KTM 250 Adventure 2021: Πρώτες εντυπώσεις

Σύμμαχος του 390 και όχι ανταγωνιστής
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

2/2/2021

Το ΚΤΜ 250 Adventure βρίσκεται στα χέρια μας εδώ κι αρκετές ημέρες και πριν ακόμη αρχίσουμε να ζούμε μαζί του -όπως ήταν φυσιολογικό κι αναμενόμενο- το πρώτο πράγμα που είχαμε στο μυαλό μας, ήταν να δούμε σε τί διαφέρει από το 390 Adventure και αν η τιμή των 5.390€ συνοδεύεται από σοβαρές παραχωρήσεις έναντι του 390. Η έκδοση των 250 κυβικών είναι προς το παρόν ελληνικό προνόμιο, καθώς δεν πάει στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. 

Ωστόσο η συμβίωση μαζί του πολύ σύντομα μας έδωσε να καταλάβουμε πως αυτή η ενδοοικογενειακή σύγκριση αφορά μόνο όσους θέλουν να κουβεντιάζουν και να ανταλλάσσουν απόψεις και όχι εκείνους που πραγματικά θέλουν να αγοράσουν ένα από τα δύο μικρά Adventure.

Η διαφορά των 1.400€ στην τιμή που υπάρχει μεταξύ τους, δικαιολογείται απόλυτα και μάλιστα με έναν δίκαιο και αναλογικό τρόπο σε κάθε τομέα.

Για να το πούμε πιο απλά, το πραγματικό δίλλημα που μας βάζει η ΚΤΜ δεν είναι αν θα δώσεις 6.790€ για το 390 ή αν θα δώσεις 5.390€ για το 250, αλλά αν θα αγοράσεις κινέζικο μονοκύλινδρο On-Off με 4.000-4.500€ ή αν θα δώσεις “κάτι παραπάνω” για να έχεις και να οδηγείς KTM φτιαγμένο στην Ινδία από την Bajaj φυσικά, όπως όλοι γνωρίζουν.

Ένας (όχι ο μοναδικός...) από τους βασικούς λόγους που οι κινέζικες εταιρείες έχουν επιτύχει τόσο ισχυρή παρουσία στις μικρές on-off είναι και η απουσία ανταγωνισμού σε αυτό το φάσμα τιμής από τους παραδοσιακούς παίκτες, δηλαδή τα ιαπωνικά και ευρωπαϊκά εργοστάσια. Η ΚΤΜ με το 250 Adventure σηκώνει πρώτη το γάντι και απαντά με μια μοτοσυκλέτα που δεν σπάει το ψυχολογικό φράγμα των 6.000€ και ταυτόχρονα δεν είναι σπαρτιάτικη σε εξοπλισμό. Ίσα-ίσα που βάζει τα στάνταρ στην κατηγορία σε σημαντικούς τομείς. Και πολύ καλά έκανε η ΚΤΜ και έδωσε βάρος στο επίπεδο εξοπλισμού, διότι οι κινέζικες εταιρείες έχουν κάνει άλματα προόδου τα τελευταία χρόνια και δεν μπορείς να τους ανταγωνιστείς επιδεικνύοντας μόνο το όνομα χωρίς να προσφέρεις περιεχόμενο. Ο ανταγωνισμός έχει αυξηθεί πολύ κι αυτό είναι καλό κυρίως για εμάς, τους καταναλωτές!

Οι αναρτήσεις είναι της WP, το ABS της Bosch ρυθμίζεται σε ευαισθησία για οδήγηση στην άσφαλτο ή το χώμα, τα ψηφιακά όργανα έχουν υπολογιστή ταξιδιού και όλες τις απαραίτητες ενδείξεις. Έχει Led φώτα θέσης, έχει πρίζα κοντά στα όργανα για να συνδέεις συσκευές και έχει έτοιμη βάση για NAVI. Επίσης έχει σωστά σχεδιασμένες χούφτες από ανθεκτικό-εύκαμπτο πλαστικό που προστατεύουν πραγματικά τα χέρια από το κρύο αλλά και τις μανέτες σε περίπτωση πτώσης, χωρίς να σπάνε εύκολα και χωρίς να ενοχλούν στην πόλη. Το αφρώδες της σέλας δεν είναι ένα κοινό σφουγγάρι αλλά ειδικό υλικό που κρατά το σχήμα του όσες ώρες κι αν κάθεσαι πάνω του.

Η θέση οδήγησης και η συνολική εργονομία είναι ίδια με του 390, οπότε μιλάμε για μια full-size ευρωπαϊκών διαστάσεων μοτοσυκλέτα. Η στενή συγγένεια με το 390 έχει και το πλεονέκτημα πως μπορείς να βάλεις μια πληθώρα αξεσουάρ από τον κατάλογο power parts της ΚΤΜ φέρνοντας το 250 πιο κοντά στα γούστα και τις προτιμήσεις σου. 

Γι΄αυτό και αποφασίσαμε αυτή η δοκιμή να μην περιοριστεί στα “στεγανά” της hard-core προσωπικότητας των ΚΤΜ που αφορά τους παραδοσιακούς πελάτες της αυστριακής εταιρείας, αλλά να το υποβάλλουμε στις δοκιμασίες της “ταπεινής καθημερινότητας”, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός πως η κατηγορία κυβισμού μεταξύ 250-300 κυβικών είναι από τις πιο εμπορικές στην Ελληνική αγορά και αυτή τη στιγμή κυριαρχούν τα scooter και οι κινέζικες μοτοσυκλέτες με ένα εύρoς τιμής μεταξύ 3.500-5.000€, δηλαδή πολύ κοντά στο 250 Adventure.

Πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο φάσμα αγοραστικού κοινού με εντελώς διαφορετικές προτεραιότητες και προσωπικές ανάγκες, ενώ για κάποιους από αυτούς θα είναι παράλληλα και η πρώτη μοτοσυκλέτα που θα αγοράσουν.

Πολλά πρέπει να απαντηθούν, οπότε πολλά είναι και όσα πρέπει να κάνουμε με το 250 Adventure τις επόμενες ημέρες…  

 

Ετικέτες

Δοκιμή BMW S1000RR 2020: Η δυναμομέτρηση

Τι κάνει ο νέος κινητήρας
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

29/6/2020

Η φιλοσοφία σχεδιασμού του νέου τετρακύλινδρου κινητήρα της BMW δεν διαφέρει από την προηγούμενη γενιά, καθώς και οι δύο τους είχαν σχεδιαστεί με στόχο τις υψηλές στροφές. Όμως η τεχνολογία που χρησιμοποίησαν οι γερμανοί σε αυτή τη νέα γενιά έχει αρκετές πρωτοτυπίες και “πρωτιές” σε ό,τι αφορά τους κινητήρες παραγωγής. Ο νέος κινητήρας είναι ο πρώτος που έχει βαλβίδες τιτανίου με κούφιο στέλεχος που τις κάνουν 10% πιο ελαφριές από τις συμπαγείς βαλβίδες τιτανίου και μάλιστα η BMW έπρεπε να πατεντάρει μια ειδική μέθοδο κατασκευής για να τις φτιάξει. Επιπλέον, ο κινητήρας αυτός έχει συνεχώς μεταβαλλόμενο χρονισμό και βύθισμα βαλβίδων, το δουλεύει ξεχωριστά ανά ζεύγος κυλίνδρων.

 Ακριβώς την ίδια λογική ακολουθούν και οι πεταλούδες του ride by wire ψεκασμού όπου ανοίγουν και κλείνουν ανά ζεύγος, ανεξάρτητα το ένα από το άλλο όταν χρειάζεται. Η ιδέα για την ξεχωριστή λειτουργία των πεταλούδων του ψεκασμού εξελίχθηκε στις εργοστασιακές μοτοσυκλέτες της BMW στο παγκόσμιο πρωτάθλημα SBK και υπήρχε ήδη από το 2016. Στόχος είναι η ροπή και η απόκριση στο γκάζι όταν ο κινητήρας έχει λίγες στροφές. Καθώς οι τετρακύλινδροι κινητήρες υψηλής απόδοσης έχουν μικρή διαδρομή εμβόλου (για να συγκρατείται σε λογικά πλαίσια η γραμμική ταχύτητα εμβόλου όταν ξεπερνούν τις 13.000rpm) και μεγάλης διαμέτρου αυλούς/πεταλούδες τροφοδοσίας (ώστε να τροφοδοτούνται με επαρκή ποσότητα αέρα/καυσίμου στις υψηλές στροφές), είναι πολύ εύκολο να “πνιγούν” από αέρα και καύσιμο στις χαμηλές και μεσαίες στροφές αν ανοίξεις απότομα και πολύ το γκάζι. Την εποχή των καρμπυρατέρ, οι Ιάπωνες κατασκευαστές έβαζαν μικρότερης διαμέτρου καρμπιρατέρ στα γυμνά και sport touring μοντέλα τους (μαζί με ηπιότερου χρονισμού εκκεντροφόρους), ενώ όταν χρησιμοποιούσαν τον ίδια κινητήρα στα supersport μοντέλα τους, αντικαθιστούσαν τα 38mm ή 39mm καρμπυρατέρ με μεγαλύτερης διαμέτρου, συνήθως 40mm ή 41mm. Όταν εμφανίστηκαν οι ride by wire ψεκασμοί, ένα μέρος του προβλήματος λύθηκε, αφού με όποιο τρόπο κι αν άνοιγε το γκάζι ο αναβάτης στις χαμηλές και μεσαίες στροφές, ο ψεκασμός άνοιγε τις πεταλούδες και τροφοδοτούσε τον κινητήρα μόνο με όσο μείγμα μπορούσε να καταναλώσει αποδοτικά τη δεδομένη στιγμή. Φυσικά η θεωρία από την πράξη  δεν συμπίπτει πάντα, ενώ όπως ξέρουμε το κυνήγι για το “τέλειο” δεν σταματά ποτέ. Έτσι ο διαχωρισμός στο άνοιγμα των πεταλούδων του ψεκασμού στο νέο S1000RR, είναι άλλο ένα βήμα εμπρός προς την καλύτερη απόκριση στο άνοιγμα του γκαζιού και την αύξηση της ροπή. Όπως βλέπετε και στο σχετικό διάγραμμα, το δυναμόμετρο επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς της BMW ό,τι αφορά το θέμα της ροπής. Συγκριτικά με τον προηγούμενο κινητήρα που θυμίζουμε πως ήταν Euro 4 και όχι Euro 5 ready, το νέο S1000RR έχει σαφέστατα περισσότερη ροπή σε όλο το φάσμα των στροφών.

Η διαφορά στην ιπποδύναμη δεν είναι τόσο αισθητή πάνω στο δυναμόμετρο, και περιορίζεται στους δύο ίππους (188,29 hp έναντι 186,37 hp), όμως ως σκέτος αριθμός τα 188,29 άλογα στον πίσω τροχό είναι κορυφαία επίδοση όλων των εποχών στο αρχείο μας για τετρακύλινδρο κινητήρα 1000 κυβικών (ατμοσφαιρικό). Σύμφωνοι, τo Ducati Panigale V4S και το Aprilia RSV4 1100 Factory έχουν σπάσει το φράγμα των 195 ίππων στον τροχό, όμως δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως έχουν περισσότερα κυβικά. Τα άλογα έρχονται είτε με την αύξηση του κυβισμού, είτε με την αύξηση των στροφών. Αν αποφασίσεις να ακολουθήσεις το δρόμο των στροφών, τότε αυτομάτως χρειάζεσαι υψηλή και πολύ ακριβή τεχνολογία. Για να συγκρατήσουν σε λογικά επίπεδα τις τιμές, οι ιταλοί αποφάσισαν να φτιάξουν δύο εκδόσεις κυβισμού για τους κινητήρες τους. Έτσι για αγωνιστική χρήση όπου οι κανονισμοί δεν επιτρέπουν τετρακύλινδρα άνω των 1000 κυβικών, ή Ducati έφτιαξε τον κινητήρα του Panigale V4R με 998 κυβικά, κόφτη στροφών πάνω από τις 16.000 και αστρονομική τιμή, ενώ με σχεδόν τα μισά χρήματα έχει την έκδοση των 1100 κυβικών, με κόφτη στις 14.000 αλλά την ίδια ιπποδύναμη.

Οι ιάπωνες και η BMW ακολουθούν τον κλασσικό δρόμο των στροφών, όμως οι κινητήρες που σχεδιάζουν είναι ειδικά προετοιμασμένοι για να δεχτούν το αγωνιστικό κιτ που αυξάνει ακόμα περισσότερο το όριο των στροφών τους. Τα ενδιάμεσα κοκκοράκια, οι βαλβίδες τιτανίου και η επίστρωση των σημείων που έχουν επαφή οι εκκεντροφόροι με τα κοκκοράκια και τα καπελότα με DLC (το οποίο  μειώνει τις τριβές και σκληραίνει την επιφάνειά τους) είναι πλέον κοινή λύση σε όλες τις σύγχρονες superbike. Η BMW προσθέτει στη συνταγή τις ακόμα πιο ελαφριές κούφιες βαλβίδες τιτανίου και τον διαχωρισμό της τροφοδοσίας των κυλίνδρων. Συγκριτικά με τα υπόλοιπα τετρακύλινδρα εν σειρά των 1000 κυβικών, το νέο S1000RR συνεχίζει να κρατά τον θρόνο του, όμως η εικόνα που παρουσιάζει πάνω στο δυναμόμετρο, δεν ταυτίζεται απόλυτα με την αίσθηση που αποκομίζει ο αναβάτης. Κι αυτό είναι το μεγάλο θέμα που προέκυψε κατά τη διάρκεια του  συγκριτικού με την Yamaha R1M που κάναμε στις Σέρρες και έρχεται αμέσως μετά το τεστ της S1000RR στο τεύχος που θα είναι στα περίπτερα σε λίγες ημέρες.