Οδηγούμε Yamaha Tenere 700 – Πρώτες εντυπώσεις! [VIDEO]

«Υπόσχεση που τηρήθηκε»
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/5/2019

Ζωντανά από την Ισπανία παρακολουθείτε την εξέλιξη της παρουσίασης του Yamaha Tenere 700, που τόσο πολύ περιμένατε να δείτε, κρίνοντας από τα μηνύματα που έχουμε πάρει αυτές τις ημέρες, τα οποία μάλιστα ξεκίνησαν πριν την αποστολή εκδηλώνοντας ανυπομονησία, κάτι που είχαμε καιρό να δούμε για νέο μοντέλο! Λίγο το όνομα, λίγο η ταυτότητα χρήσης που ταιριάζει απόλυτα στο δικά μας δεδομένα, λίγο και η υπόσχεση της Yamaha πως θα φτιάξει εκείνο που θέλει ο κόσμος, και όχι αυτό που αρχικά είχε βάλει στόχο, και το ενδιαφέρον για το Tenere 700 έχει αρχίσει να κυμαίνεται στα επίπεδα του πρώτου Tracer… Το πρόβλημα για μια μερίδα Ελλήνων είναι πως δεν έρχεται σε τιμή που να θυμίζει MT-07. Τους έξω από εδώ δεν τους απασχολούν τέτοια θέματα. Οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, και μιλήσαμε με πολλούς, το βρίσκει εξαιρετικά φθηνό. Για το ποιος έχει δίκιο και άδικο, ο κόσμος έχει απαντήσει ήδη μόνος του. Η πλειοψηφία χρόνια τώρα έχει αποφανθεί. Διότι να θυμηθούμε πως έτσι ξεκίνησε το Tenere, ως μία πολύ φθηνή λύση για την δημιουργία ενός Adventure μοντέλου βασισμένο σε μία γυμνή μοτοσυκλέτα. Μόλις βγήκε στον δρόμο για δοκιμές και αποθανατίστηκε σε κατασκοπευτικές φωτογραφίες, ο κόσμος αντέδρασε. Συλλογικά τελείως, από εκείνες τις φορές που το κοινό έχει ταυτόχρονα την ίδια ιδέα, όπως το σμήνος πουλιών που αλλάζει ταυτόχρονα κατεύθυνση δίχως κανείς να δώσει το πρόσταγμα, ζήτησαν από την Yamaha να το πάρει πίσω και να τους δώσει ένα καινούριο. Ένα που δεν θα έχει μόνο το όνομα, ένα Tenere που να είναι όσο φθηνό γίνεται χωρίς όμως να προσφέρει κάτι λιγότερο από αυτό που υπόσχεται το όνομά του. Κι ας μην κάνει όσο ένα MT-07. Ο κόσμος λοιπόν μίλησε, η πλειοψηφία είχε μία συγκεκριμένη στάση και η Yamaha αποφάσισε να ακούσει την πλειοψηφία. Το πήρε πίσω και ξεκίνησε την ανάπτυξη ενός νέου μοντέλο. Κάπου στην πορεία, κι αρκετά νωρίς είναι η αλήθεια, επέλεξαν να ολοκληρώσουν πρώτα την εξέλιξη ενός πρωτότυπου το οποίο θα ξέφευγε από την πεπατημένη οδό και θα ήταν ένα λειτουργικό concept που θα σήκωνε ολόκληρο το βάρος της εξέλιξης για την μοτοσυκλέτα παραγωγής. Έτσι γεννήθηκε το Τ7.

Η Yamaha είναι πολύ μπλε και καθόλου πορτοκαλί, κι αυτό σημαίνει πολύ απλά πως δεν ασχολούνται όλοι με το Enduro, τα Rally και γενικότερα το χώμα… Έχει μία μικρή και πολύ δεμένη ομάδα που μάλιστα έχει βάλει στόχο να σπάσει το σερί της KTM στο Dakar, αλλά μέχρι εκεί. Αυτό σημαίνει πως υπήρχε μία μικρή έλλειψη προσωπικού που θα ήταν ικανό να φέρει εις πέρας την δημιουργία ενός τόσο σοβαρού εμπορικά μοντέλου. Για αυτό και επιστρατεύτηκε ο Project Leader των WR / YZ να αναλάβει την εξέλιξη του Tenere από την αρχή και δοκιμαστές – αναβάτες έγιναν η αφρόκρεμα των Rally!

