SEAT MO eScooter 125: Δοκιμή και συγκριτικό με Honda PCX 125 & SYM JETX

Η δίτροχη πρόταση της SEAT για την αστική μετακίνηση
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/6/2021

Η πολυαναμενόμενη συνεργασία της SEAT με την ισπανική SILENCE αποδίδει τους πρώτους καρπούς με ναυαρχίδα το eScooter 125, όπως για πρώτη φορά είχε ανακοινωθεί στην EICMA πριν από δύο χρόνια. Η SEAT επέλεξε τον πιο ασφαλή και ευθύ δρόμο για την παρουσία της στα δίτροχα οχήματα συνάπτοντας συνεργασία με μία ισπανική εταιρεία που έχει ήδη αντιπροσωπείες σχεδόν σε όλη την Ευρώπη και έχει αποδείξει την αξιοπιστία της. Σημαντικό επίσης πως κατασκευάζει τα ηλεκτροκίνητα σκούτερ εξ ολοκλήρου στην Ισπανία μαζί και τις αφαιρούμενες μπαταρίες! Η διαφορά στο φινίρισμα και την συναρμογή των πλαστικών υπερ των ΜΟ είναι αμέσως αισθητή, πράγμα όμως που αντανακλάται και στην τιμή η οποία διαμορφώνεται βέβαια σε πιο ελκυστικά πλαίσια μέσω επιδότησης με το πρόγραμμα «Κινούμαι Ηλεκτρικά», αλλά και με την εύκολη διαδικασία χρηματοδότησης από την SEAT.

Η εξέλιξη της ηλεκτροκίνησης στην μοτοσυκλέτα βρίσκεται σε νηπιακό στάδιο, έναντι των εξελίξεων στην αυτοκίνηση που έχει ήδη βγάλει Πανεπιστήμιο. Και η άποψη του ΜΟΤΟ που έχει διαμορφωθεί μέσα από συζητήσεις με υψηλόβαθμα στελέχη των μητρικών κατασκευαστικών εταιρειών μοτοσυκλέτας, είναι πως η στασιμότητα στις εξελίξεις θα υπάρχει τουλάχιστον και για την επόμενη δεκαετία! Με λίγα λόγια αμιγώς ηλεκτρικές μοτοσυκλέτες από τους πατροπαράδοτους κατασκευαστές θα αργήσουμε να δούμε. Στον αντίποδα όλων αυτών βρίσκονται τα ηλεκτρικά σκούτερ και μάλιστα λύσεις όπως των SEAT MO με αφαιρούμενη μπαταρία που μπορείς να πάρεις μαζί σου στο διαμέρισμα ή στην εργασία, αφήνοντας το σκούτερ παρκαρισμένο στον συνηθισμένο για εσένα μέρος. Πρόκειται για λύσεις που στοχεύουν στην καθημερινή μετακίνηση κι έχουν εφαρμογή στο σήμερα.

Η υφιστάμενη τεχνολογία της ηλεκτροκίνησης είναι παραπάνω από ικανοποιητική για τις ανάγκες που καλείται να καλύψει ένα σκούτερ, κι ας απέχει τουλάχιστον μία δεκαετία μακριά μας όταν μιλάμε για μοτοσυκλέτες. Πόσο μάλιστα όταν το SEAT MO δεν θέλει να προσελκύσει μονάχα μοτοσυκλετιστές που θέλουν και μία οικονομικότερη σε τρέχοντα έξοδα καθημερινή λύση μετακίνησης, αλλά κυρίως νέους οδηγούς που δεν έχουν προσωπικό όχημα.

Όλες οι έρευνες σε ευρωπαϊκό έδαφος άλλωστε καταλήγουν στο συμπέρασμα πως ολοένα και λιγότεροι νέοι αγοράζουν αυτοκίνητο, περιμένοντας την απόκτησή του αφότου κάνουν οικογένεια και αλλάξουν οι υποχρεώσεις τους. Οι αιτίες πολλές και μάλιστα με κοινωνικά κριτήρια ορισμένες από αυτές, αλλά εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός πως τα μεγάλα αστικά κέντρα γίνονται ολοένα και πιο αφιλόξενα για τα αυτοκίνητα, την ίδια ώρα που τα μέσα μαζικής μεταφοράς βελτιώνονται σε πρότυπο βαθμό. Τουλάχιστον στην υπόλοιπη Ευρώπη όλα αυτά. Με την αγορά του αυτοκινήτου να βλέπει τις εξελίξεις αυτές και να θέλει να προετοιμάζεται για το μέλλον, η ατομική μικροκινητικότητα φαίνεται πως δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ένα νέο εμπορικό πεδίο. Ένα ηλεκτρικό σκούτερ με επιδόσεις αντίστοιχες ενός με κινητήρα εσωτερικής καύσης που οδηγείται με δίπλωμα αυτοκινήτου, πλέον και στην χώρα μας, φαντάζει συνεπώς μία εξαιρετικά καλή λύση για μία μεγάλη μερίδα ανθρώπων εκεί έξω. Τα παραπάνω εξηγούν την κίνηση της SEAT και ταυτόχρονα σχηματίζουν και το προφίλ χρήσης που ταιριάζει περισσότερο στο eScooter 125. Μία δοκιμή στο ΜΟΤΟ βέβαια δεν γίνεται ποτέ να περιοριστεί σε ένα και μόνο προφίλ χρήσης ή να μην υποβληθεί το MO σε όλα όσα κάνουμε στις σελίδες μας για όλα τα μοντέλα ξεκινώντας από το ζύγισμα στην δική μας ζυγαριά ακριβείας.

