Honda CB500X & F 2019: Οδηγούμε στην Ισπανία [video]

Πρώτες εντυπώσεις & πληροφορίες
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

19/2/2019

Τα νέα, πολυαναμενόμενα μοντέλα της σειράς CB500 X και F, είχαμε την ευκαιρία να οδηγήσουμε στην Ισπανία στους στενούς και εξαιρετικούς δρόμους της Τενερίφης, του μεγαλύτερου από τα επτά βασικά νησιά στο σύμπλεγμα των Κανάριων Νήσων. Το MOTO επισκέπτεται κάθε χρόνο αυτά τα νησιά, προσκεκλημένο σε διαφορετικές δημοσιογραφικές παρουσιάσεις, ωστόσο η Honda κατάφερε να βρει εκείνη την μόνη διαδρομή που ήταν ανεξερεύνητη, κι αυτό μιας και οι λιγότεροι δημοφιλής στενοί δρόμοι ταίριαζαν απόλυτα με τον χαρακτήρα των νέων CB. Επιπρόσθετα ήταν μία από τις ελάχιστες φορές που μπορέσαμε να οδηγήσουμε και στο χώμα, κάτι που δεν έχει συμβεί με εταιρίες όπως η KTM και η Ducati, εξαιτίας της πολυπλοκότητας στις διαδικασίες που έχουν επιβάλει οι τοπικές αρχές προσπαθώντας να διαφυλάξουν το πρώτο και τελευταίο δάσος των ηφαιστιογενών νησιών. Τα δέντρα μπορεί να μην είναι σε αφθονία, εκείνο όμως που περισσεύει είναι τα υλικά από τα έγκατα της Γης, με τα οποία στρώνουν τους δρόμους μετατρέποντας την έξοδο από το πάρκινγκ των σπιτιών τους σε έξοδο από την pit lane… Και με ένα Ευρώ το λίτρο στην ήπια φορολογημένη βενζίνη, τα νησιά αυτά μπορείς να τα αποκαλέσεις μοτοσυκλετιστικό παράδεισο, δίχως καμία απολύτως υπερβολή! Με πλοηγό τον Steve Plater να δίνει τον ρυθμό, Βρεττανό πρωταθλητή το 2009, νικητή του Isle of Man κι ένα κατεβατό από ακόμη μεγαλύτερες περγαμηνές, η δοκιμή των νέων CB δεν προβλεπόταν εξ αρχής να ακολουθήσει με απόλυτη πιστότητα την περιγραφή του χαρακτήρα με τον οποίο τα προίκισε η μητέρα Honda, κι έτσι ακριβώς συνέβη τελικά!

Στο παρακάτω trailer μπορείτε να πάρετε μία πλούσια γεύση από την εμπειρία της οδήγησής τους, πριν συνεχίσετε με τις πρώτες οδηγικές εντυπώσεις και λεπτομέρειες, μέχρι να επιστρέψουμε από τον παράδεισο αυτό της μοτοσυκλέτας και να ακολουθήσει η ακόμη πιο αναλυτική παρουσίασή τους:

 