Yamaha T7: Το έκαναν βίδες! Και μας πείραξε προσωπικά…

Σβήνοντας όσα είχαν κάνει, έστω κι αυτά τα λίγα, και ξεκινώντας την διαδικασία της εξέλιξης από την αρχή, έδιναν μία υπόσχεση στον κόσμο: «Σας ακούσαμε, θα φτιάξουμε αυτό που θέλετε». Δεν είναι εύκολο να υποστηρίξεις κάτι τέτοιο, πρώτα γιατί ο κόσμος τα θέλει όλα και μάλιστα και πολύ φθηνά και πολύ γρήγορα και δεύτερον γιατί η κατηγορία αυτή που καλείται «να κάνει τα πάντα» πρέπει να συνδυάσει άψογη συμπεριφορά στην άσφαλτο και εξίσου καλή στο χώμα. Με παρονομαστή σε όλα τα παραπάνω την πολύ καλή τιμή. Παλιότερα αυτός ο συνδυασμός δεν μπορούσε να γίνει σε μοτοσυκλέτες μαζικής παραγωγής, πρακτικά τουλάχιστον δεν μπορούσε να γίνει. Σήμερα όμως τα ασυμβίβαστα μπορούν να πραγματοποιηθούν καθώς η τεχνολογία και η εμπειρία έχουν κάνει άλματα. Η διαδικασία που ακολουθήσε η Yamaha στο Tenere ήταν να πραγματοποιεί συνεχώς ολοένα και περισσότερες δοκιμές απορρίπτοντας συνέχεια ό,τι δεν άρεσε, ή δεν δούλευε μέχρι να φτάσουν τον υψηλά τοποθετημένο στόχο που ο κόσμος και όχι οι ίδιοι, είχε θέσει ξεκάθαρα κι απόλυτα.

Τα κατάφεραν και μάλιστα τόσο καλά, που θα πρέπει να αποτελούν πλέον παράδειγμα και για άλλους κατασκευαστές που θα κληθούν κι εκείνοι στο μέλλον να ακούσουν το δικό τους κοινό! Περισσότερα από 250 χιλιόμετρα σε χώμα και σχεδόν πεντακόσια στο σύνολο έχει το πρόγραμμα της παρουσίασης, που πρέπει να θεωρείται από το πιο σφιχτά σε χρόνους, καθώς η φωτογράφιση περίπου 40 διαφορετικών αναβατών είναι εξαιρετικά χρονοβόρα διαδικασία. Από τα πρώτα χιλιόμετρα αφήσαμε πίσω άσφαλτο και μπήκαμε σε χώμα τριμμένο στο επίπεδο της άμμου, πασπαλισμένο με χαλίκι που έδωσε για λίγο την θέση του σε κοτρώνες πριν συνεχίσει με αμμοπαγίδες. Για τα Pirelli Scorpion που φορούν τα Tenere η πρόκληση ήταν μεγάλη, ιδίως για το μπροστινό που πάσχιζε να προσφέρει πρόσφυση και δεν τα κατάφερνε συχνά. Οδηγώντας σε ένα ικανοποιητικό ρυθμό το Tenere πολύ γρήγορα αποκαλύπτει τις καταβολές του, την αιτία που η εξέλιξή του κράτησε τόσο καιρό και που σίγουρα δεν πήγε χαμένη. Τόσους γύρους ανά την υφήλιο πήγε το Τ7, τόσοι αγωνιζόμενοι πήραν μέρος στην εξέλιξή του και υπάρχει τώρα ένα αποτέλεσμα που η Yamaha είχε πολύ καιρό να μας δώσει σε Adventure μοτοσυκλέτα!

