Dunlop Roadsmart IV: Το δοκιμάζουμε σε όλες τις συνθήκες

Η νέα γενιά Roadsmart εξισώνει τις συνθήκες του δρόμου

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/4/2022

Συνομιλώντας κατά καιρούς με τα στελέχη των μεγαλύτερων κατασκευαστών ελαστικών, έχω καταγράψει ορισμένους κοινούς προβληματισμούς που παραδέχονται όλοι τους πως ισχύουν στον ίδιο βαθμό, κι ένας από αυτούς είναι πως τα ελαστικά που προορίζονται για καθημερινή χρήση δρόμου, έχουν στην πράξη τόσες απαιτήσεις που ο σχεδιασμό και η εξέλιξή καταλήγει δυσκολότερο έργο από την εξέλιξη ενός αγωνιστικού ελαστικού. Διότι το τελευταίο καλείται να κάνει ένα πράγμα, τα ελαστικά αυτής της κατηγορίας πρέπει να είναι σπορ με αξιώσεις, αλλά να έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής, καλή απόδοση στο βρεγμένο, να ζεσταίνονται γρήγορα αλλά να μην υπερθεμαίνονται εύκολα, να απορροφούν ανωμαλίες του δρόμου χωρίς όμως κινητικότητα πέλματος και να αντέχουν και στο φόρτωμα και τέλος, εκείνο που παραβλέπουν όλοι, να διατηρούν αυτά τα χαρακτηριστικά σε αρκετές διαφορετικές διαστάσεις!

Υψηλόβαθμο στέλεχος της Dunlop στην Ευρώπη εξηγούσε στο ΜΟΤΟ, κατά την παρουσίαση του νέου ελαστικού που έχετε ήδη διαβάσει στο τεύχος 629, πως το Roadsmart IV είναι ο κοινός τόπος επαφής της εταιρείας με εκατοντάδες χιλιάδες αναβάτες, που σημαίνει πως η ανάπτυξή του έχει μεγαλύτερη σημασία από τα αγωνιστικά ελαστικά των Moto2 και Moto3 στα MotoGP που τα τελευταία χρόνια η Dunlop είναι αποκλειστικός προμηθευτής.

Η αναφορά δεν ήταν τυχαία, καθώς το Roadsmart IV επωφελείται από την τεράστια αγωνιστική πορεία της Dunlop με τρόπο πολύ άμεσο και πρακτικό και όχι θεωρητικό. Οι αγώνες αποτελούν τον τόπο της εξέλιξης του είδους, χωρίς αυτούς η εξέλιξη όχι μόνο είναι αργή αλλά μπορεί να οδηγηθεί και σε λάθους δρόμους. Μπορείς να πεις πως όλα τα ελαστικά δρόμου κάθε εταιρείας επωφελούνται από την αγωνιστική της πορεία με βάση την εμπειρία που έχει αποκτηθεί, όμως εδώ μιλάμε για κάτι τελείως πρακτικό και όχι θεωρητικό: Πρόσφατα το τμήμα αγωνιστικών ελαστικών της Dunlop, αυτό που κατασκευάζει τα ελαστικά της Moto2 και της Moto3, μετακόμισε από το Birmingham της Αγγλίας όπου βρισκόταν επί δεκαετίας, στο βασικό εργοστάσιο της Dunlop στην Γαλλία, εκεί που κατασκευάζονται και τα Roadsmart IV. Η μεταφορά αυτή προίκισε τις γραμμές παραγωγής των ελαστικών δρόμου με ορισμένες πολύ ενδιαφέρουσες εργαλειομηχανές βουλκανισμού και επέτρεψε στην Dunlop να χρησιμοποιήσει ορισμένες τεχνικές κατασκευής που μέχρι στιγμής υπήρχαν μόνο στους αγώνες και στα αγωνιστικά ελαστικά που μπορούσαν να καλύψουν το υψηλότερο κόστος παραγωγής. Η ενοποίηση αυτή όμως, έδωσε πρόσβαση σε εργαλεία που μέχρι πριν δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί η ανάπτυξή τους χωρίς να αυξηθεί και το κόστος, κι έτσι από την απλή μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας που γινόταν μέχρι πριν άμεσα και απρόσκοπτα στην κοινωνία της πληροφορίας που ζούμε, πλέον άνοιξε ο δρόμος και για την φυσική χρήση του εξοπλισμού!

