Honda - Βοήθημα ισορροπίας!

CES2017: Η μοτοσυκλέτα που ισορροπεί μόνη της
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

6/1/2017

Χθες ήταν η πρώτη ημέρα της Έκθεσης CES (Consumer Technology Association) και μέσα στην μαγεία όλων όσων συνέβησαν, τα βλέμματα απέσπασε η παρουσίαση της Honda με την τεχνολογία Riding Assist, δείχνοντας ένα NC 750S, να μπαίνει στην σκηνή μόνο του, ακολουθώντας το UNI-CUB, την κινητή καρέκλα της Honda που το MOTO είχε «οδηγήσει» ανάμεσα σε ελάχιστους Ευρωπαίους στο Tokyo Motor Show το 2015, δύο χρόνια περίπου αφότου είχαν κυκλοφορήσει οι πρώτες φωτογραφίες.

Οι παρουσία αυτών των δύο μαζί, είναι σημαντική όπως θα δούμε παρακάτω.

(Για την παρουσίαση στο κοινό, είχαν τοποθετήσει τα μακριά αυτά μανιτάρια για την ώρα που θα τέλειωνε η μπαταρία του συστήματος)

Πριν την είσοδο του αυτο-οδηγούμενου NC750S στην σκηνή, είχαν προηγηθεί είκοσι λεπτά παρουσίασης από τον πρόεδρο της Honda Αμερικής και τον κ. Yoshiyuki Matsumoto πρόεδρο του R&D της Honda. Κατά την διάρκεια αυτής της παρουσίασης αναπτύχθηκε εν συντομία το πλάνο της Honda για το μέλλον και οι κινήσεις που έχει κάνει εξαγοράζοντας start-up εταιρίες για να εισέλθει άμεσα στην εποχή για την οποία (σύμφωνα με την ίδια) έχει ορίζοντα ωρίμανσης το 2040.

Ο πίθηκος που εξερευνά την τεχνολογία, είναι ο τρόπος της Honda να δείξει ότι αυτή την στιγμή απλά παίζουμε προσπαθώντας να ανακαλύψουμε τα εργαλεία του μέλλοντος

Όλα αυτά βέβαια θα είχαν περάσει λίγο-πολύ απαρατήρητα, αν το NC750 δεν ερχόταν μόνο του στην σκηνή, κι αν η Honda δεν μας έδειχνε ένα video που σαν υπάκουο σκυλάκι, το NC750 ακολουθούσε εκτός κτηρίου μία χαμογελαστή ερευνήτρια της Honda. Δεν λείπει και το έξυπνο μοντάζ που παρουσιάζει το NC να «κοιτά δεξιά και αριστερά» βγαίνοντας από την πόρτα… Μία τέτοια εικόνα, ενός κανονικού μοντέλου, πολλαπλασίασε τον αντίκτυπο.

Σε αντίθεση λοιπόν με το BMW VISION NEXT 100 που είναι απλά ένα στατικό πρωτότυπο το Riding Assist της Honda είναι λειτουργικό (ή στο περίπου, όπως θα εξηγήσουμε) και παράλληλα ένα μεγάλο βήμα πίσω από το Motobot της Yamaha. Η διαφορά με το Vision Next της BMW, είναι ότι η Honda δεν χρησιμοποιεί γυροσκόπια για να ισορροπήσει, ενώ το Motobot πρακτικά δεν ισορροπεί στατικά, μπορεί όμως και οδηγεί πολύ-πολύ καλύτερα… ας δούμε όμως τι έχει φτιάξει η Honda.

