Triumph Speed Triple 2008-2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

19/4/2011

Η Triumph σχεδόν ταυτόχρονα με την αναβίωσή της το 1992 περιέλαβε στην γκάμα της το Speed Triple. Μια μεγάλη γυμνή μοτοσυκλέτα με έκθετο τον τρικύλινδρο κινητήρα της, η δυνατή streetfighter της εταιρείας. Από το 1994, που αρχικά εμφανίστηκε, εξελίσσεται συνεχώς, παραμένοντας πάντοτε στις κορυφαίες επιλογές της κατηγορίας

Ανάμεσα στις προτάσεις των διάφορων κατασκευαστών από την Ευρώπη και την Ιαπωνία η μοτοσυκλέτα της Triumph έχει τον ολόδικό της χαρακτήρα οδηγικά, ακουστικά, αλλά και όσον αφορά την εμφάνισή της. Σε αυτήν καθοριστικό σημείο είναι οι διπλοί προβολείς της. Τα δυο “μάτια εντόμου” μπροστά και το μονόμπρατσο ψαλίδι δίνουν την εικόνα της καλοφτιαγμένης και ακριβής μοτοσυκλέτας που ήταν πάντα η Speed Triple. Το εργοστάσιο την εξελίσσει περισσότερα από δεκαπέντε χρόνια πλέον αναβαθμίζοντάς την ώστε να παραμένει μέσα στον ανταγωνισμό. Έχοντας ήδη από το 2005 ο κινητήρας μεγαλώσει στα 1050 κυβικά, αποκτήσει τον ψεκασμό της Κeihin και το ανεστραμμένο πιρούνι, ώστε να παρακολουθεί από κοντά τις νέες τάσεις που διαμορφώνουν τις επιθυμίες των μοτοσυκλετιστών -επομένως και τον δρόμο που ακολουθούν τα εργοστάσια που τους ακούν- συνέχισε με μια αναβάθμιση ακόμη που έγινε το 2007. Τότε η μοτοσυκλέτα προσαρμόστηκε στις προδιαγραφές Euro III με τις απαραίτητες αλλαγές στο σύστημα της εξάτμισης, την προσθήκη νέας μονάδας διαχείρισης του κινητήρα -που συνοδεύτηκε από την αύξηση της απόδοσης στα τεχνικά της χαρακτηριστικά στους 132 ίππους- και την τοποθέτηση μεταλλικού ρεζερβουάρ. Το 2008 ήταν άλλη μια χρονιά με αλλαγές ώστε η Speed Triple να κοιτά στα ίσα τον ανταγωνισμό, από όπου και εάν αυτός προερχόταν. Τότε ήρθε η ώρα για μια σειρά από επεμβάσεις που άλλαξαν την εμφάνιση, την απόδοση και τη λειτουργικότητα. Στην εμφάνιση συνέχισαν να δεσπόζουν οι χαρακτηριστικοί προβολείς “μάτια εντόμου” αν και πλέον άρχισαν να ανάβουν και οι δυο μαζί. Καινούριες ήταν οι χυτές ζάντες του, ενώ η λειτουργικότητα βελτιώθηκε και για τους δυο επιβάτες του. Ο συνεπιβάτης κάθεται πλέον σε μεγαλύτερη σέλα, αφού μεγάλωσε και η ουρά της. Για τον αναβάτη τα μαρσπιέ του απομακρύνθηκαν πέντε εκατοστά από το τιμόνι, το οποίο ήταν fat bar της Magura, ειδικά για την Speed Triple του 2008. Τέλος, στα φρένα τοποθετήθηκε η τελευταία λέξη της υψηλής “ραπτικής” από την Ιταλία και συγκεκριμένα οι monoblock ακτινικές δαγκάνες της Brembo, που αντικατέστησαν τις “απλές” ακτινικές στο ανεστραμμένο πιρούνι.
Έτσι με αυτές τις λίγες επεμβάσεις η μεγάλη γυμνή συνέχιζε την ιστορία της εξελισσόμενη, αλλά χωρίς να αλλάζει η βασική σκέψη πίσω από την κατασκευή της. Πρόκειται για μια εργοστασιακή streetfighter και μάλιστα από τις πιο ακραίες. Ο κινητήρας της είναι τα μισά της λεφτά. Ο τρικύλινδρος εξακολουθεί να έχει τον ιδιαίτερο ήχο του, άλλοτε τραχύς, άλλοτε διανθισμένος με υψηλές νότες και κάποιους μηχανικούς θορύβους, αλλά και μια απόδοση που σε