ΔΟΚΙΜΗ: Honda CBR 300 R 2015

Τα κυβικά κάνουν την διαφορά
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

21/8/2018

Η απάντηση της Honda στην εμφάνιση των δικύλινδρων Kawasaki Ninja 300 και Yamaha YZF R3 ήταν να προσθέσει μερικά κυβικά παραπάνω στον μονοκύλινδρο κινητήρα του CBR 250 R και να ακολουθήσει εμφανισιακά τις γραμμές του Fireblade αντί του VFR 1200 που είχε έως τότε. Αρκούσαν όμως αυτές οι αλλαγές για να κρατήσουν το CBR 300 R μέσα στον παιχνίδι του ανταγωνισμού; Δείτε την απάντηση στο πλήρες τεστ που είχαμε κάνει το 2015

 

Μαζί με τα 37 επιπλέον κυβικά, το νέο CBR 300R αποκτά διαφορετικές δυνατότητες και χαρακτήρα σε σύγκριση με το CBR 250R που αντικαθιστά

 

Η κατηγορία των μικρών μοτοσυκλετών έχει πάρει ξανά φωτιά. Χάρη στις ασιατικές και λατινοαμερικάνικες αγορές που διψάνε για μοτοσυκλέτες όμοιες με τις μεγάλες superbike του δυτικού πολιτισμού, αλλά φυσικά με κόστος προσαρμοσμένο στις οικονομικές δυνατότητές τους, τα εργοστάσια θυμήθηκαν ότι κάποτε έφτιαχναν σπουδαίες μικρού και μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτες. Κάτι που είχαν εντελώς ξεχάσει λόγω της κυριαρχίας των scooter. Μέχρι πριν τρία χρόνια, όποιος ήθελε να αγοράσει κάτι με λιγότερα από 600 κυβικά, είχε χιλιάδες επιλογές από… scooter! Μικρή μοτοσυκλέτα δεν υπήρχε ούτε για δείγμα. Χάρη όμως στην ευρωπαϊκή νομοθεσία για τα διπλώματα της Α2 κατηγορίας, οι μικρές αυτές μοτοσυκλέτες βρήκαν τον δρόμο τους προς τα μέρη μας.

Όπου βλέπεις R, βάλε F

Η επιλογή της Honda να χρησιμοποιήσει το όνομα CBR και μάλιστα να προσθέσει άλλο ένα R μετά τον κυβισμό, ίσως δημιουργεί σε μας τους ευρωπαίους προσδοκίες που ένας μονοκύλινδρος κινητήρας δεν μπορεί να ικανοποιήσει. Διότι για τους περισσότερους από εμάς, το όνομα των CBR είναι συνδεδεμένο με το ουρλιαχτό των τετρακύλινδρων κινητήρων. Αν το ονόμαζαν CBF300F θα είχαν πετύχει διάνα και πιστεύω ότι τα πολλά RRRR περισσότερο αδικούν την μοτοσυκλέτα παρά την βοηθούν. Διότι η CBR 300R είναι μια θαυμάσια μικρή street μοτοσυκλέτα για να ζεις καθημερινά μαζί της και δεν πρόκειται για ένα σκληρό, άβολο και εξειδικευμένο "αγωνιστικό" εργαλείο.

Παρόμοιο χαρακτήρα είχε και το CBR 250R, όμως επιλογή της Honda για αύξηση του κυβισμού μέσω της μεγαλύτερης διαδρομής εμβόλου, αντί για αύξηση της διαμέτρου του, τονίζει ακόμα περισσότερο την χρηστική πλευρά της μοτοσυκλέτας. Η διαφορά στην ροπή από τις 2000 έως και τις 7000 στροφές είναι πολύ μεγάλη και άμεσα αντιληπτή. Το αποτέλεσμα είναι οι επιταχύνσεις από στάση και εν κινήσει, να είναι πολύ πιο ζωντανές και κυρίως να μην απαιτούν από τον αναβάτη να ανεβοκατεβάζει διαρκώς ταχύτητες. Ειδικά σε συνθήκες πόλης και με δεύτερο άτομο στην σέλα, το νέο CBR 300R προσφέρει μια πολύ πιο χαλαρή εμπειρία οδήγησης στον αναβάτη του. Με ένα άτομο στην σέλα, μπορεί να κινηθεί πολύ-πολύ σβέλτα, ζητώντας τις μισές αλλαγές ταχυτήτων σε σύγκριση με το 250 που αντικαθιστά. Αυτό έχει αντίκτυπο και στην κατανάλωση βενζίνης, όπου παρά την αύξηση του κυβισμού, όχι μόνο δεν αυξήθηκε η κατανάλωση αλλά αντίθετα, μέσα στην πόλη καίει λιγότερο! Αυτό συμβαίνει διότι δεν έχεις την ανάγκη να χουφτώνεις το γκάζι τόσο συχνά για να προσπεράσεις ή για να ξεκινήσεις γρήγορα από το φανάρι. Επίσης, δεν χρειάζεται να κρατάς το γκάζι τέρμα ανοιχτό για να κρατήσεις την ταχύτητά σου στις ανηφόρες.

