Παρουσίαση στις Σέρρες: KTM 790 Duke, 390 Duke, 390 RC race kit, 1290 Superduke GT

Πορτοκαλί ημέρα
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

8/5/2018

Η KTM S.E.E. διοργάνωσε μια παρουσίαση στην πίστα των Σερρών με απόλυτο σεβασμό στο πνεύμα Ready to Race της αυστριακής εταιρείας. Βασίλισσα της ημέρας ήταν φυσικά η ολοκαίνουρια 790 Duke, που είχαμε οδηγήσει αποκλειστικά για εσάς στα Gran Canaria και έκανε το ντεμπούτο της στην Ελλάδα στην έκθεση μοτοσυκλέτας στο Ελληνικό. Μαζί της ήταν το 390 Duke, ένα 390 RC με το αγωνιστικό κιτ που έχουν οι μοτοσυκλέτες που συμμετέχουν στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Ταχύτητας και το 1290 Superduke GT.

Όλα αυτά τα λαχταριστά μοντέλα, μας περίμεναν στην αγαπημένη μας πίστα των Σερρών για να τα οδηγήσουμε όπως πραγματικά τους αξίζει.

790 Duke: Η Ελλάδα της ταιριάζει

Οι διεθνείς παρουσιάσεις στο εξωτερικό είναι πάντα σημαντικές για εμάς τους δημοσιογράφους, διότι έχουμε την μοναδική ευκαιρία να μιλήσουμε απευθείας με τους ανθρώπους που σχεδίασαν και κατασκεύασαν το κάθε νέο μοντέλο και είναι οι μόνοι που μπορούν να μας δώσουν να καταλάβουμε ποιοι ήταν οι στόχοι και ποιες είναι οι προσδοκίες τους. Όμως αυτό δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να μειώσει την αξία που έχει η δοκιμή ενός νέου μοντέλου επί ελληνικού εδάφους. Σε αυτή τη χώρα ζούμε, σε αυτούς τους δρόμους και σε αυτές τις συνθήκες οδηγάμε τις μοτοσυκλέτες μας, όχι στις γερμανικές Autobahn, ούτε στις Αυστριακές Άλπεις, ούτε στις ιταλικές πίστες. Οπότε η πρόσκληση να οδηγήσουμε την 790 Duke στην πίστα των Σερρών είχε την ίδια βαρύτητα για εμάς με εκείνη για την διεθνή δημοσιογραφική παρουσίαση στα κανάρια Νησιά δύο μήνες πριν.

Πέρα όμως από την δημοσιογραφική αξία αυτής της παρουσίασης, η οδήγηση του 790 Duke είναι πάντα μια απόλαυση που δεν μπορείς να αρνηθείς. Ειδικά μέσα στην πίστα των Σερρών που είναι μία από τις καλύτερες πίστες της Ευρώπης για να ευχαριστηθείς την οδήγηση μιας σπορ μοτοσυκλέτας. Κι αυτό το λένε άνθρωποι που έχουν οδηγήσει στις πιο διάσημες πίστες του κόσμου!

Για άλλη μια φορά, το 790 Duke επιβεβαίωσε όλα όσα είχαμε γράψει στο τεύχος 581 του ΜΟΤΟ. Το καβαλάς στα πιτς και μέχρι να φτάσεις στην Κ1 σε έχει κάνει να πιστέψεις ότι ξέρεις τα πάντα γι΄αυτό και νοιώθεις σαν να το οδηγούσες χρόνια. Τα πάντα πάνω της είναι εκεί που πρέπει και τα μηχανικά μέρη αντιδρούν στις εντολές σου όπως ακριβώς περιμένεις να κάνουν. Ο χρόνος εξοικείωσης μαζί του είναι μηδενικός στην κυριολεξία.

Τα τρία 790 Duke που είχαμε στη διάθεσή μας (δύο μαύρα και ένα πορτοκαλί) ήταν εντελώς νορμάλ, ακριβώς όπως πωλούνται στα καταστήματα και δεν είχαν καν ειδικά λάστιχα για πίστα. Τα Maxxis που φοράνε από το εργοστάσιο και έχουν γίνει αιτία να συζητηθεί αυτή η επιλογή της KTM στα “πηγαδάκια” των social media, αποδείχτηκαν αξιοπρεπέστατα σε επίπεδο πρόσφυσης μέσα στην πίστα. Παρά το γεγονός ότι είναι ελαστικά δρόμου, το κράτημά τους παρέμενε σταθερό ακόμα κι όταν έκανες πάνω από πέντε συνεχόμενους γρήγορους γύρους και δεν “σαπούνιαζαν” από την υπερθέρμανση.

