Για άλλη μια φορά, ο καιρός ήταν το μεγάλο ερωτηματικό για τους αναβάτες των MotoGP, με τις προβλέψεις να φέρνουν στα όρια τα νεύρα των ομάδων. Τελικά, οι προβλέψεις για βροχή δεν επαληθεύτηκαν και ο αγώνας έγινε στεγνός, αλλά η πρόσφυση της νέας ασφάλτου ήταν ένας τομέας προβληματισμού, κάτι που επιβεβαιώθηκε και από τις πολλές πτώσεις τις προηγούμενες μέρες στα δοκιμαστικά. όλη η προσοχή λοιπόν εστιάστηκε στην επιλογή των ελαστικών και -κυρίως- στην αντοχή τους στο δεύγτερο μισό του αγώνα, όπως τόνισε ιδιαίτερα ο team manager του Fabio Quartararo, του μεγαλύτερου φαβορί για τη νίκη.
Η σημερινή μέρα είναι και ένα ορόσημο, καθώς συμπληρώνονται 30 χρόνια από το πρώτο Grand Prix στην ισπανική πίστα, ενώ ήταν και ο πρώτος αγώνας μετά το ξέσπασαμ της πανδημίας που φιλοξενούσε θεατές στις εξέδρες του, τηρουμένων βέβαια όλων των υγειονομικών πρωτοκόλλων, αλλά και του περιορισμού στον αριθμό (μόλις 20.000 κόσμου).
Στο σβήσιμο των φώτων αυτός που έστριψε πρώτος στο εσάκι των Κ1-Κ2 ήταν ο Jack Miller, με τον Oliveira να μπαίνει κι αυτός μπροστά από τον Quartararo, ενώ πολύ καλή εκκίνηση έκανε και ο Mir με τη Suzuki ανεβαίνοντας στην τέταρτη θέση. O Oliveira μάλιστα έκανε και την επίθεσή του παίρνοντας την πρωτοπορία, με τον Quartaro να κάνει λάθος και να πέφτει στην πέμπτη θέση πίσω από τον Aleix Espargaro, ο οποίος ήταν και ο ταχύτερος όλων στην αρχή, πριν του πάρει τον τίτλο ο Bagnaia που ερχόταν δυναμικά από πίσω.
Ο Oliveira άρχισε γρήγορα να χτίζει διαφορά, ενώ και ο Aleix Espargaro ανέβηκε μια θέση μένοντας τρίτος πίσω από τον Miller. Ο Πορτογάλος της ΚΤΜ συνέχισε γράφοντας τους ταχύτερους γύρους, την ώρα που ο Pole Espargaro σημείωνε την πρώτη πτώση μέσα στον αγώνα. Εν τω μεταξύ, η τρίτη θέση είχε περάσει στα χέρια του Mir, με τον Marc Marquez να κάνει μια "αθόρυβη δουλειά", ανεβαίνοντας σρτην έβδομη θέση. Με 18 γύρους να απομένουν, ο Quartararo φάνηκε να "ξύπνησε" παίρνοντας την δεύτερη θέση, αρχίζοντας να κυνηγά τον Oliveira.
Στον επόμενο γύρο, ο Marquez τέθηκε εκτός αγώνα μετά από άλλη μία πτώση, υποκείπτοντας στην πίεση του Vinales. Πίεση άρχισε όμως να ασκεί και ο Zarco στον Miller, για την διεκδίκηση της τέταρτης θέσης, με τον Γάλλο να σημειώνει τον ταχύτερο γύρο του αγώνα. Μπροστά, ο έτερος ο Γάλλος, ο Quartararo, είχε κόψει μεγάλο μέρος της διαφοράς του με τον Oliveira, με τον Mir να ακολουθεί κατά πόδας. Όπως φάνηκε, ήταν θέμα χρόνου να αλλάξει χέρια η πρωτοπορία. Μέχρι εκείνη την στιγμή, ο Aleix Espargaro που είχε μια εντυπωσιακή πορεία μέχρι εκείνη την στιγμή, πρόσθεσε το όνομά του στη λίστα με τους αναβάτες που είχαν πτώση.