Η αίσθηση ότι οδηγάς μια σβέλτη μοτοσυκλέτα χωρίς να χρειάζεται να στρεσάρεις το μυαλό και το σώμα σου, συμπληρώνεται από την θέση οδήγησης και την ρύθμιση των αναρτήσεων. Παρά το γεγονός ότι το CBR 300R δεν είναι 100% full size μοτοσυκλέτα σε εξωτερικές διαστάσεις, εν τούτοις προσφέρει άνεση και επαρκείς χώρους για δύο άτομα. Το τιμόνι είναι κοντά στο σώμα και σε ιδανικό ύψος για να έχεις μεν μια σπορ στάση σώματος, αλλά χωρίς να πέφτει βάρος στα χέρια σου. Έτσι, ακόμα κι αν οδηγάς για ώρες μέσα στην πόλη δεν νοιώθεις καμία ενόχληση στους καρπούς ή στην μέση σου. Εντυπωσιακά άνετες είναι και οι αναρτήσεις, που παρά τις μικρότερες διαδρομές σε σχέση με τις on-off μοτοσυκλέτες, απορροφούν εύκολα μεγάλες λακκούβες.

Ειδικά η πίσω, χάρη στο μοχλικό που διαθέτει, εξαφανίζει τις αναπηδήσεις στις εγκάρσιες ανωμαλίες που παρουσιάζουν οι περισσότερες μικρές μοτοσυκλέτες αυτής της κατηγορίας. Με το δικό μου βάρος να είναι στα 65 κιλά δεν τερμάτισαν ποτέ, όμως δεν βάζω το χέρι μου στην φωτιά αν πάνω στην σέλα κάτσουν δύο καλοθρεμμένοι έφηβοι. Σε αυτή την περίπτωση ίσως χρειαστεί να αυξηθεί η προφόρτιση του πίσω ελατηρίου. Όπως και να' χει, το μικρό βάρος, η χαμηλή και μαλακιά σέλα, οι απορροφητικές αναρτήσεις και η γεμάτη καμπύλη ροπής στις χαμηλές στροφές, προσδίδουν στο CBR 300R τα ιδανικά χαρακτηριστικά μιας μοτοσυκλέτας καθημερινής χρήσης. Λαμβάνοντας υπόψη και την οικονομία καυσίμου, το CBR 300R μπορεί εύκολα να γίνει ο καθημερινός σύντροφος στις μετακινήσεις, ακόμα και για αναβάτες που δεν ενδιαφέρονται για την σπορ πλευρά του μοτοσυκλετισμού. Βγαίνοντας από την πυκνή κυκλοφορία της πόλης, η επιπλέον δύναμη σε όλο το φάσμα των στροφών σε σχέση με το προηγούμενο 250, εγγυάται την γρήγορη επίτευξη ταχυτήτων για να αισθάνεσαι ασφαλής σε δρόμους με τρεις λωρίδες κυκλοφορίας. Τα 120km/h εμφανίζονται στο ταχύμετρο άμεσα και δεν διστάζει να δείξει 160km/h, ακόμα κι αν ο δρόμος ανηφορίζει έντονα. Με αυτές τις επιδόσεις, οι ανοιχτοί δρόμοι δεν φοβίζουν το CBR 300R και σε συνδυασμό με την άνετη θέση οδήγησης και την προστασία του φαίρινγκ, έχει την δυνατότητα να ταξιδεύει διατηρώντας εύκολα ταχύτητες μεταξύ 130-140km/h.

Δυστυχώς όμως για να κινηθείς με ταχύτητες εθνικών οδών, θα πρέπει ο κινητήρας να δουλεύει πάνω από τις 7000 στροφές, κάτι που με την σειρά του σημαίνει ενοχλητικούς κραδασμούς υψηλής συχνότητας στο τιμόνι, την σέλα και τα μαρσπιέ. Για να κάνεις μια απόσταση 20-30 χιλιομέτρων εκτός πόλης δεν νομίζω ότι θα αποτελέσουν πρόβλημα, όμως για μεγαλύτερες αποστάσεις αρχίζουν και γίνονται ενοχλητικοί.