Φυσικά το σχήμα της κορόνας τους είναι προοδευτικό, όπως στα περισσότερα ελαστικά δρόμου, κάτι μέσα στην πίστα που έχει ως αποτέλεσμα να ανοίγει τις γραμμές σου στις γρήγορες παρατεταμένες με ανοιχτό το γκάζι, όπως είναι η Κ4. Καθώς εγώ ζυγίζω περίπου 70 κιλά μαζί με την φόρμα, δεν είχα κάποιο ιδιαίτερο παράπονο από τις αναρτήσεις. Για την ακρίβεια το πιρούνι μου άρεσε πάρα πολύ. Φαντάζομαι όμως ότι αν κάποιος βάλει ελαστικά για οδήγηση σε πίστα και το επίπεδο του κρατήματος αυξηθεί, τότε ένα πίσω αμορτισέρ με πλήρεις ρυθμίσεις να είναι μια καλή ιδέα.

Σε κάθε περίπτωση, το 790 Duke είναι μια φανταστική μοτοσυκλέτα για όσους θέλουν να κάνουν track day. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημά της είναι ότι σε αφήνει από τον πρώτο κιόλας γύρο να ασχοληθείς με τις γραμμές σου. Δεν χρειάζεται την βοήθειά σου σε τίποτα, οπότε όλη σου η προσοχή στρέφεται στο πως θα βελτιωθείς εσύ. Το δεύτερο σημαντικό πλεονέκτημά της είναι ότι δεν σε κουράζει ποτέ, όσους γύρους κι αν κάνεις. Η θέση οδήγησης και η ομαλή απόδοση της δύναμης σε όλο το φάσμα των στροφών, χωρίς κενά και ξεσπάσματα, σε βοηθούν να μην σπαταλάς σωματική δύναμη. Κι όπως όλοι ξέρουν πλέον, η No1 αιτία πτώσεων στα track day είναι η κόπωση, που με τη σειρά της προκαλεί απώλεια συγκέντρωσης και κακή εκτίμηση των καταστάσεων.

390 Duke: Μικρός γίγαντας

Αυτό ήταν η έκπληξη της ημέρας. To 790 Duke απλώς επιβεβαίωσε μέσα στην πίστα των Σερρών όλα όσα είχαμε ήδη γράψει έως σήμερα. Όμως το 390 Duke συνεχίζει να μας εκπλήσσει κάθε φορά που το οδηγάμε σε διαφορετικό περιβάλλον. Έχουμε κάνει μαζί του ταξίδι 800 χιλιομέτρων σερί (αυθημερόν Αθήνα-Μετέωρα-Αθήνα) και μας εντυπωσίασε η άνεση της σέλας του. Το οδηγήσαμε στην πόλη και μας εντυπωσίασε η ευελιξία, η οικονομία στην κατανάλωση βενζίνης και φυσικά ο κεφάτος χαρακτήρας του. Το οδηγήσαμε σε πίστα καρτ και ήταν μακράν καλύτερο του άμεσου ανταγωνισμού.