Η μπαταρία μόνη της ζυγίστηκε 40,5 κιλά δηλαδή μόλις 500 γραμμάρια παραπάνω από εκείνο που επικαλείται η SEAT ενώ λίγο μεγαλύτερη απόκλιση υπήρχε στο συνολικό βάρος, όπως θα διαβάσετε και στο ΜΟΤΟ. Η μπαταρία αφαιρείται συρταρωτά κατεβάζοντας αυτόματα δύο μικρούς συμπαγείς τροχούς ώστε ποτέ να μην χρειαστεί να την σηκώσεις ενώ αντίστοιχα τοποθετείται ξανά και στο σκούτερ. Το πρόβλημα είναι πως καμία πόλη της Ελλάδας δεν είναι… Τόκυο! Εκεί δηλαδή που οι δρόμοι θυμίζουν πίστα για superbike και τα πεζοδρόμια έχουν όλα ένα ύψος. Στην Ελλάδα δύσκολα θα παρκάρεις κάπου που δεν απαιτείται μετά να μην ανέβεις ούτε ένα σκαλί για να φτάσεις μέχρι το ασανσέρ ή για να μπεις στο σπίτι σου ή την εργασία, ακόμη κι αν μιλάμε για ισόγειο. Το κατά πόσο είναι εύκολο να ανεβάσεις την μπαταρία στο σπίτι ή το γραφείο είναι ξεχωριστό για τον κάθε ένα αλλά ταυτόχρονα εύκολο να το απαντήσει και μόνος του. Αν στην συνηθισμένη διαδρομή από το σημείο παρκαρίσματος προς το σημείο φόρτισης μπορεί με άνεση να μεταφέρει μία βαλίτσα για ένα αεροπορικό ταξίδι τότε θα πρέπει να υπολογίσει το διπλάσιο βάρος και να δώσει μόνος του την εξατομικευμένη απάντηση που χρειάζεται. Διότι οι βαλίτσες δεν ξεπερνούν τα 23 κιλά κι έτσι παρά τον μικρό της όγκο, η βαριά μπαταρία δεν πρόκειται να βολέψει όλους το ίδιο στην μεταφορά της.

Από εκεί και πέρα υπάρχει ένα θεμελιώδες πρόβλημα με την οδηγική εκτίμηση του SEAT MO: Το γεγονός πως θα κληθούν να μιλήσουν για αυτό άνθρωποι με εμπειρία χτισμένη σε καθαρά μοτοσυκλετιστικά κριτήρια, είτε μιλάμε για εμάς τους ίδιους είτε για όλους εκείνους που θα τους ζητηθεί η γνώμη από κάποιον συγγενή ή φίλο που δεν έχει καμία σχέση με δίτροχα και θεωρεί ως «γκουρού» οποιονδήποτε καβαλά μοτοσυκλέτα. Κι αυτό είναι πρόβλημα γιατί με καθαρά μοτοσυκλετιστικά κριτήρια, το μεγαλύτερο ποσοστό βάρους που αναλογεί στον πίσω άξονα και φυσικά το hub-motor που χρησιμοποιεί το eScooter 125 για την κίνησή του είναι στοιχεία που αμέσως θα ξενίσουν κάποιον μοτοσυκλετιστή. Μεταξύ μας λοιπόν δεν θα πρέπει να αποτελεί έκπληξη αν σας πω ότι κοντά στην τελική των εκατό χιλιομέτρων υπάρχει ένα κοσκίνισμα στο τιμόνι που γίνεται κατανοητό όμως μονάχα αν το αφήσεις για λίγο, ούτε πως κάθε λακκούβα μέσα στην οποία θα πέσει ο πίσω τροχός θα έχει από μικρό έως αρκετά μεγάλο αντίκτυπο στην απόσβεση του αμορτισέρ πίσω και αναλόγως της ταχύτητας θα επηρεάσει ακόμη και την σταθερότητα. Δεν γίνεται κι αλλιώς καθώς το βάρος του τροχού είναι σημαντικό. Η hub-motor λύση εξυπηρετεί απόλυτα τους σκοπούς σε ηλεκτρικά πατίνια και μικρά σκούτερ, αλλά σε μεγαλύτερη κλίμακα φανερώνει τα πολλά μεινοκτήματα με πρώτο και καλύτερο το βάρος. Όσο μεγαλύτερο είναι το μη αναρτώμενο βάρος τόσο μεγαλύτερη και η αδράνεια που επηρεάζει την κίνηση της μοτοσυκλέτας κατά την αλλαγή κατεύθυνσης και φυσικά την απόσβεση της ανάρτησης στις διάφορες ανωμαλίες του οδοστρώματος που στην Ελλάδα δεν είναι καθόλου αμελητέες. Ο μοτοσυκλετιστής θα δώσει μεγαλύτερη σημασία σε όλα αυτά, από εκείνο που θα κάνει κάποιος νέος αναβάτης προερχόμενος από το αυτοκίνητο και που στρέφεται στο δίκυκλο ως λύση ανάγκης, σαφώς κινούμενος σε διαφορετικό ρυθμό. Κυρίως μάλιστα από την στιγμή που στην σέλα του SEAT MO όλα αυτά συνηθίζονται εύκολα και για να σε απασχολήσουν θα πρέπει πρωτίστως να τα αναγνωρίσεις ως μεθοδολογία κατασκευής και όχι ως συμπεριφοράς. Η σύγκριση βέβαια με ένα αντίστοιχο σκούτερ 125 κυβικών θα φανερώσει αμέσως αυτή την διαφορά πάνω από λακκούβες αν και θα πρέπει να αρχίσει κανείς να οδηγεί γρήγορα για να δει μεγάλη διαφορά στην αλλαγή κατεύθυνσης που έτσι και αλλιώς δεν είναι ζητούμενο για κανένα από αυτά τα οχήματα.

