Nordkapp 2017 – 6η μέρα «Το Malangen»!

Εκεί που «φυτρώνει» το Β. Σέλας!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

2/7/2017

Κάτι πρωτοποριακό έγινε στην χθεσινή διαδρομή για τις 40 Africa Twin, δεν πήραν ούτε ένα φέριμποτ! Ξεκίνησαν από την κατασκήνωση που είχαν στήσει στο Lofoten, στην άκρη του μεγαλύτερου από τα νησιά του Moskenes, του πιο γραφικού νομού της Νορβηγίας.

Τα σχεδόν 500 χιλιόμετρα που κάλυψαν εχθές μέχρι το Malagen, ξεκίνησαν σε μια ηλιόλουστη μέρα με όλους τους συμμετέχοντες ξεκούραστους, έχοντας απολαύσει έναν μαγικό ύπνο, όπως είπε χαρακτηριστικά ο Πυρπασόπουλος, που έπρεπε να πείσει την εαυτό του να κοιμηθεί. Η μέρα που δεν φεύγει ποτέ, με τον ήλιο που δύει μέχρι το σημείο να αγγίξει την θάλασσα κι έπειτα ξεκινά να μεσουρανεί ξανά, παίζει παιχνίδια με το μυαλό των ταξιδευτών. «Είχαμε στήσει εκείνη την τεράστια φωτιά, ακούγαμε τα βιολιά και το φολκλορικά τραγούδια πίνοντας μπύρες, σε ένα ατέλειωτο ηλιοβασίλεμα που κρατούσε ώρες αντί για λεπτά. Πως το αφήνεις αυτό να πας για ύπνο;».

Είναι μία εύλογη απορία και η λύση όπως μας περιέγραψε, είναι απλά να το πάρεις απόφαση. Ξεκινώντας λοιπόν το πρωί του Σαββάτου με τον ήλιο ήδη ψηλά, χρειάστηκε να ανοίξουν οι αεραγωγοί στο μπουφάν για πρώτη φορά. Η θερμοκρασία ήταν στους 23ο Κελσίου, κάτι απίστευτο για την περιοχή και πραγματικά σπάνιο. Οι κάτοικοι δεν βλέπουν με καλό μάτι τις υψηλές αυτές θερμοκρασίες. Όχι λόγω συνήθειας, τους αρέσει και ο ήλιος και η ηλιοθεραπεία, αλλά αντιλαμβάνονται πλήρως την επέκταση  και τις συνέπειες των μικρών αλλαγών στο κλίμα τους. Ο παγετώνας που επισκέφτηκε ο Γιώργος τις προηγούμενες μέρες, είναι ένας από τους λίγους που έχουν απομείνει στην Νορβηγία και σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη θα έχει εξαφανιστεί μέσα στην επόμενη δεκαετία. Το πρόβλημα για τους κατοίκους είναι πιο πρακτικό από το να χάσουν τον παγετώνα που έβλεπαν από την αρχή της ζωής τους… Είναι όλοι τους ψαράδες που έχουν χτίσει τα σπίτια και τα χωριά τους κυριολεκτικά ένα βήμα από την θάλασσα, πολλοί φυλάσσουν τις βάρκες τους σε προφυλαγμένα κιόσκια σαν σε γκαράζ, με πρόσβαση απευθείας στο σπίτι. Βλέπουν λοιπόν την κλιματική αλλαγή με διαφορετικό μάτι, από τους υπόλοιπους, αντιλαμβανόμενοι πως είναι ένα πρόβλημα που θα τους απασχολήσει άμεσα. Είναι συνηθισμένοι σε αυτή την θερμοκρασία, αλλά όχι με την συχνότητα που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια.

Για τους ταξιδιώτες η θερμοκρασία των εικοσιτριών βαθμών Κελσίου είναι όμως ευπρόσδεκτη και φυσικά δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστη, όταν στην αρχή του ταξιδιού πάγωναν τα χέρια στο τιμόνι, βρέχονταν και έβλεπαν το χιόνι να πέφτει στον δρόμο.. Μέσα στον Αρκτικό Κύκλο όμως ζούνε μία μικρή Άνοιξη! Ο Γιώργος περιγράφει μία κατάσταση όπου πλέον όλοι οι συμμετέχοντες είναι μία πραγματική παρέα σαν να γνωρίζονται χρόνια, με πειράγματα αστεία που βγάζουν νόημα μονάχα στους ίδιους και δεν εξηγούνται, κι έχουν δημιουργηθεί διάφορα πηγαδάκια. Ο Γιώργος με τον Τούρκο αναβάτη Enduro και αγωνιζόμενο, Ümit Salkim είναι ένα από αυτά τα πηγαδάκια, σε μία φίλια που θα παραμείνει μετά το τέλος του Nordkapp 2017, όπως λένε και οι δύο.

