MRCG - ΠΟΘΟΙ ΣΤΑ ΓΑΙΔΟΥΡΑΓΚΑΘΑ! - UPDATE

24/8/2016

Ο άνθρωπος που υπογράφει την τελευταία σελίδα του περιοδικού μας για περισσότερο από μία δεκαετία, δέχεται συχνά την ίδια ερώτηση: «μα που βρίσκεις αυτές τις ιστορίες, που εξιστορείς;». Παρόλο που έχει τονίσει άπειρες φορές προς πάσα κατεύθυνση ότι... όλα από την ζωή είναι βγαλμένα - και το έχουμε διαπιστώσει και εμπράκτως, είναι ορισμένες φορές που ακόμα κι εμείς έχουμε απορήσει με την ευρύτητα της συλλογής, που διατηρεί στο κεφάλι του. Δημιουργός του MRCG, μίας από τις πιο μεγάλες και δραστήριες μοτοσυκλετιστικές ομάδες, απέστειλε ανοιχτό κάλεσμα πριν λίγες μέρες, για μία συνάντηση στην νότια Κρήτη σε «βατούς χωματόδρομους» -όπως αργότερα χαρακτηρίστηκαν- και η συλλογή με αστείες, μοτοσυκλετιστικές ιστορίες, εμπλουτίστηκε με τάχιστο ρυθμό. Το πλήρες ιστορικό της συνάντησης του MRCG ξεδιπλώνεται παρακάτω…  

-------

του Λάζαρου Αλεξάκη

H ιδέα ξεκίνησε από τον Jim Fragos. Γιατί δεν κάνουμε μια χωματερή έτσι κουλαριστή για μικρά μηχανάκια κάτω στην Κρήτη το καλοκαιράκι; Με το που το διάβασα άστραψε στο μυαλό μου ο τίτλος..

ΠΟΘΟΙ ΣΤΑ ΓΑΙΔΟΥΡΑΓΚΑΘΑ

Έγραψα λοιπόν μια μικρή περιγραφή που έλεγε παιδιά όποιος θέλει κι έχει ένα μικρό εντουράκι, στις 20 του Αυγούστου να κάνουμε μια καλή χωμάτινη να το ευχαριστηθούμε. Και το πόσταρα στο MRCG γνωστό και ως ‘το μέρος που η ανωμαλία παραμονεύει’. Με τη μια ξεσηκώθηκαν και οι ασφάλτινοι. Ωπ, να ρθουμε κι εμείς. Λέω εντάξει να βρούμε μια φόρμουλα να ρθουν και τα παιδιά. Χωμάτινη που να ερχόταν και στρητάδικα δε μπορούσα να βρω, γιατί μετά ήταν χώμα περιπάτου, δεν έλεγε τίποτα. Χμμ… πρόβλημα. Είπα να ρωτήσω να δω τι στρητάδικα εννοούν.

Οι απαντήσεις με γέμισαν χαρά.

Hayabusa.

Fireblade.

Harley.

Κοινώς την κάτσαμε. Τότε είχα την φαεινή ιδέα, να πάμε όλοι μαζί από στριφτερούλα όσο γίνεται άσφαλτο σε ένα ωραίο μέρος, μια παραλία π.χ. που να έχει ρηλάξ και μπανάκι για τους ασφάλτινους και γύρω γύρω ωραίες διαδρομές χώμα για να λυσσάξουν οι χωματεροί. Κι αν ήθελε και κανένας ασφάλτινος έμπαινε.

Ζήτησα λοιπόν τη βοήθεια του Κώστα του Παπαδάκη που ξέρει απέξω ότι χωμάτινη διαδρομή υπάρχει στην Κρήτη. Ο Κώστας έχει ένα κακό. Είναι εξαιρετικό παιδί. Έχει ένα κακό. Το κακό είναι ότι τον ρωτάς αν είναι βατή η διαδρομή για κάπου και δε λέει ναι ή όχι. Σου λέει "περνάει". Το περνάει μπορεί να περιλαμβάνει το να σου χουν δέσει τα πόδια στα παταράκια ενός ΥΖ με κλιματσίδες και να πηδάς απ’ το ένα δέντρο στο άλλο πάνω απ’ τον καταρράκτη με το μηχανάκι μαζί και τον Κώστα να σε περιμένει στην άλλη όχθη και να σου λέει "είδες στο είπα, περνάει" και να το εννοεί. Ο λόγος που ζει ακόμα υποψιάζομαι ότι είναι ότι κανείς δεν έχει περάσει τον καταρράκτη.

Μου συστήνει λοιπόν μια πρώτη διαδρομή. Την ποστάρω στο MRCG, λέω παιδιά σκεφτόμαστε για εκεί. Σε δυο λεπτά μου χει στείλει μήνυμα ένα παιδί που δεν το ξέρω. "Φίλε έχω ένα KTM καθαρόαιμο κι εκεί που λες εγώ δεν κατεβαίνω!" Κοιτάω φωτογραφίες του τύπου ο οποίος κάνει backflip με το ΚΤΜ την ώρα που καθαρίζει καρπούζι.

Βρίσκω τον Κώστα έντρομος. «Κώστα βρες άλλη διαδρομή». «Έεεελα μωρέ σιγά τώρα υπερβολές…». Επιμένω και σε μισή ώρα μου στέλνει μια δεύτερη. Αυτή την βρήκα στο google maps. Άργησα να καταλάβω τι βλέπω γιατί νόμιζα ότι ήταν τσακισμένη η φωτό ή φορτώνει ακόμα. Μετά από 10 λεπτά κατάλαβα ότι δε φορτώνει, αλλά είναι μια εικόνα κι αυτό στη μέση είναι γκρεμός.

‘Κώστα εκεί δεν κατεβαίνει.’

‘Κατεβαίνει.’

‘Δεν εννοώ με κλωτσά απ’ το γκρεμό’

‘Εντάξει έτσι που το θέτεις πιο δύσκολο αλλά πάλι κατεβαίνει’

‘Και πως ανεβαίνει πίσω;’

‘Ε εντάξει’

‘Ναι τι;’

‘Αμα δεν μπορεί να το ανεβάσει κανένας θα του το ανεβάσω εγώ.’

Βρέθηκε η τρίτη διαδρομή. Την οποία την πήγαμε δοκιμαστικά με ένα BMW HP2 και το KLR μου. Όταν την έβλεπες από μακριά φαινόταν φλαταδούρα. Όταν την έβλεπες από κοντά καταλάβαινες ότι δεν έχει νεροφαγώματα, δεν έχει επικίνδυνα σημεία αλλά είχε τέτοια απανωτά, βαθιά σαμαράκια και τόσο κοντά το ένα στο άλλο που στο πρώτο σαμαράκι έλεγες ‘ω τι ευχάριστη έκπληξη’ στο δεύτερο σου φευγε ο κώλος, στο τρίτο η ανάρτηση είχε χάσει κάθε ελπίδα να παρακολουθήσει τα δρώμενα και προσπαθούσε να προσπεράσει το κάρτερ για να περάσει η ώρα, το μπροστινό ήταν σα να βαράς κομπρεσέρ σε γρανιτόπετρα και μέχρι να περάσουν τα πρώτα 100 μέτρα σαμαράκια είχα αρχίσει να σκέφτομαι ότι το καθίκι τα παίρνει από την οδοντίατρο μου γι’ αυτό με πήγε εκεί. Κάποια στιγμή παίρνουμε και μια ανηφορική φουρκέτα και βλέπω μπροστά μια ανηφόρα να ανεβαίνει καρφί πάνω το βουνό με καλή κλίση. Δίνω τέρμα γκάζι στον Αργοπόδη. Εκεί ξεκινήσαμε με δωδεκάμετρο μπλουζ σε 4/4. Ο κώλος ακουμπούσε κάτω κάθε τέσσερα σαμαράκια, μετά το γυρίσαμε σε ροκεντρό, κάθε 16, μετά double time swing στα 32 σαμαράκια και πάτημα και στο τέλος ήταν συναυλία των Tool με το Γιώργο Μάγγα στα κλαρίνα, το τρίο βαλβίδα στα backing vocals και τις ντίζες να προσπαθούν να με στραγγαλίσουν! Ανεβαίνοντας την ανηφόρα πήγα να πιάσω τον Παπαδάκη απ’ το λαιμό αλλά γύρισε και μου είπε «στο είπα δεν είναι τίποτα, πάμε στο φαράγγι» και πήρε μια γκρεμοκατηφόρα κάτω. Αυτά μεσημέρι – 3 η ώρα - Αφρική μεριά. Στο στόμα μου είχαν αρχίσει να φυτρώνουν μικροί κάκτοι.

Κάπου λοιπόν σ’ αυτό το χωματόδρομο, στη μέση του ΠΟΥΘΕΝΑ κυριολεκτικά ήταν η Ταβέρνα του Αγησίλαου. Βρήκαμε μια καλή γυναίκα που μας κέρασε τα χίλια δυο και ξαναβγήκαμε στον χαρχαλόδρομο. Από κει και πέρα ήταν αρκετά πιο νορμάλ αν εξαιρέσεις κάτι βάραθρα που αν πέσεις θα βγεις στην Κίνα. Από κει βγήκαμε στο επόμενο χωριό. Σκέφτηκα τότε οι ασφάλτινοι να κάνουν μόνο την άσφαλτο, κι αν θέλει και κανείς να ρθει σ’ αυτή την ταβέρνα να ρθει από κείνη τη μεριά που ήταν πιο νορμάλ.

