Δοκιμή μακράς διάρκειας 2000km του Husqvarna Svartpilen 401

Το service των 10.000 χιλιομέτρων
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

6/9/2019

Σας το είχαμε υποσχεθεί και φυσικά το κάναμε. Μιλάμε φυσικά για το service του Husqvarna Svartpilen 401, που είχαμε παραλάβει στο τέλος Ιουλίου με 7500km στο οδόμετρο. Μετά από 2000 χιλιόμετρα μέσα σε ένα μήνα, βρέθηκε στο αναβατόριο του εξουσιοδοτημένου συνεργείου Paddock512 στην Αγία Παρασκευή, έχοντας συμπληρώσει 9458 χιλιόμετρα. Πριν μπούμε στις λεπτομέρειες που αφορούν τις εργασίες και το κόστος, θα πρέπει πρώτα να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα γενικής φύσεως θέματα που αφορούν τα service των μοτοσυκλετών.

Τα τελευταία χρόνια όλα τα εργοστάσια έχουν επιμηκύνει πάρα πολύ τα διαστήματα των service. Δύσκολα θα βρεις πλέον κάποια καινούρια μοτοσυκλέτα που ο κατασκευαστής της να έχει ορίσει διαστήματα service λιγότερο από τα 10.000 χιλιόμετρα. Μάλιστα τα μεγάλα διαστήματα service έχουν γίνει διαφημιστικό “προσόν” και από εδώ ξεκινούν πολλά προβλήματα. Διότι όταν οι διαφημιστές μπερδεύονται στα πόδια των μηχανολόγων και των μηχανικών, τη νύφη πάντα την πληρώνουμε εμείς οι μοτοσυκλετιστές. Ακριβώς αυτό έχει γίνει και σε αυτή την περίπτωση, όπου ο κόσμος πλέον μένει στο όριο των χιλιομέτρων και παραβλέπει τα ψιλά γράμμα. Τα ψιλά γράμματα συνήθως αναφέρονται σε χρονικά διαστήματα ή σε συγκεκριμένες συνθήκες χρήσης. Για παράδειγμα, όλα τα υγρά (λάδια, υγρά φρένων, ψυκτικό υγρό) πρέπει να αλλάζονται σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο ακόμα κι αν δεν έχεις οδηγήσει καθόλου τη μοτοσυκλέτα σου από την ημέρα που έβαλες φρέσκα! Συνήθως τα υγρά φρένων πρέπει να τα αλλάζεις κάθε δύο χρόνια, το ψυκτικό υγρό κάθε 3-5 χρόνια (ανάλογα με τον τύπο που βάζεις) και τα λάδια κάθε δύο χρόνια – είτε έχεις κάνει 10.000 χιλιόμετρα είτε έχεις κάνει μόλις 10 χιλιόμετρα από το συνεργείο έως το γκαράζ που την πάρκαρες και έμεινε ακίνητη για δύο χρόνια.

 Ο λόγος που πρέπει να αλλάζουμε τα υγρά με βάση τον χρόνο, έχει να κάνει με το γεγονός πως η υγρασία και η ατμοσφαιρική ρύπανση περνάει μέσα στα κάρτερ, μέσα στο κύκλωμα των φρένων και μέσα στο κύκλωμα ψύξης, διαβρώνοντάς τα και καταστρέφοντας τις δυνατότητές τους να λιπάνουν σωστά τον κινητήρα, να τον ψύχουν σωστά και φυσικά να φρενάρουν σωστά τη μοτοσυκλέτα μας.

 

Έτσι, τα τελευταία χρόνια ακούμε πολύ συχνά τους μοτοσυκλετιστές να διαμαρτύρονται όταν ένα εργοστάσιο προτείνει service κάθε 4000 χιλιόμετρα, ενώ στην πραγματικότητα θα έπρεπε να διαμαρτύρονται που τους κοροϊδεύουν με τα μεγάλα διαστήματα service, τα οποία στην πράξη μπορούν να καταστρέψουν τον κινητήρα τους. Είναι άλλο πράγματα η ρύθμιση των βαλβίδων και η αντοχή των αναλώσιμων ανταλλακτικών (τακάκια, αλυσίδες, γρανάζια κ.τ.λ.) κι άλλο πράγμα η διάρκεια ζωής των υγρών. Ιδιαίτερα των λαδιών σε έναν κινητήρα μοτοσυκλέτας, που αποθηκεύουν και μεταφέρουν τα κατάλοιπα της φυσιολογικής φθοράς των δίσκων του συμπλέκτη.

