Intermot 2018: Indian FTR1200

Σε δύο εκδόσεις!
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

2/10/2018

Τέρμα τα teaser video και η αναμονή, οι πόρτες της INTERMOT άνοιξαν και οι πρώτες παρουσιάσεις ξεκίνησαν. Το εναρκτήριο λάκτισμα στην παρουσίαση των νέων μοντέλων έδωσε η Indian, με τη παρουσίαση του FTR 1200 εχτές το βράδυ! Όπως είχαμε αναφέρει και παλιότερα πηγή έμπνευσης του μοντέλου αποτέλεσε το FTR 750 που είχε χρησιμοποιηθεί για χωμάτινους αγώνες στα πρωταθλήματα της Αμερικής. Το πρωτότυπο έχοντας κλέψει τα βλέμματα και σε συνδυασμό με τα Hooligan scouts που είχε φτιάξει ο Ronald Sands το 2015, έβαλε σε σκέψεις την Indian και τον Ben Lindaman (International Product Manager της εταιρείας) που ξεκίνησε την κατασκευή του μοντέλου από το 2016.

Για το σχεδιασμό του FTR 750 υπεύθυνοι ήταν οι Rich Christoph και Jared Mees. Συγκεκριμένα ο Christoph για να πάρει μέρος στο σχεδιασμό του, κέρδισε τη θέση μέσα από το διαγωνισμό που είχε διεξάγει η Polaris competitive industrial design –η οποία είναι ιδιοκτήτρια της Indian. Έχοντας πλέον την απαραίτητη εμπειρία ήταν φυσικό και επόμενο να ηγηθεί του σχεδιασμού του FTR 1200 και οι δυσκολίες που αντιμετώπισε ήταν αρκετές, καθώς έπρεπε να διατηρήσει τον σχεδιασμό του FTR 750 αναλλοίωτο εισάγοντας παράλληλα όλα τα απαραίτητα στοιχεία ώστε η μοτοσυκλέτα να πληρεί τις προδιαγραφές για χρήση στο δρόμο. Συγκεκριμένα αναφέρει “Υπήρχαν φορές που πάλευα για ένα δέκατο του χιλιοστού” σε μάχες που είχε με τους μηχανολόγους που χρειαζόντουσαν χώρο για να προσθέσουν κι άλλα εξαρτήματα στη μοτοσυκλέτα “Στο τέλος όμως, το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλό. Νικήσαμε και οι δύο, το τμήμα σχεδιασμού και των μηχανολόγων”.

Όσον αφορά τον κινητήρα του FTR 1200, βασίστηκε σε αυτόν του Scout όμως ο Lindaman αναφέρει “Είναι 80% καινούργιος, με μόνο το 20% να είναι κοινό”. Ο κινητήρας του Scout προσφέρει μια οπτικά ογκώδη εμφάνιση, την οποία δημιουργούν τα καπάκια, γεγονός που δεν συνάδει με το σχεδιασμό του FTR 1200. Έτσι, ο κινητήρας τροποποιήθηκε, έχοντας πλέον όσο το δυνατόν μικρότερες διαστάσεις, σε σημείο που ακόμα και τα κάρτερ είναι καινούργια! Βέβαια ο νέος σχεδιασμός των κάρτερ δεν είχε μόνο ως κύριο γνώμονα τη μείωση του όγκου άλλα και την επανατοποθέτηση του κιβωτίου κάθετα, δείχνοντας τις προθέσεις της Indian να παραδώσει μια sport μοτοσυκλέτα. Παράλληλα το μεταξόνιο μειώθηκε κατά 38 χιλιοστά με το μήκος να φτάνει πλέον τα 1.524 χιλιοστά παρά το σχετικά μακρύ σωληνωτό ψαλίδι.

Τα καπάκια της δεξιάς πλευράς έδωσαν τη θέση τους σε ένα καπάκι μαγνησίου που φέρει το λογότυπο της εταιρίας, ενώ τα καπάκια της κεφαλής έχουν μειωμένο βάρος χάριν του νέου ελαφριού κράματος από το οποίο έχουν κατασκευαστεί. Ο στρόφαλος από τη μεριά του υπάγεται και αυτός στη δίαιτα όντας 4,5 κιλά ελαφρύτερος από του Scout(!) όπως δηλώνει η Indian. Έτσι το βάρος του κινητήρα των 1203 κυβικών έπεσε στα 83,9 κιλά, όμως σχετικά παραμένει βαρύς συγκριτικά με του κινητήρες της Ducati και KTM που είναι περίπου 18 κιλά ελαφρύτεροι.

