Honda X-ADV Μοντέλο 2017

Γεννημένο στην Ελλάδα!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

27/12/2018

Το Honda X-Adv είναι ένα ιδιαίτερο scooter που στην ιαπωνική ταυτότητά του λέει ότι η σχεδίασή του εμπνεύστηκε στα Ελληνικά νησιά από έναν Ιταλό! Με άλλα λόγια έχει ιαπωνική ποιότητα κατασκευής, ιταλικό σχεδιασμό και ικανότητες για να ανταπεξέλθει στις ιδιαιτερότητες της ελληνικής πραγματικότητας. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Σε αυτό το ερώτημα προσπαθήσαμε να απαντήσουμε στην πρώτη επαφή που είχαμε μαζί του επί ιταλικού εδάφους το 2017 και μιλώντας κατευθείαν με τους ανθρώπους που το εμπνεύστηκαν και το κατασκεύασαν:

 

«Αν είχαν φτιάξει άσφαλτο τον δρόμο για το Μαγγανάρι, δεν θα υπήρχε τώρα το X-ADV!».

Αυτό δήλωσε γελώντας ο Daniele Lucchesi, σήμερα υπεύθυνος προγραμματισμού νέων μοντέλων στο τμήμα έρευνας και εξέλιξης της Hondaστην Ρώμη, που είχε πάει πριν είκοσι χρόνια διακοπές στην Ίο με το on-offπου είχε τότε, και ξαναπήγε το 2013. Νοίκιασε ένα σκούτερ και μαζί με την γυναίκα του ξεκίνησε να πάει στο Μαγγανάρι…

 

Ταλαιπωρήθηκε όμως στο χωματόδρομο με το σκούτερ, και τότε ήταν που του ήρθε η πρώτη σκέψη για κάτι που θα συνδυάζει την ευχρηστία ενός scooterμε δυνατότητες μιας on-offμοτοσυκλέτας. Πίσω στην Ιταλία, άρχισε να δουλεύει την ιδέα του παρέα με τον Maurizio Carbonara, του ανθρώπου που σχεδίασε το νέο Africa Twin. Αν είχε πάει στην Ίο ένα καλοκαίρι αργότερα, θα πήγαινε στο Μαγγανάρι από την καινούργια άσφαλτο, και η ιδέα για το X-ADVδεν θα του ερχόταν ποτέ στο μυαλό.

Το προφέρουν Εξ Έι Ντι Βι και είναι ό,τι πρέπει για να ανάβει συζητήσεις. Απαρατήρητο πάντως δεν περνάει με τίποτα. Η πιο συνήθης ερώτηση, αν είναι scooterή μοτοσυκλέτα, έχει μια απλή απάντηση: Είναι μια μοτοσυκλέτα που μοιάζει και με scooter, έχοντας όλη την πρακτικότητά τους, αλλά όχι τα μειονεκτήματά τους. Μοιάζει και με Africa Twin, κάτι επόμενο αφού τα έχει σχεδιάσει ο ίδιος, και κάτι που ήθελε η Hondaγια να τονίσει τις όποιες on-offδυνατότητές του. Επόμενη ερώτηση: Γιατί; Η ιδέα που κατέβηκε στον Lucchesi στο Μαγγανάρι, εξελίχθηκε με το εξής σκεπτικό: Γιατί να μην φτιάξουμε μια μοτοσυκλέτα με την πρακτικότητα των scooter για καθημερινή χρήση, που δεν θα σταματάει όμως στον πρώτο χωματόδρομο, κι επιπλέον, θα είναι διασκεδαστική παντού και δεν θα μοιάζει με τίποτα άλλο; Πολύ σημαντικό είναι πως το X-ADVδεν προέκυψε από έρευνες αγοράς, αλλά από την επιθυμία και τις ιδέες των ανθρώπων της Honda, που είπαν, γιατί όχι; Εμείς αυτό θέλουμε!

Προέρχεται από την οικογένεια NC, που μέχρι τώρα το πιο χρηστικό και πρακτικό μέλος της ήταν το NC750X, με τον αποθηκευτικό χώρο των 21 λίτρων στην θέση που συνήθως είναι το ρεζερβουάρ. Το ντυμένο με ρούχα scooter Integra, μέλος της ίδιας οικογένειας, δεν είναι τόσο πρακτικό όσο το Χ, χάνοντας πόντους. Κοινό για όλη την οικογένεια είναι το πλαίσιο και ο κινητήρας, και την χαρακτηρίζει η οικονομία και η ευκολία στην μετακίνηση. Διασκεδαστικά όμως δεν τα λες, ούτε και με αυτό που συνήθως ονομάζουμε προσωπικότητα. Κάνουν άριστα τη δουλειά τους, αλλά μέχρι εκεί. Και κάπου εδώ είναι που αρχίζεις και χάνεις απανωτά τα στοιχήματα, ειδικά αν θολώνουν την κρίση σου οι προκαταλήψεις. Χαρακτηριστικό ήταν πως ακόμα και οι δημοσιογράφοι που βρέθηκαν στην Σαρδηνία κατά τη διάρκεια της παρουσίασης, δεν ήξεραν τι εξοπλισμό να διαλέξουν, κι έτσι οι άνθρωποι της οργάνωσης είδαν από στολή motocrossως δερμάτινη αγωνιστική φόρμα… Τα πράγματα όμως είναι πιο απλά.

Full Japan, όπως κάποτε

Πρέπει να το δεις από κοντά για να καταλάβεις περί τίνος πρόκειται. Είναι εντυπωσιακό, και εξαιρετικά καλοφτιαγμένο – στο εργοστάσιο της Hondaστο Kumamotoτης Ιαπωνίας. Ειδικά στο κόκκινο το τρικολόρε μοιάζει με Africaπου ντύθηκε αλλιώς! Οι ακτινωτοί τροχοί του με τις ακτίνες να καταλήγουν στο χείλος της ζάντας για να παίρνουν tubelessλάστιχα είναι παρόμοιοι με του Crosstourer, σε μια σχεδίαση που πρωτοείδαμε στα ΒMWR80/100 GSτου 1988. Και το Africaθα έπρεπε να έχει τέτοιους! Τα φρένα του είναι επίσης ίδια με του Africa, και καθώς παρατηρώ τα Εξ-έιντιβί στο προαύλιο του ξενοδοχείου στο Porto Cervo της Σαρδηνίας, βλέπω κι άλλα που μια χαρά αναβάθμιση θα έκαναν στο Africa! Όπως ηζελατίνα, που είναι ρυθμιζόμενη σε πέντε θέσεις, εύκολα, με συνολική αλλαγή ύψους 136mm, μαζί με αλλαγή κλίσης. Αλλά ποιο είναι το πρώτο που κάνουμε όταν θέλουμε να πάρουμε μια πρώτη γεύση; Ανεβαίνουμε πάνω, και εδώ αυτό σημαίνει πως περνάμε το πόδι πάνω από την ουρά, καθώς το τμήμα ανάμεσα στην σέλα και το τιμόνι είναι ψηλό. Αν εξαιρέσει κανείς την απουσία ρεζερβουάρ εκεί μπροστά, η θέση οδήγησης είναι rally! Τιμόνι μεταβλητής διατομής σαν του Africaαλλά λίγο πιο στενό, χούφτες κι αυτές από το Africa, ωραία καβαλέτα τιμονιού, τετράγωνος ψηφιακός πίνακας οργάνων, ευτυχώς με ημικυκλικό στροφόμετρο που διαβάζεται. Είναι η πρώτη μοτοσυκλέτα της Honda, μετά την RCV213V-S, που έχει σύστημα keyless. Αφήνεις το κλειδί - πομπό στην τσέπη σου, και μπορείς να ξεκλειδώσεις το τιμόνι, την σέλα και την τάπα της βενζίνης, όπως και να το βάλεις στο ON, από ένα περιστροφικό διακόπτη. Το ύψος της σέλας είναι ανάμεσα στο Integraκαι στο Africa, κάτι που ενισχύει την αίσθηση πως βρίσκεσαι πάνω σε μια on-off. Τα πόδια πατάνε σε μια φυσιολογική γωνία, αλλά βλέπω πως το X-ADVπου μου έδωσαν έχει και ένα αξεσουάρ που δεν ξέραμε πως υπάρχει: Έξτρα χωματερά μαρσπιέ, λίγο πιο πίσω από την ποδιά, κομπλέ με μαλακό λάστιχο επάνω τους που όταν σηκώνεσαι όρθιος συμπιέζεται και τα δοντάκια των μαρσπιέ αναλαμβάνουν δράση. Καθώς υπάρχει και κεντρικό σταντ, σηκώνομαι όρθιος. Απολύτως φυσική η όρθια πια στάση οδήγησης, σε εμπνέει μάλλον για περισσότερα απ’ όσα είναι προορισμένο να κάνει στο χώμα με τα δεκαπέντε εκατοστά διαδρομών αναρτήσεων που έχει. Μπροστά το πιρούνι είναι cartridge, με ρυθμιζόμενη προφόρτιση και επαναφορά, ενώ στο αμορτισέρ του Pro-Linkπίσω ρυθμίζεται μόνο η προφόρτιση σε δέκα θέσεις. Εντυπωσιακό είναι το αλουμινένιο ψαλίδι που πολλές μοτοσυκλέτες θα το ζήλευαν, και παρατηρώντας το βλέπω μεγάλο κενό, θα χωρούσε και πίσω 17άρης τροχός άνετα, αλλά έβαλαν 15 ιντσών για να μπορέσει ο αποθηκευτικός χώρος κάτω από την σέλα να χωράει full-faceκράνος με γείσο. «Δεν πειράζει,» λέω αστειευόμενος στον Misaki-san, τον project leader του X-ADV, «θα κόψουμε αυτό το πλαστικό και θα χωρέσει 17άρης και πίσω!». Βάζει τα γέλια και μου εξηγεί άλλον έναν λόγο για τον μικρότερο τροχό: Κονταίνουν έτσι συνολικά οι σχέσεις μετάδοσης!Μαζί με τις αλλαγές στις ρυθμίσεις του DCTπου στο mode D αλλάζει ταχύτητες 500 στροφές ψηλότερα σε σχέση με τα NCκαι Integra, με αντίστοιχα πιο σπορ ρυθμίσεις στα τρία mode S και πιο κοντές όλες τις σχέσεις ταχυτήτων από την πρώτη έως και την πέμπτη (η έκτη παραμένει ως είχε) δίνουν άλλο χαρακτήρα στο X-ADV. Πριν ξεκινήσουμε, ρίχνω μια ματιά και βεβαιώνομαι πως έχει μεγαλύτερο μεταξόνιο από το Africa, στα 1.588mmέναντι 1.575. Χμμμ… Μπροστά μας έχουμε κάπου 215 χιλιόμετρα διαδρομής στην βόρεια Σαρδηνία, που τέτοια εποχή μοιάζει να έχει κατεβάσει ρολά, περιμένοντας τους τουρίστες του καλοκαιριού. Ερημιά. Καλύτερα. Οι δρόμοι έχουν μόνο στροφές, εξαιρετική άσφαλτο και εναλλαγές κλίσεων, και είναι άδειοι…

Ρε συ! Αυτό και στρίβει, και πλάκα έχει!

