Ariel Ace 1200 V4

Σοβαρή διασκέδαση
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

16/8/2017

Triumph, Norton, Metisse, Hesketh, Brough Superior και τώρα η Ariel. Η αναβίωση των βρετανικών μοτοσυκλετιστικών εταιρειών του χθες συνεχίζεται, με ένα ακόμη μοντέλο να φέρει το λογότυπο μιας ιστορικής –made in England- φίρμας, με τη μορφή του άρτι αποκαλυφθέντος Ariel Ace 1200 V4

 

Στην πραγματικότητα όμως, η Ariel είχε κάνει την επιστροφή της πριν από 15 χρόνια με το ντεμπούτο του Ariel Atom το 1999, ένα διθέσιο αγωνιστικό αυτοκίνητο που θεωρήθηκε σημείο αναφοράς για την επιτάχυνση και την συμπεριφορά του ανάμεσα σε οτιδήποτε διαθέτει τέσσερις τροχούς. Μέχρι στιγμής, 1800 φανατικοί και ικανοποιημένοι πελάτες έγιναν ιδιοκτήτες του, με τον καθένα τους να διαθέτει ένα μοναδικό, κατά παραγγελία φτιαγμένο, αυτοκίνητο που όμοιό του δεν υπάρχει στον κόσμο. Ο ειδικός επί των μοτοσυκλετών και αυτοκινήτων, Jay Leno, λέει ότι είναι το αγαπημένο του όχημα μέσα από το τεράστιο γκαράζ του κι αυτά είναι τα καλύτερα εύσημα που μπορούν να αποκομίσουν οι 19 εργαζόμενοι της Ariel Motor Co. στο Crewkwerne, με ιδιοκτήτη τον Simon Saunders. Με την παγκόσμια επιτυχία του Atom, η Ariel έχει ένα εξασφαλισμένο μέλλον, αν και η συνολική παραγωγή είναι μόλις 100 αυτοκίνητα το χρόνο, ένα γεγονός που συντηρεί την ιδιαιτερότητα και την αξία σε πολύ υψηλό επίπεδο.

Ο εξηντάχρονος Saunder, είναι ένας πρώην σχεδιαστής των GM, Porsche και Aston Martin με ακαδημαϊκή καριέρα και πάθος για τις μοτοσυκλέτες, όπως μαρτυρά και το πλάνο του για την απόκτηση του ονόματος της Ariel πριν από 15 χρόνια με σκοπό να το βάλει πάνω στο αυτοκίνητο που κατασκεύασε ένας φοιτητής του στο πανεπιστήμιο του Coventry και να το λανσάρει στην αγορά. "Το σχέδιό μου ήταν πάντοτε το να εξελίξω μια μοτοσυκλέτα Ariel", λέει ο Saunders. "Το Atom ήταν ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, για να δημιουργηθούν τα κέρδη και οι βιομηχανικές σχέσεις ώστε να επιτευχθεί ο στόχος." Ο πιο σημαντικός δεσμός που αναπτύχθηκε ήταν αυτός με την Honda, η οποία προμήθευσε την εταιρεία με τον κινητήρα του Civic Type R για το Atom. Γι' αυτό η καινούργια μοτοσυκλέτα Ace της Ariel χρησιμοποιεί τον V4-76° κινητήρα με διαστάσεις 81x60mm από το Honda VFR1200F, με απόδοση 173 ίππων στις 10.000 στροφές. Αυτή η κίνηση είναι αντίθετη με την συνήθη πολιτική του ιαπωνικού γίγαντα να μην προμηθεύει με κινητήρες άλλους κατασκευαστές, γεγονός που μαρτυρά τον σεβασμό απέναντι στην Ariel. "Νομίζω ότι το γεγονός πως το Atom είναι ένα ακραίο προϊόν που ποτέ δεν θα έφτιαχνε η Honda, που αποδείχθηκε όμως πολύ επιτυχημένο με τον κινητήρα της, είναι αυτό που τους έπεισε να μας προμηθεύσουν κινητήρες για το Ace", λέει ο Saunders.

Με γνώμονα την μοναδικότητα

Έτσι, η Ariel Motor Company ανακοίνωσε την παρουσίαση της νέας Ace στο φεστιβάλ του Goodwood και μου ζήτησε να την οδηγήσω για λογαριασμό τους στην διαδρομή του Lord March για το ετήσιο πάρτι. Πριν όμως από αυτή τη διαδρομή του 1,6 χιλιομέτρου μπροστά σε 180.000 θεατές, είχα ήδη επισκεφθεί το εργοστάσιο όντας ο πρώτος εκτός εταιρείας που οδήγησε το πρωτότυπο Ace σε πραγματικές συνθήκες, συμβάλλοντας με τις παρατηρήσεις μου στο πρόγραμμα του R&D, με το περίεργο πλαίσιο και το girder πιρούνι καμουφλαρισμένα από τα περίεργα βλέμματα.