Με δεδομένο πως όλοι όσοι ενεπλάκησαν, σχημάτισαν μία ομάδα που δεν δούλευε πάντα μαζί, πως άρπαξαν κόσμο κυριολεκτικά από διάφορα τμήματα του ομίλου, το αποτέλεσμα τους δικαιώνει. Πρόκειται για μία μοτοσυκλέτα που στο επίπεδό της τιμής της προσφέρει μία συμπεριφορά που ανταποκρίνεται σε πολύ ακριβότερες μοτοσυκλέτες. Οι ικανότητές της στο χώμα ξεπερνούν κατά πολύ τις ανάγκες του μέσου αναβάτη, ενώ με καίριες επεμβάσεις τα πράγματα μπορούν να φτάσουν σε επίπεδο Rally, τόσο απλά. Καλεσμένος βρίσκεται εδώ και ο Franco Caimi, ο αναβάτης των Rally και πρωταθλητής Enduro, που επίσης έχει εντυπωσιαστεί από το Tenere και μου έλεγε πόσα πολλά πράγματα της αγωνιστικής του μοτοσυκλέτας θα μπορούσαν να μπουν αυτούσια. Του φαίνεται εξαιρετικά κοντινή στην αγωνιστική. Αυτό δεν σημαίνει πως είναι “Ready to Race”, δεν ήταν κι αυτός ο στόχος της Yamaha άλλωστε. Το κοινό του Tenere είναι πολύ πιο μεγάλο, πολύ πιο γενικό, για να μπει σε μία και μόνο ταμπέλα. Το γεγονός πως υπερπληρώνει τις ανάγκες του μέσου αναβάτη, έχει να κάνει και με το γεγονός πως οι ανάγκες αυτές δεν είναι ιδιαίτερα υψηλές σε ότι αφορά το χώμα. Την πρώτη ημέρα της οδήγησης περάσαμε από πολλές φλαταδούρες με χαλίκι, από εκείνες που περνάς καθιστός στην σέλα, όμως υπήρχαν γερές δόσεις απαιτητικής οδήγησης στο χώμα, με ανηφόρες, κατηφόρες, άλματα, γκρεμούς και κοτρώνες. Αυτό έφτιαξε ένα σκηνικό που θυμίζει παλιές εποχές παρουσιάσεων, τότε που δεν χρειαζόσουν δέκα στάσεις για να αλλάξεις κάμερες και να αποθανατίσεις την στιγμή στα social media. Τότε που οι παρουσιάσεις είχαν πραγματική περιπέτεια. Η Yamaha έφτιαξε μία τέτοια για το Tenere κι ακόμη ζούμε την εξέλιξή της. Την τελευταία δεκαετία πάντως, κανείς δεν έχει σχεδιάσει μία πρώτη επαφή μοτοσυκλέτας με δημοσιογράφους που να έχει τόσο χώμα και απαιτητικά κομμάτια.

Οι αναρτήσεις της Kayaba κάνουν την δουλειά που πρέπει, με γραμμικότητα στην λειτουργία τους και διαβάζοντας σωστά τα εμπόδια. Πίσω δεν χοροπηδά σαν κατσίκι και μπροστά πρέπει να χτυπήσεις πέτρες με μεγάλη ταχύτητα για να διώξει το τιμόνι. Οι ρυθμίσεις που είναι κοινές και για τα δύο καλάμια, έχουν σχετικά καλό βήμα όπου με τρία κλικ έχεις τελείως διαφορετική συμπεριφορά. Αυτή είναι ανάλυση για την επιστροφή και το τεύχος βέβαια. Ο κινητήρας είναι ο γνωστός μας με τον crossplane στρόφαλο δίχως καμία αλλαγή πέραν της τροφοδοσίας και της αναπνοής του. Η ECU που αναλαμβάνει την διαχείριση έρχεται από την ανατολή και είναι από το πάνω ράφι, η καλύτερη μονάδα που μπορεί κανείς να προμηθευτεί εκτός Ευρώπης. Οι διαφορές στην απόκριση είναι εμφανείς και χρειάζεται κι εδώ αρκετή ανάλυση για την πλήρη παρουσίαση στην επιστροφή.

Από πλευράς ποιότητας το Tenere είναι πολύ πιο πάνω από το αρχικό επίπεδο των MT-07 με πρώτο και καλύτερο το γεγονός πως δεν χρειάζεται να αλλάξεις αναρτήσεις. Υπάρχουν παρατηρήσεις, όπως το άβαφο πλαστικό κάτω από την σέλα που θέλει κιόλας αλλαγή μετά από τέσσερις ημέρες χώμα, όμως αυτό είναι κάτι που κι εύκολα αλλάζει και κόστος δεν έχει. Η βαφή θα μπορούσε να είναι καλύτερη, όμως δεν σου δίνει την εντύπωση πως σε λίγο καιρό το Tenere θα είναι αγνώριστο. Περισσότερο αυτές οι παρατηρήσεις έχουν να δείξουν σε εσάς πως εμείς ψάξαμε την μοτοσυκλέτα που καβαλήσαμε και λιγότερο εκβιάζουν κάποιο αρχικό συμπέρασμα. Από την πλειοψηφία όσων είμαστε εδώ και μαζί με εμένα, το Tenere θα μπορούσε να γίνει η επόμενη προσωπική μας μοτοσυκλέτα. Κι όταν το λες αυτό για ένα «βασικό» μοντέλο, κι όχι για κάποια ακριβή και υπερ-εξοπλισμένη Adventure η βαρύτητα είναι πολλαπλάσια.