Καταρχήν η επιλογή του NC ως πλατφόρμα υλοποίησης δεν είναι καθόλου τυχαία και μάλιστα είναι ένας από τους βασικούς λόγους που η Honda μπορεί να δείξει ένα υπάρχον μοντέλο να κινείται μόνο του - αν δεν υπήρχε το NC στην γκάμα της, τότε θα βλέπαμε κάτι τελείως φουτουριστικό να ανεβαίνει στην σκηνή και όχι ένα υπάρχον μοντέλο. Ο λόγος είναι η τεράστια κλίση του δικύλινδρου προς τα εμπρός, με τους κυλίνδρους σχεδόν παράλληλους με το έδαφος και το ρεζερβουάρ τοποθετημένο κάτω από την σέλα, που αφήνουν άπλετο χώρο για την ανάπτυξη ενός τέτοιου συστήματος σε ένα νευραλγικό σημείο για την γεωμετρία της μοτοσυκλέτας. Ψηλά και ακριβώς στο κέντρο. Η Honda δεν αποκαλύπτει τίποτα πίσω από την τεχνολογία αυτή την στιγμή, όμως λέγοντας ο κ. Matsumoto ότι δεν χρησιμοποιεί γυροσκόπια αλλά την τεχνολογία του UNI-CUB και σε συνδυασμό με την μαρτυρία συνεργάτη που βρίσκεται στην CES και είδε από κοντά την μοτοσυκλέτα, μπορούμε να πούμε πάρουμε μία ιδέα από το τι συμβαίνει. Στο NC που χρησιμοποιούν για την επίδειξη της τεχνολογίας, έχουν τοποθετήσει ένα ηλεκτρικό μοτέρ στην έξοδο του κιβωτίου το οποίο και δίνει κίνηση στον πίσω τροχό. Η ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου μοτέρ είναι η ταχύτητα εναλλαγής της φοράς κίνησης σε εκατοστά του δευτερολέπτου καθώς και ο πολύ ακριβής έλεγχός του, ώστε να πραγματοποιεί μικροσκοπικές κινήσεις του πίσω τροχού μπρος και πίσω. Τόσο μικροσκοπικές που είναι σαν απλά να διατηρεί την τάση στην αλυσίδα.

Αυτή βέβαια είναι η λεπτομέρεια του συστήματος, αλλά σημαντική: Γιατί μαρτυρά, μαζί με άλλες λεπτομέρειες, ότι δεν πρόκειται για πλήρως λειτουργική μοτοσυκλέτα αλλά ένα μοντέλο επίδειξης, εντυπωσιακής, το μόνο σίγουρο. Όλο το «μυστικό» βρίσκεται κρυμμένο πάνω από τον κινητήρα, εκεί που κανονικά θα ήταν ο αποθηκευτικός χώρος για ένα κράνος, ενώ πίσω από τον φουτουριστικό προβολέα κρύβονται τα όργανα πλοήγησης και η κάμερες, που στο video φαίνεται να ενεργοποιούνται σε καθεστώς «παρακολούθησης» από ένα διακόπτη στη βάση του προβολέα.

Γνωρίζοντας την καινοτομία των τροχών του UNI-CUB, δεν γίνεται να μην κάνεις έναν παραλληλισμό με την εμφάνιση του προβολέα, καθώς οι φωτεινοί κύλινδροι παραπέμπουν στην πατέντα του εμπρός τροχού. Το UNI-CUB είναι σαν εκείνα τα παλιά ποδήλατα, με έναν τεράστιο εμπρός τροχό κι έναν μικρό πίσω. Ο εμπρός τροχός όμως, αποτελείται από πολλούς κυλίνδρους που εξασφαλίζουν την πλάγια κίνηση εκτός από την εμπρός, σε συνδυασμό και με τον αντίστοιχο μικρότερο πίσω.

Το Riding Assist δεν σηματοδοτεί στροφή στην πορεία της Honda αλλά πίστη στον δρόμο που είχε πάντα, εκείνον της τεχνολογικής υπεροχής

Αντί για γυροσκόπια που βασίζονται στην αδράνεια κι έτσι προσθέτουν βάρος, για να ισορροπήσουν την μοτοσυκλέτα βασίστηκαν στην τεχνολογία του UNI-CUB που σημαίνει δεκάδες μικροσκοπικές κινήσεις κάθε δευτερόλεπτο σε πίσω τροχό και σε τιμόνι παράλληλα με τον εσωτερικό μηχανισμό σταθεροποίησης. Ένα άλλο στοιχείο, είναι το μοχλικό σύστημα που μετατρέπει την γωνία κάστερ και αυξάνει το ίχνος σε επίπεδα cruiser μοτοσυκλέτας, μία πρόσθετη λύση σε ένα πιθανό μέλλον που οι μοτοσυκλέτες οδηγούνται μόνες τους… Αυτή την στιγμή το Riding Assist της Honda είναι μονάχα μία επίδειξη τεχνολογικής υπεροχής και δεν μιλάμε για μία λειτουργική μοτοσυκλέτα, παρόλο που η υλοποίησή του πάνω σε ένα NC δείχνει σαν να είναι αυτό ακριβώς, κάτι έτοιμο.