Ευτυχώς που είχαμε πλοηγό μπροστά μας, αλλιώς η κατάσταση θα είχε εξελιχθεί σε GPΣαρδηνίας… Έκπληξη πρώτη, το πράμα αυτό στρίβει! Έχοντας 43mm μεγαλύτερο μεταξόνιο από το αδελφάκι του Integra(αλλά και από του Africa!), πιο φαρδύ τιμόνι και πιο όρθια θέση οδήγησης, μαζί με καλύτερες ποιοτικά αναρτήσεις, το νιώθεις πιο πολεμικό, πιο ελαφρύ (ενώ δεν είναι) και πιο πρόθυμο να πάει γρήγορα. Το μόνο που χρειάζεται να συνηθίσεις, στις πρώτες στροφές, είναι πως λόγω μεγάλου μεταξονίου θέλει περισσότερη κλίση για να στρίψει σε μια στροφή με τα ίδια χιλιόμετρα, σε σχέση με κάποια άλλη μοτοσυκλέτα που θα είχε πιο κοντό μεταξόνιο. Έχει μια ουδέτερη και ζυγισμένη συμπεριφορά, γιατί έχει και διαφορετική κατανομή βάρους: Ενώ ένα από τα άλλα αδελφάκια του, το NC750X, έχει 48,6% του βάρους του μπροστά, αυτό έχει 51%, κατανομή που είναι πιο κοντά στα δεδομένα supersport κατασκευών. Για σύγκριση, ένα BMWF700GSέχει το 47% του βάρους το μπροστά. Σαν αίσθηση, στο X-ADVαυτό μεταφράζεται σε έναν μπροστινό τροχό που ποτέ δεν έδειξε σημάδια γλιστρήματος, τουλάχιστον στους δρόμους της Σαρδηνίας (όπως και ο πίσω). Χάρη στο φαρδύ τιμόνι, και την όρθια θέση οδήγησης, οι αλλαγές κατεύθυνσης γίνονται εύκολα και άμεσα, με το πλαίσιο και τις αναρτήσεις του να μην δείχνουν πουθενά να τα χάνουν, όσο κι αν ανεβάζαμε ρυθμό, ακόμα και όταν υπήρχαν κάποιες ανωμαλίες στην άσφαλτο, που τις κατάπινε χωρίς να επηρεαστεί στο ελάχιστο η πορεία του. Ευθείες μεγάλες δεν είχε η διαδρομή μας, μόλις που πρόλαβα να δω 160 κάποια στιγμή αφήνοντας να φύγει μπροστά ο πλοηγός και ανοίγοντας τέρμα το γκάζι για να τον προλάβω. Κούνησα και το τιμόνι έντονα δεξιά – αριστερά, αλλά καμία αστάθεια, το X-ADVείναι σταθερότατο. Άλλωστε, όπως μου είπε και ο γελαστός Ιάπων δοκιμαστής “power performance and aerodynamics” της Honda, ο 28χρονος Hiroyuki Sasazawa, η τελική του είναι 171 km/h, και δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι για 11 χιλιόμετρα ακόμα. Φάνηκε πάντως πως θα μπορούσες να πηγαίνεις όλη μέρα με 130-150, με τον κινητήρα να παραμένει χαλαρός.

Τα φρένα του είναι πολύ προοδευτικά, αλλά έχουν δύναμη, με την επιπλέον βοήθεια του μικρότερου σε σχέση με του Africaεμπρός τροχού. Και το πίσω είναι πολύ χρήσιμο, με το ABSνα παρεμβαίνει (και σωστά) μόνο όταν το παρακάνεις, επίτηδες για να δεις αν δουλεύει! Εκεί υπάρχει μια ανάδραση στην μανέτα, όση χρειάζεται για να σε προειδοποιήσει για την λειτουργία του. Αυτά βέβαια στην άσφαλτο της Σαρδηνίας, που ώρες ώρες στραφτάλιζε στον ήλιο, και σ’ έκανε να την ζηλεύεις, όπως και την ωραία χάραξη των δρόμων που ούτε μια φορά στα 215 χιλιόμετρα πάνω κάτω τα βουνά δεν είχε μια στροφή φάκα, που να κλείνει χωρίς να το περιμένεις. Τα λάστιχά του είναι Bridgestone Trailwing 101 μπροστά και Trailwing 152 πίσω, άψογα στην άσφαλτο και προβλέψιμα στο λίγο χώμα που κάναμε. Ο ίδιος Ιάπων, μου είπε πως δεν το έχουν δοκιμάσει με πιο χωμάτινα λάστιχα.

Άλλο και τούτο: Διασκεδαστικό DCT!

Έκπληξη δεύτερη, οι νέες ρυθμίσεις του DCT, που θα πρέπει να περάσουν σε όλη τη σειρά NC! Έχοντας οδηγήσει όλα τα DCT της Honda, από το Crosstourer ως τα NCκαι το Integra, διαπίστωσα πως το καλύτερο βρίσκεται στο X-ADV. Το DCTτου, μαζί με την θέση οδήγησης και το σωστό πλαίσιο – αναρτήσεις, κάνει το X-ADVκάτι που τα άλλα δεν είναι: Διασκεδαστικό! Αρχικά σχεδιασμένο για ευχρηστία και οικονομία, το DCTμέχρι τώρα τα έκανε αυτά, αλλά δεν σε έφτιαχνε, δεν σου έδινε τροφή για παιχνίδι… Εκτός βέβαια αν υπάρχει κανείς που το μόνο πράγμα που τον ενθουσιάζει είναι να βλέπει κατανάλωση κάτω από τέσσερα λίτρα στα εκατό… Με τις κοντύτερες σχέσεις στο κιβώτιο, την μικρότερη διάμετρο του πίσω τροχού και τις διαφορετικές ρυθμίσεις στο πρόγραμμα των αλλαγών ταχυτήτων στα τέσσερα διαφορετικά mode, το X-ADVέχει πια ένα DCTόπως θα έπρεπε να είναι, με όλα τα modeτου χρήσιμα, και αυτόματες αλλαγές κατά 95% όπως θα ήθελες να τις κάνεις εσύ. Το D, το πιο οικονομικό και χαλαρό mode, αλλάζει τις ταχύτητες 500 στροφές ψηλότερα, κι αυτό σε έναν κινητήρα που βγάζει την μέγιστη ισχύ του στις 6.250 και την ροπή του στις 4.750, κάνει μεγάλη διαφορά. Στα NCκαι το Integraτο μόνο που το απασχολεί είναι να βάλει έκτη όσο γίνεται πιο γρήγορα, σε στροφές και ταχύτητα που δεν συμβαδίζουν με τις επιλογές που θα έκανε ένας αναβάτης που θέλει να κινηθεί χαλαρά και οικονομικά. Ειδικά σε συνθήκες πόλης, με το γκάζι να ανοίγει και να κλείνει συχνά, το DCTαλλάζει ταχύτητες συνέχεια, κι όταν είσαι ανάμεσα στα αυτοκίνητα, ακόμα και κει που δεν θα ήθελες. Στο X-ADVόμως, το mode D είναι πολύ πιο… φυσιολογικό, πολύ πιο κοντά στα ανθρώπινα και όχι στα ηλεκτρονικά στάνταρ. Δεν το οδηγήσαμε όμως σε πυκνή κυκλοφορία, οπότε αυτή η τελική κρίση θα περιμένει το τεστ στην Ελλάδα.

Όσο ανεβαίνει ο ρυθμός, αντίστοιχα γίνονται πιο χρήσιμα τα modeS1, S2 και S3. Η αλλαγές στις ρυθμίσεις τους και το κόντυμα των σχέσεων μετάδοσης έχουν κάνει πιο χρήσιμα τα S1 και S2, με το δεύτερο να είναι κατάλληλο και για κυνηγητό στα ορεινά στροφιλίκια, με το S3 να είναι το πιο ακραίο και πολλές φορές να κρατάει μια ταχύτητα περισσότερο απ’ ότι θα ήθελες, χωρίς να την αλλάζει, δουλεύοντας κοντά στο όριο των στροφών του τον ροπάτο κινητήρα. Το S2 ήταν πιο λογική επιλογή, και εκμεταλλεύεται καλύτερα την ροπή του κινητήρα και τα 54 άλογά του, με την επιπλέον ευκολία να κατεβάζεις μια – δυό ταχύτητες με τον αντίχειρα από το κουμπί στους αριστερούς διακόπτες, κάτι που μπορεί βέβαια να γίνει σε όλα τα mode, οποιαδήποτε στιγμή. Αντίστοιχα, στο S3 ήταν πολλές οι φορές που χρησιμοποιούσα τον δείκτη για να ανεβάσω ταχύτητα, και να μην στροφάρει ψηλά ο κινητήρας χωρίς λόγο. Σε όλα τα mode, η απόκριση είναι πολύ πιο άμεση σε σχέση με του DCTτων ΝCκαι Integra, μια ευπρόσδεκτη βελτίωση που συμβάλλει στο να γίνει απολαυστική η οδήγηση του X-ADV.Και με τις αλλαγές ταχυτήτων να γίνονται μόλις σε 70 χιλιοστά του δευτερολέπτου, ο συνεπιβάτης θα σας ευγνωμονεί, καθώς δεν θα ταλαιπωρείται και τα κράνη σας δεν θα χτυπάνε μεταξύ τους πια.

Εκπλήξεων συνέχεια…

Έκπληξη τρίτη, τα… τρίτα μαρσπιέ! Εκτός από την κανονική θέση για τα πόδια του αναβάτη, και τα μαρσπιέ του συνεπιβάτη, μερικά από τα X-ADVτης παρουσίασης είχαν κι ένα τρίτο σετ, έξτρα! Ο project leader, Kenichi Misaki, μου εξήγησε πως η νομοθεσία δεν επιτρέπει να υπάρχουν σε μοτοσυκλέτα περισσότερα μαρσπιέ από τα άτομα που κουβαλάει, οπότε «αναθέσαμε σε μια εταιρία που φτιάχνει aftermarketαξεσουάρ να τα φτιάξει εκείνη! Είναι ακριβά όμως!». Τιμή δεν ήξερε να μας πει, αλλά η εταιρία αυτή είναι η Rizoma, και τα έφτιαξε όπως της τα ζήτησε η Honda. Πατώντας εκεί, τα πόδια πάνε πιο πίσω και διπλώνουν περισσότερο, φτιάχνοντας μια πιο σπορ θέση οδήγησης για την άσφαλτο, με τον κορμό του αναβάτη λίγο πιο σκυφτό προς τα μπρος. Προσοχή όμως, στις στροφές πρέπει να θυμάσαι να πατάς με τις μύτες, γιατί οι μπότες θα βρουν εύκολα κάτω, και μετά θα ξύσουν και τα ίδια τα μαρσπιέ. Σε δρόμους Σαρδηνίας, θα ήταν χρήσιμο ένα πλαστικό προστατευτικό στην άκρη τους, όπως αυτά που φοράνε στα αγωνιστικά supermoto. Αλλιώς, αν το κυνηγάς, τα έφαγες…