To Ace είναι η πρώτη νέα μοτοσυκλέτα της Ariel τα τελευταία 50 χρόνια, συνεχίζοντας μια ιστορία γεμάτη με καινοτομίες που ξεκίνησε το 1870 και περιλαμβάνει ριζοσπαστικά ποδήλατα, ένα V8 GP αυτοκίνητο και το πατεντάρισμα των ακτινωτών τροχών (ναι, είναι αλήθεια, η Ariel "εφέυρε" τον τροχό!). Τον τελευταίο αιώνα, η Ariel ήταν γνωστή για τις πρωτοποριακές μοτοσυκλέτες της όπως το τετρακύλινδρο Ariel Square-5 με 500, 600 και τελικά 1.000 κυβικά, τον πανάλαφρο, μονοκύλινδρο κινητήρα HP5 με τον οποίο ο Sammy Miller Κυριάρχησε στα Trial για πάνω από μια δεκαετία, και τα δίχρονα Arrow και Leader με τα πρεσαριστά, ατσάλινα πλαίσια. Το νέο Ace ενισχύει την παράδοση της Ariel στο σχεδιασμό μοτοσυκλετών εκτός της πεπατημένης και ο Saunders σκοπεύει να φτιάξει 100 μονάδες το χρόνο με τιμή που θα ξεκινά από τις 20.000 λίρες (27.215 ευρώ).

Όπως όμως συμβαίνει και με το Atom, χάρη στο μοναδικό σύστημα παραγγελιών που δεν το συναντάμε πουθενά αλλού σε μοτοσυκλέτες παραγωγής και που επιτρέπει σε κάθε μοτοσυκλέτα να κατασκευάζεται ακριβώς όπως τη θέλει ο ιδιοκτήτης της, καμία Ace δεν θα είναι ίδια με μια άλλη. Αυτό θα επιτρέψει στην Ariel να προσφέρει την Ace σε διάφορες εκδόσεις, από χαμηλό cruiser, μέχρι streetfighter, roadster και sport –όλες με το ίδιο πλαίσιο και κινητήρα, αλλά με ξεχωριστά χαρακτηριστικά μέσω μιας μακράς λίστας επιλογών. Μέσα εκεί περιλαμβάνονται το μοντέρνο girder πιρούνι της Ariel ή το συμβατικό πιρούνι της Ohlins, η διαφορετική τοποθέτηση των ρυθμιζόμενων μαρσπιέ και μανετών, συν οι διαφορετικές σέλες –με ή χωρίς σέλα συνεπιβάτη- που προσφέρουν και διαφορετικό ύψος. Θα υπάρχει μια μεγάλη γκάμα επιλογών για το τιμόνι, το σχήμα και το μέγεθος του ρεζερβουάρ, τους τροχούς, την εξάτμιση και το κοστούμι, καθώς και για τα χρώματα, τα τελειώματα και τα υλικά, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται πως κάθε μοτοσυκλέτα Ace θα είναι μοναδική, κομμένη και ραμμένη στα γούστα του εκάστοτε πελάτη. "Οι μοτοσυκλετιστές διακατέχονται από αληθινό πάθος για τις μοτοσυκλέτες τους", λέει ο Simon Saunders. "Θέλουν να είναι ξεχωριστές και να είναι η δική τους μοτοσυκλέτα κι όχι απλώς μια ακόμη που μοιάζει με εκατοντάδες ή χιλιάδες άλλες. Η συνήθης διαδικασία είναι να αγοράσεις μια στάνταρ μοτοσυκλέτα και μετά να προσθέσεις διάφορα εξαρτήματα για να την μεταμορφώσεις σε αυτό που θέλεις να είναι. Με την Ace, όμως, η μοναδικότητα συμπεριλαμβάνεται στην παραγωγή της και η κάθε μία θα είναι ξεχωριστή όπως ο ιδιοκτήτης της."

Για τον πραγματικό κόσμο

Στον σχεδιασμό της Ace ο Saunders αποφάσισε, σε ό,τι αφορά την απόδοση, να απευθύνεται στον μέσο αναβάτη, αντί στους κατέχοντες μεγάλη εμπειρία όπως συμβαίνει με το κοινό του Atom. "Εξετάσαμε το ενδεχόμενο να φτιάχναμε ένα ξεχωριστό, πανάλαφρο superbike, αλλά αυτά που ήδη υπάρχουν απέχουν παρασάγγες από τις ικανότητες των περισσότερων αναβατών, οπότε πήραμε την απόφαση να κατασκευάσουμε μια πραγματικά γρήγορη μοτοσυκλέτα δρόμου αντί για ένα εργαλείο για τα track days, που θα είναι εύκολη στην οδήγηση και εντός των δυνατοτήτων της πλειοψηφίας των αναβατών", μας είπε. "Το ρητό μας είναι Σοβαρή Διασκέδαση και αυτές οι δύο λέξεις περιλαμβάνουν ακριβώς αυτό που είναι η Ace." Αυτό συνεπάγεται ότι το Ariel V4 προσφέρει άνεση και απόδοση ικανή για τις πραγματικές συνθήκες, γι' αυτό και ανακοινώνονται επιδόσεις της τάξης 265 χιλιομέτρων την ώρα για την τελική ταχύτητα και 3,4 δευτερόλεπτα για τα 0-100km/h. Ενώ διατηρήθηκε το πακέτο του ψεκασμού PGM-FI της Honda, η χαρτογράφηση έγινε με τις προδιαγραφές της Ariel, αν και η συνολική απόδοση είναι παρόμοια με του Honda VFR1200F στους 173 ίππους στις 10.000 και με 13,3 χιλιογραμμόμετρα στις 8.750 στροφές. Το traction control και το συνδυασμένο ABS της Nissin που έχει το Honda, συμπληρώνουν το πακέτο των ηλεκτρονικών βοηθημάτων.