Στην άσφαλτο έχει μία σταθερότητα που φτάνει μέχρι και τα 190 χιλιόμετρα με την τελική στο κοντέρ να φτάνει το υψηλότερο νούμερό της λίγο πιο πάνω, στα 202-203, σε μία ημέρα μάλιστα με έντονο αέρα. Δεν θα έπρεπε να πάει και παραπάνω με δεδομένο πως φορά σαμπρέλες. Προς το παρόν δεν υπάρχει και κάποια πιθανότητα για να το παραγγείλει κανείς με διαφορετικές ζάντες, από τον εξαιρετικά πλούσιο κατάλογο με αξεσουάρ που έχει η Yamaha, ωστόσο για το χώμα οι σαμπρέλα είναι πάντοτε μία πρόσθετη ασφάλεια. Στον κατάλογο θα βρει κανείς και ψηλότερη και χαμηλότερη σέλα. Και είναι αυτή μία από τις πιο κοινές ερωτήσεις γιατί κοιτώντας το στις φωτογραφίες παίρνεις την εντύπωση πως το ρεζερβουάρ είναι πολύ ψηλά, πως η σέλα είναι πολύ χαμηλά συγκριτικά με αυτό και πως η θέση οδήγησης θα είναι μία τυπική «γιαπωνέζικη» και συνεπώς ακατάλληλη τόσο για γρήγορη οδήγηση στο χώμα, όσο και για μεγάλες αποστάσεις.

Καταρχήν το Tenere είναι πλήρως ευρωπαϊκή μοτοσυκλέτα, και θα το αναλύσουμε κι αυτό στο τεύχος. Από εκεί και πέρα η εικόνα αυτή που σχηματίζεις δεν αλλάζει ούτε όταν το βλέπεις από κοντά και συγκεκριμένα από το πλάι και χαμηλά. Η πραγματικότητα διαφέρει πλήρως! Στα 1.83 που είμαι εγώ τα γόνατα είναι σε άνετη θέση και κάθεσαι πάνω και όχι μέσα στην μοτοσυκλέτα, η πραγματικότητα είναι διαφορετική από την εικόνα. Στο πρώτο ταξίδι όταν έρθει Ελλάδα θα το δούμε καλύτερα, αν και μην περιμένετε να αλλάξει η άποψη. Ήδη συμπληρώσαμε 350 χιλιόμετρα και πάμε για τα 500, που σημαίνει πως η αρχική εικόνα μάλλον θα παραμείνει.

Η Yamaha είχε πολλά χρόνια να μας δώσει μία πραγματική Adventure μοτοσυκλέτα, μία μοτοσυκλέτα που να πηγαίνει γρήγορα στην άσφαλτο και εξαιρετικά στο χώμα και να μην κοστίζει μία περιουσία. Το επίπεδο του Tenere είναι πραγματική έκπληξη, είναι πολύ πάνω από αυτό που περιμέναμε, τα όριά του είναι πολύ πιο πάνω από τις δυνατότητες του μέσου αναβάτη, και δεν ζητά τίποτα από τον αναβάτη του, μονάχα να το καβαλήσει και να φύγει.

Έχουμε λοιπόν να πούμε πολλά, για την κατασκευή, την απόδοση σε στροφιλίκι, σε κοτρώνες, πέτρες, αυτοκινητόδρομους και επαρχιακούς. Για τα φρένα που θέλουν επίσης ανάλυση, για την μετάδοση και τον κινητήρα. Ο ενθουσιασμός είναι αντιστρόφως ανάλογος για ένα βασικό μοντέλο, με την διαφορά πως αυτό δεν είναι πλέον ένα βασικό μοντέλο. Είναι ο άξιος συνεχιστής του ονόματος, είναι το Tenere που υποσχέθηκε η Yamaha. Και την υπόσχεσή της, την κράτησε με το παραπάνω!

