Οδοιπορικό στον Εύξεινο Πόντο: Ο Φάρος των Ποντίων

Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

18/8/2016

Την τελευταία φορά που έβαλα ρόδα στην Μολδαβία ήταν το 2006. Θυμάμαι τότε, πέρα από την απερίγραπτη γραφειοκρατική ταλαιπωρία στην οποία υποβλήθηκα στα σύνορα, έγινα και φτωχότερος κατά 30 ευρώ, αφού τόσα χρειάστηκε να πληρώσω για μια βίζα transit. Πού ακούστηκε, εν έτη 2006, να χρειάζεται βίζα για να διασχίσεις ένα κράτος στην καρδιά της Ευρώπης;
Πέρασαν ακριβώς δέκα χρόνια και να που βρέθηκα ξανά μπροστά την συνοριακή πόρτα της Μολδαβίας, η οποία, παραδόξως, άνοιξε εύκολα και γρήγορα για το Honda Supra και τον ταλαίπωρο αναβάτη του. Κουβαλώντας τα βιώματα του παρελθόντος, δεν αποτελούσε επιθυμία μου να επισκεφθώ και πάλι το λιλιπούτειο κρατίδιο της ανατολικής Ευρώπης, αλλά ήταν μια αναγκαστική επιλογή προκειμένου να συνεχίσω το παρευξείνιο οδοιπορικό μου από την Ουκρανία στην Ρουμανία. Αιτία ήταν η κάκιστη κατάσταση του οδικού άξονα Odessa-Galati, πράγμα που με υποχρέωσε να κάνω μια μικρή παράκαμψη (μέσω Μολδαβίας) για να μπω στην Ρουμανία, ακολουθώντας το δρομολόγιο Odessa-Chisinau-Galati -η συγκεκριμένη διαδρομή δεν είχε καμία σχέση με τους κακοτράχαλους ουκρανικούς δρόμους.


Πόλη δίχως προσωπικότητα και με ελάχιστα σημεία ενδιαφέροντος, η μολδαβική πρωτεύουσα Chisinau δεν με συγκίνησε ιδιαίτερα. Με τίποτα δεν θα την συνιστούσα για τουριστικό προορισμό, αλλά μια μικρή βόλτα στο κέντρο της πόλης την έκανα… Αντιθέτως, η επαρχία της Μολδαβίας ήταν "όλα τα λεφτά", καθώς μού επιφύλασσε ακριβοθώρητες βουκολικές σκηνές και αυθεντικές καταστάσεις αλλοτινών εποχών.


Η πόλη Galati μου άνοιξε την πόρτα της Ρουμανίας. Με προορισμό τις ακτές του Εύξεινου Πόντου, κατευθύνθηκα αμέσως στην πόλη-λιμάνι της Constanta, που είναι σήμερα το βασικότερο εμπορικό λιμάνι της Ρουμανίας. Ανέκαθεν η Constanta αποτελούσε την διέξοδο της Ρουμανίας στην θάλασσα, στον έξω κόσμο. Αυτόν τον ρόλο διαδραματίζει άλλωστε η πόλη εδώ και 2700 χρόνια, όταν και ιδρύθηκε από τους Μιλήσιους και ονομαζόταν Τόμις.
Την παραθαλάσσια γοητεία της Constanta και τα must αξιοθέατά της (πλατεία Piata Ovidiu, μνημείο Tropaeum Traiani Monument, Αρχαιολογικό Μουσείο, art deco Καζίνο) έμελλε να τα "μοιραστώ" μ’ ένα ζευγάρι Φιλανδών μοτοσυκλετιστών, που στηρίχθηκαν στο δικό μου GPS για να βρουν το ξενοδοχείο τους – το μικρό Supra έκανε χρέη πλοηγού σε μια θηριώδη Yamaha XTZ1200…
Επόμενος -και τελευταίος- σταθμός του παρευξείνιου οδοιπορικού η γειτονική Βουλγαρία. Ο δρόμος και η μοίρα με έσπρωχναν σ’ έναν γεωγραφικό χώρο, τον οποίο είχαν αποικήσει οι αρχαίοι πρόγονοί μας κατά την περίοδο του Β΄ Ελληνικού Αποικισμού…


Με την Ρουμανία να αποτελεί πλέον παρελθόν, το μαύρο Supra άρχισε να ρολάρει κατά μήκος της βουλγαρικής ακτογραμμής του Εύξεινου Πόντου. Έχοντας να διατρέξω μια απόσταση 250 χιλιομέτρων, το πρόγραμμά του ταξιδιού προέβλεπε τέσσερεις στάσεις σε αντίστοιχες πόλεις που θεμελιώθηκαν (με εξαίρεση την πόλη Burgas) από τους αρχαίους προγόνους μας, στην διάρκεια του Β' Ελληνικού Αποικισμού (8ο – 6ο αιώνα π. Χ.). Η Varna (η αρχαία Οδησσός), η Nessebar (η αρχαία Μεσημβρία) και η Sozopol (η αρχαία Απολλωνία) δεν αρνήθηκαν να μου αποκαλύψουν τα μικρά και μεγάλα μυστικά τους, ενώ η ελληνική διαχρονική παρουσία στον χώρο ήταν παραπάνω από καταλυτική…


Η Varna, αιχμή του "τουριστικού" δόρατος στην περιοχή, ήταν μια συμπαγής πόλη με λειτουργική ρυμοτομία, ενώ το γεγονός πως όλα σχεδόν τα αξιοθέατά της βρίσκονταν σε μικρή απόσταση από το κέντρο (ή μέσα στα όρια του κέντρου), διευκόλυνε κατά πολύ τη γνωριμία με την πόλη. Οι ρωμαϊκές Θέρμες, το Ναυτικό Μουσείο, ο Καθεδρικός ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου και το παραθαλάσσιο πάρκο Primorski Park έγινα φυσικά ψηφιακές αναμνήσεις.


"Χίλια βήματα χώριζαν την αρχαία Μεσημβρία από την απέναντι θρακική γη… Χίλια βήματα χωρίζουν και σήμερα την αρχαία Μεσημβρία από την σύγχρονη πόλη Nessebar…". Η αρχαία Μεσημβρία είναι ουσιαστικά ένα μικρό βραχώδες νησάκι που συνδέεται με την απέναντι ακτή χάρη σε μια στενή λωρίδα γης μήκους 300 μέτρων. Αφού μέτρησα τα βήματά μου περπατώντας την συγκεκριμένη απόσταση (εντάξει, δεν ήταν ακριβώς χίλια), βρέθηκα στα όρια ενός παραδοσιακού διατηρητέου οικισμού που περιλαμβάνεται από το 1983 στον κατάλογο των μνημείων της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO.
Από τις σαράντα εκκλησίες που υπήρχαν κάποτε στη Μεσημβρία, σήμερα έχουν διασωθεί μόλις δέκα, με σημαντικότερες την εκκλησία του Ιησού του Παντοκράτορα (14ου αιώνα), την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή (10ου αιώνα) και την εκκλησία του Αγίου Στεφάνου (10ου-12ου αιώνα).


Μετά την αρχαία Μεσημβρία, σειρά είχε η σύγχρονη πόλη Burgas να υποδεχτεί το μαύρο παπί. Η γενέτειρα του ποιητή Κώστα Βάρναλη, που ιδρύθηκε τον 10ο αιώνα στη θέση όπου υψωνόταν ένας παλιός βυζαντινός πύργος, δεν κατάφερε να κεντρίσει το ενδιαφέρον μου. Αντίθετα, η γραφική Sozopol (η αρχαία Απολλωνία), χάρη στην ανεκτίμητη ιστορική παρακαταθήκη και την μνημειακή αισθητική της, χαράχτηκε ανεξίτηλα στα κύτταρα της μνήμης μου.
Κι όταν η περιήγησή μου κατά μήκος της βουλγαρικής ακτογραμμής του Εύξεινου Πόντου έφτασε στο τέλος της, το ακούραστο Supra με οδήγησε κατόπιν στην Μονή της Παναγίας Σουμελά στην Καστανιά Ημαθίας, εκεί όπου γράφτηκε ο επίλογος ενός οδοιπορικού μνήμης 7.500 χιλιομέτρων, αφιερωμένου στον ποντιακό ελληνισμό.


Μετά από 30 μέρες δίτροχης αναζήτησης σε έξι παρευξείνιες χώρες, κατέληξα στους πρόποδες του Βερμίου, για να εναποθέσω ταπεινά στην Παναγιά ένα μπουκάλι γλυκόπιοτο κρασί. Ήταν το δώρο-αφιέρωμα του Συλλόγου Ελλήνων της Μόσχας στην ανιστορημένη Μονή της Παναγίας Σουμελά, που πρεσβεύει σήμερα το ύψιστο θρησκευτικό σύμβολο και τον πνευματικό φάρο όλων των Ελληνοποντίων…

Κωνσταντίνος Μητσάκης

Holy Bastard - Δίχρονος «κανίβαλος» με 50 ίππους για 92 κιλά! 

Το δεύτερο ακραίο δίχρονο project του Tony Mοckel - Παλιά ήταν... Simson!
Holy Bastard - Tony Mockel 2025
Από το

motomag

30/4/2025

Αυτό το ακραίο δίχρονο project που βασίζεται σε ένα Simson επονομαζόμενο και ως “Holy Bastard” του Tony Mοckel ζυγίζει λιγότερο από 100 κιλά και έχει στόχο να παράγει 50 ίππους!