Η σειρά CB500 ανανεώθηκε στην αυγή των νέων κανονισμών Euro5, κάνοντας ακριβώς εκείνες τις αλλαγές που χρειαζόταν για να πληρούνται οι νέες προδιαγραφές ρύπων, με την διαφορά πως δεδομένης της ευκαιρίας προχώρησαν σε ολικό επανασχεδιασμό τμημάτων του κινητήρα. Πάντα με γνώμονα τον βέλτιστο συνδυασμό κατανάλωσης και απόδοσης. Όταν η Honda μιλά βέβαια για απόδοση, δεν εννοεί την μέγιστη δυνατή ιπποδύναμη, αλλά εκείνη που καλύτερα αντιπροσωπεύει τον χαρακτήρα της μοτοσυκλέτας. Κι αυτό στην περίπτωση του CB500X σημαίνει μία καθημερινή σύντροφος για όλες τις διαδρομές ρουτίνας και παράλληλα ικανότητα ταξιδιού αλλά και σύντομο πέρασμα από χωματόδρομους προς εξερεύνηση της ακτογραμμής τα καλοκαίρια… Οι παρουσιάσεις νέων μοντέλων που πραγματοποιούν οι εταιρίες, προσπαθούν να συμπυκνώσουν σε μία ημέρα την γνωριμία με τα χαρακτηριστικά της μοτοσυκλέτας και την απαραίτητη φωτογράφιση και βιντεοσκόπηση του κάθε ένα ξεχωριστά, γράφοντας το δυνατόν περισσότερα χιλιόμετρα στον χρόνο που απομένει. Αυτή είναι μονάχα μία από διαφορές με τις δοκιμές που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα και κρατούν κατά ελάχιστο μία εβδομάδα, περνώντας στο μεταξύ από όλες τις δοκιμασίες και τις εξειδικευμένες μετρήσεις που εμείς πραγματοποιούμε. Μέσα σε λίγο χρόνο και σε άγνωστους δρόμους παίρνεις μονάχα μία ιδέα από το μοντέλο, και είναι ορισμένες φορές πιο σημαντικό να γνωρίσεις τους ανθρώπους που το σχεδίασαν και να μιλήσεις μαζί τους, καθώς δεν θα υπάρξει άλλη τέτοια ευκαιρία. Εδώ βρίσκεται και η πραγματική σημασία τέτοιων παρουσιάσεων!

Στο τεύχος θα αναλύσουμε τον τρόπο που εργάστηκε η ομάδα πίσω από την ανανέωση των CB500, πού εστίασαν και πόσο χρόνο χρειάστηκαν για το κάθε τι. Το βασικό είναι βέβαια πως στόχευσαν στην κατασκευή μίας εύκολης και πολύ καλά ζυγισμένης μοτοσυκλέτας. Έτσι από την στιγμή που θα έβαζαν χέρι στον κινητήρα για να είναι έτοιμος με τις νέες προδιαγραφές, είχε έρθει η ευκαιρία για μία συνολική μείωση βάρους από στρατηγικά επιλεγμένα σημεία ώστε αυτή να ευνοήσει τον αναβάτη πολλαπλάσια με ακόμη καλύτερη κατανομή βάρους. Όπως είπαμε και με τους Ιάπωνες μηχανολόγους που έδωσαν το παρόν, η Honda δεν έχει να επιδείξει σοβαρά λάθη σε αυτό τον τομέα, στην κατανομή συγκεκριμένα δηλαδή, που είναι άλλο πράγμα από την μέτρηση βάρους… Πέρα από το Crosstourer που μονάχα με μεγάλη ταχύτητα δεν αντιλαμβάνεσαι το βάρος και θα πρέπει είτε να το μανουβράρεις σπρώχνοντας, είτε –χειρότερα- να σου πέσει στο πόδι για να νιώσεις τα σχεδόν τριακόσια κιλά του, η Honda φημίζεται για την κατανομή βάρους την ίδια στιγμή που δεν κάνει εκτεταμένες προσπάθειες για να το μειώσει. Για τα νέα μοντέλα της σειράς CB500, έκανε βέβαια έναν μικρό κόπο και προς την κατεύθυνση της δίαιτας, δεν τα παράτησε τελείως. Το F για παράδειγμα είναι δύο κιλά ελαφρύτερο από τους προκάτοχό, του μία αλλαγή που έχει προκύψει απλά από την ανανέωση των περιφερειακών και των ηλεκτρονικών όπως της μονάδας ABS καθώς είναι νεότερη σε ηλικία και τυχαίνει έτσι κι ελαφρύτερη. Από την άλλη τα γρανάζια του κιβωτίου έχουν κι αυτά ελαφρύνει, με την Honda να ξοδεύει χρόνο στο σχεδιασμό τους. Πρώτα όμως για να είναι καλύτερη η λειτουργία του κιβωτίου, κι έπειτα για να μειωθεί κι από εκεί το συνολικό βάρος.

