Ρεπορτάζ: «Πόθοι στα Γαιδουράγκαθα» 2018 – Ο κοιμώμενος δράκος [video]

Κι έγινε της Βέσπας…
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

24/8/2018

Κάθε χρόνο ένα παντελώς ετερόκλητο γκρουπ μοτοσυκλετών συγκεντρώνεται στο Ηράκλειο της Κρήτης για να ξεκινήσει μία διαδρομή που θα τους βγάλει εκεί που υπάρχουν μόνο γαϊδουράγκαθα. Κανείς δεν ξέρει που θα πάνε, κανείς δεν γνωρίζει από πού θα πάνε, κανείς δεν έχει σαφή εικόνα για το πόσοι είναι οι συμμετέχοντες, ούτε και γνωρίζονται όλοι με όλους. Αν υπάρχει μία συνταγή αποτυχίας, μία οδηγία για να πάνε όλα λάθος, αν κάποιος έκανε μία λίστα με τα πράγματα που δεν πρέπει να κάνετε όταν οργανώνετε μία συγκέντρωση μοτοσυκλετιστών, τότε τα “Agatha” -όπως είναι το υποκοριστικό τους-τσεκάρουν όλα τα κουτάκια. Έτσι προέκυψε και ο τίτλος: «Πόθοι στα Γαϊδουράγκαθα», καθώς πριν φτάσεις εκεί που δεν έχει τίποτα άλλο, παρά μόνο το αυτοφυές φυτό που καταναλώνουν αυτάρεσκα τα συμπαθή υποζύγια, θα ταλαιπωρηθείς, θα πάθεις, θα μάθεις και τελικά θα ποθήσεις πράγματα που μέχρι πριν τα είχες δεδομένα και σίγουρα, όπως τις μανέτες της μοτοσυκλέτας σου, την μανιβέλα, τα πλαστικά της, μία κρύα μπύρα, ακόμη και την λογική την ίδια.

Η πραγματικότητα είναι φυσικά πως τα «Άγκαθα» είναι όσο οργανωμένα πρέπει και όσο αφημένα στο απρόοπτο χρειάζεται να είναι…

Στην τρίτη τους συνεχή δι-(;)-οργάνωση τα «Άγκαθα» συγκέντρωσαν περισσότερο κόσμο και μεγάλωσαν την διαδρομή τους μειώνοντας ταυτόχρονα τις πτώσεις, καθότι κι αυτές πρωταγωνιστούν. Βελτιώνονται δηλαδή με τρόπο διαμετρικά αντίστροφο από την αρχή τους. Αν όλα αυτά ως εδώ σας μοιάζουν λίγο μπερδεμένα, λίγο περίεργα, μην αισθάνεστε άβολα καθώς αυτό ακριβώς ισχύει για όλους όσους δεν αποτελούν μέλη του MRCG, της ομάδας αυτής που δημιουργεί την εκδήλωση. Πρόκειται καταρχήν για ένα γκρουπ που έχει περισσότερα από 50.000 μέλη έχοντας ήδη αποκλείσει πενταψήφιο αριθμό μελών, μερικές φορές απόλυτα δικαιολογημένα, τις περισσότερες έχοντας δείξει απίστευτη υπομονή πριν το πράξουν, κι άλλες γιατί απλά δεν ταίριαζαν οι συγκυρίες ή γιατί πήραν πολύ σοβαρά τις απειλές.. βλέπετε στο MRCG δεν συμπαθούν τα σκούτερ, αλλά στα «Άγκαθα» συμμετείχε ένα από αυτά χωρίς να το στραβοκοιτάξει κανείς, ενώ τους πάντες ταπείνωσαν… οι βέσπες!

Αν και κλέβουν λίγο ως ταυτότητα οχήματος, κινούμενα στην γκρίζα ζώνη γιατί καίνε λάδι (το να μυρίζεις διχρονίλα στο MRCG είναι προτέρημα) και κυρίως διαθέτουν ταχύτητες, δεν παύουν όμως να είναι σκούτερ, και μαζί με τα παπιά, να μπαίνουν στους χωματόδρομους με όλα, χοροπηδώντας και προσπερνώντας, κάνοντας τους πάντες να ποντάρουν στην πτώση τους και σε κάθε προσπέραση να την.. εύχονται και λίγο! Η οποία πτώση ωστόσο, ευτυχώς για τα παιδιά, δεν ήρθε ποτέ. Σε αντίθεση με δεκάδες άλλες από την πρώτη στιγμή της εκδήλωσης, σε ένα σκηνικό που θύμιζε αναπαράσταση του «Joe Bar». Το σημαντικό είναι πως οι πτώσεις ήταν σημαντικά λιγότερες από κάθε άλλη φορά και όλες τους αναίμακτες.

Από το MOTO είμασταν οι πρώτοι που φτάσαμε στο σημείο συνάντησης (συγκυριακά μιας και πήγαμε απευθείας από το λιμάνι) δύο εκπρόσωποι του περιοδικού φέτος, ώστε να έχουμε την ευκαιρία να συναντηθούμε με τον φίλο και συνάδελφό μας, Λάζαρο Αλεξάκη, την ψυχή των «Αγκάθων» και ιδρυτή της ομάδας. Ελάχιστα λεπτά αργότερα το διπλανό πάρκινγκ είχε γεμίσει μοτοσυκλέτες, όλες τους διαφορετικές, όλες τους παράταιρες, ακριβώς όπως πρέπει δηλαδή, μακριά από κανόνες ή προτιμήσεις σε μοντέλα. Μιλάμε για μία μεγάλη παρέα που συμπεριφέρεται με ακριβώς αυτό τον τρόπο, δημιουργώντας πηγαδάκια, φωνάζοντας, γκαζώνοντας, σχολιάζοντας τις μοτοσυκλέτες των φίλων, εκτοξεύοντας απειλές –κούφιες- σε περίπτωση που κάνουν το λάθος και τους περάσουν. Μέχρι να ακουστεί μία φωνή: «σε 5 λεπτά ξεκινάμε» κι αυτό το πολύχρωμο λεφούσι μπήκε στη σειρά με μία πειθαρχία που ο οποιοσδήποτε θα ποντάριζε πως ήταν αδύνατο να υπάρξει. Σαν την Λεγεώνα των Ξένων, όλοι τους διαφορετικοί, όλοι τους όμως πανέτοιμοι να βγουν ταυτόχρονα στον δρόμο, κι ας μην ήξεραν οι περισσότεροι που ακριβώς πηγαίνουν. Υπήρχε φυσικά πλοηγός, εμπειρότατος με την δυνατότητα να κρατήσει έναν ρυθμό που να είναι όλοι ευχαριστημένοι, από τα παπιά και τις βέσπες μέχρι τις street.. δύσκολο; Απλά ακατόρθωτο, αλλά το πέτυχε, εκτός φυσικά από το να κρατήσει τις βέσπες πίσω, μιας και είχαν βαλθεί να τιμωρήσουν το MRCG για όλα όσα έχει πει, και το έκαναν προσπερνώντας τον ένα πίσω από τον άλλο.