Όσον αφορά τα τεχνικά χαρακτηριστικά του, η διαδρομή των εμβόλων αυξήθηκε κατά 6 χιλιοστά ανεβάζοντας έτσι στον κυβισμό στα 1203 κυβικά εκατοστά. Ακόμα, οι αυλοί εισαγωγής μεγάλωσαν σε διάμετρο φτάνοντας τα 60 χιλιοστά μαζί με την αύξηση του μεγέθους των βαλβίδων, ενώ οι εκκεντροφόροι απέκτησαν ένα πιο άγριο προφίλ που συνάδει με το χαρακτήρα της μοτοσυκλέτας. Η συμπίεση αυξήθηκε στο 12,5:1 με τον κινητήρα να αποδίδει, όπως η Indian αναφέρει, περίπου 120 άλογα στις 8.250 στροφές. Η ροπή φτάνει τα 11,7 χιλιογραμμόμετρα, ενώ κάνει αισθητή τη παρουσία της στις 3.500 στροφές και κορυφώνεται στις 6.000. Ο συμπλέκτης είναι πολυδίσκος, μονόδρομος υποβοηθούμενος επιτρέποντας τη χρήση μαλακότερων ελατηρίων, χαρίζοντας έτσι μια ελαφριά αίσθηση στη μανέτα.

Το πλαίσιο είναι ατσάλινο σωληνωτό χρησιμοποιώντας το κινητήρα του ως ενεργό μέρος και ο Lindaman δήλωσε πως βασίζεται στο μότο της μοτοσυκλέτας “Γεννημένη στο χώμα, κατασκευασμένη για το δρόμο”. Ακόμα το ρεζερβουάρ τοποθετείται με το κυρίως μέρος του να βρίσκεται κάτω από το κάθισμα του αναβάτη, προσφέροντας τον απαιτούμενο χώρο στο φιλτροκούτι που βρίσκεται πίσω από το λαιμό του πλαισίου. Το ψαλίδι είναι και αυτό ατσάλινο σωληνωτό, έχοντας την ανάρτηση της Sachs παράκεντρα τοποθετημένη. Μπροστά το ανεστραμμένο πιρούνι της ίδιας εταιρίας προσφέρει μεγαλύτερη διαδρομή, δίνοντας περισσότερες δυνατότητες στη μοτοσυκλέτα και για χρήση εκτός δρόμου. Τέλος οι τροχοί που επιλέχθηκαν είναι περισσότερο προσανατολισμένοι στην εμφάνιση με τις διαστάσεις του μπροστινού να είναι 19 ιντσών και του πίσω 18 ιντσών, καθώς οι 17 ιντσών τροχοί έδειχναν παράταιροι πάνω στη μοτοσυκλέτα.

Το FTR 1200 θα κυκλοφορήσει σε δύο εκδόσεις, την βασική και την S. Η βασική έκδοση θα φέρει αναλογικά όργανα και θα έχει μόνο μια χρωματική επιλογή, βγαίνοντας σε μαύρο και η τιμή της για την αμερικάνικη αγορά θα είναι στα 14.690 ευρώ. Η S έκδοση θα είναι πιο πλούσια σε εξοπλισμό, με τα αναλογικά όργανα να δίνουν τη θέση τους σε μια touchscreen οθόνη 4,3 ιντσών με τη δυνατότητα σύνδεσης με smartphone, η οποία θα φέγγει δυνατά στα 1.000 nits ξεπερνώντας σε φωτεινότητα οποιουδήποτε iPhone (που φέγγει στα 600nits) όντας ευδιάκριτη ακόμα και τη μέρα και θα υπάρχει η δυνατότητα να αλλάζει display ανάλογα με τα γούστα του αναβάτη. Επίσης η S έκδοση θα έχει μονάδα IMU με αισθητήρες σε έξι άξονες, Cornering ABS της Bosch, wheelie control, stability control, traction control και περιορισμό ανύψωσης του πίσω τροχού, σε αντίθεση με την βασική έκδοση που θα έχει μόνο ABS. Η τιμή της S έκδοσης ξεκινάει από τα 15.990 ευρώ, ενώ όσοι επιλέξουν το χρωματισμό με το κόκκινο πλαίσιο θα πρέπει να πληρώσουν από 16.590 ευρώ.

