Συνέντευξη Chaz Davies: "Επιτέλους έχουμε το Ducati V4R για να κερδίσουμε!"

Μια εφ' όλης της ύλης κουβέντα γύρω από το νέο Ducati V4R
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

10/12/2018

O Ουαλλός πρώην Παγκόσμιος Πρωταθλητής στην κατηγορία των Supersport, Chaz Davies, οδηγεί τα desmo V-2 της Ducati τα τελευταία πέντε χρόνια, ως εργοστασιακός αναβάτης της ομάδας στα WSBK, έχοντας τερματίσει τρεις φορές δεύτερος στο πρωτάθλημα (2015, 2017 και 2018). Γι' αυτόν, το φιλόδοξο αλλά τελικά δύσκολο καθήκον, του να τρέχει με ένα δικύλινδρο για μισή δεκαετία, κόντρα στα όλο και πιο γρήγορα και πιο δυνατά τετρακύλινδρα του ανταγωνισμού, θα τελειώσει το 2019. Η ευκαιρία να μιλήσουμε μαζί του όσο περιμέναμε παρέα να στεγνώσει η πίστα στο Jerez, για να ανέβουμε πάνω στα Ducati V4R (αν και ο καθένας μας θα οδηγούσε διαφορετική έκδοση, κάτι για το οποίο θα διαβάσετε στην αναλυτική του παρουσίαση και τις πρώτες οδηγικές εντυπώσεις στο επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ), τονίζει το πόσο πολύ είναι αφοσιωμένος στην επόμενη σεζόν.

Chaz, έπρεπε να περιμένεις πολύ καιρό μέχρι να ανέβεις πάνω στη σέλα του, αλλά πώς ήταν όταν τελικά οδήγησες το V4, σε σχέση με το παλιό σου V-2;
"Σχηματίστηκε ένα χαμόγελο στο πρόσωπό μου –ένα ΜΕΓΑΛΟ χαμόγελο. Προφανώς ήλπιζα να το οδηγήσω νωρίτερα μέσα στη σεζόν, αλλά για κάποιον λόγο δεν συνέβη ποτέ και στη συνέχεια τραυματίστηκα. Το πλήρωμα του χρόνου όμως ήρθε στις δοκιμές της Aragon στις αρχές του Νοέμβρη και ναι, φόρεσα ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπό μου. Μετά την πρώτη βόλτα, νομίζω ότι σχολίασα το εξής: "Τώρα έχουμε μια μοτοσυκλέτα με την οποία μπορούμε να τρέξουμε."

Συγκριτικά με το Kawasaki, πού έχανες με το δικύλινδρο V της Ducati;
"Δεν μπορώ να πω ότι ήταν σε έναν μόνο τομέα, διότι στο τέλος έχανα από λίγο σε όλους τους τομείς. Είναι δύσκολο να πεις αν ήταν στην επιτάχυνση ή στα φρένα ή σε κάτι άλλο. Ήταν λίγο από 'κει, λίγο από 'δω. Μέχρι και πριν από δύο χρόνια ήμασταν πολύ κοντά τους, αλλά την τελευταία διετία ήταν εμφανές ότι χρειαζόμασταν κάτι καινούργιο, οπότε το V4 ήρθε την κατάλληλη στιγμή."

Έπρεπε δηλαδή να οδηγείς το V-2 πάνω από το όριο για να παραμείνεις ανταγωνιστικός;
"Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Μερικές φορές, όταν είχα το πακέτο όπως ακριβώς έπρεπε να είναι και υπήρχαν οι τέλειες συνθήκες, δεν ήταν απαραίτητο να περνάω το όριο και μπορούσα να κερδίζω αγώνες με καλή διαφορά. Αλλά για να πολεμήσεις για το πρωτάθλημα, χρειάζεσαι κάτι τέτοιο σε κάθε αγώνα, και σίγουρα δεν το είχαμε αυτό. Στο τέλος, η συνέπεια ήταν το δυσκολότερο πράγμα να βρεθεί και ευτυχώς το V4 θα μας δώσει αυτό το επιπλέον βήμα που χρειαζόμασταν."