Κατεύθυνση νότια, αφήνοντας την Ε.Ο και στρίβοντας προς Μοίρες, ακολουθώντας τον βασικό κάθετο δρόμο μέχρι το χωριό Αγ. Βαρβάρα, εκεί έλεγε το ΡόαντΜπουκ πως θα στρίβαμε δεξιά στο περίπτερο. Φυσικά και υπήρχε ΡόαντΜπουκ! Με φωτογραφίες παρακαλώ! Αλλά ήταν φτιαγμένο επίτηδες για να αποτελεί το αστείο της παρέας, με οδηγίες όπως «στρίβουμε δεξιά μετά από λίγο» ή «ψάχνουμε μία μεγάλη πέτρα»! Πέτυχε το σκοπό του με ευκολία. Κανείς δεν μπορούσε να πει πως δεν είχε ενημερωθεί και ταυτόχρονα κανείς δεν ήταν ενήμερος… Πίσω μας ακολουθούσαν οι γενναίες «σκούπες», ενδιάμεσα οι διαχειριστές της ομάδας μετακινούνταν στο κομβόι σαν τα τσομπανόσκυλα βοηθώντας, ελέγχοντας, κατευθύνοντας! Υπήρχαν και οχήματα υποστήριξης, τρία τον αριθμό, το ένα από αυτά ικανό να ακολουθήσει παντού, και φυσικά, ακολουθώντας τον κανόνα που θέλει το κάθετι στο MRCG να είναι μία μεγάλη περιπέτεια, αυτό ακριβώς χάλασε κιόλας. Κάθε χρόνο έχει πρόβλημα τροφοδοσίας. Πέρσι το είχε ο οδηγός του το τροφοδοτικό πρόβλημα, φέτος η ίδια η Σούζυ.. όλα τα οχήματα έχουν ονόματα στο MRCG, ακόμη κι εκείνα που νομίζεις πως δεν έχουν.

Μετά την Αγ. Βαρβάρα, λίγα χιλιόμετρα όπως με «ακρίβεια» το έθετε το ΡόαντΜπουκ, στρίβουμε αριστερά σε μία ανηφόρα…. Έχετε δει μαζικές εκκινήσεις από αμερικάνικους αγώνες; Εκεί που λες πως η πρώτη στροφή χωρά καμιά εικοσαριά μηχανάκια, αλλά έχουν ξεκινήσει πεντακόσια, οπότε πώς θα στρίψουν; Και που τελικά δεν στρίβουν, αλλά κάνουν έναν λόφο από αναβάτες και ρόδες; Εεε κάπως έτσι ήταν η ανηφόρα αυτή. Όλοι τους έτοιμοι να ορμήσουν, με τους μισούς ενδεχομένως να ανεβαίνουν για πρώτη φορά ανηφορικό χώμα. Δεν έβλεπες τίποτα και ξαφνικά σβηστά μηχανάκια μπλόκαραν το μέσο της ανηφόρας, πρέπει να ήταν το καλύτερο θέαμα.. αν ήσουν κάπου πιο κάτω. Εμείς όμως είμασταν εκεί, χωμένοι στην ανηφόρα. Κανείς δεν έπεσε πάνω στον άλλο, τουλάχιστον όχι με τρόπο που να χωρά έστω κι ένα βλέμμα πίσω, αλλά στην κορυφή μετρούσαμε ήδη 6 πτώσεις, και 3 λάστιχα, τόσο απλά.

Ένα ήπιο ευπρόσδεκτο αεράκι –ευπρόσδεκτο γιατί δεν ξέραμε καλύτερα- έδινε γκάζι στις ανεμογεννήτριες κάτω από τις οποίες βρισκόμασταν, κι όλοι βοηθούσαν κάποιον ώστε σε πολύ σύντομο διάστημα η ομάδα βρισκόταν ξανά σε πορεία, βγαίνοντας σε ένα εξαιρετικό στροφιλίκι που θα ήθελες να ανεβοκατεβαίνες με superbike, αλλά πιάνουμε το τέλος του για να περάσουμε από την Γέργερη και να πάμε στην Νύβριτο, εκεί που οι οδηγίες έλεγαν να προσέχουμε τα στενά και πως θα χαθούμε, σίγουρα. Όσοι το βρήκαν αλλά και όσοι χάθηκαν, συναντιούνται τελικά στο Ζαρό για ανεφοδιασμό, αναβατών και μοτοσυκλετών, επισκευή ελαστικών, παπουτσιών και ρουχισμού. Ναι εκτός από τα λάστιχα είχαν χαλάσει και σόλες, γιατί η παρέα έχει ορισμένους τρελούς που έχουν έρθει από μακριά!

Υπάρχει TDR που ήρθε οδικώς από την Θεσσαλονίκη, παρέα από την Κέρκυρα, υπάρχουν καινούρια, custom, ανακατασκευασμένα, μηχανάκια που έπρεπε να ανακατασκευαστούν αλλά το παλεύουν όπως έχουν, τα πάντα βλέπεις κι αυτό είναι το μαγικό. Μέχρι το Ζαρό μετράμε 3 χαλασμένα παπούτσια, οι πτώσεις πλησιάζουν τον διψήφιο αριθμό και ήδη κάποιος δεν βρίσκει το φίλο του. Τα «Άγκαθα» περηφανεύονται πως καταπίνουν αναβάτες, πως χάνεται κόσμος… και φέτος αναμενόταν μία καλή σοδειά.