Πόσο R είναι;

Η έμφαση στην ροπή στις χαμηλές και μεσαίες στροφές που έφερε η αύξηση του κυβισμού μέσω της μεγαλύτερης διαδρομής του εμβόλου, έχει μεν αυξήσει εντυπωσιακά την ευκολία συμβίωσης σε καθημερινή βάση, όμως περιόρισε την σπορ πλευρά του χαρακτήρα της μικρής CBR. Έτσι, ενώ οι επιδόσεις είναι σαφώς βελτιωμένες σε σύγκριση με το προηγούμενο 250, η ευστροφία του κινητήρα στις υψηλές στροφές έχει δεχτεί πλήγμα. Μέχρι τις 7000 στροφές ανεβάζει γρήγορα και με γεμάτη αίσθηση επιτάχυνσης, όμως από εκεί και πάνω μοιάζει να αισθάνεται άβολα και σου δείχνει την δυσαρέσκειά του μέσω των κραδασμών που παράγει. Αυτή η απροθυμία του να δουλεύει μεταξύ 7000 και 11.000 στροφών σου κόβει την όρεξη για γρήγορη οδήγηση στα στενά στροφιλίκια. Κρίμα, διότι η γεωμετρία του πλαισίου και οι αναρτήσεις, μπορούν εύκολα να κουβαλήσουν μέσα στις στροφές όλη την ταχύτητα που μαζεύεις στις ευθείες. Όμως ο κινητήρας δείχνει να μην μπορεί να ακολουθήσει τον σπορ ρυθμό και όποτε κάνεις κατέβασμα ταχύτητας, στέλνοντας την βελόνα του στροφόμετρου πάνω από τις 8000 στροφές, περισσότερο φρενάρει την μοτοσυκλέτα, παρά την επιταχύνει.

Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και η πρόσφυση των ελαστικών, όπου μέσα στην πόλη και την εθνική οδό κάνουν αξιοπρεπώς την δουλειά τους, όμως όταν η μοτοσυκλέτα πλαγιάσει δεν μπορούν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Με ένα ζευγάρι επώνυμα σπορ ελαστικά και μεγαλύτερη διάθεση από τον κινητήρα να δουλεύει κοντά την κόκκινη περιοχή στροφών του, αυτή η μοτοσυκλέτα θα ήταν απίστευτα γρήγορη στους στενούς και γλιστερούς ελληνικούς δρόμους. Δυστυχώς όμως δεν έχει ούτε το ένα, ούτε και το άλλο στοιχείο για να μπορέσει να δικαιολογήσει τα δύο R στο όνομά της. Τα ελαστικά δυσκολεύουν και την δουλειά του ABS, όμως σε κάθε περίπτωση τα φρένα είναι κορυφαία σε απόδοση, τόσο από πλευράς δύναμης, όσο και από την αίσθηση που έχει η μανέτα. Θα μπορούσαν άνετα να μπουν αυτούσια σε πολύ μεγαλύτερου κυβισμού μοτοσυκλέτα. Επιστρέφοντας στο ερώτημα πόσο R είναι αυτή η μοτοσυκλέτα, την απάντηση την δίνει η συμπεριφορά του κινητήρα. Εμφανισιακά, το σχήμα του φαίρινγκ και τα κλασσικά "αγωνιστικά" χρώματα της Honda υπόσχονται στενούς δεσμούς αίματος με τα τετρακύλινδρα supersport μοντέλα, όμως στην πράξη κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Από την άλλη αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, αφού η πρακτικότητα που ενδιαφέρει περισσότερο κόσμο είναι σε κορυφαίο επίπεδο και παίρνεις δώρο την σπορ εμφάνιση και την αίγλη του ονόματος των CBR. Ακούγεται δίκαιο, έτσι δεν είναι;

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           

Αντιπρόσωπος:

Αφοί ΣΑΡΑΚΑΚΗ ΑΕΒΜΕ

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2035

Ύψος (mm):

1120

Μεταξόνιο (mm):

 

Απόσταση από το έδαφος (mm):

145

Ύψος σέλας (mm):

785

Ίχνος (mm):

 

Γωνία κάστερ (˚):

 

