Jorge Lorenzo - Παρέλαβε μια Lamborghini Urus S απόδοσης 666 ίππων

Η λατρεία του Ισπανού οδηγού για τα υπεραυτοκίνητα της Lamborghini δεν έχει τέλος
Jorge Lorenzo Lamborghini Urus-S
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

27/4/2023

Ο 5 φορές Παγκόσμιος Πρωταθλητής στο MotoGP Jorge Lorenzo, κάνοντας χρήση του προγράμματος La Prima, επισκέφτηκε την έδρα της Lamborghini στη Sant’Agata Bolognese, ώστε να παραλάβει ο ίδιος από το εργοστάσιο τη δική του Urus S.

Η λατρεία του Jorge Lorenzo για τα υπεραυτοκίνητα και συγκεκριμένα για τη Lamborghini είναι γνωστή σε όλους. Ο Ισπανός θρύλος του MotoGP, ο οποίος κρέμασε την αγωνιστική του φόρμα το 2019 απολαμβάνει τα οφέλη της επιτυχημένης αγωνιστικής του καριέρας και δεν το κρύβει. Το 2020 είχε αποκτήσει τη μία και μοναδική Lamborghini Aventador SVJ 63 Roadster η οποία είχε δημιουργηθεί αποκλειστικά για εκείνον.

Jorge Lorenzo Lamborghini

Πριν από μερικές ημέρες ο 36χρονος Ισπανός άσσος ο οποίος το 2022 εισήχθη στο “Hall of Fame” του MotoGP, βρέθηκε στο εργοστάσιο της ιταλικής εταιρείας στη Sant’Agata Bolognese για να παραλάβει την προσωπική του Urus S. Ο Ισπανός ο οποίος έκανε χρήση του προγράμματος La Prima -παραλαβή του οχήματος από το εργοστάσιο της Lamborghini- όχι μόνο παρέλαβε την προσωπική του Lamborghini Urus S απόδοσης 666 ίππων, αλλά είχε την ευκαιρία να ξεναγηθεί στη γραμμή παραγωγής της Urus, αλλά και της νέας Revuelto, ενώ επισκέφτηκε και το πρόσφατα ανανεωμένο Μουσείο της Lamborghini.

Jorge Lorenzo Lamborghini

Ο ίδιος μετά την παραλαβή της Lamborghini Urus S δήλωσε: “Λατρεύω την τεχνολογία και είναι απίστευτο να βλέπεις πόσο έχουν αλλάξει εδώ τα πράγματα. Μου αρέσει να οδηγώ την Aventador SVJ 63 Roadster, αλλά είμαι και μεγάλος λάτρης των κλασικών αυτοκινήτων. H Miura δεν έχει φύγει ποτέ από τη μόδα, αλλά αγαπώ επίσης τη Murcielago και την Diablo. Η αλήθεια είναι ότι κάθε Lamborghini έχει κάτι το ξεχωριστό”.

Ετικέτες

BOAK: Νέα αποζημίωση στην κοινοπραξία ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ

Καθυστερήσεις στις απαλλοτριώσεις οδηγούν σε νέα οικονομική επιβάρυνση του Δημοσίου
ΒΟΑΚ
Από τον

Φίλιππο Σταυριδόπουλο

10/10/2025

Μετά την πρόσφατη αποζημίωση των 21 εκατ. ευρώ για το τμήμα Νεάπολη–Άγιος Νικόλαος, ο ανάδοχος (ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ) του έργου Χερσόνησος–Νεάπολη ζητά πλέον 124 εκατ. ευρώ, επικαλούμενος καθυστερήσεις λόγω έλλειψης ωριμότητας των απαλλοτριώσεων

Η υπόθεση αφορά το τμήμα του Βόρειου Οδικού Άξονα Κρήτης (ΒΟΑΚ) από Χερσόνησο έως Νεάπολη, που υλοποιείται από την κοινοπραξία ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ. Το έργο, μήκους 22,44 χιλιομέτρων, λαμβάνει παράταση 16,3 μηνών καθώς οι καθυστερήσεις στην παράδοση των απαλλοτριωμένων χώρων εμπόδισαν την πρόοδο των εργασιών.

Η αρχική ημερομηνία ολοκλήρωσης, του κυβερνητικά πολυδιαφημισμένου έργου, είχε οριστεί για τις 21 Απριλίου 2027, ωστόσο, όπως σημειώνεται στην απόφαση του Υπουργείου Υποδομών, “δεν διαπιστώθηκαν εργασίες που θα μπορούσε να εκτελέσει ο ανάδοχος για να περιορίσει τις καθυστερήσεις”, αναλαμβάνοντας εμμέσως την ευθύνη. Έτσι, το υπουργείο αποδέχτηκε το δικαίωμα του αναδόχου να ζητήσει αποζημίωση, το ακριβές ύψος της οποίας παραμένει άγνωστο, καθώς “θα οριστικοποιηθεί μετά την υποβολή όλων των απαιτούμενων δικαιολογητικών και την εξέτασή τους από την Αναθέτουσα Αρχή”.

Η εξέλιξη αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει το υψηλό κόστος που προκαλούν οι ελλείψεις ωριμότητας στα μεγάλα έργα υποδομής. Οι καθυστερήσεις στις απαλλοτριώσεις, που δεν αποτελούν ευθύνη του αναδόχου, μεταφράζονται σε σημαντικές αποζημιώσεις προς τις εταιρείες, τις οποίες τελικά επωμίζεται το Δημόσιο.

Το έργο Χερσόνησος–Νεάπολη περιλαμβάνει:

  • 22,44 χλμ. αυτοκινητόδρομου με πλάτος οδοστρώματος 21,5 μ.
  • 9,65 χλμ. παράπλευρου και κάθετου δικτύου
  • 12 γέφυρες μονού κλάδου (1,7 χλμ.)
  • 5 σήραγγες συνολικού μήκους 6,75 χλμ.
  • 5 ανισόπεδους κόμβους

Το τμήμα αυτό αποτελεί το δεύτερο εργοτάξιο του ΒΟΑΚ που έχει ξεκινήσει κατασκευές, μετά το Νεάπολη–Άγιος Νικόλαος, όπου οι εργασίες προχωρούν. Το έργο των 14,5 χιλιομέτρων, με κόστος 186 εκατ. ευρώ, υλοποιείται επίσης από την ΤΕΡΝΑ και την ΑΚΤΩΡ και έχει ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης.

Η νέα διεκδίκηση των 124 εκατ. ευρώ επαναφέρει στο προσκήνιο το ζήτημα της επαρκούς προετοιμασίας των μεγάλων έργων πριν από τη δημοπράτησή τους, ένα θέμα που, όπως φαίνεται, κοστίζει ακριβά στην πολιτεία και κατ’ επέκταση στους πολίτες.