MOTO GUZZI V7 III CARBON (ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ)

ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΠΙΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΗΣ MOTO GUZZI
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

9/3/2018

Η V7 IIICARBON ΑΠΟΚΑΛΥΠΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΧΑΡΗΣΤΑ ΠΟΛΥΑΡΙΘΜΑ ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΑΝΘΡΑΚΟΝΗΜΑ, ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΡΙΘΜΗΜΕΝΗ ΕΚΔΟΣΗ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ - 1921 ΟΧΗΜΑΤΑ - ΑΡΙΘΜΟΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ ΣΤΟ ΕΤΟΣ ΙΔΡΥΣΗΣ ΤΗΣ MOTOGUZZI.

Η MotoGuzziV7 IIICarbon αντιπροσωπεύει τη νεότερη ερμηνεία μίας από πιο κλασικές ιταλικές μοτοσυκλέτες.Από το 1967, όταν άρχισαν οι πωλήσεις των πρώτων μοντέλων, η V7 έγινε η σαγηνευτική πρέσβειρα των αξιών της ποιότητας και της αυθεντικότητας που χαρακτηρίζουν τον Οίκο του Αετού, ξεχωρίζοντας για τον σχεδιασμό αλλά καιτον τεχνικό εξοπλισμό της.

Σήμερα, στην τρίτη έκδοσήτης, η  V7 III είναι ταυτόχρονα μία σύγχρονη μοτοσυκλέτα και ένα σύμβολο της ιταλικής προέλευσης, συγκεντρώνοντας την εκτίμηση ενός ευρέος και ετερογενούς κοινού. Αυτό επιτυγχάνεται αφενός χάρη στην ποιότητα κατασκευής, την ευελιξία και την ευκολία χειρισμού, χαρακτηριστικά που την καθιστούνιδανική για αστική χρήση, και αφετέρου χάρη στο μοναδικό και απαράμιλλο στυλ. Επιπλέον υπάρχουν εκτεταμένες δυνατότητες προσωποποίησης, με μια εξαιρετική συλλογή αξεσουάρ και ειδικών εξαρτημάτων.

Σε αυτό το επιτυχημένο πλαίσιο εντάσσεται σήμερα η εκλεπτυσμένη V7 IIICarbon, διαθέσιμηστα σημεία πώλησης MotoGuzzi στην τιμή των 9.940 ευρώ.

 

Παράδοση και σπορ χαρακτήρας συνδυάζονται σε μία μοναδική δημιουργία

Η V7 IIICarbonεξυμνεί την εξατομίκευση, με την αυθεντικότητα και την καλαισθησία της εμπλουτίζοντας το στυλ της με τον αυθεντικό σχεδιασμό της V7 και την υψηλή ποιότητα πολυάριθμων εξαρτημάτων απόανθρακόνημα, όπως τα κοντά φτερά και τα πλαϊνά φέρινγκπου υπογραμμίζουντο νέο και δυναμικό χαρακτήρα του bestseller μοντέλου τηςMotoGuzzi. Με τη V7 III Carbon, τα στοιχεία από ανθρακόνημα, που συνήθως προορίζονται για supersport μοντέλα, εισάγονται για πρώτη φορά στον κόσμο των κλασικών μοτοσυκλετών παραγωγής, μία σπορ πινελιά σε απόλυτη συνέπεια με την ιστορία της V7.

Η εξολοκλήρου μαύρη ματ απόχρωση της V7 IIICarbon ενισχύεται από την αντίθεση λεπτομερειών σε κόκκινο χρώμα, που επιλέχθηκε για τη δαγκάνα Brembo του μπροστινού δισκόφρενου, τα λογότυπα στα πλαϊνά φέρινγκ και το σήμα του αετού στο ρεζερβουάρ καυσίμου. Ο «MadeinMandello» κινητήρας ξεχωρίζει επίσης χάρη στα καπάκια των κυλινδροκεφαλών σε κόκκινο χρώμα με σατινέ φινίρισμα. Η σέλα (αποκλειστική για τη συγκεκριμένη έκδοση) διαθέτει αδιάβροχη επένδυση Alcantara®, ιδιαίτερα ανθεκτική στις καιρικές συνθήκες και φινίρισμα με κόκκινη ραφή, μία δημοφιλής στυλιστική επιλογή, αφιερωμένη σε όσους εκτιμούν την εξεζητημένη εμφάνιση. Πράγματι, αυτό το μοντέλο διαθέτει πληθώρα εκλεπτυσμένων λεπτομερειών: τάπα ρεζερβουάρ από ανοδιωμένο μαύρο billetαλουμίνιο, μαύρο πλαίσιο προβολέα, όπως είναι και τα καλύμματα των μπεκ και το κάλυμμα της αντλίας του πίσω φρένου.