Η νέα FTR 1200 εκτός ότι αποτελεί ένα νέο μοντέλο της εταιρείας, έχει μεγάλη σημασία για την Indian, καθώς είναι η πρώτη μοτοσυκλέτα που ξεφεύγει από την κατηγορία των Cruiser και Classic που δραστηριοποιούνταν τόσα χρόνια. Όμως η FTR 1200 αποτελεί το πρώτο από τα βήματα της Indian, καθώς έχει ήδη κατασκευάσει και εξελίσσει ένα νέο τετρακύλινδρο κινητήρα σε διάταξη V που θα δούμε στο μέλλον. Τέλος όσον αφορά τη τιμή της στην Ευρώπη δεν υπάρχει ακόμα κάποια ενημέρωση καθώς με τον πρόεδρο Trump και το μποϊκοτάζ που υπάρχει στην αγορά οι αγοραστές της Ευρώπης θα επωμιστούν μια αύξηση της τάξεως των 6% λόγω των δασμών. Όλα αυτά όμως δεν θα ισχύουν αν η Indian αποφασίσει να παράγει τα μοντέλα που προορίζονται για την Ευρώπη στο εργοστάσιο της στη Πολωνία, αποφεύγοντας έτσι τους δασμούς και προσφέροντας στο κοινό της, τις ίδιες τιμές με την αμερικάνικη αγορά. Οι μοτοσυκλέτες θα βρίσκονται στις εκθέσεις των καταστημάτων την άνοιξη του 2019.

Παρακολουθήστε εδώ την παρουσίαση που έγινε σήμερα στο περίπτερο της Indian στην Intermot:

 

Ετικέτες

Triumph Tracker 400/Thruxton 400 2026 – Παρουσιάστηκαν με τιμές για Ελλάδα!

Με διαφορές σε πλαίσιο/ανάρτησες - Και ισχυρότερο κινητήρα κατά δύο ίππους
Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

16/12/2025

Η Triumph διευρύνει ακόμη περισσότερο την γκάμα των μονοκύλινδρων 400ριών της με Tracker 400 και Thruxton 400 με αισθητική εμπνευσμένη από τους flat track αγώνες και τα cafe racers αντίστοιχα.

Περιμέναμε ένα αλλά τελικά η Triumph παρουσίασε δύο μονοκύλινδρα 400άρια φτάνοντας έτσι την οικογένεια στα πέντε συνολικά μοντέλα, μαζί με τα Speed 400, Scrambler 400 X και Scrambler 400 XC.

Οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν αισθητικές κυρίως διαφορές με τις άλλες εκδόσεις και μεταξύ τους φυσικά με το φαίρινγκ του 400ριού Thruxton να μας είναι γνωστό εδώ και καιρό από τις κατασκοπικές φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του διαδικτύου πολύ καιρό πριν από την παρουσίασή του. 

Οι δύο μοτοσυκλέτες φέρουν επίσης και μία ισχυρότερη έκδοση του μονοκύλινδρου μοτέρ με τη μέγιστη ισχύ να ανεβαίνει κατά 5% περίπου και να φτάνει τους 41,42 ίππους από 39,42 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αλλαγή στη ροπή δεν υπάρχει και έτσι η μέγιστη τιμή παραμένει στα 3,82 kg.m αλλά να κάνει την εμφάνισή της 1.000 στροφές ψηλότερα, στις 7.500 σ.α.λ., με το 80% αυτής να είναι διαθέσιμο από τις 3.000 σ.α.λ. Η αύξηση στην ισχύ προήρθε από νέο εκκεντροφόρο αλλά και την εκ νέου χαρτογράφηση του ψεκασμού.