Όμως τώρα μέσα στη μεγάλη πίστα των Σερρών μας άφησε με τον στόμα ανοιχτό. Γενικά οι πίστες κάνουν τους κινητήρες να δείχνουν πιο αδύναμοι απ’ ότι στο δρόμο, γιατί σου επιτρέπουν να χουφτώνεις το γκάζι πιο εύκολα. Ως εκ τούτου, περιμέναμε ότι ο μικρός μονοκύλινδρος κινητήρας του 390 Duke θα λιγοψυχούσε και το γεγονός ότι θα το οδηγούσαμε μετά από το 790 Duke και το 1290 Superduke GT, έκανε την δύναμή του να φαίνεται ανεπαρκής. Όμως ο μικρός Δούκας είναι μια πραγματικά πολυτάλαντη μοτοσυκλέτα. Όχι μόνο δεν ξενερώνεις όταν την οδηγείς στις Σέρρες, αλλά μπορεί να σου ζωγραφίσει ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά. Από την Κ5 έως την Κ9 οποιαδήποτε μεγάλη μοτοσυκλέτα είναι μπροστά σου αποτελεί εμπόδιο! Το ίδιο και από την Κ11 έως την έξοδο για την ευθεία που κουτουλάς πάνω τους. Είναι λίγο άδικο που σε ξαναπερνάνε στη μεγάλη ευθεία, όμως η Κ1 δεν αργεί να έρθει και με το 390 Duke τους έχεις ξαναπεράσει έως την Κ4. Μέσα στο τριπλό εσάκι κάνει όργια και το κόβει στη μέση σαν ξυράφι. Απίστευτα διασκεδαστικό για έναν έμπειρο αναβάτη, απόλυτα ασφαλές και πραγματικό σχολείο οδήγησης για όποιον θέλει να μάθει να οδηγά μέσα σε πίστα.

390 RC Race Kit: Νεανικό θράσος  

Σε αντίθεση με το 390 Duke που είναι παιχνίδι διασκέδασης για όλους, το 390 RC με το αγωνιστικό κιτ είναι μια μικρή μοτοσυκλέτα που θέλει γνώσεις και πολύ θάρρος για να πάει γρήγορα. Είναι μεν εύκολη και πολύ φιλική για να ευχαριστηθείς οδήγηση μέσα σε μια πίστα, όμως όταν στην κουβέντα αρχίζεις και μιλάς για χρόνους, τότε τα πράγματα σοβαρεύουν πολύ. Τα “υπερφυσικά μωρά” που έχει η αγωνιστική ομάδα του Σάκη Σκούρτα γυρίζουν στις Σέρρες στο 1:29 με αυτό το πυραυλάκι. Μέχρι το 1:34 τα πράγματα είναι εύκολα πάνω στη σέλα του και το μόνο που χρειάζεται είναι να έχεις την σωστή γραμμή και την σωστή σχέση στο κιβώτιο. Όμως για να κατέβεις κάτω από το 1:34 χρειάζεται πολύ μεγάλη ψυχική και σωματική ενέργεια.

Αυτή η μοτοσυκλέτα με κούρασε περισσότερο από το 790 Duke, αφού έπρεπε διαρκώς να την βοηθάω με το σώμα μου, πιέζοντας τα μαρσπιέ και αλλάζοντας στάση πάνω στη σέλα. Ακόμα και το σημείο που θα την σηκώσεις όρθια μετά την κορυφή της στροφής, έχει δραματική επίπτωση στο χρόνο.

Κυρίως όμως απαιτεί θάρρος και νεανικό θράσος στην είσοδο της στροφής για να πάει γρήγορα, κάτι που με τη σειρά του απαιτεί πολλές ώρες προπόνησης για να το αποκτήσεις.

1290 Superduke GT: Αγωνιστικός τουρισμός

Αν θέλεις μια μοτοσυκλέτα να πας δικάβαλος και με άνεση οδικώς από την Αθήνα στις Σέρρες και με την ίδια μοτοσυκλέτα να μπεις στην πίστα και να την οδηγήσεις σαν Superbike, τότε αυτή είναι η 1290 Superduke GT. Το μεγάλο σταθερό φαίρινγκ προσφέρει προστασία από τον αέρα και οπτικά προσθέτει “τουριστικό” όγκο όμως κάτω από αυτό το περιτύλιγμα ζει ένα Superduke. Από τη στιγμή που θα μπεις μέσα στην πίστα δεν υπάρχει καμία διαφορά από το streetfighter αδερφάκι του, οπότε είτε οδηγάς το GT, είτε οδηγάς το R είναι το ίδιο πράγματα. Εμείς βέβαια στο MOTO έχουμε την πρόσθετη εμπειρία μαζί στην πίστα των Μεγάρων, όπου την επισκεφτήκαμε όταν πραγματοποιούσαμε την δοκιμή του, ακριβώς για να δούμε πόσο κοντά βρίσκεται στην ψυχολογία του αδελφού του. Είναι που οι ανάγκες των δοκιμών στο MOTO δημιουργούν τεράστιες απαιτήσεις...

