας τις γραμμές και τις καμπύλες της. Την πολυτελή εμπειρία ενισχύουν το κάθισμα από Alcantara και οι νέες ζάντες “Millerighe”. Το ειδικό κιτ περιλαμβάνει μια εξάτμιση Arrow, που αυξάνει την ισχύ στους 153 ίππους, και ένα κάλυμμα για το κάθισμα του συνοδηγού.

BRUTALE 1000 RR OTTANTESIMO

Brutale 1000 RR Ottantesimo

Η Brutale 1000 RR Ottantesimo διαθέτει ανάρτηση Öhlins Smart EC 3.0, η οποία, χάρη σε έναν ειδικό αλγόριθμο, επεξεργάζεται διάφορες εισόδους από την αδρανειακή πλατφόρμα, την ECU ελέγχου του κινητήρα και το ABS για να αναγνωρίσει και να αναλύσει το φρενάρισμα, την είσοδο στη στροφή, την κορυφή, την επιτάχυνση και την έξοδο από τη στροφή, παρέχοντας πάντα στον αναβάτη τη βέλτιστη δυνατή υποστήριξη.

Η Brutale 1000 RR Ottantesimo είναι διαθέσιμη σε Fire Red και Ago Matte Silver, με εκτεταμένη χρήση ανθρακονημάτων.

Λίγα λόγια για τα 80 χρόνια της MV Agusta

F 3 RR Ottantesimo

Η ιστορία του πρώτου κινητήρα της MV, του “98”, είναι στενά συνυφασμένη με τα μεταπολεμικά γεγονότα στην Ιταλία. Η μακρά και τραγική παγκόσμια σύγκρουση άφησε τη χώρα κατεστραμμένη: οι πόλεις ισοπεδώθηκαν, οι υποδομές τέθηκαν σε κίνδυνο και η βιομηχανική παραγωγή σταμάτησε. Μέσα σε αυτό το σενάριο, που θα αποθάρρυνε οποιονδήποτε, ο Domenico Agusta ξεκίνησε την περιπέτεια της Meccanica Verghera, το έμβρυο της ένδοξης MV Agusta. Τον Αύγουστο του 1943, ο κινητήρας της μοτοσυκλέτας 98 cc ήταν έτοιμος για μαζική παραγωγή, σχεδιασμένος και μελετημένος σε κάθε λεπτομέρεια.

Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο του 1943, ο γερμανικός στρατός κατέλαβε το εργοστάσιο της Agusta, αναγκάζοντας την παραγωγή να σταματήσει.

Ευτυχώς, όλα τα μοντέλα, τα σχέδια και το πρωτότυπο του πρώτου κινητήρα 98 είχαν κρυφτεί λίγες εβδομάδες νωρίτερα στα σπίτια και τα υπόγεια των πιο έμπιστων τεχνικών και μηχανικών για να προστατευτούν από πιθανή λεηλασία από τον στρατό.

Τα σχέδια και τα μοντέλα του κινητήρα 98 παρέμειναν κρυμμένα για αρκετούς μήνες, μέχρι τα μέσα του 1944, οπότε και συνεχίστηκε η παραγωγή. Αυτό επέτρεψε να γεννηθεί την επόμενη χρονιά η πρώτη μοτοσυκλέτα, κάτι περισσότερο από ποδήλατο, με την επωνυμία MV (Meccanica Verghera): η MV 98.

Όλα ξεκίνησαν στις 19 Ιανουαρίου 1945, με την ίδρυση της Meccanica Verghera Srl στην Cascina Costa, λίγα μόλις βήματα μακριά από το σημερινό Διεθνές Αεροδρόμιο Malpensa. Η οικογένεια Agusta, βασικός παράγοντας της αεροναυπηγικής βιομηχανίας, μη μπορώντας να κατασκευάσει αεροπλάνα αμέσως μετά τον πόλεμο, αποφάσισε να διοχετεύσει το πάθος της για την ταχύτητα και την τεχνολογία στην κατασκευή μοτοσυκλετών.

Ο κινητήρας, μαζί με διάφορα εξαρτήματα των πρώτων μοτοσικλετών MV Agusta, ήταν χαραγμένος με τη λέξη «EMMEVI», για να διδάξει τη σωστή προφορά του ακρωνυμίου MV. Παράλληλα, όλες οι μοτοσικλέτες έφεραν ένα λογότυπο που αποτελούνταν από τα δύο γράμματα MV (Meccanica Verghera), μέσα σε έναν οδοντωτό τροχό, συμβολίζοντας την αφοσίωση της εταιρείας στους μηχανικούς. Το λογότυπο αυτό συνδυαζόταν με φτερά, που φαινομενικά απλώνονταν από τη δύναμη του ανέμου που δημιουργούσε η ταχύτητα της μοτοσικλέτας.

Για περισσότερες πληροφορίες για την ιστορία της MV Agusta, διαβάστε το αναλυτικό αφιέρωμα του ΜΟΤΟ ΕΔΩ.

Ετικέτες