Άλλωστε ο νέος τρόπος σχεδιασμού των μοτοσυκλετών, με το «νέος» να αντιπροσωπεύει την απαρχή αυτής της δεκαετίας που ήδη τελειώνει, απαιτεί υπολογισμούς με αναγωγή στο γραμμάριο κι έτσι όταν μιλάμε για μειώσεις βάρους συχνά ακουγόμαστε σαν τους χρυσοχόους καθότι κι εκείνοι υπολογίζουν τέτοιες υποδιαιρέσεις του κιλού με την ίδια προσοχή! Πόσο μάλιστα όταν τα λίγα αυτά γραμμάρια φεύγουν από κινούμενα μέρη, κάτι που πολλαπλασιάζει την αξία τους. Το κιβώτιο έχει συνολικά επανασχεδιαστεί, όλα τα γρανάζια είναι καινούρια με αμεσότερη εμπλοκή τους ενώ ταυτόχρονα τα νέα CB είναι τα μικρότερα Honda με υποβοηθούμενο μονόδρομο συμπλέκτη, κάτι που μειώνει την δύναμη που απαιτείται στην μανέτα κατά 45%! Μισή δύναμη σε μία μανέτα που πατούσες ήδη με την αντίσταση μαχαιριού σε βούτυρο, σημαίνει πως τώρα τα CB νομίζεις πως έχουν κομμένη ντίζα, τόσο εύκολα που χειρίζεσαι την μανέτα με ένα δάχτυλο. Από πλευράς μηχανολογικού σχεδίου το κιβώτιο, όπως και όλο το μπλοκ του κινητήρα εξωτερικά, μπορούν να θυμίσουν στο εκπαιδευμένο μάτι το CB600RR, κι αυτό δεν συμβαίνει τυχαία. Το ίδιο ισχύει και για το προηγούμενο μοντέλο με τις ομοιότητες να φτάνουν έως την διάμετρο των εμβόλων, νομίζοντας πως έχεις να κάνεις με την κομμένη στην μέση ενός τετρακύλινδρου.

Δύο είναι οι βασικοί λόγοι που συνέβη αυτό, ο εξής ένας: Βόλευε τους σχεδιαστές τόσο στην απλοποίηση του σχεδίου πατώντας σε γνώριμα μονοπάτια, όσο και πρακτικά στην βελτίωση της βιομηχανοποιημένης παραγωγής του δικύλινδρου στο σύγχρονο εργοστάσιο της Ταϊλάνδης. Ο μεγαλύτερος κινητήρας που έχει βγει από αυτό το εργοστάσιο είναι ο τετρακύλινδρος των CB650, που επίσης έχει αρκετές ομοιότητες με τα supersport και τα superbike που παράγονται στην Ιαπωνία. Από εκεί και πέρα για την συνολική εξωτερική εμφάνιση και συγκεκριμένα στην περίπτωση του CB500X, οι Ιάπωνες θέλησαν να προσδώσουν ομοιότητες με την Africa Twin, δημιουργώντας ένα καλύτερο ευδιάκριτο πλατύσκαλο στην σκάλα της γκάμας αλλά και μία ενδιάμεση λύση για εκείνους που θέλουν κάτι οικονομικότερο με άμεση όμως αναφορά στο μεγαλύτερο δικύλινδρο, που η μεταξύ τους απόσταση ίσως γίνει ακόμη πιο μεγάλη σε λίγο καιρό.

Άλλωστε για αυτό αποκτά και 19 ιντσών τροχό εμπρός την ίδια στιγμή που μεγαλώνει κατά 10mm και η διαδρομή του πιρουνιού και η γεωμετρία θέσης οδήγησης τοποθετεί το σώμα σε πιο όρθια θέση. Με νέα επίπεδη σέλα και μικρή αλλαγή στα μαρσπιέ, το νέο CB500X συνδυάζει σε υπερθετικό βαθμό την αίσθηση μεγάλης On-Off μοτοσυκλέτας με την ευκολία κίνησης της που πρέπει να έχει ένα μοντέλο πεντακοσίων κυβικών.