Πολύ ελαφριά μοτοσυκλέτα στις απότομες αλλαγές πορείας, σχεδόν εντυπωσιακή μέσα στο εσάκι και με μεγάλα περιθώρια κλίσης για να στρίβεις με υψηλές ταχύτητες. Το μόνο πράγμα που μπορεί να επιρρεάσει τους χρόνους του Superduke GT στις Σέρρες είναι τα ελαστικά που θα επιλέξεις να του βάλεις.

Ετικέτες

Honda CBR1000RR & CBR1000RR SP

Οδηγούμε στην Πορτογαλία!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

2/2/2017

Στον δικό του δρόμο

Επιστρέψαμε από την παρουσίαση των νέων Honda CBR1000RR και Honda CBR1000RR SP - MY 2017 αφήνοντας πίσω μας το Portimao της Πορτογαλίας, να προσπαθεί να στεγνώσει. Από τα τερτίπια της τύχης και του καιρού, είμασταν ανάμεσα στους ελάχιστους που πραγματοποίησαν την δοκιμή στο βρεγμένο, καθώς πέσαμε στην αρχή μία κακοκαιρίας, την στιγμή που άλλοι ξένοι δημοσιογράφοι είχαν την εμπειρία της οδήγησής του στην ηλιόλουστη πίστα του παγκοσμίου WSBK. Αυτό αφαιρεί πολλούς πόντους από την ευχαρίστηση της δοκιμής, δεν μας δίνει την ευκαιρία να δούμε πώς συμπεριφέρεται σε πολύ γρήγορο ρυθμό, όμως από την άλλη μας αποκαλύπτει τα ηλεκτρονικά βοηθήματα στις πιο δύσκολες συνθήκες… και τα ηλεκτρονικά βοηθήματα στο Fireblade είναι από τις βασικότερες των αλλαγών, συγκριτικά με το προηγούμενο μοντέλο.

Μαζί μας στην οδήγηση ήταν ο Freddie “Fast” Spencer και ο Nicky Hayden -που μόλις είχε επιστρέψει από την Jerez και την δοκιμή του SP2- κι έτσι με την δική τους παρουσία η εμπειρία της οδήγησης στην καταρρακτώδη βροχή, έγινε σημαντικά πιο ανώδυνη. Έχοντας μπροστά σου τον Freddie Spencer να οδηγεί δεκάδες φορές πιο ομαλά από όλους τους υπόλοιπους, κρατώντας τις ιδανικές γραμμές και καταβάλλοντας ελάχιστη προσπάθεια, σε έκανε να ξεχνάς τον κόπο αλλά και τον θυμό που η δοκιμή δεν θα ήταν τόσο διασκεδαστική όσο την περίμενες. Η πίστα του Portimao αποτελεί παράδεισο για δοκιμές μοτοσυκλέτων και απόλαυση οδήγησης, αλλά όχι τόσο για αγώνες σύμφωνα με τον Fast Freddie, κι ας φιλοξενείται εκεί το WSBK… Όπως και να ‘χει είναι απολαυστική και έχοντας οδηγήσει εκεί BMW S1000RR, Kawasaki Ninja ZX-10R, Ducati Panigale αλλά και supersport μοτοσυκλέτες, ανυπομονούσα να αντιπαραβάλλω την εμπειρία τους με εκείνη του νέου Fireblade. Αντί αυτού, βρεθήκαμε όσοι είμασταν εκεί να υποβάλλουμε τα νέα ηλεκτρονικά στις δυσκολότερες των συνθηκών, με μόνη βοήθεια προς όφελός τους, τα αγωνιστικά βρόχινα ελαστικά της Bridgestone. Η απόδοση των ελαστικών στο βρεγμένο σου δίνει μία εντύπωση για τα περιθώρια πρόσφυσης που απολαμβάνουν οι αναβάτες στα παγκόσμια πρωταθλήματα, αλλά δεν παύουν να υπάρχουν και όρια. Μπορεί να παρουσιάζουν κορυφαία συμπεριφορά στην βρεγμένη άσφαλτο, αλλά δεν γίνονται και θαύματα όταν το νερό καλύπτει στην άσφαλτο και δημιουργεί ρυάκια.