Εκεί όμως που πραγματικά σε φτιάχνουν αυτά τα μαρσπιέ είναι όταν σηκώνεσαι όρθιος, σε μια πολύ φυσική στάση που σε κάνει να πιστεύεις πως είσαι πάνω σε Africa rally, και σε προδιαθέτει να ορμήξεις στα χώματα. Αλλά πρέπει να συγκρατηθείς! Οι αναρτήσεις θα τερματίσουν εύκολα στα κοφτά νεροφαγώματα, και παρά την ύπαρξη αλουμινένιας ποδιάς, αυτή προστατεύει τον καταλύτη, όχι όμως και το κάρτερ που βρίσκεται ακριβώς πίσω της. Δεν είναι για να το κοπανάς στις πέτρες, εντάξει. Όμως, αν διαλέγεις την πορεία σου με κάποια προσοχή, κι ο χωματόδρομος είναι σχετικά ομαλός, μπορείς και εδώ να το διασκεδάσεις, όρθιος στα έξτρα μαρσπιέ, κάνοντας ατελείωτα drift! Δεν ξέρω αν την είχαν υπολογίσει αυτή την επίπτωση του μεγάλου μεταξονίου, που επιλέχθηκε πιο πολύ για χωροταξικούς λόγους, αλλά, το σχεδίασαν επίτηδες ή τους βγήκε έτσι, δεν έχει σημασία: Το X-ADVστη φλαταδούρα πάει με το πλάι πιο εύκολα και χαλαρά από κάθε on-off! Δεν κάναμε μεγάλη απόσταση στο χώμα, αλλά αυτό που κάναμε ήταν ένα πατημένο αμμόχωμα μούρλια, με αρκετή πρόσφυση, χωρίς πολλές πέτρες. Φυσικά, αν αντί για το Μαγγανάρι θέλεις να πας για enduro, καλύτερα να διαλέξεις κάτι άλλο. Το γεγονός είναι πως από την μικρή γεύση που πήραμε στο χώμα, πάει καλύτερα απ’ ότι θα περίμενες, και το κυριότερο, μπορεί να σε διασκεδάσει στις κατάλληλες συνθήκες. Όταν είχα δει κάτι διαφημιστικά videoπου είχε βγάλει η Honda, με το X-ADVνα πλαγιολισθαίνει στους χωματόδρομους, είχα σκεφτεί «ναι, καλά, η ψυχούλα του το ξέρει τι τραβάει» (για τον αναβάτη, που γύριζε τα πλάνα…). Κι όμως, το κάνει και το κάνει άνετα, όπως θα το κάνει και στην ελληνική άσφαλτο, αφού traction control δεν υπάρχει. Να δω κάγκουρα με X-ADVνα πηγαίνει με το πλάι μες την πόλη και τι στον κόσμο! Η Hondaβέβαια δεν είχε καγκουριές στο μυαλό της όταν το εξέλισσε: Καθημερινή μετακίνηση, ταξίδια, κι αν συναντήσεις κι ένα χωματόδρομο για την παραλία, να περάσεις άνετα.

Ένα από τα στοιχήματα που λέγαμε πως θα χάσεις αν δεν ξέρεις, είναι για το βάρος του: Αν σου πουν να μαντέψεις, αφού το οδηγήσεις, με τίποτα δεν υποψιάζεσαι πως είναι 238 κιλά γεμάτο, μόλις 4 κιλά λιγότερα από το αντίστοιχο βάρος του Africa DCT, κι άλλα τόσα περισσότερα από του NC750X. Είναι τόσο καλοζυγισμένο, που μπορείς να κινείσαι με ταχύτητα σαλιγκαριού, μόλις αντιληπτή δια γυμνού οφθαλμού, και να ισορροπείς μια χαρά. Αυτό θα είναι ένα μεγάλο συν και μέσα στην κίνηση της πόλης, μαζί με την μεγάλη γωνία στροφής του τιμονιού, στις 39 μοίρες, που του δίνουν ένα κύκλο στροφής μόλις 2,8 μέτρα. 

Το scrambler του... σήμερα

 

Είναι φυσικό να υπάρχει μια αμηχανία σχετικά με το που ακριβώς θα έπρεπε να κατατάξουμε το X-ADV, με την Hondaνα ανακατεύει έννοιες αυτοκινητάδικες όπως Crossoverκαι SUV (η ίδια αμηχανία υπήρχε το 1987, όταν η Honda είχε βγάλει το Transalp, και οι «παραδοσιακοί» μοτοσυκλετιστές το κοιτούσαν απορημένοι). Μην ασχολείστε, δεν χρειάζεται να του βάλουμε ντε και καλά ταμπέλα, να το κατατάξουμε σε μια ήδη υπάρχουσα κατηγορία. Σκεφτείτε το αντίστροφα, πως δεν έχετε δει ποτέ το X-ADV, και σας ρωτούν: «Πως θα σου φαινόταν μια μοτοσυκλέτα που είναι εξίσου πρακτική με scooterμέσα στην πόλη, δηλαδή έχει προστασία, αυτόματο κιβώτιο και αποθηκευτικό χώρο, αλλά που κάνει και ταξίδια, στρίβει μια χαρά στα στροφιλίκια, κι αν δει και κανέναν χωματόδρομο, τον περνάει μια χαρά, ενώ παράλληλα είναι οικονομική, ξεχωριστή και διασκεδαστική;»  Δύσκολα θα έλεγε κανείς πως δεν την θέλει.

Ίσως αρχικά δεν πείσει τους μεγαλύτερης ηλικίας, «κατασταλαγμένους» μοτοσυκλετιστές, που δεν θα ψηθούν από την εμφάνισή του. Η αλήθεια είναι όμως πως το κοινό της μοτοσυκλέτας γερνάει, και πως το ενδιαφέρον των νέων για μοτοσυκλέτες δεν είναι αυτό που ήταν κάποτε. Κάθε πρωτότυπη ιδέα που μπορεί να προσελκύσει νέους μοτοσυκλετιστές ή νέους στην μοτοσυκλέτα κάθε ηλικίας, είναι ευπρόσδεκτη, και μακάρι όλες οι εταιρίες να πειραματίζονταν σε καινούργια concept.

To HondaX-ADVέχει ξεχωριστή σχεδίαση, γεμάτη προσεγμένες λεπτομέρειες, ποιοτική Made in Japan κατασκευή, πλούσιο εξοπλισμό, πρακτικότητα και, ίσως και λίγο ειρωνικά, αναπάντεχα φέρνει αυτό που έλειπε από την σειρά NCκαι από άλλα μοντέλα της Honda: Χαρακτήρα και προσωπικότητα και διασκέδαση στην οδήγηση!

Θα το ευχαριστηθούν κι αυτοί που ποτέ δεν θα αγόραζαν scooter, κι αντίθετα, αν το οδηγήσει κάποιος που μόνο scooterείχε στη ζωή του, θα καταλάβει πόσα έχουν να του προσφέρουν οι μοτοσυκλέτες.

Υπάρχει κι ένας άλλος τρόπος για να προσεγγίσεις, και να προσδιορίσεις, την νέα πρόταση που φέρνει το X-ADV: Θα μπορούσες να το δεις ως την νέα γενιάscrambler του 21ου αιώνα, αντίθετα με τις ρετρολάγνες αναπαραγωγές του παρελθόντος, που απευθύνονται σε εντελώς άλλο κοινό. Έτσι κι αλλιώς, οι όποιες δυνατότητές του στο χώμα ξεπερνούν τις ανάγκες των περισσότερων ιδιοκτητών on-offπου δεν πατάνε ποτέ στην σκόνη…

 

Ιδέες στην πράξη, όχι έρευνες αγοράς…

Οι εταιρίες πρέπει να έχουν άποψη, και να τολμούν να την κάνουν πραγματικότητα, αντί να προσπαθούν να βγάλουν άκρη από έρευνες αγοράς που το μόνο που μπορούν να δώσουν είναι αδιάφορες μετριότητες. Αυτό συνέβη και στην περίπτωση του X-ADV, χάρη στην ιδέα που ήρθε στον Daniele Lucchesi(αριστερά στην φωτό) στον δρόμο για Μαγγανάρι. Την έβαλε στο χαρτί κάνοντας τα πρώτα σκίτσα (αλλά και τα τελικά!) ο Maurizio Carbonara, σχεδιαστής και του νέου AfricaTwin, πείθοντας τους Ιάπωνες. Δίπλα του, ο πάντα χαμογελαστός test rider Hiroyuki Sasazawa, που έκανε πολλά χιλιόμετρα εξελίσσοντας το X-ADVστην Ιαπωνία και την Ιταλία (όπως μου είπε, «Hardwork! Verybusy!») που είναι μόλις 28 ετών και τρέχει σε αγώνες με NSR, όταν δεν βάφει τα μηχανάκια του ή δεν κάνει hover board…Στα δεξιά, ο Kenichi Misaki, Large Project Leader τουX-ADV:

«Όταν το αφεντικό μου, οTakahashi-san που ήταν και ο project leader του πρώτου AfricaTwin 650, μου μίλησε για ένα project με το όνομα City Adventure που πρότειναν οι Ιταλοί, δεν ξέραμε τίποτε άλλο, κι αναρωτήθηκαμε «Γιατί; Τι είναι αυτό;».

Όταν όμως έφτασαν τα πρώτα σκίτσα από το R&D τη ςHonda στην Ρώμη, καταλάβαμε τι είχαν στο νου τους, οι επικεφαλής στην Ιαπωνία πείστηκαν αμέσως και το project προχώρησε πολύ γρήγορα. Βασιστήκαμε στοIntegra, αλλά εδώ η πιο δύσκολη δουλειάήταν η χωροταξία. Έπρεπε να έχουμε και μεγαλύτερο χώρο κάτω από την σέλα, και μεγαλύτερες διαδρομές αναρτήσεων, χωρίς να αυξηθεί πολύ το ύψος της σέλας. Γι’ αυτό και ο πίσω τροχός μίκρυνε στις 15 ίντσες, με επιπλέον όφελος το κόντυμα των σχέσεων, κάτι που βελτιώνει την επιτάχυνση. ΤοDCTείναι πολύ σημαντικό όπλο για μας, διαφοροποιεί το X-ADVαπό τα scooter που έχουν μετάδοση CVT, γιατί δίνει άμεση και γραμμική αίσθηση στην μετάδοση της δύναμης, κάτι που δεν έχουν τα scooter. Δεν έχουμε πρόθεση να φτιάξουμε μια πιο off road έκδοση του X-ADV, κι όσοι έχουν σκοπό να δοκιμάσουν, ας μην ελπίζουν στη συνεργασία μας, πρέπει να το κάνουν μόνοι τους! Αλλά όχι άλματα, παρακαλώ!»