Αντίστοιχα το CB500F καταφέρνει να διαφοροποιηθεί αρκετά, πρώτα με την θέση οδήγησης φυσικά. Η Honda δεν αρκέστηκε στην αλλαγή που αναπόφευκτα δημιουργεί η μικρότερη διαδρομή των αναρτήσεων αλλά προχώρησε με βάση τα νέα στοιχεία σε επανασχεδιασμό, κάνοντας μικρές επεμβάσεις σε τιμόνι και μαρσπιέ, φέρνοντας το σώμα πιο μπροστά σε μία περισσότερο σκυφτή θέση συγκριτικά με τον προκάτοχο. Δίνοντας περισσότερο όγκο στα πλαστικά γύρω από το ρεζερβουάρ, και με την μικρή αυτή ενίσχυση που έχει ο κινητήρας στις μεσαίες στροφές, το CB500F είναι όσο σπορ δείχνει και στα κατάλληλα χέρια ακόμη περισσότερο, μειώνοντας την απόσταση που θέτουν τα όρια του κυβισμού του από μεγαλύτερες μοτοσυκλέτες!

Οδηγώντας πίσω από τον Steve Plater σε μία γεμάτη στροφές διαδρομή και κάνοντας συχνή χρήση του κιβωτίου χωρίς όμως το ενδιάμεσο στάδιο της μανέτας, το CB500F σου χάριζε ένα παιχνίδι που δεν ήθελες να σταματήσει. Απόλυτα σταθερό με αμεσότητα στις αλλαγές κατεύθυνσης κι ένα κιβώτιο που υπάκουε σε κάθε κλωτσιά που του έδινες, ανεβάζοντας αλλά και κατεβάζοντας ακαριαία δίχως σκέψη, το CB500F κατάφερνε να γεφυρώνει στον στενό επαρχιακό, την διαφορά κυβισμού με την μοτοσυκλέτα του Άγγλου πρωταθλητή. Είναι νόμος: Στις Θερμοπύλες και σε ανηφορικό στενό, στριφτερό κομμάτι, από αυτά που είναι γεμάτη η Ελλάδα, ο κυβισμός δεν παίζει ιδιαίτερο ρόλο…

Δικάναλο ABS με ικανοποιητική λειτουργία και φρένα που δεν θα βράσουν ποτέ, κατανάλωση που αν την επιβεβαιώσουμε σε μελλοντική δοκιμή στην Ελλάδα τότε θα σηκώνει να γεμίζεις το ρεζερβούαρ με σαμπάνιες, κι όλα αυτά με ταυτόχρονα σωστή κατανομή βάρους, τα νέα CB φέρουν όλα τα εφόδια για να είναι ασφαλείς και οικονομικές μοτοσυκλέτες. Με την ευκαιρία της οδήγησης κυνηγώντας τον Plater, όπως θα δείτε στο επόμενο video που θα ακολουθήσει, το πέρασμα από το χώμα και την καταπόνηση που επιβάλλαμε σε φρένα και αναρτήσεις, θα δούμε στην αναλυτική παρουσίαση όλες τις ικανότητες που έχουν τα CB και το βάθος του πολύπλευρου χαρακτήρα τους…

 

Ετικέτες

Αποκλειστικά στην Κροατία: Original Flat Track μαθήματα με H-D!

Με δάσκαλο τον Ruben Xaus!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

7/5/2018

Μια μοναδική εμπειρία μας είχε ετοιμάσει η Harley Davidson στην Κροατία, όπου έγινε η παρουσίαση των Road Glie, Street Glide, Iron 1200 και Forty Eight Special. Η τελευταία ημέρα από τις συνολικά τρεις της χορταστικής παρουσίασης, ήταν εξολοκλήρου αφιερωμένη στην οδήγηση Flat-Track που πλήρως θα καλύψουμε εδώ: Οι άνθρωποι της Harley είχαν ετοιμάσει κατάλληλα μια οβάλ πίστα με κόκκινο χρώμα και είχαν διαμορφώσει τέσσερα Street Rod 750,που θα τα χρησιμοποιούσαμε για να μάθουμε, αλλά και για να τρέξουμε αγώνες!

