BMW C400X: Πρώτες οδηγικές εντυπώσεις στην παγκόσμια παρουσίασή του

Το οδηγήσαμε στο Μιλάνο
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

23/6/2018

Όσοι δεν έχουν τις γνώσεις και την εμπειρία που απαιτείται για να κατανοήσουν την εμπορική επιτυχία των μοτοσυκλετών της BMW τα τελευταία δέκα χρόνια, λένε ότι η αιτία είναι το image του μπλε/άσπρου έλικα στο ρεζερβουάρ ή ότι οι πελάτες της BMW είναι αυτοκινητάδες, οπότε αγοράζουν μοτοσυκλέτες της BMW επειδή την γνωρίζουν ως premium εταιρεία από τον κόσμο του αυτοκινήτου. Φυσικά αυτό είναι μπούρδα, διότι αν ήταν έτσι, τότε όλα τα scooter που έχει φτιάξει η BMW θα είχαν τεράστια εμπορική επιτυχία. Μόνο που η αλήθεια είναι, ότι η BMW δεν κατάφερε ποτέ να πουλήσει εύκολα τα scooter της. Δεν μιλάμε για το υπέρβαρο C1 με την οροφή και τον ασθενικό κινητήρα 125cc της Aprilia, αλλά για τα εντυπωσιακά σε εμφάνιση και εξοπλισμό C600 Sport και C600GT που σε όλες τις αγορές του κόσμου έβλεπαν το Yamaha Tmax με τα κιάλια. Είχαν το σήμα, είχαν πιο δυνατό κινητήρα, είχαν πιο πλούσιο εξοπλισμό αλλά ελάχιστοι τα προτιμούσαν σε σχέση με ένα Tmax. Γιατί; Μα γιατί δεν είχαν την ποιότητα λειτουργίας που απαιτούσε ο κόσμος από ένα προϊόν της BMW. Στην δεύτερη γενιά των C650 Sport και C650 GT που βελτίωσαν σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα λειτουργίας του κινητήρα και της μετάδοσης, οι πωλήσεις ήταν σαφώς καλύτερες.

Με άλλα λόγια, ακόμα και οι “αυτοκινητάδες” που αγοράζουν scooter δεν είναι τόσο βλάκες όσο νομίζουν κάποιοι και ενημερώνονται σωστά, οπότε μπορούν να καταλάβουν την διαφορά ποιότητας στα δυναμικά χαρακτηριστικά και την λειτουργία των μηχανικών μερών. Τα καλά νέα είναι ότι οι άνθρωποι που δουλεύουν στο τμήμα scooter της BMW έχουν ανοιχτά τα αυτιά και τα μάτια τους σε όσα τους λένε οι πελάτες και οι δημοσιογράφοι. Το καινούριο C400X είναι το πρώτο scooter των γερμανών που απευθύνεται στο ευρύ κοινό.

 

Θυμηθείτε: BMW C400X: Δοκιμάζεται στην Ελλάδα!

 

Σαφώς έχει premium χαρακτήρα και η τιμή του (6.950€) οριοθετεί το άνω άκρο της κατηγορίας 300-400cc, όμως δεν είναι έξω από τις οικονομικές δυνατότητες της μεσαίας τάξης. Το οδηγήσαμε πριν λίγες ημέρες στο Μιλάνο και θα έχουμε φυσικά την πλήρη παρουσίασή του στο ΜΟΤΟ, όμως αξίζει να πούμε περιληπτικά τα βασικά στοιχεία που το χαρακτηρίζουν. Υπάρχουν δύο πράγματα στα οποία το C400X είναι κορυφαίο. Το βασικότερο είναι η συμπεριφορά του πλαισίου στο σύνολό του. H ΒΜW έχει σχεδιάσει μια ειδική βάση στήριξης του κινητήρα με το κυρίως πλαίσιο και η διαφορά σε σχέση με τα υπόλοιπα scooter σε αυτή την κατηγορία είναι ΤΕΡΑΣΤΙΑ. Το πλαίσιο του C400X συγκρίνεται μόνο με του Yamaha Tmax και του Kymco AK550 που έχουν κανονικό ψαλίδι.