Από τον Ζαρό φεύγουμε νότια για να στρίψουμε δεξιά σε ένα χωματόδρομο. Όχι την πρώτη χωμάτινη διασταύρωση που θα δείτε, αλλά την δεύτερη, κι αμέσως αριστερά για να μπούμε σ’ ένα γραφικό, ήπιο χωματόδρομο, που ακολουθεί την φυσική κοίτη ενός μικρού φαραγγιού και προστατεύει από τον ήλιο. Πρόκειται για το φαράγγι του Απολύχνου, από τον ομώνυμο εγκαταλελειμμένο οικισμό σε υψόμετρο 220μ, μέσα στο φαράγγι. Μετά τα σπίτια υπάρχει πλατεία με πηγές και την Βυζαντινή εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα, όπου γίνεται η συνάντηση με όσους ακολουθούν την ασφάλτινη διαδρομή, για να ξεκινήσουμε και πάλι προς Μοίρες.

Ήδη σε αυτό το σημείο τα «Άγκαθα» έχουν ανοίξει το βιβλίο με τις παράλληλες ιστορίες και γράφουν ασταμάτητα. Γιατί ο κάθε ένας βλέπει άλλα πράγματα. Περίπου 140 μοτοσυκλέτες, που εκεί στην μέση του φαραγγιού ήδη μετράνε απώλειες, έχουν περάσει από έναν ήπιο χωματόδρομο που σε ένα του σημείο είχε σχεδόν κλείσει από πεσμένα βράχια: Άλλα είδαν οι μπροστά κι άλλα οι πίσω. Με εύρος γραμμής πάνω από δύο χιλιόμετρα είναι λογικό.. «ο Κώστας που είναι;» ακούγεται μία φωνή, που καλύπτεται από ένα μπραπ, σε μονοκύλινδρο που πήρε μπροστά: «ασ’ τον φίλε.. ασ’ τον αυτόν πάει τώρα…» κάποιος απαντά με μια σιγουριά που εκείνη την στιγμή δεν αφήνει επιλογές. Φεύγουμε κι ο «Κώστας» μπαίνει στην λίστα με τους αγνοούμενους…

Το κομβόι περνά μέσα από τις Μοίρες, ανασυνταγμένο και για άλλη μία φορά αποτελεί την είδηση της ημέρας καθώς κλείνει τον δρόμο και βγάζει τους πάντες στα μπαλκόνια. Από εκεί στο Τυμπάκι, που σε λίγες μέρες θα δει και την Παγκρήτια Συγκέντρωση Μοτοσυκλετιστών, και θα έχει να λέει πως δεν σταματούν να βλέπουν μοτοσυκλέτες να περνούν…

Το αεράκι συνεχίζει να δροσίζει τους πάντες, όσο περνάμε από τα θερμοκήπια για να φτάσουμε στην Αγ. Γαλήνη. Από εκεί θα χωριστούμε και πάλι σε εκείνους που θα πατήσουν χώμα κι εκείνους που θα πάνε μόνο από άσφαλτο, κι έτσι κατηφορίζουμε προς κάτω παίρνοντας τον δρόμο που κανονικά χρησιμοποιείται μονάχα από τουρίστες που ήρθαν εδώ να βρουν την γαλήνη… καμιά κατοσταριά μοτοσυκλέτες μετά, η γαλήνη επιστρέφει για εκείνους, διακόπτεται για τους δύο που χάθηκαν και ακολουθούν πιο πίσω.. επιστρέφει και ξαναδιακόπτεται για τους δέκα που έφτιαχναν ένα πίσω λάστιχο, κι αυτό συνεχίζεται για τους τουρίστες της μικρής μας παράλληλης ιστορίας μέχρι το σούρουπο..

Στο μεταξύ οι υπόλοιποι με μικτή διαδρομή χώματος και ασφάλτου φτάνουμε στους ξακουστούς αμμόλοφους του Αγ. Παύλου που οι λιγοστοί γυμνιστές αναστατώνονται στην θέα τόσων μοτοσυκλετών πάνω στα βράχια. Ένα σφίξιμο σε ένα τελικό εξάτμισης μίας «τσοπεριάς» που ακολουθούσε σε κανονικό ρυθμό τόση ώρα, ένας γρήγορος απολογισμός σε τούμπες που έχουν φτάσει τουλάχιστον τριάντα τον αριθμό και ορισμένες ακόμη απώλειες από αγνοούμενους, και η ομάδα συνεχίζει προς τα κάτω, στην Τριόπετρα.

Πρέπει να γίνει κατανοητό πως κανείς δεν έμεινε χωρίς βοήθεια, κανείς αγνοούμενος δεν έμεινε στην τύχη του, απλά οι πληροφορίες σε 150 μοτοσυκλέτες που πάνω στα βράχια απλώνονται σε απόσταση χιλιομέτρου, δεν ταξιδεύουν παντού με την ίδια ταχύτητα…

Φανταστείτε τώρα μία ήσυχη παραλία που περνούν δύο-τρία αυτοκίνητα από έναν δρόμο γεμάτο άμμο, δίπλα στις ξαπλώστες... Από εκεί πέρασε το κομβόι! Φτάνοντας οι πρώτες μοτοσυκλέτες, όλοι λιάζονταν και ελάχιστοι κολυμπούσαν. Οι τελευταίοι είδαν την ανάποδη εικόνα, ήταν όλοι μέσα στην θάλασσα… ίσως από τρόμο, ίσως από απλό αίσθημα επιβίωσης έφυγαν όσο πιο μακριά μπορούσαν! Το κομβόι πλέον ανεβοκατεβαίνει τα βραχώδη παράλια που καταλήγουν στις τεράστιες παραλίες της Τριόπετρας και Ξερομηλιάς που τις συναντάμε έρημες και άδειες, πριν ανεβούμε-κατεβούμε για να πιάσουμε τον παραλιακό χωματόδρομο για την Πρέβελη. Αυτό το ανέβα-κατέβα κάποιοι το έκαναν τρεις φορές γιατί χάθηκαν, πήγαν προς τα πίσω και ξανά χάθηκαν στον δρόμο που είχαν έρθει!