Έχεις τρέξει με V4 Desmosedici MotoGP στο οποίο βασίζεται το V4R, σωστά;


"Ναι, αρκετά παλιά είχα οδηγήσει το MotoGP σε μερικούς αγώνες το 2007, ενώ έκανα και δοκιμές πέρσι με την υφιστάμενη MotoGP μοτοσυκλέτα στο Mugello. Οπότε ναι, έχω μια μικρή εμπειρία από την συγκεκριμένη διάταξη κινητήρα. Προφανώς όμως, η μοτοσυκλέτα που οδήγησα το 2007 ήταν 800 κυβικά, οπότε ο τρόπος απόδοσης της δύναμης ήταν πολύ διαφορετικός. Το καινούργιο superbike έχει σίγουρα μια πιο γραμμική καμπύλη ισχύος. Είναι πιο εύκολα εκμεταλλεύσιμη από το 800, το οποίο ήταν πολύ απότομο."

Υποθέτω, όταν οδηγείς το V4 θα πρέπει να αλλάξεις εντελώς όλα τα σημεία αναφοράς σου; Ουσιαστικά ξεκινάς από το μηδέν, έτσι δεν είναι;
"Ναι σίγουρα. Το οδηγικό μου στιλ θα πρέπει να αλλάξει λίγο, νομίζω, και θα προσπαθήσω να φέρω την μοτοσυκλέτα όσο το δυνατόν πιο κοντά στα δικά μου μέτρα, και στη συνέχεια θα δουλέψω πάνω στις αδυναμίες μου."

Ποια είναι τα δυνατά σου σημεία;
"Νομίζω τα φρένα στην είσοδο και την μέση της στροφής. Αυτός ήταν ανέκαθεν ένα τομέας όπου με το V-2, έτσι όπως έχουμε στήσει το πλαίσιο, έπρεπε να διαχειρίζομαι με μεγάλη προσοχή την αίσθηση του μπροστινού όταν ήμουν στην μέγιστη κλίση, οπότε χρησιμοποιούσα το μπροστινό φρένο για να ελέγχω στην ουσία την επαναφορά του πιρουνιού. Ήταν σα να αναλάμβανα κάποια από τα καθήκοντα της ανάρτησης μέσω του δαχτύλου μου, αλλά με το V4 νιώθω ότι κάτι τέτοιο δεν χρειάζεται, γιατί το μπροστινό πατάει πιο γερά στην άσφαλτο κι έχω καλύτερη αίσθηση."

Και ποια είναι τα αδύναμα σημεία σου;
"Με το δικύλινδρο, νομίζω ότι είναι η είσοδος των στροφών, ειδικά προς το τέλος έτσι όπως προχώρησε η εξέλιξη των ελαστικών. Αισθάνομαι ότι αυτή η μοτοσυκλέτα θέλει να τρέχει μ' ένα κοντύτερο μεταξόνιο, όπως του στάνταρ μοντέλου πραγματικά, λόγω του μήκους του κινητήρα, το οποίο θα βελτιώσει τις εισόδους. Προφανώς όμως, με ένα κοντύτερο μεταξόνιο θα έχεις και πιο πολλές σούζες, αν και τώρα έχουμε τα αεροδυναμικά φτερά για να το αντισταθμίσουμε αυτό. Υπάρχουν, λοιπόν, πολλά πράγματα που νιώθω ότι αποτελούν βήματα προς την σωστή κατεύθυνση για εμάς, με το V4. Έχοντας περάσει τρεις μέρες πάνω στην μοτοσυκλέτα δεν μπορώ να πω ότι υπάρχει κάτι που είναι πισωγύρισμα σε αυτό το στάδιο, κάτι το οποίο είναι υπέροχο."

Πιστεύω ότι είναι η πρώτη φορά που οδηγείς μοτοσυκλέτα με αεροδυναμικά φτερά. Είναι κάτι για το οποίο έχεις το νου σου;
"Έχω οδηγήσει αυτή την μοτοσυκλέτα μόνο με φτερά και αφού παίρνει την ομολογκασιόν μ' αυτά, θα την τρέχουμε όπως έρχεται. Στην Ducati είναι πολύ σίγουροι ότι αποτελούν πλεονέκτημα σε κάθε τομέα, όχι μόνο για την αίσθηση του μπροστινού και για να μειωθούν οι σούζες, αλλά και για την πρόσφυση του μπροστινού, ειδικά στις πιο γρήγορες στροφές. Ξέρεις, θεωρώ ότι δεν είναι χρήσιμες οι συγκρίσεις. Όμως, νιώθω μια διαφορά στην μοτοσυκλέτα σε σχέση με το τι οδηγούσα πριν, και προτιμώ να αποδίδω ένα μέρος της ευθύνης στα φτερά."

