Εξαγορά Bimota από Kawasaki 2020 – EICMA: Ένα ιστορικό ορόσημο

Είδαμε ήδη το πρώτο δείγμα της συνεργασίας
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

6/11/2019

Νωρίτερα σήμερα, είχαμε δημοσιεύσει τις πρώτες πληροφορίες και φωτογραφίες από το νέο Bimota TesiH2, την μοτοσυκλέτα που χρησιμοποιεί τον κινητήρα του Kawasaki H2 με το πλαίσιο και τον σχεδιασμό του Bimota Tesi, η οποία αποτελεί το πρώτο δείγμα της συνεργασία των δύο ιστορικών εταιρειών.

Πριν από λίγο, ανακοινώθηκε επίσημα και δόθηκαν οι λεπτομέρειες αυτού του ιστορικού ορόσημου για την μοτοσυκλέτα γενικότερα, με τους κυρίους Hiroshi Ito (Διευθυντής του τμήματος σχεδιασμού προϊόντων της Kawasaki), Marco Chiancianesi (Πρόεδρος της Bimota S.A.) και Pierluigi Marconi (Σχεδιαστής του Tesi και της Bimota), να μας αναλύουν το ιστορικό αυτής της συμφωνίας.

Ο Hiroshi Ito έδωσε αρχικά το εταιρικό πλαίσιο, λέγοντας πως η Kawasaki Motors Europe ίδρυσε μια θυγατρική στην Ιταλία, την Italian Motorcycle Investment (IMA) η οποία εξαγόρασε τα εμπορικά σήματα της Bimota S.A. Μόλις ολοκληρωθεί η σύμβαση, η εταιρεία αυτή θα μετονομαστεί σε Bimota S.P.A. της οποίας το 50,1% των μετοχών θα το κατέχει η B and Motion S.A. (πρώην Bimota S.A.) και το 49,9% η Kawasaki Motors Europe. Όπως είπε ο κ.Ito, η ιστορία ξεκίνησε πριν από τρία χρόνια, όταν μία μικρή επενδυτική τράπεζα τους προσέγγισε και τους ρώτησε αν τους ενδιέφερε να επενδύσουν σε μια ιταλική εταιρεία μοτοσυκλετών. Εκείνη την εποχή δεν θέλησαν να αποκαλύψουν το όνομα της εταιρείας, αλλά ο Ito έψαξε στα έγγραφα και ανακάλυψε με μεγάλο ενθουσιασμό ότι πρόκειται για την θρυλική Bimota, την εταιρεία που θυμόταν από το ξεκίνημά του στο χώρο της μοτοσυκλέτας με τις μοτοσυκλέτες που στοίχειωναν τα όνειρά του, χάρη στα ιδιαίτερα πλαίσιά τους.

Δείτε στο τέλος το video από την παρουσίαση

Χωρίς να χάσει χρόνο ταξίδεψε στο Μιλάνο και ήρθε σε επαφή με τον CEO της Bimota, τον κ. Chiancianesi. Η χημεία μεταξύ τους ήταν άμεση και η πεποίθηση ότι θα ήταν ένα επιτυχημένο project, κοινή. Όταν μάλιστα συναντήθηκε και με τον σχεδιαστή κ. Marconi, έχασε κάθε έννοια του χρόνου απορροφημένος στα σχέδια που έκαναν γι' αυτό που τελικά που προέκυψε να είναι το TesiH2. Πρόσθεσε επίσης ότι η Bimota πρέπει να παραμείνει ως εργοστάσιο στο Rimini, να σχεδιάζονται τα προϊόντα της από Ιταλούς σχεδιαστές και να φτιάχνονται από Ιταλούς εργάτες, ώστε να διατηρηθεί ατόφιο το πνεύμα της. Είναι, όπως είπε επίσης, απόλυτα πεπεισμένος ότι με τα πλαίσια και τα σχέδια της Bimota και τους κινητήρες της Kawasaki, θα δημιουργηθούν νέα θρυλικά κεφάλαια στην ιστορία της εταιρείας.

Ο κ. Chiancianesi, δήλωσε και ο ίδιος φανατικός μοτοσυκλετιστής, ενώ δεν δίστασε να πει πως στις δύσκολες εποχές που πέρασε η εταιρεία είχε δεχτεί πολλές προσφορές, αλλά αυτή της Kawasaki ήταν η καλύτερη, καθώς πέρα από τα οικονομικά μεγάθη είχε αντιληφθεί ότι με τον κ. Ito μοιράζονται και το ίδιο πάθος για τις μοτοσυκλέτες και τις ίδιες αρχές.

O Pierluigi Marconi με τη σειρά του, έδωσε το δικό του υπόβαθρο για τη σχέση του με την Bimota, μιας και γεννήθηκε και μεγάλωσε ακριβώς δίπλα από το εργοστάσιο στο Rimini, έχοντας σαν όνειρο από τα εφηβικά του χρόνια να συνδέσει το όνομά του με αυτό της Bimota. Εξελίσσοντας το πάθος του να βελτιώνει τις αγωνιστικές του μοτοσυκλέτες μέσα από τις σπουδές του στην μηχανολογία, κατάφερε τελικά να πραγματοποιήσει το όνειρό του και να αρχίσει να σχεδιάζει μοτοσυκλέτες για την ιταλική φίρμα. Ομολόγησε κι ο ίδιος ότι όταν άκουσε για πρώτη φορά για το ενδιαφέρον της Kawasaki ήξερε ότι θα αποτελούσε τον ιδανικό εταίρο, ενώ όταν συναντήθηκε με τα στελέχη του εργοστασίου είχε την επιβεβαίωση που ζητούσε. Όπως είπε η μοτοσυκλέτα ήταν ήδη στο μυαλό του και είχε την αμέριστη βοήθεια της Bimota που τον προμήθευσε με όλα τα απαραίτητα δεδομένα για το ριζοσπαστικό του σχέδιο, χάρη στο πρώτο Tesi που είχε φτιάξει η εταιρεία πριν από 36 χρόνια (με το πρωτότυπο Tesi που είχε επίσης ιαπωνικό κινητήρα τετρακύλνδρο εν σειρά από Yamaha FZ750). Όσο περνούσαν τα χρόνια, αντιλαμβανόταν ότι του δινόταν η ευκαιρία να φτιάξει ένα Tesi που δεν θα υπέκυπτε σε κανένα συμβιβασμό, με τις μάζες συγκεντρωμένες, με υπερτροφοδοτούμενο κινητήρα, χρήση εξωτικών υλικών και πλήθος ηλεκτρονικών συστημάτων. Τελικά το Project ολοκληρώθηκε και αποτελεί την πραγματοποίηση ενός ονείρου, αλλά και την απαρχή μιας λαμπρής ιστορίας για το μέλλον.

Triumph Tracker 400/Thruxton 400 2026 – Παρουσιάστηκαν με τιμές για Ελλάδα!

Με διαφορές σε πλαίσιο/ανάρτησες - Και ισχυρότερο κινητήρα κατά δύο ίππους
Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

16/12/2025

Η Triumph διευρύνει ακόμη περισσότερο την γκάμα των μονοκύλινδρων 400ριών της με Tracker 400 και Thruxton 400 με αισθητική εμπνευσμένη από τους flat track αγώνες και τα cafe racers αντίστοιχα.

Περιμέναμε ένα αλλά τελικά η Triumph παρουσίασε δύο μονοκύλινδρα 400άρια φτάνοντας έτσι την οικογένεια στα πέντε συνολικά μοντέλα, μαζί με τα Speed 400, Scrambler 400 X και Scrambler 400 XC.

Οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν αισθητικές κυρίως διαφορές με τις άλλες εκδόσεις και μεταξύ τους φυσικά με το φαίρινγκ του 400ριού Thruxton να μας είναι γνωστό εδώ και καιρό από τις κατασκοπικές φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του διαδικτύου πολύ καιρό πριν από την παρουσίασή του. 

Οι δύο μοτοσυκλέτες φέρουν επίσης και μία ισχυρότερη έκδοση του μονοκύλινδρου μοτέρ με τη μέγιστη ισχύ να ανεβαίνει κατά 5% περίπου και να φτάνει τους 41,42 ίππους από 39,42 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αλλαγή στη ροπή δεν υπάρχει και έτσι η μέγιστη τιμή παραμένει στα 3,82 kg.m αλλά να κάνει την εμφάνισή της 1.000 στροφές ψηλότερα, στις 7.500 σ.α.λ., με το 80% αυτής να είναι διαθέσιμο από τις 3.000 σ.α.λ. Η αύξηση στην ισχύ προήρθε από νέο εκκεντροφόρο αλλά και την εκ νέου χαρτογράφηση του ψεκασμού.

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

Σε σχέση με τη μοτοσυκλέτα βάσης που είναι το Spped 400, το Tracker 400 έχει φαρδύτερο τιμόνι κατά 23 χλστ., το οποίο είναι και χαμηλότερο κατά 134 ολόκληρα χλστ. Παράλληλα τα μαρσπιέ έχουν τοποθετηθεί 86 χλστ. πιο πίσω και 27 χλστ. ψηλότερα, με το νέο τρίγωνο της εργονομίας να δίνει μια πιο σπορ και επιθετική θέση οδήγησης. Διαφορετική είναι και η σέλα, όπως και το κάλυμμα-κοκοβιός της σέλας στο κομμάτι του συνεπιβάτη, οι ζάντες και το ρεζερβουάρ, με τo Tracker 400 να ξεχωρίζει από το μικρό του μασκάκι, αλλά και τα μεγάλα numver plates εκατέρωθεν της σέλας, όπως και από τους αποκλειστικούς χρωματισμούς.

Το Thruxton 400 έχει επίσης διαφορετικό ρεζερβουάρ -και από το Tracker-, αν και η χωρητικότητα είναι ίδια στα 13 λίτρα, ενώ ζυγίζει και τρία κιλά περισσότερα λόγω του φέρινγκ, με το βάρος του να φτάνει τα 176 κιλά πλήρες υγρών. Του Tracker βρίσκεται στα 173 κιλά. Το φαίρινγκ είναι αυτό που κάνει και τη μεγαλύτερη διαφορά στην αισθητική της μοτοσυκλέτας, που έχει κλιπόν και διαφορετική θέση οδήγησης, ενώ οι Βρετανοί αναφέρουν και μικρές αλλαγές στο πλαίσιο αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη εκδοχή της μοτοσυκλέτας. Σε αυτήν την περίπτωση και έναντι του Speed 400 τα κλιπόν είναι 40 χλστ. πιο στενά και 246 χλστ. πιο χαμηλά τοποθετημένα με μπόλικο βάρος να φορτίζει πλέον τον εμπρός τροχό. Παράλληλα, τα μαρσπιέ βρίσκονται στην ίδια θέση με εκείνα του Tracker 400.

Μικρές διαφορές έχουμε και στη γεωμετρία του πλαισίου μεταξύ των δύο μοτοσυκλετών. Το Tracker 400 έχει μεταξόνιο στα 1.371 χλστ. με κάστερ και ίχνος στις 24,4 μοίρες και 107,6 χλστ. αντίστοιχα, ενώ το Thruxton 400 έχει μεταξόνιο στα 1.376 χλστ. με κάστερ στις 24,5 μοίρες και ίχνος στα 101,5 χλστ. 

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

H Triumph αναφέρει ότι καθεμιά από τις δύο νέες μοτοσυκλέτες έχει το δικό της set up στις αναρτήσεις ώστε να ταιριάζει καλύτερα στη φιλοσοφία της έκδοσης και τη θέση οδήγησης, με το πιρούνι να είναι ανεστραμμένο στα 43 χλστ. Η διαδρομή του είναι 140 χλστ. στο Tracker και 135 χλστ. στο Thruxton ενώ και το μονό αμορτισέρ και στις δύο περιπτώσεις δίνει διαδρομή 130 χλστ.

Και οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν 17ρες χυτές ζάντες αλουμινίου που είναι διαφορετικής σχεδίασης μεταξύ των δύο μοντέλων και ελαστικά 110/70 και 150/60 εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Ως πρώτης τοποθέτησης ελαστικά για το Thruxton επιλέχθηκαν τα Pirelli Diablo Rosso IV, ενώ για το Tracker έχουμε τα Pirelli MT60 RS και τα δύο εξαιρετικές επιλογές για τόσο προσιτές μοτοσυκλέτες.

Τέλος, ίδιο είναι το σύστημα πέδησης και στις δύο περιπτώσεις με το κύριο έργο της επιβράδυνσης να αναλαμβάνει 300άρης εμπρός δίσκος και ακτινικά τοποθετημένη 4πίστονη δαγκάνα της ByBre. 

Το Tracker 400 θα είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα από τον ερχόμενο Μάρτιο με τιμή 6.390 ευρώ και το Thruxton 400 από τον Φεβρουάριο του 2026, με τιμή 6.690 ευρώ. Και τα δύο συνοδεύονται από εργοστασιακή εγγύηση δύο ετών χωρίς περιορισμό στα διανυθέντα χιλιόμετρα.

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στις συλλογές που ακολουθούν.