Στάση λοιπόν για όλους, χαμένους και μη, στο γεφυράκι και την λίμνη, πάνω από το φαράγγι που καταλήγει δάσος με φοίνικες, κι έπειτα κατευθείαν για τα χωράφια! Εκεί που μπορείς να δεις την παραλία και το ξακουστό δάσος, ευθυγραμμισμένα μπροστά σου, αν πατήσεις χώμα. Τέσσερις πτώσεις κόστισαν στην ομάδα οι σέλφι που βγήκαν εκεί, μεγαλύτερη ζημιά και από τις τέσσερις, ένα πλαστικό σε μία παγκαζιέρα…

Βγαίνουμε στην άσφαλτο για την Μονή Πρεβέλης και λίγο πριν την φτάσουμε ξανά μπαίνουμε στο χώμα, κάνοντας άμεσα τις πτώσεις μετά την στάση δεκατέσσερις, έτσι από την πρώτη στιγμή. Περνάμε του Γιαννιού που οι κάτοικοί του θα το θυμούνται για πολύ καιρό και παίρνουμε το δρόμο για Αμμούδι χάνοντας καμιά δεκαριά συμμετέχοντες που είχαμε βρεθεί μαζί τους στην λίμνη αρκετή ώρα πριν. Από εκεί μας περιμένει η παραλία του Πλακιά και έπειτα της Σούδας, που φαίνονται κοντά αλλά είναι τόσο μακριά…

Έμεινε το τελευταίο κομμάτι χώματος και πριν βρούμε την είσοδο του χωματόδρομου μπαίνουμε στο πάρκινγκ ενός κάμπινγκ που τελείωνε ο δρόμος… Ο ιδιοκτήτης έντρομος φώναζε πως δεν υπάρχει χώρος για όλους και προσπαθώντας να του πουν να μην ανησυχεί, πώς θα μείνουν αλλού, εκείνος άκουσε μόνο πως θα μείνουν… ανέβηκε σε ένα φουσκωτό κι ανοίχτηκε στο πέλαγος.

Η παρέα πρέπει να περάσει 2-3 όρμους ακόμη για να ολοκληρώσει την ημέρα σε μία ταβέρνα που έχει ενημερωθεί να περιμένει με την σούβλα έτοιμη. Είναι η παραλία Περιστέρε όπου ολοκληρώθηκε η απαγωγή του Κράιπε, του διοικητή των Ναζί που τον μετέφεραν μέσα από τα βουνά για να τον παραλάβουν οι σύμμαχοι και να τον στείλουν αιχμάλωτο στην Αίγυπτο κι από εκεί στον Καναδά, με επικεφαλή της επιχείρησης, τον Πάτρικ Λη Φέρμορ, Βρετανό συγγραφέα, λόγιο και φιλέλληνα. Η απαγωγή του Κράιπε στοίχισε την πλήρη καταστροφή των Ανωγείων και την εκτέλεση εκατοντάδων αμάχων.

Σε εμάς η παραλία θα στοίχιζε μία αμμοβολή.

Ο αέρας που φυσά ισιώνει τα κύματα της θάλασσας και απλώνει παχιά στρώση από τζατζίκι στην μούρη των πρώτων που παράγγειλαν και δεν περίμεναν πως τα πιάτα μπορούσαν να πετάξουν. Εδώ γίνονται ανασυγκροτήσεις, μερεμέτια σε μοτοσυκλέτες που το χρειάζονται, τσάμπα αμμοβολή σε ντεπόζιτα που ήθελαν βάψιμο, αλλά και το απαραίτητο μπάνιο στη θάλασσα. Κλείνουν έτσι ορισμένα κεφάλαια που άνοιξαν στη διάρκεια της ημέρας. Κεφάλια όχι, ευτυχώς. Αν κι όλοι ψάχνουν τους τύπους με τις βέσπες, εκφράζοντας μία κάποια επιθυμία για λύσιμο διαφορών, μιας και τους ταπείνωσαν στους χωματόδρομους, έτσι για να μην ξανά τολμήσουν στο MRCG να μιλήσουν για σκούτερ… Τα παπιά είχαν επίσης την τιμητική τους, κερνώντας εκλεκτό τσάι Κεϋλάνης, ενώ το καλύτερο της ημέρας, ήταν πώς έφταναν μοτοσυκλέτες που ήταν βέβαιο πως είχαν εγκαταλείψει. Οι δρόμοι είχαν γίνει συνεργεία και πολύς κόσμος είχε να ευχαριστήσει την ομάδα για την υποστήριξη και για το γεγονός πως κατάφεραν να τερματίσουν την πρώτη μέρα χωρίς αναποδιές.

Το MRCG έχει ανθρώπους που φτιάχνουν τις μοτοσυκλέτες τους μόνοι τους, που τις καστομάρουν, που τις συντηρούν με το υστέρημά τους, και τα «Άγκαθα» είναι μία μεγάλη δοκιμασία για εκείνες, καθώς ξαφνικά γράφουν χιλιόμετρα μέσα στην ζέστη και το λιοπύρι. Το γεγονός πως θα βρεις κάποιον να σε βοηθήσει, που θα το κάνει επίσης με το υστέρημά του, όπως πράγματι έγινε πολλές φορές εκείνη την ημέρα, αυτή η συντροφικότητα, είναι που μαζεύει 150 μοτοσυκλέτες στην άκρη της Κρήτης. Δεν είναι μία συγκέντρωση στο κέντρο της Αθήνας, θέλει κόπο να αφήσεις τα πάντα, να μπεις στο καράβι και να πας στην άκρη της Ελλάδας για να κοιμηθείς στα γαϊδουράγκαθα. Αυτή η συντροφικότητα συνεχίστηκε και το βράδυ: Σαν αγέλη σκύλων, κούρνιασαν όλοι μαζί αγκαλιασμένοι στην ρίζα του βράχου για να προστατευθούν από τον τρελό αέρα..