Αντιθέτως μεγάλη είναι η διαφορά στην επιτάχυνση και στην συγκεκριμένη περίπτωση με τα Honda PCX 125 και SYM JetX που παραβάλλαμε απέναντι στο SEAT MO. Και τα δύο σκούτερ με κινητήρα εσωτερικής καύσης ξεκινούν για μερικά μέτρα πιο γρήγορα από το ηλεκτρικό αλλά μιλάμε για μόλις το μισό μήκος. Αμέσως μετά και όσο η CVT μετάδοσή τους μεγαλώνει το εύρος της, το SEAT MO όχι απλά περνά μπροστά αλλά τους αφήνει και πολύ εύκολα πίσω ακόμη κι αν στην σέλα του έχει βαρύτερο αναβάτη. Ο τοποθετημένος στο κέντρο του τροχού ηλεκτροκινητήρας δεν έχει τα ίδια θέματα μετάδοσης με τους κινητήρες εσωτερικής καύσης ενώ έτσι κι αλλιώς η ευστροφία του δεν μπορεί να συγκριθεί.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι να γίνεται το SEAT MO το πιο γρήγορο όχημα ανάμεσα στα αυτοκίνητα στα χέρια κάποιου έμπειρου αναβάτη, όμως αυτό θα διαρκέσει για λίγο κυρίως τώρα το καλοκαίρι. Μόλις η θερμοκρασία της μπαταρίας που ευδιάκριτα φαίνεται στην οθόνη των οργάνων, ξεπεράσει τους πενήντα βαθμούς η απόδοση περιορίζεται. Αυτό όμως είναι κάτι που επηρεάζει την επιτάχυνση και όχι στην τελική ταχύτητα που εξακολουθεί να είναι τα εκατό χιλιόμετρα με την λειτουργεία Sport επιλεγμένη, ενώ πέφτει σταδιακά για τις υπόλοιπες φτάνοντας τα 70. Δεν είναι δύσκολο για την μεγάλη μπαταρία στις πυρωμένες κατά το ελληνικό καλοκαίρι πόλεις, να ξεπεράσει γρήγορα τους 50 βαθμούς όταν το γκάζι μένει συνέχεια τέρμα ανοικτό. Αν δεν τρέχεις ανάμεσα στα αυτοκίνητα με ρυθμό που σε εκνεύριζε να βλέπεις τα δίκυκλα να κρατούν όσο καιρό οδηγούσες μονάχα αυτοκίνητο, τότε ο περιορισμός της επιτάχυνσης εξαιτίας της θερμοκρασίας της μπαταρίας δεν πρόκειται να σε απασχολήσει καθόλου. Πότε, ούτε στην πιο ζεστή ημέρα, δεν έφτασε η μπαταρία σε θερμοκρασία που θα μπορούσε να την επηρεάσει περισσότερο, όπως ας πούμε να μην μπορείς να την βάλεις να φορτίσει αμέσως μόλις παρκάρεις. Η φόρτιση μπορεί να γίνει και επάνω στο σκούτερ χωρίς καμία διαφορά από την στιγμή που ο φορτιστής των 600W είναι ενσωματωμένος στην αφαιρούμενη μπαταρία, με την φόρτιση να διαρκεί 6 ώρες αν έχει αδειάσει τελείως πράγμα που πρέπει να αποφεύγεται. Όχι μόνο αυτό, αλλά η εγγύηση χάνεται αν το σκούτερ δεν φορτιστεί τουλάχιστον μία φορά τον μήνα. Κι αυτό γιατί η ακινησία φθείρει την μπαταρία, όπως και όλες τις μπαταρίες έτσι κι αλλιώς.