Το προαναγγελθέν προσπέρασμα έγινε 13 γύρους πριν το τέλος, με τον Quartararo να περνά των Πορτογάλο αναβάτη της ΚΤΜ, χωρίς όμως να μπορεί να ξεφύγει, χάνοντας μάλιστα την θέση του 11 γύρους πριν το τέλος, από τον επίμονο Πορτογάλο. Σχεδόν ταυτόχρονα ο Zarco πέρασε τον Miller και έτσι δημιουργήθηκε ένα τρενάκι πέντε αναβατών που διεκδικούσαν τη νίκη. Ο Zarco εκμεταλλευτηκε την ταχύτητα της Ducati και πέρασε γρήγορα στην τρίτη θέση, ενώ ο Mir έχασε άλλη μία θέση από τον Miller που ήθελε να μείνει στη διεκδίκηση ενός τερματισμού στο βάθρο.
Οκτώ γύρους πριν το τέλος ο Rossi έγινε ο τέταρτος αναβάτης που εγκατέλειψε λόγω πτώσης (από τους έξι που ήταν συνολικά στο τέλος μαζί μετους Lecuona και Petrucci), ενώ το γυρολόγιό του ήταν ίδιο με του Quaratraro που ήταν στην δεύτερη θέση! Πλησιάζοντας προς το τέλος, οι Oliveira και Quartararo ξεχώρισαν από τους υπόλοιπους αναβάτες με διαφορά άνω του ενός δευτερολέπτου, με τους Zarco, Miller, Mir και Vinales να παλεύουν για το τελευταίο σκαλί του βάθρου.
Η αγωνία, όπως ήταν φυσικό, κορυφώθηκε στους πέντε τελευταίους γύρους, αν και ο Oliveira φρόντιζε να αυξάνει -ή να διατηρεί σταθερή- την διαφορά του από τον Quartararo. Τρεις γύρους περιν το τέλος ο Zarco προσπέρασε τον Quartararo και στην προσπάθειά του να ανακτήσει ο αναβάτης της Yamaha την δεύτερη θέση, έκανε ένα μεγάλο λάθος στα φρένα, χάνοντας πολύ χρόνο, ενώ για έναν περίεργο λόγο του άνοιξε το φερμουάρ της φόρμας του, αποσυντονίζοντας τελείως τον Γάλλο! ήταν τουλάχιστον περίεργο να βλέπεις τον Quartararo να παλεύει για την τρίτη θέση σχεδόν ημίγυμνος, λες και παρακαλουθούσαμε κόντρςε στα λιμανάκια της δεκαετίας του '80, ενώ είναι απορίας άξιο τι προβλέπουν οι κανονισμοί γι' αυτην την περίπτωση.
Στο μεταξύ, μπροστά ο Oliveira άντεξε στις επιθέσεις του Zarco και πήρε μια παραπάνω από άξια νίκη, ενώ οι κριτές ανακοίνωσαν ποινή τριών δευτερολέπτων στον Quartararo που είδε τρίτος την καρό σημαία, αλλά η θέση τελικά κατέληξε στον Miller. Να σημειώσουμε όμως ότι η ποινή επιβλήθηκε γιατί στον πανικό του έκοψε δρόμο μέσα στην πίστα κι όχι γιατί οδηγούσε με την φόρμα ανοιχτή.
Το πρωτάθλημα πλέον αποκτά ένα μεγάλο ενδιαφέρον και η συνέχεια προβλέπεται τουλάχιστον συναρπαστική.
Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ
Από τον
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
23/10/2025
Στις 23 Οκτωβρίου 2011 ο κόσμος του MotoGP πάγωσε. Ο Marco Simoncelli το όνομα που όλοι μας πιστεύαμε πως θα είναι ο επόμενος απόλυτος διεκδικητής των MotoGP, ο νεαρός αναβάτης που ο Rossi έβλεπε ως συνεχιστή του, έχοντας προλάβει να γίνει ήδη ένας από του πιο αναγνωρίσιμους αναβάτες της σύγχρονης εποχής, έχασε τη ζωή του στη διάρκεια του Grand Prix της Μαλαισίας, αφήνοντας πίσω του ένα κενό που παραμένει αισθητό ακόμη και σήμερα. Ο “Super Sic”, όπως τον γνώριζε όλος ο κόσμος, δεν υπήρξε απλώς ένας εξαιρετικός αναβάτης ήταν μια προσωπικότητα που οι αγώνες μοτοσυκλέτας χρειαζόντουσαν και μάλιστα χρειάζονται ακόμη. Είχε τεράστιο πάθος και ανεπιτήδευτη αγάπη για τους αγώνες, με μία πρέζα χιούμορ που έλκυε ακόμη και τους οπαδούς άλλων αναβατών!
Δεκατέσσερα χρόνια μετά, η μνήμη του συνεχίζει να ζει δυνατά χωρίς να έχει προλάβει να γεμίσει με ρεκόρ ή να φορτώσει τα στατιστικά, τέτοια ήταν η αγάπη του κόσμου και η καθολική του αποδοχή από όλους, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο όχι μόνο στα MotoGP αλλά και γενικά στον μηχανοκίνητο αθλητισμό!