κάνει χούλιγκαν. Εμφανίζεται ιδιαίτερα δυνατός από τις χαμηλές στροφές, “τραβώντας” την τέταρτη ταχύτητα από τις 1.500 στροφές, κάτι που δεν μπορεί να κάνει κανένας τετρακύλινδρος ανταγωνιστής και συνεχίζει να αποδίδει γραμμικά και δυνατά όσο ανεβαίνουν οι στροφές του. Ψηλά μόνο “ξεμένει” από αναπνοή, αλλά καταφέρνει να στέλνει περισσότερους από 110 ίππους στον πίσω τροχό. Η θέση οδήγησης δεν είναι από τις ακραίες που βασανίζουν τους καρπούς στις χαμηλές ταχύτητες με το βάρος να πέφτει στα χέρια. Η Speed Triple έχει μια σχετικά άνετη θέση, είναι στενή, το τιμόνι της κόβει αρκετά, το βάρος της δεν είναι ανοικονόμητο και τελικά, είναι μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να οδηγείται και για τις καθημερινές ανάγκες, όπως συνηθίζουμε στη χώρα μας. Η διασκέδαση όμως πάνω στη σέλα μιας streetfighter δεν εξαντλείται στο καθημερινό πέρα - δώθε, παρά τα ευχάριστα διαλείμματα που βρίσκονται ακόμη και στους γυαλισμένους και γεμάτους δρόμους. Όταν βρεθεί σε δρόμο που εμπιστεύεσαι την πρόσφυσή του, το μεγάλο βρετανικό τρικύλινδρο μπορεί να οδηγηθεί με ρυθμούς που πλησιάζουν αυτόν των superbikes. Ρυθμιζόμενες αναρτήσεις και κορυφαία φρένα είναι εκεί για να κάνουν το παιχνίδι διασκεδαστικό και γρήγορο. Άλλωστε είναι μια μοτοσυκλέτα ικανή να ξεπερνά τα διακόσια σαράντα χιλιόμετρα, αν και θέλει πολύ γερό σβέρκο για να μένει στη θέση του το κεφάλι σου σε τέτοιες ταχύτητες. Τι τα θέλεις τόσα και εσύ πάνω σε μια γυμνή;
Η Speed Triple παρήχθη σε λευκό, πορτοκαλί και δυο διαφορετικά μαύρα - ένα ματ και ένα γυαλιστερό- αλλά και στην περιορισμένης παραγωγής SΕ το 2010, πριν δώσει τη θέση της στο πλήρως ανανεωμένο μοντέλο του 2011. Είναι μια μοτοσυκλέτα - σύμβολο για το εργοστάσιο με ιδιαίτερο χαρακτήρα. Μπορεί να κόβει ήσυχες βόλτες και με την ίδια ευκολία να οδηγείται ακραία. Διατηρώντας πάντοτε την συμπεριφορά της φιλική και την εμφάνισή της εντυπωσιακή.
[blockquote]Ναι...
Για ήρεμες βόλτες έως αλήτικη οδήγηση
Όχι...
Εάν δεν σου αρέσει ο ιδιόμορφος ήχος του τρικύλινδρου
Γιατί …
Είναι πάντα η μεγάλη streetfighter της Triumph
Τι να προσέξετε
Η Speed Triple είναι μια ακριβή και καλοφτιαγμένη μοτοσυκλέτα με τα περισσότερα εξαρτήματα έκθετα και φινιρισμένα. Το εάν το καλό φινίρισμα και η ακεραιότητα διατηρείται στην υποψήφια προς αγορά είναι το πρώτο βήμα. Εάν ακούσετε θορύβους γύρω από τη μίζα, θα χρειαστεί αντικατάσταση το κόμπλερ της, που δεν είναι φθηνό. Εάν η μπαταρία του ήταν μονίμως καλά φορτισμένη δεν θα το είχε πάθει. Πλην αυτού ο κινητήρας είναι αξιόπιστος και δεν διαμαρτύρεται ούτε σε βάρβαρη χρήση.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, τρικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 79 x 71,4
Κυβικά (cc): 1050
Σχέση συμπίεσης: 0,50069444
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Keihin
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 3 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος,
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια




ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό σωληνωτό, κινητήρας ενεργό μέρος, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 23,5
Ίχνος (mm): 84
Μεταξόνιο (mm): 1429
Ύψος σέλας (mm): 815
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 189/
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 18/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο Showa
Διάμετρος (mm): 45
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ Showa, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 141
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός:
Δύο δίσκοι 320mm, με ακτινικές δαγκάνες Brembo με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με δύο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 17
Πίσω
Ελαστικό: 180/55- 17
Ζάντα: 180/55-17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό στροφόμετρο, οθόνη με ψηφιακές ενδείξεις για ταχύτητα, ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές, ένδειξη μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, μέσης και μέγιστης ταχύτητας, shift light ρολόι, ενδεικτικές λυχνίες για φλας/νεκρά/μεγάλη σκάλα φώτων/πίεση λαδιού/θερμοκρασία ψυκτικού


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 132/9.250
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 10,5/7.500


Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 112,7/9.300
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,3/7.900

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 8,8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 198,1

Moto Guzzi V7 Classic/Stone 2008 - 2013

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

1/7/2015

Δεν αλλάζει

 

Ήταν μια από τις καλύτερες εμπνεύσεις της Piaggio η αναβίωση του θρυλικού ονόματος V7, που προστέθηκε ξανά στην γκάμα της Moto Guzzi από το 2008 και μετά. Στα χρόνια που πέρασαν η σειρά των V7 απέκτησε νέα μέλη, αναβαθμίστηκε δυο φορές, αλλά στη ουσία της δεν αλλάζει τίποτα

 