Η αυτονομία που ανακοινώνει η SEAT ισχύει σε απόλυτο βαθμό αν χρησιμοποιείς και τον χάρτη με την μικρότερη απόδοση όμως. Περιορίζεται περίπου στο μισό όταν έχεις επιλέξει την Sport απόδοση και το ευτυχές γεγονός είναι πως μπορείς να βασιστείς στην ένδειξη των οργάνων και να υπολογίσεις με ακρίβεια την απόσταση που μπορείς να διανύσεις με την μπαταρία που απομένει. Τα φώτα είναι εξαιρετικά το βράδυ και αρκετά εμφανή την ημέρα που είναι ζήτημα ασφάλειας για όλα τα δίκυκλα ώστε να τα προσέχουν καλύτερα οι υπόλοιποι οδηγοί. Ο χώρος κάτω από την σέλα μπορεί να φιλοξενήσει δύο κράνη ενώ η επίπεδη ποδιά ευνοεί το φόρτωμα. Η σέλα είναι εξαιρετικά ποιοτική, από τις πιο ευρύχωρες συγκρινόμενη με τα σκούτερ της κατηγορίας 125 και στεγνώνει αμέσως μετά την βροχή. Με ένα ελαφρύ χτύπημα στο κέντρο του LED δαχτυλίου, η μπαταρία σου δείχνει το ποσοστό φόρτισης αλλά αυτό το εφέ ενεργοποιείται και από τράνταγμα σε λακκούβες ή όταν ανεβοκατεβαίνεις σκαλιά ενώ τραβάς την μπαταρία από το χερούλι της σαν βαλίτσα.

Οποιοσδήποτε μπορεί να τραβήξει την τροχύλατη μπαταρία σε πλακόστρωτο δρόμο και να την ανεβάσει τρια-τέσσερα σκαλιά μέχρι την είσοδο, μπορεί να σπρώξει και το σκούτερ για μισό μέτρο σε ανηφόρα, ώστε να ξεπαρκάρει. Ωστόσο για κάτι τέτοιες στιγμές υπάρχει η επιλογή της όπισθεν που ενεργοποιείται πολύ εύκολα με ένα δάχτυλο από το αριστερό χέρι. Σαφέστατα καλοδεχούμενη λοιπόν αν και όχι τελείως απαραίτητη.

Με το SEAT MO τρέξαμε τρία διαφορετικά σενάρια μετακίνησης με το πιο ακραίο από αυτά, για τα δεδομένα ηλεκτρικού σκούτερ, να περιλαμβάνει καθημερινή μετακίνηση 35 χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα, εργασίες στο κέντρο της πόλης και επιστροφή. Είτε βρίσκεσαι περιμετρικά του κέντρου πόλης και κινείσαι σε αυτό, είτε στα περίχωρα, το SEAT MO μπορεί να καλύψει τις ημερήσιες ανάγκες μετακίνησης μετριάζοντας την ταχύτητα για να ανταπεξέλθει στην απόσταση αν δεν θέλεις στο ενδιάμεσο να φορτίσεις. Διαφορετικά δεν υπάρχει ούτε αυτός ο περιορισμός. Συγκριτικά με ένα σκούτερ 125 δεν υπάρχει καμία διαφορά στην άνεση κατά την κάλυψη αποστάσεων, πέρα από το θέμα των αποσβέσεων από το πίσω αμορτισέρ που καλύψαμε αναλυτικά – απεναντίας το SEAT MO είναι εξαιρετικά εργονομικό για κάθε σωματότυπο αναβάτη.

Με επιδοτούμενη αγορά που κάπως μετριάζει το κόστος απόκτησης που συγκρίνεται με σκούτερ μεγαλύτερου κυβισμού και όχι τα 125 αλλά με καλύτερες επιδόσεις από αυτά, πολύ καλή εργονομία και μεγάλες δυνατότητες φόρτωσης, το eScooter 125 φέρνει στο σήμερα μία εικόνα από ένα κοντινό μέλλον όπου η αστική μετακίνηση θα είναι κυρίως ηλεκτρική. Μπορεί οι κινητήρες εσωτερικής καύσης να χρειάζονται πολλά χρόνια για να φύγουν από τις μοτοσυκλέτες, αν ποτέ φύγουν, αλλά τα δεδομένα των σκούτερ είναι τελείως διαφορετικά και μία λύση όπως των SEAT MO έχει άμεση εφαρμογή στο σήμερα. Περισσότερα σε επόμενο ΜΟΤΟ αλλά και στην ετήσια έκδοση των σκούτερ, την «βίβλο» SCOOTERMANIA.

 

Δείτε εδώ περισσότερα τεχνικά χαρακτηριστικά και τιμοκατάλογο των SEAT MO

 

Παρουσίαση KTM 890 Adventure: Πρώτες εντυπώσεις στην ορεινή Ναυπακτία!