Ο Simoncelli ήταν φτιαγμένος από υλικό που δεν μετριέται σε τίτλους και στατιστικά. Το ανέμελο μαλί κάτω από το κράνος, το σπινθηροβόλο βλέμμα και εκείνο το απίστευτο πάθος για μάχη, που έκανε κάθε γύρο του MotoGP να θυμίζει κάτι από άλλες εποχές. Ήταν αγνός αγωνιστής, με μια ιταλική τρέλα που δεν μπορούσε, ούτε ήθελε, να κρύψει.
SuperSic 58 – TheLegacy Ονοματεπώνυμο: MarcoSimoncelli Ημερομηνία γέννησης: 20 Ιανουαρίου 1987, Cattolica, Ιταλία
Θάνατος: 23 Οκτωβρίου 2011, Sepang, Μαλαισία
Αριθμός αγώνων GP: 151 (125cc, 250cc, MotoGP)
Νίκες: 14 (12 στο 250cc, 2 στο 125cc)
Παγκόσμιοι τίτλοι: 1 (250cc, 2008 – Gilera)
Ομάδες: MatteoniRacing, MetisGilera, SanCarloHondaGresini}
Νούμερο: 58 (αποσυρμένο επίσημα από το MotoGP το 2016)
Κληρονομιά:
• Το Misano World Circuit Marco Simoncelli φέρει το όνομά του από το 2012.
• Το Fondazione Marco Simoncelli στηρίζει νέους και οικογένειες σε ανάγκη, συνεχίζοντας το φιλανθρωπικό έργο της οικογένειας.
• Κάθε χρόνο, οι φίλοι του διοργανώνουν στο Misano το “Sic Day”, ένα φεστιβάλ χαράς και μοτοσυκλέτας, όπως το ήθελε εκείνος.
• Το #58 παραμένει σύμβολο πάθους και αυθεντικότητας, ένα νούμερο που θα θυμίζει για πάντα τι σημαίνει να ζεις ως αγωνιζόμενος στην κορυφή της μοτοσυκλέτας
Η καριέρα του εκτοξεύθηκε το 2008, όταν κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα 250cc με τη Gilera, χαρίζοντας στην παραπαίουσα τότε Ιταλική μάρκα το τελευταίο της σπουδαίο τρόπαιο. Από τότε, το όνομα “Simoncelli” έγινε συνώνυμο με τον επιθετικό και θεαματικό τρόπο οδήγησης. Ήταν ένα ιδιαίτερο επιθετικό στιλ, από εκείνα που ακόμη και οι αντίπαλοί του δεν χρησιμοποιούσαν αργότερα εναντίον του, ήταν όμως μοιραία και εκείνο που έδωσε το άδοξο τέλος. Όταν ανέβηκε στο MotoGP με τη Honda της ομάδας Gresini, όλοι ήξεραν πως μπροστά τους είχαν έναν από εκείνους τους αναβάτες που ή θα έγραφαν ιστορία ή θα την πλήρωναν ακριβά.
Γνώρισα προσωπικά τον Simoncelli με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο. Είχε μόλις κερδίσει τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο και βρισκόμασταν στην πίστα δοκιμών της Goodyear-Dunlop, μία μαγευτική τοποθεσία με μία εκπληκτική πίστα όπου φυσικά δεν υπάρχουν κερκίδες, ούτε μπορεί να μπει κανείς άλλος πέρα από τους αναβάτες δοκιμών και τους δημοσιογράφους, στις λίγες φορές που έχει φιλοξενήσει παρουσιάσεις ελαστικών.
Ήμουν για ακόμη μία φορά ο μόνος Έλληνας προσκεκλημένος και είχα μπει να οδηγήσω μαζί με τους Άγγλους δημοσιογράφους που τότε ήταν μία πολυπληθή ομάδα χωρίς Youtubers και Influencers, όλοι τους εξαιρετικά έμπειροι και επίσης όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, με αγωνιστικές περγαμηνές που έφταναν για δύο από αυτούς μέχρι και το BSB! Μπήκαμε με superbike στο session εκείνο και ο Simoncelli με ένα Dorsoduro 750. Αυτό που περισσότερο το έχετε δει να κυκλοφορεί με την ομάδα ΔΙΑΣ, σπάνια δικάβαλο παρότι η ομάδα αυτή έτσι έχει στηθεί και αν θυμάστε από την δοκιμή στο MOTO, δεν ήταν και μία μοτοσυκλέτα που μπορούσε εύκολα να ξεχωρίσει.