Η σύγχρονη V7 ανήκει σε μια ομάδα μοτοσυκλετών με ελάχιστα μέλη, όπως είναι η Bonneville της Triumph και η W της Kawasaki. Αυτή η ομάδα έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που αφορά την αίσθηση και την εμπειρία από την οδήγησή της. Αυτή η αίσθηση, μοναδική και χαρακτηριστική για κάθε μοτοσυκλέτα, δεν αφορά ένα συγκεκριμένο τομέα του σχεδιασμού αλλά δημιουργείται από την συνολική κατασκευή. Από κάπου ξεκινάει όμως, κάπου υπάρχει ο πυρήνας της δημιουργίας της και η υπόλοιπη κατασκευή έχει φροντίσει να διατηρήσει. Στις Bonneville ας πούμε, είναι ο στρόφαλος και τα δυο έμβολα που παλινδρομούν μένοντας συνέχεια δίπλα – δίπλα αυτά που σε ωθούν να μάθεις να "οδηγείς με τον στρόφαλο" να χειρίζεσαι και να μπορείς να εκμεταλλευτείς την στροφορμή του, εκείνο το μέγεθος της Φυσικής που δεν αφήνει τον στρόφαλο να επιβραδύνει. Και στην V7 η αίσθηση που σου δίνει όταν την οδηγείς δημιουργείται από τον κινητήρα της, ή πιο σωστά από ολόκληρο το συγκρότημα που οδηγεί στην περιστροφή του πίσω τροχού. H ανάλαφρη αίσθηση, η ευκολία στους ελιγμούς και τις εναλλαγές κλίσεων είναι οι πρώτες παρατηρήσεις που εντυπώνονται μετά από την πρώτη βόλτα μαζί της. Η χαμηλή μοτοσυκλέτα, με την ίσια σέλα – είναι πλέον ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες με τέτοια σχεδίαση, όπου ο συνεπιβάτης απλώς κάθεται στην σέλα του δίχως να χρειάζεται να κάνει αναρρίχηση ή σπαγκάτο – διαθέτει και την διαχρονική απλότητα στην εμφάνισή της. Μια εμφάνιση με ταυτότητα και ομορφιά, τονισμένη και από την υψηλή ποιότητα του φινιρίσματος. Το καλό φινίρισμα και η απουσία αφρόντιστων σημείων είναι ένα χαρακτηριστικό που έχουν όλες οι σύγχρονες Moto Guzzi και η σειρά των V7 φτιάχτηκε μάλιστα την περίοδο όπου η αναβάθμιση της ποιότητας των Guzzi μπήκε σε μια νέα περίοδο της ιστορίας της. Μάλιστα χρονιά με τη χρονιά γίνονται βελτιώσεις σε διάφορα σημεία και πλέον οι V7 είναι αντικειμενικά καλοφτιαγμένες. Με την πάροδο του χρόνου και τις αλλαγές των μοντέλων αυτό που δεν αλλάζει είναι η αίσθηση από τη οδήγησή της. Mένει ίδια γιατί δεν αλλάζει αυτό που την δημιουργεί δηλαδή ο κινητήρας με την μετάδοσή του και το πλαίσιο. Ο αερόψυκτος δικύλινδρος V90o με τον διαμήκη στρόφαλο, τον μονόδισκο ξερό συμπλέκτη και το πεντατάχυτο κιβώτιο πίσω του, αλλά και τον άξονα της τελικής μετάδοσης που περνά μέσα από το ψαλίδι είναι πάντα εκεί ακολουθώντας τις επιταγές μιας εμπνευσμένης σχεδίασης της δεκαετίας του '60. To συγκρότημα του κινητήρα και της μετάδοσης "κρέμεται" από το πλαίσιο, φτιαγμένο από ατσάλινους σωλήνες, ακολουθώντας τις αρχές των χωροδικτυωμάτων. Η ανάρτηση του πίσω τροχού γίνεται με την συμβατική διάταξη των δυο αμορτισέρ, τοποθετημένων με σημαντική κλίση ώστε να προσφέρουν καλύτερη λειτουργία. O V2 δεν έχει σχεδιαστεί για την μέγιστη απόδοση, και έχει υιοθετήσει λύσεις όπως οι θάλαμοι καύσης Heron με επίπεδες κεφαλές και ωστήρια για τις δυο μόνο βαλβίδες κάθε κυλίνδρου στοχεύοντας αρχικά στην απλότητα, το μικρότερο κόστος κατασκευής και τις συμμαζεμένες διαστάσεις. Οι θάλαμοι Heron όμως συμβάλουν στην μικρή κατανάλωση και την καλή απόδοση ροπής, χαρακτηριστικά που ταιριάζουν γάντι τόσο στην V7 όσο και στην εποχή μας, όπου η σπατάλη βενζίνης κοντεύει να γίνει ποινικό αδίκημα. Παρά την σχεδίαση που μετρά πάνω από σαράντα χρόνια ο ιταλικός V2 αρκείται σε μια κατανάλωση σχεδόν πέντε λίτρων για κάθε εκατό χιλιόμετρα με την απόδοσή του να είναι αυτή που πρέπει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. H τροφοδοσία από το σύστημα ψεκασμού δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα ενώ από την αλλαγή του μοντέλου από το 2012 και μετά όπου ο ψεκασμός έχει πλέον ένα σημείο τροφοδοσίας και για τους δυο κυλίνδρους, η απόδοση είναι βελτιωμένη μέχρι τις μεσαίες στροφές. Στο ρελαντί εξακολουθεί να πάλλεται και στις ψηλές να μην αποδίδει τίποτα εντυπωσιακά νούμερα, ανεβάζοντας μάλιστα και λιγότερες στροφές για μικρότερη κατανάλωση, μα παραμένει πάντα ευχάριστος σύντροφος σε κάθε βόλτα. Στο εμπρός άκρο υπάρχει μεγάλη γωνία κάστερ, ελαστικό με διάμετρο 18 ίντσες και ένα συμβατικό πιρούνι με την μεγαλούτσικη διαδρομή των 130 χιλιοστών, χαρακτηριστικά που μεταφράζονται σε άνεση ακόμη και σε κακούς δρόμους. H V7 είτε στην πρώτη της έκδοση την Classic μεταξύ 2008 και 2011, είτε στη επόμενη την Stone είτε σαν την νεώτερη έκδοση του 2014 με την γεννήτρια πλέον να ψύχεται από το λάδι του κινητήρα προσφέρει πάντα την ίδια αίσθηση. Εύκολη και ευχάριστη στην οδήγηση και στο μάτι, δίχως δύστροπες ιδιαιτερότητες, με καλή ποιότητα κατασκευής παντρεύει μια κλασσική σχεδιαστική άποψη με το σήμερα, προσφέροντας απόλαυση σε κάθε βόλτα.