Κι έτσι το Roadsmart IV γίνεται πλέον το πρώτο ελαστικό της κατηγορίας που κάνει χρήση της τεχνολογίας Jointless Tread. Η ονομασία περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο τοποθετείται η γόμα πάνω στον σκελετό. Όπως ακριβώς και με την Jointless Belt τεχνολογία για την κατασκευή του σκελετού που είτε με αυτή την ονομασία είτε με διαφορετική, όλοι οι μεγάλοι κατασκευαστές χρησιμοποιούν, αντίστοιχα και με την Jointless Tread η εξωτερική γόμα απλώνεται σε λωρίδες σε μορφή μαστίχης τυλιγμένη πάνω στον σκελετό και γίνεται ένα σώμα κατά την διαδικασία του βουλκανισμού στην νέα εργαλειομηχανή που μέχρι πριν είχαν πρόσβαση μονάχα τα αγωνιστικά ελαστικά. Μέχρι τώρα η γόμα των ελαστικών αυτής της κατηγορίας ήταν ένα φύλλο που τύλιγε τον σκελετό και επικολλιούνταν επάνω του και ο βουλκανισμός, μεταξύ άλλων, εξαφάνιζε και το σημείο της ένωσης.

Η άλλη βασική διαφορά που έχει το νέο ελαστικό με τον προκάτοχό του, είναι στην εξέλιξη της ίδιας της Jointless Belt τεχνολογίας καθώς τώρα το νήμα που αποτελεί τον σκελετό είναι ένα και ενιαίο, εφαρμόζεται απευθείας στο εσωτερικό πέλμα και περιμένει την γόμα σε μορφή μαστίχης για να επικολληθεί. Μέχρι τώρα η κατασκευή του σκελετού ξεκινούσε φτιάχνοντας μία πλακέ ζώνη από τρεις χορδές που εμποτίζονταν στο ίδιο μίγμα της γόμας, κι έπειτα αυτή η ζώνη τυλιγόταν πάνω στο εσωτερικό πέλμα με την Jointless Belt τεχνολογία. Ο εμποτισμός σε γόμα και η δημιουργία ζώνης ήταν ο μόνος τρόπος συγκόλλησης όλων των διαφορετικών στρωμάτων πριν ξεκινήσει ο βουλκανισμός. Τώρα μπορεί και αυτή η διαδικασία να αλλάξει κι έτσι ένα ενιαίο νήμα, χωρίς κάποιον εμποτισμό, τυλίγεται πάνω στο εσωτερικό πλέγμα και απευθείας εφαρμόζεται το μίγμα της γόμας με Jointless Tread τρόπο. Το βασικό κέρδος αυτής της αλλαγής είναι το μικρότερο βάρος του ελαστικού και η καλύτερη απαγωγή θερμότητας, καθώς ο σκελετός παίζει τον μεγαλύτερη ρόλο στην διατήρηση θερμότητας του ελαστικού και πλέον είναι σε αμεσότερη επαφή με το εσωτερικό πλέγμα και την εξωτερική γόμα.

