BMW R NineT (2015)

Αντί-ρετρό
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

1/11/2017

Η πρώτη επαφή σε σοκάρει. Κάθε λεπτό που περνάς πάνω στην σέλα της σου γκρεμίζει κομμάτι-κομμάτι την εικόνα που έχεις φτιάξει στο μυαλό σου για εκείνη και έτσι όπως είσαι σαστισμένος, σε πιάνει από το χέρι και σε οδηγεί σε μέρη που ποτέ δεν είχες φανταστεί ότι θα βρεθείς μαζί της

Το συγκεκριμένο άρθρο γράφτηκε το 2015 και δημοσιεύθηκε στο τεύχος 545 του ΜΟΤΟ, και αφορά την πληρέστερη και πιο ολοκληρωμένη δοκιμή του BMW R NineT, έτσι όπως μόνο το ΜΟΤΟ έχει τη δυνατότητα να κάνει

Το R NineT ανήκει σε μια πονηρή κατηγορία μοτοσυκλετών, που με την εμφάνισή τους σου δημιουργούν την εντύπωση ότι ξέρεις τα πάντα γι' αυτές χωρίς να χρειάζεται καν να τις οδηγήσεις. Αερόψυκτος boxer κινητήρας, μεταλλικό ρεζερβουάρ βαμμένο στα κλασσικά χρώματα των BMW της δεκαετίας του '50 και του '60 και όνομα που όταν το προφέρεις στα αγγλικά, ακούγεται το ίδιο με την R 90, την θρυλική σπορ μοτοσυκλέτα των '70s με το ψυχεδελικό πορτοκαλί βάψιμο. Όλα τα ρετρό κλισέ της ιστορίας της BMW είναι πάνω της, βάζοντας γερά θεμέλια για να χτίσεις μια εντελώς λανθασμένη άποψη. Όχι, η R NineT δεν είναι καθόλου, μα καθόλου ρετρό μοτοσυκλέτα.

 

Κοροϊδεύοντας το μάρκετινγκ

Για να μην δημιουργήσω λάθος εντυπώσεις, σαφώς οι επικεφαλής του τμήματος μάρκετινγκ της BMW ήθελαν να έχουν στην γκάμα τους μια ρετρό μοτοσυκλέτα για να μπουν στην κατηγορία των Triumph Bonneville, Yamaha XJR 1300, Honda CB 1100 και CB 1300, Kawasaki ZRX 1200, Suzuki GSX 1400 κ.τ.λ. Μοτοσυκλέτες δηλαδή με εκσυγχρονισμένα μηχανικά μέρη, αλλά με νοσταλγική εμφάνιση, εμπνευσμένη από την παράδοση των εταιρειών τους. Θεωρητικά, το κοινό των ρετρό μοτοσυκλετών είναι αναβάτες μεγάλης ηλικίας που ψάχνουν από μια μοτοσυκλέτα να τους θυμίζει τα νιάτα τους. Όχι πάντα κάποια συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα που είχαν όταν ήταν νέοι, αλλά οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα ταυτίζεται με την εποχή που ήταν νέοι. Επίσης, δεν θέλουν να αγοράσουν μια γνήσια παλιά κλασσική μοτοσυκλέτα. Νοσταλγία έχουν οι άνθρωποι, όχι Αλτσαχάιμερ για να έχουν ξεχάσει πόσες δυσκολίες έχει η συμβίωση με μοτοσυκλέτες του "παλιού, καλού καιρού". Πρακτικά όμως, τις ρετρό μοτοσυκλέτες φαίνεται να τις αγοράζουν ακόμα και άτομα που ούτε καν είχαν γεννηθεί εκείνες τις εποχές. Σε αυτή την περίπτωση το κίνητρο δεν είναι η νοσταλγία αλλά καθαρά το στιλ. Το οποίο με την σειρά του γεννά την ανάγκη για διαφοροποίηση, αφού βασικός κανόνας του στιλ είναι να μην μοιάζεις ακριβώς ίδιος με τον διπλανό σου. Κι αν το μυαλό σας πάει στο customizing, πολύ καλά κάνει γιατί για αυτό ακριβώς μιλάμε.

Εμφανισιακά, το R NineT πατάει γερά και με τα δύο πόδια πάνω σε αυτούς τους πυλώνες της κατηγορίας των ρετρό μοτοσυκλετών. Έχει όλα τα στοιχεία για να ξυπνήσει την νοσταλγία στους ώριμης ηλικίας μοτοσυκλετιστές, αλλά και εκείνα που θα προκαλέσουν τους νεότερους να ασχοληθούν μαζί της, δίνοντας τεράστια περιθώρια για δραματικές αλλαγές στην εμφάνιση. Χωρίς αμφιβολία, το τμήμα μάρκετινγκ πρέπει να είναι πολύ ικανοποιημένο από το τελικό αποτέλεσμα. Μόνο που η ιδέα να φτιάξουν μια μοτοσυκλέτα για μπαρμπάδες και ποζεράδες – χιπστεράδες φαίνεται ότι δεν άρεσε καθόλου στους σχεδιαστές και μηχανικούς της BMW. Έτσι, αποφάσισαν να "κοροϊδέψουν" τους συναδέρφους τους βάζοντας σε εφαρμογή ένα πολύ σατανικό σχέδιο. Θα έφτιαχναν έναν δούρειο ίππο και μέσα στην κοιλιά του θα έκρυβαν μια πολεμική μηχανή. Στις φωτογραφίες και στις εκθέσεις των καταστημάτων το R NineT είναι ένα άγαλμα, ένα ξύλινο άλογο, ένα διακοσμητικό στοιχείο που ομορφαίνει τον χώρο. Το κοιτάς και σκέφτεσαι πόσο ωραίο θα δείχνει μέσα στο γκαράζ σου, παρκαρισμένο έξω από το μπαράκι που συχνάζεις αλλά και πόσο ωραίος θα δείχνεις εσύ πάνω του. Μετά κοιτάς τις λεπτομέρειες και σου μπαίνουν ιδέες να αλλάξεις τα φλας, τη βάση της πινακίδας και πάει λέγοντας μέχρι να εξαντλήσεις την φαντασία σου. Αν σταματήσεις σε αυτά τα επιφανειακά και δώσεις προκαταβολή πριν την οδηγήσεις θα έχεις βάλει τον δούρειο ίππο μέσα στο σπίτι σου. Αν νομίζεις ότι θα συμβιώσεις με μια ήπια παλιομοδίτικη γυμνή μοτοσυκλέτα που θα σε πηγαίνει με στιλ από το ένα σημεία στο άλλο, είμαι σχεδόν βέβαιος ότι θα απογοητευτείς. Αυτή η μοτοσυκλέτα γίνεται πολύ πιο συναρπαστική όταν την οδηγείς γρήγορα και επιθετικά. Από την θέση οδήγησης παίρνεις αμέσως τα πρώτα μηνύματα. Η απόσταση των μαρσπιέ από την σέλα είναι πολύ μικρή όπως σε όλες τις BMW με boxer κινητήρα και το τιμόνι φαρδύ και πολύ μπροστά τοποθετημένο. Το κάτω μέρος του σώματός σου είναι κλειδωμένο και το πάνω μέρος τεντώνεται προς τα εμπρός. Στα πρώτα μέτρα που κάνεις πάνω στην σέλα της νοιώθεις κάπως αφύσικα. Πριν καν συμπληρώσεις ένα χιλιόμετρο απόστασης έχεις διαγράψει από ανταγωνιστές της κάθε ιαπωνικό τετρακύλινδρο ρετρό και όλα τα Bonneville της Triumph. Εκείνα είναι μαλακά με εντελώς όρθιες θέσεις οδήγησης και νωχελικές αντιδράσεις που σε ηρεμούν, σχεδόν σε νανουρίζουν.