Ετικέτες

Ducati Multistrada 950

Την οδηγήσαμε!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

15/12/2016

Σ’ ένα από τα Κανάρια Νησιά, αγαπημένο μέρος της Ducati για παρουσίαση Multistrada, είχαμε την ευκαιρία μίας σύντομης γνωριμίας με την 950. Το νησί της αιώνιας άνοιξης, όπως το λένε οι ντόπιοι, επιλέχθηκε γιατί δεν έχει πολλές ευθείες και οι δρόμοι του είναι στενοί, γεμάτοι στροφές. Δεν παρεκκλίνει ωστόσο σε κάτι άλλο, από την κληρονομιά των άγριων αυτών νησιών: η πρόσφυση που προσφέρει η άσφαλτος είναι η κορυφαία του κόσμου, απόρροια των άφθονων πρωτογενών υλικών από την ηφαιστειογενή προέλευση του αφιλόξενου τοπίου. Συγκεκριμένα το Φουερτεβεντούρα παράγει μονάχα ένα πράγμα, εκτός από υπηρεσίες τουρισμού… πέτρες και μόνο πέτρες!

Σε αυτό το περιβάλλον το πολύ γκάζι είναι πρακτικά ανεκμετάλλευτο και το 950 σου φαινόταν σαν πεινασμένος τίγρης σε μικρό κλουβί, την στιγμή που δεν υπάρχει εκείνη η εκρηκτική απόκριση της μεγάλης Multistrada. Η Ducati είχε διαλέξει έξυπνα το μέρος… Στην πράξη λοιπόν η 950 δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την 1200, η μόνη επαφή τους είναι στην εμφάνιση. Αν διαβάσετε -κάπου στο παγκόσμιο internet- τίποτα φράσεις όπως: ¨ίδιο άρωμα σε μικρό μπουκάλι¨, ή ¨συμπυκνωμένη γεύση» κτλ τότε να ξέρετε ότι πρόκειται για άνθρωπο που είτε δεν κατάλαβε την 950, είτε δεν ήξερε καλά την 1200. Μαζί με τα σχόλια για το DTC, το traction control της Ducati δηλαδή που απενεργοποίησα από την πρώτη στιγμή και δεν δοκίμασα καθόλου, είναι εκείνα τα πράγματα που ακούσαμε από κάποιους νέους δημοσιογράφους και κοιταζόμασταν οι υπόλοιποι περίεργα, μαζί με τους ανθρώπους της Ducati που απορούσαν και οι ίδιοι.

Στην συγκεκριμένη άσφαλτο και με την απόλυτα προοδευτική απόκριση του γκαζιού, είναι εξαιρετικά δύσκολο να χάσεις πρόσφυση. Στην πράξη μου συνέβη μονάχα δύο φορές, η πρώτη ήπια, μπροστά στον φωτογράφο και η φωτογραφία θα υπάρχει στην αναλυτική δοκιμή στο επόμενο, εορταστικό τεύχος του περιοδικού, και η δεύτερη –καλύτερη- θα αποτυπώνεται στο video της δοκιμής που θα ανέβει παράλληλα με την έκδοση του τεύχους. Και οι δύο ήταν με τέρμα γκάζι, με πρώτη ή δευτέρα στο κιβώτιο και σε μεγάλη κλίση - τέτοιο είναι το επίπεδο της πρόσφυσης σε εκείνα τα μέρη, οπότε είναι αναγκαίο να περιμένουμε να έρθει στην Ελλάδα, πριν διεξαχθεί κάποιο συμπέρασμα για το traction control και σε κάποιο βαθμό και για το ABS, αν και γνωρίζοντας πολύ καλά την συγκεκριμένη μονάδα της Bosch, δεν περιμένουμε παρά μονάχα κορυφαία συμπεριφορά. Ήταν λοιπόν περίεργο, απλά και μόνο να σχολιάζει κάποιος το traction control και είναι άλλο ένα σημείο που θα πρέπει να προσέξετε αν διαβάσετε κάτι τέτοιο από κάποιο ξένο δημοσιογράφο, αφού άλλος Έλληνας δεν την έχει οδηγήσει ακόμη.