Φυσικά, η κυριότερη αλλαγή που αντιλαμβάνεται κανείς κοιτώντας το ελαστικό δεν είναι τίποτα από τα παραπάνω, αλλά η νέα χάραξη. Στο προηγούμενο μοντέλο που θα εξακολουθήσει για πολύ καιρό να παράγεται αλλά σε νέα τιμή αποτελώντας μία πιο προσιτή λύση, η Dunlop είχε εφαρμόσει μία τεχνική σχεδιασμού που την αποκαλεί «νησίδες» καθώς τα αυλάκια είναι χωρισμένα σε ομάδες που καλύπτουν το ελαστικό αφήνοντας κενά αχάρακτης γόμας ανάμεσά τους. Αφήνει πίσω της την τεχνική των ομάδων αυλακιών, των «νησίδων» και φτιάχνει τώρα μία νέα χάραξη παρόλο που ο τρόπος αυτός αποδείχτηκε αποτελεσματικός στο Roadsmart III. Βάζοντας όμως στόχο να αναβαθμίσει την απόδοση στο βρεγμένο και ταυτόχρονα την σπορ συμπεριφορά, χρειάστηκε κάτι νέο καθώς αποδείχτηκε πως οι νησίδες προσέδιδαν κινητικότητα πέλματος σε ακραία σπορ, ρυθμό οδήγησης. Παράλληλα τα νέα αυλάκια βελτιώνουν την διάρκεια ζωής, κάτι που αυτή την στιγμή αποτελεί δήλωση της Dunlop χωρίς να επαληθεύεται από εμάς, από την στιγμή που δεν έχουμε γράψει χιλιάδες χιλιόμετρα με τα νέα Roadsmart IV.

Εκείνο που με βεβαιότητα επαληθεύτηκε, ήταν τα δυναμικά χαρακτηριστικά του σε μία αρχική διαδρομή τριακοσίων χιλιομέτρων χωρίς στάσεις, πριν μπούμε μαζί τους στην ιδιωτική πίστα δοκιμών της Dunlop. Εκτός από μία κανονική πίστα με έντονες υψομετρικές διακυμάνσεις στην μορφολογία της, η Goodyear, στην ομπρέλα της οποίας είναι και η Dunlop, διαθέτει και μία σειρά εξεζητημένων πεδίων δοκιμών για δοκιμές στο βρεγμένο και για δοκιμές ελιγμών και ευελιξίας. Η πίστα εξομοίωσης βροχής γεμίζει νερό και μάλιστα δημιουργεί και αυλάκια με περισσότερη ροή ώστε να έρχεται πολύ κοντά σε συνθήκες καταιγίδας σε δημόσιο δρόμο και την περνάς μονάχα με αδιάβροχα καθώς είναι σαν να βρέχει εκεί μέρα από τους πίδακες που δημιουργούν τα ελαστικά, τόσο πολύ νερό που υπάρχει στην επιφάνειά της.

Είναι ένας εξεζητημένος μηχανισμός που διακινεί τεράστιες ποσότητες νερού αλλά σε απόλυτο σεβασμό του περιβάλλοντος. Η πίστα είναι κατασκευασμένη σε πλαγιά και δεν χρησιμοποιεί μπεκ για την κατάβρεξή της αλλά διατρέχεται από την αριστερή της μεριά από υπόγειο αυλάκι που στην ουσία είναι η υπερχείλιση διαφορετικών, συγκοινωνούντων δεξαμενών. Το νερό που ξεχειλίζει και διατρέχει την πίστα, συλλέγεται από υπόγεια υδρορροή που διατρέχει την πίστα από την δεξιά της μεριά κι αφότου φιλτραριστεί, επαναπροωθείται στις δεξαμενές. Το αποτέλεσμα είναι μία πίστα που μόνιμα την διατρέχει το νερό με ακανόνιστα σημεία όπου έχει περισσότερη ή λιγότερη ροή, ανάλογα με την υπερχείλιση. Είναι ένα εξαιρετικό πεδίο δοκιμών για να δεις την απόδοση σε βρεγμένο οδόστρωμα σε συνθήκες που μόνιμα προσομοιάζουν μία καταρρακτώδη βροχή.

