Το γεγονός πως στα ελεύθερα δοκιμαστικά της Παρασκευής πήγε να παρκάρει την Honda του στο box της… Ducati, δείχνει πόσο μεγάλη ψυχολογική πίεση είχε βάλει στις πλάτες του ο Jorge Lorenzo για τον αγώνα της Jerez. Από την αρχή της χρονιάς είχε δηλώσει πως στον αγώνα της Jerez θα είναι πανέτοιμος, τόσο σε ό,τι αφορά την αποκατάσταση της φυσικής του κατάστασης μετά τον τραυματισμό του, όσο και σε ό,τι αφορά την προσαρμογή του στη μοτοσυκλέτα της Honda. Μέσα σε όλα αυτά προσθέστε πως η Jerez είναι στην πατρίδα του την Ισπανία (έδρα της Repsol) και πως το Σάββατο ήθελε να γιορτάσει τα γενέθλιά του με ένα καλό αποτέλεσμα στα χρονομετρημένα. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν έγινε όπως θα τα ήθελε. Πτώσεις την Παρασκευή και το Σάββατο και φυσικά οι χρόνοι και ο ρυθμός του κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικοί ήταν. Την ώρα που οι μισοί αναβάτες έσπαγαν το ρεκόρ πίστας ο ένας μετά τον άλλον, εκμεταλλευόμενοι την καινούρια άσφαλτο και τα εξελιγμένα ελαστικά της Michelin, ο Jorge Lorenzo έσπαγε τα φαίρινγκ της Honda. “Προφανώς είμαι απογοητευμένος. Μπορείς να το δεις στο πρόσωπό μου. Δεν είναι ένα χαρούμενο πρόσωπο αυτό”, δήλωσε μετά τον αγώνα στους δημοσιογράφους. Το ερώτημα φυσικά είναι να μάθουμε σε τι οφείλεται αυτό το κακό αποτέλεσμα. Κακό όχι μόνο ως προς τις προσδοκίες του ίδιου του Lorenzo, αλλά και ως προς τις δυνατότητες της μοτοσυκλέτας και της ομάδας του, η οποία είδε τη μία μοτοσυκλέτα της να κυριαρχεί όλο το τριήμερο και να κερδίζει “για πλάκα” τον αγώνα και την άλλη να χάνει τη μία θέση μετά την άλλη έως τον τελευταίο γύρο.
Η αλήθεια είναι ότι ο διπλός τραυματισμός του Lorenzo (ουσιαστικά έχασε τους τελευταίους αγώνας του 2018 λόγω σπασμένου ποδιού και έχασε ολόκληρη την προετοιμασία για το 2019 λόγω σπασμένου χεριού) είχε ως αποτέλεσμα να έχει κάνει τις λιγότερες ώρες οδήγησης σε υψηλό ρυθμό από οποιονδήποτε άλλο αναβάτη. Αυτό αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα αν προσθέσουμε την αλλαγή μοτοσυκλέτας και ομάδας. Μέχρι πέρσι οδηγούσε την ιδιότροπη Ducati, όπου τον ανάγκασε να αλλάξει εντελώς τον τρόπο που οδηγεί (σε σχέση με την Yamaha) για να φτάσει στο σημείο να κερδίζει αγώνες και μάλιστα του πήρε μία ολόκληρη αγωνιστική σεζόν για να το καταφέρει. Τώρα οδηγεί την αντίστοιχα ιδιότροπη Honda, όπου παρά τη σαφή βελτίωση σε σχέση με πέρσι, εξακολουθεί να απαιτεί τη σκληρή γόμμα της Michelin στον εμπρός τροχό σε όλες τις πίστες και σε όλες τις συνθήκες.
Από τότε που οι μοτοσυκλέτες των MotoGP απέκτησαν ξανά κινητήρες 1000cc εκτοξεύοντας την ιπποδύναμη και κυρίως τη ροπή τους, (τρώνε λάστιχα και κάνουν σούζες πιο εύκολα από τα 800cc) η Honda έχει σταθερά πρωταγωνιστικό ρόλο μόνο στα χέρια του Marquez. Όλοι οι άλλοι αναβάτες της Honda δυσκολεύονται να την ανεβάσουν στο βάθρο και για να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει να τους βοηθήσουν οι συνθήκες, οι συγκυρίες και να ευθυγραμμιστούν οι πλανήτες στον αστερισμό του Κενταύρου.