Είναι ο μοναδικός 100% αερόψυκτος boxer στην γκάμα της BMW αυτή την στιγμή και ο μοναδικός με οριζόντια διάταξη αυλών εισαγωγής και εξαγωγής. Έρχεται απευθείας από την προηγούμενη γενιά των GS, που με την σειρά τους προερχόντουσαν από τα HP2

 

Το R NineT είναι σφιχτό, άκαμπτο, απρόσμενα ελαφρύ σε αίσθηση και έτοιμο να αλλάξει πορεία σε κάθε μικρή κίνηση των χεριών σου. Η χαρακτηριστική χροιά του αερόψυκτου boxer κινητήρα που βγαίνει αρκούντως μεγεθυμένη από τα δύο μεγάφωνα τιτανίου της Akrapovic, σε τσιγκλάει να ανοίξεις το γκάζι λίγο παραπάνω. Τα χιλιόμετρα στο αναλογικό κοντέρ αναβαίνουν σε τριψήφιους αριθμούς. Περιστρέφεις τον καρπό σου μέχρι να εξαντλήσεις την πολύ μεγάλη διαδρομή της γκαζιέρας και ανεβάζεις μία ακόμα ταχύτητα στο θετικό κιβώτιο, χαϊδεύοντας στιγμιαία την μανέτα του συμπλέκτη για να αποφύγεις το κούνημα προς τα δεξιά που προκαλεί η στροφορμή του διαμήκη στροφάλου. Η κίνηση στο δρόμο αυξάνει, τα αυτοκίνητα πυκνώνουν και τα πανίσχυρα ακτινικά φρένα της Brembo δαγκώνουν τους δίσκους με την ίδια αγριότητα όπως των μοτοσυκλετών superbike. Το ABS δεν βιάζεται να επέμβει και αφήνει τα λάστιχα της Metzeler να δείξουν τι αξίζουν. Τρεις κοφτές γκαζιές συγχρονισμένες με την κίνηση του αριστερού ποδιού και έχω κατεβάσει από πέμπτη σε δευτέρα χωρίς να αγγίξω τον συμπλέκτη. Ένα μικρό σπρώξιμο στο τιμόνι και το R NineT έχει ήδη μπει στην διπλανή ελεύθερη λωρίδα. Ο κινητήρας πλέον ακούγεται σαν ελικοφόρου αεροπλάνου του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και εγώ αισθάνομαι σαν να έχω εμπλακεί σε ένα άγριο Dog Fight. Ούτε πέντε λεπτά δεν έχουν περάσει από την στιγμή που ήμουν στα κεντρικά γραφεία της BMW στην Κάτω Κηφισιά καβαλώντας για πρώτη φορά το R NineT με χαλαρή διάθεση να απολαύσω την αγχολυτική οδήγηση μιας νοσταλγικής μοτοσυκλέτας. Στο μυαλό μου είχα έναν πορτοκαλί ήλιο να βουτάει στην θάλασσα από δεξιά, απότομα βράχια από αριστερά και εγώ με το NineT να λικνίζομαι σε ρυθμό μπλουζ πάνω στην άσφαλτο που τα χωρίζει. Πώς διάολο έφτασα στο σημείο να θέλω να προσπεράσω οτιδήποτε κινείται μπροστά μου λίγα χιλιόμετρα παρακάτω; Γιατί έχω στο στόχαστρο εκείνον τον πιτσιρικά με το supermotard που κάνει σφήνες ανάμεσα στα αυτοκίνητα; Είναι φυσιολογικό να γυαλίζει το μάτι μου πάνω σε μια γυμνή boxer BMW;

Εξηγώντας τα ανεξήγητα

Θα επανέλθω στις οδηγικές εντυπώσεις, πρώτα όμως αξίζει να πούμε δύο λόγια για το πώς είναι σχεδιασμένη αυτή η μοτοσυκλέτα και πώς καταφέρνει να υπηρετεί άψογα τον ρόλο της ως βάση για customizing, αλλά και ως premium κλασσικό μοντέλο στην γκάμα της BMW. Όσο περισσότερο κοιτούσα τις λεπτομέρειες πάνω της, τόσο περισσότερο θαύμαζα τον ευφυή τρόπο που είναι φτιαγμένη. Η R NineT κοστίζει πολλά χρήματα μεν, αλλά σε όποιον κι αν είπα ότι κάνει 16.000 ευρώ του φαινόταν φυσιολογική τιμή. Το παράδοξο είναι ότι αν εξαιρέσουμε το τελικό της εξάτμισης τιτανίου της Akrapovic και το πάρα πολύ προσεγμένο βάψιμο του δίχρωμου ρεζερβουάρ, τα υπόλοιπα υλικά είναι τα ίδια ή και φτηνότερα από της R 1200R που στοιχίζει 2000 ευρώ λιγότερα και στο κάτω-κάτω έχει τον νέο υγρόψυκτο κινητήρα και όχι τον παλιό αερόψυκτο. Στην πραγματικότητα αυτό που κάνει την R NineT να φαίνεται ακριβή μοτοσυκλέτα είναι η σχεδιαστική προσοχή στις λεπτομέρειες. Απλοποιημένες επιφάνειες πλαστικών και μετάλλων, κρυμμένα καλώδια και φίσες, αλλά και προσεγμένο φινίρισμα σε όλες τις βίδες που βλέπει το μάτι, έχουν σαν αποτέλεσμα να βγάζουν μια εικόνα ποιότητας και πολυτέλειας. Αυτός είναι ο ένας λόγος για τον οποίο χαρακτήρισα τον σχεδιασμό ευφυή. Ο άλλος αφορά τον τομέα του customizing, όπου βασικός στόχος ήταν να μπορείς να ξεβιδώσεις τα πάντα χρησιμοποιώντας το πολύ δύο-τρία εργαλεία χειρός, χωρίς να χρειάζεται να έχεις καμία απολύτως τεχνική γνώση. Για παράδειγμα μπορείς να αφαιρέσεις εντελώς το υποπλαίσιο, το οποίο στηρίζει μόνο την σέλα του συνεπιβάτη, απλώς ξεβιδώνοντας μερικές βίδες και αποσυνδέοντας το κλιπ που συνδέει το πίσω φανάρι με την κεντρική καλωδίωση. Αυτό σημαίνει ότι μπορείς να βάλεις οποιοδήποτε σχήμα υποπλαισίου θέλεις, χωρίς να πονοκεφαλιάζεις με την τοποθέτηση της μπαταρίας ή να κόβεις και να ράβεις καλώδια. Και το καλύτερο απ' όλα είναι ότι αν βαρεθείς αυτό που έκανες ή θέλεις να πουλήσεις την μοτοσυκλέτα σε εργοστασιακή μορφή, μπορείς πολύ εύκολα να ξαναβιδώσεις το δικό της υποπλαίσιο. Το ίδιο ισχύει για τον πανέμορφο εμπρός προβολέα, που στηρίζεται μόνο με μια βίδα στην κάτω πλάκα. Ολόκληρο το ηλεκτρικό κύκλωμα can-bus είναι χωρισμένο σε μικρότερα τμήματα, ώστε αφαιρώντας οποιοδήποτε φως, φλας, διακόπτες ή τα όργανα, να μην χρειάζεται να κόψεις καλώδια. Το R NineT είναι η χαρά του customizing και για άλλον ένα βασικό λόγο: έχει ΑΕΡΟΨΥΚΤΟ κινητήρα. Η απλότητα του εξωτερικού σχεδιασμού των αερόψυκτων κινητήρων που δεν έχουν καλώδια, σωλήνες και ψυγεία γύρο τους, είναι η θεμελιώδης διαφορά. Δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι μοτοσυκλέτες που αγαπήθηκαν στον κόσμο του customizing ήταν αερόψυκτες, όπως το Harley 883, το Ducati Monster 600/900, και το Yamaha SR 500. Όσοι πάντως δεν έχετε όρεξη ή γνώσεις για να φτιάξετε τα δικά σας εξαρτήματα, η BMW έχει έτοιμες λύσεις να σας δώσει μέσω μιας εξειδικευμένης λίστας αξεσουάρ. Προσωπικά μου αρέσει το ρετρό καβούκι που καλύπτει την σέλα του συνεπιβάτη, όμως για όσους θέλουν να επέμβουν περισσότερο υπάρχουν δύο επιπλέον τελικά εξατμίσεων της Akrapovic (τα οποία όμως απαιτούν την αφαίρεση των μαρσπιέ συνεπιβάτη καθιστώντας την μοτοσυκλέτα μονόσελη) , carbon εμπρός φτερό τροχού, διακοσμητικό καπάκι με έγχρωμο σήμα της BMW για τον κινητήρα και πολλά άλλα. Επίσης, διάσημοι "καστομάδες" όπως ο Ronald Sands (RSD) έχουν φτιάξει δικά τους αξεσουάρ, όπως καπάκια κινητήρα από billet αλουμίνιο διαμορφωμένα σε μηχανή CNC. Μάλιστα η BMW προσπαθεί να ενθαρρύνει τους γνωστούς οίκους customizing να ασχοληθούν με το R NineT, προβάλλοντας την δουλειά τους μέσα από την επίσημη σελίδα του R NineT στο site της. Το σκεπτικό φυσικά είναι να σου εξάψουν την φαντασία και να σου δώσουν ιδέες.