Η αρχή βέβαια της ημέρας έγινε κυνηγώντας τον Peter Hickman μαζί με έναν Αυστριακό και δύο Γερμανούς συναδέλφους, σχηματίζοντας ένα ξεχωριστό γκρουπ πέντε αναβατών και δύο πλοηγών που πήραν οδηγίες από το μεγάλο αφεντικό της Dunlop για ακραία σπορ οδήγηση όπου οι συνθήκες το επέτρεπαν, «και μην τολμήσουν να πουν πως βαρέθηκαν». Το αποτέλεσμα ήταν να κάνει λόγο ο Peter Hickman, συνέντευξη του οποίου θα διαβάσετε σύντομα στο ΜΟΤΟ, για οδήγηση που ξεφεύγει από τα δικά του πρότυπα για ελαστικά δρόμου και αγνώστους συνοδοιπόρους, κι ας μην πλησιάσαμε ούτε στο ελάχιστο μία ημέρα του στο Isle of Man. Ήταν όμως η πλέον γρήγορη οδήγηση που επέτρεπε ο δρόμος και οι συνθήκες, με στάσεις μονάχα για να αλλάξουμε μοτοσυκλέτες, δοκιμάζοντας τα νέα ελαστικά από Suzuki GSX-S 1000GT, μέχρι Honda NT1000!

Η καλή η ημέρα φάνηκε από την πρώτη κιόλας στροφή, όταν ο πλοηγός χρειάστηκε να βγάλει το πόδι από τα μαρσπιέ του Versys 1000 που είχαν διπλώσει ξύνοντας την άσφαλτο με όλο τους πλέον το μήκος και όχι μονάχα τον αποστάστη. Βασικό μέλημα της Dunlop είναι να σχεδιάζει τα ελαστικά έτσι ώστε το πίσω να χάνει πρώτο την πρόσφυση, δίνοντάς σου χρόνο αντίδρασης. Πρόκειται για μία φιλοσοφία σχεδιασμού που ξεκινά από την γεωμετρία του ελαστικού αλλά δεν περιορίζεται μόνο εκεί και φυσικά ο λόγος είναι για σταθερή πρόσφυση του δρόμου και όχι για τις στιγμές που το εμπρός ελαστικό θα περάσει πρώτο από σημείο μειωμένης πρόσφυσης. Οπότε όταν πατήσεις χαλίκια ή βρεγμένο κομμάτι του δρόμου χάνοντας στιγμιαία πρόσφυση εμπρός, βασίζεσαι να σε ακολουθήσει το ελαστικό στην γρήγορη αντίδραση και να ανακτήσει άμεσα όπως φυσικά και υπήρξε τέτοια περίπτωση και μάλιστα σε ένα από τα ταχύτερα κομμάτια της διαδρομής, εκεί όπου συμβαίνουν αυτές οι περιπτώσεις.

Κρατώντας βαθιά τα φρένα μέσα στις στροφές για να διατηρηθεί ο υψηλός ρυθμός οδήγησης που επιβάλλει ο πλοηγός και με τον Peter Hickman να ακολουθεί, δίχως να αφήνει περιθώριο, η εμπιστοσύνη στο Roadsmart IV χτίζεται πολύ γρήγορα κι ανεβαίνει πολλούς ορόφους. Το ελαστικό διατηρεί την κατευθυντικότητά του και τα περιθώριά του βρίσκονται πολύ ψηλά, όπως διαπιστώσαμε αμέσως μετά στην πίστα αυτή την φορά με πλοηγό τώρα τον Hickman. Δίχως πλέον περιορισμούς και στην ασφάλεια που προσφέρει η ιδιαίτερη και άκρως τεχνική ιδιωτική πίστα της Goodyear-Dunlop και κρατώντας τις ίδιες street μοτοσυκλέτες, το Roadsmart IV μας αποκαλύπτεται πλήρως. Υψηλός βαθμός κλίσης που έρχεται αβίαστα και δεν προκύπτει από υπερ-προσπάθεια, ακριβώς το αντίθετο. Εμπιστοσύνη στο εμπρός ελαστικό που έχει ομοιογένεια στην συμπεριφορά του σε όλες τις μοίρες που συναντά την άσφαλτο και ταχύτητα προσαρμογής στις αλλαγές κλίσης σε ρυθμό που ξεφεύγει από την σπορ οδήγηση στον δρόμο, είναι το συμπέρασμα μετά από αρκετούς γύρους στην πίστα, φανερώνοντας τα υψηλά όρια που έχει το Roadsmart IV.