Υποθέτω ότι είναι αρκετά πιο γρήγορο, αλλά ανεβάζει εξίσου στροφές. Πρέπει να κρατάς τις στροφές πολύ ψηλά;
"Φυσιολογικά ανεβάζει πολλές στροφές και νιώθει άνετα εκεί! Όταν ανέβηκα για πρώτη φορά στο δικύλινδρο προερχόμενος από το τετρακύλινδρο της BMW, έφτασα στον κόφτη και κοπάνησα το κεφάλι μου στην ζελατίνα στους πρώτους κιόλας γύρους! Έχοντας περάσει, λοιπόν, πέντε παράξενα χρόνια πάνω στο δικύλινδρο, στους πρώτους γύρους με το V4 έκανα το κλασικό, όπου άλλαζα ταχύτητες σχεδόν 4.000 στροφές νωρίτερα! Είναι σαν να επιστρέφεις στο χρόνο πριν από πέντε χρόνια, οπότε επαναπρογραμμάτισε τις αντιδράσεις σου και συνήθισέ το. Ειλικρινά όμως, ήταν μια πολύ γρήγορη προσαρμογή, γιατί αυτό το Ducati V4 είναι πραγματικά προκλητικό, θέλει να του κρατάς τις στροφές ψηλά κι επιταχύνει δυνατά μέσα στην ψηλή μπάντα των στροφών. Ήταν ωραία την πρώτη φορά που βρέθηκα πάνω στη σέλα του και είδα ένα στροφόμετρο που φτάνει μέχρι τις 17.000 στροφές. Είχα συνηθίσει τις 12.000 και κάτι για πολύ καιρό!"

Είχες οδηγήσει ένα άλλο V4 πίσω στο 2012, για μία μόνο σεζόν στην οποία κέρδισες τον πρώτο σου αγώνα στα WSBK. Πώς είναι λοιπόν το νέο Ducati σε σχέση με το Aprilia;
"Αυτό ήταν πριν πολύ καιρό με την Aprilia, σε μια εντελώς διαφορετική εποχή των WSBK, με διαφορετικά ελαστικά και τα πάντα. Θα έλεγα όμως ότι η βάση του κινητήρα έχει κάποιες ομοιότητες με ό,τι θυμάμαι πριν από έξι χρόνια. Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας των V4 είναι παρών, αλλά από όλες τις άλλες απόψεις αυτό είναι ένα πιο προχωρημένο και πιο εκλεπτυσμένο πακέτο."

Διαθέτει κάτι από δικύλινδρο και τετρακύλινδρο μέσα του, κάτι σαν μείξη αυτών των δύο;
"Νομίζω πως ναι. Αυτή είναι μια πολύ ακριβής διατύπωση, γιατί ναι, ανεβάζει στροφές, αλλά ταυτόχρονα διαθέτει την δύναμη ενός φορτηγού, δεν έχει τις πιστονιές ενός δικύλινδρου, ενώ παράλληλα θεωρώ ότι είναι ένας καλό συμβιβασμός. Νομίζω ότι υπάρχουν μερικοί έξυπνοι άνθρωποι στην Ducati Corse που έχουν μελετήσει εξαντλητικά την ιδανική διάταξη ενός κινητήρα, και πιστεύουν ότι αυτή είναι ο V4."

Συγκριτικά με την εποχή που ήσουν με το BMW S1000RR, είναι μια μοτοσυκλέτα που συγχωρεί πιο εύκολα τα λάθη;
"Σίγουρα ναι –αυτό ήταν ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα που είχα να αντιμετωπίσω! Ήταν δύσκολο να κάνω τα ηλεκτρονικά να δουλέψουν σωστά και ήταν πολύ, πολύ απότομο. Αυτό το Ducati είναι εντελώς διαφορετικό  και πολύ πιο εκμεταλλεύσιμο."