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

Σε σχέση με τη μοτοσυκλέτα βάσης που είναι το Spped 400, το Tracker 400 έχει φαρδύτερο τιμόνι κατά 23 χλστ., το οποίο είναι και χαμηλότερο κατά 134 ολόκληρα χλστ. Παράλληλα τα μαρσπιέ έχουν τοποθετηθεί 86 χλστ. πιο πίσω και 27 χλστ. ψηλότερα, με το νέο τρίγωνο της εργονομίας να δίνει μια πιο σπορ και επιθετική θέση οδήγησης. Διαφορετική είναι και η σέλα, όπως και το κάλυμμα-κοκοβιός της σέλας στο κομμάτι του συνεπιβάτη, οι ζάντες και το ρεζερβουάρ, με τo Tracker 400 να ξεχωρίζει από το μικρό του μασκάκι, αλλά και τα μεγάλα numver plates εκατέρωθεν της σέλας, όπως και από τους αποκλειστικούς χρωματισμούς.

Το Thruxton 400 έχει επίσης διαφορετικό ρεζερβουάρ -και από το Tracker-, αν και η χωρητικότητα είναι ίδια στα 13 λίτρα, ενώ ζυγίζει και τρία κιλά περισσότερα λόγω του φέρινγκ, με το βάρος του να φτάνει τα 176 κιλά πλήρες υγρών. Του Tracker βρίσκεται στα 173 κιλά. Το φαίρινγκ είναι αυτό που κάνει και τη μεγαλύτερη διαφορά στην αισθητική της μοτοσυκλέτας, που έχει κλιπόν και διαφορετική θέση οδήγησης, ενώ οι Βρετανοί αναφέρουν και μικρές αλλαγές στο πλαίσιο αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη εκδοχή της μοτοσυκλέτας. Σε αυτήν την περίπτωση και έναντι του Speed 400 τα κλιπόν είναι 40 χλστ. πιο στενά και 246 χλστ. πιο χαμηλά τοποθετημένα με μπόλικο βάρος να φορτίζει πλέον τον εμπρός τροχό. Παράλληλα, τα μαρσπιέ βρίσκονται στην ίδια θέση με εκείνα του Tracker 400.

Μικρές διαφορές έχουμε και στη γεωμετρία του πλαισίου μεταξύ των δύο μοτοσυκλετών. Το Tracker 400 έχει μεταξόνιο στα 1.371 χλστ. με κάστερ και ίχνος στις 24,4 μοίρες και 107,6 χλστ. αντίστοιχα, ενώ το Thruxton 400 έχει μεταξόνιο στα 1.376 χλστ. με κάστερ στις 24,5 μοίρες και ίχνος στα 101,5 χλστ. 

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

H Triumph αναφέρει ότι καθεμιά από τις δύο νέες μοτοσυκλέτες έχει το δικό της set up στις αναρτήσεις ώστε να ταιριάζει καλύτερα στη φιλοσοφία της έκδοσης και τη θέση οδήγησης, με το πιρούνι να είναι ανεστραμμένο στα 43 χλστ. Η διαδρομή του είναι 140 χλστ. στο Tracker και 135 χλστ. στο Thruxton ενώ και το μονό αμορτισέρ και στις δύο περιπτώσεις δίνει διαδρομή 130 χλστ.

Και οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν 17ρες χυτές ζάντες αλουμινίου που είναι διαφορετικής σχεδίασης μεταξύ των δύο μοντέλων και ελαστικά 110/70 και 150/60 εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Ως πρώτης τοποθέτησης ελαστικά για το Thruxton επιλέχθηκαν τα Pirelli Diablo Rosso IV, ενώ για το Tracker έχουμε τα Pirelli MT60 RS και τα δύο εξαιρετικές επιλογές για τόσο προσιτές μοτοσυκλέτες.

Τέλος, ίδιο είναι το σύστημα πέδησης και στις δύο περιπτώσεις με το κύριο έργο της επιβράδυνσης να αναλαμβάνει 300άρης εμπρός δίσκος και ακτινικά τοποθετημένη 4πίστονη δαγκάνα της ByBre. 

Το Tracker 400 θα είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα από τον ερχόμενο Μάρτιο με τιμή 6.390 ευρώ και το Thruxton 400 από τον Φεβρουάριο του 2026, με τιμή 6.690 ευρώ. Και τα δύο συνοδεύονται από εργοστασιακή εγγύηση δύο ετών χωρίς περιορισμό στα διανυθέντα χιλιόμετρα.

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στις συλλογές που ακολουθούν.