Στη σημερινή εποχή που όλοι έχουν ένα αυτοκίνητο (με διαστήματα service 25.000-40.000 χιλιομέτρων), δεν μπορούν να καταλάβουν τη διαφορά που υπάρχει με τις μοτοσυκλέτες. Οι κινητήρες των αυτοκινήτων είναι αργόστροφοι  (κόκκινο στις 6.000 στροφές, με τις 2.500-3.500 στροφές να είναι το φάσμα λειτουργίας τους σε όλη τους τη ζωή) και περιέχουν λάδι μεταξύ 3 και 8 λίτρων (ανάλογα τον τύπο του κινητήρα) που λιπαίνει μόνο τον στρόφαλο και την κεφαλή, όχι όμως το κιβώτιο ταχυτήτων, το οποίο έχει δικό του ξεχωριστό λάδι, ειδικά σχεδιασμένο για σύνθλιψη ανάμεσα στις επιφάνειες των γραναζιών.

Στις μοτοσυκλέτες το λάδι είναι πολύ λιγότερο (1,5 έως 3 λίτρα το πολύ) και λιπαίνει ταυτόχρονα το κιβώτιο ταχυτήτων και τον συμπλέκτη (εκτός φυσικά από τα “ξηροκάμπανα” που οι δίσκοι του συμπλέκτη είναι έξω από τα κάρτερ.

Όλα αυτά μειώνουν δραματικά την ζωή του λαδιού, ειδικά όταν οδηγάμε μέσα στην πόλη με υψηλές θερμοκρασίες. Οπότε όταν ο μηχανικός σας, σας λέει να ελέγχετε και να αλλάζετε τα λάδια του κινητήρα σας κάθε 4.000-5.000 χιλιόμετρα και ο κατασκευαστής  λέει να αλλάζετε λάδια κάθε 10.000-15.000 χιλιόμετρα, τότε ακούστε τον μηχανικό σας.

Απόδειξη για όλα τα παραπάνω είναι η εικόνα που είχαν τα λάδια του Svartpilen μετά από 9.458 χιλιόμετρα οδήγησης μέσα στην πόλη και σε test rides. Μιλάμε για ακριβά συνθετικά λάδια, και όχι για “ψευτόλαδα” των 2 ευρώ το λίτρο. Προφανώς και το Svartpilen “δεν έπαθε τίποτα” που του αλλάξαμε λάδια στα 9.500 χιλιόμετρα, ακολουθώντας το πρόγραμμα του κατασκευαστή, όμως σε δική μας μοτοσυκλέτα, που θα θέλαμε να την κρατήσουμε για πολλά χρόνια, δεν θα το κάναμε ποτέ αυτό. Βέβαια και η Husqvarna λέει πως ανεξαρτήτως χιλιομέτρων, το Svartpilen 401 χρειάζεται ετήσιο service, το οποίο αν γίνει σε εξουσιοδοτημένο συνεργείο, επεκτείνεται το πρόγραμμα δωρεάν πανευρωπαϊκής οδικής ασφάλειας που συνοδεύει τη μοτοσυκλέτα για 60.000 χιλιόμετρα ή 8 χρόνια (όποιο έρθει πρώτο).

Πάμε τώρα στου αριθμούς, που έχουν και περισσότερο ενδιαφέρον:

 

 Η Husqvarna (ΚΤΜ) λέει πως για το γενικό service χρειάζονται δύο εργατώρες. Η τιμή της εργοστασιακής εργατώρας έχει καθοριστεί στα 35 ευρώ+ ΦΠΑ. Σε αυτό το ποσό συμπεριλαμβάνεται ο ηλεκτρονικός έλεγχος της μοτοσυκλέτας με το ειδικό scanner, ο έλεγχος των αναρτήσεων, της αλυσίδας, των φρένων, έλεγχος σε όλες τις βίδες, έλεγχος τροχών. Τα service και οι εργασίες καταγράφονται σε μια κεντρική βάση δεδομένων και δεν υπάρχει χάρτινο βιβλιαράκι service. Αυτό σημαίνει πως αν αγοράσεις μεταχειρισμένο Husqvarna (μόνο τα μοντέλα που έχουν κατασκευαστεί από τότε που η Husqvarna εξαγοράστηκε από την ΚΤΜ) μπορείς με τον αριθμό πλαισίου να πας σε οποιοδήποτε εξουσιοδοτημένο συνεργείο της γης και να μάθεις όλο το ιστορικό της μοτοσυκλέτας, αν φυσικά έχει κάνει τις εργασίες σε εξουσιοδοτημένο συνεργείο.   

 

Σε αναλώσιμα ανταλλακτικά το δικό μας χρειάστηκε ένα φίλτρο λαδιού (6,82€) και ένα καθαρό φίλτρο αέρα (19,53€).

 

Η αλυσίδα χρειάστηκε ρύθμιση και λίπανση, αλλά στη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα που έχει τραβήξει πολλά από πολλούς μέχρι σήμερα, ήταν σε μέτρια κατάσταση και σύντομα θα χρειαστεί αντικατάσταση (σετ γρανάζια αλυσίδα 148€)

 

Τα τακάκια είχαν πολύ “ψωμί” ακόμα και εύκολα αντέχουν άλλα 5000-6000 χιλιόμετρα. Τα συγκεκριμένα είναι μεταλλικά και κοστίζουν 43,40€ εμπρός και 26.04€ τα πίσω. Υπάρχουν στην ελεύθερη αγορά φτηνότερα συμβατικά, όμως δεν θα σας βγάλουν πάνω από 5.000 χιλιόμετρα, οπότε τα γνήσια είναι τελικά φτηνότερα σε βάθος χρόνου.

 

Συνοψίζοντας, το κόστος συντήρησης του Svartpiien 401 μετά από 9500 σκληρά χιλιόμετρα είναι 87€(εργατικά)+ 15-20€ (συνθετικά λάδια /τιμή ανάλογα την μάρκα)+6,82€(φίλτρο λαδιού)+19,53€(φίλτρο αέρα)= 128-132€   

 

Αν χρειάζεσαι γρανάζια, αλυσίδα και τακάκια εμπρός/πίσω, τότε το συνολικό κόστος ανεβαίνει στα 346€, όμως αν λάβουμε υπόψη μας την κατάσταση που είχαν τα τακάκια και η αλυσίδα στο δικό μας Svartpilen 401, αυτά τα ανταλλακτικά θα τα χρειαστείς μετά τα 15.000-20.000 χιλιόμετρα. Όλα βέβαια εξαρτώνται από την χρήση και την συντήρηση που κάνει ο κάθε αναβάτης. Εμείς πάντως θα προσθέταμε μια αλλαγή λαδιών και φίλτρου κάθε 5.000 χιλιόμετρα. Μιλάμε για ένα κόστος των 30€ που δεν αξίζει να ρισκάρεις τη μελλοντική υγεία του κινητήρα σου για να το αποφύγεις.

 

Bajaj Pulsar 125 2022: Το πλεονέκτημα μιας αληθινής μοτοσυκλέτας σε τιμή παπιού

Λύνει το πρόβλημα με ορθολογισμό
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

1/6/2022

Ζούμε σε μια μεταβατική περίοδο της ελληνικής αγοράς, όπου πολλά από τα δεδομένα των προηγούμενων ετών και δεκαετιών δεν ισχύουν πλέον. Η επέλαση των scooter στις μικρομεσαίες κατηγορίες κυβισμού εξαφάνισε τις μικρές μοτοσυκλέτες, ενώ την ίδια στιγμή οι προδιαγραφές Euro4 και Euro5 εξολόθρευσαν τα περισσότερα μοντέλα παπιών. Όσα από αυτά τα κατάφεραν να γίνουν Euro5, επιβαρύνθηκαν δυσανάλογα οι τιμές τους χάνοντας ένα μεγάλο πλεονέκτημά έναντι των scooter. Όλα τα παραπάνω περιόρισαν πολύ τις επιλογές για όσους αναζητούν ένα δίκυκλο με τιμή πολύ κάτω από τα 3.000€ και με κινητήρα έως 125 κυβικά, ώστε να το οδηγούν με δίπλωμα της Α1 κατηγορίας ή με δίπλωμα αυτοκινήτου για όσους πληρούν τις προϋποθέσεις του νέου νόμου που ισχύει εδώ και ένα χρόνο. Σε αυτό το θολό τοπίο της ελληνικής αγοράς, η άφιξη του νέου Pulsar 125 NS μοιάζει ως Θείο δώρο, καθώς με τιμή 2.490€ έχει έναν κινητήρα 12 ίππων και σύστημα ABS στα φρένα, μαζί με όλα τα πλεονεκτήματα που συνοδεύουν μια κανονικού μεγέθους μοτοσυκλέτα.

Με το μάτι και το αυτί

Σε γενικές γραμμές το νέο Pulsar NS 125 δεν φαίνεται στα χαρτιά να έχει κάποια τρομερή διαφορά από το προηγούμενο μοντέλο, όμως στην πράξη οι πολλές μικρές αλλαγές που έχει κάνει η Bajaj σε όλους τους τομείς και η αλλαγή του εμπορικού τοπίου της ελληνικής αγοράς τον τελευταίο χρόνο, κάνουν το νέο μοντέλο πολύ καλύτερη επιλογή σε σχέση με το προηγούμενο σε αυτή την κατηγορία κυβισμού και τιμής. Πρακτικά μοναδικοί του αντίπαλοι είναι τα παπιά και τα φτηνά scooter των 125 κυβικών, που στην πλειοψηφία τους έχουν παρωχημένης τεχνολογίας αερόψυκτους κινητήρες. Ο αερόψυκτος κινητήρας του Pulsar NS 125 είναι φυσικά προδιαγραφών Euro5 και διακρίνεται για την ποιότητα λειτουργίας του, αλλά και την πλήρη απουσία κραδασμών. Η απόλυτα ομαλή παροχή της δύναμης σε όλο το φάσμα των στροφών χαρίζουν στον αναβάτη μια πολιτισμένη εμπειρία οδήγησης, που δεν βρίσκεις εύκολα σε αυτά τα χρήματα πλέον. Ιδιαίτερα όταν μιλάμε για δίκυκλα με μονοκύλινδρους κινητήρες 125 κυβικών, οι οποίοι εκ των πραγμάτων δουλεύουν συνεχώς σε υψηλές στροφές, ο πολιτισμένος τρόπος λειτουργίας λόγω απουσίας κραδασμών και παρασιτικών μηχανικών θορύβων έχει μεγάλη σημασία στην αίσθηση ποιότητας, αλλά και άνεσης που αντιλαμβάνεται ο αναβάτης.

Σημαντικός παράγοντας στην αναβαθμισμένη αίσθηση ποιότητας του νέου Pulsar NS 125 είναι και η νέα σχεδίαση της εξωτερικής εμφάνισης. Κυρίως η ουρά, αλλά και το σχήμα του ρεζερβουάρ με τον προβολέα, έχουν πλέον περισσότερο “ιαπωνική” αύρα, ακολουθώντας κατά γράμμα μια μοντέρνα σπορ αισθητική. Μόνο τα κάγκελα (τα οποία όμως αφαιρούνται εύκολα) και το έξτρα σπείρωμα στην αριστερά πλευρά του ψαλιδιού για την τοποθέτηση προστατευτικού πλέγματος για να μην μπλεχτεί το σάρι στο γρανάζι της αλυσίδας, προδίδουν την ινδική καταγωγή.

Το στιβαρό πλαίσιο με τους δύο μεγάλους δοκούς, η ύπαρξη συστήματος ABS στα φρένα, αλλά και η αναπάντεχα ποιοτική λειτουργία των αναρτήσεων, κάνουν το Pulsar NS 125 πολύ ευχάριστο στην οδήγηση και δίνουν μια ανώτερη αίσθηση ασφάλειας στον αναβάτη. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο πλεονέκτημά του έναντι των αντίστοιχης, ακόμα και υψηλότερης τιμής παπιών και scooter στα 125 κυβικά, τα οποία συνήθως έχουν απλώς συνδυασμένα φρένα χωρίς ABS και οι αναρτήσεις τους δεν καταφέρνουν να φιλτράρουν ούτε τις μισές ανωμαλίες των ελληνικών δρόμων. Ο αναβάτης του Pulsar NS 125 απολαμβάνει πολύ υψηλά επίπεδα άνεσης μέσα στην πόλη και το ίδιο υψηλό επίπεδο άνεσης απολαμβάνει και ο συνεπιβάτης.