Πόσο χαμηλά αφήνεις να πέσουν οι στροφές; Για παράδειγμα στην κλειστή, δεύτερη στροφή εδώ στο Jerez;
"Περίπου ως τις 8.500 στροφές στο πιο αργό σημείο –έχει πολύ μεγάλο φάσμα. Συνήθως ανεβάζω ταχύτητα στις 16.000 στροφές, οπότε αφήνει μεγάλα περιθώρια. Ελπίζω να έχουμε έναν καλό χειμώνα δημιουργικής εξέλιξης, βήμα-βήμα, και να κατανοήσω την μοτοσυκλέτα αντί να κάνουμε ριζικές αλλαγές. Η ομάδα δοκιμών έχει δουλέψει πολύ σκληρά, αλλά τώρα ήρθε η ώρα να το πάμε σε άλλο επίπεδο και νομίζω ότι έχω άλλες έξι μέρες πάνω στην μοτοσυκλέτα πριν τον πρώτο αγώνα του Phillip Island. Έχουμε λοιπόν τον χρόνο ως σύμμαχο, έχουμε μια ξεκάθαρη εικόνα για την κατεύθυνση της εξέλιξης, οπότε ναι, υπάρχουν όλες οι ενδείξεις για κάτι καλό μέσα στο 2019."

Έχεις έναν καινούργιο team mate ο οποίος έτρεχε με V4 Ducati στα MotoGP τα τελευταία δύο χρόνια. Συγκρίνετε καθόλου τις παρατηρήσεις σας; Είναι διαφορετική η σχέση μεταξύ σας, απ' ό,τι με τον Melandri;
"Δεν έχουμε συγκρίνει ακόμη παρατηρήσεις, αλλά προφανώς πάντα υπάρχει περιθώριο για σύγκριση δεδομένων. Τις προάλλες όμως, ρωτήθηκα για το τι πιστεύω που ο Alvaro βρήκε αμέσως την ταχύτητά του στα Superbikes και για το αν ήταν έκπληξη αυτό για μένα. Ειλικρινά απαντώ πως όχι, γιατί δεν είμαι σίγουρος για το ποιος έχει τα περισσότερα να μάθει, αυτός ή εγώ! Για μένα, εκτός του ότι είναι προφανώς ένα Ducati με ελαστικά της Pirelli, αυτή η μοτοσυκλέτα δεν έχει καμία ομοιότητα με το V-2, είναι πραγματικά κάτι πολύ, πολύ διαφορετικό. Από την πλευρά του Alvaro, πιθανώς πρέπει να μάθει να οδηγεί μια μοτοσυκλέτα που είναι λιγότερο άκαμπτη, σε ελαστικά που είναι λιγότερο απόλυτα, αλλά ο χαρακτήρας του κινητήρα είναι πολύ πιο κοντά σ' αυτό που έχει συνηθίσει όπως και η σύνδεση με το γκάζι και τόσα άλλα πράγματα, είναι πιο κοντά στα δεδομένα με τα οποία έτρεχε σε σχέση με την μοτοσυκλέτα που έτρεχα εγώ. Αυτό συμβαίνει γιατί η διάταξη του κινητήρα και η ηλεκτρονική χαρτογράφηση που χρησιμοποιούμε στο V4R, προέρχεται στην ουσία από την GP μοτοσυκλέτα της προηγούμενης διετίας, με την οποία έτρεχε στους αγώνες. Οπότε νομίζω ότι από πολλές πλευρές, έχει λιγότερα να μάθει. Μόνο τα ελαστικά είναι που πρέπει να συνηθίσει λίγο. Είναι όμως ενδιαφέρον γιατί πιστεύω ότι και οι δύο μπορούμε να φέρουμε πράγματα στο τραπέζι και τα σχόλιά μας μέχρι στιγμής, ειδικά για τους σημαντικούς τομείς, είναι κατά μεγάλο βαθμό στο ίδιο μήκος κύματος. Οπότε συμφωνούμε για τα σημαντικά, και ναι, αυτό είναι καλό."

Συνεργάστηκε ο Alan Cathcart, φωτογραφίες: Milagro/Gigi Soldano και Thomas Maccabelli

Θυμηθείτε το gallery με πλούσιο φωτογραφικό υλικό υψηλής ανάλυσης από την παρουσίαση του νέου Ducati V4R

Motul WSBK – Έφτασε τους 950 αγώνες στο ιστορικό Assen: Ευκαιρία για μια ιστορική αναδρομή

Το πρωτάθλημα Motul WSBK μετρά ήδη 36 χρόνια ιστορίας
motomagMotul WSBK – Έφτασε του 950 αγώνες στο ιστορικό Assen
Από τον

Αλέξανδρο Λαμπράκη

23/4/2024

Ο δεύτερος αγώνας στην θρυλική πίστα TT του Assen, σήμανε ταυτόχρονα και τον 950ο για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα SBK, που από το μακρινό 1988 γράφει ιστορία, προσφέροντας θέαμα με μάχες σώμα με σώμα, ενώ ταυτόχρονα βελτιώνει το είδος, δίνοντας μας σήμερα την ευκαιρία να αποκτήσουμε μία μοτοσυκλέτα πολύ κοντά σε αυτές που βλέπουμε στις οθόνες μας.