Θα θυμίσω ένα κομμάτι από την ανάλυση του Motobot της Yamaha, που είχα κάνει για το περιοδικό μέσα από την συνέντευξη του επιστήμονα της ρομποτικής στην Yamaha. Στο διασυνδεδεμένο μέλλον της κίνησης στους δημόσιους δρόμους που έρχεται σύντομα, ή καλύτερα που θα γενικευτεί, αφού υπάρχει ήδη στο παρόν, η μόνη αστάθμητη παράμετρος θα μείνει η μοτοσυκλέτα. Το Motobot της Yamaha είναι η πρώτη προσπάθεια στην ιστορία της ανθρωπότητας, να μάθει σε μία μηχανή όλες εκείνες τις απίστευτα πολλές λειτουργίες του ανθρώπινου εγκεφάλου όταν οδηγεί μοτοσυκλέτα και το πέτυχε σε μεγάλο βαθμό. Το Riding Assist της Honda είναι η πρώτη προσιτή κατασκευαστικά λύση για την αυτόνομη κίνηση. Μαζί με σχεδιαστικές ασκήσεις όπως της BMW και όλα όσα έχουμε δει από την Kawasaki και σιγά-σιγά από όλους τους κατασκευαστές, τα βήματα αυτά αποτελούν κινήσεις προς την επίλυση του παραπάνω προβλήματος. Την θέση δηλαδή της μοτοσυκλέτας στο διασυνδεδεμένο και εν πολλοίς –δυστυχώς- ελεγχόμενο μέλλον στους δημόσιους δρόμους. Τοποθετώντας την ασπίδα της ασφάλειας και του μηδενισμού των τροχαίων, ο κόσμος θα πεισθεί να παραδώσει ένα κομμάτι ελευθερίας, όπως έχει αντίστοιχα παραδώσει ελευθερίες για να χρησιμοποιήσει το μέσο που επικοινωνούμε αυτή την στιγμή, για παράδειγμα. Τα λόγια του υπευθύνου της Honda Αμερικής έρχονται για να μην αφήσουν περιθώρια παρερμηνείας. Το R&D της Honda δημιούργησε, καιρό τώρα, ένα τμήμα στην silicon valley που σκοπό έχει την εξαγορά καινοτόμων start-up εταιριών, τις στρατηγικές συνεργασίες και την παρακολούθηση ουσιαστικά της τεχνολογίας. Να θυμίσω ότι και το Motobot της Yamaha ξεκίνησε σαν ιδέα από ένα σκοτεινό κτήριο στο Τόκυο, γιατί ήταν αργά το απόγευμα και είχαν φύγει όλοι, και υλοποιείται στην silicon valley, από το αντίστοιχο τμήμα της Yamaha…

Όπως αναφέρθηκε στην παρουσίαση της Honda, το διασυνδεδεμένο μέλλον δεν ανήκει ούτε στην ίδια, ούτε μπορεί να το υλοποιήσει και μόνη της. Χρειάζεται να μπουν τα πρωτόκολλα για την επικοινωνία οχήματος με όχημα, και οχήματος με υποδομή (V2V και V2I) πράγμα που για να γίνει απαιτείται η συμμετοχή όλων των κατασκευαστών αλλά και των κυβερνήσεων. Βήμα το οποίο έχει προχωρήσει το τελευταίο διάστημα με γεωμετρική πρόοδο, έναντι του αρχικού προγραμματισμού. Στο τέλος, ναι, θα έχουμε αυτόνομες μοτοσυκλέτες που θα παρκάρουν μόνες τους και θα στέκονται μόνες τους, που δεν θα κλέβονται και δεν ίσως να μας αποτρέπουν και από παραβάσεις, όμως πρόκειται για ένα μέλλον που δεν θα έρθει το ίδιο γρήγορα για όλους. Κι εδώ που είμαστε εμείς, ευτυχώς(;) θα αργήσει πολύ περισσότερο…  