 

Ο Keinichi Misakiείναι 43 ετών, και εργάζεται στην Hondaαπό το 1998, αρχικά ως μηχανολόγος με εξειδίκευση στα πλαίσια, ενώ από το 2009 και μετά έχει τον ρόλο του LargeProjectLeader, του ανθρώπου δηλαδή που συντονίζει όλα τα εμπλεκόμενα μέρη στην εξέλιξη ενός νέου μοντέλου, και παίρνει τις τελικές αποφάσεις. Η ταχύτητα με την οποία εξελίχθηκε το X-ADV (κάτω από δύο χρόνια, ενώ συνήθως ένα νέο μοντέλο χρειάζεται τουλάχιστον τρία έως πέντε) ταιριάζει με τους χρόνους που έκανε όταν ήταν αθλητής στο στίβο πριν είκοσι χρόνια, με κατοστάρι στο 10,9”! Είχε διάφορες μοτοσυκλέτες κατά καιρούς, όπως NS50F, NSR250R, CBR600F, CBR250RR, Ape 50 καιVTR250. Με το VTRτρέχει και σε αγώνες, και μου ανέφερε ως κορυφαία του στιγμή την συμμετοχή του σε αγώνα support, πριν το MotoGPστο Motegi, μπροστά σε δεκάδες χιλιάδες κοινού. Γυαλίζει το μάτι του, και συζητήσαμε αρκετά για την προοπτική ενός μικρότερου Africa, εξ ίσου ή και πιο χωματερού ακόμα… Θα το προτιμούσε με αισθητική CRF450 Rally, κι όχι ως αντίγραφο του μεγάλου. Πιάσε δουλειά Kenichi!

 

 

TECH

Με βάση τον δικύλινδρο των 750ccκαι το πλαίσιο των NC/Integra, η Honda εξέλιξε το X-ADV. Οι υποτετράγωνες διαστάσεις και το χαμηλό όριο στροφών (οι 54 ίπποι αποδίδονται μόλις στις 6.250 στροφές) ταιριάζουν μια χαρά με το κιβώτιο διπλού συμπλέκτη DCTπου έχει νέες ρυθμίσεις και πιο κοντές σχέσεις στις πρώτες πέντε από τις έξι ταχύτητές του. Και οι χαμηλές για τα συνήθη στάνταρ των μοτοσυκλετών στροφές αλλά και η καταγωγή του από τους τετρακύλινδρους κινητήρες αυτοκινήτου των 1.300 κυβικών της Honda, εγγυώνται μακροζωία και την οικονομία του. Η μέγιστη κατανάλωση στην γενικώς σβέλτη βόλτα μας ήταν 4,7 λίτρα / 100km, με χρήση κυρίως του mode S2, οπότε δεν μοιάζει και τόσο μακρινή η κατανάλωση των 3,7l/100kmπου ανακοινώνει η Honda, με χρήση του mode D και χαλαρή οδήγηση, για μια αυτονομία πάνω από 350 χιλιόμετρα. Επιπλέον, ο χρονισμός του στροφάλου στις 270 μοίρες (όπως και του Africa) τον κάνει να έχει την αίσθηση και τον τρόπο απόδοσης ενός V2. Οι κύλινδροί του έχουν κλίση 67 μοιρών προς τα μπρος, κάτι που βοηθά στην χωροταξία, αυξάνει όμως το μήκος της μοτοσυκλέτας. Το πλαίσιο είναι αλλαγμένο κατά 40% περίπου, κυρίως για να δημιουργηθεί χώρος κάτω από την σέλα. Το ψαλίδι είναι εντελώς νέο, πιο μακρύ από του Integra, κατασκευασμένο από συνδυασμό χυτών και κατεργασμένων κομματιών, με το μήκος του να αποτελεί σημαντικό ποσοστό του μεταξονίου, συμβάλλοντας στην εξαιρετική του συμπεριφορά. Πάνω από το κιβώτιο, το ρεζερβουάρ βενζίνης, που συμβάλλει στην συγκέντρωση των μαζών κοντά στο κέντρο βάρους, κάνοντας το X-ADVπολύ πιο ευέλικτο απ’ ότι θα περίμενε κανείς για τα 238 γεμάτα κιλά του. 

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Honda X-ADV

Αντιπρόσωπος:

Αδελφοί Σαρακάκη ΑΕΒΜΕ

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ

Μήκος (mm):

2.245

Ύψος (mm):

1.375

Μεταξόνιο (mm):

1.588

Απόσταση από το έδαφος (mm):

162

Ύψος σέλας (mm):

820

Ίχνος (mm):

104

Γωνία κάστερ (o ):

27

 

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό, ενιαίο υποπλαίσιο

Πλάτος (mm):

910

Ρεζερβουάρ (lt):

13,1

Βάρος κατασκευαστή γεμάτη (kg):

238

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος με 1ΕΕΚ/4 βαλβίδες ανά κύλινδρο, στρόφαλος 270ο, αντικραδασμικός άξονας

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

77 x 80

Χωρητικότητα (cc):

745

Σχέση συμπίεσης:

10,7 :1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

54/6.250

Ροπή (kg.m/rpm):

6,9/4.750

Ειδική ισχύς (HP/l):

72,4

Τροφοδοσία:

ψεκασμός PGMFI, με έναν αυλό 36mm

Σύστημα εξαγωγής:

1 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

DCT, (DualClutchTransmission) δύο πολύδισκοι συμπλέκτες με αυτόματη λειτουργία

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Ίσια γρανάζια

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα / γρανάζια

Σχέσεις ταχυτήτων

Έξι (6), με ένα χειροκίνητο και τέσσερα αυτόματα προγράμματα αλλαγών

 

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Αλουμινένιο χυτό ψαλίδι, ένα αμορτισέρ, μοχλικόPro-Link

Διαδρομή (mm):

150

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου σε 10 θέσεις

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

Tubeless με ακτίνες

Ελαστικό:

160/60R15

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 240mm με δαγκάνα ενός εμβόλου, ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ψηφιακά όργανα με ταχύμετρο, στροφόμετρο, στάθμη καυσίμου, ένδειξη σχέσης κιβωτίου/κατάσταση μετάδοσης, ένας ολικός και δυο μερικούς χιλιομετρητές, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά/φλας/φώτα/λειτουργία ψεκασμού, χειρόφρενο, αλάρμ,immobilizer,φωτιζόμενος χώρος κάτω από τη σέλα (21l), έξοδος ρεύματος 12V, κεντρικό και πλάγιο σταντ, ρυθμιζόμενη ζελατίνα φαίρινγκ (5 θέσεις), κλειστές χούφτες, κεντρικός διακόπτης keyless

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Πιρούνιupside down

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

154/41

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

Tubeless με ακτίνες

Ελαστικό:

120/70R17

ΦΡΕΝΑ

Δύο δίσκοι296mm,ακτινικές δαγκάνες, ABS

 

 

Συγκριτικό Honda Africa Twin DCT vs BMW R1200GS vs KTM 1050 Adventure vs Suzuki V-Strom 1000 vs Triumph Tiger 800XRX [τ.557-2016]

Επιστροφή στην ουσία!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

26/10/2018

Έχουμε περάσει ένα σωρό σκαμπανεβάσματα: Τη μία στιγμή θέλουμε 150 άλογα στον τροχό, την επόμενη μας φαίνονται πολλά και ακριβά. Η εποχή δεν σηκώνει καπρίτσια και οι πολλές γνώμες μας έχουν καταστρέψει, είναι ώρα να δούμε την ουσία, κι αυτή είναι απλή και ξεκάθαρη: Ποια οδηγείται καλύτερα στο δρόμο και ποια προσφέρει τα περισσότερα!

Η Honda CRF1000L Africa Twin DCT σε ένα συγκριτικό (από το τεύχος 557 που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2016) απέναντι στον παγιωμένο ανταγωνισμό, καθώς ήταν η πιο καινούργια εισαγωγή στην κατηγορία εκείνη την εποχή, με τους αντιπάλους να την περιμένουν στη γωνία.

Πριν οι μεγάλες on-off αρχίσουν να ξεφεύγουν σε επιδόσεις και τιμή, ο κόσμος γκρίνιαζε γιατί τα εκατό άλογα που κατά μέσο όρο απέδιδαν άρχισαν να του φαίνονται λίγα, ενώ τα διακόσια χιλιόμετρα την ώρα έγιναν το νέο θεωρητικό όριο "ταξιδιού". Αν η μοτοσυκλέτα δεν έπιανε με ευκολία τα διακόσια, τότε... δεν ήταν πραγματικά Adventure. Οι εταιρίες πάσχισαν να φτιάξουν πλαίσια που μένουν ακλόνητα σε αυτά τα χιλιόμετρα, ενώ υπάρχει απόσταση από το έδαφος και ο αναβάτης κάθεται όρθιος, την ώρα που οι εταιρίες ελαστικών αντιμετώπιζαν την μεγαλύτερη σπαζοκεφαλιά των τελευταίων δεκαετιών: Να φτιάξουν λάστιχα με πρόσφυση που λίγα χρόνια πριν έβρισκες μονάχα σε superbike, αλλά για να σηκώσουν σχεδόν τα διπλάσια κιλά και να έχουν χιλιάδες χιλιόμετρα μεγαλύτερη διάρκεια ζωής.

Αν ψάξεις το ζήτημα, θα δεις ότι στην έρευνα και την εξέλιξη των μοτοσυκλετών αυτής της κατηγορίας, έχουν δαπανηθεί περισσότερα κονδύλια απ’ ότι για τις superbike σε διπλάσιο εύρος χρόνου, μετρώντας προς τα πίσω. Τα τελευταία πέντε χρόνια, έχουν ξοδευτεί περισσότερα για τις νέες on-off, σε σύγκριση με τα προηγούμενα δέκα για τις superbike. Κι ενώ στην αρχή τα αποτελέσματα, όπως γράφαμε στο MOTO, ήταν απλά ικανοποιητικά, πλέον οι μεγάλες on-off έγιναν αυτό που πάντα θέλαμε, μόνο που είχε χαθεί το “timing”. Μόλις η κρίση χτύπησε την πόρτα μας, η παλιά γκρίνια επέστρεψε αλλά με την αντίστροφη φορά: "Ποιος έχει είκοσι χιλιάδες για ένα ταξιδάκι –που και που- και τι τα θέλουμε τα 150 άλογα για το χώμα".

Πάνω εκεί η KTM έκοψε διαδρομή από τον κινητήρα του 1190 και αφήνοντας άβαφο το υποπλαίσιο, μαζί με φθηνότερες αναρτήσεις και άλλες αλλαγές προς την κατεύθυνση της χαμηλότερης τιμής, προσπάθησε να δώσει μία λύση στο νέο κενό της γκάμας που δημιουργήθηκε, ενώ η Honda εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία με τον καλύτερο τρόπο: Φέρνοντας μια αναβίωση που την περίμενε πολύς κόσμος, ξαναμπαίνοντας έτσι σε μία κατηγορία από την οποία έλειπε από το 2003. Αλλά μακάρι να ήταν τόσο απλά τα πράγματα! Το ανυπέρβλητο ζήτημα, είναι ότι τα τελευταία χρόνια τα μάτια μας έχουν ανοίξει, έχουμε δει ότι οι μεγάλες on-off δεν πιάνονται ούτε από street ή naked, ούτε και από superbike ακόμα, σε στενούς επαρχιακούς που αποτελούν και την πλειοψηφία των διαδρομών μας. Θέλουμε λοιπόν τα ίδια υψηλά πρότυπα συμπεριφοράς, σ’ ένα πιο προσιτό πακέτο, κι έχουμε αρχίσει να τα χαλάμε ακριβώς σ’ αυτό το σημείο. Στις χώρες της Ευρώπης η αγοραστική δύναμη στις κοινωνικές τάξεις έχει μεταβληθεί δυσανάλογα και αυτό που εμείς εδώ θεωρούμε προσιτό, δεν έχει καμία σχέση με τους υπόλοιπους, χώρια που οι καινούριες μοτοσυκλέτες που πωλούνται στη χώρα μας, δεν αλλάζουν πλέον παρά τα τελευταία ψηφία στον συνολικό αριθμό που βλέπουν οι εταιρίες… Και υπάρχει πάντα το θέμα της συνήθειας που λέγαμε: Θέλουμε να στρίβουμε ξύνοντας μαρσπιέ με ασφάλεια, όπως είδαμε ότι αυτή η κατηγορία μπορεί να μας προσφέρει - Κι αυτό δυστυχώς δεν γίνεται με φθηνές λύσεις…

Τα θέλουμε όλα!