Ένας σημαντικός παράγοντας στον αντίκτυπο που δημιουργεί η Ace είναι ο υπέροχος, ξεχωριστός ήχος του V4 που απελευθερώνουν τα διάφορα συστήματα των εξατμίσεων που προσφέρει η Ariel ως επιλογή στους πελάτες της, κάνοντας το Ace εξίσου μοναδικό στο άκουσμα όσο και στην εμφάνιση. Πατώντας τον διακόπτη της μίζας απελευθερώνεται ένα υπέροχο, άρρυθμο μπουμπουνητό από τον V4 κινητήρα, που ποτέ δεν ακούστηκε τόσο επιθετικό ή θυμωμένο σε κάποιο Honda. Προφανώς περνάει τις προδιαγραφές ήχου στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως λέει ο Saunders, κάτι που είναι θετικό για όσους έχουν ευαίσθητο μηχανολογικά αυτί –μπαίνεις στον πειρασμό να κατεβάσεις μια ή δύο σχέσεις μόνο και μόνο για να ακούσεις τον ήχο. Είναι συναρπαστικός.

Όλα τα χιλιόμετρα που έκανα με το πρωτότυπο Ace ήταν πάνω στη σέλα μιας έκδοσης Cruiser με το girder πιρούνι, το οποίο είναι φτιαγμένο από αλουμινένια κομμάτια. Χάρη, εν μέρει, στο γεγονός ότι την συμπίεση την αναλαμβάνει ένα ειδικά εξελιγμένο αμορτισέρ TTX της Ohlins, η συγκεκριμένη ανάρτηση δείχνει ότι έχει καλύτερη λειτουργία ακόμη και από κάποιο ακριβό, τηλεσκοπικό πιρούνι της σουηδικής εταιρείας, κυρίως λόγω των μειωμένων στατικών τριβών στους πάνω και κάτω βραχίονες. Δεν είναι σύμπτωση ότι ο John Britten είχε επιλέξει ένα παρόμοιο σχεδιασμό για το αγωνιστικό V-1000, ενώ και στην πράξη η οδήγηση του Ariel Ace θυμίζει πολύ το Britten. Υπάρχει η ίδια αίσθηση ότι κρατάς τον μπροστινό άξονα στα χέρια σου, έτσι ώστε λαμβάνεις μια ξεκάθαρη και απόλυτη πληροφόρηση από το μπροστινό Dunlop D218. Μάλιστα, έχεις και την μοναδική οπτική να βλέπεις το πάνω μέρος του girder να ανεβοκατεβαίνει καθώς περνάς πάνω από σαμαράκια με το Ariel, όχι μόνο για να σου θυμίσει σου ότι οδηγείς μια μοναδική μοτοσυκλέτα, αλλά και ως μια επιπλέον επιβεβαίωση για το πόσο καλά απορροφά η ανάρτηση τις ανωμαλίες χωρίς καν να το αντιλαμβάνεσαι.

Πάντως, η πίσω ανάρτηση της Ace ήταν λιγότερο αποτελεσματική στο πρωτότυπο που οδήγησα, το οποίο όπως όλες οι εκδόσεις χρησιμοποιούσε το στιβαρό μονόμπρατσο ψαλίδι με μοχλισμό τύπου Pro Link, σε συνδυασμό με το αμορτισέρ της Showa που "φορά" το VFR1200F. Το ειδικά εξελιγμένο για την Ariel Ohlins TTX36 δεν είχε φτάσει ακόμη στο εργοστάσιο όταν το οδήγησα αλλά κρίνεται απολύτως απαραίτητο λόγω των 38 λιγότερων κιλών που ζυγίζει το Ace (229kg πλήρες υγρών, χωρίς καύσιμο) σε σχέση με το Honda. Αυτό σημαίνει ότι το Showa ήταν πολύ σκληρό για το Ace, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ταλαντώσεις και αναπηδήσεις του πίσω τροχού σε οριακές καταστάσεις πάνω από μερικά πολύ άσχημα σαμαράκια στους δρόμους γύρω από το εργοστάσιο της Ariel, κάτι που Ohlins θα το έλυνε οριστικά. Η εξαιρετική πρόσφυση από τα ελαστικά της Dunlop έφερε επίσης στην επιφάνεια τα θέματα με την απόσταση από το έδαφος, με τα πολύ χαμηλά τοποθετημένα και μακριά μαρσπιέ, τα οποία πρέπει να μικρύνουν σε μήκος και να τοποθετηθούν ψηλότερα, ακόμη και στην έκδοση Cruiser. Το ότι το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό μπορεί να αλλάξει με εκατομμύρια διαφορετικές θέσεις, αποτελεί κι αυτό μια λύση. Επίσης, η αφράτη σέλα ήταν απίστευτα φιλόξενη και η όρθια θέση οδήγησης, χάρη στο ίσιο και πλατύ τιμόνι που εδράζεται σε καβαλέτα στην κορυφή του επάνω μέρους της ανάρτησης, ήταν απόλυτα χαλαρωτική.