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

700

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

500

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

820

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

500

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

167kg (χωρίς καύσιμο: 158,07kg )

Πίσω

51,2%

Εμπρός

48,8%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο, περιμετρικό

Πλάτος (mm):

720

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-kg/165kg

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος, με 1ΕΕΚ και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

 76X63

Χωρητικότητα (cc):

286

Σχέση συμπίεσης:

10,7:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

-

Ροπή (kg.m/rpm):

-

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

-

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός με σώμα mm

Σύστημα εξαγωγής:

1 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια/2,807

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με αλυσίδα/2,571

 

Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm

1η

3,416

2α

2,250

3η

1,650

4η

1,350

5η

1,166

6η

1,038

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

24.000

Αλλαγή λαδιού (km):

Στα πρώτα 1000 και κάθε 12.000

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

1,5/1,4

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

Φυσιγγίου/ Στα πρώτα 1000 και κάθε 12.000

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,8

14

0-100

6,4

115

0-120

9,6

215

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

14,8

138,17

0-1.000

28,2

157,93

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

11,2

-

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

/

/

12,8/207

80-120

/

/

10,6/300

120-160

/

/

/

160-200

 

 

 

200-240

 

 

 

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

-

-

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

-

Πραγματικά

6,5

6,91

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μονό αμορτισέρ με μοχλικό

Διαδρομή (mm):

107

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

4 Χ 17

Ελαστικό:

140/70-17

Πίεση:

 

ΦΡΕΝΟ

Μονός δίσκος 220mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Οθόνη LCD με ενδείξεις για ταχύτητα, ολικό και μερικό χιλιομετρητή, θερμοκρασία κινητήρα, αναλογικό στροφόμετρο

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

130/43

Ρυθμίσεις:

Καμία

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3 Χ 17

Ελαστικό:

110/70-17

Πίεση:

 

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 296mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

25,14/8.300

Ροπή (kg.m/rpm):

2,48/6.400

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

4,5

Ελάχιστη

3,8

Μέγιστη

6

Αυτονομία (km):

288,8

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

13/-

         

 

 

 

 

 

 

Δοκιμή ελαστικών Dunlop Sportsmart mk3

Τα ελαστικά με τις ιδανικές αναλογίες
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

18/5/2021

Δεν υπάρχουν κανόνες

 

Η Dunlop διαθέτει στην κατηγορία των Hypersport ελαστικών το Sportsmart mk3 με ποσοστό χρήσης 90% δρόμου και 10% πίστα. Το πρόβλημα είναι πως οι Έλληνες δεν καταλαβαίνουν ότι τα ποσοστά στα ελαστικά είναι σαν το αλάτι στην σούπα. Αν ρίξεις πολύ δεν τρώγεται και αντίστοιχα το 100% πίστα δεν κάνει για δρόμο! Πρέπει τώρα να καταλάβουμε αν αυτό το 10% είναι ανάλατο ή όσο χρειάζεται!

 