Μέχρι στιγμής έχουν διανύσει σχεδόν 3.000 χιλιόμετρα χωρίς κανένα πρόβλημα για οποιαδήποτε από τις σαράντα Africa Twin, και με εξαίρεση ένα ατύχημα στην αρχή του ταξιδιού, δεν έχει υπάρξει κάποιο συμβάν. Μία από τις κοπέλες παρατηρώντας το τοπίο δεν φρενάρισε εγκαίρως. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο για να της αφαιρεθεί ένα αιμάτωμα και δεν υπήρξε κάτι σοβαρότερο.

Όλοι οι συμμετέχοντες δίνουν μεγάλη προσοχή στα ραντάρ της τροχαίας και στην τήρηση των ορίων ταχύτητας, όμως στους δρόμους που πλέον κινούνται, έρημοι από κίνηση και με εξαιρετική άσφαλτο, δεν είναι πρόβλημα να ανοίξει κανείς το γκάζι λίγο παραπάνω. Ο Kevin Benavides που μέχρι εχθές ήταν μαζί τους, έδωσε πρώτος το παράδειγμα, φτάνοντας στις προκαθορισμένες στάσεις με τεράστια διαφορά κάθε φορά! Ο Πυρπασόπουλος γνωρίζει έτσι τον δεύτερο αναβάτη των παγκόσμιων Rally και αρχίζει να βλέπει με άλλο μάτι την ενασχόλησή του με την μοτοσυκλέτα:

«Δεν έχω υπάρξει πιο άνετος πάνω σε μηχανή, από αυτό που ζω τώρα με την Africa Twin! Κάνουμε τόσα χιλιόμετρα κάθε μέρα και την επόμενη ανεβαίνω με μεγαλύτερη ανυπομονησία! Η σέλα είναι εξαιρετική, δεν υπήρξε μέρα που να κουράστηκα, η προστασία από τον αέρα είναι άψογη και νιώθω μεγάλη ευκολία στο χειρισμό της, ότι ελιγμό κι αν χρειάστηκε να κάνω!».

Φτάνοντας στο Malangen, το καλύτερο σημείο της Ευρώπης για να παρακολουθήσεις το Β. Σέλας, όχι βέβαια αυτή την εποχή του χρόνου που δεν νυχτώνει, τους περίμενε άλλη μία μεγάλη μέρα, αντί για νύχτα. Αυτή την στιγμή ξεκινάνε για Alta, την τελευταία στάστη πριν το Nordkapp! Περιμένουμε λοιπόν φωτογραφίες από το φημισμένο πέρασμα Birtavarre στο ομώνυμο χωριό των μεταλλωρύχων, για το οποίο οι θρύλοι με trolls είναι όσοι και οι κάτοικοι!

  

 

Διαβάστε επίσης:

Εκκίνηση

Μέρα 1η

Μέρα 2η

Μέρα 3η

Μέρα 4η

Μέρα 5η

 

Μια απ' τις πιο σημαντικές "μοτοσυκλέτες" της Moto Guzzi

Η κρυφή ιστορία πίσω απ' το τρίτροχο
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

6/2/2019

Moto Guzzi V7, η πιο αναγνωρίσιμη της εταιρείας που κατέχει το ρεκόρ του Ευρωπαίου κατασκευαστή με την μεγαλύτερη ΑΔΙΑΚΟΠΗ λειτουργία, μία μοτοσυκλέτα είδωλο για όλους τους ιταλόφιλους και όχι μονάχα τους guzzisti! Σήμερα θα πάμε στην απαρχή της ιστορίας της και θα βρούμε την βάση για έναν από τους λόγους της επιτυχίας της. Και για να το κάνουμε αυτό θα ξεκινήσουμε με μία ελάχιστα γνωστή τρίκυκλη μοτοσυκλέτα, που παίζει με τα όρια που υπάρχουν με την αυτοκίνηση του σήμερα, μιας και κάποτε όλες αυτές οι περιοχές ήταν ακόμη πιο γκρίζες…