All-time classic σχεδιασμός, με υψηλής ποιότητας πλαστικά και άρτιο φινίρισμα για τα όργανα. Όμορφος ο σκούρος πορτοκαλί φωτισμός τους το βράδυ και χρήσιμες οι ψηφιακές ενδείξεις του trip master

 

Όλα αυτά θα αρκούσαν για να δικαιολογήσουν την ύπαρξη της R NineT μέσα στην γκάμα της BMW. Είναι όσο ρετρό θέλουν οι νοσταλγοί του παρελθόντος και ταυτόχρονα δίνει την μεγαλύτερη δυνατή ελευθερία για customizing. To test κάπου εδώ θα έπρεπε να τελειώνει και όλοι οι υπόλοιποι που δεν συγκινούνται από μοτοσυκλέτες που ξυπνάνε αναμνήσεις ή αδιαφορούν για τις στιλιστικές επεμβάσεις, μάλλον θα ξέχναγαν το R NineT αμέσως μόλις γύριζαν στην επόμενη σελίδα. Μόνο που αυτή η μοτοσυκλέτα έχει πολύ μεγαλύτερο βάθος και αξία. Όσο οι μέρες κυλούσαν, τόσο περισσότερο την ερωτευόμουν. Είχα την τύχη στο παρελθόν να οδηγήσω και CB 1300 και Kawasaki ZRX 1200 και Kawasaki W650 και Suzuki GSX 1400 και Yamaha XJR 1300 και Moto Guzzi V7/Sport 1200/Centauro 1000 και Enfield 500 Army και όλα τα Harley αερόψυκτα ή υγρόψυκτα. Το πρόβλημα που είχα με όλα τα ιαπωνικά ρετρό ήταν η υπερβολικά ραφιναρισμένη συμπεριφορά τους. Περνούσαν δυο λεπτά πάνω στην σέλα τους και αισθανόμουν ότι οδηγάω κάποιο βαρύ και ογκώδες CBR/GSX-R ή ZX-R χωρίς φαίρινγκ, με ψηλό τιμόνι, μαλακές αναρτήσεις και μέτρια φρένα. Όμορφες, καλοφτιαγμένες μοτοσυκλέτες με νοσταλγική εμφάνιση, αλλά αυτή η κλινικά αποστειρωμένη μηχανολογική τελειότητά τους δεν ταιριάζει με αυτό που βλέπεις και περιμένεις να βιώσεις. Στο άλλο άκρο είναι τα Moto Guzzi, Harley και Enflield. Από την στιγμή που θα τα βάλεις μπροστά μέχρι και την ώρα που θα τα παρκάρεις και θα τα σβήσεις σε αιχμαλωτίζουν στον δικό τους κόσμο. Έναν κόσμο που όταν έχεις διάθεση για βόλτα είναι γεμάτος χαρακτήρα και όταν θέλεις απλώς να μετακινηθείς είναι γεμάτος εκνευριστικές παραξενιές. Το R NineT καταφέρνει να ισορροπεί άψογα ανάμεσα σε αυτούς τους δύο κόσμους. Ζητάει από εσένα να συμμετέχεις ενεργά στην διαδικασία της οδήγησης, αλλά ποτέ σε βαθμό που να σε κουράζει. Κάθε αλλαγή ταχύτητας απαιτεί ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου την προσήλωσή σου και δεν είναι μια μηχανική διαδικασία όπως στις ιαπωνικές ρετρό. Ούτε όμως μια επίπονη διαδικασία όπως στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές και αμερικάνικες ρετρό. Ο λεβιές των ταχυτήτων είναι μαλακός και ακριβής, το ίδιο και ο συμπλέκτης. Ποτέ δεν χάνει ταχύτητες, βρίσκεις πανεύκολα νεκρά στο φανάρι και η πρώτη κουμπώνει τόσο αθόρυβα που μερικές φορές έπρεπε να κοιτάξω την ψηφιακή ένδειξη στα όργανα για να βεβαιωθώ ότι μπήκε. Την ίδια ώρα όμως, εκείνο το κλάσμα του δευτερολέπτου που αφιέρωσες για να κάνεις σωστά την αλλαγή ταχύτητας σε γεμίζει με ευχαρίστηση. Είναι κάτι που δεν το αντιλαμβάνεσαι αμέσως. Το ίδιο κάνει και η θέση οδήγησης. Όταν βολτάρεις με μικρές ταχύτητες, δίνει στο σώμα σου την ίδια αίσθηση που έχεις όταν απλώνεις εμπρός τα χέρια σου για να αγκαλιάσεις ένα αγαπημένο σου πρόσωπο που έχεις καιρό να δεις. Όταν χουφτώνεις το γκάζι και επιταχύνεις δυνατά, μοιάζει σαν να κάθεσαι πίσω-πίσω στην πλάτη ενός μαύρου ταύρου που τον καθοδηγείς από τις άκρες των κεράτων του. Μετά από τρεις μέρες συμβίωσης , όλα πάνω της μου φαινόντουσαν τέλεια. Ακόμα και η στενή-λεπτή-σκληρή σέλα αποδείχτηκε φιλόξενη και εργονομικά ταιριαστή με την υπόλοιπη στάση του σώματος πάνω της. Μόνο που όλα αυτά τα χαρακτηριστικά συνδυάζονται τέλεια υπό μία βασική προϋπόθεση… να σου αρέσουν οι σπορ μοτοσυκλέτες.

Γερμανικό Monster

Όσο περίεργο κι αν ακουστεί, η μοναδική μοτοσυκλέτα που μπορώ να συγκρίνω με το R NineT είναι τα αερόψυκτα Monster 900 και συγκεκριμένα η έκδοση S του 2000 με το αμορτισέρ της Ohlins και τα carbon φτερά και καπάκια. Αυτές οι δύο μοτοσυκλέτες δεν μοιάζουν εμφανισιακά μεταξύ τους, όμως έχουν πάρα πολλά κοινά χαρακτηριστικά. Σε εκείνο το Ducati ήταν οφθαλμοφανή. Γυμνή σπορ μοτοσυκλέτα με δικύλινδρο αερόψυκτο κινητήρα και ένα ογκώδες ρεζερβουάρ, που αλλάζοντας απλώς το τιμόνι και τις εξατμίσεις μπορούσες να την μεταμορφώσεις. Το ίδιο ισχύει και για το R NineT κι ας μην του φαίνεται. Ένας μεγάλος αερόψυκτος δικύλινδρος κινητήρας, με ένα ογκώδες ρεζερβουάρ από πάνω του και όλα τα υπόλοιπα γύρω να ξεβιδώνονται. Ο σπορ χαρακτήρας δεν είναι αντιληπτός με το μάτι αλλά γίνεται αντιληπτός ήδη από τα πρώτα μέτρα. Το πλαίσιο είναι ελαφρύ και άκαμπτο και οι αναρτήσεις σφιχτές και με μικρές διαδρομές, όπως εκείνου του Ducati. Πάνω στους ελληνικούς δρόμους δεν μοιάζει καθόλου σαν μαγικό χαλί όπως είναι η R 1200R ή τα ιαπωνικά ρετρό τετρακύλινδρα και τα μαλακά Triumph Bonneville. Σαμαράκια και λακκούβες φτάνουν στα χέρια και το σώμα σου ακριβώς όπως στις σύγχρονες σπορ μοτοσυκλέτες δρόμου. Οι επιλογές σου στις ρυθμίσεις είναι μόνο μία, να κάνεις την πίσω ανάρτηση ακόμα πιο σκληρή. Το πιρούνι εμπρός (κακώς για τέτοιας τιμής μοτοσυκλέτα) δεν έχει καμία ρύθμιση. Οι αποσβέσεις και η σκληρότητα του ελατηρίου του είναι σοφά επιλεγμένες από την BMW, όμως η ωφέλιμη διαδρομή εξαντλείται όταν φρενάρεις δυνατά σε δρόμους με μεγάλες ανωμαλίες και αρκετές φορές το πιρούνι τερματίζει. Η σπορ ρύθμιση του ABS αφήνει τα ακτινικά φρένα της Brembo να δαγκώσουν άγρια τους δίσκους, κάτι που θα λατρέψουν όσοι είναι εξοικειωμένοι με τα φρένα των σύγχρονων superbike, αλλά πιθανότατα θα σφίξουν το στομάχι σε όλους τους υπόλοιπους. Όσο πιο γρήγορα και επιθετικά το οδηγείς, τόσο καλύτερο γίνεται. Αν και το μακρύ μεταξόνιο απαιτεί να πλαγιάσεις αρκετά την μοτοσυκλέτα για να στρίψει, εν τούτοις λατρεύει τους δρόμους με πολλές, πυκνές στροφές και ιδιαίτερα εκείνους που το ταχύμετρο παίζει μεταξύ 80 και 150 km/h. Τα 90 πραγματικά άλογα του κινητήρα, βγαίνουν ομαλά στον πίσω τροχό χάρη στην γραμμικότητα του ψεκασμού και κανένα σύστημα ride by wire δεν έχει καταφέρει μέχρι σήμερα να πλησιάσει τέτοια ακρίβεια στον χειρισμό του γκαζιού. Να πω την αλήθεια, θα ήθελα η διαδρομή της γκαζιέρας να είναι 30% μικρότερη. Έτσι όπως είναι τώρα, πρέπει σχεδόν να εξαρθρώσεις τον καρπό σου για να πάρεις όλο το γκάζι, όπου θα διαπιστώσεις ότι τελικά εκτός από ροπή στις μεσαίες, αυτός ο κινητήρας έχει μπόλικη ψυχή ψηλά. Το R NineT είναι πολύ πιο γρήγορη μοτοσυκλέτα στους επαρχιακούς απ' όσο φαντάζεσαι. Οι ομοιότητες με τα αερόψυκτα Monster συνεχίζονται και σε μερικές άλλες ουσιώδεις λεπτομέρειες. Υπάρχουν μοτοσυκλέτες όπως η Ducati 916 και η MV Agusta F4 που είναι ακαταμάχητα σέξι όταν τις βλέπεις σε φωτογραφίες ή παρκαρισμένες. Όταν όμως τις βάλεις πάνω τους έναν ελάχιστα μεγαλόσωμο αναβάτη, σχεδόν σβήνουν τα χαρακτηριστικά τους. Αντίθετα μοτοσυκλέτες όπως το Hayabusa και τα Monster δείχνουν πολύ πιο εντυπωσιακά όταν έρχονται προς το μέρος σου, με τον αναβάτη τους να έχει τεντωμένα τα χέρια του γύρο από το τεράστιο ρεζερβουάρ. Ακριβώς το ίδιο χαρακτηριστικό έχει και το R NineT. Αν το παρκάρεις ανάμεσα στις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες έξω από την καφετέρια δεν κάνει το μεγάλο "μπαμ", όπως για παράδειγμα ένα R 1200GS Adventure που κρύβει το ήλιο σε ότι υπάρχει γύρο του. Όμως όταν κινείται προς το μέρος σου, η εικόνα που βλέπεις και ο ήχος του boxer από την Akrapovic είναι από τα πιο macho σκηνικά. Επειδή όμως η μισή αλήθεια ισοδυναμεί με ένα ολόκληρο ψέμα, να προσθέσω και την υπόλοιπη γενική εικόνα σχετικά με την εξωτερική εμφάνιση του R NineT. Αυτή η μοτοσυκλέτα έχει πολύ μεγάλη πέραση στις γυναίκες, με το εύρος του target group να ξεκινά από τις εφηβικές ηλικίες και να φτάνει μέχρι MILF… Και πριν αρχίσετε να γράφετε πύρινα κείμενα διαμαρτυρίας για το σεξιστικό σχόλιο, να πω ότι αφορά μόνο τον φίλο μου τον Μάκη που ΔΕΝ είναι γνήσιος - αγνός μοτοσυκλέτιστής και ΔΕΝ έχει αγοράσει ποτέ του μοτοσυκλέτα άνω των 250 κυβικών για να κυκλοφορεί μέσα στην πόλη.

Αυτή η μοτοσυκλέτα γίνεται πολύ πιο συναρπαστική όταν την οδηγείς γρήγορα και επιθετικά

Ζεις μαζί της

Ίσως όλα τα παραπάνω που έχω γράψει να αφήνουν την εντύπωση ότι αυτή η BMW είναι σαν ένα στενό μοδάτο τζιν παντελόνι που το φοράς μόνο το Σαββατόβραδο για να δείχνεις ωραίος, αλλά αποφεύγεις να το βάλεις την Δευτέρα στην δουλειά γιατί σε ενοχλεί όταν κάθεσαι οχτώ ώρες σε μια καρέκλα γραφείου. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Το R NineT μπορεί εύκολα να παίξει τον ρόλο της μοτοσυκλέτας καθημερινής χρήσης. Ναι, έχει σπορ χαρακτήρα και ζητάει διαρκώς την συμμετοχή του αναβάτη. Όμως είναι ελαφριά, χαμηλή, δεν βγάζει υπερβολική ζέστη μέσα στην πόλη, καίει μόλις 6 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα και το μεγάλο ρεζερβουάρ μειώνει στο ελάχιστο τις επισκέψεις στα βενζινάδικα. Η απλότητά της σε γοητεύει όλο και περισσότερο όσο κάνεις μαζί της πράγματα της καθημερινότητας. Έτυχε να έρθει στα χέρια μου μετά από δοκιμές μοτοσυκλετών φορτωμένες με ηλεκτρονικά συστήματα τελευταίας τεχνολογίας και δεν σας κρύβω ότι η απουσία τους από το R NineT έκανε την ζωή μου ευκολότερη. Είχα βαρεθεί κάθε πρωί να πατάω κουμπάκια για να επιλέγω προγράμματα μέσα σε δαιδαλώδη μενού. Στο R NineT καβαλάς, γυρίζεις τον διακόπτη και έφυγες, χωρίς να πονοκεφαλιάζεις αν το βράδυ που το πάρκαρες είχες απενεργοποιήσει το ABS, σε ποια θέση είχες αφήσει το traction control και αν η απόκριση στο γκάζι είναι για τις συνθήκες ή τον τρόπο που οδηγείς εκείνη την στιγμή.

Η τιμή της είναι όντως τσουχτερή, ειδικά για τις οικονομικές συνθήκες που επικρατούν αυτή την εποχή στην Ελλάδα και με αρκετά λιγότερα χρήματα μπορείς να βρεις μοτοσυκλέτες με περισσότερο σίδερο, πλαστικά και λαμπάκια από αυτά που έχει το R NineT. Όμως ανάθεμά την τα αξίζει!

Λιτοί και ιαπωνικής εργονομίας οι διακόπτες με την ποιοτική αίσθηση. Τα έξτρα θερμαινόμενα γκριπ είναι το μόνο κουμπί που μπορείς να προσθέσεις. Ευτυχώς!

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

 
Αντιπρόσωπος:
BMW HELLAS
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2220
Ύψος (mm):
1265
Μεταξόνιο (mm):
1476
Απόσταση από το έδαφος (mm):
-
Ύψος σέλας (mm):
785
Ίχνος (mm):
102,5
Γωνία κάστερ (˚):
25,5
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
640
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
520
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
820
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
400
 
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
 
222kg (χωρίς καύσιμο: 208,2kg )
Πίσω
48,64%
Εμπρός
51,36%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
0%
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό
Πλάτος (mm):
890
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
kg/kg
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, δικύλινδρος boxer, αεροψυκτος, με 4Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
 101 X 73
Χωρητικότητα (cc):
1170
Σχέση συμπίεσης:
12:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
110/7550
Ροπή (kg.m/rpm):
12/6000
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
 
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής:
2-1-2
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, μονόδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Με γρανάζια/
Τελική μετάδοση / σχέση:
Άξονας/
 
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθμιση βαλβίδων (km):
30.000
Αλλαγή λαδιού (km):
15.000
Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):
 
Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):
Φυσιγγίου/15.000
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Km/h
Sec

Μέτρα

0-50
1,40

12,00

0-100
3,00

44,00

0-150
6,00

153,00

0-200
12,20

461,00

0-250
-

-

 
ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Μέτρα
Sec

km/h

0-400
11,00

192,70

0-1.000
21,40

217,42

 
ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ
Km/h
Sec

Μέτρα

80-140
3,00

93,00

 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)
Km/h
4η

5η

6η

40-80
3,8/57

2,8/49

-

80-120
2,4/68

2,6/73

3,0/84

120-160
2,6/102

3,2/125

4,0/157

160-200
-

5,4/275

6,2/316

200-240
 

 

 

 
ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ
Km/h
Sec

Μέτρα

120-40
2,40

52,00

 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά
2,01

1,89

Πραγματικά
2,46

2,31

 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Μονό αμορτισέρ της Sachs
Διαδρομή (mm):
152
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
6 Χ 17
Ελαστικό:
180/55-17
Πίεση:
 
ΦΡΕΝΟ
Μονός δίσκος της Brembo 265mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
 Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικούς χιλιομετρητές, trip computer
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Τηλεσκοπικό πιρούνι Upside-Down
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
120/43
Ρυθμίσεις:
Καμία
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
3,5 Χ 17
Ελαστικό:
120/70-17
Πίεση:
-
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 320mm της Brembo με ακτινικές δαγκάνες και ABS
ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ
 
 
 
 
 
 
 
 
 
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Μέση
6,1
Ελάχιστη
5
Μέγιστη
10
Αυτονομία (km):
295
Αυτονομία ρεζέρβας (km):
49,1
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
18/3

 

 

 

 

 

Ετικέτες

TRIUMPH TIGER 1200 2022: Το οδηγήσαμε σε όλες τις συνθήκες και εκδόσεις στην Πορτογαλία

Τεχνική Ανάλυση: Δέκα χρόνια μπροστά από τον περσινό προκάτοχό του
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

16/3/2022

Η Triumph κράτησε μόνο το όνομα του Tiger 1200 και ξεκινώντας με έναν ολοκαίνουριο κινητήρα, σχεδίασε από το μηδέν μία μοτοσυκλέτα με βάση έναν πολύ συγκεκριμένο στόχο: Την αποκαθήλωση του πρώτου στην κατηγορία. Αυτός βέβαια ήταν και ο στόχος του προηγούμενου τον οποίο, εκ των πραγμάτων πλέον, δεν τον πέτυχε. Επιπλέον, η πρώτη θέση στην κατηγορία έχει διασπαστεί σε παρακλάδια ανάλογα με την σχέση χώματος/ ασφάλτου και πλέον ο στόχος δεν μπορεί να είναι και τόσο απόλυτος, είναι πιο σύνθετα τα πράγματα.

Καταρχάς, το MOTO ήταν το μόνο ελληνικό μέσο που δεν είχε εκθειάσει το προηγούμενο μοντέλο, είμασταν οι μόνοι που γράφαμε πως η Triumph είχε αποτύχει στον τότε στόχο της να αποκαθηλώσει το GS και τεκμηριώναμε το γιατί με ανάλυση σε όλους τους τομείς και ξεκάθαρες αναφορές, από τα ηλεκτρονικά μέχρι την κατανομή βάρους. Για να μην είμαστε ισοπεδωτικοί, το προηγούμενο μοντέλο έκανε κάτι πάρα πολύ καλά κι αυτό ήταν τα ταξίδια σε εθνική και μεγάλους δρόμους, ωστόσο δεν κερδίζεις έτσι την κατηγορία, παρόλο που στην πράξη οι μοτοσυκλέτες αυτές θα αναλωθούν λιγότερο σε στενούς επαρχιακούς, πόσο μάλλον σε χώμα.

Γι' αυτό και όταν άρχισα και πάλι να ακούω για το GS από τους ανθρώπους της Triumph μόλις πάτησα το πόδι μου στην Πορτογαλία, τους θύμισα το προηγούμενο και πως καλύτερα να μην επικεντρώνεσαι στον πρώτο, αλλά να φέρεις κάτι νέο στην κατηγορία. Κι επειδή έχουμε χτίσει μία οικειότητα και αντιλαμβάνονται πως η κριτική μου είναι καλοπροαίρετη, μου έκλεισαν το μάτι και μου είπαν πως αυτή την φορά θα πω ότι το κατάφεραν. Για να μην σας κρατώ σε αγωνία και δίνοντας από την αρχή την απάντηση, ναι φέρνουν κάτι απόλυτα νέο σε μία κατηγορία που νόμιζες πως τα έχει όλα, ναι είναι τελείως διαφορετικό από το προηγούμενο και άπειρες φορές καλύτερο, ενώ σε ορισμένους τομείς το τοποθετώ και ψηλότερα από το GS. Ωστόσο για το τελευταίο θα πρέπει να έρθει στην Ελλάδα, να γίνουν περισσότερες δοκιμές, κι αν πράγματι είναι τελικά έτσι, αυτό να τεκμηριωθεί σε μία αναλυτική συγκριτική δοκιμή, αλλά και μέσα από την απόλυτη διαδικασία του MEGA TEST. Ας δούμε πώς και γιατί το Tiger 1200 2022 είναι ολότελα νέο και καμία σχέση δεν έχει με τον προκάτοχο:

Το καλύτερο νούμερο για να τραβήξει το μάτι, είναι τα 25 κιλά που έχει χάσει. Αυτό ενισχύεται από μία μελέτη για την κατανομή βάρους που είναι από τις πιο καθοριστικές που έχω δει. Σε αυτό το σημείο να τονίσω πως στην τεχνική ανάλυση που θα έχει το επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, θα βρείτε μερικές ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΕΣ πληροφορίες για τον κινητήρα και για το θέμα της κατανομής βάρους που θα σας δώσουν να καταλάβετε πόσο δύσκολη δουλειά ήταν και ταυτόχρονα πόσο σημαντικές είναι ορισμένες πολύ μικρές λεπτομέρειες, που ακόμη και ένας κάτοχος μπορεί να μην τις δει αν δεν τους τις δείξεις.

Το άλλο νούμερο είναι τα 148 άλογα που αποδίδει ο κινητήρας αυτός, που θυμίζουμε πως δεν είναι ένας υπερκυβισμένος τρικύλινδρος από το Tiger 900, αλλά ο κινητήρας που έχει μπει στο νέο Speed Triple και που εκεί αποδίδει -εύκολα- 180 άλογα.

Το Speed Triple αποτελεί για το MOTO άλλο ένα παράδειγμα για τον τρόπο που δρα η Triumph, κρατώντας το όνομα αλλά σβήνοντας κάθε σύνδεση με το παρελθόν. Προσπερνώντας στάδια εξέλιξης, πηγαίνοντας δηλαδή κατευθείαν τέσσερα χρόνια μετά ή και δέκα ακόμη, όπως είναι η περίπτωση του Tiger 1200, είναι κάτι που κανείς κατασκευαστής δεν κάνει. Πουθενά. Επιχειρηματικά είναι πιο σωστό να μοιράζεις το κόστος σε περισσότερες πωλήσεις. Από την άλλη η ιστορία μας έχεις δείξει πως οι καλύτερες μοτοσυκλέτες που έχουν βγει στην παραγωγή είναι εκείνες που βασίστηκαν στο πάθος μερικών στελεχών και λιγότερο σε επιχειρηματικά κριτήρια.

Έτσι λοιπόν το Speed Triple έχει πρακτικά αλλάξει κατηγορία, αν διαβάζετε το ΜΟΤΟ το ξέρετε εδώ και καιρό, και αυτός είναι ο κινητήρας που πήρε η Triumph για το Tiger. Μόνο που και εκεί κράτησε απλά το κάρτερ και μόνο! Η σειρά ανάφλεξης δεν είναι ίδια και το Tiger 1200 ακολουθεί την T-Plane διάταξη που μας συστήθηκε στο Tiger 900, το κιβώτιο έχει διαφορετικές σχέσεις, όχι όλες, η κεφαλή είναι νέα αν και η συμπίεση είναι ίδια και τελικά η σχέση με το Speed Triple καταλήγει μικρή στα χαρτιά, μεγάλη όμως στην πράξη. Διότι δεν μιλάμε για προσαρμογές αλλά για εξέλιξη από την αρχή της ζωής αυτού του κινητήρα σε διαφορετικά κλαδιά, όπως τόνισε στο ΜΟΤΟ στέλεχος του εργοστασίου σε μία αποκλειστική συνεδρία που είχαμε μαζί του.

Ο κινητήρας λοιπόν είναι νέος, φτιαγμένος να υπηρετήσει την κατηγορία των μεγάλων Adventure με μπόλικη δύναμη και χαρακτηριστική ευστροφία και το πλαίσιο είναι νέο. Ή καλύτερα τα πλαίσια. Μάλιστα ναι, είναι διαφορετικά, κάτι που επίσης εδώ θα το διαβάσετε. Το ΜΟΤΟ έχει τα στοιχεία γεωμετρίας για όλες τις εκδόσεις και σε συνέντευξη με τον υπεύθυνο εξέλιξης του πλαισίου, την πιο άμεση πηγή στην πληροφορία δηλαδή, οι εκδόσεις με 21 ιντσών εμπρός τροχό προσαρμόστηκαν στον λαιμό για τα δεδομένα που φέρνει η μεγαλύτερη διάμετρος. Ζητούμενο, πάντα, η σωστή κατανομή βάρους, που σε ορισμένες περιπτώσεις παίζει μεγαλύτερο ρόλο από το ίδιο το νούμερο των κιλών. Προς επίρρωση αυτού το παράδειγμα του προηγούμενου μοντέλου. Κι ακόμη καλύτερα, για να φέρω κι ένα παράδειγμα εκτός Αγγλίας, το Honda Crosstourer η μοτοσυκλέτα που στις χαμηλές ταχύτητες είχε την ευελιξία κακοφορτωμένου εμπορικού πλοίου κατηγορίας suezmax. Αν άνοιγες το γκάζι, μετά γινόταν και μπαλαρίνα ακόμη κι αυτή την διαφορά κάνει η σωστή κατανομή βάρους.

Δεν έγινε απλώς δίαιτα λοιπόν, σχεδιάστηκε από την αρχή κάτι νέο με τελείως διαφορετικές διαδικασίες από πριν και με τελείως διαφορετική εμπειρία. Ας μην ξεχνάμε πως πλέον η Triumph έχει κάτι που δεν διέθετε παλιά, μία ομάδα αποκλειστικά για το Off-Road με αναβάτες όπως ο Ivan Cervantes, που επίσης ήταν μαζί μας και για το Tiger 1200.

Ο νέος κινητήρας και το πλαίσιο -πλαίσια καλύτερα- συνεργάζονται με επίσης νέες ημι-ενεργητικές αναρτήσεις της Showa και διαδρομές 200mm στα μοντέλα με 19άρι εμπρός και 220mm σε εκείνα με 21''. Παρένθεση εδώ πως ο πίσω τροχός είναι κοινός για όλες τις εκδόσεις, στις 18 ίντσες. Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται κάτι τέτοιο στον χώρο της μοτοσυκλέτας γενικά και είναι πολύ συνηθισμένος και ο τροχός 18 ιντσών πίσω, αλλά ο συνδυασμός 19-18 για την συγκεκριμένη κατηγορία είναι επίσης άλλο ένα νέο που εισάγει η Triumph. Ευνοείται εδώ από την εξέλιξη των ελαστικών και μάλιστα οι κατασκευαστές τους απορούν πως και δεν το έκανε κανείς μέχρι τώρα.

Αυτό δεν το λέω τυχαία αλλά αποτελεί σημερινό (16/3/2022) σχόλιο από μεγάλο στέλεχος της Dunlop κατά την παρουσίαση του Roadsmart IV στην Γαλλία, μόλις μία ημέρα μετά την οδήγηση του Tiger 1200. Κλειδί σε αυτό το σημείο το γεγονός πως η κοινή διάμετρος του πίσω τροχού για όλες τις εκδόσεις δεν αποφασίστηκε παρά μόνο σε τελικό στάδιο στην πορεία της μοτοσυκλέτας, έχοντας δει την νεότερη πορεία των ελαστικών όπως δήλωσε στο ΜΟΤΟ ο υπεύθυνος παραγωγής και στην έντυπη έκδοση θα έχουμε και το ακριβές χρονοδιάγραμμα.

Οπότε οι αναρτήσεις έχουν ίδιο πίσω τροχό, με διαφορετική διαδρομή ανάλογα της έκδοσης και διαφορετικό εμπρός, με πιο σημαντικό από όλα όμως το γεγονός πως πρέπει να συμπεριφέρονται κι αντίστοιχα, αλλά και να προσαρμόζουν την συμπεριφορά τους ανάλογα του δρόμου στον οποίο κινούνται.

Για τον λόγο αυτό η Triumph δεν πάτησε στους αλγόριθμους της Showa. Για να έχετε εικόνα, κάθε προμηθευτής αναρτήσεων έχει ένα πολύ βασικό συνοδευτικό πρόγραμμα για την λειτουργία τους που ουσιαστικά δεν είναι τίποτα άλλο από ψηφιακά σκαλοπάτια. Αν ο ρυθμός συμπίεσης είναι Α, η απόσβεση να γίνει Β κτλ. Ο κατασκευαστής μπορεί να πατήσει πάνω σε αυτό ή να γράψει το δικό του. Το πόσο καλά θα το κάνει είναι εκείνο που θα δημιουργήσει διαφορά, γιατί στο hardware είναι ικανότατο πλέον. Οπότε όλη η μαγεία κρύβεται σε μερικές γραμμές κώδικά. Η Triumph εδώ ακολουθήσε έναν πολύ ενδιαφέρον δρόμο με πρακτικές δοκιμές και επιτόπου αλλαγές από πρώιμο στάδιο και όχι μόνο με προσομοιωτές. Κρύβεται τεράστια εξέλιξη και πάρα πολύ κόπος στο πώς κατάφεραν να πετύχουν αυτή την απόδοση, όμως την παράσταση κλέβει ο άξονας και το ψαλίδι. Όσο και να θέλω να το αποφύγω, δεν γίνεται να μην θυμηθώ το προηγούμενο μοντέλο σε αυτό το σημείο. Όπως επίσης δεν γίνεται να προσπεράσει κανείς εύκολα όλα τα μοντέλα με άξονα και τα μειονεκτήματα που αυτός φέρνει, ιδιαίτερα στην εκτός δρόμου οδήγηση.

Κι εδώ όμως έχουμε να κάνουμε με κάτι ολότελα νέο και τελείως διαφορετικό από αυτό που έχουμε συνηθίσει! Την ύπαρξη του άξονα δεν την καταλαβαίνεις στο χώμα, ούτε στο κλείσιμο του γκαζιού σε λάσπη, από εκείνη που έχει ένα λεπτό στρώμα πάνω σε σκληρό έδαφος, την γλίτσα δηλαδή και όχι τον πηχτό πηλό για οικοδομικές εργασίες. Ακόμη κι εκεί ξεχνάς την ύπαρξή του, όπως επίσης δεν υπάρχει μειονέκτημα στο άνοιγμα του γκαζιού. Δεν ανασηκώνεται η μοτοσυκλέτα σαν καμήλα, δεν χάνεται δύναμη, ούτε επιστρέφει κιόλας εκεί που δεν το θέλεις. Την διαφορά του άξονα θα την καταλάβεις -λογικά- σε πολυήμερα ταξίδια που δεν θα χρειάζεται να τεντώσεις και να λαδώσεις αλυσίδα, αλλά αυτό είναι από τα πράγματα που θα δούμε στο μέλλον όταν έρθει στην Ελλάδα.

Από εκεί και πέρα, η Triumph δεν ήθελε ένα μονόμπρατσο ψαλίδι γιατί αυτό αυξάνει το βάρος, και δεν το μειώνει. Η αφαίρεση είναι οπτική και μόνο. Επίσης οι εκτός δρόμου δυνατότητες περιορίζονται όπως επίσης και η κατανομή την οποία και επαναφέρουν με το τελικό της εξάτμισης. Όλα αυτά είναι στο παρελθόν, το Tiger 1200 φέρνει μία λύση από το μέλλον και δεν γίνεται να μην θαυμάσεις τον βαθμό ενασχόλησης των μηχανικών, όταν παρατηρήσεις από κοντά την λύση που σκέφτηκαν για τον συνδυασμό ψαλιδιού – άξονα.

Εννέα στάδια απόσβεσης και αυτόματης προφόρτισης, που εύκολα μπορείς να επιλέξεις και να προσαρμόσεις από το τρισδιάστατο μενού, φέρνουν τις αναρτήσεις στα μέτρα σου, ενώ για πρώτη φορά υπάρχει και επιλογή επιστροφής στις προηγούμενες ρυθμίσεις αν σβήσεις την μοτοσυκλέτα. Οι κατασκευαστές αρχίζουν να αντιλαμβάνονται πως όταν πατάς το κουμπί, γιατί το Tiger 1200 είναι keyless και στο ρεζερβουάρ ακόμη, το μόνο που θέλεις είναι να κουμπώσεις πρώτη και να φύγεις. Είναι εκνευριστικό να ξεκινάς και λίγο πιο κάτω να ασχολείσαι με ρυθμίσεις, οπότε το Tiger 1200 σε ρωτά μόλις το ανοίξεις αν θέλεις να γυρίσεις στο πρόγραμμα που είχες επιλέξει. Αν απλά βάλεις μπροστά μπαίνει στις βασικές λειτουργίες, τόσο απλά και γρήγορα. Το μενού περιλαμβάνει, Road, Rain, Sport Off-road και εκδόσεις Pro με όλες να αυτοπροσδιορίζονται από το όνομα. Ωστόσο μόνο η Rain έχει περιορισμό ιπποδύναμης, ο οποίος μπαίνει για όλες τις σχέσεις του κιβωτίου και δεν αναιρείται από τρίτη σχέση και πάνω, όπως σε μερικές άλλες μοτοσυκλέτες.

Οι εκδόσεις με το ρεζερβουάρ των 30 λίτρων, από τα μεγαλύτερα που μπορεί να βρει κανείς στην κατηγορία, έχουν το καλό να μην το δηλώνουν τόσο οπτικά και κυρίως να μην επηρεάζονται ιδιαίτερα από τον πρόσθετο όγκο. Το αλουμινένιο ρεζερβουάρ κερδίζει λίτρα μεγαλώνοντας λίγο σε κάθε πλευρά και περισσότερο προς τα πάνω, μοιράζοντας τα δέκα αυτά περισσότερα λίτρα σε μεγάλη επιφάνεια, οπότε οι αλλαγή δεν είναι δραματική. Σε καμία από τις μοτοσυκλέτες δεν είναι δύσκολο να βρουν τα πόδια κάτω, ακόμη και στις ψηλότερες, καθώς όλες οι εκδόσεις έχουν φροντίσει για μικρό πλάτος στο εμπρός τμήμα της σέλας.

Η εργονομία της θέσης οδήγησης έχει μελετηθεί ώστε να είσαι άνετος στα ταξίδια αλλά τα γόνατα να κλειδώνουν σε σωστή θέση αν σηκωθείς όρθιος να οδηγήσεις στα μαρσπιέ. Πρόκειται για δύσκολο στοίχημα και η Triumph το έχει πετύχει στον μέγιστο βαθμό, ενώ προσφέρει και ρυθμίσεις για να την φέρει ο κάθε αναβάτης στα δικά του μέτρα. Στο τιμόνι μεταφέρονται κραδασμοί, αν και όχι ενοχλητικοί, οι οποίοι απουσιάζουν από κάθε άλλο σημείο, ακόμη κι από τα μαρσπιέ, οπότε η άνεση δεν επηρεάζεται. Η ζελατίνα ρυθμίζεται με το χέρι, εύκολα ακόμη κι ενώ κινείσαι και η κάλυψη από τον αέρα είναι σε κορυφαίο επίπεδο, ενώ από την νέα οθόνη, με το ενσωματωμένο γυαλί για μείωση των αντανακλάσεων, ελέγχεις τα πάντα, από την μοτοσυκλέτα μέχρι το κινητό σου. Για πρώτη φορά επίσης υπάρχει κανονικό ψηφιακό πληκτρολόγιο το οποίο είναι λειτουργικό όταν κινείσαι! Αυτό σημαίνει πως μπορείς να πραγματοποιείς κλήσεις ακόμη και σε αριθμούς που δεν είναι αποθηκευμένοι από τα κουμπιά της μοτοσυκλέτας, χωρίς να παίρνεις τα χέρια σου από το τιμόνι και με το κινητό τηλέφωνο κλεισμένο στην τσέπη! Με βασικό εξοπλισμό που στον μεγάλο του ανταγωνιστή πρέπει να προσθέσεις από δύο έως τέσσερα πακέτα για να τον φτάσεις, το Tiger 1200 ταξιδεύει παραδειγματικά και είναι βράχος και σε υψηλές ταχύτητες. Η πρώτη μου εμπειρία με προσπάθεια αποσταθεροποίησης στα πολλά χιλιόμετρα έδειξε πως το Tiger 1200 είναι ακλόνητο και δεν αναμένω να αλλάξει αυτό κατά την πιο σύνθετη δοκιμή σε ελληνικό έδαφος.

Στο χώμα όμως είναι πάντα μία καλή ευκαιρία για να βρει κανείς ατέλειες που στην άσφαλτο φαίνονται δύσκολα. Αντιθέτως όμως η πρώτη χωμάτινη εντύπωση έδωσε περισσότερα ακόμη θετικά στοιχεία! Καταρχάς η Triumph είχε ετοιμάσει μία ημέρα αφοσιωμένη μόνο στο χώμα και αντίστοιχα απαιτητική με αυτές των KTM. Το γκρουπ των advanced αναβατών είχαμε στην διάθεσή μας μία σειρά από διάφορους χωματόδρομους, μέχρι κακοτράχαλες αντιπυρικές. Το πρώτο πράγμα που κάνει την διαφορά και φυσικά δημιουργεί θετική εντύπωση, δεν είναι η συμπεριφορά του άξονα που λέγαμε νωρίτερα, αλλά η εμπιστοσύνη στον εμπρός τροχό σε συνθήκες μειωμένης πρόσφυσης. Σε μεγάλες μοτοσυκλέτες, ακόμη κι αυτές με 21 ιντσών τροχό, ξέρεις πως δεν πρέπει να κλείνεις το γκάζι σε παχύ χαλίκι. Ακόμη και σε αυτή την συνθήκη όμως, το 1200 ενεργεί με χαρακτηριστική ευκολία που όμοιά της δεν υπάρχει στην κατηγορία. Λάσπη και γλίτσα με μοτοσυκλέτα κοντά στα 250 κιλά είναι το πρώτο πράγμα που αποφεύγεις και είναι, κυριολεκτικά, το πρώτο πράγμα που πατήσαμε ανεβαίνοντας στην σέλα του. Από τα πρώτα μέτρα γνωριμίας με το Tiger 1200 ήταν το χώμα στις χειρότερες συνθήκες για μία τέτοια μοτοσυκλέτα, γιατί μεταφερθήκαμε σε ειδικό χώρο για την δοκιμή και βρήκαμε τις μοτοσυκλέτες να μας περιμένουν. Την επόμενη ημέρα θα οδηγούσαμε στην άσφαλτο, οπότε η πρώτη γνωριμία ήταν και στις χειρότερες συνθήκες, εκεί που κανονικά μπαίνεις όταν έχεις αποκτήσει μία μικρή εξοικείωση με την μοτοσυκλέτα. Δεν χρειάστηκε κάτι τέτοιο με το Tiger όμως και από τα πρώτα μέτρα ο εμπρός τροχός έδειξε πως θα κάνει αυτό που θα του ζητήσεις, όχι αυτό που θέλει εκείνος.

Η κατανομή βάρους, το καλό ζύγισμα και η ακρίβεια στην απόκριση της γκαζιέρας είναι τα βασικά υλικά για μία πετυχημένη συνταγή οδήγησης στο χώμα. Από εκεί και πέρα η ευχαρίστηση με τέτοιες μοτοσυκλέτες δεν είναι ούτε τα μονοπάτια, ούτε το τεχνικά κομμάτια. Αυτά καλό είναι να γίνονται σε δοκιμές για να βρίσκουμε εμείς τα όρια ώστε εσείς να τα ξέρετε, αλλά για τον ιδιοκτήτη δεν υπάρχει λόγος να γίνεται κάτι τέτοιο. Το ωραίο με αυτές τις μοτοσυκλέτες είναι να διασχίζεις ολόκληρα βουνά και να καλύπτεις μεγάλες αποστάσεις που συνδυάζουν χώμα και επαρχιακούς και το Tiger 1200 το κάνει αυτό να γίνεται πολύ εύκολα και απόλυτα ξεκούραστα. Τουλάχιστον αυτό φάνηκε από την πρώτη αυτή επαφή μαζί του.

Σε γρήγορο ρυθμό οδήγησης, σε διαδρομές αντίστοιχες του Tiger 660, δεν παλεύεις και δεν κουράζεσαι, ούτε εσύ, ούτε και η μοτοσυκλέτα. Τα φρένα δεν χάνουν απόδοση και η ροπή του κινητήρα είναι στην διάθεσή σου από χαμηλά για να μην χρειάζεται να αλλάζεις συνέχεια. Στο μεταξύ μιλάμε για ένα κιβώτιο που σπάει κάθε στερεότυπο για Triumph, κουμπώνει ήρεμα χωρίς θορύβους και χτύπους και συνοδεύεται και από ένα quickshifter που κερδίζει στον άτυπο πόλεμο για την μοτοσυκλέτα με το καλύτερο τέτοιο σύστημα. Έχω γράψει για του GS, οι αναγνώστες του ΜΟΤΟ θα το θυμάστε, πως είναι ντροπή να το χρεώνουν όταν δεν κάνει αυτό που υπόσχεται, θα έπρεπε να το δίνουν τσάμπα. Να ένα σημείο που σίγουρα υπερτερεί η Triumph, μπορεί και από την Ducati ακόμη που μέχρι τώρα είχε το καλύτερο.

Αντίστοιχα δουλεύουν και τα φρένα και είναι η πρώτη φορά που βλέπω σύστημα της Contintental να πλησιάζει τον τρομερό βαθμό εξέλιξης που έχει φτάσει η Bosh, φτιάχνοντας ABS που δουλεύει εξαιρετικά και στο χώμα. Είναι βέβαια και ένα σημείο που πρέπει να μελετηθεί πολύ πιο εκτεταμένα στην Ελλάδα, όμως η πρώτη εντύπωση δεν είναι απλά θετική αλλά ολότελα αναθεωρητική για το πόσο πίσω από την Bosch είναι η Contintental! Όπως καταλαβαίνετε η μονάδα ABS είναι της Conti, όπως αντίστοιχα από εκεί προέρχεται και το ραντάρ για εκείνους που ακολουθούν. Δεν έχει μπροστά, ώστε να χρησιμοποιηθεί σε adaptive cruise control αλλά πίσω, ανάβοντας LED στους καθρέφτες για να σου δείξει αν υπάρχει κάποιος σε κρυφή γωνία. Πρώτη φορά το είδαμε αυτό από το Multistrada V4 και οι άνθρωποι της Triumph άφησαν στο ΜΟΤΟ να εννοηθεί πως θα έχουμε και άλλα να περιμένουμε με την συνεργασία με την Conti, εννοώντας -προφανώς- το adaptive cruise control.

Πλούσια εξοπλισμένο και με πολλές διαφορετικές εκδόσεις για να καλύψει όλους τους αναβάτες, το Tiger 1200 είναι η τρικύλινδρη μοτοσυκλέτα που έλειπε από την κατηγορία και ταυτόχρονα η μοτοσυκλέτα που φέρνει νέα πράγματα που δεν υπήρχαν καθόλου. Συνδυάζει την υψηλή απόδοση συντηρώντας τον πόλεμο ιπποδύναμης, πλούσιο βασικό εξοπλισμό και περίπου 50 πρόσθετα εξαρτήματα, που όμως όλα έχουν εξελιχθεί παράλληλα με την μοτοσυκλέτα και έχουν δοκιμαστεί αντίστοιχα, και όλα αυτά ενώ δεν παλεύεις μαζί της στο χώμα και διασκεδάζεις στην άσφαλτο. Γι' αυτό και είναι μία από τις σημαντικότερες μοτοσυκλέτες του 2022, πριν ή και χωρίς να ανακηρυχθεί και η καλύτερη μεγάλη on-off. Τα συγχαρητήρια στην Triumph αξίζουν πριν από όλα αυτά όμως, από τον πρωτόγνωρο βαθμό ενασχόλησης κατά την εξέλιξή της, έτσι όπως μας περιεγράφηκε από τους ανθρώπους της εταιρίας και που ξεφεύγει από τα σημερινά δεδομένα. Δέκα χρόνια μπροστά με μία κίνηση!

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ       Triumph Tiger 1200 GT Pro

Κινητήρας

Υγρόψυκτος, τετράχρονος, τρικύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ

Χωρητικότητα

1.160cc

Διάμετρος x Διαδρομή

90 x 60,7mm

Συμπίεση

13,2:1

Μεγ. Ισχύς

148hp/9.000rpm

Μεγ. Ροπή

13,2kgm/7.000rpm

Τροφοδοσία

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής

3 σε 1

Τελική μετάδοση

Άξονας

Συμπλέκτης

Υγρός πολύδισκος, μονόδρομος

Κιβώτιο

6 σχέσεων

Πλαίσιο

Ατσάλινο σωληνωτό με αλουμινένιο υποπλαίσιο

Εμπρός ζάντα

Χυτή αλουμινένια 3.0 x 19 (Ακτινωτή 2.15 x 21 Rally Pro & Rally Explorer)

Πίσω ζάντα

Χυτή αλουμινένια 4.25 x 18 (Ακτινωτή 4.25 x 18 Rally Pro & Rally Explorer)

Εμπρός ελαστικό

Metzeler Tourance 120/70R19 (Metzeler Karoo Street 90/90-21 Rally Pro & Rally Explorer)

Πίσω ελαστικό

Metzeler Tourance 150/70R18 (Metzeler Karoo Street 150/70R18 Rally Pro & Rally Explorer)

Εμπρός ανάρτηση

Ημι-ενεργητικό USD πιρούνι 49mm με 200mm διαδρομή (220mm Rally Pro & Rally Explorer)

Πίσω ανάρτηση

Ημι-ενεργητικό αμορτισέρ Showa με διαδρομή 200mm (220mm Rally Pro & Rally Explorer)

Εμπρός φρένο

Δύο δίσκοι 320mm με ακτινικές δαγκάνες Stylema M4.30 της Brembo

Πίσω φρένο

Δίσκος 282mm με δαγκάνα δύο εμβόλων Brembo

Μήκος

2.245mm (2.256mm GT Explorer, 2.270mm Rally Pro, 2.296mm Rally Explorer)

Πλάτος

849mm

Ύψος

1.436-1.497mm (1.487-1.547mm Rally Pro & Rally Explorer)

Ύψος σέλας

850-870mm (875-895mm Rally Pro & Rally Explorer)

Μεταξόνιο

1.560mm

Γωνία κάστερ

24,1° (23,7° Rally Pro & Rally Explorer)

Ίχνος

120mm (112mm Rally Pro & Rally Explorer)

Βάρος γεμάτη

245kg (240 kg GT, 255kg GT Explorer, 249kg Rally Pro, 261kg Rally Explorer)

Ρεζερβουάρ

20lt (30lt GT Explorer & Rally Explorer)