Η πιο νέα μοτοσυκλέτα είναι φυσικά η Africa Twin και η Honda ο μεγάλος καιροσκόπος, που αντί να μπει στον ανταγωνισμό τα προηγούμενα χρόνια με ημι-ενεργητικές αναρτήσεις, ride by wire, συνδυασμένα φρένα κι άλλα τόσα, μπορεί τώρα να πει με άνεση ότι όλα αυτά δεν χρειάζονται. Παράλληλα, και για να διατηρήσει τον τίτλο της πιο τεχνολογικά προηγμένης εταιρίας, αναβαθμίζει το DCT που κανένας άλλος κατασκευαστής δεν μπορεί να προσφέρει και ιδού: Η πιο φρέσκια πρόταση, σταματώντας την συζήτηση για την μεγαλύτερη ιπποδύναμη και επιστρέφοντας στην ουσία: Βάζει υποψηφιότητα για την καλύτερη οδηγικά, σε όλη την κατηγορία!

Η αναβίωση του ονόματος της Africa Twin, εδραιώνει την ύπαρξη της νέας μεγαλο-μεσαίας τάξης στην κατηγορία των on-off και ταυτόχρονα βάζει κι ένα φουρνέλο στον ανταγωνισμό. Εσείς έχετε μάθει ήδη σε αποκλειστικότητα, τα πάντα γύρω από την Africa Twin και την εξέλιξή της, οπότε ήρθε η ώρα να δούμε μαζί και την θέση της στον ανταγωνισμό. Μετά από την δοκιμή της στην Ελλάδα, την συγκρίνουμε με 1050 Adventure, V-Strom 1000, Tiger 800XRx και R1200GS. Το πολύ ακριβότερο και μεγαλύτερο GS, υπάρχει εδώ για ένα και μόνο λόγο: Να αποτελέσει το σημείο αναφοράς, όντας η πιο δημοφιλής των on-off, περσινός νικητής στο MΕGA TEST του ΜΟΤΟ και απατηλό, ορισμένες φορές και κρυφό, όνειρο πολλών που τους αρέσει αυτή η κατηγορία μοτοσυκλετών. Το συγκριτικό αυτό επίσης, είναι προάγγελος του φετινού MEGA TEST όπου οι μοτοσυκλέτες θα έχουν όλες χωμάτινα λάστιχα και θα δοκιμαστούν με τον τρόπο που αρμόζει σε μία μοτοσυκλέτα adventure, όπως έχει καθιερωθεί. Η σύγκριση λοιπόν γίνεται τώρα με τα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης και στην πιο συνηθισμένη χρήση, που θα κάνουν οι μοτοσυκλέτες αυτές στην ζωή τους. Ταξίδια σε εθνική και επαρχιακό καθώς και καθημερινή χρήση. Πριν όμως από την απευθείας αντιπαράθεση της Africa Twin, με κάθε μία από τις μοτοσυκλέτες του συγκριτικού, ας δούμε πώς συμπεριφέρεται το DCT στα δικά μας δεδομένα κι ας υποδεχτούμε την Africa σε ελληνικό έδαφος!

Africa DCT vs 1050 Adventure

Παιχνίδι που κρίνεται στον πόντο!

Το 1050 της KTM είναι ο πιο άμεσος αντίπαλος του νέου Africa Twin, για μία σειρά από λόγους, με πρώτο και καλύτερο την ομοιότητά τους στα τεχνικά χαρακτηριστικά. Ελαφρώς δυνατότερο το KTM και σχετικά ελαφρύτερο, ιδιαίτερα σε αντιπαράθεση με την βαρύτερη DCT έκδοση, είναι και καλύτερο από το Africa Twin σε ορισμένους τομείς, υστερώντας όμως σε κάποιους άλλους. Τοποθετημένα στη ζυγαριά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα έρχονται τόσο κοντά, που θα μπορούσε η σύγκριση να είναι μία ατέρμονη διαδικασία χωρίς ξεκάθαρο συμπέρασμα. Ευτυχώς όμως που τέτοιες περιπτώσεις είναι και οι αγαπημένες μας!

Θα ξεκινήσουμε από τα εύκολα λοιπόν, που είναι η συμπεριφορά στο ταξίδι καθώς αναμφισβήτητα το Africa υπερτερεί, χωρίς να υπολογίσεις μάλιστα το DCT και την τεράστια ευκολία που αυτό σου προσφέρει στο ταξίδι. Η προστασία του αέρα στο KTM είναι μικρότερη, ενώ στο κράνος σου φτάνουν στροβιλισμοί που δεν είναι πολύ ενοχλητικοί, ωστόσο τους παρατηρείς συγκριτικά με το Africa Twin. Λιγότερο άνετη σέλα στο KTM, σε ότι έχει να κάνει με μεγάλες αποστάσεις  με την διαφορά να μεγαλώνει για τον συνεπιβάτη, και μία μικρή ενόχληση από θερμότητα, που σε καμία περίπτωση δεν φτάνει στα επίπεδα του 1190 - προ διορθώσεων της KTM – όμως κι αυτό είναι κάτι που παρατηρείς αφού δεν το βλέπεις στο Africa. Από εκεί και πέρα υπάρχουν και λεπτομέρειες που καθιστούν πιο ευχάριστο το ταξίδι με την Africa Twin, σε εθνικές οδούς και μεγάλες αποστάσεις, όπως η χροιά του κινητήρα και η απόκρισή του. Η KTM εστιάζει πάρα πολύ στο βάρος του κινητήρα, και προτιμά να εξοικονομεί βάρος από παντού, πράγμα που στα αυτιά σου μεταφράζεται σε μία σειρά από μηχανικούς ήχους, αντί για έναν ενιαίο. Είναι ένα μικρό μειονέκτημα, σε σύγκριση με αυτά που σου προσφέρει, αλλά αυτό θα το δούμε παρακάτω, αυτό που μας ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή είναι ο ήχος. Με την Africa Twin σε συνοδεύει ένας όμορφος μπάσος ήχος από το τελικό της εξάτμισης, χωρίς μηχανικούς θορύβους. Καμία μοτοσυκλέτα του συγκριτικού δεν πρόκειται να σε συγκινήσει ηχητικά, πέρα από το συγκεκριμένο V-Strom για τους λάθους λόγους, αλλά στην περίπτωση που εξετάζουμε τώρα, ο ήχος του Africa ακούγεται στα αυτιά σου ως «υγιέστερος», σε κάνει να πιστεύεις ότι είναι αξιόπιστη μοτοσυκλέτα, χωρίς κανείς ακόμα να μπορεί να ισχυριστεί ότι κάτι τέτοιο ισχύει και στην πράξη.

Αν αφήσεις την εθνική και αρχίσεις να ανεβαίνεις κάποιον επαρχιακό γεμάτο στροφές και φουρκέτες, όπως κάναμε εμείς, τότε ανοίγονται μπροστά σου δύο περιπτώσεις. Στην πρώτη έχεις βάλει το DCT στην τρίτη θέση της sport λειτουργίας και θαυμάζεις την φύση καθώς απολαμβάνεις την βόλτα, χωρίς να θέλεις να κατέβεις από την Africa Twin. Στην δεύτερη περίπτωση, έχεις ξοδέψει πολύτιμα δευτερόλεπτα στο ρελαντί, για να βγάλεις το traction control στο 1050 Adventure – την στιγμή που στο Africa γίνεται εν κινήσει – αφήνεις το ABS στον εμπρός τροχό, και την χαρτογράφηση στην sport λειτουργία, και σιχτιρίζοντας για τα τριάντα δευτερόλεπτα που σου φάνηκαν τρία λεπτά, ξαμολιέσαι στον ανήφορο με τον πορτοκαλί διάολο. Δεν χρειάζεται να πας γελοιωδώς γρήγορα, του στιλ "Έχω ανοίξει την κάμερα και θέλω να εντυπωσιάσω τους φίλους μου". Ακόμα και στην σβέλτη οδήγηση το KTM είναι καλύτερο από την νέα, άψογα ζυγισμένη Africa. Είναι γιατί και το KTM έχει άψογο ζύγισμα, μαζί όμως με δύο ακόμα στοιχεία: Το υπέροχο χωροδικτύωμα του 1190 που είναι ακριβώς όσο άκαμπτο χρειάζεται, για να το κάνεις ότι θέλεις, και την απόκριση του 1190 μέχρι τις 6.000 στροφές. Στον αντίποδα η Africa επωφελείται από τον μεγαλύτερο τροχό, στις απότομες εναλλαγές πορείας. Στις μέρες μας έχεις ελαστικά που σου χαρίζουν πρόσφυση ακόμα και στις διαστάσεις των εικοσιένα ιντσών του εμπρός τροχού, κι έτσι η διάσταση αυτή σε βοηθά και στον δρόμο, εκτός από το χώμα, όταν μιλάμε για επαρχιακό και ελληνικές συνθήκες. Όμως είναι τόσο απόλυτος ο τρόπος που μπορείς να οδηγήσεις το KTM, σουζάροντας στις εξόδους και ντριφτάροντας στην επόμενη είσοδο, που ακόμα κι αν δεν θέλεις να οδηγήσεις τόσο γρήγορα, εξακολουθεί να είναι προτιμότερη επιλογή. Σ’ ένα τέτοιο παιχνίδι το Africa δε μένει πολύ πιο πίσω, ενώ μπορείς να επωφεληθείς για να κάνεις ταχύτερες αλλαγές, πριν ακόμα από την έξοδο, κρατώντας την μοτοσυκλέτα πλαγιασμένη. Όμως στον ίδιο δρόμο και με τον ίδιο γρήγορο ρυθμό, το KTM είναι πιο ξεκούραστο, αυτή είναι τελικά και η διαφορά τους.

Στην πόλη ο μεγαλύτερος εμπρός τροχός, είναι ο σύμμαχός σου στις άπειρες λακκούβες και τα ψηλά πεζοδρόμια, ενώ αν οδηγήσεις γρήγορα, έρχεται σύντομα η στιγμή που το KTM ζεσταίνεται και ξεχνά την νεκρά και από πρώτη πας στην δευτέρα και καταλήγεις από τα πολλά πάνω-κάτω να κρατάς την μανέτα του συμπλέκτη στο φανάρι. Δεν θα το κάνει πάντα, όμως αποτελεί μειονέκτημα έναντι του Africa, που ακόμα και το κανονικό κιβώτιο βρίσκει πάντα την νεκρά, όσο γρήγορα κι αν έχεις οδηγήσει. Για το DCT δεν χρειάζεται καμία πρόσθετη διευκρίνιση… Οριακά καλύτερα και τα φώτα της Africa σε νυχτερινή οδήγηση όπως και τα όργανα που διαβάζονται κάτω από όλες τις συνθήκες, εξαιτίας της απόχρωσης των ενδείξεων και τα προτιμάς, παρόλο που οι ενδείξεις του KTM είναι περισσότερες…

Africa DCT vs V-Strom 1000

Δες το τεχνοκρατικά

Το V-Strom 1000 είναι η τιμιότερη μοτοσυκλέτα του συγκριτικού και ακόμα παραπέρα, είναι μία από τις πιο τίμιες μοτοσυκλέτες της αγοράς, αυτή την στιγμή! Αδικείται γιατί δεν έχει όγκο, την στιγμή που κάποτε ένας από τους βασικούς λόγους που το V-Strom 650 είχε ανακηρυχτεί η δημοφιλέστερη μοτοσυκλέτα, ήταν ότι έμοιαζε με χιλιάρι. Αδικείται επίσης γιατί η εμφάνισή του, ειδικά μπροστά, δεν σε γεμίζει με ματαιοδοξία όταν παρκάρεις στην καφετέρια. Αυτό βέβαια δεν μπορείς να πεις ότι αποτελεί μειονέκτημα, το μειονέκτημα είναι να δείχνεις προτίμηση στις μοτοσυκλέτες με βάση την ματαιοδοξία σου, αλλά ας μην γελιόμαστε, για την ελληνική πραγματικότητα μιλάμε. Αυτά τα δύο στοιχεία, είναι ίσως τα μόνα για τα οποία δεν εξασφάλισε μία καλύτερη πορεία στην ελληνική αγορά, από την ημέρα που παρουσιάστηκε.  Αν εξαιρέσεις όμως την θεωρία και περάσεις στο πρακτικό κομμάτι της σύγκρισης του V-Strom και της νέας Africa, τότε είναι λίγα τα πράγματα που θα σε ενοχλήσουν στο πιο οικονομικό σε τιμή αγοράς Suzuki.

Αρχικά είναι η θέση οδήγησης που χαλά την βαθμολογία του, και πιο συγκεκριμένα το στενό τιμόνι που ταυτόχρονα τοποθετεί και τα χέρια ψηλά. Αν καθίσεις στο V-Strom αμέσως μετά την Africa Twin, νιώθεις ότι πήδηξες από τον μηχανικό ταύρο στο λούνα παρκ που ήταν για τους ενήλικους, στον χρωματιστό μονόκερο που νανουρίζει τα παιδιά με μουσική από συνθεσάιζερ… Αυτή είναι η διαφορά τους. Έχεις μετά και τους τετράγωνους καθρέφτες, τα κάθετα όργανα λες και έχεις μπει σε ταξί Mercedes της προηγούμενης δεκαετίας και συμπληρώνεται μία πιο παλιομοδίτικη εικόνα. Τίποτα από όλα αυτά όμως δεν παραβλέπεται με ευκολία, μόλις συνειδητοποιήσεις ότι μπορείς να κινηθείς εξίσου γρήγορα με το V-Strom, όσο και με την Africa! Επιπρόσθετα καταβάλλεις και λιγότερη προσπάθεια στην είσοδο των στροφών, παρόλο που χειρίζεσαι ένα τιμόνι με μικρότερο μοχλό. Η στενή σιλουέτα της μοτοσυκλέτας και η συγκέντρωση όλων των μαζών χαμηλά, της χαρίζουν αξιοσημείωτη ευελιξία για τα κυβικά της, ενώ ταυτόχρονα είναι και πολύ σταθερή στο ταξίδι σε εθνικές οδούς.

Σε αυτή την περίπτωση, όταν θα βγεις σε αυτοκινητόδρομο για να ταξιδέψεις, το V-Strom πάσχει έναντι της Africa στην άνεση, τόσο εξαιτίας της μικρότερης κάλυψης από τον αέρα, όσο και της γεωμετρίας της θέσης οδήγησης συνολικά, και όχι μόνο για την γωνία που τοποθετεί το τιμόνι τα χέρια σου. Ούτε η σέλα έχει την ίδια άνεση, αν και ο συνεπιβάτης θα είναι πιο δύσκολο να πάρει θέση, γιατί για εκείνον η διαφορά είναι πολύ μικρότερη. Από εκεί και πέρα όμως το Suzuki ταξιδεύει κι αυτό, όπως και η Africa, απαλλαγμένο από ενοχλητικούς κραδασμούς και μ’ ένα ωραίο ήχο από το τελικό της εξάτμισης. Αυτό το τελευταίο, δεν ισχύει και τόσο για την μοτοσυκλέτα του συγκριτικού, που είχε τοποθετημένη μία τελείως ανοιχτή Yoshimura και ο ήχος ήταν σίγουρα εκτός των νόμιμων πλαισίων.

Σε ότι έχει να κάνει με την συμπεριφορά στον δρόμο, οι δύο μοτοσυκλέτες είναι πολύ κοντά, ενώ αν υπολογίσεις την διαφορά στην τιμή τους, τότε το V-Strom είναι συνολικά καλύτερη περίπτωση (η ατάκα του Μιμίκου: "Αυτό είναι μπετόν! Καλύτερο από GSX-R!"). Υπάρχει ωστόσο ένα στοιχείο που το Suzuki φανερώνει την απόσταση τιμής με το Africa Twin, κι αυτό είναι οι αναρτήσεις. Σε βόλτες με ήπιο ρυθμό ή μέσα στην πόλη, η διαφορά τους δεν γίνεται άμεσα αντιληπτή. Θα πρέπει να πέσεις με ταχύτητα σε κάποια λακκούβα, ή να πρέπει να φρενάρεις οριακά πριν αφήσεις τα φρένα για να στρίψεις, για να δεις ότι το αμορτισέρ πίσω δεν μπορεί να περάσει με την ίδια ταχύτητα όπως του Africa, πάνω από λακκούβες και σαμαράκια, χωρίς να σε ενοχλήσει η πιο σκληρή -συγκριτικά πάντα- συμπίεση και η πιο γρήγορη επαναφορά. Το πιρούνι δεν έχει κι αυτό την προοδευτική λειτουργία που συναντάς στο Africa Twin και το αποτέλεσμα γίνεται πιο ξεκάθαρο, αν αρχίσεις να πιέζεις τις δύο μοτοσυκλέτες σε αρκετά γρήγορο ρυθμό. Εκεί το Africa Twin θα σου επιτρέψει να περάσεις το V-Strom ή να κινηθείς μαζί του, αλλά με μικρότερη προσπάθεια.

Τα προοδευτικά φρένα του V-Strom, αν και έχουν καλύτερη αίσθηση από του Africa Twin, θερμαίνονται χάνοντας απόδοση λίγο πιο γρήγορα, ενώ η συμπεριφορά του ABS είναι καλύτερη για την Honda, ιδιαίτερα στον εμπρός τροχό. Οριακά καλύτερα τα φώτα του Suzuki από την πιο νεότερη Honda, γιατί αν και δεν διαφέρουν σε ένταση, έχουν λιγότερες σκιάσεις και αντίστοιχη διασπορά της δέσμης… Επίσης συγκεκριμένα με τις εκδόσεις που είχαμε στο συγκριτικό, άρχιζες να προσέχεις περισσότερο, την ηχηρό τρόπο που κούμπωναν οι σχέσεις του κιβωτίου στο V-Strom. Το DCT της Africa Twin δεν είναι τελείως αθόρυβο, απεναντίας ακούς όλες του τις αλλαγές, όμως είτε με δύο συμπλέκτες και κουμπιά, είτε με έναν συμπλέκτη και μανέτα, το Africa αλλάζει με λιγότερο θόρυβο και κόπο.

Africa DCT vs Tiger 800 XRx

Αναμέτρηση με street κριτήρια

Σε απευθείας σύγκριση με την Africa Twin, το μικρότερο Tiger τοποθετείται διαμετρικά αντίθετα από το GS της BMW, αποτελώντας ουσιαστικά το άλλο άκρο. Ωστόσο είναι μία επιλογή οικονομική και με ιδιαίτερο χαρακτήρα, που θα αξιολογήσει κανείς, όταν προσπαθεί να αποφασίσει για την προτιμότερη της μεγαλο-μεσαίας κατηγορίας των on-off. Από τις δύο διαφορετικές εκδόσεις του Triumph, επιλέξαμε συνειδητά εκείνη με τον μικρότερο εμπρός τροχό, για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι η έμφαση αυτού του συγκριτικού είναι ο δρόμος, και πολύ λιγότερο το χώμα. Όταν έρθει η ώρα του φετινού MEGA TEST, μία από τις μοτοσυκλέτες που θα συμμετέχει, θα είναι το Tiger με τον εμπρός τροχό των εικοσιένα ιντσών. Ο δεύτερος είναι ότι έτσι κι αλλιώς, επιβάλλεται το Tiger να συγκριθεί με το Africa και στις δύο του εκδόσεις, από την στιγμή που για την ίδια χρήση η Triumph έχει δύο μοντέλα και η Honda ένα, για όλες τις δουλειές.

Έχουμε πει ότι η ευστροφία του τρικύλινδρου που έχει το Tiger είναι αξιοσημείωτη, πράγμα βέβαια που ισχύει γενικά για όλα τα Triumph. Παρόλο αυτό το γεγονός, το Tiger δεν μπορεί να κυνηγήσει σε επαρχιακό με στροφές το Africa Twin, αφού τόσο τα κυβικά όσο και η ροπή του δικύλινδρου, ακυρώνουν την σύγκριση. Στην πράξη οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν και διαφορετικό στιλ οδήγησης, καθώς το Triumph ως σχεδόν γνήσια street απαιτεί από εσένα να χρησιμοποιείς το σώμα σου περισσότερο και να μην βασίζεσαι μονάχα στο γυροσκοπικό φαινόμενο για την είσοδο της στροφής. Μπορεί να μην έχει την επιτάχυνση του Africa και την ροπή για την έξοδο της στροφής, αλλά έχει καλύτερα φρένα, τόσο σε δύναμη, όσο και σε αίσθηση, και αναρτήσεις που του επιτρέπουν να διατηρήσει μεγαλύτερη ταχύτητα μέσα στην στροφή. Σε φαρδύτερους δρόμους το μικρότερο σε κυβικά Triumph, μπορεί να είναι και ταχύτερο από την Africa Twin, ωστόσο σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις υπολείπεται στην μεγαλύτερη δικύλινδρη.

Ακόμα και στην πόλη όμως, η νέα Africa Twin έχει ορισμένα πλεονεκτήματα, παρόλο που είναι μεγαλύτερη μοτοσυκλέτα. Το μικρότερο κόψιμο του τιμονιού στο Tiger και το άκαμπτο πλαίσιο το καθιστούν –συγκριτικά και μόνο- ποιο δυσκίνητη μοτοσυκλέτα. Το πλεονέκτημα είναι ο μικρότερος όγκος του, με τον αναβάτη να πατά καλύτερα στο έδαφος και να απολαμβάνει μία πολύ άνετη σέλα.  Η Africa Twin είναι πολύ εύκολη μοτοσυκλέτα, εξαιτίας του ζυγίσματός της αλλά το Tiger είναι ακόμη πιο μαζεμένο σε διαστάσεις και ευνοεί τους κοντύτερους αναβάτες.