Η αρχή έγινε 36 ολόκληρα χρόνια πριν, το 1988, όταν για πρώτη φορά έκανε την εμφάνισή του το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα SBK. Η φιλοσοφία πίσω από την ίδρυσή του ήταν εντελώς διαφορετική από αυτή των GP, όπου έτρεχαν πρωτότυπες μοτοσυκλέτες με στόχο την εξέλιξη μέσα από τους αγώνες - και τις οποίες δεν μπορούσες να αγοράσεις. Τα Motul WSBK ήταν το αντίθετο, μοτοσυκλέτες παραγωγής, οι οποίες βέβαια σταδιακά ολοένα και δέχονταν περισσότερες και μεγάλης έκτασης τροποποιήσεις για να αγωνιστούν στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Με το ίδιο μοτίβο συνεχίζει να πορεύεται, γι’ αυτό και βλέπουμε τους κατασκευαστές που συμμετέχουν στα Motul WSBK να εμφανίζουν εξωτικές, πανάκριβες, πανίσχυρες και περιορισμένης παραγωγής εκδόσεις, όπως για παράδειγμα οι Ducati Panigale V4R και M 1000 RR των 240 ίππων και 51.000€ και 212 ίππων και 34.900€, αντίστοιχα. 

Motul WSBK – Έφτασε του 950 αγώνες στο ιστορικό Assen

Αρχικά, το πρόγραμμα περιλάμβανε 2 αγώνες σε κάθε γύρο, από το 2019 και μετά ήρθε να προστεθεί ένας ακόμα 10 γύρων, ο οποίος ονομάζεται Superpole. Από το 1990 και μετά, το πρωτάθλημα μεγάλωσε, με την κατηγορία WSSP να προστίθεται στην κατηγορία, με στόχο να συμπεριληφθούν στο Πρωτάθλημα και οι μικρότερου κυβισμού μοτοσυκλέτες. Ως υποστηρικτικές κατηγορίες υπήρξαν επίσης και η κατηγορία European Superstock 1000, που λίγα χρόνια αργότερα ακολούθησε η European Superstock 600. Η τελευταία σταμάτησε το 2015, ενώ από το 2017 έχει ενσωματωθεί στην πιο νέα προσθήκη, την WSSP 300. Το 2018, ήρθε και το τέλος της μεγαλύτερης Superstock 1000.

Motul WSBK – Έφτασε του 950 αγώνες στο ιστορικό Assen

Πρώτος νικητής του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος SBK ήταν ο Fred Merkel με την αγωνιστική έκδοση του VFR750F της Honda, την ιστορική RC30. Το 1989 ο Αμερικανός επανέλαβε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά τον άθλο του. Το 1990 είχε έρθει η ώρα της αλλαγής των σκήπτρων, με τον Raymond Roche και την Ducati 851 να γίνεται ο δεύτερος κατά σειρά αναβάτης που παίρνει τον Παγκόσμιο τίτλο SBK στο σπίτι του.

Το 1991 και 1992 η Ducati συνέχισε να βρίσκεται στην μοναχική θέση της κορυφής με τον Doug Polen στην σέλα του 888. Οι τρεις αυτοί αναβάτες βρέθηκαν στο πρώτο σκαλί του βάθρου τα πρώτα πέντε χρόνια των Motul WSBK, με τον θεσμό να έχει περάσει από όλο τον κόσμο, από το Η.Β. μέχρι την Αυστραλία, την Νέα Ζηλανδία, τον Καναδά και παντού στο ενδιάμεσο.

Motul WSBK – Έφτασε του 950 αγώνες στο ιστορικό Assen

Μετράμε ήδη 100 αγώνες, όταν στα μέσα της δεκαετίας του ’90, τα WSBK ετοιμαζόντουσαν για την πρώτη τους “Χρυσή Εποχή”, με τον Carl Fogarty να είναι ο βασικός πρωταγωνιστής. Ο αναβάτης της Ducati έμελλε να μετατραπεί σε έναν από τους πιο επιτυχημένους αναβάτες, όχι μόνο για τα SBK, αλλά γενικότερα του μηχανοκίνητου αθλητισμού, αλλά και ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα αθλητών της Βρετανίας. O “Foggy” έφερε κόσμο στις κερκίδες, έχοντας ιδιαίτερο οδηγικό στυλ και μερικές από τις πιο έντονες αντιπαλότητες στην ιστορία του αθλήματος που προκάλεσαν και τράβηξαν τα βλέμματα πάνω τους. Μεταξύ των αναβατών ήταν οι Aaron Slight, John Kocinski και Pierfrancesco Chili.