Μάταιος κόπος, το πρωί ήταν θαμμένοι στην άμμο, τόσο πολύ φυσούσε!

Η δεύτερη μέρα έχει μία εξαιρετική, απίστευτα γραφική διαδρομή μέχρι το Ζαρό, από άσφαλτο που περνά μέσα από χωριά, ξυπνώντας μνήμες σε μαυρομοντυμένες γριές πως οι Γερμανοί ξανά έρχονται.. Λάστιχα, κιβώτια, αλυσίδες και κομμένες ντίζες είναι τα προβλήματα της ημέρας, όπου όλοι τους βοηθιούνται, κανείς δεν εγκαταλείπει ή κανείς δεν μένει πίσω. Στον Ζαρό η ομάδα είναι έτοιμη να πιάσει πάλι το χώμα, μπαίνοντας πρώτα σε ένα διαβολεμένο στροφολίκι που θέλεις να το ανεβοκατέβεις με superbike.. ναι αυτό το ίδιο, για να φτάσει στο Αστεροσκοπείο και να κάνει τον κύριο εκεί που κοιτούσε τις οθόνες του να βλαστημήσει την ημέρα.

Από εκεί η κάθοδος περιλαμβάνει άλλη μία εξαιρετική άσφαλτο, ένα κομμάτι χώματος που έστειλε 40 άτομα στο τρίγωνο των Βερμούδων χωρίς να τους ξανά δει κανείς, και στο τέλος η ιστορία ολοκληρώνεται με τον ιδιοκτήτη της ταβέρνας Αροδαμός, να εξιστορεί πως στους τοίχους έχει τα μοναδικά κειμήλια της οικογένειας του, από την καταστροφή των Ανωγείων από τους Γερμανούς, για εκείνη την αποχώρηση που έγινε στην παραλία που βρισκόμασταν πριν από λίγο…

Το MRCG θέλει να ευχαριστήσει τους:
Νίκος Μάρκας
Γιάννης Παρασύρης
Πίτσος Πίτσου
Ανδρόνικος Χατζηπαράσχος
Μάνος Καραντινάκης
Γιώργος Τσίρος
Κώστας Παπαδάκης

Καθώς δίχως την συνδρομή τους τα 'Αγκαθα" δεν θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν

Ένας μεγάλος, γραφικός κύκλος της νότιας Κρήτης, με κομμάτια που αν δεν πατήσεις χώμα δεν τα εκτιμάς, συμπληρώθηκε έτσι, από την ετερόκλητη παρέα του MRCG. Αν υπήρχαν προβλήματα; Φυσικά και υπήρχαν, και δεν μιλάμε για τις πτώσεις και τις βλάβες, αυτές ήταν ανώδυνες. Έγιναν και οι απαραίτητες συστάσεις σε εκείνους που έκαναν τυφλές προσπεράσεις στο αντίθετο προσπαθώντας κάτι να αποδείξουν… κι αν αυτό το βλέπεις από ανθρώπους που υποτίθεται πως εργάζονται στο χώρο της μοτοσυκλέτας, είναι ακόμα πιο λυπηρό. Η ομάδα έχει τον τρόπο της όμως να κάνει τις συστάσεις και να βάζει τον κόσμο στη θέση του. Το ζήτημα είναι πως σε μία ανοικτή πρόσκληση, όπως στα Άγκαθα, δεν είναι όλοι κομμάτι του πυρήνα της μοτοσυκλέτας, είναι και «ξέμπαρκοι» άνθρωποι που εκστασιάζονται στη θέα μίας αγέλης και νιώθουν άτρωτοι. Σε άλλες συγκεντρώσεις, όπως η Πανελλήνια ή σε «βόλτες» όπως αυτές που συχνά ανακοινώνονται, αυτή η νοοτροπία καταλήγει σε θύματα και σοβαρά τροχαία. Στο MRCG αυτό ευτυχώς δεν έγινε και περιορίστηκε σε δύο περιστατικά αφαίρεσης χρημάτων. Είναι όμως σε τέτοιες στιγμές που η ομάδα συσπειρώνεται, συντρίβει τα κακώς κείμενα και βγαίνει και κερδισμένη, καθώς μέλη που δεν ήρθαν, μέλη από τελείως διαφορετικά σημεία της χώρας, αποκατέστησαν την ζημιά συνεισφέροντας. Το MRCG έχει πλούσια φιλανθρωπική δράση, φτάνοντας στο σημείο να προσελκύσει αρκετές φορές το ενδιαφέρον των παραδοσιακών μέσων μαζικής ενημέρωσης, ακριβώς για αυτή την ανιδιοτελή του προσφορά, και στην σκέψη πως κάποιος μπορεί να την αμαυρώσει, συσπειρώθηκε σβήνοντας τα κακώς κείμενα. Είναι άλλωστε αδύνατο να μην εισχωρήσουν τέτοιοι άνθρωποι σε μία ανοικτή ομάδα. Η μόνη λύση είναι αυτή, να τους περιθωριοποιείς αμέσως μόλις εμφανίζονται!

Του χρόνου λοιπόν, ήδη από τώρα, τα «Άγκαθα» ετοιμάζονται για πρώτη φορά να μην κατέβουν νότια.. το που είναι η έκπληξη, άλλωστε… θα υπάρχει ΡόαντΜπουκ!

φωτογραφίες: Κυριάκος Νικολαδός

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες:

 

 

 

 

Η ΡΟΠΗ ΤΩΝ ΑΜΝΩΝ*

*όταν αφήσαμε τον Λάζαρο "Λύκο" Αλεξάκη να μεγαλουργήσει...
Από το

Στόμα του Λύκου

14/7/2017

 

 

 

 

H Ροπή των Αμνών - ΕΤΣΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΠΟΣ

Το σενάριο του φωτορομάντζου υπήρχε στο συρτάρι μου για πάνω από 5 χρόνια. Ψάχνω πάντα για κάτι καινούριο και τα μόνα πλέον σχέδια μου που δεν είχαν υλοποιηθεί μέχρι τώρα ήταν αυτό και η κατάβαση λόφου με BMW1200GS σε κόντρα με θερμοσίφωνα.