Ριζικά ανανεωμένο
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

22/10/2020

Όταν η KTM μας προσκαλούσε για ένα νέο μοντέλο «έκπληξη» έχοντας μόλις παρουσιάσει τα νέα 890 R και 890 Rally με τον τρόπο που αναγκαστικά γίνεται φέτος, online, αντιλαμβανόμασταν πως αυτό που θα βλέπαμε από κοντά στην Ναύπακτο θα ήταν λογικά η βασική έκδοση, το νέο 890 Adventure. Αντί να ξενιτευόμαστε στην Ισπανία ή την Ιταλία που παραδοσιακά πηγαίνουμε για τις παρουσιάσεις των νέων μοντέλων, η KTM πολύ βολικά μας περίμενε στην Ναύπακτο! Δίνοντας έτσι και στους ξένους δημοσιογράφους μία ευκαιρία να ξεφύγουν από την πεπατημένη κάνοντας ένα ταξίδι που δεν συνηθίζουν στην συγκεκριμένη δουλειά… Η τοποθεσία έχει έναν άμεσο αντίκτυπο στα συμπεράσματα που βγαίνουν από την πρώτη εμπειρία: Βλέπετε, στις παρουσιάσεις αποκτούμε μία γρήγορη εντύπωση του νέου μοντέλου με το μεγάλο κέρδος να είναι η άμεση επικοινωνία που υπάρχει με τους ανθρώπους που την έχουν σχεδιάσει και που σπάνια θα τους συναντήσεις διαφορετικά. Η εμπειρία της σύντομης οδήγησης να ξέρετε πως έρχεται δεύτερη σε σημασία. Κατά την δοκιμή αρκετούς μήνες μετά, όταν το νέο μοντέλο έρθει τελικά στην Ελλάδα και το κρατήσουμε για τουλάχιστον μία εβδομάδα φορτώνοντας πολλά χιλιόμετρα, θα βγουν τα τελικά συμπεράσματα για την πραγματική και αναλυτική του κριτική. Κι ένα από αυτά που μερικές φορές θα χρειαστεί να αναθεωρήσουμε για αρχή κατά την δοκιμή στην Ελλάδα, είναι τα ηλεκτρονικά με πρώτο το ABS. Διότι να πέφτεις φρεναριστός σε λακκούβα βγαίνοντας σε χαλίκι ενώ οδηγείς στην άσφαλτο, είναι περίπτωση που απαντάται στο βασικό μενού του Έλληνα μοτοσυκλετιστή χωρίς όμως να σερβίρεται στο εξωτερικό!

Σημαντικό λοιπόν που η πρώτη επαφή με το 890 έγινε στην Ελλάδα μιας και τα ηλεκτρονικά είναι μία από τις μεγάλες διαφορές συγκριτικά με το απερχόμενο μοντέλο. Βασική αλλαγή παραμένει φυσικά ο κινητήρας, για τον οποίο πολύ αναλυτικά γράψαμε εδώ. Ας θυμηθούμε τα κυριότερα σημεία:

Υπάρχει μία αύξηση 90 κυβικών που προέρχεται και από διάμετρο και από διαδρομή. Ο δικύλινδρος εν σειρά ήταν 799 κυβικά με 88mm x 65,7mm και τώρα έγινε 889 κυβικά με 90,7mm διάμετρο και 68,8mm διαδρομής. Ωστόσο τα σφυρήλατα πιστόνια ζυγίζουν 10g λιγότερα παρά το μεγαλύτερο μέγεθός τους, καθώς έχουν διαφορετικό σχήμα και κοντύτερο πείρο ασφάλισης. Ο κινητήρας έχει δύο αντικραδασμικούς άξονες, ο ένας μπροστά από τον στρόφαλο και ο άλλος στην κεφαλή. Η ύπαρξη δύο αντικραδασμικών αξόνων έχει αρκετά μειονεκτήματα και ένα από αυτά είναι η μεγαλύτερη αδράνεια του κινητήρα. Εκτός κι αν για κάποιο λόγο η αύξηση της αδράνειας αποτελεί κομμάτι του σχεδιασμού, πράγμα που ισχύει στην συγκεκριμένη περίπτωση. Η KTM θέλησε να δώσει 20% μεγαλύτερο φρένο κινητήρα, αυξάνοντας τις κινούμενες μάζες, ποσοστό που αποτελεί μία σημαντική διαφορά.

KTM 890 ADVENTURE R & Rally 2021: Τεχνική ανάλυση των αλλαγών [VIDEO] - Μεγαλύτερα έμβολα με μικρότερο βάρος

Ταξίδεψα ακριβώς για αυτό τον λόγο με το 790 Adventure μέχρι την Ναύπακτο για να έχω άμεση την σύγκριση, αν και είναι μία μοτοσυκλέτα που γνωρίζω αρκετά καλά καθώς εκτός από τις δοκιμές του περιοδικού έχω ταξιδέψει μαζί της αυθημερόν μέχρι το Βελιγράδι και επίσης σε μία ημέρα μέσα επέστρεψα αργότερα από το Σαράγιεβο απευθείας στην Αθήνα! Βάση αυτής της εμπειρίας, και με την πρόσθετη υπενθύμιση της οδήγησης του 790, δηλώνω πως η διαφορά στην αίσθηση της γκαζιέρας και υπάρχει και την καταλαβαίνεις αμέσως. Το ίδιο συμβαίνει και στις σούζες που έρχονται πιο εύκολα, το ίδιο και στην είσοδο των στροφών που διατάζεις την μοτοσυκλέτα με μεγαλύτερη αμεσότητα καθότι ενισχύεται το γυροσκοπικό φαινόμενο. Το θετικό είναι πως η ευστροφία του κινητήρα παραμένει στα ίδια υψηλά επίπεδα και φτάνεις έτσι γρήγορα στον κόφτη ο οποίος επεμβαίνει ήπια.