Ο Tony Mοckel μας εντυπωσίασε το 2024 με το “Orange Monster” του που βασίστηκε σε ένα 40 ετών Simson S 51. Ο δίχρονος αερόψυκτος κινητήρας του απέδιδε 32 ίππους και οι λάτρεις των δίχρονων κινητήρων δήλωναν ενθουσιασμένοι. Το 2025, ο Tony ξεκίνησε το δεύτερο project του, αυτή τη φορά σε ματ κίτρινο χρώμα και σχεδόν δύο φορές πιο δυνατό.

Tony Mockel - Holy Bastard 2025

Η βάση για το Holy Bastard του Mοckel είναι επίσης ένα Simson S 51, βέβαια ελάχιστα μέρη του δεν έχουν πειραχτεί. Με το λογότυπο Hoonigan και number plate το 43, αυτό το project είναι αφιερωμένο στον θρυλικό οδηγό αγώνων και stuntman Ken Block.

Tony Mockel - Holy Bastard 2025

Το Holy Bastard φέρει έναν δίχρονο κινητήρα 125 κυβικών, το αλουμίνιο περίβλημα του κινητήρα είναι σκαλισμένο σε CNC και ο κύλινδρος είναι τύπου Rotax dd2. Ο κινητήρας ψύχεται από δύο διαφορετικά ψυγεία και η ηλεκτρική αντλία νερού προέρχεται από ένα VW T6 ενώ την τροφοδοσία αναλαμβάνει ένα καρμπυρατέρ Smartcarb 38 χλστ.  Το σύστημα εξαγωγής είναι της SA-Tuning.

Tony Mockel - Holy Bastard 2025

Η μοτοσυκλέτα φέρει ένα κιβώτιο ταχυτήτων 5 σχέσεων με υδραυλικά υποβοηθούμενο συμπλέκτη. Όμως η τελική μετάδοση δεν γίνεται με τη συνηθισμένη αλυσίδα αλλά με έναν οδοντωτό ιμάντα τύπου Gates με ειδικά σχεδιασμένες τροχαλίες.

Ο ιδιοκτήτης του Holy Bastard αναφέρει πως η τελική του ταχύτητα υπολογίζεται σε 150 πραγματικά χλμ./ώρα ή και λίγο παραπάνω. Όπως είναι αντιληπτό για να επιτευχθεί η συγκεκριμένη τελική με ασφάλεια, το πλαίσιο, οι αναρτήσεις και τα φρένα έχουν τροποποιηθεί καταλλήλως. Το πλαίσιο είναι Simson GP με πρόσθετα ενισχυτικά. Τα φρένα αναλαμβάνουν τρεις δίσκοι της Brembo – δύο μπροστά και ένας πίσω - διαμέτρου 320 χιλιοστών ο καθένας. Όσον αφορά τις αναρτήσεις, μπροστά, το ανάποδο τηλεσκοπικό πιρούνι της WP είναι από KTM 1290 Super Duke R και πίσω συναντάμε δύο ρυθμιζόμενα αμορτισέρ από την YSS.

Tony Mockel - Holy Bastard 2025

Οι τροχοί της μοτοσυκλέτας έχουν διαστάσεις 90/90-17 εμπρός και 110/70-17 πίσω και τα ελαστικά που καλούνται να διαχειριστούν την αυξημένη ιπποδύναμη είναι τα Continental Race Attack 2 Street. Οι στενοί τροχοί βοηθούν στο να κρατηθεί το βάρος σε χαμηλά επίπεδα καθώς σύμφωνα με τον Tony Möckel, η μοτοσυκλέτα χωρίς καύσιμα ζυγίζει ακριβώς 92 κιλά.

Το ντεπόζιτο είναι ειδική παραγγελία και προέρχεται από ένα Simson S 50. Ιδιαίτερη είναι επίσης και η σέλα του Holy Bastard που προέρχεται από το κάθισμα Recaro Podium, με πλάκα βάσης από άνθρακα. Η μάσκα προβολέων του Holy Bastard περιέχει δύο LED σώματα για μεσαία και μεγάλη σκάλα που είναι τοποθετημένα το ένα πάνω από το άλλο.

Tony Mockel - Holy Bastard 2025

Οι θαυμαστές του Simson και οι λάτρεις των δίχρονων ονειρεύονται τώρα το Holy Bastard όπως ο Tony Möckel ονειρεύεται την έγκριση τύπου δρόμου.

Tony Mockel - Holy Bastard 2025


 

Ετικέτες