Το δεύτερο δυνατό σημείο του C400X είναι η εργονομία της θέσης οδήγησης και της σέλας του συνεπιβάτη. Απλά κορυφαία στην κατηγορία. Εδώ οι γερμανοί κλέβουν εκκλησίες, αφού οι υπόλοιποι κατασκευαστές scooter δεν ασχολούνται με αυτόν τον τομέα…

Το τρίτο δυνατό σημείο είναι η τεχνολογία connectivity με το ειδικό κράνος που ενσωματώνει ηχεία και μικρόφωνο.

Από την άλλη μεριά, οι αποθηκευτικοί χώροι είναι στο μέσο όρο της κατηγορίας, όπως και τα φρένα της Bybre που επαρκούν αλλά δεν ενθουσιάζουν. Ο κινητήρας έχει 350 κυβικά και όχι 400, ενώ η ρύθμιση της αυτόματης μετάδοσης CVT είναι προσανατολισμένη προς την άνεση, την ελαχιστοποίηση των κραδασμών και την οικονομία καυσίμου.

Το C400X ζυγίζει λίγο πάνω από 200 κιλά σύμφωνα με την BMW και θεωρητικά είναι από τα ελαφρύτερα στην κατηγορία. Εμείς οδηγήσαμε λίγο μέσα στην πόλη και περισσότερο σε ανοιχτούς δρόμους και ορεινά στροφιλίκια. Στα όργανα, η μικρότερη μέση κατανάλωση που είδαμε ήταν 4,4 λίτρα/100km και η μέγιστη (στο σημείο που φωτογραφίζαμε κάνοντας πάνω-κάτω) έφτασε τα 4,7 λίτρα/100km. Η απόδοση του κινητήρα (34 άλογα λέει η BMW) δεν έμοιαζε να είναι στο ίδιο επίπεδο με του Xmax 300 που είναι το κορυφαίο σε επιδόσεις σε αυτή την κατηγορία, αλλά πιο κοντά στο Beverly 350. Η αίσθηση βέβαια δεν έχει πάντα άμεση σχέση με την πραγματικότητα, όποτε θα θέλαμε να κάνουμε μια συγκριτική μέτρηση με το v-box μας, ανάμεσα σε αυτά τα τρία scooter όταν έρθει το C400X στην Ελλάδα.

Για το 2018 η BMW θα φτιάξει μόνο 6.000 αντίτυπα που θα πάνε στις βιτρίνες των dealers, όπου όλα τους θα είναι η full-extra έκδοση με το σύστημα connectivity. Αυτό μεταφράζεται σε τουλάχιστον χίλια Ευρώ πάνω στην τελική τιμή, ανοίγοντας ακόμα περισσότερο την ψαλίδα με τον ανταγωνισμό. Από το 2019 και μετά θα ξεκινήσει κανονικά η παραγωγή όλων των εκδόσεων βάσει των παραγγελιών που θα έχουν κάνει οι πελάτες.

Ετικέτες

Aprilia RSV1000 2026 - Αντίπαλος των Panigale V2, R9 και Street Triple RS 765

Κατοχύρωση εκ νέου του εμβληματικού ονόματος, με άρωμα νέου δικύλινδρου Sport μοντέλου
Aprilia RSV1000 - Κατοχύρωση ονόματος
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

11/3/2025

Δεκαπέντε χρόνια μετά το τέλος του δικύλινδρου RSV1000 Mille, το 2010 και την αντικατάστασή του από την RSV4 μοτοσυκλέτα της Aprilia, η μητρική Piaggio κατοχυρώνει ξανά το όνομα της δικύλινδρης Superbike της, με τις πρώτες σκέψεις να δείχνουν φυσικά έναν νέο αντίπαλο στις πιο οικονομικές δικύλινδρες και τρικύλινδρες προτάσεις που πλέον αγωνίζονται στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Supersport.

Με τις επιδόσεις αλλά και τις τιμές των τετρακύλινδρων Superbike να βρίσκονται πλέον στα ύψη, αφορώντας ολοένα και μικρότερο κοινό, οι εταιρείες αναγεννούν την ιδέα της Sport οδήγησης με λιγότερους κυλίνδρους, πιο βατές ιπποδυνάμεις και χαμηλότερες τιμές, αποσκοπώντας στην προσέλκυση ευρύτερης βάσης αναβατών.