Ο Simoncelli ξεκίνησε τελευταίος, πίσω μας και σε λίγους γύρους μας είχε μαζέψει. Εγώ βρισκόμουν τότε σχετικά μπροστά στο γκρουπ, τρίτος κατά σειρά όταν με πέτυχε στο πιο αργό κομμάτι της πίστας, αργό για εμάς. Ανηφορικό εσάκι με θετική κλίση στην μεσαία του στροφή. Ήξερα ότι ήταν πίσω μου και είχα υπολογίσει να κρατηθώ στην έξοδο για να μην τον κόψω και να ανοίξω το γκάζι του GSXR1000R μόλις με περάσει. Μόνος μου στόχος να μείνω πίσω του για λίγο καθώς αμέσως μετά είχαμε άλλες δύο στροφές που μας οδηγούσαν στην ευθεία, οπότε θα προλάβαινα να οδηγήσω τουλάχιστον μισό γύρο πίσω του. Ότι και να έκανε δεν θα μπορούσε να ξεφύγει στην ευθεία με το Dorsoduro 750 από το GSXR1000R!
ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑ!
Την ώρα που έστριβα την δεύτερη στροφή από το εσάκι, εκείνη την αριστερή με την θετική κλίση, είδα ένα Dorsoduro να πετάγεται πλαγιασμένο μέσα από κερμπ πέρνοντας μαζί του χώματα, πετραδάκια και χόρτα και να προσγειώνεται μπροστά μου με το γόνατο. Πίστεψα ότι απλά έπεφτε μπροστά μου, άφησα το γκάζι και προσευχήθηκα στην Dunlop να κρατήσει το εμπρός ελαστικό που εκείνη την στιγμή του ζητούσες να κάνει κάτι δύσκολο. Μόνο που ο Simoncelli δεν είχε πέσει, ντριφτάρισε στην προσγείωση μέχρι το εξωτερικό κερμπ, εκτός δηλαδή αγωνιστικής γραμμής και πάνω του ακριβώς άνοιξε το γκάζι και με τρόπο που δεν πίστευα πως μπορούσε να γίνει το Dorsoduro 750 σηκώθηκε με το γκάζι, πλάγιασε στην επόμενη δεξιά ξύνοντας τα πάντα και εξαφανίστηκε στα 150 μέτρα της ευθείας πριν τα φρένα της επόμενης αριστερής. Όταν βγήκα στην ευθεία ήταν ήδη περίπου στην μέση και δεν τον έφτασα ποτέ στα φρένα της σπαστής δεξιάς, μίας πολύ ύπουλης στροφής που όταν μάθαινες την πίστα μπορούσες να την πουλήσεις πηγαίνοντας διαγώνια προς την κατηφορική ευθεία πριν από μία απότομη δεξιά όπου είχαν σημειωθεί και αρκετές πτώσεις.
Έχουν περάσει 16 χρόνια από εκείνη την ημέρα, ήμουν τότε ένας νέος συντάκτης, συνομιλώντας με τον επόμενο Valentino Rossi (όπως τον λέγαμε με τον πατέρα του)
Δεν οδηγήσαμε ποτέ μαζί για μισή πίστα, ενώ αμέσως μετά ήμασταν μόνοι μας για τους λίγους γύρους που έμεναν για το υπόλοιπο session. ΌΛΟΙ οι Άγγλοι συνάδελφοι είχαν βγει έξω νωρίτερα ζητώντας από την Dunlop να βγάλει τον Simoncelli γιατί δεν ήθελαν να σκοτωθούν δοκιμάζοντας λάστιχα. Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν το είχα δει ως απερισκεψία, ήμουν ακόμη εντυπωσιασμένος από το πώς κατάφερε να προσγειωθεί πλαγιασμένος και κυρίως με την λογική ακολουθία της σκέψης του. Πώς δηλαδή πήρε την απόφαση να βγει εκτός πίστας, μέσα από τα κέρμπ! Στο πλαίσιο της συνέντευξης που είχαμε μετά, ξεκίνησα από εκεί: «Πώς το σκέφτηκες αυτό και κυρίως γιατί; Ποιος ο λόγος;» - «Δεν το σκέφτηκα, μου είπε ο Simoncelli, δεν ήταν δηλαδή μία μελετημένη από πριν απόφαση, είχατε πολύ πιο γρήγορες μοτοσυκλέτες οπότε έπρεπε να μην φρενάρω πουθενά για να σας περάσω, ότι ήρθαν οι στροφές και είδα ότι θα έπρεπε να κόψω πολύ για να μείνω πίσω από το GSXR και μετά στην ευθεία να μην μπορώ να προσπεράσω, σκέφτηκα την προσπέραση στην επόμενη στροφή και μου ήρθε πολύ μακριά. Οπότε εκεί που έστριβα την πρώτη δεξιά, το σήκωσα και έκανα την αριστερή εκτός πίστας.