Το ανακοίνωσα ως χαρμόσυνο γεγονότο στο MRCG κι άρχισαν να ανεβαίνουν οι συμμετοχές. Το πρωί της 20ης Αυγούστου έξω απ’ το Streat καφέ στο Ηράκλειο ήταν το κάτι άλλο. Fireblade, και μάλιστα δυο, το ένα σε Rothmans βάψιμο. Ρωτάω τον Βασίλη τον Κέκκο με το ένα Fireblade αν θέλει να του δώσω το KLR: «Μπα άσε μωρέ, θα ρθω με το Blade να κάνω παρέα και στο παιδί» (τον Νικολάτο με το άλλο Blade).  Ένα Husky 610. XT500 custom. XT600 custom, αδερφάκι. DR125 του Φράγγου, Yamaha GTS1000 του Μικελάκη, Goldwing, DR800big. CB500, CBR600F, TT600R, πάπια 90άρα, XLR500 ναξιώτικο του Δημήτρη του Συρίγου, δυο Enfield, το ένα απ’ αυτά το ‘Εντικόπτερο’ του Διονύση… τι να πω και τι ν’ αφήσω. Και ξεκινάμε άσφαλτο.

 

Να βλέπεις DR125 δίπλα σε HP2 δίπλα σε Fireblade δίπλα σε παπί και όλα αυτά να πηγαίνουν μαζί. Δεν υπάρχει αυτό το πράγμα. Το λέω με κάθε μετριοπάθεια ότι σπάνια υπάρχει τέτοια αγάπη που να επιτρέψει σε τόσο ετερόκλητο πλήθος να λειτουργεί μαζί. Με τα πολλά φτάνουμε στα Καλά Λιμάνια και πίνουμε το καφεδάκι μας. Εδώ τώρα είναι το κομβικό σημείο. Λέω παιδιά από δω και πέρα αρχίζει το χώμα. Οι ασφάλτινοι μένετε εδώ και κάνετε τη βουτιά σας όσοι γουστάρετε, τώρα αν θέλει κανείς δοκιμάζει και το χώμα. Ναι ναι, όλα καλά και με το που ανεβαίνουμε στις μηχανές ανεβαίνουν όλοι πάνω. Μα όλοι. Λέω εντάξει την κάτσαμε.

Κι αρχίζει το χώμα. Ας ξεκινήσουμε απ’ την πρώτη παράμετρο που είναι η ζέστη. Και μετά πάμε στη σκόνη που αφήνουν 40-50 μηχανάκια μαζί. Στην αρχή πάμε χαλαρά και όλα καλά. Βέβαια το χαλαρά είναι για μερικούς. Χαλαρά με το Blade μετά τα πρώτα 10 χλμ δεν υπάρχει. Για άλλους είναι πιο εύκολο. Το Guzzi Nevada του Κεφαλάκη δεν καταλαβαίνει τίποτα, με το φαρδύ τιμόνι που έχει βάλει. Αυτά αν εξαιρέσεις την τρίτη παράμετρο που είναι τα πράγματα. Όλοι κουβαλάμε πράγματα, tank bag, σκηνές, sleeping bag, σακ βουαγιάζ, υποστρώματα, κέρατα που δεν είχαμε φυσικά που να τα αφήσουμε. Με προσπερνάει παπί 90άρι με τον Κυριάκο πάνω να πηγαίνει μπούνια και να περνάει ότι βρίσκει μπροστά του με το ένα χέρι και να φωτογραφίζει ταυτόχρονα τα πάντα. Αυτό το παιδί πραγματικά δεν υπάρχει. Αν δεν είχε παπί και είχε κανένα 125 δε θα τον βλέπαμε καν. Ακούω πίσω μου ένα δυνατό ήχο και γυρίζω βλέποντας τα 2 Harley. Μιλάμε για μεγάλα, custom Harley, όχι τίποτα 883… Το ένα έχει και συνεπιβάτη. Στο σελάκι. Μαζί με τα πράγματα. Η απόσταση του Harley απ το έδαφος είναι κάπου 3 χιλιοστά. Όπως προχωράνε, και τα δυο, η εξάτμιση στο ύψος που βρίσκεται σηκώνει μικρά συννεφάκια σκόνης σε κάθε πιστονιά με αποτέλεσμα να το βλέπεις και να νομίζεις ότι βλέπεις τρένο.  Οι αναβάτες του παπιού, των Blade και των Harley, το λέω, ήρωες.

Κάνουμε στάση ανασύνταξης πριν δυσκολέψει ο δρόμος. Το CBR600 έχει ρίξει τόσο πατινάρισμα που φοβάμαι ότι θα φύγει κανένας δίσκος και θα μας αποκεφαλίσει. Στο μεταξύ δεν έχει ΠΟΥΘΕΝΑ στο δρόμο σκιά για να σταματήσουμε κι όσο περιμένουμε έχουμε λιώσει. Ο φίλος μου ο Γιάννης ο Κουκλινός με F800 έρχεται κοντά, μου λέει πάρε αντηλιακό γιατί δεν θα την παλέψουμε. Μου ρίχνει περίπου ένα καρτούτσο αντηλιακό στη δεξιά χούφτα, το απλώνω βιαστικά παντού και φεύγουμε. Τώρα και τα δυο μου χέρια γλιστράνε στα γκριπ απ’ το αντηλιακό (εννοείται γάντια κτλ είναι για φλούφληδες). Όπως οδηγάω με ανοιχτή ζελατίνα μου μπαίνει σκόνη στο δεξί μάτι και φροντίζω να το γεμίσω αντηλιακό τρίβοντας το. Βρίζοντας και οδηγώντας με το ένα μάτι να τσούζει και τα γκριπ να γλιστράνε προσπαθώ να προσπεράσω ότι μου ρίχνει σκόνη. Δηλαδή όλους.

Εκεί βλέπω την πρώτη μαγική εικόνα. Κατεβαίνω μια καλή κατηφόρα που στο τέλος της τσακίζει σε μια φουρκέτα και έχει ανηφορική. Μπροστά μου έχω το ένα Harley και το DR125 και στην ανηφόρα όπως κοιτάω βλέπω τα δυο Blade πίσω απ’ το TTR600 του Βραχινόπουλου που προσπερνάει το CB500 του Δόλλα και το Nevada. Όλα αυτά σ’ ένα σύννεφο τρελής σκόνης. Απλά δεν υπάρχει αυτό το θέαμα. Πουθενά.

Τα σαμαράκια έχουν αρχίσει ήδη και κάνουμε τη δεύτερη στάση. Η ζέστη είναι το κάτι άλλο, ανασύνταξη τελευταία και προχωράμε. Πριν μπούμε στο δεύτερο κομμάτι του χωματόδρομου, το πιο ζόρικο συναντάμε άσφαλτο στα αριστερά μας και κάνουμε νόημα στους ασφάλτινους να πάνε από κει για να γλιτώσουν τουλάχιστον την κροκάλα και το σαμαράκι που έρχεται… και την Ανηφόρα. Λίγοι πάνε, οι πιο πολλοί συνεχίζουν μαζί μας. Τώρα αρχίζουν τα πιο ζόρικα κόλπα. Στο μεταξύ έχουμε κάτι θύματα πολέμου, το Χάρλευ έχει χάσει την πινακίδα προ πολλού και την έχει κρεμάσει στο πλάι, απ’ το Nevada μπατάρουν τα πράγματα, ο Νίκος κατεβαίνει, τα δένει και πάει μπούνια για να μας προλάβει, ο Νίκος ο Τσαμάνδουρας με CBR125 πάει μπάλα. Πλέον έχουμε ζεσταθεί και είμαστε στη φάση εδώ που φτάσαμε θα κολυμπήσουμε…

Παίρνουμε μια κάθετη αριστερά και κάνω νόημα σε φίλο δίπλα μου με στρητάδικο – νομίζω ο Απόστολος – και του δείχνω την κορυφογραμμή ψηλά. Μου κάνει νόημα ‘τι;’ και του δείχνω με νοηματική ‘εμείς, εκεί’ και γελάει, μέχρι που βλέπει να παίρνουν όλοι την κάθετη ίσα πάνω και μετά δε γελάει. Εδώ ο χτύπος είναι το κάτι άλλο. Ο Τζιράκης με το Yamaha το 7αρι πάει πηδώντας μπρος πίσω. Βλέπει το Διονύση να τον περνάει με το Ενφιλντ και όπως δήλωσε μετά νόμιζε ότι τον τσιμπούσε μέλισσα ή κάτι, γι αυτό έκανε έτσι. Βλέπω την αριστερή φουρκέτα πριν την ανηφόρα κι επειδή ξέρω τη συνέχεια τα χώνω στον Αργοπόδη για να βγω πρώτος και να μην έχω κανένα μπροστά μου, να χω καθαρό πεδίο και να βλέπω δρόμο να βλέπω που πατάω. Ο Αργοπόδης αρχίζει να χορεύει κι εκεί πάνω ακούω ένα ΜΠΡΑΟΥ και βλέπω το DR800 του Σαπουντζάκη in 3D Technicolor να φεύγει αέρα πατέρα τον ανήφορο εκτοξεύοντας πέτρες και χώμα παντού και ισοπεδώνοντας τα σαμαράκια, κατεβάζω μία και λαρυγγώνω το γκάζι και βρίσκομαι πλάι πλάι με το XR600 του Καπαράκη το οποίο ακολουθεί κατά πόδας το DR, ενώ λίγο πίσω μου το XLR500 του Συρίγου δίνει ρέστα. Ο Αργοπόδης χτυπιέται τόσο πολύ που σκέφτομαι ότι θα κόψει κάτι σίγουρα και ταυτόχρονα κάνω την τρομακτική σκέψη ‘ωωωωχ οι άλλοι……. οι άλλοι….’ Αν τα on-off κάνουν έτσι, τα στρητάδικα θα την έχουν ακούσει άσχημα. Tenere, KTM, Husky 610 φεύγουν σφαίρα μπροστά με τις μπούκες να βαράνε σε στυλ καραμπίνας και πλέον όλο το βουνό έχει γεμίσει μηχανάκια. Επειδή πάμε με διαφορετικές ταχύτητες βλέπω από τους πρόποδες μέχρι πάνω στην κορυφή μηχανάκια. Κινούμαστε πλέον όλοι σ’ ένα σύννεφο σκόνης και οι εικόνες είναι το κάτι άλλο. Το βουνό έχει γεμίσει σκόνη από κορυφογραμμή μέχρι πάτο και ο ήλιος περνάει τη σκόνη σε κάποια σημεία και φτιάχνει ένα απίστευτο σκηνικό.