Βοσνία – Ελλάδα, Πρωί-Απόγευμα: 4 χώρες σε μία μέρα nonstop με KTM 790 Adventure - Και Αθήνα – Βελιγράδι 1.200 χιλιόμετρα με μία ανάσα

Το κιβώτιο έχει ενισχυθεί για να ανταπεξέλθει στο πρόσθετο έργο που αναλαμβάνει, όπως αντίστοιχα έχει ενισχυθεί και ο συμπλέκτης, αλλά αυτά τα έχουμε εξηγήσει εδώ. Το νέο είναι πως το quickshifter έχει επίσης βελτιωθεί στις αλλαγές, με μία παρατήρηση που θα δούμε και στην αναλυτική δοκιμή στο τεύχος. Ήταν στην δεύτερη θέση της κατάταξης για τα καλύτερα quickshifter που υπάρχουν στις μοτοσυκλέτες και για αυτό το αντέγραψε και η BMW, όπως οι ίδιοι έχουν παραδεχτεί στο ΜΟΤΟ. Τώρα με την αναβάθμιση που έγινε τα πράγματα είναι ακόμη καλύτερα και είναι πραγματικά χρήσιμο στην γρήγορη οδήγηση, σε συνδυασμό με τις γρήγορες αλλαγές που υποστηρίζει η ευστροφία αυτού του κινητήρα.

Με την αύξηση του κυβισμού, επακόλουθο είναι να χρειάζεται και καλύτερη τροφοδοσία στους κυλίνδρους, ιδιαίτερα όταν η συμπίεση είναι στο 13,5:1 για αυτό και οι βαλβίδες μεγάλωσαν κατά 1mm και άλλαξε το πάτημά τους τόσο της εισαγωγής, όσο και της εξαγωγής ώστε να μεγιστοποιείται και η έξοδος των καυσαερίων. Ταχύτερη απορροή των καυσαερίων από τον κύλινδρο ισοδυναμεί με πιο γρήγορη πλήρωση, αυτά τα δύο πάνε μαζί. Οπότε αναγκαστικά ακολουθεί και η πηγή του καυσίμου, ώστε να γίνεται η πλήρωση με τον πιο σωστό τρόπο: Δύο Dell’Orto 46mm σώματα ψεκασμού αναλαμβάνουν να εκπληρώσουν τις νέες ανάγκες της τροφοδοσίας με επίσης νέους αισθητήρες που διαβάζουν με περισσότερη ακρίβεια την εισαγωγή και αποφασίζουν καλύτερα για το μίγμα. Υπάρχει και knock sensor που σημαίνει πως γίνεται ανίχνευση για το πότε η ανάφλεξη δεν είναι ομαλή αλλά έρχεται με βίαιο τρόπο. Αυτό συμβαίνει συχνά στους βενζινοκινητήρες με πρώτο λόγο το κακό μίγμα, εκτός και αν επαναλαμβάνεται συνέχεια ή συμβαίνει σε κάθε κύκλο οπότε υπάρχει πρόβλημα στον κινητήρα για μία σειρά από λόγους που ξεκινούν από την κακή ρύθμιση και καταλήγουν στο να υποδηλώνουν φθορά εξαρτημάτων. Ο knock sensor που θα τον βρείτε μεταφρασμένο ως «αισθητήρα κρουστικής καύσης» είναι απόλυτα συνηθισμένος στην αυτοκινητοβιομηχανία αλλά κάπως λιγότερο στην μοτοσυκλέτα κι ένας από τους λόγους είναι η απουσία αυστηρών προδιαγραφών ρύπων. Τώρα με τους Euro5 η προσθήκη γίνεται επιτακτική και αυτό που κάνει στην πράξη, είναι να επεμβαίνει στον χρόνο της ανάφλεξης για ελάχιστα χιλιοστά δευτερολέπτου ώστε να δώσει το χρόνο στο μίγμα να ενισχυθεί σωστά και να πιάσει όλο τον χώρο του θαλάμου και να γίνει ομαλότερη η καύση στην συνέχεια. Αντίστοιχα βελτιωμένη είναι και η κατανάλωση με την πρώτη εμπειρία τώρα που είχε και «ελληνική βενζίνη» να δείχνει πως η KTM είναι κοντά στην αλήθεια για τα 4,5 λίτρα στα εκατό χιλιόμετρα ταξιδιού…

Τα φρένα δουλεύουν πολύ καλά στην ελληνική άσφαλτο με τα AVON ελαστικά. Τα λάστιχα πρώτης τοποθέτησης δεν είναι αυτά που θα θέλαμε να δούμε στο πλαίσιο της τιμής του 890 Adventure που δεν έχει ανακοινωθεί ακόμη, μιας και η μοτοσυκλέτα θα αργήσει να γίνει διαθέσιμη φτάνοντας αρχές του 2021 στα καταστήματα. Αναμένεται όμως πολύ κοντά στην αρχική τιμή του 790, μιας και αυτό πλέον βρίσκεται σε πολύ γενναία προσφορά. Δεν έχουμε κάτι με την AVON και μάλιστα τα ελαστικά ήταν αξιοπρεπέστατα και στην βροχή που τα δοκιμάσαμε, η αναφορά γίνεται στο πλαίσιο της τιμής του 890. Με αυτά πάντως τα δεδομένα, το ABS με την ελάχιστη ανάδραση όταν πέφτεις σε λακκούβα φρεναρισμένος και την άψογη διαχείριση της αλλαγής πρόσφυσης αμολώντας πίεση «τόσο-όσο», παίρνει τα συγχαρητήρια εύκολα.