Δάσκαλός μας θα ήταν ο Ruben Xaus, που κάποιοι από εσάς θα τον γνωρίζετε ως εργοστασιακό αναβάτη της Ducati στο παγκόσμιο πρωτάθλημα SBK και κάποιοι άλλοι από την εντυπωσιακή φωτογραφία που τον δείχνει να κάνει full-lock drift με το γόνατο στην άσφαλτο και το ένα χέρι στο τιμόνι, πάνω στη σέλα ενός Hypermotard.

Καθώς είχα βρεθεί στο σεμινάριο του Aaron Colton, που είχε φέρει στη χώρα μας η Red Bull, αλλά και στην εκδήλωση Flat-Track που είχε διοργανώσει η Harley Davidson Athena, νόμιζα ότι ήξερα σε θεωρητικό επίπεδο τι χρειάζεται να κάνεις. Μόνο που ακούγοντας τον Ruben Xaus να μας εξηγεί βήμα-βήμα την τεχνική οδήγησης του flat Track, κατάλαβα ότι θα έπρεπε να ξεχάσω όλα όσα είχα μάθει έως τότε! Εδώ θα προσπαθήσουμε να σας μεταφέρουμε με όσο πιο απλό και κατανοητό τρόπο γίνεται τις βασικές αρχές του Flat-Track, με τις οποίες καταφέραμε μέσα σε μόλις μία ημέρα να ντριφτάρουμε στο χώμα σαν “πρωταθλητές” μια μεγάλη δικύλινδρη Harley.

 

Η μοτοσυκλέτα

Στο πρωτάθλημα Flat-Track επιτρέπεται να συμμετέχουν δικύλινδρες μοτοσυκλέτες από 750 κυβικά και πάνω. Στην δική μας περίπτωση, η Harley Davidson είχε φτιάξει τέσσερα Street Rod 750 που θα χρησιμοποιούσαμε για τα μαθήματα. Οι αλλαγές που είχε κάνει ήταν περιορισμένες σε σχέση με το μοντέλο που πουλάει στα καταστήματα και εξαντλούνταν στο μικρότερο ρεζερβουάρ, το πιο ψηλό τιμόνι, τα πιο μεγάλου μήκους πίσω αμορτισέρ, την αφαίρεση του εμπρός φρένου και την αντικατάσταση της σέλας.

Με αυτές τις αλλαγές, το βάρος μειώθηκε στα 220 κιλά από τα 240 και μετατοπίστηκε ελαφρός πιο μπροστά. Αυτή τη στιγμή, στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα προηγείται στη βαθμολογία μια Harley Street Rod 750, η οποία ανήκει στον G. Martin που οι μόνες επιπλέον διαφορές που είχε σχέση με τις μοτοσυκλέτες που οδηγήσαμε εμείς, ήταν στην θέση οδήγησης και στους τροχούς των 19 ιντσών.

 

Η πίστα

Η οβάλ πίστα του Flat –Track είναι η πιο εύκολη στην κατασκευή και φυσικά η πιο φτηνή πίστα που μπορεί να φτιάξει κάποιος. Η “δική μας” είχε συνολικό μήκος περίπου 80 μέτρα και οι δύο ευθείες ανάμεσα στις στροφές ήταν περίπου 60 μέτρα. Με το Street Rod προλάβαινες να βάλεις  2α και κατέβαζες σε 1η για να στρίψεις. Από οδηγικής άποψης, το μήκος της ευθείας δεν παίζει ιδιαίτερο ρόλο. Αντίθετα, το πλάτος της πίστας αλλάζει την καμπυλότητα των στροφών και ως εκ τούτου αλλάζει και τον χρόνο που έχεις για τις τέσσερεις φάσεις: φρενάρισμα, είσοδος, ρύθμιση πορείας και έξοδος.