Ο κινητήρας των 937 κυβικών προέρχεται από τα νέα Hyper, πράγμα που οι τακτικοί μας αναγνώστες γνωρίζουν πως μεταφράζεται σε απλωμένη ροπή στις μεσαίες και ψηλές στροφές με ένα κιβώτιο που εξακολουθεί να μην έχει ιδιαίτερα κοντές σχέσεις για τον χαρακτήρα τους. Τα πράγματα στην Multistrada έχουν βελτιωθεί ακόμα περισσότερο με σημαντικές επεμβάσεις, σημεία που χρειάζονται έκταση και θα τα αναλύσουμε στο τεύχος. Το αποτέλεσμα είναι μία πολύ προοδευτική απόδοση της ιπποδύναμης που σε κανονικό έως σβέλτο ρυθμό σε βοηθά να αποφύγεις τα πολλά ανεβοκατεβάσματα, πρακτική στην οποία θα καταλήξεις μονάχα όταν θελήσεις να πας πραγματικά πολύ γρήγορα.

Η μεγαλύτερη ίσως διαφορά από την μεγάλη Multistrada, είναι η θέση οδήγησης και η άνεση που σου προσφέρει. Έχουμε πει ότι η 1200, ακόμα και στην έκδοση Enduro, έχει μία ιδανική, «πολεμική» θέση οδήγησης, για να οδηγείς γρήγορα. Τοποθετεί το σώμα κοντά στον εμπρός τροχό σε μία στάση που είναι αυτό ακριβώς που θέλεις για να κυνηγάς κόσμο ανάμεσα στα αυτοκίνητα, ή να επιτίθεσαι σε στροφές ορεινών επαρχιακών δρόμων. Η 950 δεν είναι έτσι όμως, είναι η πιο άνετη Multistrada από την εποχή που η Ducati λανσάρισε την 4 σε 1 φιλοσοφία. Αυτό από μόνο του είναι αρκετό για να την ξεχωρίσει από την 1200 και ισχύει σε μεγάλο βαθμό, παρόλο που η σέλα είναι σχεδόν όμοια με εκείνη της Enduro, απλά στενότερη εμπρός τώρα που δεν υπάρχει το θεόρατο ρεζερβουάρ. Ωστόσο η διαφορά σε γεωμετρία και εργονομία ήταν κάτι που προέκυψε στον βαθμό για τον οποίο μιλάμε στην δεύτερη φάση του σχεδιασμού. Αναγκαίο κακό για την Ducati, και είναι άλλο ένα στοιχείο που θα περιμένει για την ανάλυση στο τεύχος.

Εμείς προς το παρόν δοκιμάζαμε στην πράξη την αποτελεσματικότητα του προστατευτικού του ψυγείου που ανήκει στον πρόσθετο εξοπλισμό. Οι μοτοσυκλέτες είχαν φτάσει στο νησί με κοντέινερ, περνώντας μια διαδικασία εκτελωνισμού που είναι λίγο πιο σύνθετη εξαιτίας της μερικής αυτονομίας που απολαμβάνουν τα νησιά. Δύο μέρες πριν φτάσει το πρώτο γκρουπ δημοσιογράφων, οι πλοηγοί άρχισαν να πηγαίνουν πάνω - κάτω την διαδρομή των 220 χιλιομέτρων για να την απομνημονεύσουν. Τότε ανακάλυψαν κάτι που αρκετό καιρό πριν, στην αρχική επίσκεψη για την επιλογή της τοποθεσίας, δεν είχε φανεί. Υπήρχαν τόσες πολλές πέτρες στον δρόμο που ήταν αδύνατο να βγουν οι μοτοσυκλέτες αλώβητες. Αυτό που οι Άραβες παθαίνουν με την άμμο, η οποία καλύπτει τους δρόμους εξαιτίας των ανέμων, στο Φουέρτεβεντουρα συμβαίνει με πετραδάκια! Το σαθρό έδαφος αποτελείται από απανωτές στρώσεις λάβας και δεν υπάρχει συμπαγές πέτρωμα, με αποτέλεσμα οι δυνατοί άνεμοι να θρυμματίζουν τα πάντα. Θα καταλήξουμε κάπου με αυτή την ιστορία, το υπόσχομαι: Η πρόσφυση παραμένει η καλύτερη του κόσμου αλλά σε πολλά σημεία το πίσω ελαστικό εκτοξεύει πέτρες με τον ίδιο τρόπο που θα δημιουργούσε έναν πίδακα νερού στους ελληνικούς δρόμους, που έχουν μηδενική απορροφητικότητα και το νερό λιμνάζει. Για την ιστορία, η αμμοβολή εκεί γίνεται καλύτερη μία-δύο φορές τον χρόνο, όταν τα πάντα σκοτεινιάζουν και το νησί καλύπτεται με σκόνη από την Σαχάρα, διακόπτοντας τις πτήσεις και την επικοινωνία τους…

Οι συνθήκες αυτές μας στοίχησαν και προσωπικά, γιατί μέχρι την μέση της διαδρομής τα κράνη είχαν γεμίσει καινούρια σημάδια και οι θήκες των καμερών είχαν καταστραφεί. Οι άνθρωποι της Ducati συνειδητοποίησαν το μέγεθος του προβλήματος λίγο πριν την έναρξη και για να το λύσουν φόρτωσαν σε έναν από τους μηχανικούς μία δεύτερη βαλίτσα, όπου μέσα είχε καμιά τριανταριά προστατευτικά για τα ψυγεία των μοτοσυκλετών της παρουσίασης. Αν τα έστελναν όπως μετέφεραν και τις μοτοσυκλέτες θα είχαν να αντιμετωπίσουν την ίδια μακρά διαδικασία εκτελωνισμού.

Επιστράτευσαν λοιπόν τον μηχανικό με τις καλύτερες επικοινωνιακές δυνατότητες, σε περίπτωση που κάποιος άρχιζε τις ερωτήσεις για το τι έχει στις βαλίτσες, και ψυγείο δεν τρύπησε. Το θέμα μας - τώρα που έχετε πλέον αντιληφθεί το μέγεθος του προβλήματος – είναι ότι από τις τόσες πέτρες που μας μαστίγωσαν, που έσπασαν την θήκη της Gopro, τραυμάτισαν την Sena και σημάδεψαν το κράνος, η Multistrada δεν είχε κανένα σημάδι! Η ποιότητα της βαφής είναι εξαιρετική και ιδιαίτερα η λευκή έκδοση είναι αξιοθαύμαστη. Το ίδιο ισχύει και για την ζελατίνα που είναι ίδια με την μεγαλύτερη έκδοση – παρέμεινε και αυτή ανέπαφη.

SSP – το νέο αρκτικόλεξο για την Multistrada 950: Style – Sophistication - Perfomance

Διαπιστώσαμε ένα μικρό θέμα στο εμπρός φρένο, που δεν είναι ζήτημα ασφάλειας γιατί δεν έχει να κάνει με την απόδοση, δεν τους λείπει η δύναμη από τα φρένα, τόσο εμπρός όσο και πίσω. Καθώς όμως το ζήτημα αυτό το έθεσαν και κάποιοι Ισπανοί δημοσιογράφοι από προηγούμενο γκρουπ -όπως τόνισε ο νεαρός Davide Previtera, Project Manager της Multistrada 950, το πρώτο πράγμα με την επιστροφή είναι να επικοινωνήσει με την Brembo και να δώσει λύση πριν την έναρξη της παραγωγής. Αναλυτικά λοιπόν στο επόμενο τεύχος του περιοδικού, με την τεχνική ανάλυση, τα βήματα εξέλιξης της Multistrada 950 και την συμπεριφορά αναρτήσεων, φρένων και πλαισίου, στην γρήγορη οδήγηση.

Η Ducati θέλει την Multistrada 950 απέναντι σε όλους, ξεκινώντας από τις on-ff των οκτακοσίων κυβικών των BMW και Triumph, πηγαίνοντας στο V-Strom και την Africa Twin, και από εκεί στο νέο KTM 1090 Adventure, την στιγμή που στο στόχαστρο είναι και το Yamaha Tracer 900. Εναντίων όλων λοιπόν και έχει συγκεκριμένα όπλα για τον καθένα… σε λίγες μέρες θα εξηγήσουμε που τα καταφέρνει εύκολα και που θα είναι δύσκολα τα πράγματα… Όμως ασχέτως ποιον κερδίζει ή όχι, η Multistrada 950 είναι μία καλοφτιαγμένη μοτοσυκλέτα, ευχάριστη και ικανή σε διαφορετικούς ρόλους.

Η Multistrada θέλει να ισορροπήσει ανάμεσα στις πραγματικές ανάγκες τις καθημερινής μετακίνησης και της οδηγικής απόλαυσης

Δείτε όλες τις φωτογραφίες του ρεπορτάζ: