Πόσο κοστίζουν τα παπιά χωρίς χαράτσια & προδιαγραφές Ε.Ε.

Υπερδιπλάσια τιμή στην Ευρώπη λόγω φόρων και Euro 4
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

31/10/2019

Τα αγαπημένα μας παπιά έχουν περάσει από δεκάδες τρικυμίες τα τελευταία χρόνια, καθώς τα εργοστάσια επικεντρώθηκαν στις ασιατικές αγορές και αποφεύγουν να μπλέξουν με τις πανάκριβες και δαιδαλώδεις διαδικασίες εγκρίσεων τύπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και γιατί να το κάνουν άλλωστε; Για την "τεράστια" ελληνική αγορά; Στην Γαλλία ξέρουμε δύο που έχουν παπί στην κατοχή τους και αν πούμε πως είναι οι μόνοι σε όλο το Παρίσι, για παράδειγμα, δεν θα παραξενευτεί και κανείς. Ισπανία, Ιταλία και Αγγλία, δεν χρειάζεται να αναφέρεις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες που δεν θα τα δεις να κυκλοφορούν στους δρόμους. Τα παπιά αγαπήθηκαν στη χώρα μας γιατί είναι φτηνά στην αγορά, αξιόπιστα στην βάρβαρη χρήση και πολύ οικονομικά στη συντήρησή τους. Ακόμα και όταν παθαίνουν σοβαρές βλάβες στον κινητήρα τους, η επισκευή είναι πολύ πιο εύκολη και φτηνή από τα “αντίπαλα” scooter. Για να είναι όμως κάτι φτηνό, θα πρέπει το εργοστάσιο που το κατασκευάζει να έχει αντίστοιχα φτηνό κόστος παραγωγής, αλλά και μικρό ποσοστό κέρδους. Έτσι τα εργοστάσια που κατασκευάζονται τα παπιά μετακόμισαν από την Ιαπωνία στις χώρες της Ασίας για να βρουν φτηνότερα εργατικά χέρια και να κρατήσουν τις τελικές τιμές όσο πιο χαμηλά γίνεται. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά έπρεπε να είναι δίπλα ή/και στις χώρες που πωλούνται κιόλας. Τόσο από πλευράς διανομής, μιας και μιλάμε για εκατομμύρια μονάδες και όχι για μερικές χιλιάδες όπως έχουμε μάθει να μιλάμε για την Ευρώπη, αλλά και από άποψη νόμων που ισχύουν στις χώρες αυτές καθώς έχουν υποχρεώσει τους κατασκευαστές να παράγουν εκεί αυτά που πουλάνε. Και κάλά κάνουν, με τόσες εκατομμύρια πωλήσεις θα ήταν χαζό ή ελληνικό, αν δεν το έκαναν... 

Το παπί λοιπόν πρέπει να είναι φθηνό, κι ας έχουμε δει παπιά με συμπλέκτες να ξεφεύγουν πλέον από την κατηγορία. Καλά κάνουν και υπάρχουν γιατί αντίστοιχα υπάρχει κι αυτό το κοινό. Δεν τα θέλουν όλοι για "delivery" τα παπιά, ούτε υποχρέωσε κανείς να πάρει το ένα ή το άλλο. Είναι μία ελεύθερη αγορά και ο κόσμος αποφασίζει. Σε κάθε περίπτωση όμως το χαμηλό κόστος κτήσης είναι το μεγάλο πλεονέκτημα - ακόμη και συγκριτικά με καινούρια μοτοσυκλέτα στην περίπτωση του συμπλέκτη.

Όμως την ίδια ώρα οι διαρκώς αυστηρότερες προδιαγραφές Euro 3, Euro 4 και σε λίγο καιρό οι Euro 5, εξαφάνισαν αυτό το πλεονέκτημα, καθώς η διαδικασία και οι μετατροπές που χρειάζεται να γίνουν, φορτώνουν με κόστος την αρχική τιμή των παπιών και δυστυχώς πάνω σε αυτή την φουσκωμένη τιμή προστίθενται ποσοστιαία και οι φόροι. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς οι φόροι και οι προδιαγραφές της Ε.Ε. επιβαρύνουν έως και πάνω από 150% την τελική τιμή ενός παπιού βρίσκεται στο επίσημο (global) site της Honda που ανακοινώνει τις τιμές του Wave DL 110 με ταμπούρα και καρμπιρατέρ, του Blade 1100 με δισκόφρενα και καρμπιρατέρ και του Wave RSX 110 με δισκόφρενα και ψεκασμό που είναι ίδιο με το Wave 110 το οποίο έχουμε κι εμείς στην Ελλάδα.

Σύμφωνα λοιπόν με το επίσημο site της Honda, το Wave 110 (ταμπούρα / καρμπιρατέρ) που κατασκευάζεται στο Βιετνάμ (το Βιετνάμ είναι μόνο μία από τις χώρες που κατασκευάζεται το Wave) πωλείται στην ίδια χώρα έναντι 790 δολαρίων ΗΠΑ ή 680€.

Το Blade με τα δισκόφρενα και το καρμπιρατέρ έχει στο Βιετνάμ 920 δολάρια ΗΠΑ ή 824€ και το “δικό” μας Wave RSX 110 (δισκόφρενα/ψεκασμός) έχει 1050 δολάρια ΗΠΑ ή 940€. 

Υπάρχει και έκδοση με τον κινητήρα των 125 κυβικών που κοστίζει 1359 δολάρια ΗΠΑ, δηλαδή 1210€. Αν συγκρίνουμε αυτές τις τιμές λιανικής με εκείνες των αντίστοιχων μοντέλων που έρχονται στην Ευρώπη και είναι προδιαγραφών Euro 4, θα δούμε πως η επιβάρυνση από τους φόρους και τις απαιτήσεις για την έγκριση τύπου είναι από 1100€ έως και πάνω από 1500€!

Προφανώς και η αγοραστική δύναμη στο Βιετνάμ ή την Ινδονησία δεν συγκρίνεται με την Ευρώπη, ακόμη και με την Ελλάδα που οι μισθοί είναι από τους χαμηλότερους. Αυτό όμως δεν έχει να κάνει με το κόστος κατασκευής ή μάλλον μας ενδιαφέρει αυτή την στιγμή μέχρι το σημείο που επηρεάζει το κόστος...

Θέλουμε να μην θεωρηθεί πως η μεγάλη αυτή διαφορά εμπεριέχει τεράστιο κέρδος και για τον εισαγωγέα, ξεκινώντας από εμάς τους ίδιους, γιατί τότε το σωστό θα ήταν να ανοίξουμε όλοι από ένα κατάστημα με παπιά, όπως συμβαίνει με τις καφετέριες… Αν από μία μοτοσυκλέτα πολλών χιλιάδων, βλέπουμε ένα πραγματικό κέρδος που πολλές φορές όχι μόνο δεν ξεπερνά τα τριακόσια Ευρώ, αλλά πέφτει και πιο κάτω, κι αν διπλασιάσουμε ή και τριπλασιάσουμε το ποσοστό κέρδους για τα παπιά συγκεκριμένα, τότε και πάλι δεν καλύπτεται η διαφορά μονάχα από εκεί. Αυτό επιτάσσει η λογική, από εκεί και πέρα τα δικά μας στοιχεία το επαληθεύουν. Το πρόβλημα είναι ακόμη πιο σύνθετο, αν υπολογίσει κανείς πως η Ελλάδα καλείται τις περισσότερες φορές να σηκώσει μόνη της το βάρος της εξέλιξης, όσο μικρή ή μεγάλη κι αν είναι αυτή, όταν αποφασίσει να εισάγει ένα νέο παπί. Ζητά η ελληνική πλευρά ένα παπί που κατασκευάζεται σε πολλές διαφορετικές χώρες, αλλά σε καμία από αυτές όπως πρέπει για να περάσει προδιαγραφές. Το κόστος αυτής της αλλαγής είναι το ίδιο σαν να στήνεις μία γραμμή παραγωγής εδώ στην Ελλάδα! Με μία μεγαλύτερη αγορά ή την καθολική επικράτηση ενός και μόνον μοντέλου παπιού, αυτό θα μπορούσε και να γίνει, ή καλύτερα να ξεκινήσει χωρίς να τελειώσει. Σε αυτή την χώρα δεν στήνεις γραμμές παραγωγής. Η γραφειοκρατία, το νομοθετικό πλαίσιο, οι εξαγωγές, είναι όλα τους βουνά απροσπέλαστα… μαζί και τα διάφορα «συνδικάτα».

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!

Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ
Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/10/2025

Στις 23 Οκτωβρίου 2011 ο κόσμος του MotoGP πάγωσε. Ο Marco Simoncelli το όνομα που όλοι μας πιστεύαμε πως θα είναι ο επόμενος απόλυτος διεκδικητής των MotoGP, ο νεαρός αναβάτης που ο Rossi έβλεπε ως συνεχιστή του, έχοντας προλάβει να γίνει ήδη ένας από του πιο αναγνωρίσιμους αναβάτες της σύγχρονης εποχής, έχασε τη ζωή του στη διάρκεια του Grand Prix της Μαλαισίας, αφήνοντας πίσω του ένα κενό που παραμένει αισθητό ακόμη και σήμερα. Ο “Super Sic”, όπως τον γνώριζε όλος ο κόσμος, δεν υπήρξε απλώς ένας εξαιρετικός αναβάτης ήταν μια προσωπικότητα που οι αγώνες μοτοσυκλέτας χρειαζόντουσαν και μάλιστα χρειάζονται ακόμη. Είχε τεράστιο πάθος και ανεπιτήδευτη αγάπη για τους αγώνες, με μία πρέζα χιούμορ που έλκυε ακόμη και τους οπαδούς άλλων αναβατών!

Δεκατέσσερα χρόνια μετά, η μνήμη του συνεχίζει να ζει δυνατά χωρίς να έχει προλάβει να γεμίσει με ρεκόρ ή να φορτώσει τα στατιστικά, τέτοια ήταν η αγάπη του κόσμου και η καθολική του αποδοχή από όλους, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο όχι μόνο στα MotoGP αλλά και γενικά στον μηχανοκίνητο αθλητισμό!

Ο Simoncelli ήταν φτιαγμένος από υλικό που δεν μετριέται σε τίτλους και στατιστικά. Το ανέμελο μαλί κάτω από το κράνος, το σπινθηροβόλο βλέμμα και εκείνο το απίστευτο πάθος για μάχη, που έκανε κάθε γύρο του MotoGP να θυμίζει κάτι από άλλες εποχές. Ήταν αγνός αγωνιστής, με μια ιταλική τρέλα που δεν μπορούσε, ούτε ήθελε, να κρύψει.

Super Sic 58 – The Legacy
Ονοματεπώνυμο: Marco Simoncelli
Ημερομηνία γέννησης: 20 Ιανουαρίου 1987, Cattolica, Ιταλία
Θάνατος: 23 Οκτωβρίου 2011, Sepang, Μαλαισία
Αριθμός αγώνων GP: 151 (125cc, 250cc, MotoGP)
Νίκες: 14 (12 στο 250cc, 2 στο 125cc)
Παγκόσμιοι τίτλοι: 1 (250
cc, 2008 – Gilera)
Ομάδες:
Matteoni Racing, Metis Gilera, San Carlo Honda Gresini}
Νούμερο: 58 (αποσυρμένο επίσημα από το MotoGP το 2016)

Κληρονομιά:
• Το Misano World Circuit Marco Simoncelli φέρει το όνομά του από το 2012.
• Το Fondazione Marco Simoncelli στηρίζει νέους και οικογένειες σε ανάγκη, συνεχίζοντας το φιλανθρωπικό έργο της οικογένειας.
• Κάθε χρόνο, οι φίλοι του διοργανώνουν στο Misano το “Sic Day”, ένα φεστιβάλ χαράς και μοτοσυκλέτας, όπως το ήθελε εκείνος.
• Το #58 παραμένει σύμβολο πάθους και αυθεντικότητας, ένα νούμερο που θα θυμίζει για πάντα τι σημαίνει να ζεις ως αγωνιζόμενος στην κορυφή της μοτοσυκλέτας

Η καριέρα του εκτοξεύθηκε το 2008, όταν κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα 250cc με τη Gilera, χαρίζοντας στην παραπαίουσα τότε Ιταλική μάρκα το τελευταίο της σπουδαίο τρόπαιο. Από τότε, το όνομα “Simoncelli” έγινε συνώνυμο με τον επιθετικό και θεαματικό τρόπο οδήγησης. Ήταν ένα ιδιαίτερο επιθετικό στιλ, από εκείνα που ακόμη και οι αντίπαλοί του δεν χρησιμοποιούσαν αργότερα εναντίον του, ήταν όμως μοιραία και εκείνο που έδωσε το άδοξο τέλος. Όταν ανέβηκε στο MotoGP με τη Honda της ομάδας Gresini, όλοι ήξεραν πως μπροστά τους είχαν έναν από εκείνους τους αναβάτες που ή θα έγραφαν ιστορία ή θα την πλήρωναν ακριβά.

Γνώρισα προσωπικά τον Simoncelli με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο. Είχε μόλις κερδίσει τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο και βρισκόμασταν στην πίστα δοκιμών της Goodyear-Dunlop, μία μαγευτική τοποθεσία με μία εκπληκτική πίστα όπου φυσικά δεν υπάρχουν κερκίδες, ούτε μπορεί να μπει κανείς άλλος πέρα από τους αναβάτες δοκιμών και τους δημοσιογράφους, στις λίγες φορές που έχει φιλοξενήσει παρουσιάσεις ελαστικών.

Ήμουν για ακόμη μία φορά ο μόνος Έλληνας προσκεκλημένος και είχα μπει να οδηγήσω μαζί με τους Άγγλους δημοσιογράφους που τότε ήταν μία πολυπληθή ομάδα χωρίς Youtubers και Influencers, όλοι τους εξαιρετικά έμπειροι και επίσης όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, με αγωνιστικές περγαμηνές που έφταναν για δύο από αυτούς μέχρι και το BSB! Μπήκαμε με superbike στο session εκείνο και ο Simoncelli με ένα Dorsoduro 750. Αυτό που περισσότερο το έχετε δει να κυκλοφορεί με την ομάδα ΔΙΑΣ, σπάνια δικάβαλο παρότι η ομάδα αυτή έτσι έχει στηθεί και αν θυμάστε από την δοκιμή στο MOTO, δεν ήταν και μία μοτοσυκλέτα που μπορούσε εύκολα να ξεχωρίσει.

Ο Simoncelli ξεκίνησε τελευταίος, πίσω μας και σε λίγους γύρους μας είχε μαζέψει. Εγώ βρισκόμουν τότε σχετικά μπροστά στο γκρουπ, τρίτος κατά σειρά όταν με πέτυχε στο πιο αργό κομμάτι της πίστας, αργό για εμάς. Ανηφορικό εσάκι με θετική κλίση στην μεσαία του στροφή. Ήξερα ότι ήταν πίσω μου και είχα υπολογίσει να κρατηθώ στην έξοδο για να μην τον κόψω και να ανοίξω το γκάζι του GSXR1000R μόλις με περάσει. Μόνος μου στόχος να μείνω πίσω του για λίγο καθώς αμέσως μετά είχαμε άλλες δύο στροφές που μας οδηγούσαν στην ευθεία, οπότε θα προλάβαινα να οδηγήσω τουλάχιστον μισό γύρο πίσω του. Ότι και να έκανε δεν θα μπορούσε να ξεφύγει στην ευθεία με το Dorsoduro 750 από το GSXR1000R!

ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑ!

Την ώρα που έστριβα την δεύτερη στροφή από το εσάκι, εκείνη την αριστερή με την θετική κλίση, είδα ένα Dorsoduro να πετάγεται πλαγιασμένο μέσα από κερμπ πέρνοντας μαζί του χώματα, πετραδάκια και χόρτα και να προσγειώνεται μπροστά μου με το γόνατο. Πίστεψα ότι απλά έπεφτε μπροστά μου, άφησα το γκάζι και προσευχήθηκα στην Dunlop να κρατήσει το εμπρός ελαστικό που εκείνη την στιγμή του ζητούσες να κάνει κάτι δύσκολο. Μόνο που ο Simoncelli δεν είχε πέσει, ντριφτάρισε στην προσγείωση μέχρι το εξωτερικό κερμπ, εκτός δηλαδή αγωνιστικής γραμμής και πάνω του ακριβώς άνοιξε το γκάζι και με τρόπο που δεν πίστευα πως μπορούσε να γίνει το Dorsoduro 750 σηκώθηκε με το γκάζι, πλάγιασε στην επόμενη δεξιά ξύνοντας τα πάντα και εξαφανίστηκε στα 150 μέτρα της ευθείας πριν τα φρένα της επόμενης αριστερής. Όταν βγήκα στην ευθεία ήταν ήδη περίπου στην μέση και δεν τον έφτασα ποτέ στα φρένα της σπαστής δεξιάς, μίας πολύ ύπουλης στροφής που όταν μάθαινες την πίστα μπορούσες να την πουλήσεις πηγαίνοντας διαγώνια προς την κατηφορική ευθεία πριν από μία απότομη δεξιά όπου είχαν σημειωθεί και αρκετές πτώσεις.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Έχουν περάσει 16 χρόνια από εκείνη την ημέρα, ήμουν τότε ένας νέος συντάκτης, συνομιλώντας με τον επόμενο Valentino Rossi (όπως τον λέγαμε με τον πατέρα του)

Δεν οδηγήσαμε ποτέ μαζί για μισή πίστα, ενώ αμέσως μετά ήμασταν μόνοι μας για τους λίγους γύρους που έμεναν για το υπόλοιπο session. ΌΛΟΙ οι Άγγλοι συνάδελφοι είχαν βγει έξω νωρίτερα ζητώντας από την Dunlop να βγάλει τον Simoncelli γιατί δεν ήθελαν να σκοτωθούν δοκιμάζοντας λάστιχα. Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν το είχα δει ως απερισκεψία, ήμουν ακόμη εντυπωσιασμένος από το πώς κατάφερε να προσγειωθεί πλαγιασμένος και κυρίως με την λογική ακολουθία της σκέψης του. Πώς δηλαδή πήρε την απόφαση να βγει εκτός πίστας, μέσα από τα κέρμπ! Στο πλαίσιο της συνέντευξης που είχαμε μετά, ξεκίνησα από εκεί: «Πώς το σκέφτηκες αυτό και κυρίως γιατί; Ποιος ο λόγος;» - «Δεν το σκέφτηκα, μου είπε ο Simoncelli, δεν ήταν δηλαδή μία μελετημένη από πριν απόφαση, είχατε πολύ πιο γρήγορες μοτοσυκλέτες οπότε έπρεπε να μην φρενάρω πουθενά για να σας περάσω, ότι ήρθαν οι στροφές και είδα ότι θα έπρεπε να κόψω πολύ για να μείνω πίσω από το GSXR και μετά στην ευθεία να μην μπορώ να προσπεράσω, σκέφτηκα την προσπέραση στην επόμενη στροφή και μου ήρθε πολύ μακριά. Οπότε εκεί που έστριβα την πρώτη δεξιά, το σήκωσα και έκανα την αριστερή εκτός πίστας.

Στην συνέχεια εκείνης της συνέντευξης τον ρώτησα αν οδηγεί στον δρόμο και μου είπε πως όχι γιατί είναι επικίνδυνο και γελάσαμε έπειτα μαζί.

Μπορούσες να το δεις όπως οι Άγγλοι, ως επιθετικό και απερίσκεπτο ή να τον θαυμάσεις ως κάτι εξωπραγματικό και μοναδικό. Διότι αυτό ήταν. Απίστευτα πράος και μαζεμένος όλες τις στιγμές, εκτός από εκείνες που οδηγούσε. Ήμουν τυχερός που τον γνώρισα και μου για λίγο, πολύ λίγο, οδηγήσαμε και μαζί.

Το 2011, με τον αριθμό 58 πάνω στο λευκό fairing, ο Marco έδειχνε πως το μεγάλο του ξέσπασμα ήταν θέμα χρόνου. Πάλευε με τους καλύτερους τότε, με Lorenzo, Stoner, Pedrosa, Rossi κι αν κάποιες φορές οι κινήσεις του ήταν υπερβολικά τολμηρές, είχαν εκείνο το στοιχείο του “πραγματικού αγώνα” που σήμερα θα ξεσήκωνε αντιδράσεις. Δεν υπολόγιζε τίποτα. Οδήγησε πάντα σαν να μην υπήρχε αύριο, και ίσως τελικά γι’ αυτό να έγινε αθάνατος.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
στιγμιότυπο από την ίδια εκείνη ημέρα

Η μοίρα στάθηκε άδικη στη Sepang. Μια πτώση στην πρώτη κιόλας στροφή, ένα ατυχές σημείο επαφής και το όνειρο σταμάτησε απότομα. Ο θάνατός του σε ζωντανή μετάδοση καθώς όλοι οι θεατές κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί βλέποντας το κράνος του να φεύγει, έμεινε για πάντα χαραγμένος στην ιστορία και κανείς, δεν θέλει να το αναπαράγει. Είχε έντονα στοιχεία αρχαιοελληνικής τραγωδίας μάλιστα από την στιγμή που πάνω του έπεσαν οι καλύτεροί του φίλοι εκτός πίστας και ταυτόχρονα ανταγωνιστές την ώρα του αγώνα. Ένας από τους καλύτερους θα σβήσει άδοξα. Όμως εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε κάτι άλλο, ένας θρύλος που κανένας χρόνος δεν μπορεί να σβήσει. Από τότε, το νούμερο 58 έγινε σύμβολο: όχι μόνο του Simoncelli, αλλά κάθε αναβάτη που τρέχει με την καρδιά του.

Η Honda Gresini διατήρησε τη μνήμη του, το Misano World Circuit φέρει πλέον το όνομά του, και κάθε φορά που βλέπεις εκείνη τη λευκοκόκκινη σημαία με τον αριθμό 58, νιώθεις ότι ο “Super Sic” δεν έφυγε ποτέ στ’ αλήθεια. Ζει σε κάθε νέο αναβάτη που ανεβαίνει με πάθος πάνω στη μοτοσυκλέτα, σε κάθε θεατή που ανατριχιάζει όταν ακούει τον κινητήρα να ανεβάζει στροφές.

Ο Simoncelli ήταν ένας από εκείνους τους σπάνιους ανθρώπους που δεν χρειάζονται χρόνο για να αφήσουν το αποτύπωμά τους. Αρκούσαν λίγες σεζόν για να αλλάξει την ψυχή των GP, για να θυμίσει σε όλους μας πως οι αγώνες δεν είναι μόνο νίκες, είναι άνθρωποι, πάθος, είναι συναίσθημα.

Και αν σήμερα κοιτάξεις τον ουρανό πάνω από το Misano, κάπου ανάμεσα στις στροφές της ιστορίας θα δεις τον Marco να γελά, με εκείνο το ανέμελο βλέμμα που λέει:

“Corri forte, ma divertiti – τρέξε δυνατά, αλλά απόλαυσέ το.”