Ετικέτες

Honda DCT: Έκλεισε δέκα χρόνια στην παραγωγή! Συνέντευξη κ. Dai Arai

Κι ακόμη δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο με το κιβώτιο διπλού συμπλέκτη
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

12/8/2020

Συμπλήρωσε μία δεκαετία η τεχνολογία DCT της Honda, που πρώτη φορά την είδαμε στην Ευρώπη, όπου και έγινε η παρουσίασή της, το 2010. Από εκείνη την ημέρα περισσότερες από 140.000 μοτοσυκλέτες με κιβώτιο DCT έχουν πουληθεί μονάχα στην Ευρώπη, φτάνοντας σε ορισμένες χώρες να αντιπροσωπεύουν περισσότερο το 45% των πωλήσεων της Africa Twin συγκριτικά με την έκδοση συμβατικού κιβωτίου. Σε κάποιες χώρες στην κεντρική Ευρώπη το ποσοστό αυτό ξεπερνά κατά πολύ το 50%...

Πριν μία δεκαετία είχαμε οδηγήσει από τους πρώτους στον κόσμο το VFR1200F, την πρώτη μοτοσυκλέτα με κιβώτιο DCT, λέγοντας πως είναι μία τεχνολογία που έχει μέλλον μπροστά της και σίγουρα χρειάζεται να βρει την ταυτότητά της. Και την βρήκε, δημιουργώντας την δική της σχολή στην σειρά NC, την Africa Twin και φυσικα την Gold Wing, όπου είναι η πιο δημοφιλείς τοποθετήσεις της. Πιο συγκεκριμένα για την Ευρώπη το 2019, το 45% των Africa Twin, το 52% των NC750X και το 67% των Gold Wing που πωλούνται, είναι με κιβώτιο DCT, ενώ ιδιαίτερα για τις Africa Twin το 2020, το ποσοστό αυτό αναμένεται να αυξηθεί, με δεδομένο τις μεγάλες αλλαγές που έγιναν στην λειτουργία του, και σε απευθείας ακολουθία των όσων ζητούσε το κοινό της Honda.

Το DCT είναι ένα κιβώτιο με δύο άξονες, όπου ο ένας περνά μέσα από τον άλλο και δύο συμπλέκτες καθορίζουν την σύζευξη των μονών και ζυγών γραναζιών. Έτσι ο ένας συμπλέκτης λειτουργεί για την εκκίνηση, την 1η, 3η, και 5η σχέση του κιβωτίου και ο άλλος για την 2α, την 4η, και την 6η. Με οποιαδήποτε σχέση κι αν κινείσαι, η προηγούμενη και επόμενη είναι ήδη επιλεγμένες κι έτσι οι αλλαγές γίνονται με αμεσότητα και ακρίβεια που δύσκολα μπορεί να επιτύχει ένα συμβατικό κιβώτιο. Στον αντίποδα υπάρχει αυξημένο βάρος και περισσότερο όγκος, αλλά από πλευράς αξιοπιστίας τα κιβώτια DCT έχουν έως τώρα αποδειχτεί πιο αξιόπιστα από τα συμβατικά, μιλώντας για τα ίδια μοντέλα μοτοσυκλετών καθώς αποφεύγεται το ανθρώπινο λάθος και οι αλλαγές γίνονται με την ίδια πάντοτε ακρίβεια.

Οι αλλαγές γίνονται είτε χειροκίνητα από δύο χειριστήρια στο τιμόνι, είτε τελείως αυτόματα με διαφορετικούς μάλιστα χάρτες, που λένε στο κιβώτιο πότε να αλλάξει, σε πόσες στροφές. Ωστόσο το μεγάλο χαρακτηριστικό που είχε το DCT από την πρώτη στιγμή και βελτιώθηκε πολύ μέσα στα χρόνια, είναι η ικανότητά του να μαντεύει την αλλαγή στην συμπεριφορά και να προσαρμόζει την λειτουργία του στις δυναμικές αλλαγές που συμβαίνουν κατά την οδήγηση, πριν ακόμη ο αναβάτης προχωρήσει σε αλλαγή του χάρτη. Κάτι που γίνεται εν κινήσει, από τα αντίστοιχα κουμπιά. Αν λοιπόν κατεβαίνεις μία απότομη κατηφόρα, ή αντίστοιχα αν αρχίσεις να ανεβαίνεις μία ανηφόρα, ή ανοίξεις απότομα το γκάζι που σημαίνει πως κάνεις μία προσπέραση ενδεχομένως, το κιβώτιο θα αφήσει τις στροφές να ανέβουν περισσότερο ή θα κατεβάσει νωρίτερα για να ανταπεξέλθει καλύτερα σε αυτό που του ζητάς. Έχουμε αναλύσει στα τεύχη του περιοδικού την λειτουργία του DCT σε απίστευτο βαθμό, κάθε μία φορά που γίνεται κάποια αλλαγή του, και ναι, εξακολουθεί να ισχύει αυτό που λέγαμε από την πρώτη στιγμή. Πως για να φτάσεις να κρίνεις το DCT θα πρέπει πρώτα να οδηγήσεις πολλά χιλιόμετρα με την συνδρομή του, και όχι να εξάγεις οποιοδήποτε συμπέρασμα, καλό ή κακό, από την πρώτη σύντομη βόλτα.