Τα εύσημα έρχονται επίσης για τον τρόπο που δουλεύει το πακέτο Rally και πρέπει -δυστυχώς- να το προμηθευτεί έξτρα ο αναβάτης, αλλά είναι από αυτά τα έξτρα που κάνουν την διαφορά. Ας μην βάλετε βαλίτσες για ένα χρόνο, το Rally είναι αυτό που χρειάζεται πρώτα ιδιαίτερα για την διαχείριση του ντριφταρίσματος που σου επιτρέπει άμεσα με ένα κουμπί να την διαχειριστείς εν λειτουργία! Κάνει αυτό που υπόσχεται, ντριφτάρεις όσο χάλια και αν είναι η πρόσφυση και με βάση τον βαθμό παρεμβατικότητας που του επιτρέπεις, θα επιτρέψει και εκείνο το σπινάρισμα του πίσω τροχού. Κοιτά τον ρυθμό με τον οποίο αυτό συμβαίνει όμως, ώστε να μην βρεθείς προ εκπλήξεως και να προλάβει να επέμβει, αυτό το κάνει σωτήριο. Διότι αν λειτουργούσε με «σκάλες» τότε δεν θα μπορούσε να αποτρέψει τα χειρότερα… Ούτε τώρα βέβαια σου εγγυάται κανείς πως θα κάνεις Supermoto στους ελληνικούς δρόμους, αλλά είναι πράγματι ένας τρόπος να παίξεις με ασφάλεια και μαρτυρά και την τεράστια εξέλιξη των ηλεκτρονικών. Μέχρι πρόσφατα τα ηλεκτρονικά βοηθήματα ήταν εκεί για να σε περιορίσουν και ξεκινώντας την μοτοσυκλέτα οι περισσότεροι απλά τα απενεργοποιούσαν, προσθέτοντας μία ακόμη ρουτίνα στην εκκίνηση της μοτοσυκλέτας. Ο ορισμός του «έχω πληρώσει κάτι που δεν χρειάζομαι». Εδώ και πολύ καιρό έχουμε ξεφύγει από αυτό. Αρχικά με το ABS που έπαψε να είναι αιτία ατυχημάτων όταν είχε βγει ακριβώς για να τα αποτρέψει και έπειτα με το Cornering ABS που για πρώτη φορά ήταν εκεί για να σε βοηθήσει να οδηγείς πιο γρήγορα φρενάροντας πιο αργά, μέσα στην στροφή. Αυτό έγινε πρώτη φορά στον κόσμο το 2014 από την KTM, και αισθάνομαι ευγνώμων που έζησα από κοντά την αποκάλυψή του στο κοινό, γιατί μόνο εκεί μπορούσαμε να το δοκιμάσουμε στον υπέρμετρο βαθμό, έστω και επεισοδιακά! Τώρα είμαστε ήδη μερικά βήματα πιο κάτω και το “slip assist” είναι στην ζωή μας. Ξανά: Όχι για να κάνει «μάγκα τον κουλό» αλλά για να μπορεί ο αναβάτης να παίζει με ασφάλεια όλη την ώρα. Παλιότερα λέγαμε πως όποιος επιμένει την πατάει, τώρα το software θέλει να σβήσει ένα κομμάτι του ρίσκου, και όχι να αντικαταστήσει τις δυνατότητες του αναβάτη. Αυτές εξακολουθούν να είναι προϋπόθεση, απλά το ρίσκο κάθε ενέργειας θέλει η KTM να είναι μικρότερο – και με το Rally λογισμικό αυτό ισχύει!

Μπαίνουμε σε έναν ήπιο χωματόδρομο πάνω από τα χίλια μέτρα υψόμετρο και το πατημένο χώμα είναι μία γλίτσα σκέτη γιατί έχει βρέξει ελαφρά. Παραδόξως τα street ελαστικά έχουν πρόσφυση αλλά το ζήτημα είναι πως αν την χάσουν η συνέχεια θα είναι απότομη. Που σημαίνει πως αποκτάς ταχύτητα, αλλά αν χρειαστεί να φρενάρεις τότε όλα γίνονται εξαιρετικά δύσκολα, ενώ και το γενναίο άνοιγμα του γκαζιού είναι πρόβλημα. Με το Rally επιλεγμένο και το ABS στο offroad που απενεργοποιείται στον πίσω τροχό, η απόκριση στο γκάζι είναι αρκετά απότομη με το traction control να βοηθά και σε αυτή την εξαιρετική περίπτωση, αλλά και το φρένο εμπρός σου έδινε την δυνατότητα να σταματήσεις πριν… βρεθείς στο γκρεμό. Το γλίστρημα σε τέτοιες συνθήκες είναι απλά δεδομένο και αδύνατο να το αποφύγεις, το πόσο εύκολα το αποσβένεις είναι η υπόθεση. Όσο πιο εύκολα ξεφεύγεις από το γλίστρημα στο φρενάρισμα, τόσο πιο εύκολα διατηρείς τον ρυθμό σου αντί συνέχεια να κόβεις, σκεπτόμενος το επόμενο που θα έρθει. Και τα νέα ηλεκτρονικά το προσφέρουν αυτό, για τους λόγους που θα δούμε και στο επόμενο τεύχος, όπως και τις συνθήκες που αυτό συμβαίνει.

Η ανάρτηση πίσω που ήθελε την περισσότερη βελτίωση συγκριτικά με το προηγούμενο μοντέλο, πράγματι έχει σημάδια καλύτερης συμπεριφοράς. Τόσο στην απόσβεση συμπίεσης που ήταν και το μεγαλύτερο ζήτημα, όσο και στην επαναφορά που έγινε πιο γραμμική.

Το ρεζερβουάρ των 20 λίτρων είναι το μεγάλο ατού αυτής της μοτοσυκλέτας. Μπορεί αρχικά να ήταν και ένα από τα προβλήματά της, όπως μόνο το ΜΟΤΟ έχει αναλύσει, όμως με αυτό έχουμε για πάντα τελειώσει και μάλιστα υπάρχει και μία σημαντική αλλαγή στο νέο μοντέλο που θα δούμε στο επόμενο τεύχος και που βοηθά το κόστος συντήρησης γενικά! Το ρεζερβουάρ είναι μεγάλο αυτού, γιατί κανείς άλλος κατασκευαστής δεν έχει μπει στην διαδικασία να φτιάξει κάτι τέτοιο. Το ζήτημα για την KTM ήταν να σου δώσει μία από τις μεγαλύτερες χωρητικότητες της κατηγορίας γενικά, με όλα τα διαφορετικά μοντέλα που υπάρχουν, χωρίς να επηρεάζει την θέση οδήγησης και με την καλύτερη κατανομή βάρους που μπορεί να γίνει. Το κόστος της εξέλιξης που είχε κάτι τέτοιο, αποτυπώνεται ως κομμάτι της τελικής τιμής αυτής της μοτοσυκλέτας, αλλά το θέμα είναι πως με γεμάτο ρεζερβουάρ κουνάς την μοτοσυκλέτα σταματημένη και την ισορροπείς γρήγορα με το ένα χέρι. Με τις υπόλοιπες περιμένεις το καύσιμο να επιβραδύνει πρώτα, κι αυτό είναι το λιγότερο! Όρθιος οδηγώντας στο χώμα τα πόδια έχουν εξαιρετική στήριξη, όπως ακριβώς περιμένει κανείς από μία KTM και φτάνεις εύκολα τέρμα μπροστά χωρίς να έχεις κάτι να σε ενοχλεί. Εκεί μπροστά, με εύκολη πρόσβαση κάτω από ένα καπάκι είναι και η μπαταρία ενώ τα εργαλεία είναι πιασμένα στο πλάι πίσω ώστε αν θες να τα βγάλεις να μην χρειάζεται να αφαιρέσεις την σέλα, σε περίπτωση που είχε πράγματα δεμένα εκεί! Είναι φιλόξενο για αποσκευές, όπως και για συνεπιβάτη, μπαίνοντας στα μονοπάτια μεγαλύτερων μοτοσυκλέτων χωρίς καμία σύγκριση με μικρότερες σε αυτό τον τομέα.

Ταυτόχρονα εξακολουθεί να είναι πάρα πολύ σταθερό με διακόσια στο κοντέρ, όπως ακριβώς και το 790. Μέχρι και τα χίλια κυβικά, είναι η πιο σταθερή μοτοσυκλέτα με 21 ιντσών τροχό εμπρός, και αντίστοιχα σταθερή και προβλέψιμη συμπεριφορά έχει και στις στροφές. Ξύνεις μαρσπιέ παντού και με ασφάλεια. Το μέτρο είναι στο παντού και στην ασφάλεια, πάντα με δεδομένο πως η πρόσφυση επιτρέπει στο εμπρός ελαστικό να κάνει την δουλειά του. Θεωρώντας ένα δεδομένο όριο πρόσφυσης λοιπόν, πάλι δεν είναι όλες οι μοτοσυκλέτες με 21 ίντσες μπροστά το ίδιο άνετες να πλαγιάσουν στα μαρσπιέ τους. Το 890 το κάνει με την ευκολία που συναντάς σε 19άρι τροχό εμπρός και μάλιστα καλύτερα από το 790 που επίσης ήταν -και είναι- εξαιρετικό. Υπάρχει διαφορά στην κατανομή βάρους αλλά και στην αδράνεια του κινητήρα που κι αυτή από μόνη της φορτίζει τον εμπρός τροχό στις στροφές και είναι τόση που την καταλαβαίνεις…

Έχουμε λοιπόν πολλά να αναλύσουμε και να τεκμηριώσουμε ακόμη περισσότερο στο επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, μαζί με ορισμένα βασικά σημεία που χρειάζεται να επεκταθούμε για το 890…

Έως τότε απολαύστε μία πλήρη συλλογή φωτογραφιών από την παρουσίαση του νέου KTM 890 Adventure στην Ελλάδα:

 

Ετικέτες