Συνήθως οι ινδικές εταιρείες βάζουν σκληρά ελατήρια στην πίσω ανάρτηση για να αντέχουν οι μοτοσυκλέτες τους υπερβολικό φόρτωμα και να μην τερματίζουν στους κακής ποιότητας δρόμους των επαρχιών της Ινδίας. Όμως στο νέο Pulsar NS 125 έχουν κάνει μια πολύ πιο “ευρωπαϊκή” επιλογή για το ελατήριο του πίσω αμορτισέρ. Η λογική σκληρότητα του ελατηρίου και οι αποσβέσεις του αμορτισέρ συνεργάζονται αρμονικά και είτε με ένα άτομο στη σέλα, είτε με δύο άτομα, το Pulsar NS 125 είναι άνετο παντού, χωρίς όμως να είναι υπερβολικά πλαδαρό. Έτσι η άνεση συνδυάζεται με σύγχρονα δυναμικά χαρακτηριστικά που ανεβάζουν ακόμα περισσότερο την ενεργητική ασφάλεια. Μόνο τα ελαστικά υπολείπονται σε κράτημα και είναι το μοναδικό σημείο πάνω στο Pulsar NS 125 που δεν αποτελεί σημείο αναφοράς στην κατηγορία του, έστω κι αν είναι αποδεκτά για την τιμή του. Πολύ καλή είναι και η εργονομία της θέσης οδήγησης, με λογικές αποστάσεις μεταξύ σέλας-μαρσπιέ και σέλας τιμονιού, δημιουργώντας μια ευρύχωρη θέση οδήγησης για όλα σχεδόν τα αναστήματα. Παρά τον “σπορ” σχεδιασμό της σέλας σε δύο ξεχωριστά κομμάτια για αναβάτη και συνεπιβάτη, έχει πλούσιο αφρώδες υλικό και προσφέρει υψηλό επίπεδο άνεσης για δύο άτομα.

Σχεδιασμένο για τις κακουχίες

Οι μοτοσυκλέτες που σχεδιάζονται με βασικό στόχο την τοπική αγορά της Ινδίας θα πρέπει απαραίτητα να μπορούν να επιβιώσουν για πολλά χρόνια με απλή και φτηνή συντήρηση, να καίνε κακής ποιότητας καύσιμα σε μικρές ποσότητες, να αντέχουν στο υπερβολικό φόρτωμα και κυρίως να επιβιώνουν για χρόνια στους χωματόδρομους. Το νέο Pulsar NS 125 είναι σαφώς πιο “ευρωπαϊκό” σε εμφάνιση και επίπεδο ενεργητικής ασφάλειας από τον προκάτοχό του και έχει αναβαθμιστεί εντυπωσιακά η άνεση, όμως η Bajaj δεν θυσίασε την παραδοσιακή “built to last” φιλοσοφία της μικρής μοτοσυκλέτας της. Τα περισσότερα από τα 144 κιλά που ζυγίζει αφορούν το πλεόνασμα μετάλλου στο πλαίσιο και στις ζάντες.

Ο αερόψυκτος κινητήρας του έχει αξιοπρεπέστατη ιπποδύναμη, όμως την ίδια στιγμή είναι σχεδιασμένος με μεγάλη διαδρομή εμβόλου και χαμηλή σχέση συμπίεσης ώστε να καίει χωρίς προβλήματα ό,τι είδους βενζίνη βάλεις στο ρεζερβουάρ των 12 λίτρων. Επίσης έχει μίζα και μανιβέλα για να μπορείς να τον βάλεις εμπρός ακόμα και με πεθαμένη μπαταρία ή αν χαλάσει η μίζα. Φυσικά όπως κάθε δίκυκλο 125 κυβικών, το Pulsar NS 125 θα περάσει όλη του τη ζωή με τον κινητήρα να δουλεύει στο όριο των στροφών του, οπότε η πραγματική μέση κατανάλωση σπάνια έχει διαφορά από την μέγιστη στον αληθινό κόσμο. Παρ' όλα αυτά, μπορείς με λίγο έξυπνη οδήγηση να μην ξεπεράσεις τα 3 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα μέσα στην πόλη, που είναι πολύ καλή για μια full size μοτοσυκλέτα. Αυτή τη στιγμή δύσκολα θα βρεις στην κατηγορία των 125 κυβικών κάποιο άλλο δίκυκλο που να συνδυάζει τόσο καλά τη σκληροτράχηλη αρχιτεκτονική των μηχανικών μερών, με την άνεση και την ενεργητική ασφάλεια μια σύγχρονης μοτοσυκλέτας. Έως τώρα το ελληνικό κοινό συνήθως προτιμούσε τα παπιά και τα scooter σε αυτή την κατηγορία, όμως η αλήθεια είναι πως δεν υπήρχε κάποια σοβαρή εναλλακτική πρόταση στις μικρές μοτοσυκλέτες. Τώρα υπάρχει.