Στην Honda κάθε project, είτε είναι μηχανολογικό, είτε είναι σχεδιαστικό, έχει έναν υπεύθυνο μηχανολόγο που το παρακολουθεί. Για το DCT, ο κύριος αυτός είναι ο κ.Dai Arai κι αν σας κάνει κάποια εντύπωσή το επίθετό του, διότι είναι ίδιο με γνωστή μάρκα κρανών, να ξέρετε πως το πιθανότερο θα ήταν να τον έλεγαν Suzuki, καθώς αυτό είναι ένα εξαιρετικά κοινό επίθετο στην Ιαπωνία, ξεκινώντας από τον πρόεδρο του τμήματος μοτοσυκλετών της Honda. Ακριβώς όπως είναι και το Arai ως επίθετο στην Ιαπωνία…

Πες μας για την απαρχή του DCT, ποια είναι η καταγωγή του

Πριν έρθω εγώ στην Honda, υπήρχαν ήδη άλλες αυτόματες αλλαγές ταχυτήτων, όπως το “Hondamatic” της δεκαετίας του ’70 και το πολύ πιο πολύπλοκο και πιο κοντά στο DCT, το λεγόμενο HFT (Human Friendly Transmition) του DN01. Οπότε πριν έρθει το VFR1200F με την πρώτη έκδοση του DCT, υπήρχε πάντα η ενασχόληση με την αυτόματη μετάδοση. Η μεγάλη διαφορά που έφερε το DCT είναι πως ενεργεί με εξαιρετικά λιγότερες απώλειες από τα προηγούμενα συστήματα, οπότε δίνει στην αναβάτη μεγαλύτερη αμεσότητα και μία σπορ συμπεριφορά.

Ποιο ήταν το πιο δύσκολο πράγμα να λύσεις;

Κάθε πράγμα στην εξέλιξη του πρώτου DCT για το VFR1200F ήταν πραγματικός άθλος. Κανείς δεν το είχε κάνει πιο πριν, οπότε έπρεπε να ανοίξουμε τον δρόμο τόσο για το μηχανικό μέρος, όσο και για το λογισμικό που θα καθόριζε την λειτουργία του. Ήταν κυριολεκτικά η πρώτη φορά, που οι μηχανολόγοι των κιβωτίων θα έπρεπε να ασχοληθούν με ηλεκτρονικές εντολές. Για το μηχανικό κομμάτι, θα έπρεπε καταρχήν να εξελίξουμε έναν στροφαλοθάλαμο που θα μπορούσε να δεχτεί τόσο το DCT κιβώτιο, όσο και το συμβατικό για να μπορέσουμε να έχουμε και ένα πλαίσιο. Οπότε χρησιμοποιήσαμε δύο άξονες κιβωτίου που ένας περνούσε μέσα από τον άλλο κρατώντας τις διαστάσεις στο ελάχιστο δυνατό. Αυτό όμως έφερε μία άλλη σπαζοκεφαλιά. Οι μικρές διαστάσεις ήταν μία μεγάλη πρόκληση για την αντοχή των υλικών.

Υπήρχε επίσης μία σημαντική πρόκληση για να μειωθούν οι μηχανικοί ήχοι στις αλλαγές του κιβωτίου. Επειδή η φιλοσοφία της λειτουργίας του κιβωτίου είναι η ίδια όπως και στα συμβατικά κιβώτια, το DCT ενεργοποιεί το γρανάζι εμπλοκής της επόμενης και της προηγούμενης, όπως θα γινόταν αν πήγαινες να κάνεις μία αλλαγή. Για τους περισσότερους αναβάτες θα ήταν εξαιρετικά περίεργο να ακούν αυτό τον γνώριμο ήχο χωρίς όμως να έχουν δώσει την εντολή για αλλαγή με το πόδι τους. Η μείωση αυτού του μηχανικού θορύβου σε βαθμό εξάλειψης, ήταν ένας πρόσθετος άθλος.

Από την πλευρά του λογισμικού τώρα, ο προγραμματισμός όλων αυτών των εντολών ήταν ο πραγματικός γολγοθάς. Κανείς δεν το είχε κάνει πιο πριν, δεν υπήρχε ούτε μία γραμμή κώδικα γραμμένη προς αυτό τον σκοπό και χρειαζόντουσαν χιλιάδες ώρες εργασίας για να φτάσουμε στο σωστό συγχρονισμό για τις αλλαγές.

Μέσα σε αυτή την δεκαετία ζωής του DCT, ποια νομίζεις πως ήταν η μεγαλύτερη εξέλιξη που υπήρξε

Είναι αδύνατο να καθορίσω ένα μόνο σημείο γιατί το σύστημα αυτό εξελίσσεται συνέχεια όλο αυτό το διάστημα, όχι απλά για να βελτιώσουν την λειτουργία του, αλλά και για να προσαρμοστεί καλύτερα στα διαφορετικά χαρακτηριστικά κάθε μοντέλου.

Από τα πρώτα μεγάλα βήματα ήταν η επιστροφή στην αυτόματη λειτουργία όταν ο αναβάτης έκανε από μόνος του κάποια αλλαγή. Τώρα στο DCT μπορείς να κατεβάσεις σχέσεις, γιατί ας πούμε έρχεται μία απότομη στροφή και θέλεις το φρένο του κινητήρα, και το κιβώτιο θα ξανά ανεβάσει στην έξοδο και θα συνεχίσει την αυτόματη λειτουργία. Χρειάζεται εξαιρετικά πολύπλοκος προγραμματισμός για να πετύχεις κάτι τέτοιο, διότι αυτό συνήθως συμβαίνει σε ιδιαίτερες οδηγικές συνθήκες και το κιβώτιο να προβλέπει και καταλαβαίνει τις προθέσεις του αναβάτη με ακρίβεια κάθε φορά. Ιδιαίτερα αν επιταχύνει για να προσπεράσει ή κατεβάζει για να στρίψει ή γιατί έρχεται κατηφόρα. Δεν γυρνάς απλά στην αυτόματη λειτουργία μετά από μερικά δευτερόλεπτα λοιπόν, δεν είναι τόσο απλό.

Αργότερα αλλάξαμε τον τρόπο που δίνουμε γκάζι στα κατεβάσματα για να συγχρονίσουμε στροφές κινητήρα και να κάνουμε τις αλλαγές ομαλές. Έπρεπε να επέμβουμε και στον PGM-FI ψεκασμό για να πετύχουμε τον τέλειο συγχρονισμό.

Φτιάξαμε και το λεγόμενο ‘Adaptive Clutch Capability Control’ που σημαίνει πως διαχειριζόμασταν το φρένο του κινητήρα με τέτοιο τρόπο ώστε να πατινάρουμε τον συμπλέκτη όσο πρέπει ώστε να ομαλοποιήσουμε την επιτάχυνση.

Από την άλλη πλευρά ο διακόπτης G, που είδαμε στα CRF1000L και μετά στα X-Adv και που τώρα είναι επιλογή σε μενού αντί για διακόπτης, δίνει περισσότερη αμεσότητα στις αλλαγές και επιτρέπει στον αναβάτη να σπινάρει τον πίσω τροχό ελεγχόμενα.

Επιτρέψαμε επίσης στο σύστημα να προσαρμόζεται με τις διαφορετικές καταστάσεις λειτουργίας που ο αναβάτης επιλέγει από το μενού της μοτοσυκλέτας για την απόκριση του ψεκασμού, ώστε αντίστοιχα να μειώνεται ο χρόνος των αλλαγών και κατά επέκταση η αμεσότητά τους.