Με μια πρώτη ματιά το τρίτροχο της Moto Guzzi εντυπωσιάζει με τον σχεδιασμό του θυμίζοντας περισσότερο αυτοκίνητο -λόγω του τιμονιού- και λιγότερο φουρκόνι όπως θα προτρέξουν πολλοί να το παρομοιάσουν, όμως στην πραγματικότητα είναι κάτι τελείως ξεχωριστό.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 η Moto Guzzi υπέγραψε μια συμφωνία με τον ιταλικό στρατό ώστε να τους κατασκευάσει ένα όχημα ικανό για να περάσει ακόμη κι απ’ τα πιο δύσβατα ορεινά μονοπάτια, μεταφέροντας συνάμα μεγάλες ποσότητες προμηθειών και χωρίς να έχει μεγάλο κόστος συντήρησης. Η πρόταση έπεσε στο τραπέζι της Moto Guzzi απ’ τον στρατηγό Ferruccio Garbari που ήθελε να “αποσύρει” τα μουλάρια που χρησιμοποιούσαν μέχρι πρότινος τα στρατεύματα για την μεταφορά εφοδίων καθώς κατά τη διάρκεια του ‘Β Παγκοσμίου Πολέμου αποδείχτηκαν υπό μια έννοια ζημιογόνα, αφού όπως όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί έπρεπε να τραφούν για να αποδώσουν - και με τη τροφή να είναι περιορισμένη τα πράγματα ήταν ιδιαίτερα δύσκολα. Έτσι τον Μάρτιο του 1960 μετά από έναν χρόνο εντατικών δοκιμών και τροποποιήσεων, η Moto Guzzi παρουσίασε το Autoveicolo Da Montagna (ορεινό όχημα).

Υπεύθυνος για τη δημιουργία του ήταν ο ευρηματικός μηχανικός της ιταλικής εταιρείας, Giulio Carcano. Το αρχικό του πλάνο ήταν να χρησιμοποιήσει τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 500 κυβικών που είχαν κι άλλες μοτοσυκλέτες της εταιρείας -τόσο στρατιωτικές όσο και παραγωγής, όμως αφού αποδείχτηκε αρκετά αδύναμος τα πράγματα πήραν άλλη τροπή. Λίγα χρόνια νωρίτερα ο Giulio είχε σχεδιάσει έναν αερόψυκτο δικύλινδρο V 90ο με σκοπό να τοποθετηθεί στην sport έκδοση του Fiat 500, όμως το σχέδιο ματαιώθηκε καθώς η Moto Guzzi δεν είχε τη δυνατότητα να τον παράγει στις ποσότητες που ζητούσε η Fiat. Ναι, ήταν μία ωραία εποχή που ευνοούσε τις συνεργασίες. Το γεγονός πως ήταν υπεύθυνος στη δημιουργία του Autoveicolo Da Montagna του έδωσε τη δυνατότητα να εξελίξει περαιτέρω τον κινητήρα αυξάνοντας τον κυβισμό στα 754 κυβικά, προσφέροντας έτσι στο βαρυ σχετικά πρωτότυπο τις απαραίτητες επιδόσεις για να περνά και απ' τα πιο δύσκολα μονοπάτια. Ακόμη, ο κινητήρας είναι εφοδιασμένος με κιβώτιο έξι σχέσεων και μια όπισθεν παρέχοντας την κατάλληλη κλιμάκωση της δύναμης ώστε να ανεβαίνει μέχρι και πλαγιές με κλίση έως 31 μοίρες. Για να μην αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα σε οποιοδήποτε τερέν, εφοδίασε τους πίσω τροχούς με ένα είδος ερπύστριας που μάλιστα είναι ρυθμιζόμενη ώστε να παρέχονται τα μέγιστα δυνατά επίπεδα πρόσφυσης, ενώ η μετάδοση της κίνησης γίνεται μέσω του διαφορικού.

Ακόμη ο μπροστινός τροχός παίρνει κίνηση απ’ τον κινητήρα μέσω δύο αξόνων με αποτέλεσμα να εκμηδενίζονται σχεδόν οι πιθανότητες να κολλήσει σε κάποιο μέρος στο βουνό. Όμως, το μεγαλύτερο ατού του –η αναρρίχηση στις απότομες πλαγιές- ήταν ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο μειονέκτημά του, καθώς είχαν σκοτωθεί αρκετοί στρατιώτες την ώρα που ανέβαιναν στις πλαγιές αφού πολλές φορές αναποδογύριζε, πλακώνοντάς τους. Με την σκληρότητα που υπήρχε εκείνη την εποχή, συγκριτικά με την πιο εύκολα συναισθηματικά φορτισμένη δική μας, να ρίχνει βάρος και στο ίδιο το στράτευμα, καθώς δεν ήταν επαρκώς εκπαιδευμένο...