 

Εξοπλισμός

Ο εξοπλισμός που χρειάζεται για να οδηγήσεις μια μοτοσυκλέτα Flat-Track είναι πολύ απλός. Ο Ruben Xaus φορούσε δερμάτινη φόρμα και μπότες για άσφαλτο, όμως μετά την τούμπα που έφαγα, όπου η άκρη του τιμονιού με χτύπησε στο στήθος, θεωρώ ότι ο θώρακας off-road είναι πολύ καλή ιδέα.

Αυτό που είναι ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ για οδήγηση Flat Track είναι η ατσάλινη σόλα στο αριστερό πόδι. Χωρίς αυτή ΔΕΝ ΟΔΗΓΑΣ Flat-Track αλλά κάτι άλλο, πιθανότατα enduro ή motocross. Στο Flat-Track το αριστερό σου πόδι είναι ΕΝΕΡΓΟ ΣΗΜΕΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ και η ατσάλινη σόλα είναι αυτό που σου επιτρέπει να το κάνεις.

 

Εκκίνηση

Oι μοτοσυκλέτες του Flat-Track έχουν μεγάλους δικύλινδρους κινητήρες και είναι αρκετά πιο βαριές από τις enduro. Το βάρος προσφέρει μεν επιπλέον πρόσφυση και αποτρέπει τις σούζες, όμως τα Flat-Track ελαστικά δεν έχουν μεγάλα τακούνια. Έτσι στην εκκίνηση είναι καλύτερα να έχεις 2η σχέση, παρά να ξεκινάς με 1η που θα κάνει τον πίσω τροχό να σπινάρει ευκολότερα.

Ευθεία

Στην ευθεία τα πράγματα είναι εύκολα, αφού η μοτοσυκλέτα είναι όρθια, οπότε όλη η δύναμη του κινητήρα περνάει στον πίσω τροχό χωρίς μεγάλες απώλειες. Φυσικά, αναλόγως το μήκος της ευθείας που έχει η πίστα ανεβάζεις ταχύτητες. Στο αμερικάνικο πρωτάθλημα οι μοτοσυκλέτες αγγίζουν ή και ξεπερνούν τα 200km/h. Να θυμίσουμε ότι δεν έχουν εμπρός φρένα…

 

Φρενάρισμα-είσοδος

Στο Flat-Track η έννοια του φρεναρίσματος είναι κάπως διαφορετική από τα υπόλοιπα είδη οδήγησης. Ένα μεγάλο πίσω δισκόφρενο έχει τον απλό ρόλο του “επιβραδυντή” και όχι τον περίπλοκο ρόλο που έχουν τα φρέμα εμπρός-πίσω στις μοτοσυκλέτες street και off-road. Σε αντίθεση με το enduro και το motocross που με το πίσω φρένο ελέγχεις ή προκαλείς το drift, στο Flat-Track απλώς το χρησιμοποιείς για να μειώσεις ταχύτητα όσο η μοτοσυκλέτα είναι όρθια ΠΡΙΝ τη στροφή, ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΣ το μπλοκάρισμα του πίσω τροχού.

Ταυτόχρονα με το φρενάρισμα κατεβάζουμε ταχύτητες και αμέσως ΠΑΤΑΜΕ ΜΕ ΔΥΝΑΜΗ το αριστερό μας πόδι στο χώμα. Η μοτοσυκλέτα είναι ακόμα όρθια και παραμένει όρθια μέχρι το σημείο εισόδου. Στο σημείο εισόδου για την στροφή ΑΦΗΝΟΥΜΕ ΕΝΤΕΛΩΣ τον συμπλέκτη, ΑΚΡΙΒΩΣ την στιγμή που αρχίζουμε να πλαγιάζουμε τη μοτοσυκλέτα και έχουμε ΕΝΤΕΛΩΣ κλειστό το γκάζι. Ο πίσω τροχός θα αρχίσει την πλαγιολίσθηση. Το μεγαλύτερο μέρος του σωματικού μας βάρους στηρίζεται στο αριστερό μας πόδι, που γλιστράει σαν σκι πάνω στο χώμα χάρη στη μεταλλική σόλα. Ρυθμίζοντας την πίεση που βάζουμε στο αριστερό πόδι, ρυθμίζουμε και την κλίση της μοτοσυκλέτας. Μειώνοντας την πίεση στο πόδι η μοτοσυκλέτα ξαπλώνει περισσότερο και αυξάνοντας την πίεση στο πόδι η μοτοσυκλέτα σηκώνεται. Η ρύθμιση του πλαγιάσματος, ρυθμίζει ταυτόχρονα και το μέγεθος της πλαγιολίσθησης. Όσο πιο πολύ πλαγιάζουμε την μοτοσυκλέτα, τόσο πιο πολύ ανοίγει την γραμμή του ο πίσω τροχός. Όσο σηκώνουμε την μοτοσυκλέτα, τόσο μειώνεται και το ντριφτάρισμα. Επίσης, ρυθμίζοντας το ντριφτάρισμα, ρυθμίζουμε και την επιβράδυνση της μοτοσυκλέτας. Περισσότερο πλάγιασμα, περισσότερο ντριφτάρισμα και περισσότερη επιβάδυνση. Στόχος μας είναι στην κορυφή της στροφής η μοτοσυκλέτα να κοιτάει προς την έξοδο της στροφής. Μέχρι εκείνη την στιγμή ΔΕΝ ανοίγουμε το γκάζι.  

 

Έξοδος-επιτάχυνση

Αυτό το σημείο είναι το πιο δύσκολο και απαιτητικό σημείο στο Flat-Track και όχι η είσοδος με τις πάντες, που αν το κάνεις μια φορά μετά το επαναλαμβάνεις εύκολα. Το παραμικρό άνοιγμα του γκαζιού θα μεταφέρει βάρος στον πίσω τροχό και θα αποφορτίσει τον εμπρός.

Άρα δεν μπορείς να αλλάξεις κατεύθυνση από την στιγμή που θα ανοίξεις το γκάζι και η μοτοσυκλέτα θα ανοίξει τη γραμμή της και θα σηκωθεί. Αν το παρακάνεις με το γκάζι και γλιστρήσει πίσω, τότε το high-siding είναι πολύ κοντά. Θα πρέπει η μοτοσυκλέτα να είναι αρκετά όρθια για να αρχίσεις να ανοίγεις το γκάζι. Ειδικά αν θέλεις να κάνεις και γρήγορους χρόνους και όχι μόνο να διασκεδάσεις. Ξαναλέμε ότι τα ελαστικά αυτά δεν έχουν μεγάλα τακούνια, άρα η πρόσφυση του πίσω τροχού είναι ανάλογη με το πόσο βάρος τα πιέζει. Οπότε με όρθια τη μοτοσυκλέτα έχεις την μέγιστη δυνατή πρόσφυση. Ένα ακόμα μυστικό για γρήγορους χρόνους είναι να ανεβάσεις ταχύτητα νωρίς στην έξοδο της στροφής, αρκετά πριν πιάσεις κόφτη με την προηγούμενη σχέση.

 

Hot Tip

Ακούγεται δύσκολο για να το κάνεις από την αρχή, όμως το Flat-Track θέλει ΦΟΡΑ στην είσοδο της στροφής. Όσο περισσότερη φόρα έχεις, τόσο πιο εύκολο είναι να ελέγξεις την πορεία της μοτοσυκλέτας και τόσο πιο ήρεμα συμπεριφέρεται.

      

Σε επόμενο τεύχος του MOTO θα επεκταθούμε περισσότερο στην τεχνική της πλαγιολίσθησης! Όπως όμως βλέπετε και στις φωτογραφίες, με τις σωστές οδηγίες μπορείτε εύκολα να οδήγησετε εντυπωσιακά, διασκεδάζοντας!

Ετικέτες