Το CBR125 έχει πτώση με αποτέλεσμα να φύγουν πολλά απ’ τα πλαστικά του, αλλά ο Χρήστος ο Κωστάκης που ακολουθεί με βανάκι το φτιάχνει όλο με tie wrap στο φτερό και συνεχίζει. Το χιλιάρι V-Strom του Ανδρόνικου επίσης. Φτάνουμε με τα πολλά στην ταβέρνα – γνωστή πλέον ως ‘εκείνη η ταβέρνα που μας πήγες στη Mordor’ (εντάξει είχε κάτι γύπες από πάνω) και οτιδήποτε υπάρχει στα τραπέζια σε υγρή μορφή εξαφανίζεται εν ριπή οφθαλμού. Ο Διονύσης με το Enfield πάει πάνω κάτω με ένα μελιτζανί χρώμα μουρμουρίζοντας «Ποτέ. Ποτέ.» Γυρίζει και με κοιτάει με άγριο ύφος. «ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΤΟ ΧΩ ΞΑΝΑΚΑΝΕΙ ΑΥΤΟ.» - «Ναι εντάξει το κατάλαβα.» - «ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ, ΠΟΤΕ.» - «Ναι ρε το ξέρω.» - «ΟΥΤΕ ΝΑ ΦΑΩ ΔΕ ΜΠΟΡΩ». Εκείνη την ώρα έρχεται ο Σπύρος ο Ελεντίν ο οποίος έχει γίνει μωβ-φούξια και μου λέει συνωμοτικά: «βρήκα ένα λάστιχο»... Πάμε και μπουγελωνόμαστε αέρα. Καθόμαστε, κι εκεί αντιλήφθηκα ότι είμαστε όλοι νηστικοί από τις 9 το πρωί και είναι 3.30. Περιττό να πω τι έγινε με το τσιγαριαστό, με το χοιρινό στο φούρνο και ειδικά με τις μπύρες. Κάποια στιγμή ζαλίστηκα να βλέπω κουτάκια.

Και ξανά χώμα για πίσω, με τη βενζίνα να τελειώνει σε πολλούς. Ο Συρίγος με το XLR500 βρήκε κάπου να του πουλήσουν ένα μπιτονάκι βενζίνα και με το που άρχισε να ρίχνει κατάλαβε ότι ήταν πετρέλαιο, είχε ρίξει όμως ήδη ένα λιτράκι μέσα. Δεν καταλαβαίνει τίποτα, ούτε ο Συρίγος ούτε το XLR. Συνεχίζει ακάθεκτος. Εκεί που πηγαίνω με τον Αργοπόδη στα τελευταία χωμάτινα χιλιόμετρα ακούω δίπλα μου ένα ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΡΡΡΡΡΡΓΚ και βλέπω το Διονύση το Δικέφαλο με το Enfield να πηγαίνει αέρα πατέρα την ανηφόρα τρώγοντας τις πέτρες και να χει ένα ύφος Σαρακηνού κουρσάρου που πάει για το πλιάτσικο. Γενικά όλοι πάνε αέρα πλέον μια κι εκεί ο χωματόδρομος είναι τελείως φλαταδούρα. Φτάνουμε στο βενζινάδικο – μερικοί πήγαιναν με τις αναθυμιάσεις – και στηνόμαστε ουρά. Όσο βάζαμε βενζίνη πήγαιναν όσοι περίμεναν και στεκότανε δίπλα στον αέρα κι ένας τους φύσαγε και σηκωνόταν σύννεφα η σκόνη. Δε φύσαγε τα μηχανάκια. Αυτούς φύσαγε. Να το ξεκαθαρίζουμε.

Γυρνάμε από άλλο δρόμο για Λέντα σε μια φανταστική διαδρομή ασφάλτινη με θέα τη θάλασσα και φτάνουμε στην κάτω μεριά. Εκεί χωρίζουμε. Άλλοι άσφαλτο, άλλοι χώμα, άλλοι κατά λάθος χώμα και μετά άσφαλτο…

Έχουμε χαθεί στο χωματόδρομο λοιπόν όπως σουρουπώνει, εγώ, ο Καπαράκης, ο Ψηλός κι ο Σόρκος. KLR, TT, XR, Husky 610. Έχει πέσει η θερμοκρασία κι έρχεται ένα δροσερό αεράκι απ τη θάλασσα κάτω μακριά. Κατηφορίζουμε την κροκάλα, κουρασμένα με την εκάστοτε ξερογκαζά. Έχουμε κάνει εύκολα +15 χλμ πάνω κάτω πέρα δώθε... Σε κάποια φάση φτάνουμε σ' ένα βουναλάκι από κροκάλες... βγαίνει ένας από ένα θερμοκήπιο, μας φωνάζει δεν πάει από δω... Αναστροφή στην κροκάλα πάνω... ξανά πίσω... τουφ τουφ... ήσυχα και όμορφα... φαναράκια-λυχναράκια και ξανά κάτω το χωματόδρομο... άσφαλτος, λίγο παιχνιδάκι σβέλτο αλλά κουρασμένο, έτσι για το γαμώτο, μέχρι που φτάνουμε όταν έχει σουρουπώσει καλά στην παραλία. Μπυράκι και να κοιτάς το κύμα. Αυτό το μικρό βολτάκι ήταν για μένα πολύ μεγάλο.

Το βράδυ γέλια και χαβαλές. Έχουμε κάτσει για μπύρες και βλέπω τον Πίτσο να έρχεται με δρασκελιές στο τραπέζι κατακόκκινος και να φωνάζει ΜΙΑ ΜΠΥΡΑ. Ακολουθεί ένας απ’ τους πολλούς μαγικούς διαλόγους:
-Τι έπαθες ρε;
- Έμεινα από φώτα με το ΧΤ550
- Πότε;
- Τώρα
- Και πως ήρθες;
- Στα σκοτεινά.
- Απ’ την ασφ-
- Απ’ το χώμα. Απ’ το χώμα. Σκοτειν- ΜΙΑ ΜΠΥΡΑ ΦΙΛΕ ΟΕΟ.


Πέφτουμε ξεροί με μερικούς να δουλεύουν σαν ΤΤ ξεμπούκωτα. Την άλλη μέρα το πρωί χαλαρό ξύπνημα στην υπέροχη παραλία, καφεδάκι, μπάνιο και μετά επιστροφή στο Ηράκλειο στης Κατερίνας που μας έχει ετοιμάσει ένα απίστευτο κρητικό τραπέζι και όπου γίνεται ένα τρελό τσιμπούσι με μουσικές και παγωμένη ρακή μέχρι να φύγουν όσοι φεύγουν με το πλοίο.

Απολογισμός; Ζημιές είχαμε αρκετές και σπασίματα, δεν έχει σημασία να τα λέω ένα ένα. Αλυσίδες κόψανε, μηχανάκια χυμάρανε, πλαστικά φύγανε, λεβιέδες στραβώσανε, βάσεις κόψανε και χίλια δυο. Δεν είχε καμία σημασία. Η παρέα ήταν το κάτι άλλο. Όπως είπε πολύ σοφά κατά τη γνώμη μου ένα παιδί αν είχαμε όλοι εντουράκια δεν θα ήταν και τίποτα. Κι αν δεν είμαστε αυτοί που είμαστε θα μπορούσε να χε πέσει πολύ γκρίνια για το ένα, το άλλο, το παράλλο… Πάντα υπάρχει αυτό. Αλλά αυτή η τρέλα που δε σ’ αφήνει να αγιάσεις είναι που μας ενώνει και το ξέρουμε, και ξέρουμε και ποια είναι τα σημαντικά και ποια όχι. Υπόσχομαι τα επόμενα Γαϊδουράγκαθα να είναι ακόμα καλύτερα, και το μόνο που μετανιώνω σ’ αυτό το κείμενο είναι που δε μπορώ να γράψω ένα προς ένα τα ονόματα όσων ήρθαν γιατί ήταν πραγματικά διαλεχτή παρέα και το αξίζουν ΟΛΟΙ. Πάμε για τα επόμενα παίδες…

 

---------UPDATE--------

 

Παραλειπόμενα #1

Καθόμαστε στην ταβέρνα. Λέει ο Καπαρακης Δημητρης να μου φέρετε σας παρακαλώ ένα σουβλάκι; Ο Διονύσης λεει αν γινεται και μια μπύρα όπως έρχεστε. Ο Zisis Vrachinopoulos κρατούσε ένα μαχαίρι κι ένα πηρούνι και φώναζε:

ΠΕΙΝΩ.

ΕΕΕΕ.

ΠΕΙΝΩ ΛΕΩ.

ΜΩΡΕ ΣΕΙΣ, ΠΕΙΝΩ.

Αυτο το έκανε μέχρι που του παραγγείλαμε να φάει. Και κάτσαμε λίγο πιο μακριά του.

ΥΓ. Το πρωι εκανε το ιδιο μεχρι που του φέρανε τηγανητα αυγά. Κι αυτος κι ο Καπαρακης. Ο Καπαρακης μου ειπε οτι θελει ισα ισα κατι να στυλωθει για πρωι, μια ομελετα με σουτζουκια και πατατες πχ. Μετα πηγανε στην κουζινα και φωναζανε σε μια γρια που φαινοταν τρομοκρατημενη. Τα αυγα του Ζηση ουτε καν προλαβαν ν ακουμπησουν κατω. Ουτε καν. Του Καπαρακη αλλα 10 δευτερολεπτα τα χαν.

 

Παραλειπόμενα #2.

Καθόμαστε και πίνουμε μπύρες, λιώμα μετα το 'βατο χωματόδρομο'. Σηκώνει ο Καπαρακης Δημητρης το ποτήρι του και λεει με τρελαμενο ύφος:

''ΚΙ ΟΠΟΙΟΣ ΘΕΛΕΙ ΤΟ ΚΑΚΟ ΜΑΣ, ΒΑΤΟΙ ΝΑ ΕΙΝ' ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΤΟΥ!''