Η Ducati με το Panigale V2, η Triumph με το Street Triple RS 765 και η Yamaha με το R9, έχουν δείξει τα τελευταία χρόνια πως δικύλινδρα και τρικύλινδρα μοντέλα μπορούν να ανταγωνιστούν με επιτυχία τα τετρακύλινδρα στα WorldSSP, ενώ παράλληλα μοτοσυκλέτες όπως το Aprilia RS660, το Honda CBR500RR, το Yamaha R7, το Triumph Daytona 660, το Suzuki GSX-8R, κ.α. αποτελούν τίμιες sport προτάσεις, για καθημερινή οικονομική αλλά και διασκεδαστική μετακίνηση.

RSV1000

Έχοντας τα παραπάνω στο μυαλό, η κίνηση της Piaggio να κατοχυρώσει εκ νέου το όνομα RSV1000 Mille -αρχικά στις Η.Π.Α.-, θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί προάγγελο για την επιστροφή ενός δικύλινδρου sport μοντέλου στην γκάμα της εταιρείας, το οποίο θα προσπαθεί να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ του RS660 των 100 hp και του RSV4 των… 217 hp.

Εάν όντως το Noale σκέφτεται κάτι τέτοιο, θα μπορούσε να ακολουθήσει δυο δρόμους. Ο πρώτος είναι ο ακριβότερος, τον οποίο και συνήθως αποφεύγουν όποτε μπορούν τα εργοστάσια, και αφορά στην εξέλιξη μιας ολοκαίνουργιας πλατφόρμας. Ο δεύτερος και πιο οικονομικός θα ήταν να προσαρμόσουν στη νέα RSV1000 Mille τον ήδη εξελιγμένο -και πολύ πιο ταπεινό σε επιδόσεις- V2 που έχει φορεθεί προηγουμένως στα Shiver και Dorsoduro και είχε παραχθεί σε κυβισμούς 750, 900 και 1.200. Πλέον ο συγκεκριμένος V2 παράγεται στην Κίνα μέσω της συνεργασίας Piaggio-Zonsen, ενώ αρχικά είχε κυκλοφορήσει στα 896 κ.εκ. για το Shiver 900, τώρα ετοιμάζεται έκδοσή του στα 996 κ.εκ. για την επερχόμενη κινέζικη naked μοτοσυκλέτα Zonsen Cyclone SR1000 που είχαμε δει ως πρωτότυπο το 2021.

Η SR1000 μοιράζεται το πλαίσιο χωροδικτύωμα του Shiver, καθώς και τη βασική αρχιτεκτονική του κινητήρα, έχοντας μονόμπρατσο ψαλίδι και ένα τεράστιο πίσω ελαστικό 240.

Mille

Στα 996 κ.εκ. ο V2 αυτός αποδίδει 105 hp, ενώ πληροί τις κινέζικες προδιαγραφές ρύπων που πλησιάζουν εκείνες της Ευρώπης. Μια ιπποδύναμη χαμηλή για sport μοτοσυκλέτα του λίτρου, αλλά στα πρότυπα της νέας sport οικονομικής κατηγορίας, και συνοδευόμενη με τη σεβαστή ροπή των χιλίων κυβικών. Παρόλα αυτά, το Dorsoduro 1200 απέδιδε 130 hp από την έκδοση του κινητήρα στα 1.197 κ.εκ. δείχνοντας πως η Aprilia θα μπορούσε να βγάλει εύκολα περισσότερους ίππους αν το επιθυμεί. Θυμίζουμε πως το Aprilia RSV1000 Mille R στις τελευταίες του εκδόσεις παραγωγής απέδιδε κοντά ή και λίγο πάνω από τους 140 hp. 

Ένας ακόμη παράγοντας για την ιταλική εταιρεία με το έντονο αγωνιστικό προφίλ θα ήταν και η δυνατότητα αγωνιστικής εμπλοκής της νέας RSV1000 σε Πρωταθλήματα όπως το WorldSSP, ακόμα και μια νέα κατηγορία στο MotoGP που θα μπορούσε να αντικαταστήσει τη Moto3.