Σαν σύνολο εκπλήρωνε επιτυχώς τον στόχο του, αφού το πεδίο δράσης του δεν γνώριζε περιορισμούς -χάρη στην κίνηση στους τρεις τροχούς και τις ερπύστριες- ενώ παράλληλα το κόστος συντήρησης δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλο σε χρήμα αλλά αντίθετα σε χρόνο. Πράγμα που σε στρατιωτικούς όρους το καθιστούσε ασύμφορο. Έτσι οι απώλειες που είχαν προκύψει απ’ τη χρήση του και σε συνδυασμό με τη δύσκολη συντήρηση που είχε λόγω των αξόνων κίνησης οδήγησε στην διακοπή της παραγωγής της, το 1963. Δεν είναι τυχαίο που το ψευδόνυμό του σε πολύ ελεύθερη μετάφραση, ήταν: "Συνονθύλευμα γραναζιών".

Το εικονιζόμενο, άψογα ανακατασκευασμένο μοντέλο, προέρχεται απ’ το μουσείο The motorworld του V. Sheyanov που βρίσκεται κοντά στην Σαμάρα, βορειοανατολικά της χώρας μας κοντά στα σύνορα της Ρωσίας και του Καζακστάν.

Ο Peter Moskovsskikh αναφέρει την ιστορία της μοτοσυκλέτας μέχρι να μπει στο μουσείο ως έκθεμα λέγοντας: “Την αποκτήσαμε από έναν συλλέκτη στο Rimini. Δεν ήταν σε κακή κατάσταση όμως η ολική ανακατασκευή της ήταν απαραίτητη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν να βρούμε όλα τα ανταλλακτικά και όχι η διαδικασία της αναπαλαίωσης που διήρκησε έξι μήνες.” Για την ακρίβεια η αναπαλαίωση ήταν τόσο πιστή που απέκτησε ξανά μέχρι και την Beretta 38/49 που χρησιμοποιούσαν τα ιταλικά στρατεύματα στο ‘B Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως και το έμβλημα του Torino Alpini του στρατιωτικού σώματος που την χρησιμοποιούσε.

Η ανακατασκευή της όμως δεν έγινε στο ρωσικό μουσείο όπως πολλοί θα πιστεύαμε αλλά πίσω στην Ιταλία, στο Cingoli, απ’ τον Costantino Frontalini ιδιοκτήτη ενός άλλου μουσείου που είναι αφιερωμένο στα sidecars.

Το τρίτροχο της Moto Guzzi έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της κίνησης που είχε και στους τρείς τροχούς καθώς και των ερπυστριών της όμως το πραγματικό μυστικό είναι ότι κρύβει μέσα της κάτι που είναι ανεκτίμητης ιστορικής αξίας για την εταιρεία, τον κινητήρα της. Όχι μόνο επειδή ήταν ο πρώτος διάταξης V της Moto Guzzi που χρησιμοποιήθηκε έστω και σε μοντέλο για στρατιωτική χρήση αλλά επειδή μετέπειτα θα εξόπλιζε μοντέλο - είδωλο της εταιρείας, το V7.

Ο λόγος της δημιουργίας της V7, αποσκοπούσε στο να κερδίσει η Moto Guzzi έναν διαγωνισμό που είχε ξεκινήσει η ιταλική κυβέρνηση για τον εξοπλισμό της αστυνομίας με μοτοσυκλέτες. Νικητής του διαγωνισμού θα ήταν αυτός που η μοτοσυκλέτα του θα είχε το χαμηλότερο κόστος συντήρησης απ' τις υπόλοιπες στα πρώτα 100.000 και όπως καταλαβαίνετε η Moto Guzzi σε αυτόν τον τομέα δεν είχε αντίπαλο, χάρη τη δημιουργία του Giulio Carcano. Για να τον τιμήσει έδωσε τ' όνομά του στον κινητήρα, παρουσιάζοντας έτσι τον Carcano V7Έτσι το 1964 η πρώτη V7 βγήκε στην παραγωγή διαμορφώνοντας την εικόνα της Moto Guzzi που μέχρι σήμερα παραμένει αναλλοίωτη με τους εγκάρσια τοποθετημένους κινητήρες.

Αν θέλετε, εδώ μπορείτε να διαβάσετε την δοκιμή της V7 II Special 2015, συνεχίζοντας την ιστορία του Carcano...

Ετικέτες