Στην πίστα – λίμνη, ο στόχος της Dunlop ήταν να βελτιώσει την απόδοση μεταξύ 7ο και 30ο κλίσης που θεωρεί πως είναι το μέσο εύρος κλίσης των αναβατών σε βρεγμένους δημόσιους δρόμους. Βασικό σημείο αναφοράς όμως για τους περισσότερους όταν οδηγούν σε καταρρακτώδη βροχή είναι οι 20ο κλίσης, κι εκεί το ελαστικό έχει 46 τετραγωνικά εκατοστά επαφής με την άσφαλτο, δηλαδή τρία περισσότερα από το Roadsmart III. Την έκδοση αυτή είχαμε δοκιμάσει στην ίδια ακριβώς πίστα έναντι όμως του ανταγωνισμού που βγήκε τότε καλύτερο ελαστικό και τώρα το δοκιμάζαμε έναντι της νέας του έκδοσης. Βέβαια και ο ανταγωνισμός έχει βελτιωθεί από τότε και μάλιστα αρκετά, είναι όμως χαρακτηριστικό πως το Roadsmart IV είχε βελτιωθεί αρκετά έναντι του III που τα οδηγούσαμε εναλλάξ σε ίδιο μοντέλο μοτοσυκλέτας. Να σημειωθεί πως στο παραπάνω εμβαδό ελαστικού αντιστοιχεί ποσοστό αυλακώσεων που αγγίζει το 12,6% έναντι 10,3% στο προηγούμενο μοντέλο που δεν είναι μικρή διαφορά. Ακόμη περισσότερα για το βρεγμένο αλλά και για τα δυναμικά χαρακτηριστικά του Roadsmart IV, διαβάζετε στο τεύχος #629 του ΜΟΤΟ.

Με διάφορες εκδόσεις για να προσαρμόζεται το ελαστικό σε βαρύτερες και πιο τουριστικές μοτοσυκλέτες, καθώς και πλήθος διαστάσεων το Roadsmart IV είναι ένα από τα πιο σημαντικά ελαστικά στην τεράστια γκάμα της Dunlop γιατί την φέρνει κοντά σε εκατοντάδες χιλιάδες αναβάτες. Ενώ οι sport-touring μοτοσυκλέτες έχουν πρακτικά εξαφανιστεί, τα sport-touring ελαστικά μονοπωλούν εδώ και χρόνια τις πωλήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο και όχι μόνο στην Ευρώπη και χρησιμοποιούνται σε καθημερινή βάση από μεγάλο εύρος των street μοτοσυκλετών. Για αυτό ακριβώς τον λόγο, η Dunlop επένδυσε αρκετά στην εξέλιξή του και του έδωσε δυναμικά στοιχεία για να είναι σύντροφος όλες τις ώρες, σε όλες τις καιρικές συνθήκες αλλά και σε κάθε ρυθμό οδήγησης.

 

Harley On Tour 2019: Όταν η μοτοσυκλέτα είναι ελευθερία

Όλα τα νέα μοντέλα του 2019 στο Harley Athena για δοκιμή
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

10/5/2019

Για το πρωί της Πέμπτης 9 Μαΐου είχε οριστεί το ετήσιο ραντεβού μας με τα νέα μοντέλα της Harley Davidson. Όπως κάθε χρόνο, το φιλόξενο κατάστημα της Harley Davidson Athena στην οδό Πειραιώς ήταν το σημείο εκκίνησης, όπου η νταλίκα της HD Europe είχε ξεφορτώσει τον στόλο των test bike. Σε αντίθεση με τις περισσότερες εταιρείες που διαθέτουν μόνο τα φτηνότερα μοντέλα τους για δοκιμή στους υποψήφιους πελάτες, η Harley Davidson δεν ακολουθεί κανέναν περιορισμό.