Συναίσθημα και λάστιχο παραπέμπει σε κάτι άλλο, για τα περισσότερα μεγάλα παιδιά μεταξύ μας και σίγουρα δεν είναι κάτι που περιμένεις να ακούσεις ψάχνοντας να βρεις το επόμενο ελαστικό που θα βάλεις στην μοτοσυκλέτα σου. Τι κάνεις όταν στρίβεις όμως; Απλά ενώνεις τις ευθείες; Γιατί αν είναι έτσι βρίσκεσαι ήδη σε λάθος κατηγορία ελαστικών. Υπάρχουν ελαστικά για street μοτοσυκλέτες που θα σε γυρίζουν τα βράδια στις πίστες της νυκτερινής ζωής και άλλα για να γυρίζεις σε πίστες σε κάθε ελεύθερο track day. Ο καθένας κάνει τις επιλογές του και δεν τον κρίνει κανένας, αλλά είμαστε εδώ για την δεύτερη περίπτωση. Αν είσαι ο τύπος που στις στροφές του δρόμου αναζητάς την αδρεναλίνη, σημαίνει πως πηγαίνεις για το συναίσθημα όταν οδηγείς κι άρα είσαι στο κατάλληλο σημείο κοιτώντας ελαστικά για street μοτοσυκλέτες στην κατηγορία που πρέπει, την Hypersport. Το πρόβλημα με την Hypersport κατηγορία είναι πως δεν έχει σαφή όρια και επιπρόσθετα καμία εταιρεία δεν έχει απευθείας συγκρίσιμα ελαστικά. Η Dunlop για παράδειγμα έχει πολλές επιλογές εδώ, συνολικά τέσσερις, και το Sportsmart mk3 είναι η νεότερη που έρχεται για να μπει στην βάση της κατηγορίας αυτής. Ένα ελαστικό δρόμου που σου επιτρέπει να μπεις και στην πίστα.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα βέβαια όταν έχεις μία μεγάλη σπορ γκάμα, είναι να εξηγήσεις στον Έλληνα ποιο ακριβώς είναι κατάλληλο για εκείνον. Διότι ζούμε στην χώρα της αμάθειας και της απλοποιημένης σκέψης. Βάζει ο άλλος ελαστικά κατάλληλα μόνο για πίστα που δίχως κουβέρτες δεν δουλεύουν σωστά και τα ξεροψήνει στον ελληνικό ήλιο οδηγώντας στο τέλος πάνω σε φλούδες δέντρου σαν τους Φλίνστοουνς. Γιατί αν είναι καλά για τον αγωνιζόμενο, είναι καλά και για εκείνον που πάει γρήγορα στο δρόμο. Τεράστιο ψέμα αυτό, αλλά είναι γνώστης εκείνος που το υποστηρίζει μιας και κάνει σούζες με την παρέα να τον αποθεώνει. Αυτό είναι το ένα άκρο και με αυτόν που νομίζει πως τα ξέρει όλα, δεν πρέπει να ασχολείται κανείς περισσότερο. Τα ασαφή όρια της Hypersport κατηγορίας είναι τελικά καλό που υπάρχουν, γιατί μπορεί καθένας να βρει το ελαστικό που του ταιριάζει περισσότερο είτε στην μία εταιρεία, είτε στην άλλη. Η Dunlop έχει αναγάγει την επιλογή του ελαστικού σε επιστήμη διαθέτοντας το mk3 στην γκάμα κι απαιτεί από εσένα να κάνεις την αυτοκριτική σου πριν αποφασίσεις. Δεν θα πάρεις το πιο σπορ ελαστικό που υπάρχει, μόνο και μόνο για να πας πιο γρήγορα στις στροφές. Πρέπει πλέον τα ελαστικά να τα επιλέγεις με βάση την μοτοσυκλέτα και τον δικό σου ρυθμό οδήγησης αυστηρά, κι όχι με βάση εκείνο που κάνουν οι άλλοι. Οι άλλοι έχουν τον δικό τους ρυθμό, έχουν άλλες μοτοσυκλέτες. Θα έλεγες πως το Yamaha MT-07 είναι στην ίδια κατηγορία με το Kawasaki Z650; Κι άρα ότι είναι καλό στο ένα, είναι και στο άλλο; Αν ναι, έχεις απαντήσει λάθος.