Η άμεση απόκριση του τρικύλινδρου στο άνοιγμα του γκαζιού και η διάρκειά του στις ψηλές στροφές, χωρίς ταυτόχρονα να πάσχει στις μεσαίες, είναι ένα χαρακτηριστικό του Tiger που μαθαίνεις ν’ αγαπάς πολύ γρήγορα. Η συμπεριφορά του κινητήρα σε ξεγελά, κάνοντάς σε να πιστεύεις ότι είναι μεγαλύτερος σε κυβισμό και η ξεκάθαρη street συμπεριφορά του ενισχύεται και από τις αναρτήσεις. Πέρα από καλύτερα φρένα, το πιρούνι του Tiger βυθίζεται λιγότερο και πιο προοδευτικά από της Africa Twin πράγμα που είναι σημαντικό τόσο για τις στιγμές που θέλεις να κινηθείς γρήγορα, όσο και για την βόλτα ακόμα, όταν θα αρχίσεις να κατεβαίνεις κάποιον στενό επαρχιακό γεμάτο φουρκέτες. Μικρότερη άνεση από την στάση του σώματος που έρχεται πιο μπροστά και το μικρότερο πλάτος του τιμονιού, αλλά καλύτερη συμπεριφορά από ανάρτηση και φρένα, αυτές είναι οι διαφορές του Tiger έναντι του Africa σε αυτή την περίπτωση.

Τα ηλεκτρονικά του Tiger δεν απέχουν σε τεχνολογία από το νεότερο Africa, ενώ το ride by wire που υπάρχει στην δεύτερη γενιά, έχει άψογη λειτουργία. Ο άνθρωπος που έχει σχεδιάσει την Africa Twin, μας είχε πει πως η τεχνολογία δεν είναι ακόμα έτοιμη για ride by wire που δουλεύει σωστά και στο χώμα, όμως η Triumph δεν θεωρεί κάτι τέτοιο δεδομένο, ειδικά στην συγκεκριμένη έκδοση που είναι κυρίως ασφάλτινη.  Εξαιτίας του ride by wire γκαζιού, το Tiger έχει και cruise control για τα ταξίδια, πράγμα που τεχνικά θα ήταν  πολύπλοκο για την αναλογική – σε αυτό τον τομέα Africa. Το ABS του Tiger μπορεί επίσης να απενεργοποιηθεί στον πίσω τροχό, ενώ ανάλογα με την έκδοση το traction control διαθέτει και βαθμίδες εμπλοκής. Οι διαφορετικοί χάρτες στην λειτουργία του κινητήρα έχουν μικρή διαφορά μεταξύ τους, με την "rain" να απέχει σημαντικά από όλες. Επιταχύνει τόσο ομαλά σε αυτή τη χαρτογράφηση το Tiger, που νιώθεις ασφάλεια να χουφτώσεις το γκάζι σε μια βροχερή μέρα, έχοντας απενεργοποιήσει το traction control. Αυτό που θα παρατηρήσεις στο Tiger είναι ο ηχηρός τρόπος που αλλάζει ταχύτητες και η δύναμη που απαιτείται στον λεβιέ, και αυτό χωρίς να το συγκρίνεις με το καλύτερο αυτόματο κιβώτιο που υπάρχει αυτή την στιγμή στην παραγωγή.

Απέναντι στο μεγαλύτερο Africa Twin, μπορεί να χάνει σε εμφάνιση και στον παράγοντα εντυπωσιασμού, όμως αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι είναι μία συμφέρουσα πρόταση που ταξιδεύει πολύ καλά και είναι ευέλικτη στην καθημερινή χρήση. Στις μεγάλες οn-off που φορτώνεις για να ταξιδέψεις, ανακαλύπτεις όταν φτάσεις στον προορισμό σου, πώς αφού ξεφόρτωσες και ετοιμάζεσαι να εξερευνήσεις το νέο μέρος, συνεχίζεις να κουβαλάς μαζί σου έναν μεγάλο όγκο. Αυτή είναι η περίπτωση του GS για παράδειγμα, όπως θα δούμε παρακάτω… Στις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες του συγκριτικού, κερδίζεις την ευελιξία σου, ενώ το Tiger πάει ένα βήμα παρακάτω, όντας η πιο μικροκαμωμένη, αλλά με αντίστοιχες ταξιδιωτικές δυνατότητες.

Africa DCT vs R1200GS

Εναντίον γολιάθ

Κάθε φορά που ανεβαίνω στο GS μετά από ένα διάστημα, ακόμα και μικρό, αισθάνομαι ότι μου έλειψαν τα ταξίδια, κι ας έχω γυρίσει όλη την ηπειρωτική Ελλάδα στην σέλα του, χωρίς καμία υπερβολή. Το πρόβλημα με το GS, είναι ότι αν ταξιδέψεις μ’ αυτό, ανεβαίνουν τόσο ψηλά τα στάνταρ σου, που μετά δεν είσαι ικανοποιημένος αν δεν δώσεις το υπέρογκο ποσό που κοστίζει με όλο τον εξοπλισμό επάνω του. Γιατί και να το θέλεις «γυμνό από ηλεκτρονικά» δεν θα το βρεις εύκολα, χώρια που αν το δοκιμάσεις με αυτά, επίσης σου δημιουργούνται τα ίδια συναισθήματα και αδυνατείς να δεχτείς οτιδήποτε λιγότερο. Ακόμα και με τo εκνευριστικά κοντό κιβώτιο, που κρατά ψηλά τις στροφές σε ταξιδιωτικές ταχύτητες, το GS είναι ο βασιλιάς της κατηγορίας βάζοντάς τα στα ίσα ακόμα και με άλλες sport-touring μοτοσυκλέτες. Το θέμα είναι ότι ο περισσότερος κόσμος πιστεύει πως εκεί σταματούν οι δυνατότητες του GS και στο χώμα είναι ένα γερμανικό άρμα μάχης, καθόλου εκλεπτυσμένο, κατάλληλο μονάχα για ψηλούς ξανθούς αναβάτες που το όνομά τους τελειώνει σε «ιτζ» και ποτίζονται με μπύρα γιατί το νερό τους χαλάει. Ούτε κι αυτό ισχύει. Δεν χρειάζεσαι ιδιαίτερες ικανότητες για να πας γρήγορα στο χώμα με το GS, το μόνο που απαιτείται είναι λίγο μεγαλύτερος χρόνος προσαρμογής στην σέλα του, ώστε να βγάλεις από το μυαλό σου τον όγκο του και να εστιάσεις στην οδήγηση.

Πέρσι ήταν η πρώτη χρονιά που η ημι-υγρόψυκτη γενιά του GS βρήκε τον πραγματικό της εαυτό και άρχισαν να δένουν οι ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενες αναρτήσεις, η απόκριση του γκαζιού και η αυξημένη ιπποδύναμη του μεγαλύτερου σε κυβικά κινητήρα, περνώντας έτσι ξανά εμπρός από τον ανταγωνισμό. Που δένει η Africa Twin σε όλα αυτά; Αν η DCT έκδοσή της, είναι αξιόλογη μπροστά στην "Τriple Βlack", κατά πολύ ακριβότερη έκδοση του GS, τότε η Honda έχει κάνει καλή δουλειά. Ξεκινώντας την σύγκριση από το περιβάλλον της πόλης και την καθημερινή μετακίνηση, η Africa Twin βγαίνει πάντα μπροστά στο φανάρι που το GS μπορεί να δυσκολευτεί να φτάσει, από τον κίνδυνο να ξηλώσει μερικούς καθρέφτες στο διάβα του. Ιδιαίτερα με την DCT έκδοση, η καθημερινή μετακίνηση είναι απείρως ευκολότερη με την Africa Twin και μην σκεφτεί κανείς να αντιπαραβάλλει το quick shifter της BMW, ως μέτρο σύγκρισης. Μπορεί με αυτό να κατεβάζεις σχέσεις, χωρίς να χρησιμοποιείς την μανέτα του συμπλέκτη, αλλά δεν μπορείς να συγκρίνεις την ευκολία να μην υπάρχει καθόλου αυτή η μανέτα. Ειδικά στην εκκίνηση που ο συμπλέκτης του GS απομονώνει ψηλά, το δεξί γκριπ είναι ευαίσθητο και η ροπή μπόλικη, θα βρεθείς να συμπλεκτάρεις λίγο παραπάνω, αν θέλεις να ξεκινήσεις γρήγορα και να εκτοξευτείς μπροστά όσο πιο άμεσα γίνεται. Στον αντίποδα ο αναβάτης της Africa έχει ανοίξει απλά τέρμα το γκάζι, πριν ακόμα ανεβάσει το πόδι του στο μαρσπιέ, και εκείνη με ελαφρά σηκωμένο τον εμπρός τροχό, επιταχύνει άμεσα εμπρός - τόσο απλά!

Καθημερινές διαδικασίες, όπως το παρκάρισμα, οι μανούβρες δίπλα στο πεζοδρόμιο, το σπρώξιμο με νεκρά για λίγα μέτρα που πότε – πότε χρειάζεται, και ότι ακόμα μπορείς να φανταστείς, γίνονται πανεύκολα με την Africa, ενώ με το GS υπάρχει πάντα τουλάχιστον ένας πρόσθετος βαθμός δυσκολίας. Μόλις όμως οι δύο μοτοσυκλέτες φύγουν από την πόλη, η όποια υπεροχή του μικρότερου Africa εξαφανίζεται και δύσκολα θα επανέλθει ακόμα κι όταν τελειώσει ο αυτοκινητόδρομος και συνεχίσουν σε επαρχιακό δρόμο. Το GS με τα συνδυασμένα φρένα και τις αναρτήσεις που δεν επηρεάζουν την γεωμετρία της μοτοσυκλέτας στο φρενάρισμα, μαζί με το κοντό κιβώτιο και την πολύ υψηλότερη ροπή, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια στην Africa Twin να το κυνηγήσει σ’ ένα δρόμο γεμάτο στροφές. Το μόνο πλεονέκτημα που έχει η Africa, είναι η ευκολία που προσφέρει σ’ έναν αναβάτη χωρίς μεγάλη εμπειρία να κινηθεί γρήγορα, έναντι του BMW. Το GS απαιτεί μεγαλύτερο βαθμό εξοικείωσης, ωστόσο από πλευράς δυνατοτήτων είναι πρώτο και μάλιστα με διαφορά.