Τόσο τα entry level μοντέλα της (Street 750 και Iron 883) όσο και τα κορυφαία τουριστικά όπως το Ultra Limited, είναι στη διάθεση οποιουδήποτε θέλει να γευτεί την εμπειρία οδήγησης των αμερικάνικων μοτοσυκλετών. Φυσικά ανάμεσα σε αυτά τα δύο άκρα, υπάρχουν και όλα τα υπόλοιπα μοντέλα της Sporster, των Softail και Touring, με τον δικό τους ξεχωριστό χαρακτήρα η κάθε μία από αυτές. Πέρσι ήταν μια κομβική χρονιά για την γκάμα των μεγάλων μοτοσυκλετών της Harley, καθώς παρουσιάστηκε ο νέος κινητήρας Milwaukee Eight σε τέσσερεις διαφορετικές παραλλαγές και το ολοκαίνουριο πλαίσιο των Softail.

Μετά από μια τόσο μεγάλη και σαρωτική αλλαγή, ήταν φυσικό πως για το 2019 η Harley θα προχωρούσε σε κάποιες επιμέρους και στοχευμένες αναβαθμίσεις και δεν θα ανακάτευε πολύ την τράπουλα. Άλλωστε καθ’ όλη τη διάρκεια του 2018, συνέχιζε να παρουσιάζει νέα μοντέλα, όπως το Sport Glide και το FXDR.

Φέτος οι μεγαλύτερες αναβαθμίσεις έγιναν στα δημοφιλέστερα τουριστικά μοντέλα της, δηλαδή την Street Glide και την Road Glide. Το παλιό ηχοσύστημα Boom τεχνολογίας LCD, αντικαταστάθηκε με ένα ολοκαίνουριο τεχνολογίας TFT, που διαθέτει μεγαλύτερη οθόνη υψηλής ανάλυσης και ταυτόχρονα το πιο εξελιγμένο τεχνολογικά touch-screen panel που έχουμε δει σε μοτοσυκλέτα έως σήμερα. Οι δυνατότητές του έχουν διευρυνθεί μέσω της σύνδεσης Bluetooth με smartphone και φυσικά βελτιωμένη είναι και η ποιότητα του ήχου των ηχείων. Οι εκδόσεις Special των Street Glide και Road Glide έχουν για το 2019 τον κινητήρα των 114 κυβικών ιντσών και όχι των 107 που είχαν πέρσι, οποίος βρίσκεται πλέον μόνο στις βασικές εκδόσεις των τουριστών και Softail μοντέλων της Harley.

Πιθανότατα η ελαφρύτερη Street Glide Special να μην είχε ανάγκη τον μεγάλο κινητήρα των 114 κυβικών ιντσών, όμως στην περίπτωση της πιο βαριάς και ογκώδους Road Glide Spacial, η επιπλέον ροπή στις χαμηλές στροφές από τον μεγαλύτερο κινητήρα, είχε μόνο θετικό αντίκτυπο. Αυτή ήταν και η μοτοσυκλέτα πάνω στη σέλα της οποία περάσαμε το μεγαλύτερο μέρος της ημερήσιας βόλτας μας φέτος.