Το 1994 πήρε τον πρώτο του τίτλο με την Ducati 916, κάνοντας το back-to-back με το εργοστάσιο του Borgo Panigale. Το 1996, ο Troy Corser με την δική του Ducati 916 έκοψε την φόρα στον Fogarty, χαρίζοντας έναν ακόμα τίτλο στο ιταλικό εργοστάσιο. Την επόμενη χρονιά, το 1997 ήταν η σειρά της Honda και του μεγάλου του αντιπάλου του Fogarty, τον John Kocinski καβάλα στο θρυλικό RC45. To 1998 και το 1999, ο “Foggy” επέστρεψε στην κορυφή, συγκεντρώνοντας συνολικά τέσσερις παγκόσμιους τίτλους. Το όνομά του βρίσκεται επίσης στην δεύτερη θέση με τις περισσότερες νίκες, έχοντας συνολικά 59 πρώτα βάθρα. Το 2011, ο Carl Fogarty πέρασε στο πάνθεον των θρύλων της FIM.

Motul WSBK – Έφτασε του 950 αγώνες στο ιστορικό Assen

Η στροφή της χιλιετίας, είδε τους ήδη γνωστούς από παλαιότερα Colin Edwards, Noriyuki Haga, Troy Corser και Pierfrancesco Chili να κοντράρονται για τον Παγκόσμιο τίτλο του 2000, χρονιά που ο ήχος των superbike μοτοσυκλετών άλλαξε, με ορισμένους κατασκευαστές να επιλέγουν την V2 διάταξη που μέχρι τότε ήταν χαρακτηριστικό κυρίως της Ducati. Παγκόσμιος Πρωταθλητής του 2000 αναδείχθηκε ο Edwards με την ολοκαίνουργια δικύλινδρη Honda VTR1000SP-2 – γνωστή και με την κωδική ονομασία, RC51.

Motul WSBK – Έφτασε του 950 αγώνες στο ιστορικό Assen

Η έκπληξη, όμως, ήρθε από τον νεοεμφανιζόμενο τότε Troy Bayliss, ο οποίος αντικατέστησε τον Fogarty, που μετά την πτώση του στο Philip Island της Αυστραλίας, τερμάτισε την καριέρα του. Η είσοδος του Bayliss θα είχε σαν αποτέλεσμα μία από τις μεγαλύτερες αντιπαλότητες όλων των εποχών με τον Colin Edwards. Οι δυο τους μάχονταν στις πίστες, χαρίζοντας θέαμα σε όσους παρακολουθούσαν, φτάνοντας στο αποκορύφωμα στον αγώνα της Imola το 2002. Με τους Bayliss/Ducati και Edwards/Honda να μετρούν από έναν τίτλο στην αυγή του 21ου αιώνα και μόλις 6 βαθμούς να τους χωρίζουν για την κατάκτηση του δεύτερου, το σκηνικό για έναν δραματικό τελευταίο γύρο της σεζόν είχε στηθεί. Νικητής τελικά θα ήταν ο Edwards, χαρίζοντας έναν ακόμα τίτλο στο Big H.

Motul WSBK – Έφτασε του 950 αγώνες στο ιστορικό Assen

Την επόμενη χρονιά, το 2003 η Ducati θα βρεθεί ξανά στο προσκήνιο, με τον Neil Hodgson και την 999 να παίρνουν τον τίτλο. Το 2004, ο James Toseland γράφει την δική του σελίδα στην ιστορία των WSBK, ως ο νεότερος αναβάτης που κατακτά τον τίτλο, με τον δεύτερο να έρχεται το 2007. Το 2005 βρίσκει τον Troy Corser να φέρνει τον τίτλο στην Suzuki, ενώ την επόμενη χρονιά ο Bayliss θα βρεθεί ξανά στην κορυφή. Ο τρίτος του τίτλος ήρθε το 2008, την χρονιά που αποχαιρέτισε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, κρεμώντας την φόρμα του.

Motul WSBK – Έφτασε του 950 αγώνες στο ιστορικό Assen

Μία ακόμα αλλαγή ήρθε το 2009, όταν ο Ben Spies ήρθε στην Yamaha, φέρνοντας μαζί του τον δικό του υπεύθυνο ομάδας από την Αμερική, τον Tom Houseworth. Ο rookie της Iwata έκλεισε την πόρτα στον πολύπειρο Haga, παίρνοντας τον τίτλο εκείνης της σεζόν. Ένα χρόνο αργότερα, στο κλείσιμο της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, ήταν ο ιταλικός μαγικός ζωμός των Max Biaggi και Aprilia που κυριάρχησε, με τον Carlos Checa και την Ducati 1098R να μην τον αφήνει να κάνει το back-to-back το 2011. Ο “Ρωμαίος Αυτοκράτορας”, Massimiliano Biaggi ήρθε το 2012 να διεκδικήσει ξανά τον τίτλο, ξεφεύγοντας μόλις από την καυτή ανάσα του Tom Sykes, που πήρε τελικά τον τίτλο το 2013. Η Aprilia με το RSV4 των 1.000 κυβικών βρέθηκε για τελευταία φορά στο βάθρο το 2014, με τον Sylvain Guintoli.

Motul WSBK – Έφτασε του 950 αγώνες στο ιστορικό Assen

Από το 2015 και έπειτα, ξεκινά η “πράσινη” κυριαρχία του Jonathan Rea με το εργοστάσιο του Akashi, κατατροπώνοντας  τον Chaz Davies και την Ducati. Ο τέταρτος τίτλος του Βορειοιρλανδού το 2018, κατέστησε τον Rea τον μοναδικό που κατάφερε κάτι τέτοιο, μετά τον Fogarty. Μόνο που εδώ μιλάμε για τέσσερις συνεχόμενους τίτλους. Ο Rea προχώρησε για να γίνει ο μόνος αναβάτης των Motul WSBK που έχει κερδίσει έξι συνεχόμενους τίτλους (2015-2020), ανεβάζοντας ταυτόχρονα το ρεκόρ για τις περισσότερες νίκες στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα.

Ήδη, όμως από το 2019, τα πράγματα φαινόταν ότι θα άλλαζαν. Φεύγοντας από τα MotoGP, ο Ισπανός αστέρας Alvaro Bautista, ήρθε στην οικογένεια των SBK και της εργοστασιακής ομάδας Aruba.it Racing – Ducati. Την ίδια χρονιά κατάφερε να κερδίσει του πρώτους 11 αγώνες, θέτοντας τα θεμέλια για την κατάκτηση του τίτλου. Η ατυχία, ωστόσο του χτύπησε την πόρτα, με πτώσεις και έναν τραυματισμό, που άφησαν το πεδίο ελεύθερο για τον Rea και τον πέμπτο του τίτλο.

Motul WSBK – Έφτασε του 950 αγώνες στο ιστορικό Assen

Η επισφράγιση για τον Βορειοιρλανδό της Kawasaki ήρθε στο Magny-Cours της Γαλλίας, εκεί που ένας ανερχόμενος και πολλά υποσχόμενος αστέρας έκανε την εμφάνισή του. Ο Toprak Razgatlioglu, που μετρούσε ήδη ένα τίτλο στα STK600 (ο τελευταίος νικητής για την κατηγορία), επέδειξε απίστευτες ικανότητες για να βρεθεί στο βάθρο. Με μία καταπληκτική μάχη στον τελευταίο γύρο, τόσο στον 1ο αγώνα (o 800ος για τα WSBK), όσο και στον Superpole – τη νέα προσθήκη για το 2019 – τον είδε να σκαρφαλώνει από την 16η θέση του grid, στο πρώτο σκαλί του βάθρου με την Kawasaki ZX-10R της Puccetti Racing. Το τέρας είχε ξυπνήσει και όταν ο Toprak βρέθηκε στην Yamaha, ήταν έτοιμος να πετάξει το γάντι στους αντιπάλους του.