Η Africa Twin ταξιδεύει καλύτερα από όλες του συγκριτικού, πλην του BMW, ωστόσο αν οι δυο τους συνταξιδέψουν, με μία ταχύτητα ταξιδιού στην περιοχή των εκατόν πενήντα χιλιομέτρων την ώρα, τότε στην Africa θα είσαι απαλλαγμένος τελείως από κραδασμούς κάθε συχνότητας, με τον κινητήρα στις ιδανικές στροφές, υπό την προστασία του DCT. Το BMW θα είναι τουλάχιστον χίλιες στροφές πάνω από αυτό που θα περίμενες για τα κυβικά του, και ο μόνιμος ήχος από τις υψηλότερες στροφές θα είναι στα αυτιά σου μία μικρή εκνευριστική υπενθύμιση. Με τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις όμως να προσαρμόζονται στον ρυθμό της οδήγησης και τις ανωμαλίες του δρόμου, με το cruise control και την εκπληκτική προστασία από τον αέρα, αυτή η μικρή ενόχληση παραβλέπεται πολύ γρήγορα. Το ζήτημα είναι ότι ποτέ δεν έχουμε δοκιμάσει ένα GS στην ίδια τιμή με την Africa Twin DCT, χωρίς δηλαδή τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις και τον υπόλοιπο πλούσιο εξοπλισμό, αλλά δεν θα είχε και μεγάλο νόημα, από την στιγμή που τα GS χωρίς εξοπλισμό, δεν απαντώνται ελεύθερα στην φύση… Με μία σημαντική λοιπόν διαφορά τιμής, το GS είναι σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις καλύτερο από την Africa, εκτός από συνθήκες κίνησης στην πόλη.

Όλοι εναντίον όλων!

Είναι αυτή η περίπτωση που για να ξεδιαλύνεις τα πράγματα, πρέπει να ρίξεις μπόλικη σκόνη και λάσπη. Το τελικό συμπέρασμα για την καλύτερη συνολικά, θα πρέπει να βγει αφού πρώτα σκονιστούν όλες, σε κάποιο χωματόδρομο… Με τα ελαστικά βέβαια που έχουν τοποθετημένα οι μοτοσυκλέτες του συγκριτικού, δεν μπορείς να κάνεις πολλά στο χώμα, ιδιαίτερα αν μπροστά σου αρχίζεις να βρίσκεις λάσπη ή σαθρό έδαφος. Ωστόσο αυτή ακριβώς είναι και η πιο συνηθισμένη περίπτωση όταν θ’ αφήσουν την άσφαλτο πίσω τους: Φορώντας τα στάνταρ ελαστικά. Την υπεροχή έχει από την αρχή η Africa Twin, εξαιτίας του μεγαλύτερου εμπρός τροχού, αλλά και των αναρτήσεων. Μέχρι να έρθει η ώρα να εξερευνήσουμε όλα της τα όρια στην εκτός δρόμου κίνηση, η Africa Twin αποδείχτηκε ένα μικρό παιχνίδι σε όσους βατούς χωματόδρομους περάσαμε μαζί της. Από κοντά της όμως είναι το 1050 Adventure, το R1200GS και το V-Strom, το κάθε ένα για τους δικούς του, ξεχωριστούς λόγους.

Ουσιαστικά το KTM, παρά τον μικρότερο εμπρός τροχό, μπορεί να περάσει και την Africa Twin στα κατάλληλα χέρια, και όχι απλά να ισοφαρίσει μαζί της. Είναι ελαφρύ και έχει πολύ καλή ροπή, ιδανικά μοιρασμένες σχέσεις, και ένα πλαίσιο σωστά μελετημένο. Όταν θα μπλοκάρεις τον πίσω τροχό για να πλασαριστείς στην στροφή εμπρός σου ή θα κρατήσεις το γκάζι ανοιχτό σκορπώντας πίσω σου πέτρες, το 1050 Adventure είναι με διαφορά η μοτοσυκλέτα που θα σε διευκολύνει περισσότερο σ’ αυτό το παιχνίδι. Είναι όμως και το μόνο σημείο που θα φανεί καλύτερο από το Africa στο χώμα, σε αυτού του είδος την οδήγηση και σε τέτοιο ρυθμό. Διαφορετικά έχεις βάλει το DCT στην θέση “G” και με τα πόδια αμετακίνητα πάνω στα μαρσπιέ όσο είσαι όρθιος, σπινάρεις τον πίσω τροχό κι ανεβαίνεις σε ανηφόρες, απλά με το μυαλό σου στο δεξί γκριπ και πουθενά αλλού. Ούτε και σε κοτρώνες, νεροφαγώματα κι άλλες τέτοιες ομορφιές  όπου με το KTM θα το σκεφτόσουν. Η Africa Twin περνά από παντού με τον ελάχιστο δυνατό κόπο, με κάθε ικανότητας αναβάτη, αυτό είναι το μεγάλο της πλεονέκτημα.

Αντίστοιχα, χωρίς κόπο, γίνονται τα πράγματα και στο GS όταν θα αφήσεις πίσω σου την άσφαλτο, φτάνει να έχεις ήδη συνηθίσει τον μεγαλύτερο όγκο του. Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις δουλεύουν καλύτερα, έπειτα από τα συνεχή update στο λογισμικό που τις διαχειρίζεται και την μοναδική στην κατηγορία θέση του στροφάλου εξαιτίας του κινητήρα boxer, γίνονται σύμμαχοί σου για να κινηθείς γρήγορα ότι κι αν υπάρχει μπροστά σου. Αν μιλάμε για ταξίδι ολόκληρο στο χώμα, και όχι για μία βολτάδικη διαδρομή μία Κυριακή, τότε το GS θα το προτιμήσεις γιατί θα απολαύσεις παραπλήσια άνεση με εκείνη που είχες και στον αυτοκινητόδρομο. Σε διαφορετική περίπτωση η Africa Twin είναι διασκεδαστικότερη, πολύ πιο εύκολη για τον μέσο αναβάτη, κι όταν απογειωθεί εκεί που οι συνθήκες το επιτρέπουν, δεν σκέφτεσαι το όνομα που θα δώσεις στην πετρελαιοπηγή που θα ξεπηδήσει, όταν προσγειωθείς στο έδαφος. Το GS μετά από κάθε άλμα προσγειώνεται με ένα βαρύ γδούπο, που αντιλαλεί στις γύρω κορυφές, κάνοντας σμήνη από πουλιά να φτερουγίσουν τρομαγμένα. Είναι μικρή η διαφορά στα κιλά με την έκδοση DCT, απλά είναι άλλη η χάρη που συμπεριφέρεται η Africa έναντι του GS: Είναι σαν να βλέπεις κλασική χορογραφία που την μία εκτελείται από έναν γυμνασμένο χορευτή και την άλλη από έναν μποντιλμπιντερά. Κάνουν τα ίδια, με άλλο τρόπο ο καθένας.

Από την άλλη μεριά το V-Strom υπολείπεται σε συμπεριφορά από την πίσω ανάρτηση στην εκτός δρόμου κίνηση, που εύκολα μπορεί να τερματίσει ενώ αν αυξηθεί ο ρυθμός, αρχίζεις να αντιλαμβάνεσαι πως το πιρούνι έχει πιο σκληρή συμπίεση, από αυτή που ιδανικά θα ήθελες. Παρόλο τα παραπάνω όμως, η αλήθεια είναι ότι το περισσότερο που θα μείνει πίσω το V-Strom, είναι μόλις μερικά μέτρα αφού στην πράξη πρόκειται για μικρές μονάχα διαφορές. Είναι το Tiger που φυσικά ταλαιπωρείται περισσότερο από τις αναρτήσεις με τον καθαρά street προσανατολισμό, και την μικρή απόσταση από το έδαφος. Στο δίλημμα που αντιμετωπίζουν όλοι οι κατασκευαστές, του πόσο “off” να σχεδιάσουν μία νέα μοτοσυκλέτα της κατηγορίας, η Triumph απάντησε με πιο ξεκάθαρο τρόπο, φτιάχνοντας δύο ξεχωριστές εκδόσεις ώστε ο καθένας να διαλέξει εκείνη που του ταιριάζει περισσότερο. Είναι λοιπόν φυσιολογικό, που στην συγκεκριμένη περίπτωση και ότι έχει να κάνει με το χώμα, το Tiger μένει τελευταίο, περιμένοντας να έρθει η ώρα του MEGA TEST.

Για να μπορείς να διαλέξεις, πρέπει να ξέρεις τι θέλεις…

Για τον μέσο αναβάτη, η υπεροχή του Africa Twin στο χώμα σημαίνει ότι η Honda πράγματι εστίασε σ’ αυτές τις δυνατότητες, και δεν προσπάθησε να πουλήσει απλά την εικόνα της Adventure μοτοσυκλέτας. Δεν είναι μονάχα marketing όλα όσα ισχυρίζονταν στην αρχή για την νέα της μοτοσυκλέτα. Αυτό από μόνο του, την κάνει να ξεχωρίζει και από την προηγούμενη Africa Twin 750, που με σχεδόν τις ίδιες διαστάσεις εξωτερικά ήταν μία μεγάλη on-off μοτοσυκλέτα φτιαγμένη για καθημερινή χρήση και ταξίδια. Ο περισσότερος κόσμος αυτό περίμενε όταν άκουσε για νέα Africa Twin, μία προσιτή καθημερινή μοτοσυκλέτα που θα του συντηρούσε το όνειρο. Δεν περίμενε ότι θα είναι μία από τις καλύτερες μοτοσυκλέτες που έχει φτιάξει η Honda τα τελευταία χρόνια, και για να την αποκτήσει θα πρέπει να καταβάλλει το αντίστοιχο τίμημα.  

Με άνεση στο ταξίδι που συγκρίνεται προς τα πάνω μονάχα με το GS, ευέλικτη στην πόλη και με δυνατότητα να κυνηγήσει, αλλά δύσκολα να περάσει, το εκπληκτικό 1050 Adventure σε επαρχιακούς,  η νέα Africa Twin είναι μία μοτοσυκλέτα γνήσια Honda: Σε κερδίζει ως σύνολο. Με την παραδοχή ότι το GS παραμένει ο βασιλιάς της κατηγορίας, η Africa Twin έρχεται δεύτερη μπροστά από το 1050 Adventure, ενώ αν η τιμή της χωρίς το DCT ήταν αντίστοιχη με του V-Strom που ακολουθεί, τότε θα ήταν το σίγουρο best seller. Με την παρουσία του Africa Twin έγινε πιο κατανοητό ότι πλέον έχει δημιουργηθεί μία νέα μεσαία τάξη στην κατηγορία των οn-οff, που κάποτε ήταν η μεγαλύτερη. Με την κρίση όμως επιστρέφουμε στην ουσία, και σε περίπτωση που κάποιος την είχε ξεχάσει τόσο καιρό, να θυμηθούμε αυτό που έχουμε γράψει πολλές φορές: Όλες οι μεγάλες on-off, έχουν χαρτογράφηση enduro που αποδίδει εκατό ίππους, μαζί και η Ducati Multristrada Enduro που μόλις παρουσιάστηκε και θα την δείτε στο επόμενο τεύχος. Όχι απλά γιατί "τόσα χρειάζεσαι για το χώμα" αλλά με καθαρά πρακτικά κριτήρια, πρέπει να έχεις περισσότερη ροπή σε χαμηλότερες στροφές κι αυτή η αύξηση της ροπής, γίνεται μονάχα αν μειώσεις την ιπποδύναμη, από τα εκατόν πενήντα -και βάλε- άλογα. Μέχρι να αλλάξουν τα πράγματα, και να φτιαχτεί ένας κινητήρας με δύναμη παντού και μέγιστη ροπή σε μεγάλο εύρος στροφών, η λύση θα είναι να ξέρεις τι θέλεις από μία μοτοσυκλέτα. Εκτός από το GS, οι υπόλοιπες του συγκριτικού περιμένουν αυτό ακριβώς από εσένα…

 

Ετικέτες