Πρώτη μεγάλη προσθήκη, είναι η χρήση Ride by Wire και μπορεί να ακουστεί περίεργο, όμως αυτή είναι η πρώτη φορά που η Honda χρησιμοποιεί RbW σε τετρακύλινδρο εν σειρά. Κάτι τέτοιο περνά ως λιγότερα σημαντικό μπροστά στα υπόλοιπα ηλεκτρονικά βοηθήματα που φέρνει η Honda στην οικογένεια Fireblade, όμως αν γνωρίζει κανείς την εμμονή της Honda με το RbW θα καταλάβει τον λόγο που δίνουμε έκταση. Στο Africa Twin δεν τοποθέτησαν RbW λέγοντας ότι δεν είχαν τρόπο να το κάνει να συμπεριφέρεται σαν να υπάρχει κανονική γκαζιέρα, πράγμα σημαντικό για την οδήγηση στο χώμα. Αντίστοιχα σημαντικό είναι και για την οδήγηση στην πίστα, καθώς όταν ανοίγεις το γκάζι στην έξοδο με την μοτοσυκλέτα πλαγιασμένη, χρειάζεται να έχεις πολύ καλό έλεγχο του γκαζιού. Εδώ είναι που έρχεται η εμμονή της Honda, που λέει ότι για να χρησιμοποιήσει RbW θα πρέπει αυτό να ανταποκρίνεται με την αίσθηση που σου δίνει μία κανονική γκαζιέρα, αλλιώς δεν βλέπει τον λόγο να το κάνει. Για να είναι λοιπόν παρόν το RbW στο νέο Fireblade, σημαίνει ότι η Honda κατάφερε να προσαρμόσει την λειτουργία του, και να την φέρει πολύ κοντά στο συνηθισμένο. Πράγματι, η αίσθηση από το γκάζι είναι εκπληκτική και δεν σ’ αφήνει να παραπονεθείς για κανένα από τα μειονεκτήματα που έχει η ηλεκτρονική διαχείριση του γκαζιού σε άλλες μοτοσυκλέτες.

Πέρα όμως από τα ηλεκτρονικά, το σημαντικότερο για εμένα είναι η μείωση της ακαμψίας του πλαισίου κατά 10% και η αύξηση της ακαμψίας του ψαλιδιού κατά ίδιο ποσοστό. Μεταφέροντας ένα μέρος των στρεβλώσεων στο πλαίσιο, από το ψαλίδι που ήταν μέχρι τώρα, το Fireblade μετατρέπεται αρκετά σε συμπεριφορά. Αυξάνεται σημαντικά η ευελιξία και οι αλλαγές κατεύθυνσης γίνονται πιο άμεσα από πριν. Σε επόμενο τεύχος θα αναλύσουμε πλήρως τι έχουν κάνει με πλαίσιο και ψαλίδι οι Ιάπωνες της Honda, και πώς μεταφράζεται αυτό στην οδήγηση της μοτοσυκλέτας. Προς το παρόν ας κρατήσουμε το σχόλιο του “Fast” Freddie: «Οι αλλαγές σε ακαμψία που ήθελα από το 2008, είναι τώρα εδώ! Η μοτοσυκλέτα είναι πολύ πιο εύκολο να μετατοπίσει το βάρος εμπρός, ώστε να ελαφρύνεις τον πίσω τροχό στην είσοδο και να τον κατευθύνεις προς το εξωτερικό της στροφής στο σημείο ακριβώς που θέλεις»

Πέρα όμως από τα ηλεκτρονικά, το σημαντικότερο για εμένα είναι η μείωση της ακαμψίας του πλαισίου κατά 10% και η αύξηση της ακαμψίας του ψαλιδιού κατά ίδιο ποσοστό