Και δρόμος και πίστα

Οι παρουσιάσεις νέων ελαστικών της Dunlop χαρακτηρίζονται πάντοτε από πάρα πολύ οδήγηση και σε δρόμο και σε πίστα. Ξεκινάμε με BMW S1000R και μία πληθώρα street μοτοσυκλετών για να καταλήξουμε σε μία πολύ γνώριμη για εμάς πίστα, έξω από την Βαρκελώνη. Ωστόσο έχουν καταφέρει να βρουν μία ολοκαίνουρια διαδρομή από την οποία δεν έχουμε περάσει ξανά και δεν είναι τυχαίο αυτό. Οι δρόμοι δεν είναι οι πλέον κατάλληλοι για δοκιμή μοτοσυκλέτας, έχουν λακκούβες, τυφλές στροφές με ακανόνιστη καμπή, ρίζες που φουσκώνουν την άσφαλτο λες και είμαστε στην Ελλάδα, σκόνες και πετραδάκια. Με λίγα λόγια είναι εξαιρετική περίπτωση για να δοκιμάσεις ελαστικά, από εκείνες που διαλέγουμε όταν είμαστε μόνοι μας και κάνουμε δοκιμές στο περιοδικό ανεξάρτητα. Σε παρουσίαση εταιρείας, που αναμφίβολα στοχεύει στην ωραία πλευρά του ελαστικού που θέλει να αναδείξει, η διαδρομή αυτή ήταν ένα μεγάλο ρίσκο. Πρέπει να είσαι σίγουρος πολύ για αυτό που προτείνεις, αυτή είναι η πρώτη εικόνα! Το S1000R μου είναι πολύ γνώριμη μοτοσυκλέτα κι αυτό βοηθά να επικεντρωθώ στην απόδοση του ελαστικού μιας και μπορώ να εκτιμήσω πότε έρχεται η απώλεια πρόσφυσης από το πίσω ελαστικό στο γενναίο άνοιγμα του γκαζιού. Για ελαστικό δρόμου, το mk3 έχει εξαιρετική αντίσταση στην κτηνωδία που σου επιτρέπει να διαπράξεις ο τετρακύλινδρος superbike κινητήρας του. Η χαρακτηριστικότατη προειδοποίηση της Dunlop είναι επίσης παρούσα. Μόλις το παρακάνεις, πρώτα θα νιώσεις ένα απειροελάχιστο γλίστρημα πίσω το οποίο θα έρθει μαλακά, όχι απότομα και κοφτά κι αν επιμείνεις θα νιώσεις και το δεύτερο καμπανάκι ασφαλείας. Πάντα η Dunlop φροντίζει η πρόσφυση να χάνεται πίσω και προοδευτικά, ώστε να ξέρεις τι περιθώρια υπάρχουν μπροστά. Στα δύο καμπανάκια, σημαίνει πως έχουμε γόνατο κάτω με το S1000R και ο δρόμος είναι από τους χειρότερους ισπανικούς, δηλαδή από τους καλύτερους ελληνικούς, ανοίγοντας το γκάζι ενώ ξύνουμε την άσφαλτο. Εκεί θα έρθει η προειδοποίηση που περιγράφω, για τέτοια ικανότητα του ελαστικού μιλάμε. Ήδη το γκρουπ έχει χωριστεί στα δύο, παρόλο που οι έμπειροι άνθρωποι της Dunlop μας είχαν από το πρωί χωρίσει σε υποομάδες των 5-6 ατόμων για να μπορέσουμε να οδηγήσουμε γρήγορα με την ευελιξία ενός μικρότερου γκρουπ. Προοδευτικό γλίστρημα πίσω, μηδενικό εμπρός μέχρι στιγμής, με λακκούβες, σαμαράκια και ρίζες να μην ταλαιπωρούν το ελαστικό, μέχρι να φτάσουμε στην όμορφη πίστα.

Χωμένη μέσα σε λόφους χωρίς καμία κερκίδα, η πίστα αυτή δεν φτιάχτηκε για αγώνες, παρόλο που οι Ισπανοί με την πληθώρα διαθέσιμων χώρων, βάζουν κάποια πρωταθλήματα να περνούν κι από εκεί. Οι εταιρείες αυτοκινήτων την χρησιμοποιούν συνέχεια για πεδίο δοκιμών, με την πίστα να έχει τοποθετήσει κεραίες τηλεμετρίας σε κάθε τυφλό σημείο και ταχεία δορυφορική σύνδεση, στέλνοντας τα δεδομένα απευθείας στο εργοστάσιο, ακόμη κι αν αυτό είναι στην Γερμανία! Εκεί έχουν φτάσει. Η πίστα είναι γεμάτη σαμαράκια, έχει στρωθεί από μία πρασινίλα γύρης από το πυκνό πευκοδάσος μέσα στο οποίο είναι χωμένη και η πρόσφυση δεν είναι σταθερή. Για άλλη μία φορά τα πράγματα είναι ιδανικά για δοκιμή ελαστικού, από εκείνες που θα κάναμε μόνοι μας, άλλη μία στιγμή γενναιότητας από την Dunlop. Για την πίστα θα οδηγήσουμε σε γκρουπ με Kawasaki Ninja 650 και το γυμνό Z900.

Το κόκκινο μίγμα της γόμας που είναι το κεντρικό, εκτείνεται και κάτω από το διαφορετικής σύνθεσης πλαϊνό, σε μία συνηθισμένη τακτική. Ξανά εδώ το νέο είναι πως αυτό συνδυάζεται με έναν σκελετό που προσφέρει διαφορετική ανταπόκριση στις στροφές από ότι στις ευθείες

 