Στην Africa Twin του 2020 επίσης, η σύνδεση του συστήματος με την IMU βοηθά να προσαρμοστούν οι αλλαγές πάνω στην κλίση της μοτοσυκλέτας.

Οπότε το σύστημα έχει προοδεύσει πολύ και θα συνεχίσει να το κάνει. Κι αυτό είναι ένα από τα προτερήματά του και θα συνεχίσει να το κάνει…

Εσύ προσωπικά, ποιο θα έλεγες πως είναι το πλεονέκτημα στο DCT;

Σου αδειάζει το μυαλό από μία λειτουργία και σε αφήνει να συγκεντρωθείς στο πιο σημαντικό κατά την οδήγηση, στις στροφές και στο να επιλέγεις την κατάλληλη γραμμή, το σημείο που θα φρενάρεις και θα επιταχύνεις. Από εκεί και πέρα είναι ταυτόχρονα και εύκολο και άμεσο. Δηλαδή δεν έχει πλέον έναν συμπλέκτη να διαχειριστείς μέσα στην κίνηση, δεν θα σβήσει ποτέ η μοτοσυκλέτα δεν θα έχεις ποτέ μία άστοχη αλλαγή. Την ίδια στιγμή που εξακολουθείς να έχεις την αμεσότητα που σου φέρνει ένα κιβώτιο που έχει κανονικές σχέσεις, που μπορείς να αλλάξεις κατά βούληση αν το θέλεις.

Στο μέλλον τι θα ήθελες να δεις για το DCT;

Προσωπικά θα ήθελα να δω το DCT στο Dakar! Σε έναν τέτοιο αγώνα αντοχής που η κούραση του αναβάτη είναι το κυρίαρχο και η συγκέντρωσή του στην οδήγηση το πιο βασικό, είναι ένας τομέας που το σύστημα θα μπορούσε να βοηθήσει αρκετά.

Συχνά βλέπουμε πόσο έκπληκτοι μένουν οι αναβάτες από την βοήθεια που τους δίνει το DCT στο χώμα, καθώς οι αλλαγές ταχυτήτων ενώ είσαι όρθιος στα μαρσπιέ δεν είναι το πιο εύκολο και σου κλέβει ενέργεια και συγκέντρωση, χώρια που με το DCT δεν θα σβήσει ποτέ, σε καμία ανηφόρα.

Πόσο διαφορετικός είναι ο χειρισμός από μοντέλο σε μοντέλο;

Κύρια διαφορά είναι ο συγχρονισμός των αλλαγών. Κάθε μοντέλο είναι διαφορετικό. Για παράδειγμα ο προγραμματισμός των αλλαγών στο X-ADV είναι πιο σπορ από εκείνον στο Integra καθώς όλα συμβαίνουν πιο ψηλά στο στροφόμετρο για να έχεις περισσότερο φρένο κινητήρα. Κάθε μοντέλο προγραμματίζεται με τελείως διαφορετικό συγχρονισμό για να έχει τον δικό του χαρακτήρα.

Τι έχεις να πεις στους αναβάτες που δεν θέλουν να ακούσουν για το DCT;

Παρακαλώ να του δώσετε μία ευκαιρία. Χρειάζεται ένα χρονικό διάστημα προσαρμογής αλλά σου ανοίγει καινούριες προοπτικές στην οδήγηση…

Τι μοτοσυκλέτες έχεις τώρα; Και ποιες από αυτές οδηγείς;

Ένα XR250R ’91 ένα Monkey του ’82 κι ένα Ducati Monster 750 του 2001. Καθημερινά οδηγώ το Ducati και έχω τα υπόλοιπα για μεταφορές.

Έχεις τα τελευταία δέκα λίτρα βενζίνης στον κόσμο, τι κάνεις

Τα δίνω σε έναν άλλο και δουλεύω για έναν κόσμο που δεν βασίζεται στο πετρέλαιο

Να εδώ τι θα κάναμε εμείς με τα τελευταία δέκα λίτρα, όπως τα γράφαμε πριν από δέκα χρόνια στο ΜΟΤΟ!!!!

 

 

 

 

 

 

  

Ετικέτες