Σύμφωνα με τον Lorenzo: “Η Honda μεταφέρει υπερβολικό βάρος στον εμπρός στα φρένα και απαιτεί από εμένα να βάζω πολύ δύναμη στα χέρια. Δεν πονάω τόσο πολύ πλέον όταν οδηγώ (σ.σ. λόγω του τραυματισμού στον καρπό) αλλά ακόμα δεν μπορώ να κάνω σωστά τις ασκήσεις μυϊκής ενδυνάμωσης στο γυμναστήριο.” Και συνεχίζει: “Αυτό (η υπερβολική μεταφορά βάρους εμπρός) μου δημιουργεί μια αίσθηση ανασφάλειας και χάνω πάρα πολύ χρόνο στις εισόδους των στροφών σε σχέση με τον Nakagami, τον Cal και φυσικά τον Marc. Είμαι βέβαιος ότι έχει να κάνει με τη ρύθμιση του φρένου του κινητήρα στο κλείσιμο του γκαζιού, ίσως να σχετίζεται και με το πλαίσιο. Δεν το έχουμε βρει ακόμα. Δεν έχουμε κατανοήσει την ακριβή αιτία του προβλήματος.”
Στην πραγματικότητα όμως, το πρόβλημα του Lorenzo είναι οι υπερβολικές προσδοκίες που είχε δημιουργήσει στον εαυτό του. Όπως όλοι όσοι αρνούνται να αποδεχτούν την σαφή ανωτερότητα του Marquez, νόμιζε πως η μοτοσυκλέτα της Honda είναι – έστω και λίγο – καλύτερη και ευκολότερη από την Ducati. Νόμιζε ότι χρόνος προσαρμογής θα ήταν σχεδόν μηδενικός και ότι το μόνο του πρόβλημα είναι η αποκατάσταση του τραυματισμού του. Γι΄αυτό και είχε δώσει την υπόσχεση πως στον αγώνα της Jerez θα δούμε όλοι τις πραγματικές δυνατότητές του με τη μοτοσυκλέτα της Honda. Ειρωνικά θα λέγαμε, αυτός ήταν ένας από τους χειρότερους αγώνες που έχει κάνει στη μεγάλη κατηγορία.
Ο τραυματισμός δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί πλέον ως δικαιολογία. Η πίεση από εδώ και πέρα είναι αφόρητη για τον Ισπανό και το γνωρίζει. “Υπάρχουν μοτοσυκλέτες που τις καβαλάς και πάς γρήγορα από την πρώτη μέρα. Υπάρχουν αναβάτες που προσαρμόζονται γρήγορα στις αλλαγές. Υπάρχουν όμως και μοτοσυκλέτες που θέλουν χρόνο για να τις μάθεις και να τις εμπιστευτείς. Φαίνεται πως ανήκω στη δεύτερη κατηγορία”.
Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ
Από τον
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
23/10/2025
Στις 23 Οκτωβρίου 2011 ο κόσμος του MotoGP πάγωσε. Ο Marco Simoncelli το όνομα που όλοι μας πιστεύαμε πως θα είναι ο επόμενος απόλυτος διεκδικητής των MotoGP, ο νεαρός αναβάτης που ο Rossi έβλεπε ως συνεχιστή του, έχοντας προλάβει να γίνει ήδη ένας από του πιο αναγνωρίσιμους αναβάτες της σύγχρονης εποχής, έχασε τη ζωή του στη διάρκεια του Grand Prix της Μαλαισίας, αφήνοντας πίσω του ένα κενό που παραμένει αισθητό ακόμη και σήμερα. Ο “Super Sic”, όπως τον γνώριζε όλος ο κόσμος, δεν υπήρξε απλώς ένας εξαιρετικός αναβάτης ήταν μια προσωπικότητα που οι αγώνες μοτοσυκλέτας χρειαζόντουσαν και μάλιστα χρειάζονται ακόμη. Είχε τεράστιο πάθος και ανεπιτήδευτη αγάπη για τους αγώνες, με μία πρέζα χιούμορ που έλκυε ακόμη και τους οπαδούς άλλων αναβατών!
Δεκατέσσερα χρόνια μετά, η μνήμη του συνεχίζει να ζει δυνατά χωρίς να έχει προλάβει να γεμίσει με ρεκόρ ή να φορτώσει τα στατιστικά, τέτοια ήταν η αγάπη του κόσμου και η καθολική του αποδοχή από όλους, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο όχι μόνο στα MotoGP αλλά και γενικά στον μηχανοκίνητο αθλητισμό!
