Ταξίδι στην Κεντρική Ασία: Β' ανταπόκριση

Πάνω στο δρόμο του μεταξιού
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

8/7/2019

Η διάσχιση του Καζακστάν με την λευκή Honda CB500X στην διαδρομή Oral – Aktobe – Aral – Shymkent (2.150 χλμ) αποδείχθηκε η πιο ανιαρή και μονότονη αποστολή του ταξιδιού. Στέπες, καμήλες, άμμος, ευθεία και μοναξιά, πρωταγωνίστησαν για τρεις μέρες στην ζωή μου…
Το Ουζμπεκιστάν ήταν η δεύτερη κεντροασιατική χώρα που με υποδέχθηκε. Η πρωτεύουσα Τασκένδη, μόλις 20 χιλιόμετρα από τα σύνορα με το Καζακστάν, με κοίμισε στην αστική της αγκαλιά για δυο μέρες, μου πρόσφερε μια ευχάριστη περιπλάνηση σε ενδιαφέροντα μουσεία (Μουσείο Ταμερλάνου), βαθύσκιωτα πάρκα και μεγάλες πλατείες, ενώ οι καλοσυνάτοι κάτοικοί της με καλωσόρισαν στην πόλη τους μ’ ένα διάπλατο χαμόγελο.


Μόλις 280 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Τασκένδης, κυκλωμένη από καταπράσινα χωράφια με βαμβάκι, αντίκρισα την Σαμαρκάνδη, το "Γαλάζιο Μαργαριτάρι της Κεντρικής Ασίας", που υπήρξε μια από τις σημαντικότερες πόλεις στην διαδρομή του μεταξένιου δρόμου, από την μακρινή Κίνα στην Δύση.
Στο διάβα των αιώνων, τις πύλες της κεντροασιατικής πολιτείας πέρασαν αμέτρητα εμπορικά καραβάνια, σκονισμένοι ταξιδιώτες και αδίστακτοι εισβολείς. Η απόφαση του Ταμερλάνου να επιλέξει την Σαμαρκάνδη για πρωτεύουσα της κοσμοκρατορίας του, μοιραία της χάρισε μια περίοπτη θέση στο πάνθεον των πιο ένδοξων πόλεων του κόσμου.


Με σημείο αναφοράς την διάσημη πλατεία Regastan, η παλαιά πόλη της Σαμαρκάνδης ήταν γεμάτη με πανύψηλα μνημεία, που με εντυπωσίασαν κυρίως με τους γαλάζιους τρούλους τους. Μαυσωλεία και τζαμιά τα περισσότερα, αποτελούσαν την μακροσκελή λίστα των μοναδικών κτισμάτων της μαγευτικής Σαμαρκάνδης.
Δεν χρειάστηκε να οδηγήσω περισσότερα από 270 χιλιόμετρα για να φτάσω κατόπιν στην Μπουχάρα, που καμαρώνει σήμερα για τα διάσημα χαλιά της, όπως φυσικά και για τα 140 διατηρημένα μεσαιωνικά κτίσματα που υπάρχουν στα όρια της παλαιάς πόλης.
Η Μπουχάρα, το "δεύτερο ανατολίτικο θαύμα", όπως περιγραφόταν από τους ποιητές της Ανατολής, έφτασε στο απόγειο της δόξας της κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους (12ο–16ο αιώνα), όταν εξελίχθηκε σ’ έναν από τους σημαντικότερους εμπορικούς σταθμούς πάνω στο Δρόμο του Μεταξιού.


Η Μπουχάρα, διαθέτοντας ένα μοναδικό σκηνικό εποχής, μού πρόσφερε στο ακέραιο την αίσθηση μιας αυθεντικής ανατολίτικης πολιτείας της μεσαιωνικής περιόδου. Αλλά και οι κάτοικοί της, απλοί και καλοσυνάτοι, σε αρκετές περιπτώσεις με κάλεσαν σπίτι τους για να πιούμε μαζί ένα φλιτζάνι τσάι και να μου διηγηθούν μια ιστορία για ένα τζαμί ή ένα κάστρο, για ένα μύθο ή έναν τρομερό πολεμιστή της μυθικής Μπουχάρα… Γιατί να αρνηθώ άλλωστε; Επειδή δεν μιλούσα ουζμπέκικα;

Το άρθρο συνοδεύεται από πλούσιο φωτογραφικό υλικό

RIDE THE CLASSIC WAY, μέρος Ε΄ - Ιταλία / Άλπεις

Ταξίδι στην Κέντρική Ευρώπη με BMW R 18 CLASSIC FIRST EDITION
Από τον

Κωνσταντίνο Μητσάκη

24/10/2022

Δυο ορεινά περάσματα είχαν πλέον απομείνει για την ολοκλήρωση της αλπικής διαδρομής του “RIDE THE CLASSIC WAY”: το Umbrail Pass (2.503 μ.) και το Passo dello Stelvio (2.764 μ.) – τα καλύτερα μάς περίμεναν στο τέλος!

Αφού ανεφοδιαστήκαμε σε καύσιμα στην κωμόπολη Santa Maria, ξεκινήσαμε σβέλτα για την κορυφή του Umbrail Pass που βρισκόταν πάνω στη συνοριακή γραμμή Ελβετίας – Ιταλίας. Παρεμπιπτόντως, ο δρόμος των 13,2 χιλιομέτρων που θα μας οδηγούσε στην κορυφή ήταν ο ψηλότερος ασφαλτοστρωμένος δρόμος της Ελβετίας.

Έχοντας δανειστεί το όνομά του από την κοντινή βουνοκορφή Piz Umbrail, το Umbrail Pass μάς έδειξε από τα πρώτα κιόλας χιλιόμετρα τα «δόντια» του, αφού βρεθήκαμε αντιμέτωποι με 35 απανωτές ανηφορικές φουρκέτες και μέγιστη κλίση δρόμου στο 14%!

Το παλέψαμε γενναία και λίγη ώρα αργότερα, στη συνοριακή γραμμή Ελβετίας–Ιταλίας, ολοκληρώσαμε σε υψόμετρο 2.503 μ. την ανάβαση του ορεινού περάσματος Umbrail Pass. Αναμνηστικές φωτογραφίες μπροστά στις πινακίδες του χώρου, μια σύντομη ανάσα ξεκούρασης και πορεία κατόπιν για την τελευταία κορυφή.

Ακούγεται παράδοξο, αλλά η κορυφή του περάσματος Umbrail Pass απείχε μόλις 3,5 χλμ. από την αντίστοιχη του Passo Dello Stelvio – πριν καλα καλά το καταλάβουμε, βάλαμε ρόδα στο θεαματικότερο ορεινό πέρασμα της Ευρώπης και δεύτερο ψηλότερο των Άλπεων (2.757 μ.). Οι ιδανικές καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν (ηλιοφάνεια με 18ο C) ήταν η αιτία της κοσμοσυρροής που συναντήσαμε στη κορυφή του περάσματος Stelvio. Εκατοντάδες ντόπιοι –αλλά και ξένοι– μοτοσυκλετιστές και ποδηλάτες ανεβοκατέβαιναν την φιδίσια ασφάλτινη λωρίδα, απολαμβάνοντας την εκπληκτική διαδρομή και το υπέροχο αλπικό τοπίο.

Κατασκευασμένο μέσα σε 5 χρόνια (1820–1825), το διάσημο Passo dello Stelvio αποτελεί για τους Ιταλούς σήμερα έναν “must to go” προορισμό με εμβληματικό χαρακτήρα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που η Alfa Romeo και η Moto Guzzi έδωσαν την ονομασία STELVIO σ’ ένα μοντέλο τους. Παρεμπιμπόντως, το συγκεκριμένο βορειο-ιταλικό πάσο αποτελεί από το 1953 ετάπ ανάβασης στον ποδηλατικό « Γύρο της Ιταλίας».

Αφού παρκάραμε τις μοτοσυκλέτες και περπατήσαμε χαλαρα στην κορυφή του Stelvio, γευματίσαμε κατόπιν σ’ ένα καφέ-εστιατόριο σχολιάζοντας τις όμορφες εικόνες και τις δυνατές εμπειρίες που αποκομίσαμε καθόδον από τη Ζυρίχη στο Passo dello Stelvio. Και η κουβέντα μας καλά κρατούσε!

Κάποια στιγμή όμως έφτασε η ώρα του αποχαιρετισμού. Ανανεώνοντας το επόμενο ραντεβού μας για τα μέσα Νοεμβρίου στην Ελλάδα, ο Στέλιος ξεκίνησε την επιστροφή του στη Ζυρίχη κι εγώ άρχισα να κατηφορίζω στη νότια πλευρά του Passo dello Stelvio με προορισμό την ιταλική κωμόπολη Bormio, όπου και θα διανυκτέρευα. Και τελικά, μετά από 13 ώρες ημερήσιας οδήγησης, κατέβηκα από την σέλα της BMW R18 CLASSIC και κατέλυσα σ’ ένα γραφικό αγροτόσπιτο, κάπου στα νότια προάστια της Bormio. Η αλπική διαδρομή του RIDE THE CLASSIC WAY” μόλις είχε ρίξει τίτλους τέλους: τέσσερα θεαματικά αλπικά πάσο, μια στιβαρή μοτοσυκλέτα, ένας ενθουσιασμένος αναβάτης...