Τα μυστικά της επιτυχίας μου ήταν ήδη γνωστά. Τρέλα, πάθος και μηδενική οργάνωση. Όποτε υιοθετώ αυτή τη μέθοδο είτε πετυχαίνω απόλυτα το στόχο μου είτε μου συμβαίνουν φοβερά ενδιαφέροντα πράγματα. Η ευκαιρία θα μου δινόταν στην μοτοσυγκέντρωση που κάνουμε κάθε πρώτο Σ/Κ του Αυγούστου, τα ‘Καλά Κοπέλια’. Εκεί στο κάμπινγκ θα γυριζόταν λοιπόν το έπος μου.

Ήξερα ότι ήθελα επαγγελματίες ηθοποιούς με περγαμηνές στο χώρο. Όμως ο Ντε Νίρο ήταν αδύνατον να βρεθεί στο τηλέφωνο (δεν αστειεύομαι, προσπαθήστε το) όπως και ο Πατσίνο, ο Ντεπ και ο Μάρκος Λεζές. Έτσι αναγκαστικά στράφηκα στο επίλεκτο τημ που είδατε.

Φυσικά υπήρχαν κάποιες διαφωνίες από όσους δεν επιλέχθηκαν, οι οποίες κινήθηκαν σε ήπια επίπεδα τύπου ‘ναι μωρέ πάρε τον καραγκιόζη τον ατάλαντο αααααε ρε από κει ρε’ μέχρι ένα τύπο με TDM που δεν ήξερα και που με κυνηγούσε και μου ψιθύριζε ύπουλα ‘φίλος εγώ στο σχολείο είχαμε παίξει ένα σκετς και είχα κάνει τον τσέλιγκας και είχα τρομερή επιτυχία, ρώτα και τη μάνα μου’. Είχα πάρει όμως τις αποφάσεις μου. Τις οποίες τις μετάνιωσα στα επόμενα 10 λεπτά. Γιατί με το που ανέθετες σε κάποιον ρόλο μεταμορφωνόταν αυτόματα από σκληροτράχηλο μοτοσυκλετιστή σε πριμαντόνα. Εκτός από τον Βαγγέλη τον Παπά που απλά έμεινε πριμαντόνα.

Τον έβλεπα να πηγαίνει πάνω κάτω ενώ περιμέναμε όλοι στο λιοπύρι γιατί "έπρεπε να προετοιμαστεί". Πότε πότε πετούσε κι ένα υστερικό "ΕΓΩ δε μπορώ να δουλέψω έτσι". Ο Jorge Bonevilla ο οποίος σε χρόνο dt είχε πάρει ρόλο βοηθού σκηνοθέτη, location manager, υπεύθυνου ροής και 5-6 άλλα που δεν ήξερα ούτε σα τίτλους πήγαινε πάνω κάτω κραδαίνοντας το σενάριο και φώναζε αδιακρίτως. Ο Χρήστος έψαχνε τη φωτογραφική. Ο Στάικος πήγαινε πάνω κάτω κάνοντας κάτι τρομακτικές γκριμάτσες που νόμιζα ότι ήταν για προπόνηση αλλά ήταν το φυσικό του. Εκεί το επίπεδο έπεσε τρομακτικά και λυπάμαι που το λέω. Ακούστηκαν πράγματα που δεν ταιριάζουν σε καλλιτέχνες τέτοιους βεληνεκούς όπως "ακόμα ψάχνει τις κάλτσες ο μαλάκας; Ηλίαση έχω πάθει" μέχρι "άμα παίζει όπως οδηγεί βλέπω να στουκάρει στο δέντρο πάνω που θα πει την ατάκα". Ένιωσα μια απέραντη βαθιά ποιητική θλίψη και μετά τους άρχισα στα μπινελίκια, κάτι που αποδείχτηκε πολύ πιο γόνιμο απ’ την θλίψη και το κρατάω για τις επόμενες παραγωγές.

Πρέπει να πήρε τουλάχιστον μισή ώρα να βγάλουμε την πρώτη φωτογραφία. Όχι ότι μετά βελτιώθηκαν οι χρόνοι.

Στο μεταξύ χρειαζόμαστε όχι μόνο πράγματα απ’ το κάμπινγκ – όπως σουρωτήρι για μακαρόνια και πιατάκια φέτα - αλλά και να χρησιμοποιήσουμε χώρους όπως το μπαρ ή το mini-mini-market. Βρήκα την ιδιοκτήτρια του camping. Βρέθηκα να ακούω τον εαυτό μου, σαν να έχω εξωσωματική εμπειρία, να της εξηγεί ότι κάνουμε ένα "έργο" (για να αποφύγω τη λέξη φωτορομάντζο) και ότι θα δημοσιευθεί "στα περιοδικά". Πίσω μου στεκόταν ο Σταφυλάκης και την κοίταζε με κείνο το ύφος που έχει όταν του χαλάσει το Τράιομφ. Η ιδιοκτήτρια ενθουσιάστηκε, μου είπε μάλιστα να το βάλουμε και στο σάιτ του κάμπινγκ. Ίσως δεν έπρεπε να της έχω πει για διεθνή παραγωγή και ότι συζητάμε για αμερικάνικη σειρά με τοπικό χρώμα της πατρίδας μας. Όπως και να χει, μετά που γυρίσαμε τη σκηνή της κόντρας στην οποία αλαλάζαμε σαν τους τρελούς -"σκίστονα Γιώργο, σκίστονα"- δεν μου ξαναμίλησε κι όποτε μ’ έβλεπε έψαχνε κάτι τηλέφωνα.

Κι όμως, από κει και πέρα όλα έγιναν εύκολα. Κι αυτό γιατί έκανα ότι έπρεπε να έχω κάνει απ’ την αρχή: Να αποθρασυνθώ τελείως. Έμπαινα στους κοινόχρηστους χώρους του κάμπινγκ και έλεγα με στεντόρεια φωνή "παρακαλώ ΕΞΩ όλοι κάνουμε Τέχνη".

Δεν έχετε ιδέα ΠΟΣΟ πιάνει αυτό σε όλους, εκτός από μια χοντρή στο μπαρ που ήταν αλλοδαπή, Ρωσίδα κάτι και δεν χαμπάριαζε, δεν πα να φώναζα εγώ, πήγαινε πάνω κάτω κουβαλώντας τέσσερις παλέτες Αμίτα στο κάθε χέρι και με είχε γραμμένο. Είχα ήδη ζητήσει και είχα πάρει βερεσέ ένα πιατάκι φέτα που χρειαζόμαστε για το γύρισμα και με στραβοκοίταζε οπότε η ιδέα που είχα να πω ότι θέλουμε και 12 τοστ για να τονίσουμε τον υλισμό και την κατανάλωση που διακατέχει το σύγχρονο άνθρωπο ξεχάστηκε γρήγορα.

"παρακαλώ ΕΞΩ όλοι κάνουμε Τέχνη".

Υπήρχαν βέβαια και άλλες σκηνές για τις οποίες υπήρξε έντονος προβληματισμός. Στην κόντρα για παράδειγμα ήθελα να χρησιμοποιήσω old school μοτοσυκλέτες. Η μια απ’ αυτές ήταν το εκπληκτικό 750Κ του Χρήστου του Κωστάκη που όμως δεν θα το οδηγούσε ο ίδιος αλλά ο Βαγγέλης. Ο οποίος έχει ένα 675 Triple και σε ότι ανέβει του φέρεται σα να είναι το Triple γιατί το παιδί αυτό ξέρει, αυτό κάνει. Το 750Κ είναι τόσο κοντά στο Triple σε συμπεριφορά όσο και ο Βαγγέλης στον Rossi.

Ο Χρήστος είχε γίνει κίτρινος κι όταν τον ρωτούσα αν θέλει να ανέβει αυτός στο 750Κ για τη σκηνή και να ντουμπλάρουμε το Βαγγέλη με κοίταζε κατακίτρινος κι έλεγε ένα ξέψυχο "όοοχι… δεν πειράζει… δε…".

Όταν δε έκανε ο Βαγγέλης αναστροφή το 750 και τού ‘πεσε στη μια παντόφλα και έκανε ένα "χαχα τι ν’ αυτό ρε, πόσους τόνους είναι;" είπα ότι θα τον χάναμε το Χρήστο, πρέπει να τού ‘χε πάει η πίεση 4. Η μεγάλη.

Η κόντρα υποτίθεται θα ήταν εικονική. Δεν είναι ρεαλισμός να πατήσεις το φωτογράφο φωνάζοντας "ωωωαααααα φρένα ρεεεεεεεε". Αλλά, τα πάντα για την τέχνη.

Ένα άλλο θέμα ήταν το να βρούμε δωμάτιο για τα εσωτερικά γυρίσματα. Είχαμε κανονίσει να μας δώσει το δικό του ο φίλος μου ο Γιαννούλης αλλά κάπου τον είχε αφήσει μάλλον πάλι το 1098 και δεν ερχόταν. Μόνη λύση το δωμάτιο του Χρήστου. Απ’ το οποίο ξεσπιτώσαμε το Χρήστο, την Πόπη και τα δυο παιδιά τους. Έπρεπε να εξηγήσουμε σε ένα μικρό κοριτσάκι ότι ένας κύριος θα ξαπλώσει στο κρεβάτι του για να κάνουμε Τέχνη και για την επόμενη μισή ώρα έβλεπε τον Barbacool να παίρνει εκφράσεις που θα πάγωναν το αίμα του Δράκουλα. Είμαι σίγουρος ότι όλη η οικογένεια κοιμήθηκε σε sleeping bag εκείνο το βράδυ μέχρι να θειαφίσουν το δωμάτιο.

Ένα επίσης τεράστιο πρόβλημα ήταν το πρόβατο. Μεγαλύτερο απ’ ότι περίμενα. Άρχισα να πλησιάζω άγνωστο κόσμο και να τον ρωτάω αν ξέρει που θα βρούμε ένα πρόβατο, κι ότι δε θα το πειράξουμε, θέλουμε μόνο "να το πάρουμε αγκαλιά" για να βγάλουμε "κάτι φωτογραφίες". Μετά από λίγο άρχισα να συνειδητοποιώ κυρίως απ’ τα βλέμματα που μου έριχναν ότι αυτό ακουγόταν από λίγο ύποπτο έως απελπιστικά διεστραμμένο.

Κάποιος μου εξήγησε με ήρεμη φωνή αλλά κοιτώντας με ανήσυχα ότι όλα τα πρόβατα που βλέπουμε στην πλάση, δεν είναι απλά πρόβατα αλλά ανήκουν σε κάποιους. Οι κάποιοι είναι μερικές φορές δίμετροι και με καραμπίνες και πιθανόν να παρεξηγήσουν τις αγνές προθέσεις κάποιου που παίρνει αγκαλιά τα πρόβατα και πιθανόν ο κάποιος που τα παίρνει αγκαλιά να βρεθεί σε καμιά ρεματιά μετά από κανένα εξάμηνο αν τον βρει ο κάποιος που έχει τα πρόβατα.

Ένα επίσης τεράστιο πρόβλημα ήταν το πρόβατο. Άρχισα να πλησιάζω άγνωστο κόσμο και να τον ρωτάω αν ξέρει που θα βρούμε ένα πρόβατο, κι ότι δε θα το πειράξουμε, θέλουμε μόνο "να το πάρουμε αγκαλιά" για να βγάλουμε "κάτι φωτογραφίες". 

Δε μας πτόησε. Πήραμε τα μηχανάκια, το φωτογράφο, και βγήκαμε να γυρεύουμε πρόβατα. Βρήκαμε κάτι κατσίκια. Περιφραγμένα. Ο Βαγγέλης δεν έβρισκε κάποια κατσίκα που να του "βγάζει κάτι". Το πρόβλημα μου ήταν περισσότερο το συρματόπλεγμα και λιγότερο ο Βαγγέλης. Για λίγα δευτερόλεπτα ομολογώ ότι όπως κοίταζαν οι κατσίκες το Βαγγέλη υπήρξε ένας ζωώδης μαγνητισμός, αλλά χάθηκε μόλις σκέφτηκα αυτό με την καραμπίνα που μου είχε πει ο άλλος. Ο Σταφυλάκης ήταν politically correct: "Να ρωτήσουμε το βοσκό".