Το ABS και το traction control είχαν άψογη συμπεριφορά στις δύσκολες δικές μας συνθήκες. Είναι τελείως διαφορετικό να δοκιμάζεις το ABS με slick ελαστικά κρατώντας τα φρένα μέχρι το εσωτερικό της στροφής σε μεγάλη κλίση, από το να φρενάρεις οριακά με βρόχινα αγωνιστικά ελαστικά, πριν αφήσεις τα φρένα για να στρίψεις με πολύ μικρότερη κλίση. Στις δύο αυτές περιπτώσεις έχεις την ευκαιρία να καταλάβεις τα πάντα για την λειτουργία του, αλλά χρειάζεται να το γνωρίσεις και στις δύο περιπτώσεις κι όχι σε μία από τις δύο. Αντίστοιχα είναι τα πράγματα και για το traction control με την διαφορά ότι στο βρεγμένο αντιλαμβάνεσαι πολύ καλύτερα την προοδευτικότητα του συστήματος και τον βαθμό παρέμβασης. Δεν περίμενα η Honda να πράξει κάτι λιγότερο, από το να κυνηγήσει τα υψηλότερα των στάνταρ αυτή την στιγμή. Δεν είχε και επιλογή άλλωστε. Όταν μπαίνεις τελευταίος στον χορό των ηλεκτρονικών δεν υπάρχουν περιθώρια για αναθεωρήσεις. Θα πρέπει κατευθείαν να βρεθείς στο ίδιο σκαλί με τους υπόλοιπους, αν όχι στο πιο πάνω.
Όταν βρίσκεσαι σε μία τέτοια παρουσίαση, τόσο σημαντική, η χαρά της οδήγησης είναι μονάχα μία πτυχή της δουλειάς. Η συζήτηση με τους ανθρώπους του εργοστασίου έχει σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα. Το «σημαντική παρουσίαση» στην αρχή της παραγράφου, χαρακτηρίζει την τεχνολογική πολυπλοκότητα του μοντέλου και τον βαθμό κατάρτισης όσων έδωσαν το παρόν. Δεν έχει να κάνει με το αγοραστικό ενδιαφέρον του κόσμου, ή την εμπορικότητα του μοντέλου. Οι μηχανικοί του CBR1000RR είναι από τους καλύτερους στην Honda και μαζί τους έφεραν τους καλύτερους από Bridgestone και Ohlins. Είχα την ευκαιρία να απευθύνω τις ερωτήσεις απευθείας στα αυτιά εκείνου που ήταν σε θέση να απαντήσει… Μαθαίοντας για παράδειγμα για τις χιλιάδες γραμμές κώδικα που χρειάζονται οι αναρτήσεις του SP, τον λόγο που λειτουργούν με προκαθορισμένα βήματα και όχι ελεύθερα ανάμεσα σε πλαίσια, όπως της Aprilia, και εκείνος να εκθέσει τα υπέρ και τα κατά κάθε επιλογής. Μιλάμε για μία σπάνια ευκαιρία. Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις του SP έχουν ένα πολύπλοκο τρόπο λειτουργίας, για τον οποίο μπορείς –αν βαριέσαι- να μην μάθεις καμία λεπτομέρεια και να τις διαχειριστείς με εύκολο τρόπο που δεν μαρτυρά τι γίνεται παρακάτω.

Τα εθνικά πρωταθλήματα έχουν φτάσει σε σημείο που μονάχα με πολλά λεφτά και προετοιμασία, μπορείς να τα κυνηγήσεις. Υπάρχουν αγώνες που μπορείς να συμμετέχεις με πολύ μικρότερο κόστος, όμως σε γενικές γραμμές τα πρωταθλήματα έχουν ξεφύγει πλήρως από τότε που αγόραζες μία μοτοσυκλέτα από τον αντιπρόσωπο και την επόμενη μέρα την έτρεχες με σκοπό το κύπελλο. Πολλές δεκαετίες και τεράστια βήματα εξέλιξης έχουν γίνει από τότε, και τώρα έρχονται τα ηλεκτρονικά να μας φέρουν πιο κοντά σε αυτή την εξαιρετική περίπτωση: Να αγοράζουμε κάτι ανταγωνιστικό με αυτό που ο πρωταθλητής της χώρας κερδίζει το κύπελλο!