Ο Simoncelli ήταν φτιαγμένος από υλικό που δεν μετριέται σε τίτλους και στατιστικά. Το ανέμελο μαλί κάτω από το κράνος, το σπινθηροβόλο βλέμμα και εκείνο το απίστευτο πάθος για μάχη, που έκανε κάθε γύρο του MotoGP να θυμίζει κάτι από άλλες εποχές. Ήταν αγνός αγωνιστής, με μια ιταλική τρέλα που δεν μπορούσε, ούτε ήθελε, να κρύψει.
SuperSic 58 – TheLegacy Ονοματεπώνυμο: MarcoSimoncelli Ημερομηνία γέννησης: 20 Ιανουαρίου 1987, Cattolica, Ιταλία
Θάνατος: 23 Οκτωβρίου 2011, Sepang, Μαλαισία
Αριθμός αγώνων GP: 151 (125cc, 250cc, MotoGP)
Νίκες: 14 (12 στο 250cc, 2 στο 125cc)
Παγκόσμιοι τίτλοι: 1 (250cc, 2008 – Gilera)
Ομάδες: MatteoniRacing, MetisGilera, SanCarloHondaGresini}
Νούμερο: 58 (αποσυρμένο επίσημα από το MotoGP το 2016)
Κληρονομιά:
• Το Misano World Circuit Marco Simoncelli φέρει το όνομά του από το 2012.
• Το Fondazione Marco Simoncelli στηρίζει νέους και οικογένειες σε ανάγκη, συνεχίζοντας το φιλανθρωπικό έργο της οικογένειας.
• Κάθε χρόνο, οι φίλοι του διοργανώνουν στο Misano το “Sic Day”, ένα φεστιβάλ χαράς και μοτοσυκλέτας, όπως το ήθελε εκείνος.
• Το #58 παραμένει σύμβολο πάθους και αυθεντικότητας, ένα νούμερο που θα θυμίζει για πάντα τι σημαίνει να ζεις ως αγωνιζόμενος στην κορυφή της μοτοσυκλέτας
Η καριέρα του εκτοξεύθηκε το 2008, όταν κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα 250cc με τη Gilera, χαρίζοντας στην παραπαίουσα τότε Ιταλική μάρκα το τελευταίο της σπουδαίο τρόπαιο. Από τότε, το όνομα “Simoncelli” έγινε συνώνυμο με τον επιθετικό και θεαματικό τρόπο οδήγησης. Ήταν ένα ιδιαίτερο επιθετικό στιλ, από εκείνα που ακόμη και οι αντίπαλοί του δεν χρησιμοποιούσαν αργότερα εναντίον του, ήταν όμως μοιραία και εκείνο που έδωσε το άδοξο τέλος. Όταν ανέβηκε στο MotoGP με τη Honda της ομάδας Gresini, όλοι ήξεραν πως μπροστά τους είχαν έναν από εκείνους τους αναβάτες που ή θα έγραφαν ιστορία ή θα την πλήρωναν ακριβά.
Γνώρισα προσωπικά τον Simoncelli με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο. Είχε μόλις κερδίσει τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο και βρισκόμασταν στην πίστα δοκιμών της Goodyear-Dunlop, μία μαγευτική τοποθεσία με μία εκπληκτική πίστα όπου φυσικά δεν υπάρχουν κερκίδες, ούτε μπορεί να μπει κανείς άλλος πέρα από τους αναβάτες δοκιμών και τους δημοσιογράφους, στις λίγες φορές που έχει φιλοξενήσει παρουσιάσεις ελαστικών.
Ήμουν για ακόμη μία φορά ο μόνος Έλληνας προσκεκλημένος και είχα μπει να οδηγήσω μαζί με τους Άγγλους δημοσιογράφους που τότε ήταν μία πολυπληθή ομάδα χωρίς Youtubers και Influencers, όλοι τους εξαιρετικά έμπειροι και επίσης όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, με αγωνιστικές περγαμηνές που έφταναν για δύο από αυτούς μέχρι και το BSB! Μπήκαμε με superbike στο session εκείνο και ο Simoncelli με ένα Dorsoduro 750. Αυτό που περισσότερο το έχετε δει να κυκλοφορεί με την ομάδα ΔΙΑΣ, σπάνια δικάβαλο παρότι η ομάδα αυτή έτσι έχει στηθεί και αν θυμάστε από την δοκιμή στο MOTO, δεν ήταν και μία μοτοσυκλέτα που μπορούσε εύκολα να ξεχωρίσει.
Ο Simoncelli ξεκίνησε τελευταίος, πίσω μας και σε λίγους γύρους μας είχε μαζέψει. Εγώ βρισκόμουν τότε σχετικά μπροστά στο γκρουπ, τρίτος κατά σειρά όταν με πέτυχε στο πιο αργό κομμάτι της πίστας, αργό για εμάς. Ανηφορικό εσάκι με θετική κλίση στην μεσαία του στροφή. Ήξερα ότι ήταν πίσω μου και είχα υπολογίσει να κρατηθώ στην έξοδο για να μην τον κόψω και να ανοίξω το γκάζι του GSXR1000R μόλις με περάσει. Μόνος μου στόχος να μείνω πίσω του για λίγο καθώς αμέσως μετά είχαμε άλλες δύο στροφές που μας οδηγούσαν στην ευθεία, οπότε θα προλάβαινα να οδηγήσω τουλάχιστον μισό γύρο πίσω του. Ότι και να έκανε δεν θα μπορούσε να ξεφύγει στην ευθεία με το Dorsoduro 750 από το GSXR1000R!
ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑ!
Την ώρα που έστριβα την δεύτερη στροφή από το εσάκι, εκείνη την αριστερή με την θετική κλίση, είδα ένα Dorsoduro να πετάγεται πλαγιασμένο μέσα από κερμπ πέρνοντας μαζί του χώματα, πετραδάκια και χόρτα και να προσγειώνεται μπροστά μου με το γόνατο. Πίστεψα ότι απλά έπεφτε μπροστά μου, άφησα το γκάζι και προσευχήθηκα στην Dunlop να κρατήσει το εμπρός ελαστικό που εκείνη την στιγμή του ζητούσες να κάνει κάτι δύσκολο. Μόνο που ο Simoncelli δεν είχε πέσει, ντριφτάρισε στην προσγείωση μέχρι το εξωτερικό κερμπ, εκτός δηλαδή αγωνιστικής γραμμής και πάνω του ακριβώς άνοιξε το γκάζι και με τρόπο που δεν πίστευα πως μπορούσε να γίνει το Dorsoduro 750 σηκώθηκε με το γκάζι, πλάγιασε στην επόμενη δεξιά ξύνοντας τα πάντα και εξαφανίστηκε στα 150 μέτρα της ευθείας πριν τα φρένα της επόμενης αριστερής. Όταν βγήκα στην ευθεία ήταν ήδη περίπου στην μέση και δεν τον έφτασα ποτέ στα φρένα της σπαστής δεξιάς, μίας πολύ ύπουλης στροφής που όταν μάθαινες την πίστα μπορούσες να την πουλήσεις πηγαίνοντας διαγώνια προς την κατηφορική ευθεία πριν από μία απότομη δεξιά όπου είχαν σημειωθεί και αρκετές πτώσεις.
Έχουν περάσει 16 χρόνια από εκείνη την ημέρα, ήμουν τότε ένας νέος συντάκτης, συνομιλώντας με τον επόμενο Valentino Rossi (όπως τον λέγαμε με τον πατέρα του)
Δεν οδηγήσαμε ποτέ μαζί για μισή πίστα, ενώ αμέσως μετά ήμασταν μόνοι μας για τους λίγους γύρους που έμεναν για το υπόλοιπο session. ΌΛΟΙ οι Άγγλοι συνάδελφοι είχαν βγει έξω νωρίτερα ζητώντας από την Dunlop να βγάλει τον Simoncelli γιατί δεν ήθελαν να σκοτωθούν δοκιμάζοντας λάστιχα. Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν το είχα δει ως απερισκεψία, ήμουν ακόμη εντυπωσιασμένος από το πώς κατάφερε να προσγειωθεί πλαγιασμένος και κυρίως με την λογική ακολουθία της σκέψης του. Πώς δηλαδή πήρε την απόφαση να βγει εκτός πίστας, μέσα από τα κέρμπ! Στο πλαίσιο της συνέντευξης που είχαμε μετά, ξεκίνησα από εκεί: «Πώς το σκέφτηκες αυτό και κυρίως γιατί; Ποιος ο λόγος;» - «Δεν το σκέφτηκα, μου είπε ο Simoncelli, δεν ήταν δηλαδή μία μελετημένη από πριν απόφαση, είχατε πολύ πιο γρήγορες μοτοσυκλέτες οπότε έπρεπε να μην φρενάρω πουθενά για να σας περάσω, ότι ήρθαν οι στροφές και είδα ότι θα έπρεπε να κόψω πολύ για να μείνω πίσω από το GSXR και μετά στην ευθεία να μην μπορώ να προσπεράσω, σκέφτηκα την προσπέραση στην επόμενη στροφή και μου ήρθε πολύ μακριά. Οπότε εκεί που έστριβα την πρώτη δεξιά, το σήκωσα και έκανα την αριστερή εκτός πίστας.
Στην συνέχεια εκείνης της συνέντευξης τον ρώτησα αν οδηγεί στον δρόμο και μου είπε πως όχι γιατί είναι επικίνδυνο και γελάσαμε έπειτα μαζί.
Μπορούσες να το δεις όπως οι Άγγλοι, ως επιθετικό και απερίσκεπτο ή να τον θαυμάσεις ως κάτι εξωπραγματικό και μοναδικό. Διότι αυτό ήταν. Απίστευτα πράος και μαζεμένος όλες τις στιγμές, εκτός από εκείνες που οδηγούσε. Ήμουν τυχερός που τον γνώρισα και μου για λίγο, πολύ λίγο, οδηγήσαμε και μαζί.
Το 2011, με τον αριθμό 58 πάνω στο λευκό fairing, ο Marco έδειχνε πως το μεγάλο του ξέσπασμα ήταν θέμα χρόνου. Πάλευε με τους καλύτερους τότε, με Lorenzo, Stoner, Pedrosa, Rossi κι αν κάποιες φορές οι κινήσεις του ήταν υπερβολικά τολμηρές, είχαν εκείνο το στοιχείο του “πραγματικού αγώνα” που σήμερα θα ξεσήκωνε αντιδράσεις. Δεν υπολόγιζε τίποτα. Οδήγησε πάντα σαν να μην υπήρχε αύριο, και ίσως τελικά γι’ αυτό να έγινε αθάνατος.
στιγμιότυπο από την ίδια εκείνη ημέρα
Η μοίρα στάθηκε άδικη στη Sepang. Μια πτώση στην πρώτη κιόλας στροφή, ένα ατυχές σημείο επαφής και το όνειρο σταμάτησε απότομα. Ο θάνατός του σε ζωντανή μετάδοση καθώς όλοι οι θεατές κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί βλέποντας το κράνος του να φεύγει, έμεινε για πάντα χαραγμένος στην ιστορία και κανείς, δεν θέλει να το αναπαράγει. Είχε έντονα στοιχεία αρχαιοελληνικής τραγωδίας μάλιστα από την στιγμή που πάνω του έπεσαν οι καλύτεροί του φίλοι εκτός πίστας και ταυτόχρονα ανταγωνιστές την ώρα του αγώνα. Ένας από τους καλύτερους θα σβήσει άδοξα. Όμως εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε κάτι άλλο, ένας θρύλος που κανένας χρόνος δεν μπορεί να σβήσει. Από τότε, το νούμερο 58 έγινε σύμβολο: όχι μόνο του Simoncelli, αλλά κάθε αναβάτη που τρέχει με την καρδιά του.
Η Honda Gresini διατήρησε τη μνήμη του, το Misano World Circuit φέρει πλέον το όνομά του, και κάθε φορά που βλέπεις εκείνη τη λευκοκόκκινη σημαία με τον αριθμό 58, νιώθεις ότι ο “Super Sic” δεν έφυγε ποτέ στ’ αλήθεια. Ζει σε κάθε νέο αναβάτη που ανεβαίνει με πάθος πάνω στη μοτοσυκλέτα, σε κάθε θεατή που ανατριχιάζει όταν ακούει τον κινητήρα να ανεβάζει στροφές.
Ο Simoncelli ήταν ένας από εκείνους τους σπάνιους ανθρώπους που δεν χρειάζονται χρόνο για να αφήσουν το αποτύπωμά τους. Αρκούσαν λίγες σεζόν για να αλλάξει την ψυχή των GP, για να θυμίσει σε όλους μας πως οι αγώνες δεν είναι μόνο νίκες, είναι άνθρωποι, πάθος, είναι συναίσθημα.
Και αν σήμερα κοιτάξεις τον ουρανό πάνω από το Misano, κάπου ανάμεσα στις στροφές της ιστορίας θα δεις τον Marco να γελά, με εκείνο το ανέμελο βλέμμα που λέει:
“Corri forte, ma divertiti – τρέξε δυνατά, αλλά απόλαυσέ το.”