Σαφώς ο 114 δεν ανεβάζει τόσο γρήγορα στροφές όσο ο 107,όμως στην περίπτωση του Road Glide Special, η επιπλέον ροπή χαμηλά τονίζει ακόμα περισσότερο την αίσθηση οδοστρωτήρα που έχει αυτή η μοτοσυκλέτα. Επίσης, η επιπλέον αμεσότητα επιτάχυνσης στο αρχικό άνοιγμα του γκαζιού, κάνει την ογκώδη αυτή μοτοσυκλέτα να δείχνει πιο ελαφριά και πιο πρόθυμη απ’ όσο πίστευες αρχικά. Σίγουρα ο 114 ταιριάζει γάντι στην Road Glide Special και δημιουργεί μια σαφή διαφορά από το βασικό μοντέλο, ενώ μέχρι πέρσι η διαφορές περιορίζονταν κυρίως στον αισθητικό τομέα και στο ελαφρώς πιο ποιοτικό και δυνατό ηχοσύστημα Boom!

Αν η αισθητική είναι το σημαντικότερο κριτήριο αγοράς για εσάς σε μια τουριστική μοτοσυκλέτα, τότε η Road King Special είναι βέβαιο ότι θα τραβήξει την προσοχή σας.

Πρόκειται για την γυμνή έκδοση της διαχρονικής Road King, κι όπως πιθανόν καταλάβατε από την αντίθεση, το γεγονός πως πρόκειται για τουριστική μοτοσυκλέτα χωρίς φαίρινγκ τονίζει ακόμα περισσότερο τον ανατρεπτικό χαρακτήρα της.

Μπορείς να την δεις ως μια μεγάλη γυμνή μοτοσυκλέτα με αυξημένη πρακτικότητα λόγω των δύο μεσαίου μεγέθους βαλιτσών την που δεν σε εμποδίζουν καθόλου όταν οδηγάς ανάμεσα στα αυτοκίνητα μέσα στην πόλη. Μπορείς όμως να την δεις και ως μια τουριστική μοτοσυκλέτα μικρών και μεσαίων  αποστάσεων που δεν έχει το βάρος και των όγκο των κλασικών τουριστικών μοντέλων της Harley και είναι ιδανική για όσους προτιμούν να ταξιδεύουν από τους επαρχιακού δρόμους και αποφεύγουν τις εθνικές οδούς.

Όμως το πιο πολυμορφικό και πολυτάλαντο μοντέλο στην γκάμα της Harley είναι για άλλη μια χρονιά η Sport Glide. Ανήκει στη σειρά Softail και φυσικά έχει το νέο και πολύ ελαφρύτερο πλαίσιο, όπου σε συνδυασμό με τον κινητήρα των 107 κυβικών ιντσών με τον αντικραδασμικό άξονα, υπερτερεί  εμφανώς σε δυναμικά χαρακτηριστικά, ενώ την ίδια στιγμή διαθέτει την πρακτικότητα των δύο αποσπώμενων βαλιτσών και την αρχοντική ποιότητα κύλισης των τουριστικών μοντέλων.

Πρόκειται για την ιδανική επιλογή όσων θέλουν να πάρουν την πρώτη τους μεγάλη Harley, καθώς δίνει τη δυνατότητα με πολύ μικρές αλλαγές στο τιμόνι και βιδώνοντας και ξεβιδώνοντας μικρά εξαρτήματα, να της αλλάξεις εντελώς την μορφή και τις δυνατότητές της. Θέλεις bad-boy χαρακτήρα; Θέλεις low-rider, bugger ή κλασσικό τουριστικό; Η Sport Glide μπορεί να μεταμορφωθεί στα πάντα, εύκολα και κυρίως με το μικρότερο δυνατό κόστος σε σχέση με τα υπόλοιπα μοντέλα της Harley.

Φυσικά στη νταλίκα του Harley In Tour του 2019 υπάρχουν για δοκιμή όλα τα Sportster 883/1200, που συνοδεύονται από μια γενναία έκπτωση αυτή την περίοδο και όποιος ενδιαφέρεται θα έχει την ευκαιρία να διαπιστώσει αν τον βολεύει περισσότερο η θέση οδήγησης του Iron 883, του Iron 1200, των Fotry Eight και Forty Eight Special, του Roadster 1200 ή των Superlow-Custom.