Είχαμε αυτή την συζήτηση με τον Freddie Spencer, τον άνθρωπο που το μυαλό του και το χέρι του, ήταν το software και το hardware ενός traction control που διαχειριζόταν σε αγωνιστικές συνθήκες περισσότερα άλογα σε λιγότερα κιλά. Και το έκανε αλάνθαστα πατώντας στα χειρότερα ελαστικά. Λέγοντας πως τα ηλεκτρονικά θα μας δώσουν ή μας δίνουν, την ευκαιρία να είμαστε κοντά στην κορυφή ενός εθνικού πρωταθλήματος, απλά περνώντας την πόρτα του αντιπροσώπου, σηματοδοτεί μία νέα εποχή για αυτό το σπορ. Υπό λογικά πλαίσια μπορείς να πεις ότι είναι και προσιτή μία τέτοια μοτοσυκλέτα. Όχι για την δική μας οικονομική κατάσταση, όχι για την εποχή μας, όμως και τότε που κέρδιζε κανείς - απλά αγοράζοντας την superbike της εποχής, χρειαζόταν ένα τεράστιο ποσό συγκριτικά με τον μέσο μισθό της εποχής. Αντί να υποστηρίζεσαι από μία ομάδα μηχανικών για να τρέχεις έναν αγώνα, έρχεται η Ohlins και σου λέει ότι θα το κάνεις μόνος σου - και μάλιστα θα σε βοηθήσει ξεμπλέκοντας τις διαφορετικές καταστάσεις λειτουργίας και απλοποιώντας τις ρυθμίσεις. Εννοείται ότι θέλεις έναν χάρτη στην αρχή για να πλοηγηθείς στο μενού, αφού δεν χωράνε συγκεντρωμένα όλα αυτά στην έγχρωμη, πανέμορφη οθόνη, όμως αμέσως θα το συνηθίσεις και θα αποστηθίσεις τις διαδικασίες.

Είχα επίσης πολύ περισσότερο χρόνο παρέα με τον κ. Masatoshi Sato, υπεύθυνο εξέλιξης του νέου CBR, από την αρχική μας συνομιλία στην EICMA, όταν τον ρωτούσα για τις αλλαγές στο σύστημα ψύξης του CBR και την σχεδιαστική λεπτομέρεια στην ψύξη του τέταρτου και τρίτου κυλίνδρου, που στο προηγούμενο επέφερε διαφορά στην δυνατότητα αποβολής θερμότητας. Τα είχαμε γράψει αυτά στο ρεπορτάζ από την EICMA στο τεύχος 565… Επειδή τέτοιες ερωτήσεις δεν είχε συνηθίσει να ακούει από δημοσιογράφους, θυμόταν το όνομα και τώρα ρωτούσε ο ίδιος πώς ήταν η μοτοσυκλέτα, αν μου άρεσε το design κτλ… Του μετέφερα εκτός από την δική μας άποψη, κι όσα έγραφαν στο Facebook του MOTO συμφωνώντας οι περισσότεροι πως δεν τους αρέσει το τελικό της εξάτμισης και διαφωνώντας για την συνολική εικόνα της μοτοσυκλέτας, που στους περισσότερους άρεσε και μάλιστα αρκετά…

Στο τεύχος Μαρτίου λοιπόν, στο επόμενο τεύχος του MOTΟ, θα δώσουμε μία εκτεταμένη ανάλυση σε όλα τα παραπάνω, όπως ακριβώς χρειάζεται, στην έκταση που τους αξίζει και μπορούν να πάρουν στην έντυπη έκδοση. Θα σχολιάσουμε επίσης και το «πρέπει να ακούς το κοινό σου» που είπε ο αρχιμηχανικός του CBR, την στιγμή που μάλλον τους πήρε πολύ καιρό από τότε που άκουσαν μέχρι τότε που έπραξαν… έμαθαν όμως το μάθημα – μου τόνισε κλείνοντας το μάτι. Οι Ιάπωνες έχουν αλλάξει: Κανονικά δεν μιλούν για τον ανταγωνισμό, δεν είναι διαχυτικοί για όσα φτιάχνουν και προπαντός δεν «κλείνουν το μάτι», ενώ γενικότερα οι γκριμάτσες περιορίζονται ανάμεσα σε φίλους… οπότε αυτά είναι νέα δεδομένα και φανερώνουν αλλαγές και στον τρόπο σκέψης.

Ο John McGuinness όπως είναι κάθε φορά όταν πρόκειται να οδηγήσει...
 
 
Δείτε περισσότερες φωτογραφίες από την παρουσίαση των Honda CBR1000RR και CBR1000RR SP: