Πρώτη επένδυση από το Ταμείο Βιωσιμότητας της Yamaha Motor, στην Andes Ag, Inc

Νεοσύστατη επιχείρηση με έδρα τις ΗΠΑ, στον τομέα της απομάκρυνσης CO2 από τον αέρα
Yamaha Andes
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

20/3/2023

Στις 17 Μαρτίου η Yamaha Motor ανακοίνωσε ότι προχώρησε σε επένδυση στην Andes Ag, Inc., μια νεοσύστατη επιχείρηση με έδρα τις ΗΠΑ, η οποία ερευνά τεχνολογίες ευεργετικών μικροοργανισμών για την απομάκρυνση του CO2 από τον αέρα.

Πρόκειται για την πρώτη επένδυση που πραγματοποιείται μέσω του Ταμείου Βιωσιμότητας της Yamaha Motor, το οποίο ιδρύθηκε τον περασμένο Ιούνιο με κεφάλαιο 100 εκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ, ειδικά για επενδύσεις σε εταιρείες αρχικών σταδίων που εργάζονται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η επένδυση στην Andes έγινε μέσω της εταιρείας του ομίλου της Yamaha Motor με έδρα τη Silicon Valley, της Yamaha Motor Ventures (YMV), του εταιρικού βραχίονα επιχειρηματικών κεφαλαίων της Yamaha Motor Company.

Η Andes ερευνά μεθόδους για τη χρήση φυσικών μικροοργανισμών για την αποθήκευση ατμοσφαιρικού CO2 στο έδαφος. Για να το πετύχει αυτό η εταιρεία χρησιμοποιεί σπόρους ως “ασφαλή δοχεία” για τους μικροοργανισμούς. Καθώς τα μικρόβια ευδοκιμούν σε συνδυασμό με τις καλλιέργειες (π.χ. καλαμπόκι, σόγια και σιτάρι), μετατρέπουν το ατμοσφαιρικό CO2 σε ανόργανες ενώσεις που δεσμεύουν και εναποθέτουν τον άνθρακα μόνιμα στο έδαφος, δημιουργώντας μονάδες απομάκρυνσης διοξειδίου του άνθρακα, οι οποίες επικυρώνονται μέσω δειγματοληψίας εδάφους.

Στο νέο Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο Διαχείρισης (2022-2024) που ανακοινώθηκε τον Φεβρουάριο του 2022, η Yamaha Motor κατέστησε την ενίσχυση των προσπαθειών της για βιωσιμότητα κεντρικό άξονα.

Ο στόχος της τελευταίας αυτής επένδυσης είναι η απόκτηση περισσότερων γνώσεων σχετικά με τις πιστώσεις/αποζημιώσεις άνθρακα και τις φυσικές πηγές για κλιμακούμενη απομάκρυνση άνθρακα που μπορούν να εφαρμοστούν σε γεωργικό πλαίσιο.

Ετικέτες

BOAK: Νέα αποζημίωση στην κοινοπραξία ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ

Καθυστερήσεις στις απαλλοτριώσεις οδηγούν σε νέα οικονομική επιβάρυνση του Δημοσίου
ΒΟΑΚ
Από τον

Φίλιππο Σταυριδόπουλο

10/10/2025

Μετά την πρόσφατη αποζημίωση των 21 εκατ. ευρώ για το τμήμα Νεάπολη–Άγιος Νικόλαος, ο ανάδοχος (ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ) του έργου Χερσόνησος–Νεάπολη ζητά πλέον 124 εκατ. ευρώ, επικαλούμενος καθυστερήσεις λόγω έλλειψης ωριμότητας των απαλλοτριώσεων

Η υπόθεση αφορά το τμήμα του Βόρειου Οδικού Άξονα Κρήτης (ΒΟΑΚ) από Χερσόνησο έως Νεάπολη, που υλοποιείται από την κοινοπραξία ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ. Το έργο, μήκους 22,44 χιλιομέτρων, λαμβάνει παράταση 16,3 μηνών καθώς οι καθυστερήσεις στην παράδοση των απαλλοτριωμένων χώρων εμπόδισαν την πρόοδο των εργασιών.

Η αρχική ημερομηνία ολοκλήρωσης, του κυβερνητικά πολυδιαφημισμένου έργου, είχε οριστεί για τις 21 Απριλίου 2027, ωστόσο, όπως σημειώνεται στην απόφαση του Υπουργείου Υποδομών, “δεν διαπιστώθηκαν εργασίες που θα μπορούσε να εκτελέσει ο ανάδοχος για να περιορίσει τις καθυστερήσεις”, αναλαμβάνοντας εμμέσως την ευθύνη. Έτσι, το υπουργείο αποδέχτηκε το δικαίωμα του αναδόχου να ζητήσει αποζημίωση, το ακριβές ύψος της οποίας παραμένει άγνωστο, καθώς “θα οριστικοποιηθεί μετά την υποβολή όλων των απαιτούμενων δικαιολογητικών και την εξέτασή τους από την Αναθέτουσα Αρχή”.

Η εξέλιξη αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει το υψηλό κόστος που προκαλούν οι ελλείψεις ωριμότητας στα μεγάλα έργα υποδομής. Οι καθυστερήσεις στις απαλλοτριώσεις, που δεν αποτελούν ευθύνη του αναδόχου, μεταφράζονται σε σημαντικές αποζημιώσεις προς τις εταιρείες, τις οποίες τελικά επωμίζεται το Δημόσιο.

Το έργο Χερσόνησος–Νεάπολη περιλαμβάνει:

  • 22,44 χλμ. αυτοκινητόδρομου με πλάτος οδοστρώματος 21,5 μ.
  • 9,65 χλμ. παράπλευρου και κάθετου δικτύου
  • 12 γέφυρες μονού κλάδου (1,7 χλμ.)
  • 5 σήραγγες συνολικού μήκους 6,75 χλμ.
  • 5 ανισόπεδους κόμβους

Το τμήμα αυτό αποτελεί το δεύτερο εργοτάξιο του ΒΟΑΚ που έχει ξεκινήσει κατασκευές, μετά το Νεάπολη–Άγιος Νικόλαος, όπου οι εργασίες προχωρούν. Το έργο των 14,5 χιλιομέτρων, με κόστος 186 εκατ. ευρώ, υλοποιείται επίσης από την ΤΕΡΝΑ και την ΑΚΤΩΡ και έχει ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης.

Η νέα διεκδίκηση των 124 εκατ. ευρώ επαναφέρει στο προσκήνιο το ζήτημα της επαρκούς προετοιμασίας των μεγάλων έργων πριν από τη δημοπράτησή τους, ένα θέμα που, όπως φαίνεται, κοστίζει ακριβά στην πολιτεία και κατ’ επέκταση στους πολίτες.