και για κάποιο άγνωστο σε μένα λόγο όλοι χειροκρότησαν.

 

Παραλειπόμενα #3

Το ύφος ''say hello to my little friend'' του Tasos Ananiadis όποτε ανέβαινε στο ΧΤ.

 

Παραλειπόμενα #4

Ανεβαινω μια ανηφορα χάσιμο με τον Αργοπόδη και ακούω δίπλα μου ένα ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΡΡΡΡΡΓΚ και με περνάει ο Dionysis Dikefalos με το Εντικόπτερο το Ενφιλντ να παθαινει τρικουκουνο του μπιελοκαρδίου και να χτυπαει ΝΤΑΚΑ ΝΤΑΚΑ ΝΤΑΚΑ με το Διονυση να χει ενα υφος σα να παιρνουμε την Κορυτσά.

 

Παραλειπόμενο #5

Γυριζουμε απο εθνικη. Παω ααααργάαα με τον Αργοπόδη γιατι περιμενω και το θρυλικο παπι και το 125 και αλλες δημοκρατικες δυναμεις, στο μεταξυ εχω κανει καμποσα χλμ κι εχω πιαστει, οποτε κοβω κι αααααλλο και κρεμιεμαι για λιγο απ τη μια μερια να ξεπιαστω, ξερετε... μετα απ την αλλη, εχω κοψει... κι αλλο.... και με περναει ο Ελεντιν με τη μυτη κατω απ τη μπογια, τα χερια στα κλιπον σφιγμενα με κατι γαντια κουζινας vileda vintage που χει παρει και να νομιζω οτι θα εκραγει το Ελεντιν. Τον περασα με 150 να μην αγχωνεται και σκασει και καμια βαλβιδα και συνεχισαμε. Οι μικρες χαρες της ζωής.

 

Παραλειπόμενο #6

Το χαμόγελο του Tasos Ananiadis έντιμου ιδιοκτήτη Hayabusa πάνω στο νοικιάρικο ΧΤ ήταν το κάτι άλλο (λες κι ο δρομος δεν ηταν βατος για Busa, τελος παντων). Προσπαθώ από την ώρα που έφυγε να θυμηθώ που το χω ξαναδεί αυτό το χαμόγελο και μόνο σήμερα μου κανε το κλικ.

Ήταν σε ένα σουπερμάρκετ που η μάνα μιλούσε στο κινητό κι ένα τρίχρονο είχε κρεμαστεί απ' το καρότσι του σουπερμάρκετ που τον είχε βάλει μέσα, είχε αρπάξει μια σακούλα cheetos και την είχε ξεκωλιάσει σου λέω τώρα, την ειχε φορέσει ντουμπλε-φας, είχε παει η γαριδόσκονη μέχρι πατούσα. Ε, αυτό.

 

Παραλειπόμενα #7

Καποια στιγμη μου σφυραει ενας ''ο ελεντιν καθαριζει το μηχανακι απ τα χωματα''. Παω και βλεπω κι εχει ριξει νερο απ το μπουκαλι στο τεποζιτο και το χει τριψει να φυγει η σκονη και οπως κοιταω βλεπω και το μπροστινο γρανάζι που ειναι εκτεθειμενο κι εχει μαζεψει μεσα απο κακτο μεχρι σκατζοχοιρους και σκεφτομαι οτι αν υπαρχει κανενας Σύλλογος για την Προστασία των Γραναζίων θα τον είχαν λυντσάρει στην κεντρική πλατεία στο Λέντα. Το ντεπόζιτο παντως γαματο. Ασε που πηγαινε αερα με τα κλιπόνια...

 

Παραλειπόμενο #8

Εχουμε χαθει, εχουμε ψιλοσκορπισει μετα την γαματη στριφτερη κατηφορικη ασφαλτο για Λεντα στο γυρισμο, κι ειμαστε ενα γκρουπακι 8-10 μηχανακια που παμε με γενικη κατευθυνση πλεον τα Καλά Λιμάνια από παραλία. Και συναντάμε χώμα. Ναι πάλι. Κι όχι μόνο συναντάμε χώμα αλλά έχω την απόλυτη πεποίθηση ότι ειναι το χωμα που περασαμε το πρωι. Ειδικα μια κροκάλα ετσι λιγο πλακουτσωτή με μύτη προς τα πάνω λες και με κοιτάει οπως με κοιταζε το πρωι που την πατησα. Ο Argiris Grammenos δικάβαλλος με το Harley βλέπει τη σκονη και γυριζει το ματι του αναποδα τελειως. ''ΠΑΛΙ;;; ΠΑΛΙ ΧΩΜΑ; ΠΑΛΙ;''

Την ωρα που λεω ''ενταξει μπορει παρακατω να βγαινει ασφαλτο και να μην ειναι ολο ετσι'' ειναι αριστερα μου ο Βραχινοπουλος που γκαζωνει το ΤΤ και φωναζει ''ΧΩΜΑ, ΧΩΜΑ. ΕΓΩ ΘΑ ΠΑΩ ΧΩΜΑ, Ε. ΕΛΑΤΕ ΡΕ. ΕΛΑ ΠΑΜΕ ΧΩΜΑ.''

Ο συνεπιβατης στο Χαρλευ (Αργύρη κάνε tag) είχε εκείνο το ύφος που τα χει περάσει όλα, και δικάβαλλο ανάποδα στο ΤΤ να τον έβαζες να παιζει γιουκαλίλι το ace of spades την ωρα που περναει την κροκαλα δε θα χε προβλημα. Μαγικες στιγμές.

 

Παραλειπομενο #9

Όταν είναι ο Ψηλός πάνω στο ΤΤ και μιλάει ενώ μαρσαρει δεν μπορείς να καταλάβεις ποιος βγάζει ποιον ήχο.

 

Παραλειπόμενο #10

Έχουμε σταματήσει στην Ταβέρνα στη Mordor, και ο Γιάννης ο Κουκλινός μου δίνει αντηλιακο με βαθμο προστασιας 800, ειμαι φρικαρισμενος απ τη ζεστη και την κροκαλα, γεμιζω το χερι μου αντηλιακο βαζω σε πηχεις, χερια κτλ κι οσο περισσεψε στο κεφαλι και δεν το απλωνω καν γιατι ψαχνω μπυρες, κι ερχεται μετα απο κανα κοσάλεπτο ο Δικεφαλος και μου λεει ''μα ρε μλκ σε καπελωσανε τζατζικι;''

 

Παραλειπόμενο #11

Εγω: "Παιδια τσεκαρετε τα μηχανακια αν εχει φυγει κατι απο πανω''

Ελεντιν: ''Ενα νεφρο αριστερο πρεπει να μου πεσε εκει στη φουρκετα''

 

Παραλειπόμενο #12

Απο μνμ στο fb

- Eλα ρε, περασα σημερα απο κατω απ το γραφειο σου

- Ελα

- Ενα μαυρο KLR δεν έχεις;

- Ναι

- Τι ειναι αυτο το καφε απο κατω; Δικο σου;

 

Παραλειπόμενο #13 - Συζήτηση με το Σπυρο

- Ρε μλκ γιατι φορας γαντια κουζινας, για λαντζέρης στην ταβέρνα;

- Δεν ειναι γαντια κουζινας.

- Ειναι. Vileda.

- Δεν ειναι vileda, ειναι vintage.

- Τα ίδια έχει η μανα μου για τα πιατα. Vileda.

- Είναι vintage. 30 ευρώ τα πηρα κι ήταν και προσφορά.

- Το Καρφουρ τα χει 4. Σε γδύσανε μλκ κανονικά.

- Δε σου μιλάω.

 

Παραλειπόμενο #14.

Στης Κατερίνας υπήρχαν 2 τραπέζια. Ένα που καθόμαστε όλοι, κι ένα του Ζήση. Ο Ζήσης σηκωνόταν απ' το δικό του, έκανε raid στο δικο μας κρατώντας ένα τεράστιο πιατίδι το οποίο το πατίκωνε με ότι έβρισκε και μετα καθόταν και φώναζε ΕΒΙΒΑ ΜΩΡΕ μεχρι να του τελειωσουν οι προμήθειες και να ξανακάνει raid. Μετά από λίγο όποτε σηκωνόταν άφηναν όλοι κάτω τα πιρούνια, από αντανακλαστικό. Εγώ ήμουν τυχερός, μου πήρε μόνο τα μακαρόνια, του Συρίγου του πήρε το κρέας. Ευτυχώς η Κατερίνα είχε μαγειρέψει για 140 άτομα και περίσσεψε.

 

 

Παραλειπόμενο #15

1 φωνή - Κρίμα ρε γμτ να μην έρθει κι ο Angelos Pateritsas

1 άλλη φωνή - Ε ναι ρε αλλά χτύπησε το χέρι του νομίζω

1 άλλη φωνή - Ναι είναι κουλός

20 φωνές μαζί - Ναι ενώ πριν....ΜΠΡΟΥΧΑΧΑΧΑΧΑ

 

Παραλειπόμενο #16.

Η διαδρομή ήταν μετρημένη σε χιλιόμετρα Παπαδάκη (Χ.Π).Τα χιλιόμετρα Παπαδάκη είναι:

1 χλμ Παπαδάκη = 7,6 χλμ

Επίσης το χιλιόμετρο Παπαδάκη περιλαμβάνει κροκάλα.

Οταν ξεκινούσαμε ακολουθεί ο διάλογος.

- Κωστα ποσα χλμ ειναι μεχρι να πιασουμε το δευτερο χωμα;

- Νομιζω 5-7

- Εγω θυμαμαι 20

- Οχι ρε, δεν ειναι τοσα

- Εχει ταμπελα που λεει 20

- Ναι γυρω στα 5-7 ειναι

Στάση για ανασύνταξη.

- Κώστα ξερεις ποσα χλμ εχουμε κανει;

- 5

- 22

- Ελα ρε, ειναι τοσα;

- Ποσα ειναι μεχρι την ταβέρνα;

- Μια 15αρια ακομα

- Χιλιόμετρα ρώτησα όχι τούμπες. 15αριά είναι οι τούμπες.

 

Παραλειπόμενο #17

Εκει που ειμαστε να πιουμε καφε εχει μονο μια γιαγια η οποια εχει παθει κοκομπλοκο με τις ορδες. Στο μεταξυ εχει buffer 2 καφέδες κι ένα στη θαλάμη. Κι εκεί που την έχουμε ρυθμίσει με τις παραγγελιες κι εχουμε πιασει ρυθμο παει ο Τζιρακης στην κουζινα και της πεταει ενα ''ενα φρεντο εσπρεσσο μετριο με μαυρη και εβαπορε'' και εκανε reset η γρια. Βγαινει εξω, οι υπολοιπες παραγγελιες δεν υπηρξαν ποτε, φερνει μονο τον καφε του Τζιρακη, τον σερβιρει στο Συριγο και φευγει. Παρ' τ' @@ μου οι υπολοιποι.

 

Παραλειπόμενο #18

Στο φαράγγι στη μέση του πουθενά, εκεί που έχουμε σταματήσει εμφανίζονται δυο κοπελίτσες μ' ένα Clio. Τα μηχανάκια είναι αφημένα αριστερά δεξιά, κρανίου τόπος στο μεταξύ, δεν υπάρχει ψυχή ζώσα. Ο Ζήσης κολλάει τη μούρη του στο τζάμι και τους λέει ''να μας βγάλετε φωτογραφία κορίτσια;''

Δεν το ήξερα ότι γεμίζει έτσι η δευτέρα στο Clio

-----

 

Ετικέτες

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ARKHAM MANOR - Διήγημα

7/9/2016

Έχουν περάσει χρόνια, από τότε που το παρακάτω διήγημα δημοσιεύθηκε στο MOTO και σε συνεννόηση με τον Λάζαρο Αλεξάκη, το «Στόμα του Λύκου» δηλαδή, αποφασίσαμε να δοκιμάσουμε τα περιθώρια φορτώματος μίας ιστοσελίδας. Λένε ότι κάθε χρόνο αναθεωρείται προς τα πάνω, το πολύ μικρό μέγεθος κειμένου που μπορείς να βάλεις στη σελίδα ενός site, πριν αρχίσει το ατελείωτο κατεβατό να τρομάζει τον κόσμο, κι εμείς έχουμε την κατάλληλη δοκιμασία. Ένα κείμενο, καλογραμμένο, που είχε μεγάλη απήχηση στους αναγνώστες του περιοδικού, απλώνεται παρακάτω με μία σημαδιακή ανταμοιβή, για τον πολύ προσεκτικό αναγνώστη. Εκείνος που θα αναγνωρίσει τους τέσσερις μεγάλους συγγραφείς που παραπέμπονται στο διήγημα, θα κερδίσει το βιβλίο του Λάζαρου Αλεξάκη με συλλεκτική αφιέρωση από Λέκκα και Γουρουνά! Ο άτυπος διαγωνισμός ανάγνωσης, σας καλεί να δώστε προσοχή σ’ ένα μοτοσυκλετιστικό-χιουμοριστικό-διήγημα μυστηρίου (κατηγορία από μόνο του δηλαδή) και να ξεκινήσετε μία μακρά αναζήτηση για τα τέσσερα ονόματα, οι λεπτομέρειες στο τέλος…    

 

 

Αναδημοσίευση από MOTO τ.479 - 15 Μαρτίου 2011:

 

 ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ARKHAM MANOR

του Λάζαρου Αλεξάκη

 

 

Η Agatha Christie ήταν για μένα κάτι σαν τη Bonneville του αστυνομικού μυθιστορήματος. Απλά δε γίνεται να μη σ΄ αρέσει. Το κακό με την θεία Agatha όμως, όπως και με άλλους μεγάλους συγγραφείς, ήταν ότι έπεσαν θύματα κακών μεταφράσεων. Έτσι ελάχιστα έγινε γνωστό το πόσο σχετικά με τη μοτοσυκλέτα ήταν τα περισσότερα από τα γραπτά τους.

Το ίδιο μήπως δεν συνέβη και στον Ιούλιο Βερν; Ποιος θα ξεχάσει το ‘20.000 Φλάντζες Εγώ Τις Χάλασα’ ή το εξαιρετικό ‘Από το Puch στο Morini;’ Χωρίς να ξεχνάμε βέβαια τα αξεπέραστα long term τεχνικά του, όπως ‘Ο Πύρος της Μπιέλας σε 80 μέρες.’

Επιφυλάσσομαι να είναι ο επόμενος που θα ασχοληθώ, ελπίζοντας να αποφύγω τις μηνύσεις από τους όποιος εξοργισμένους απογόνους του. Για την ώρα, σας παρουσιάζω σε παγκόσμια πρώτη, την Agatha Christie όπως δεν την γνωρίσατε ποτέ. Κυρίες και κύριοι, τo μυστήριο του Arkham σας καλεί όχι μόνο να το διαβάσετε αλλά και να το λύσετε….

 

 

Αναπαυτικά καθισμένος στο κουπέ της πρώτης θέσης ο Poirot τράβηξε αργά την κουρτίνα και κοίταξε έξω από το μικρό παράθυρο. Η έπαυλη του λόρδου Arthur Peters Worthunfarthington Johnston σύμφωνα με τις οδηγίες που του έδωσαν δεν ήταν παρά λίγα μίλια από το σταθμό, όπου και θα τον περίμενε ο σωφέρ για να τον μεταφέρει.

 

Περίεργη υπόθεση, με πολλά σκοτεινά σημεία, ακόμα και για τον έμπειρο Βέλγο ντέντεκτιβ. Οι αφηγήσεις του λόρδου στα τηλεγραφήματα του ήταν αποσπασματικές, φανέρωναν όμως τον ανείπωτο τρόμο όσων συνέχιζαν τη ζωή τους πίσω από τους ψηλούς τοίχους του Arkham Manor. Oι παράξενοι θόρυβοι τη νύχτα, σαν από ένα μηχανικό τέρας. Τα ουρλιαχτά. Οι νεκρές πάπιες. Ο καπνός που σηκωνόταν σα σύννεφο μες στη νύχτα. Τα μάτια που κοίταζαν έντρομα πίσω από τα κλειδωμένα παραθυρόφυλλα. Και η σιωπή που σκέπαζε τα πάντα μέχρι να έρθει το πρωί. Τουλάχιστον καμία ανθρώπινη ζωή δεν είχε χαθεί. Όχι ακόμα. Και όσο περνούσε από το χέρι του Poirot τα πράγματα θα έμεναν έτσι μέχρι το μυστήριο να λυθεί.

 

Παράξενο, όμως όσο το τραίνο πλησίαζε το σταθμό του Arkham ο ουρανός σαν να σκοτείνιαζε… Βγαίνοντας από το τραίνο, από τα ζεστά βελούδινα καθίσματα του κουπέ, ένιωσε τον κρύο αέρα να διαπερνάει την κάπα του. Ευτυχώς ο οδηγός του λόρδου ήταν συνεπής στο ραντεβού τους, και η ματιά του δεν δυσκολεύτηκε να διακρίνει τον διάσημο Poirot.

 

‘Τιμή μου που σας γνωρίζω κύριε Poirot. Είμαι ο σωφέρ του λόρδου Arthur Peters Worthunfarthington Johnston και το όνομα μου είναι Pip. Kανονικά λέγομαι Pipperton αλλά ο λόρδος το βρίσκει δύσκολο να θυμάται μεγάλα ονόματα.’

 

‘Διόλου παράξενο. Δεν έχουν όλοι εξασκημένη μνήμη Pipperman.’

 

‘Pipperton’

 

‘Pip λοιπόν ε;’

 

Η Bentley ξεκίνησε αργά για το Arkham Manor. Όσο το πλησίαζαν τόσο καταλάβαινε ο Poirot ότι οι αναφορές που μιλούσαν για ένα πραγματικά επιβλητικό κτίριο ήταν απόλυτα ακριβείς. Οι μεγάλες σιδερένιες πόρτες με το οικόσημο του Λόρδου αριστερά και δεξιά οδηγούσαν στο μακρύ, ατέλειωτο δρόμο με τους πανέμορφους κήπους.

 

‘Σταμάτα το αυτοκίνητο!’ φώναξε άξαφνα αλλά επιτακτικά ο Poirot και ο οδηγός υπάκουσε.

 

‘Επιστρέφω αμέσως Peppercan’

 

‘Pipperton κύριε’

 

‘Δε νομίζεις ότι είναι λίγο ακατάλληλη η ώρα για κουβεντούλα Pip;’

 

Έσκυψε πάνω από το γρασίδι. Το μύρισε. Το έτριψε απαλά με τις άκρες των δακτύλων του.

 

‘Εάν ο κύριος το επιθυμεί τον πληροφορώ ότι έχουμε απόλυτα σύγχρονες τουαλέτες στην έπαυλη.’

 

‘Ποτέ μου δε χώνεψα ένα εξυπνάκια Paperton’.

 

Έκοψε μια λεπίδα από το γρασίδι και τυλίγοντας την στο μαντήλι του την έβαλε προσεκτικά στην τσέπη του και ξαναπήρε τη θέση του στο αυτοκίνητο. Σύντομα βρισκόταν μπροστά στην κεντρική είσοδο του Arkham. Ο ηλικιωμένος μπάτλερ τον καλωσόρισε και περνώντας από την τεράστια δρύινη πόρτα, το χωλ, τη βιβλιοθήκη, το conservatorium και το μακρύ διάδρομο που οδηγούσε στο δωμάτιο ζωγραφικής βρέθηκαν σε ένα μικρό αλλά καλόγουστο σαλόνι. Το οικόσημο του οίκου Arkham δέσποζε πάνω απ’ το τζάκι. Ένα κοράκι που κρατούσε με τα νύχια του πίσσα και πούπουλα, με μια λιτή γραφή στο κάτω μέρος: Quaero Scriptor.

 

Ο λόρδος ήταν ένας ψηλός, ρωμαλέος άνδρας γύρω στα 60 που δεν φαινόταν να έχει ταλαιπωρηθεί ιδιαίτερα από το πέρασμα των χρόνων.

 

‘Αγαπητέ Poirot, δεν ξέρετε πόσο ευγνώμων είμαι που δεχτήκατε την τόσο ξαφνική πρόκληση μου!’

‘Δεν θα μπορούσα να πω όχι σε ένα τέτοιο μυστήριο όπως αυτό που μου περιγράψατε λόρδε Arthur Peters Worthunfarthington Johnston’ είπε ο Poirot.

‘Ω, σας παρακαλώ, λέγετέ με απλώς Peters Worthunfarthington Johnston’ είπε ο λόρδος εγκάρδια. Λοιπόν σας ακούω κύριε Poirot.’

‘Λόρδε, έχω ακούσει βέβαια τις φήμες για το Arkham, θα ήθελα όμως να μου πείτε από πρώτο χέρι τι συμβαίνει.’

 

‘Όλα άρχισαν πριν από τρεις εβδομάδες ακριβώς. Είχαμε πιεί το τσάι μας και είχαμε αποσυρθεί για να αναπαυθούμε. Η λαίδη ήταν λίγο ταραγμένη απ΄ ότι θυμάμαι γιατί είχε δει στο παράθυρο ένα τζίτζικα.

Το ίδιο βράδυ η υπηρέτρια μας, η Floretta της είχε φέρει το τσάι με το κουταλάκι από την λάθος μεριά της φλιτζάνας. Όχι μόνον αυτό αλλά είχε φέρει το φλιτζάνι της Τρίτης αντί για της Παρασκευής. Δεν μπορώ να καταλάβω πως έκανε τέτοιο λάθος όμως η λαίδη έδειξε κατανόηση και συγκράτησε την έκπληξη της. Το βράδυ, θα πρέπει να ήταν κατά τις 2 μετά τα μεσάνυχτα ακούσαμε παράξενους θορύβους, και κάποιον να αγκομαχεί δυνατά. Οι θόρυβοι δυνάμωσαν και μια περίεργη μυρωδιά πλανήθηκε στον αέρα. Προσπάθησα να καθησυχάσω τη λαίδη ότι δεν ήταν πάλι ο τζίτζικας όμως οι θόρυβοι δυνάμωσαν μέχρι που έγιναν ένα εφιαλτικό κροτάλισμα. Ξαφνικά ο θόρυβος άλλαξε χροιά, κι άρχισε να ακούγεται από παντού, σα να περικυκλώνει την έπαυλη. Την άλλη μέρα είδαμε την πρώτη πάπια νεκρή και τα πρώτα σημάδια στο γρασίδι, η δε δυσοσμία ήταν ασύλληπτη.’

 

‘Ειδοποιήσατε την αστυνομία φαντάζομαι.’

 

‘Φυσικά. Δεν μπορώ να πω όμως ότι ο επιθεωρητής Moran έδειξε την απαραίτητη προσοχή. Το βρήκαμε δε σίγουρα κακόγουστο όταν μας ζήτησε να κρατήσει την πάπια.’

 

‘Όλα ήταν ήσυχα για μια εβδομάδα, μετά όμως οι θόρυβοι και η δυσοσμία ξανάρχισαν, μαζί με μακρόσυρτα ουρλιαχτά. Το προσωπικό έχει τρομοκρατηθεί. Τις νύχτες ασφαλίζουμε πόρτες και παράθυρα, και κανείς δε μιλάει πια γι’ αυτό. Ζούμε μέσα στον τρόμο. Οι πάπιες της λαίδης έχουν αποδεκατιστεί ακόμα και οι Αρσενικοί Μανδαρίνοι. Δεν σας κρύβω ότι είμαστε σε απόγνωση Poirot.’    

 

 

‘Ποιοι μένουν στην έπαυλη εκτός από εσάς και τη λαίδη;’

‘Μαζί μας μένει ο αδελφός μου, λόρδος Jeremy Peters Worthunfarthington Johnston, μαζί με την Αμερικάνικης καταγωγής σύζυγο του λαίδη Fordmustangson και τα παιδιά της από τον πρώτο της γάμο, τον Corvet Fordmustangson και τον Edsel. Πάντα έβρισκα τα αμερικάνικα ονόματα λίγο κακόγουστα.’

 

‘Κανένας άλλος;’

 

‘Ένας μακρινός ξάδελφος της λαίδης, ο Hinckley Scramblerson. Λίγο.. σκιώδης αν θες τη γνώμη μου αν και δεν θα ήθελα να φτάσει κάτι στα αυτιά της λαίδης. Συχνάζει σε ένα καταγώγιο… νομίζω λέγεται  The Three-Cylinder Beer Barrel. Για να πω την αλήθεια τον αποφεύγω.’

 

‘Αυτοί είναι όλοι;’

 

‘Και το υπηρετικό προσωπικό φυσικά για το οποίο θα ήταν καλύτερα να σας μιλήσει η λαίδη.’

 

‘Τότε φωνάξτε μου τη λαίδη σας παρακαλώ, θα ήθελα να έχω πληροφορίες για κάθε έναν που μένει στην έπαυλη πριν τους ανακρίνω χωριστά.’

 

‘Φυσικά Poirot. Αν θελήσεις κάτι άλλο από μένα πες στον Paperfan να με ειδοποιήσει.’

 

Pankerton’ τον διόρθωσε χαμογελαστά ο Poirot.

 

‘Σωστά’ είπε χαμογελαστά ο λόρδος. ‘Θα καλέσω τη λαίδη για σένα.’

 

Πράγματι σε λίγο η λαίδη ήταν στο κομψό σαλόνι απαντώντας τις ερωτήσεις του Poirot. Ήταν ακόμα μια πολύ ελκυστική γυναίκα, με ντελικάτα χαρακτηριστικά παρά την ηλικία της, έδειχνε δε καθαρά την ενόχληση της στις ερωτήσεις του Poirot.

 

Tο υπηρετικό προσωπικό είναι υπεράνω υποψίας’ είπε στεγνά η λαίδη Peters Worthunfarthington-Johnston Harris.

‘Κανείς δεν είναι’ αντιγύρισε απλά ο Poirot. ‘Πείτε μου ότι ξέρετε γι’ αυτές’.

‘Είναι τέσσερις υπό την εποπτεία της κυρίας Marbellafiatson, και τις πήραμε με τις καλύτερες συστάσεις από ένα οικοτροφείο της Ιταλίας στο εκεί ταξίδι μας. H Lambretta, η Floretta, η Βeta και η Maneta. H Lambretta έχει μια Φλορέτα με σπασμένη μανέτα. Η Floretta έχει μια Βeta με σπασμένη φουρκέτα. Η Maneta έχει μια Λαμπρέτα και στρίβει φέτα’

‘Και η Βeta;’

‘Τι ανόητη ερώτηση. Η Beta έχει SACHS .’

Mήπως η Lambretta με τη Φλορέτα με τη σπασμένη μανέτα είναι και κοκέτα;’ σφύριξε θυμωμένα ο  Poirot.

‘Φοβάμαι ότι δε σας καταλαβαίνω’ είπε ψυχρά η λαίδη. ‘Θα θέλατε ίσως να διακόψουμε για λίγο;’

‘Όχι. Θα υπάγω μια βόλτα στον κήπο. Χρειάζομαι καθαρό αέρα για να σκεφτώ.’

 

Ο Poirot περπάτησε για ώρα στον κήπο ανάμεσα στα διάφορα μακρόφυλλα ροδακοειδή με μερικές εξαιρετικές guzmania lingulata και θαύμασε την ποικιλία σύνθετων τοξοειδών και κρεμοκλαδών όπως οι scindapsus pictus και nephrolepis exaltata, όμως ο κρύος αέρας τον έκανε να αναζητήσει ξανά τη θαλπωρή της έπαυλης. Στο γυρισμό συνάντησε ξανά τη λαίδη.

 

‘Πως σας φάνηκε ο κήπος μας κύριε Poirot; Ελπίζω ικανοποιητικός.’

 

‘Πραγματικά εντυπωσιακός. Παραξενεύτηκα όμως λίγο με κάποιες ελλείψεις. Μερικές pellaea rotundifolia θα έδεναν υπέροχα, δε νομίζετε; Ίσως και μερικά ricinus communis;’

 

Η λαίδη χλώμιασε. ‘Δεν μας αρέσουν τόσο τα μικρόφυλλα τοξοειδή κύριε Poirot.’

 

‘Α, μην δίνετε σημασία λαίδη μου. Απλά εξασκώ τις γνώσεις βοτανολογίας μου, ένας τομέας που τον βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέρον και που δεν παύω να καλλιεργώ όποτε μου δοθεί η ευκαιρία.’

 

‘Μα τι έπαθε το πόδι σας;’

 

‘Πιθανόν να πάτησα κάποια αγγειόσπερμη κνιδοειδή ούρτικα, τίποτε σοβαρό.’

 

‘Καλά γιατί μπήκατε μέσα στις τσουκνίδες; Θα στείλω άμεσα στο δωμάτιο σας τη Floretta να σας φροντίσει.’

 

‘Μην ανησυχείτε κυρία μου, έχω επιβιώσει ακόμα και από το Φύλλο του Διαβόλου της νήσου Τιμόρ. Πάντως όντως θα πάω προληπτικά έστω στο δωμάτιο μου, θα ήθελα όμως να δω τη Floretta και μετά φυσικά όλο το υπηρετικό προσωπικό.’   

 

‘Μα φυσικά’ είπε παγερά η λαίδη. ‘Έχετε ένα μυστήριο να λύσετε, έτσι δεν είναι;’ είπε λίγο ειρωνικά.

 

Kαι κάτι άλλο. Θα ήθελα αν υπάρχει λίγο καστορέλαιο για το πόδι μου. Φαντάζομαι υπάρχει;’

 

Kαι βέβαια. Το χρησιμοποιούμε για το φωτισμό της έπαυλης.’

 

‘Πολύ καλά λοιπόν. Aλήθεια τι ώρα είναι το δείπνο;’

 

‘Σε μισή ώρα. ΄Ισως θα θέλατε να πάρετε πρώτα το δείπνο μαζί μας πριν τις ανακρίσεις σας;’

 

‘Γιατί όχι αν και δεν θα έλεγα ότι έχω ιδιαίτερη όρεξη. Έχω δώσει ήδη οδηγίες στον σεφ για τα αυγά μου, απλά πείτε του να προσθέσει και επτά μερίδες beef Wellington με λίγο ψωμάκι. Ποτέ δεν μπορείς να είσαι αρκετά προσεκτικός με τη διατροφή.’

 

‘Το βλέπω. Θα σας δω στο δείπνο λοιπόν’

 

 

Στο δείπνο όλοι ήθελαν να δουν τον διάσημο Βέλγο. Ο λιγότερο πρόθυμος ήταν ο Hinckley Scramblerson, ένας ψιλόλιγνος νέος με γαμψή μύτη και λαδωμένο τσουλούφι, ο οποίος κροτάλιζε εκνευριστικά το πιρούνι του σε όλη τη διάρκεια του δείπνου κοιτώντας ειρωνικά τον Poirot. Τα κορίτσια του υπηρετικού προσωπικού ήταν όπως τα είχε περιγράψει η λαίδη, πρόθυμες και πρόσχαρες κοπέλες που φρόντιζαν ακούραστα τους καλεσμένους του λόρδου, είχαν δε όλες εκείνη την κλασσική, απέριττη ομορφιά που έχουν οι περισσότερες ιταλίδες του νότου.

 

Η λαίδη Fordmustangson ήταν μια ψηλή εντυπωσιακή Αμερικανίδα με μακριά ξανθά μαλλιά. Του μίλησε για το πόσο ενδιαφέρουσα έβρισκε την Αγγλία σα χώρα, αν κι ο σύζυγος της, ένας μικροκαμωμένος ανθρωπάκος με ιδιαίτερα τσιριχτή φωνή, εξακολουθούσε να το βλέπει σαν θυσία και απόδειξη αγάπης εκ μέρους της το ότι άφησε την Αμερική για να έρθει στις ομίχλες του Arkham. Tα παιδιά της λαίδης από τον πρώτο της γάμο, ο Corvet Fordmustangson και ο Edsel, και οι δυο κοντόχοντροι και ασθμαίνοντες, φαίνονταν απόμακροι, και χαμένοι στις σκέψεις τους, ζητούσαν δε επίμονα και συνεχώς από τον σεφ να τους βάλει άγευστα μπιφτέκια ανάμεσα σε δυο φέτες ψωμιού με μια πίκλα.

 

Κι ο Poirot όμως, πέρα από τις συνήθεις γαστριμαργικές του ιδιοτροπίες ζήτησε κάτι ακόμα από τον ίδιο το λόρδο. Να σερβιριστούν μικρά scones σε όλους αλλά χωρίς βούτυρο, το οποίο θα ερχόταν χωριστά ώστε ο καθένας να αλείψει όσο θέλει στο ψωμάκι του. Έτσι και έγινε χωρίς όμως ο Poirot να εξηγήσει αυτή την παράκλησή του.

 

Στο τέλος του δείπνου πήρε τον λόρδο παράμερα.

‘Πιστεύω ότι είμαι μόλις ένα βήμα πριν από τη λύση του μυστηρίου’ είπε χαμογελώντας αυτάρεσκα. ‘Ας περιμένουμε όμως να δούμε τι θα δείξουν και οι ανακρίσεις.’

Mα… πως; Poirot χωρίς να θέλω να σας αμφισβητήσω μου φαίνεται αδιανόητο! Ο επιθεωρητής  Sebastian Mo-’

Mη με προσβάλλετε συγκρίνοντας με με αυτόν τον απαίδευτο υπαλληλίσκο’ άστραψε ο Poirot.

‘Με συγχωρείτε! Σε καμία περίπτωση δε θα το έκανα!’

‘Πολύ καλά. Μόλις είμαι απόλυτα βέβαιος για την κρίση μου, που είναι απλά θέμα χρόνου, θα σας καλέσω όλους για να σας το πω. Πιστεύω όμως ότι πρέπει να βιαστούμε. Αν συμβαίνει αυτό που σκέφτομαι, όσο η ημερομηνία πλησιάζει, τόσο τα πράγματα θα χειροτερεύουν.’

‘Τι εννοείς; Για ποια ημερομηνία μιλάς; Και πόσο θα χειροτερέψουν;’ ψέλλισε ο λόρδος.

‘Όλα εν καιρώ…’ απάντησε αινιγματικά ο Poirot.

 

Το επόμενο βράδυ όπως είχε ζητήσει ο Poirot όλοι βρίσκονταν μαζεμένοι γύρω από το τζάκι. Όσο κι αν προσπαθούσαν να κρύψουν τη νευρικότητά τους όλοι απέφευγαν τη διεισδυτική ματιά του Βέλγου.

 

‘Σας κάλεσα εδώ για να σας αποκαλύψω τη λύση του μυστηρίου’ είπε αυτάρεσκα αλλά και με μια μικρή δόση απογοήτευσης ο Poirot. Περίμενε μια πραγματική πρόκληση, ανάλογη του ταλέντου του, όμως η λύση ήταν μπροστά στα μάτια του.

 

‘Νεκρές πάπιες. Θόρυβοι σαν από ένα διαβολικό μηχάνημα. Δύσοσμος καπνός. Μια σπασμένη μανέτα. Μια χαμένη φουρκέτα. Αλήθεια δεσποινίδες μου πιστεύατε ότι θα κοροιδεύατε έναν Hercules Poirot;’ ρώτησε με ένα σαρδόνιο χαμόγελο κοιτώντας κατάματα τις υπηρέτριες. Η Beta ξέσπασε σε αναφυλλητά. ‘Εμείς…’

 

Poirot για όνομα του θεού!’ πετάχτηκε η λαίδη.

 

‘Λίγο υπομονή παρακαλώ και θα καταλάβετε’ είπε ατάραχος ο Poirot. ‘Θα ήθελα να είχαμε αυτή τη συζήτηση στον κήπο αλλά βρέχει δυστυχώς. Πόσο διαφορετικό κλίμα από το όμορφο κλίμα της Florida, έτσι δεν είναι λαίδη Fordmustangson;’

 

‘Δεν σας καταλαβαίνω Poirot.’ είπε η λαίδη όχι χωρίς να χλωμιάσει. ‘Φυσικά και είναι αλλά δε σκέφτηκα το κλίμα όταν ακολούθησα το σύζυγο μου.’

 

‘Κι όμως… αφήσατε πολύ περισσότερα πίσω σας στην Αμερική πέρα από τον ήλιο, έτσι δεν είναι; Κάτι περισσότερο από ελεεινά μπιφτέκια σε ψωμάκι με πίκλες. Αφήσατε μια μεγάλη σας αγάπη.’

 

‘Πως τολμάτε;’ σφύριξε η λαίδη εξοργισμένη. ‘Ήμουν πάντα απόλυτα πιστή στο σύζυγό μου!’

‘Ω δεν αμφιβάλλω’ είπε κάπως αδιάφορα ο Poirot. ‘Όμως δεν μιλάμε για το ίδιο πράγμα. Αναφερόμουν στην Daytona.’

 

H λαίδη κάθισε πίσω με σφιγμένα χείλια.

 

‘Βλέπετε η λαίδη Fordmustangson είχε ένα πάθος που δεν μπορούσε να χαλιναγωγήσει. Τις μοτοσυκλέτες. Από τις 24 Ιανουαρίου του 1939 δεν έχανε ποτέ ούτε μια συγκέντρωση της Daytona. Φυσικά η κοινωνική της θέση κοντά στον λόρδο Jeremy δεν της επέτρεπε να συνεχίσει αυτή την τρέλα. Πιστεύοντας ότι θα το αφήσει πίσω της πιο εύκολα ακολούθησε το λόρδο στο Arkham. Όμως σύντομα είχε σύνδρομα στέρησης. Έχω εδώ μια παραγγελία που είχε κάνει στον βελτιωτικό οίκο Billgibbonson για ψηλά τιμόνια με κρόσια.’

 

‘Μα.. μα αυτό είναι ανήκουστο!’ ξέσπασε ο λόρδος Jeremy. ‘Σας καλώ να ανακαλέσετε Poirot! Ναι ήξερα το πάθος της γυναίκας μου όταν την πήρα, αυτή την αρρώστια που την κατέτρωγε. Εγώ την πήρα μακριά από τα Wet T-Shirt Contests και τα Drag Strip Races και κοντά μου βρήκε τη νηφαλιότητα που της έλειπε! Εξάλλου δεν υπάρχει μοτοσυκλέτα πουθενά στο Arkham Manor πέρα από τις γνωστές του υπηρετικού προσωπικού!’

 

‘Η χαμένη μανέτα και η φουρκέτα με έβαλαν σε σκέψεις, σε συνδυασμό με το καστορέλαιο το οποίο σύμφωνα με την οικονόμο, τη μις Marbellafiatson κάποιος έκλεβε τακτικά. Αυτή η γυναίκα’ είπε με στόμφο ο Poirot δείχνοντας τη λαίδη που τώρα έκλαιγε γοερά, ‘έπαιρνε ανταλλακτικά από τα άτυχα κορίτσια ορκίζοντάς τα να μην μιλήσουν για τις ανίερες πράξεις της, έκλεβε το καστορέλαιο για λάδι μίξης, και μάλιστα είχε παραγγείλει και δερμάτινο μπουφάν από το Λονδίνο που έγραφε Daytona or Bust. Όσο πλησίαζε η ημερομηνία του επόμενου αγώνα, τόσο το ασίγαστο πάθος της φούντωνε. Όπως μου έδειξαν οι έρευνες μου σκόπευε να μετατρέψει τη μηχανή του γκαζόν σε δίχρονο εντούρο και μ’ αυτό να κάνει μια απέλπιδα προσπάθεια να ξανατρέξει.’

 

‘Μα πως…’ ψέλλισε αδύναμα ο λόρδος Jeremy.

 

‘Αν θυμάστε στο δείπνο ζήτησα να σερβιριστούν ψωμάκια το οποία η λαίδη βουτύρωνε κρατώντας το μαχαίρι σαν γκριπ γκαζιού, απλώνοντας το βούτυρο σαν να ανοίγει γκάζι. Αυτή ήταν και η πρώτη μου υποψία. Τα αγκομαχητά που ακούγονταν τις νύχτες ήταν προφανώς γιατί εκείνη την ώρα έριχνε μανιβελιές. Το γκαζόν είναι άκοπο αρκετό καιρό πράγμα που σημαίνει ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Τη μυρωδιά την εξήγησα ήδη. Ο θόρυβος του μηχανικού αυτού τερατουργήματος ήταν αυτό που ακούγατε τα βράδια…’

 

‘Και οι νεκρές πάπιες;’

 

‘Απλό. Άλλοτε προσπαθούσε για καλή έξοδο στα 0-400 και δε σταματούσε ότι και να βρισκόταν στο διάβα της. Είστε τυχεροί που δεν ήταν κάποιος από σας. Άλλοτε πάλι κολλούσε το γκάζι, ποιος ξέρει. Κι όμως αυτή είναι η αλήθεια.’

 

Η λαίδη σηκώθηκε αργά, κοιτώντας έναν-έναν τους εμβρόντητους συνδαιτυμόνες της. ‘Λοιπόν ναι, είναι αλήθεια. Η μυρωδιά του καστορέλαιου με τρέλαινε. Σηκωνόμουν τα βράδια σαν υπνωτισμένη θέλοντας να μυρίσω λίγο ακόμα καμμένο λάστιχο. Δε σκεφτόμουν ούτε τα παιδιά μου, ούτε τις πάπιες, ούτε τον οίκο Arkham. Ναι. Είμαι μια κολασμένη.’

 

‘Τότε φύγε από αυτό το σπίτι’ ψέλλισε κάτωχρος ο λόρδος Jeremy. ‘Αρκετό κακό έκανες και στα πουλερικά και στους ανθρώπους. Φύγε. Φύγε και μην ξαναγυρίσεις.’

 

Η λαίδη Fordmustangson προχώρησε αργά προς την πόρτα. Όμως τη σταμάτησε ο Poirot.

 

‘Τι συμβαίνει ντετέκτιβ; Νομίζω ότι δεν έχω κάνει ακόμα κάποιο έγκλημα. Πέρα ίσως από μερικές πάπιες.’

 

‘Ναι, σ’ αυτό δεν έχετε άδικο. Όμως δεν είναι αυτός ο λόγος που σας εμπόδισα. Αν αυτό το δίχρονο παίρνει δικάβαλλο θέλω να έρθω κι εγώ στη Daytona. Σε 33 νουβέλες και 51 διηγήματα το μόνο που κάνω είναι να πίνω κακάο, να τρώω βραστά αυγά, να βρέχομαι και να στρίβω το μουστάκι. Πάμε να δείξουμε σ’ αυτούς τους κουλοαμερικάνους της Daytona πως πάνε οι Βρετανικές γκαζιέρες.’

 

Βουβοί οι πρωταγωνιστές του μικρού αυτού δράματος παρακολουθούσαν τον Poirot να ξεμακραίνει με τη λαίδη Fordmustangson, στο στενό επαρχιακό δρόμο. Ήταν μια εξέλιξη που κανείς μα κανείς τους δεν είχε προβλέψει.

 

‘Χαλάλι τους η μανέτα’ ψιθύρισε η Floretta. ‘Και η φουρκέτα’ είπαν μαζί η Beta και η Manetta. Πάμε να φτιάξουμε μια ομελέτα;’ πρότεινε η Lambretta.

 

Το σούρουπο έπεσε αργά στο Arkham Manor. Και μύριζε καστορέλαιο.

 

The End

 

 

ΥΓ. Μια και ακολούθησα όσο μπορούσα πιστά τα βήματα της Μεγάλης Κυρίας, του αστυνομικού μυθιστορήματος, ήθελα να δώσω στην ιστορία αυτή κάτι παραπάνω, μια και σπάνια γράφω τέτοιου ύφους διηγήματα. Έτσι στο κείμενο που μόλις διαβάσατε ‘κρύβονται’ τέσσερις συγγραφείς του διαμετρήματος της Agatha Christie. Το που είναι κρυμμένοι δεν είναι δύσκολο να βρεθεί. Υπάρχουν τα στοιχεία που παραπέμπουν σ’ αυτούς αρκεί κάποιος να διαβάσει προσεκτικά. Όποιος βρει ‘τους Τέσσερις’, δεν έχει παρά να στείλει ένα mail στο [email protected] δίνοντας τα ονόματα τους και τα στοιχεία που οδήγησαν σ’ αυτούς! Θεωρώ ότι μία εβδομάδα είναι αρκετός χρόνος αναμονής, στο τέλος της οποίας θα δοθεί και η λύση με τα στοιχεία που παραπέμπουν στα 4 ονόματα…

 

--------------------------------UPDATE--------------------------------

Οι αναγνώστες του MOTO απέδειξαν για άλλη μία φορά ότι είναι άνθρωποι με ευρύτητα, μέσα από την επικοινωνία που δεχτήκαμε για τον, ομολογουμένως δύσκολο, διαγωνισμό «διαβάσματος». Κι όμως, βρέθηκαν δύο που είχαν τις σωστές απαντήσεις και αμέσως μετά, αποδείχτηκε και το ήθος των αναγνωστών μας: Η κα Κατερίνα Σταματοπούλου που βρήκε πρώτη την σωστή απάντηση, ζήτησε να αποκλειστεί καθώς είχε ήδη το βιβλίο, και έτσι πήγε στον κ. Ειρηναίο!

 

Σας ευχαριστούμε λοιπόν για την ανάγνωση, την συμμετοχή και φυσικά την διάθεση!

 

Αναλύοντας τα στοιχεία

 

1. Το κοράκι του οικόσημου στο σαλόνι παραπέμπει στο θρυλικό The Raven του Edgar Alan Poe. Επιπλέον στοιχείο η πίσσα και τα πούπουλα που αναφέρονται στο διήγημα του Poe ‘Dr. Tarr and Professor Feather’ για να βεβαιωθεί κάποιος ότι είναι στο σωστό δρόμο. Και σαν να μην έφτανε αυτό, τα λατινικά του οικόσημου, δηλαδή Quaero Scriptor σημαίνουν ‘αναζητήστε το συγγραφέα’.

 

2. Αrkham είναι το όνομα μιας φανταστικής πόλης που βρίσκεται υποθετικά στη Μασαχουσέτη και υιοθετήθηκε από τον άφθαστο H.P. Lovecraft, στις περισσότερες ιστορίες του σχετικά με την μυθολογία των Cthulu, και μαζί με το βιβλίο ‘Necronomicon’ είναι από τα πιο εύκολα αναγνωρίσιμα ονόματα του.

Επίσης ο τίτλος της ιστορίας ‘Mystery of Arkham Manor’ ήταν ένα εκπληκτικό παιχνίδι adventure που είχε κυκλοφορήσει αποκλειστικά για τον Spectrum!

 

3.Το όνομα του σωφέρ είναι Pip παραπέμποντας ευθέως στον Pip από τις Μεγάλες Προσδοκίες του Dickens, ίσως ο πιο εύκολος γρίφος μια και υπάρχει άμεση σύνδεση χωρίς να κρύβεται κάτι, είναι δε ένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικό όνομα.

 

Oπότε μέχρι τώρα έχουμε τρεις σχετικά εύκολο να βρεθούν συγγραφείς:

Edgar Alan Poe, Charles Dickens και H.P. Lovecraft.

 

Ο τέταρτος ήθελα να ‘παιδεύει’ λίγο.

 

Κάποια στιγμή ο λόρδος μιλάει για τον επιθεωρητή Moran. Αν το ψάξει κάποιος στο google, δεν θα βρει κανένα επιθεωρητή Moran απλά γιατί δεν υπάρχει. Παρακάτω όμως στο κείμενο, ο λόρδος έχει τον παρακάτω διάλογο με τον Poirot:

 

‘Mα… πως; Poirot χωρίς να θέλω να σας αμφισβητήσω μου φαίνεται αδιανόητο! Ο επιθεωρητής  Sebastian Mor-’

‘Mη με προσβάλλετε συγκρίνοντας με με αυτόν τον απαίδευτο υπαλληλίσκο’ άστραψε ο Poirot.

 

Αν κάποιος συνδέσει τα δυο και ψάξει για τον Sebastian Moran θα βρει εύκολα ότι πρόκειται για ένα περιβόητο εχθρό του Sherlock Holmes, που κάποτε τον είχε αποκαλέσει "the second most dangerous man in London" και που εμφανίζεται για πρώτη φορά στην ιστορία ‘The Adventure of the Empty House.’

Έτσι ο τέταρτος συγγραφέας είναι προφανώς ο Arthur Conan Doyle.

 

Έτσι έχουμε συνολικά τους τέσσερις:

 

  • Sir Arthur Conan Doyle
  • H.P. Lovecraft
  • Edgar Alan Poe
  • Charles Dickens

 

Τρεις μεγάλοι του φανταστικού διηγήματος κι ένας κλασσικός.
 

Permissum illic exsisto lux lucis – Let there be light ;)