Συνεχίζοντας την παράδοση, η V7 IIICarbon είναι το μοναδικό μοντέλο περιορισμένης παραγωγής της οικογένειας V7 III.Η σειρά αρίθμησης κάθε μοντέλου αποτυπώνεται σε ταμπελάκι τοποθετημένο στο τιμόνι: μόλις 1921 διαθέσιμα τεμάχια, αριθμός που αναφέρεται στο έτος ίδρυσης της MotoGuzzi.

Επισκεφτείτε σήμερα ένα σημείο πώλησης MotoGuzzi για να ενημερωθείτε για το ολοκληρωμένο πακέτο υπηρεσιών που προσφέρεται σε όλα τα μοντέλα MotoGuzzi:

  • Δωρεάν διετής επέκταση εργοστασιακής εγγύησης
  • Δωρεάν 4 χρόνια οδική βοήθεια
  • Ευέλικτα χρηματοδοτικά προγράμματα: προκαταβολή από 0%, έως 72 μήνες εξόφληση

Triumph Tracker 400/Thruxton 400 2026 – Παρουσιάστηκαν με τιμές για Ελλάδα!

Με διαφορές σε πλαίσιο/ανάρτησες - Και ισχυρότερο κινητήρα κατά δύο ίππους
Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

16/12/2025

Η Triumph διευρύνει ακόμη περισσότερο την γκάμα των μονοκύλινδρων 400ριών της με Tracker 400 και Thruxton 400 με αισθητική εμπνευσμένη από τους flat track αγώνες και τα cafe racers αντίστοιχα.

Περιμέναμε ένα αλλά τελικά η Triumph παρουσίασε δύο μονοκύλινδρα 400άρια φτάνοντας έτσι την οικογένεια στα πέντε συνολικά μοντέλα, μαζί με τα Speed 400, Scrambler 400 X και Scrambler 400 XC.

Οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν αισθητικές κυρίως διαφορές με τις άλλες εκδόσεις και μεταξύ τους φυσικά με το φαίρινγκ του 400ριού Thruxton να μας είναι γνωστό εδώ και καιρό από τις κατασκοπικές φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του διαδικτύου πολύ καιρό πριν από την παρουσίασή του. 

Οι δύο μοτοσυκλέτες φέρουν επίσης και μία ισχυρότερη έκδοση του μονοκύλινδρου μοτέρ με τη μέγιστη ισχύ να ανεβαίνει κατά 5% περίπου και να φτάνει τους 41,42 ίππους από 39,42 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αλλαγή στη ροπή δεν υπάρχει και έτσι η μέγιστη τιμή παραμένει στα 3,82 kg.m αλλά να κάνει την εμφάνισή της 1.000 στροφές ψηλότερα, στις 7.500 σ.α.λ., με το 80% αυτής να είναι διαθέσιμο από τις 3.000 σ.α.λ. Η αύξηση στην ισχύ προήρθε από νέο εκκεντροφόρο αλλά και την εκ νέου χαρτογράφηση του ψεκασμού.

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

Σε σχέση με τη μοτοσυκλέτα βάσης που είναι το Spped 400, το Tracker 400 έχει φαρδύτερο τιμόνι κατά 23 χλστ., το οποίο είναι και χαμηλότερο κατά 134 ολόκληρα χλστ. Παράλληλα τα μαρσπιέ έχουν τοποθετηθεί 86 χλστ. πιο πίσω και 27 χλστ. ψηλότερα, με το νέο τρίγωνο της εργονομίας να δίνει μια πιο σπορ και επιθετική θέση οδήγησης. Διαφορετική είναι και η σέλα, όπως και το κάλυμμα-κοκοβιός της σέλας στο κομμάτι του συνεπιβάτη, οι ζάντες και το ρεζερβουάρ, με τo Tracker 400 να ξεχωρίζει από το μικρό του μασκάκι, αλλά και τα μεγάλα numver plates εκατέρωθεν της σέλας, όπως και από τους αποκλειστικούς χρωματισμούς.

Το Thruxton 400 έχει επίσης διαφορετικό ρεζερβουάρ -και από το Tracker-, αν και η χωρητικότητα είναι ίδια στα 13 λίτρα, ενώ ζυγίζει και τρία κιλά περισσότερα λόγω του φέρινγκ, με το βάρος του να φτάνει τα 176 κιλά πλήρες υγρών. Του Tracker βρίσκεται στα 173 κιλά. Το φαίρινγκ είναι αυτό που κάνει και τη μεγαλύτερη διαφορά στην αισθητική της μοτοσυκλέτας, που έχει κλιπόν και διαφορετική θέση οδήγησης, ενώ οι Βρετανοί αναφέρουν και μικρές αλλαγές στο πλαίσιο αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη εκδοχή της μοτοσυκλέτας. Σε αυτήν την περίπτωση και έναντι του Speed 400 τα κλιπόν είναι 40 χλστ. πιο στενά και 246 χλστ. πιο χαμηλά τοποθετημένα με μπόλικο βάρος να φορτίζει πλέον τον εμπρός τροχό. Παράλληλα, τα μαρσπιέ βρίσκονται στην ίδια θέση με εκείνα του Tracker 400.

Μικρές διαφορές έχουμε και στη γεωμετρία του πλαισίου μεταξύ των δύο μοτοσυκλετών. Το Tracker 400 έχει μεταξόνιο στα 1.371 χλστ. με κάστερ και ίχνος στις 24,4 μοίρες και 107,6 χλστ. αντίστοιχα, ενώ το Thruxton 400 έχει μεταξόνιο στα 1.376 χλστ. με κάστερ στις 24,5 μοίρες και ίχνος στα 101,5 χλστ. 

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

H Triumph αναφέρει ότι καθεμιά από τις δύο νέες μοτοσυκλέτες έχει το δικό της set up στις αναρτήσεις ώστε να ταιριάζει καλύτερα στη φιλοσοφία της έκδοσης και τη θέση οδήγησης, με το πιρούνι να είναι ανεστραμμένο στα 43 χλστ. Η διαδρομή του είναι 140 χλστ. στο Tracker και 135 χλστ. στο Thruxton ενώ και το μονό αμορτισέρ και στις δύο περιπτώσεις δίνει διαδρομή 130 χλστ.

Και οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν 17ρες χυτές ζάντες αλουμινίου που είναι διαφορετικής σχεδίασης μεταξύ των δύο μοντέλων και ελαστικά 110/70 και 150/60 εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Ως πρώτης τοποθέτησης ελαστικά για το Thruxton επιλέχθηκαν τα Pirelli Diablo Rosso IV, ενώ για το Tracker έχουμε τα Pirelli MT60 RS και τα δύο εξαιρετικές επιλογές για τόσο προσιτές μοτοσυκλέτες.

Τέλος, ίδιο είναι το σύστημα πέδησης και στις δύο περιπτώσεις με το κύριο έργο της επιβράδυνσης να αναλαμβάνει 300άρης εμπρός δίσκος και ακτινικά τοποθετημένη 4πίστονη δαγκάνα της ByBre. 

Το Tracker 400 θα είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα από τον ερχόμενο Μάρτιο με τιμή 6.390 ευρώ και το Thruxton 400 από τον Φεβρουάριο του 2026, με τιμή 6.690 ευρώ. Και τα δύο συνοδεύονται από εργοστασιακή εγγύηση δύο ετών χωρίς περιορισμό στα διανυθέντα χιλιόμετρα.

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στις συλλογές που ακολουθούν.