H Ariel επέλεξε να κάνε τα πράγματα διαφορετικά επιστρέφοντας στην αγορά με μια ολοκληρωτικά ριζοσπαστική και μοντέρνα εναλλακτική

Ξεχειλίζει από ποιότητα

Πράγματι, η συνολική συμπεριφορά του Ariel Ace χαρακτηρίζεται από μια ευελιξία και μια σβελτάδα μεγαλύτερη απ' ό,τι περίμενα από μια μοτοσυκλέτα με μεταξόνιο 1.563 εκατοστών. Εν μέρει, αυτό οφείλεται στην γεωμετρία, αλλά το υπόλοιπο το χρωστάει στην αρχιτεκτονική της που συγκεντρώνει τις μάζες χωρίς να μεγαλώνει το πλάτος, χάρη στον V4 κινητήρα. Πραγματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το νέο Ariel είναι η "μυώδης" μοτοσυκλέτα στην οποία παρακαλούσε αυτός ο δυνατός κινητήρας να φορεθεί για πολλά χρόνια. Ένα πακέτο που επιτρέπει στις αδιαμφισβήτητες επιδόσεις και στην ελαστικότητα της απόδοσης να γίνουν πλήρως εκμεταλλεύσιμες σε μια γρήγορη, άνετη και ιδιαίτερη μοτοσυκλέτα, με εκρηκτική επιτάχυνση και σαγηνευτική οδήγηση. Ω, με συγχωρείτε κυρίες μου –είναι επίσης ιδανικό για εκπροσώπους του αντίθετου φύλου, επίσης, χάρη στην δυνατότητα αλλαγής της τοποθέτησης της σέλας για οποιοδήποτε σωματότυπο.

Το καλύτερο απ' όλα όμως είναι ο τρόπος που μπορείς να χρησιμοποιήσεις τις υπέροχες εξαέμβολες, ακτινικές δαγκάνες της Nissin –η επιλογή του Troy Corser- φρενάροντας αργά και βαθιά μέσα στη στροφή και ταυτόχρονα να νιώθεις το μπροστινό να καταπίνει τις ανωμαλίες του δρόμου ακόμη και υπό κλίση, χωρίς ίχνος ταλαντώσεων έστω κι αν στρίβεις με ταχύτητες που θα ταίριαζαν σε αγωνιστικό ρυθμό. Η ελαφριά πίεση με ένα δάχτυλο στη μανέτα, για να κόψεις λίγο ταχύτητα πριν την είσοδο μιας στροφής, δεν σηκώνει το Ace ούτε το κάνει να υποστρέφει, αλλά αντιθέτως το βοηθά να διατηρήσει τη γραμμή του όντας απόλυτα προβλέψιμο. Αυτή η εκπληκτική ικανότητα επιβράδυνσης σε μια τόσο γρήγορη μοτοσυκλέτα που παρέχει το πακέτο Nissin με το απενεργοποιούμενο ABS που έχει επιλέξει η Ariel, είναι άλλο ένα από τα κορυφαία χαρακτηριστικά της. Οι δύο ακτινικές δαγκάνες που συνδυάζονται με δίσκους 320mm σταματούσαν το πρωτότυπο Ariel από την τελική του με μπόλικη αίσθηση και ελεγχόμενο δάγκωμα, εμπνέοντας τόνους εμπιστοσύνης, δίχως σημαντικό βύθισμα από το μπροστινό. Υπάρχει ακόμη περίσσευμα διαδρομής από το girder πιρούνι για να σε κάνει να νιώσεις ότι πράγματι φρενάρεις, αλλά δεν μεταφέρει αυτή την φλατ και αποκομμένη αίσθηση που έχουν μοτοσυκλέτες με εναλλακτικά μπροστινά συστήματα όπως η Bimota Tesi, ενώ το πιο σημαντικό είναι ότι δεν υπάρχουν οι αναπηδήσεις και οι "πρωτοβουλίες" που έπαιρνε το μπροστινό του Tesi, ειδικά όταν φρενάρεις βαθιά μέσα στην στροφή. Ο στόχος επετεύχθη σε ό,τι αφορά την άψογη συμπεριφορά του Ace.

Αντίθετα με τους αναγεννημένους, Βρετανούς, ανταγωνιστές όπως η Norton ή ακόμη και η Triumph, η Ariel επέλεξε να κάνε τα πράγματα διαφορετικά επιστρέφοντας στην αγορά με μια ολοκληρωτικά ριζοσπαστική και μοντέρνα εναλλακτική, με υψηλές επιδόσεις και κορυφαίο σχεδιασμό. Ακολουθεί τα χνάρια του Atom, του οποίου η εμπορική επιτυχία έδωσε αυτή τη δυνατότητα –αυτό ήταν κάτι γενναίο και πολύ… Ariel!

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Ariel Ace V4 1200

Κατασκευαστής:

Ariel Motor Co.

  
 
 

Μεταξόνιο (mm):

1.541

Ύψος σέλας (mm):

825

Ίχνος (mm):

 

  

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Αλουμινένιο κατεργασμένο σε CNC

Βάρος (Kg):

229 χωρίς βενζίνη

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

15 (προαιρετικά 21,3)

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, τετρακύλινδρος V76o υγρόψυκτος, με 2EEK και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

81 x 60

Χωρητικότητα (cc):

1.237

Σχέση συμπίεσης:

12:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

173/10.000

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire, σώματα 44mm

Σύστημα εξαγωγής:

4 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος

Σχέσεις ταχυτήτων:

έξι

Τελική ματάδοση:

Άξονας

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ένα αμορτισέρ Ohlins με μοχλικό ProLink, μονόμπρατσο ψαλίδι

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

6,00 x 17 BST από ανθρακονήματα

Ελαστικό:

190/55ZR17 Dunlop Sportsmart

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 276mm με δαγκάνα Nissin με δυο έμβολα, ABS

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Αλουμινένιο αρθρωτό – girder – με ένα αμορτισέρ Ohlins

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

-/-

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,50 x 17 BST από ανθρακονήματα

Ελαστικό:

120/70ZR17 Dunlop Sportsmart

ΦΡΕΝΟ

Δύο δισκόφρενα 320mm με ακτινικές δαγκάνες έξι εμβόλων Nissin και ABS

   

 

 

 

 

 

Andy Carlile: Μιλήσαμε με τον ταχύτερο του Nurburgring!

Η άγνωστη ιστορία με τον Guy Martin!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

12/9/2019

Οι αναγνώστες του ΜΟΤΟ ξέρουν την ιστορία του Andy Carlile από το 2015 όταν κάναμε την πρώτη του συνέντευξη. Δεν έχει αλλάξει κάτι από τότε, ως προς το ποιος είναι: Εξακολουθεί και τώρα να είναι ο πιο γρήγορος στο ring, και αναμένεται να μείνει έτσι για πάντα! Το γιατί θα φανεί παρακάτω…

Το ρεκόρ του Andy αφορά τον «τουριστικό» γύρο, το λεγόμενο Bridge to Gantry για όσους δεν γνωρίζουν τις λεπτομέρειες της μοναδικής αυτής πίστας, και για συντομία BTG. Ένας γύρος BTG είναι αυτό που θα κάνουν όλοι όσοι επισκεφτούν το Nurburgring, κατά το οποίο είσαι αναγκασμένος να βγεις έξω στο τέλος του γύρου και να ξανά μπεις αμέσως αν το θέλεις, αλλά σε καμία περίπτωση να μην συνεχίσεις γράφοντας τον έναν γύρο μετά τον άλλο ασταμάτητα χωρίς να πραγματοποιήσεις έξοδο από την πίστα. Το πλήρες γυρολόγιο μπορεί να γίνει μονάχα αν η πίστα είναι «ρεζερβέ» πράγμα δύσκολο πρώτα γιατί δεν υπάρχουν πολλές ελεύθερες ημερομηνίες μιας και όλες οι εταιρίες κάνουν εκεί δοκιμές, και δεύτερον διότι κάτι τέτοιο κοστίζει πολύ. Το Nordschleife, η μεγάλη πίστα του Nurburgring, το οποίο περιλαμβάνει κι άλλες οπότε τα ονόματα έχουν σημασία, έχει μήκος 20,832 χιλιόμετρα και ένα μεγάλο τμήμα της υπάρχει από το 1927. Ο γύρος που μετράμε, το Bridge to Gantry, έχει μήκος 19,1 χιλιόμετρα εξαιρώντας την μεγάλη ευθεία στο τέλος κατά την οποία επιβραδύνεις για να βγεις, αντί να συνεχίσεις τον γύρο σου.

Σε κάθε περίπτωση ο χρόνος του Andy είναι ο ταχύτερος που υπάρχει. Επτά λεπτά και δέκα δευτερόλεπτα για το BTG ή επτά λεπτά και 24 δευτερόλεπτα αν συνέχιζε τον γύρο του με την παλιά Yamaha R1. Ναι, το ρεκόρ αυτό κρατά από το 2012 όταν τώρα τα superbike έχουν πολύ περισσότερα άλογα και πολύ καλύτερα ηλεκτρονικά. Βασικά ΤΩΡΑ έχουν ηλεκτρονικά για πρώτη φορά, με την έννοια πως ΤΩΡΑ πλέον τα ηλεκτρονικά τους είναι ικανά να βελτιώσουν ουσιαστικά και εντυπωσιακά τον αγωνιστικό ρυθμό. Κι όμως, καμία νέα προσπάθεια δεν έχει γίνει.

Τον Andy που εργάζεται ως πλοηγός και δάσκαλος στο Nordschleife, κυρίως με αυτοκίνητα με τα οποία είναι εξαιρετικά γρήγορος, δεν τον έχουν προσεγγίσει οι μεγάλες εταιρίες για να του δώσουν μία τέτοια ευκαιρία. Μία νέα μοτοσυκλέτα και όλα όσα χρειάζεται για να σπάσει το δικό του ρεκόρ. Να τονίσουμε εδώ πως το ρεκόρ του έχει γίνει με μία πινακιδάτη Yamaha R1 με ελαστικά δρόμου και όχι slick μιας και αυτά απαγορεύονται στους τουριστικούς γύρους στο Nordschleife! Δεν μπαίνεις με κάτι που είναι παράνομο να κυκλοφορήσει στο δρόμο, εκτός κι αν δεσμεύσεις την πίστα για κάτι τέτοιο.

Σε αυτό το σημείο το τυχαίο σχόλιο του internet, στα social media κτλ, βιάζεται να πληκτρολογήσει κάτι του στιλ: «φέρτε τον Guy Martin να το ρίξει στο έξι», μιας και κάτω από επτά λεπτά είναι το ρεκόρ για τα αυτοκίνητα. Και ο τυχαίος θα το πει αυτό διότι δεν ξέρει τι σημαίνει Nurburgring, και θεωρεί επίσης πως ο πιο δημοφιλής αναβάτης του Isle of Man -όχι ο ταχύτερος- θα καταφέρει να βγάλει τον Andy από την θέση του…

Κανείς όμως δεν φαντάζεται πως ο Guy Martin και ο Andy δούλεψαν μαζί για να σπάσουν το ρεκόρ του Andy! Και είναι πολύ λίγοι εκείνοι που γνωρίζουν ακριβώς πόσα μεγάλα ονόματα έχουν προσπαθήσει να σπάσουν αυτό το ρεκόρ όλα αυτά τα χρόνια! Ας ρίξουμε λίγο φως στο σκηνικό με το Guy Martin για αρχή, μιας κι αυτή είναι μία από τις ελάχιστες φορές που ο πάντα λιγομίλητος, πάντα μαζεμένος Andy, εξιστορεί τι συνέβη! Κι εσείς θα είσαστε από τους λίγους που θα μάθετε αυτή την ιστορία…

Καταρχήν καθόλου τυχαία δεν ασχολούμαστε με τον Andy. Για τις ανάγκες του τεύχους Οκτωβρίου και το μεγάλο συγκριτικό ημι-ενεργητικών αναρτήσεων που ετοιμάζουμε, ταξιδέψαμε από το Παρίσι στο Nurburgring, ακολουθώντας απίστευτες διαδρομές σε επαρχιακούς δρόμους, όπως θα διαβάσετε στο τεύχος. Αγνοώντας τους αυτοκινητόδρομους και πηγαίνοντας μέσω Βελγίου και Λουξεμβούργου στην Γερμανία. Γνωρίζοντας τον Andy από την δοκιμή του Kawasaki H2, όταν του το δώσαμε να το οδηγήσει μέσα στην πίστα, του τηλεφωνήσαμε για να βρεθούμε στο αχανές Nurburgring και να μας πει τα νέα του ring, μαζί και την ιστορία του με τον Guy Martin. Βλέπετε ο Andy είναι ένα καλά κρυμμένο μυστικό του Nurburgring, απαντάει σε τηλέφωνα που γνωρίζει κι αυτό θα σας βοηθήσει να απαντήσετε κι εσείς μόνοι σας σε ορισμένα ερωτήματα που ενδεχομένως δημιουργηθούν, σχετικά με την «αξιοποίηση» ενός τέτοιου ταλέντου…

Για να μάθετε πώς κατέληξε ο Andy να ξέρει απ'έξω κι ανακατωτά την "Πράσινη Κόλαση":

Δοκιμή Kawasaki H2 (2015-2018) Οδηγούμε στο Nürburgring- Αρχείο περιοδικού ΜΟΤΟ

Δεν ήταν ο Guy Martin που προσέγγισε τον Andy, αλλά πρακτικά έγινε το ακριβώς αντίθετο. Ο Martin έβλεπε το Nordschleife ως έναν τρόπο να γίνει καλύτερος στους αγώνες δρόμου και ταυτόχρονα να κατακτήσει ένα δύσκολο βουνό. Ο Martin θέλει να βάζει τέτοιους στόχους, ολοένα και σκληρότερους και να πιέζει τον εαυτό του να τους καταφέρει. Για αυτό και τα παράτησε όλα, ώστε να διασχίσει την αμερικάνικη ήπειρο κατακόρυφα με ποδήλατο… Το ρεκόρ στο Nordschleife ήταν ένα από εκείνα που ήθελε να έχει καταφέρει στην ζωή του. Αντίστοιχα ο εσωστρεφής και λιγομίλητος Andy, ήθελε να αφήσει μία μεγάλη κληρονομιά στην καριέρα του στο Nurburgring. Βλέπετε η πίστα αυτή έχει πολλούς ήρωες στα αυτοκίνητα, ελάχιστους στην μοτοσυκλέτα με καλύτερο όλων τον Andy και κανέναν άλλο που να είναι τόσο γρήγορος με όλα.

Όλοι αυτοί οι άνθρωποι ζουν από σεζόν σε σεζόν γύρω από την πίστα μέσα από μαθήματα που κάνουν. Αυτό είναι όλο. Η οδήγησή τους είναι θεϊκή, όμως η φήμη τους περιορίζεται στους δρόμους γύρω από το Nordschleife όπως και μέσα σε αυτό, ως εκεί. Ήθελε λοιπόν ένα μεγαλύτερο όνομα που θα τον δείξει με το δάχτυλο και θα πει: «ό,τι κατάφερα το οφείλω σε αυτόν το κύριο». Λίγοι θα σκεφτόντουσαν έτσι, τέτοιος άνθρωπος είναι ο Andy. Ήθελε να γίνει γνωστός όχι ως αυτός που έχει το ρεκόρ, αλλά ως εκείνος που βοήθησε να σπάσει και στο πρόσωπο του Guy θεώρησε πως βρήκε αυτό που έψαχνε.

Όταν ο Guy Martin βρέθηκε στο Nordschleife για άλλη δουλειά, ήταν ο Andy που του πρότεινε να μείνει και να δουλέψουν μαζί μέχρι να το καταφέρουν, μέχρι να σπάσει το ρεκόρ! Το πρώτο που του είπε ο Andy ήταν τα μεγάλα μυστικά που ο ίδιος έχει φάει χρόνια για να τα ανακαλύψει. Ποιες στροφές, σε ποιες ώρες της ημέρας σου ρίχνουν τον ήλιο τόσο χαμηλά που δεν βλέπεις. Που χάνεται η πρόσφυση, όχι σε ποια στροφή, αλλά σε ποια γραμμή κάθε στροφής! Που τρέχουν νερά στο υπέδαφος και μεταβάλλεται η θερμοκρασία της ασφάλτου! Λεπτομέρειες απίστευτες.

Σε μία πίστα θεωρείς την πρόσφυση δεδομένη και ανάλογα προσαρμόζεις την μοτοσυκλέτα και τον εαυτό σου. Στους αγώνες δρόμου η πρόσφυση δεν είναι δεδομένη, είναι όμως αμετάβλητη ανάμεσα σε μία μικρή χρονική περίοδο. Το κοντινότερο που είχε βρεθεί ο Martin στα δεδομένα του Nordschleife ήταν πως στο Isle of Man μπορεί να βρέχει στην μισή διαδρομή και στην άλλη να έχει λιακάδα. Στο Nurburgring, εγώ προσωπικά, έχω βρεθεί να χιονίζει στις βόρειες στροφές και νότια να έχει κανονικότατη λιακάδα. Ο καιρός όμως δεν ήταν το θέμα του Martin… Ακόμη και στο Isle of Man οι στροφές είναι κάτι σταθερό κάθε χρονιά. Προφανώς και η πρόσφυση μεταβάλλεται από επίσκεψη σε επίσκεψη, από χρόνο σε χρόνο, όμως στις άπειρες δοκιμές τις ημέρες πριν τον αγώνα αυτά τα όρια αποκαλύπτονται. Δεν συμβαίνει το ίδιο με το Nordschleife. Εκεί οι συνθήκες είναι δυναμικές και η προσαρμογή σου πρέπει να είναι αντίστοιχη. Ο Andy, όπως και πολλοί άλλοι που κάνουν την δουλειά του πλοηγού εκεί, έχουν ξεκινήσει αγοράζοντας ένα ετήσιο εισιτήριο, συντηρώντας τον εαυτό τους αλλάζοντας σεντόνια στους άπειρους ξενώνες της περιοχής. Πάνω από εξήντα φορές έχει κάνει όλη την διαδρομή με τα πόδια. Έχει σκύψει στα τέσσερα χαϊδεύοντας τις στροφές για να δει τα ξεχωριστά κομμάτια ασφάλτου. Κι έπειτα έχει περάσει πέντε χρόνια οδηγώντας πριν κάνει το ρεκόρ, κάθε μέρα για κάθε από τις πέντε σεζόν. Σταματούσε μόνο όταν έπεφτε το χιόνι, όταν τελείωνε η κάθε σεζόν. Τόσο πολύ χρόνο έχει επενδύσει για να μάθει την πίστα αυτή. Ποιος πρωτοκλασάτος οδηγός μπορεί να επενδύσει αυτό τον χρόνο ακυρώνοντας κάθε τι άλλο που κάνει, για να αποκτήσει την εμπειρία αυτή; Κανείς.

Ο Guy Martin και ο Andy μαζί, πίστεψαν πως θα μπορούσαν αν απομονωθούν, να παρακάμψουν την φυσική οδό. Δεν έκαναν τίποτε άλλο: Τις ώρες που δεν οδηγούσαν μαζί, μιλούσαν βήμα – βήμα για την πίστα. Ανέλυαν κάθε στροφή. Έβλεπαν τα video το ένα πίσω από το άλλο. Πρώτα ακολουθούσαν οι πολύ αργές στροφές και μετά οι υπόλοιπες. Πρώτες σε ανάλυση ερχόντουσαν οι στροφές που έρχεσαι με πολλά χιλιόμετρα από υψομετρική διαφορά και ξαφνικά τις βλέπεις μπροστά σου. Μετά εκείνες που νομίζεις πως δεν θέλουν ιδιαίτερη προσοχή αλλά τελικά χάνεις χρόνο αν δεν τις πάρεις σωστά. Είπαν και για όσες τις πουλάς τελείως για να πλασαριστείς καλύτερα στην επόμενη. Δεν άφησαν μυστικό, δεν σταμάτησαν να προσπαθούν, όμως το επιθυμητό αποτέλεσμα δεν ερχόταν. Ο Guy Martin βελτιωνόταν συνεχώς, όχι όμως τόσο που να φτάσει ακόμη και να αγγίξει το υπάρχον ρεκόρ. Γλίτωσε την καταστροφή επίσης αρκετές φορές και κάπου εκεί του τελείωσε ο χρόνος που σκόπευε να επενδύσει, έχασε και την υπομονή του, το πιο σημαντικό…

Τα πιο δύσκολα τα είχε κερδίσει, τα κάρουζελ, τις φοβερές και τρομερές στροφές με την θετική κλίση, τις περνούσε τέλεια. Τις κλειστές με κλειστά τα μάτια πλέον. Συνολικά όμως έχανε χρόνο και μάλιστα πολύ. Ο Andy συνέχισε να επιμένει: «Δεν χρειάζεσαι κάτι άλλο τώρα, πέρα από περισσότερες ημέρες!»… κι όμως είχαν ήδη φάει εβδομάδες και ο Guy Martin ένιωθε πως έχανε τον χρόνο του. Το Nordschleife ήταν ένα κάστρο που δεν μπορούσε να γκρεμίσει, ακόμη και με την βοήθεια του αρχιτέκτονα που το έχτισε!

Η παρακάτω πρόταση θα ηχήσει λοιπόν κάπως παράξενη στο εσωτερικό αυτί: Θέλεις μόνο τέσσερις γύρους για να μάθεις το Nordschleife! Κι ο Andy συμφωνεί με το όριο των τεσσάρων γύρων…

Αυτό για να μην νιώθει κανείς πως δεν πρέπει να επισκεφτεί την «Πράσινη Κόλαση», όπως είναι μία από τις ονομασίες του Nordschleife! Τέσσερις γύροι βέβαια κοστίζουν εκατό ευρώ σε σημερινές τιμές, που μόνο λίγο δεν είναι αν βάλεις και το ταξίδι μέχρι εκεί. Ωστόσο σε τέσσερις γύρους μπορείς πλέον να ξέρεις που βρίσκεσαι και που πατάς, κι αυτό σημαίνει πως μπορείς να αρχίσεις να νιώθεις λίγο καλύτερα για το μέρος που έχεις έρθει. Άλλο πράγμα η επίσκεψη εκεί και το να οδηγήσεις γρήγορα, κι άλλο όταν κυνηγάς να σπάσεις το ρεκόρ. Ας μην αποθαρρυνθεί κανείς λοιπόν.

Για την ιστορία πάντως, ο Guy Martin βρήκε τρόπο να έχει ένα ρεκόρ από το Nurburgring, έβαλε μέσα το.. van! Έγινε ο ταχύτερος με βανάκι, που βέβαια δεν είναι τυχαίο αλλά του περισσεύουν τα άλογα και έθεσε σε μια κάποια χρήση τους πάρα πολλούς γύρους που έκανε προσπαθώντας να μάθει απ’ έξω την πίστα…

Το γεγονός πάντως πως ο Guy Martin δεν τα κατάφερε, έχοντας τον Andy στο πλευρό του, στο 100% του χρόνου, ο Andy δεν έκανε άλλα μαθήματα εκείνη την περίοδο έχοντας πρακτικά σταματήσει να δουλεύει, έχει αποθαρρύνει άλλους πρωτοκλασάτους αναβάτες από την προσπάθεια. Παράλληλα η πίστα η ίδια δεν δέχεται εύκολα να την δεσμεύσεις αποκλειστικά για να κυνηγήσεις το ρεκόρ. Από την άλλη καμία εταιρία δεν έχει επενδύσει σε αυτό σοβαρά, ώστε και η πίστα να το ξανά σκεφτεί. Και οι πρωτοκλασάτοι αναβάτες όσες προσπάθειες έχουν κάνει είναι κατόπιν άλλης πρωτοβουλίας. Στην αυτοκινητοβιομηχανία ένα ρεκόρ στο Nurburgring ισοδυναμεί με πολύτιμη δημοσιότητα και πολλούς τίτλους σε εφημερίδες και περιοδικά που διαφορετικά θα κόστιζαν πολύ περισσότερο σαν σκέτη διαφήμιση. Αποτελεί επίσης χώρο δοκιμών για σχεδόν όλες τις αυτοκινητοβιομηχανίες. Η BMW έχει κανονικό test center μερικά μέτρα από την είσοδο της πίστας! Για τις εταιρίες μοτοσυκλετών δεν είναι το ίδιο. Και γενικά το Nurburgring δεν είναι το ίδιο πλέον για τις μοτοσυκλέτες… Σε λίγα χρόνια θα είναι απαγορευτικό να πάει κανείς εκεί και θα το αναλύσουμε αυτό στο τεύχος. Φαίνεται πάντως πως τα περιθώρια για να σπάσει το ρεκόρ του Andy στενεύουν κάθε χρόνο και περισσότερο, αντί να διευρύνονται!

 

Η δοκιμή και το συγκριτικό των μοτοσυκλετών, έχει γίνει σε συνεργασία με το περιοδικό MOTO Magazine France
φωτό: Gregory Mathieu
 
Ο γύρος του Andy Carlile που έσπασε κάθε ρεκόρ:
Ετικέτες