Διαμετρικά αντίθετες μοτοσυκλέτες, ενώ οι πιο street κι όχι racing αναρτήσεις που φορούν, θα κάνουν την απόσβεση στα σαμαράκια να διαρκεί περισσότερο. Συμβαίνει κάτι πολύ ενδιαφέρον στην πίστα και το μετράμε με την βοήθεια της Dunlop. Μόλις μερικούς γρήγορους γύρους και η πίεση έχει αυξηθεί αρκετά. Τα έντονα φρένα και η καταπόνηση στα σαμαράκια αυξάνουν την πίεση στο ελαστικό, παρόλο που την είχαμε μειώσει πριν μπούμε. Καθώς είναι ελαστικό δρόμου και μάλιστα πλούσιο σε πυρίτιο, δεν πρέπει να μειώνεις πολύ την πίεση. Μετρημένο κρύο το ελάχιστο εμπρός είναι 2.2bar και 2.5 πίσω αντίστοιχα και δεν πρέπει να πέφτεις κάτω από αυτό το όριο. Κι αυτοί οι περιορισμοί συμβαίνουν σε όλα τα ελαστικά δρόμου που είναι φτιαγμένα για να ζεσταίνονται πολύ γρήγορα και να λειτουργούν στο βρεγμένο και σε όλες τις θερμοκρασίες. Ωστόσο το εμπρός Sportsmart mk3 παραμένει κι έτσι βιδωμένο στην σκονισμένη άσφαλτο της τεχνικής πίστας.

Υπάρχει μία παρατεταμένη αριστερή στην οποία πηγαίνεις τέρμα γκάζι φτάνει να μην είσαι κοντά στα κερμπ που καραδοκεί η σκόνη. Από τον δυνατό αέρα η πίστα θυμίζει το Losail στο Κατάρ, τόσο πολύ σκόνη έχει γεμίσει, συμφωνώντας πλήρως στον παραλληλισμό αυτό με τους Άγγλους συναδέλφους. Για αντιστάθμιση, οι άνθρωποι της Dunlop έχουν τοποθετήσει μεγάλες ντυμένες αχυρόμπαλες στα κερμπ προσπαθώντας να μειώσουν την σκόνη που μπαίνει στην πίστα, κάτι που είναι πρακτικά αδύνατο. Ακόμη κι έτσι όμως η ευχαρίστηση δεν κόβεται καθόλου και το εμπρός ελαστικό στο οποίο βασίζεσαι είναι ένας βράχος ακλόνητος. Γρήγορη εναλλαγή κλίσεων με ομοιομορφία συμπεριφοράς, χωρίς να υπάρχουν σκαλοπάτια, χωρίς να χρειάζεται να πιέσεις δυνατά με γυροσκοπικό για να σηκωθεί η μοτοσυκλέτα και να πέσει από την άλλη μεριά. Το εμπρός ελαστικό είναι ξεκάθαρα σπορ και το εμπιστεύεσαι πλήρως. Πίσω ήρθαν μερικά γλιστρήματα, όλα τους όμως προοδευτικά. Το αποκορύφωμα ήταν στην κατηφορική αριστερή με τα σαμαράκια και την σκόνη, που στο άνοιγμα του γκαζιού με τα μαρσπιέ να ξύνουν στο Ζ900, το μόνο που έκανε το πίσω ελαστικό ήταν να διώξει τον πίσω τροχό στην έξοδο κατά μία γραμμή του πλάτος του. Έχασε λίγο την πρόσφυση και την ξαναβρήκε αμέσως λοιπόν. Αυτό δεν μεταφράζεται μόνο σε 10% ικανότητας πίστας αλλά σε πολύ παραπάνω! Το συμπέρασμα είναι πως το ποσοστό δεν ανταποκρίνεται στην μέγιστη ικανότητα του ελαστικού στην γρήγορη οδήγηση, αλλά στον χρόνο που μπορεί να κρατήσει την απόδοση αυτή. Αν είσαι γρήγορος αναβάτης μετά από δέκα λεπτά θα τα ζεστάνεις πολύ και θα αρχίσουν να χάνουν απόδοση. Το πρόβλημα είναι στην μετάφραση που κάνει ο καθένας μας στο "γρήγορος" γιατί είμαστε όλοι παρά πολύ γρήγοροι, όπως είναι γνωστό. Το Sportsmart mk3 θα ανταποκριθεί άψογα στα πρώτα βήματα στην πίστα, δίνοντας την δυνατότητα σε κάποιον να μην κάνει πολλά έξοδα και να έχει ένα ελαστικό που θα το φορά και στην βροχή με πολύ καλή απόδοση στο βρεγμένο.