Στην συνέχεια εκείνης της συνέντευξης τον ρώτησα αν οδηγεί στον δρόμο και μου είπε πως όχι γιατί είναι επικίνδυνο και γελάσαμε έπειτα μαζί.
Μπορούσες να το δεις όπως οι Άγγλοι, ως επιθετικό και απερίσκεπτο ή να τον θαυμάσεις ως κάτι εξωπραγματικό και μοναδικό. Διότι αυτό ήταν. Απίστευτα πράος και μαζεμένος όλες τις στιγμές, εκτός από εκείνες που οδηγούσε. Ήμουν τυχερός που τον γνώρισα και μου για λίγο, πολύ λίγο, οδηγήσαμε και μαζί.
Το 2011, με τον αριθμό 58 πάνω στο λευκό fairing, ο Marco έδειχνε πως το μεγάλο του ξέσπασμα ήταν θέμα χρόνου. Πάλευε με τους καλύτερους τότε, με Lorenzo, Stoner, Pedrosa, Rossi κι αν κάποιες φορές οι κινήσεις του ήταν υπερβολικά τολμηρές, είχαν εκείνο το στοιχείο του “πραγματικού αγώνα” που σήμερα θα ξεσήκωνε αντιδράσεις. Δεν υπολόγιζε τίποτα. Οδήγησε πάντα σαν να μην υπήρχε αύριο, και ίσως τελικά γι’ αυτό να έγινε αθάνατος.
στιγμιότυπο από την ίδια εκείνη ημέρα
Η μοίρα στάθηκε άδικη στη Sepang. Μια πτώση στην πρώτη κιόλας στροφή, ένα ατυχές σημείο επαφής και το όνειρο σταμάτησε απότομα. Ο θάνατός του σε ζωντανή μετάδοση καθώς όλοι οι θεατές κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί βλέποντας το κράνος του να φεύγει, έμεινε για πάντα χαραγμένος στην ιστορία και κανείς, δεν θέλει να το αναπαράγει. Είχε έντονα στοιχεία αρχαιοελληνικής τραγωδίας μάλιστα από την στιγμή που πάνω του έπεσαν οι καλύτεροί του φίλοι εκτός πίστας και ταυτόχρονα ανταγωνιστές την ώρα του αγώνα. Ένας από τους καλύτερους θα σβήσει άδοξα. Όμως εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε κάτι άλλο, ένας θρύλος που κανένας χρόνος δεν μπορεί να σβήσει. Από τότε, το νούμερο 58 έγινε σύμβολο: όχι μόνο του Simoncelli, αλλά κάθε αναβάτη που τρέχει με την καρδιά του.
Η Honda Gresini διατήρησε τη μνήμη του, το Misano World Circuit φέρει πλέον το όνομά του, και κάθε φορά που βλέπεις εκείνη τη λευκοκόκκινη σημαία με τον αριθμό 58, νιώθεις ότι ο “Super Sic” δεν έφυγε ποτέ στ’ αλήθεια. Ζει σε κάθε νέο αναβάτη που ανεβαίνει με πάθος πάνω στη μοτοσυκλέτα, σε κάθε θεατή που ανατριχιάζει όταν ακούει τον κινητήρα να ανεβάζει στροφές.
Ο Simoncelli ήταν ένας από εκείνους τους σπάνιους ανθρώπους που δεν χρειάζονται χρόνο για να αφήσουν το αποτύπωμά τους. Αρκούσαν λίγες σεζόν για να αλλάξει την ψυχή των GP, για να θυμίσει σε όλους μας πως οι αγώνες δεν είναι μόνο νίκες, είναι άνθρωποι, πάθος, είναι συναίσθημα.
Και αν σήμερα κοιτάξεις τον ουρανό πάνω από το Misano, κάπου ανάμεσα στις στροφές της ιστορίας θα δεις τον Marco να γελά, με εκείνο το ανέμελο βλέμμα που λέει:
“Corri forte, ma divertiti – τρέξε δυνατά, αλλά απόλαυσέ το.”