 

Ναι

Στην ευκολία της οδήγησης και την ομορφιά της

Όχι

Δεν είναι στο στυλ της η επιθετική οδήγηση

Γιατί

Απολαμβάνεις οδήγηση χωρίς υψηλή απόδοση

 

Οι τιμές των μοτοσυκλετών, όχι μόνο των μεταχειρισμένων αλλά ακόμη και των καινούργιων, είναι πολύ ρευστές πλέον και μεταβάλλονται προς χαμηλότερα επίπεδα. Έτσι και στην περίπτωση των V7 υπάρχουν τόσο σε τιμές προσφορών σαν καινούργιες ενώ και σαν μεταχειρισμένες οι τιμές χαμηλώνουν. Παρά του ότι είναι το πιο καλοπουλημένο μοντέλο της Moto Guzzi αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν άφθονες επιλογές σαν μεταχειρισμένες. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους με τον πρώτο να είναι ότι αγοράζονται από ανθρώπους που σκοπεύουν να την κρατήσουν χρόνια οπότε δεν θέλουν να την αλλάξουν σύντομα. Ο δεύτερος λόγος είναι απλώς η οικονομική δυσπραγία μας. Οι τιμές τους πλέον όμως έχουν κατέβει και κάτω από τις 4.000 ευρώ

 

Tι να προσέξετε

Η καλή ποιότητα κατασκευής της σειράς των V7 σε συνδυασμό με τις φροντίδες του ιδιοκτήτη μπορούν να τις διατηρούν για χρόνια αψεγάδιαστες. Άλλωστε η άριστη εμφάνισή της είναι και το απαραίτητο στοιχείο για την επιλογή μιας μεταχειρισμένης. Ο προαιρετικός εξοπλισμός που τυχόν διαθέτει, όπως το κεντρικό σταντ και οι πλαϊνές βαλίτσες, είναι άλλος ένας παράγοντας για την επιλογή της. Τα μοντέλα Stone - από το 2012 και μετά – είναι πιο δυσεύρετα και ακριβότερα. Έχουν βελτιωμένο κινητήρα αλλά ο χαρακτήρας τους είναι απαράλλαχτος.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, V90o διαμήκης, αερόψυκτος ένας εκκεντροφόρος στο κάρτερ, 2 βαλβίδες/κύλινδρο

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 80 x 74

Κυβικά (cc): 744                

Σχέση συμπίεσης: 9,6:1              

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli                                   

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      2 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Ξερός, μονόδισκος με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε

Τελική μετάδοση:            Άξονας, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό, βιδωτό τμήμα για την αφαίρεση του κινητήρα

Γωνία κάστερ (o):       27,5

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.449 

Ύψος σέλας (mm):  805

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 182/198         

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 199,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17/2,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi

Διάμετρος (mm):  40

Διαδρομή (mm):  135                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Δυο αμορτισέρ Sachs

Διαδρομή (mm):  118    

Ρυθμίσεις:            Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δίσκος 320mm, δαγκάνα Brembo με τέσσερα έμβολα

Πίσω:            Δίσκος 260mm, δαγκάνα Brembo με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            100/90 -18

Ζάντα:             2,50 x 18in

Πίσω

Ελαστικό:            130/80 -17

Ζάντα:             3,50 x17in

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο, δύο οθόνες LCD με ψηφιακές ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ρολόι, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, λειτουργία ψεκασμού, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 48/6.800

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            5,4/3.600

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,48

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            5,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            330

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)*

Έμβολο πλήρες : 172             

Μπιέλα : 290 

Τελικό εξάτμισης : (ένα) 539

Ρεζερβουάρ:             821    

Εμπρός φτερό : 164                                       

Εμπρός ζάντα: 296                 

Μανέτα δεξιά :25      

Σέλα :  127                

Πλαίσιο: 801,3

* Οι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Αύγουστο του 2014              

 

Ετικέτες