Motul WSBK – Έφτασε του 950 αγώνες στο ιστορικό Assen

Η πρώτη του νίκη με τα χρώματα της Iwata ήρθε στον 1ο Αγώνα του Philip Island στην Αυστραλία, το 2020. Ήθελε, όμως, ακόμα χρόνο να προσαρμοστεί. Στο μεταξύ, ο Bautista είχε φύγει από την Ducati για την Honda, μένοντας πίσω στην διεκδίκηση του τίτλου. Ο αντικαταστάτης του στην Ducati, Scott Redding ήταν αυτός που προσπάθησε μέχρι και τον τελευταίο γύρο, όμως ο Rea και η Kawasaki αναδείχθηκαν για έκτη συνεχόμενη φορά νικητές. Αυτό που δεν κατάφερε το 2020 ο Toprak, ήρθε το 2021. Μετά από μία δύσκολη χρονιά, που ολοκληρώθηκε με μία μάχη μέχρις εσχάτων στην Ινδονησία, ο αναβάτης της Yamaha πήρε τον τίτλο στα χέρια του, διακόπτοντας έτσι το θεαματικό σερί του Rea. Μία από τις μεγαλύτερες αντιπαλότητες μεταξύ αναβατών είχε αρχίσει να διαμορφώνεται και θα ολοκληρωνόταν την επόμενη χρονιά.

Motul WSBK – Έφτασε του 950 αγώνες στο ιστορικό Assen

Με την επιστροφή του Bautista στην Ducati και τους Razgatlioglu και Rea να μένουν σε Yamaha και Kawasaki, αντίστοιχα, ετοιμαζόμασταν για μία τιτάνια μάχη των τριών. Το Titanic Trio, όπως ονομάστηκαν οι τρεις αναβάτες, δεν απογοήτευσε. Η σεζόν του 2022 μπήκε δυναμικά από την πίστα του Estoril με δυνατές μάχες μεταξύ των διεκδικητών. Στον 1ο αγώνα στην Mandalika της Ινδονησίας, ο Razgatlioglu είχε μία νίκη που του κράτησε ζωντανές τις ελπίδες για κατάκτηση του τίτλου. Στον 2ο αγώνα όμως, ο Bautista δεν άφησε κανένα περιθώριο και 16 χρόνια μετά τον τίτλο του στα 125 κυβικά, στέφθηκε για ακόμα μία φορά πρωταθλητής. Η κυριαρχία Ducati / Bautista συνεχίστηκε και το 2023, με τον Ισπανό να αμύνεται και τελικά να κρατά το ν.1 στην μοτοσυκλέτα του. Οι επιδόσεις του ήταν τέτοιες, που με την ολοκλήρωση της σεζόν του 2023, οι κανονισμοί άλλαξαν, με στόχο να βοηθήσουν τα υπόλοιπα εργοστάσια να γίνουν ξανά ανταγωνιστικά.

Motul WSBK – Έφτασε του 950 αγώνες στο ιστορικό Assen

Η σεζόν του 2024 έρχεται με νέους κανονισμούς, αλλαγές και νέα πρόσωπα στο grid και ανερχόμενους αστέρες. Οι περιορισμοί για το κατώτερο επιτρεπόμενο βάρος αναβάτη-μοτοσυκλέτας, η προσθήκη ενός ακόμα πρωταθλήματος αυτό των Ομάδων δίπλα στο Κατασκευαστών και Αναβατών, τον Toprak να πηγαίνει στην Yamaha και τον Rea να έρχεται να καλύψει το κενό στην Yamaha, έκαναν τα πράγματα να δείχνουν πολλά υποσχόμενα. Αν τώρα προσθέσουμε και την επιστροφή του Andrea Iannone, την είσοδο του Nicolo Bulega ο οποίος το 2023 στέφθηκε Παγκόσμιος Πρωταθλητής στην κατηγορία WSSP και την προσθήκη του Sam Lowes στην ELF Marc BDS Racing Team, βλέπουμε ότι η χρονιά προμηνύεται δυναμική. Μέχρι στιγμής, τα προγνωστικά δεν έχουν βγει έξω, μετρώντας 5 διαφορετικούς νικητές σε 9 αγώνες και 8 διαφορετικούς αναβάτες στο βάθρο, μαζί με την επιστροφή της BMW στην κορυφή. Και είμαστε ακόμα στην αρχή της σεζόν, με μόλις έξι πόντους να χωρίζουν τον πρωτοπόρο της βαθμολογίας, Alvaro Bautista με τον Toprak Razgatlioglu και τον rookie της φετινής σεζόν, Nicolo Bulega στην τρίτη θέση. Περιμένουμε με ανυπομονησία να μάθουμε τι μας επιφυλάσσει το μέλλον,  μέχρι και τις 20 Οκτωβρίου, όταν και θα ολοκληρωθεί η σεζόν του 2024.