Σκέφτηκα για ελάχιστα δευτερόλεπτα το να βρω τον βοσκό και να τον ρωτήσω αν μας δίνει ένα πρόβατο για να το πάρουμε αγκαλιά και να βγούμε καλλιτεχνικές φωτογραφίες και τι αντίκτυπο πιθανόν να έχει αυτό. Δεν μου φαινόταν ό,τι καλύτερο σαν στρατηγική. Αντιλήφθηκα ότι είναι πολύ εύκολο να βρεις ψητό πρόβατο, ζωντανό είναι αρκετά πιο δύσκολο. Επίσης τα πρόβατα που βρήκαμε δεν είχαν αυτό το φευγαλέο κάτι από Σοφία Λόρεν ή έστω Σίντυ Κρώφορντ που έψαχνα.

Γενικά ήταν μια ανεπανάληπτη εμπειρία. Θα το ξανάκανα με χίλια, κρατώντας πάντα αυτή την τίμια λαϊκιά ματιά αλλά δοκιμάζοντας και νέα πράγματα, να βάζω π.χ. ένα καρέ τέσσερις φορές για να το φέρω πιο πολύ προς τον Αγγελόπουλο ή να το κάνω manga και να διαβάζεται ανάποδα αλλά έχουμε καιρό. Ελπίζω να το απολαύσετε στην ανάγνωση όσο κι εμείς που το φτιάξαμε.

Γιατί δεν είναι μόνο δική μου η προσπάθεια, αλλά όλων των παιδιών. Είμαστε μια καλή παρέα κι αυτό πιστεύω φαίνεται στο αποτέλεσμα, βγαίνει στον κόσμο, γι αυτό έχουμε και τόση επιτυχία. Και θέλω να ευχαριστήσω όλους τους συντελεστές, το Σταφυλάκη το Γιώργο, τον Βαγγέλη τον Παπά, τον Χρήστο τον Παπαδάκη, τη Δήμητρα τη Μίζα, τον Στάικο τον Ρομπόλα, τον Χρήστο τον Κωστάκη, την Ρωσίδα τη Μπαργούμαν, την Πυροσβεστική, την Αστυνομία Πόλεων, τους καφετζήδες που δούλεψαν τόσο σκληρά, και μια θεία μου που είχε φτιάξει μια ωραία τυρόπιτα κουρού. Τέλος το Έργο αυτό είναι αφιερωμένο σε όλες τις Αφρούλες του κόσμου που το μόνο που χρειάζονται είναι μια ζεστή αγκαλιά. Ευχαριστώ σεμνά την Ακαδημία.

 

H γνώμη της Zουάντα:

"Ευχαριστώ την οικογένεια μου για την υποστήριξη, αν και θα ήμουν το ίδιο υπέροχη και χωρίς αυτούς! (είχα πιει, δεν ήξερα τι έκανα)".

Η γνώμη του Δον Αλβαράντο:

Μέσα στις προετοιμασίες για τη μοτο-συγκέντρωση που οργανώνουν κάθε χρόνο τα «Καλά Κοπέλια» αλλά και την κάθοδο των Μοτο-Ρεμαλιών στην Κρήτη για να συμ-μετάσχουμε και εμείς στο όλο χάπενινγκ, διαβάζω για την ιδέα του φωτορομάντσου του Λύκου!!

Στην αρχή νόμισα ότι ήταν ένα ευφυέστατο αστείο, μια ακόμη τρέλα του Λύκου, στο πλαίσιο όλων αυτών των παλαβών καταστάσεων που ταλανίζουν το μυαλό του και μας κρατούν σε εγρήγορση κάθε μήνα στο ΜΟΤΟ, αλλά όταν φίλοι μοτοσυκλετιστές δήλωναν συμμετοχή στο καστ δήλωσα κι εγώ την υποψηφιότητά μου!! Ο Λύκος -παρ’ όλο που δεν με ήξερε δια ζώσης- αμέσως μου ανέθεσε το ρόλο του πατέρα «Δον Αλβαράδο» που νομίζω μου ταίριαξε γάντι...

Εξοπλισμένος με ένα πλατύγυρο καπέλο και ένα γιλέκο που ταίριαζαν στο ρόλο ενός γαιοκτήμονα, κατέβηκα στο Νησί... (Σημ.: Ξέχασα να φορέσω και το πορτοκαλί φουλάρι!!)

Η μέρα των γυρισμάτων πρέπει να ήταν επίπονη μέχρι να καταφέρουν να κινητοποιήσουν τον κόσμο που ήθελαν και να βρουν τις τοποθεσίες που ταίριαζαν. Ομολογώ, πως πρέπει να τρόμαξα λίγο τον σεναριογράφο και ιθύνοντα νου του όλου εγχειρήματος, καθώς όλη τη μέρα –εξαφανισμένος- γύρναγα με τις μοτοσυκλέτες μαζί με τα Μοτο-Ρεμάλια τα χωριά της περιοχής πίνοντας ρακί και μιλώντας με ντόπιους!!

Κατά το απόγευμα, όταν πια γυρίζονταν οι δικές μου σκηνές συνειδητοποίησα το μεγαλείο του εγχειρήματος, ένα φωτορομάντσο υπερπαραγωγή!!

Χάρηκα τη συνεργασία των συντελεστών, πέρασα απίθανα με τους άλλους «ηθοποιούς» δημιουργώντας όμορφες φιλίες και κυριολεκτικά είδα μπροστά μου να ξετυλίγονται σκηνές κόντρας βγαλμένες μέσα από τη σειρά κόμικ «Joe Bar Team»!!  αλλά με ηθοποιούς αυτή τη φορά, όχι σκίτσα!!

Ελπίζω να το ευχαριστηθούν κι άλλοι όσο το χαρήκαμε κι εμείς!! Το τρελό πάρτι που ακολούθησε το ίδιο βράδυ, σίγουρα άντλησε ενέργεια και από τα γυρίσματα αλλά και την επιτυχή ολοκλήρωση του φωτορομάντσου.

Πάντα υμέτερος,
Δον Αλβαράδο