Για όλες τις ώρες…

Βροχή δεν είχαμε, όπως επίσης και την ειδική πίστα της Goodyear που συνήθως η Dunlop μας την γεμίζει με νερό για να δοκιμάσουμε εκεί την απόδοση των ελαστικών της. Είχαμε όμως μία υδροφόρα κι ένα σαλιγκάρι με κορύνες που μπορούσαμε να κάνουμε ασκήσεις τύπου Gymkhana, πράγμα που δεν το λες δοκιμή στο βρεγμένο αλλά σίγουρα μπορείς να φρενάρεις δυνατά και να ανοίξεις απότομα το γκάζι μετρώντας αντιδράσεις. Η αρχική εντύπωση είναι πολύ θετική, βλέποντας τον πίδακα του νερού που εκτοξεύεται μακριά, από την νέα χάραξη που κάνει εξαιρετικά την δουλειά της!

Για να πετύχει αυτό τον συνδυασμό, η Dunlop άπλωσε στο σχεδιαστικό τραπέζι ολόκληρη την φαρέτρα της με τεχνολογίες και επιτεύγματα και προσπάθησε να μην αφήσει την γκιλοτίνα του προϋπολογισμού να κόψει πολύ από το τραπεζομάντιλο. Το Sportsmart mk3 ενσωματώνει πράγματα που δεν τα έχουμε ξανά δει σε ελαστικό της κατηγορίας του, από τον JLB σκελετό με συνεχόμενο νήμα αραμιδίου, πράγμα που ναι δεν είναι καινούριο, αλλά εδώ το βλέπουμε να συνδυάζεται με την τεχνολογία CTCS, που σημαίνει πως ο σκελετός αντιδρά διαφορετικά στο κέντρο από ότι στο πλάι του ελαστικού. Ταυτόχρονα το DFF εμπρός ελαστικό -Dynamic Front Formula- έχει γρήγορη γεωμετρία που σταδιακά προσφέρει αυξημένη επιφάνεια όσο η γωνία μεγαλώνει κι αυτό το καταφέρνει τόσο με την επιτηδευμένη σχεδίαση του ελαστικού, τόσο σε σχήμα όσο και σε υλικό. Ένα στάδιο τεχνογνωσίας που στην Dunlop έχει έρθει από την αγωνιστική εμπειρία. Πιο συγκεκριμένα: Αναπτύσσοντας το δικό τους λογισμικό προσομοιώσεων και τροφοδοτώντας το με τις δικές τους μετρήσεις, έχουν ένα από τα καλύτερα εργαλεία για να σχεδιάσουν ελαστικά και σε αυτό στήριξαν και την εξέλιξη της νεότερης πρότασής τους στην Hypersport κατηγορία.

Δεν ισχύουν παλιοί κανόνες

Χρόνια τώρα η Dunlop έχει καταφέρει επίσης να χρησιμοποιήσει το πυρίτιο με τρόπους που μέχρι πριν λίγα χρόνια δεν ήταν εφικτό, αφαιρώντας πολλά από τα μειονεκτήματα. Το πυρίτιο το θέλεις για να ζεσταίνεται γρήγορα το ελαστικό και να έχεις καλή απόδοση στο βρεγμένο και μέχρι πριν από λίγα χρόνια δεν μπορούσε να ελέγξεις με ακρίβεια την θερμοκρασία ενός ελαστικού πλούσιο σε πυρίτιο. Με τελείως διαφορετική χημική σύσταση των ενώσεων όμως, μετά από μία μακρά πορεία έχουμε φέτος ένα ελαστικό με τον καλύτερο δυνατό συνδυασμό!

Το Sportsmart mk3 σπάει εύκολα τα καθιερωμένα στα σπορ ελαστικά δρόμου, καθώς δεν υπακούει στους μέχρι τώρα κανόνες για τον συνδυασμό που μπορούσες να έχεις. Η απόδοση στο βρεγμένο θυσιαζόταν έναντι της σπορ συμπεριφοράς και της αντοχής στις υψηλές θερμοκρασίες με την χρήση που μπορεί να οδηγήσει σε αυτές, όπως είναι η πίστα. Τέτοιοι περιορισμοί πλέον δεν ισχύουν. Το Sportsmart mk3 ήρθε για να σπάσει τους κανόνες και το καταφέρνει γιατί η Dunlop το έχει λούσει σε ακριβή τεχνολογία που ξεχρεώθηκε από τα ακριβότερα ελαστικά της. Τα όρια για άλλη μία φορά, έχουν μετακινηθεί.

Εξαιτίας της νέας γόμας το σχήμα των αυλακώσεων μπορεί να αποκτήσει εγκοπές με πολλές γωνίες που παλιότερα θα έφερναν μείωση του ορίου ζωής. Είναι κι αυτός ένας από τους κανόνες που πλέον δεν ισχύει