Πατέντα της Honda για δικές της “ενεργητικές” αναρτήσεις

Με τους αισθητήρες στους άξονες
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

2/1/2020

Ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενες αναρτήσεις έχουμε δει στην παραγωγή μέχρι στιγμής σε δύο μορφές. Στην αρχή εμφανίστηκαν εκείνες όπου ένα ηλεκτρικό μοτεράκι αναλάμβανε να κάνει τη δουλειά που θα κάναμε εμείς ρυθμίζοντας την προφόρτιση του ελατηρίου και την απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς. Με το πάτημα ενός κουμπιού, διάλεγες το mode που ήθελες και τα ηλεκτρικά μοτεράκια “έσφιγγαν” ή “χαλάρωναν” τις ρυθμίσεις, σύμφωνα με το προκαθορισμένο πρόγραμμα που είχε επιλέξει η κάθε εταιρεία για την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Μετά ήρθαν οι μονάδες IMU με τους αισθητήρες επιτάχυνσης, όπου πλέον ήταν δυνατόν να καταγράφουν και να επεξεργάζονται στοιχεία για την κίνηση της μοτοσυκλέτας έως και σε έξι διαφορετικές κατευθύνσεις (εμπρός-πίσω, πάνω-κάτω, δεξιά-αριστερά). Έχοντας αυτά στοιχεία στα χέρια τους οι κατασκευαστές, δημιούργησαν τις ημί-ενεργητικές αναρτήσεις, οι οποίες μπορούσαν πλέον να αλλάζουν τις ρυθμίσεις τους σε πραγματικό χρόνο. Η πρώτη γενιά ημί-ενεργητικών αναρτήσεων δεν ήταν τέλεια, διότι ο τρόπος που λειτουργούσαν είχε άμεση σχέση με το λογισμικό πρόγραμμα που είχε εγκατασταθεί στο λειτουργικό τους σύστημα.

Η δημιουργία ενός “καλού” λογισμικού είναι αποτέλεσμα πολλών δοκιμών στην πράξη και δεν είναι απλώς μια δουλειά γραφείου. Έτσι, όσο τα χρόνια περνούσαν και τα εργοστάσια έκαναν περισσότερες δοκιμές, τόσο καλύτερες γίνονταν οι ημί-ενεργητικές αναρτήσεις, σε σημείο που στα μεγάλα on-off να αποτελούν κλειδί για τη σταθερότητά τους. Στα superbike είναι ακόμα στο επίπεδο της ευκολίας να κάνεις πολλαπλές ρυθμίσεις χωρίς εργαλεία, όμως δεν έχουν φτάσει τις συμβατικές αναρτήσεις σε επίπεδο αίσθησης στο όριο. Όπως κι αν έχει, ακόμα δεν έχουμε δοκιμάσει ηλεκτρονική ανάρτηση που να μπορούμε να την αποκαλέσουμε ενεργητική, αφού όλες τους έως τώρα δρουν μετά το γεγονός και όχι ακριβώς την ώρα που ο τροχός συναντά μια λακκούβα ή ένα εξόγκωμα. Οι πατέντες που κατέθεσε η Honda για μια νέου τύπου ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενη ανάρτηση, μας αποκαλύπτει την ύπαρξη ενός αισθητήρα – πολύ κοντά στον άξονα του τροχού – που καταγράφει την κίνησή του μέσα στην ωφέλιμη διαδρομή της ανάρτησης. Με αυτά τα λιγοστά στοιχεία που έχουμε στα χέρια μας, εξακολουθούμε να δυσκολευόμαστε να αποκαλέσουμε την πατέντα αυτή ως “ενεργητική” ανάρτηση, καθώς αντίστοιχο αισθητήρα έχουν στο εσωτερικό τους τα καλάμια των ημί-ενεργητικών αναρτήσεων της Ohlins, Sachs και Marzocchi, που καταγράφουν την κίνηση του εμβόλου.

Το πλεονέκτημα της πατέντας της Honda βρίσκεται πιθανόν στους μεγαλύτερης ακρίβειας καταγραφείς στοιχείων, που με τη σειρά τους θα δώσουν ποιοτικότερη λειτουργία στην ανάρτηση. Σε κάθε περίπτωση όμως, η αυτορύθμιση των αναρτήσεων θα γίνεται βάσει της λήψη δεδομένων κατά την διάρκεια του γεγονότος, όπως δηλαδή κάνουν όλες οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις έως σήμερα. Η διαφορά εδώ σύμφωνα με τις δημοσιογραφικές πηγές, είναι πως το σύστημα της Honda θα προετοιμάζεται για την επόμενη ανωμαλία του δρόμου, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που έχει συλλέξει το τελευταίο χρονικό διάστημα. Αν δηλαδή καταγράψει έντονες κινήσεις των αναρτήσεων θα αυτορυθμίζεται για οδήγηση σε “ανώμαλο έδαφος” και αν καταγράψει ελάχιστες κινήσεις των αναρτήσεων θα αυτορυθμίζεται για ομαλό οδόστρωμα. Σε ιδανικές συνθήκες και στην περίπτωση που οι δοκιμαστές της Honda φτιάξουν το τέλειο λογισμικό για όλες τις συνθήκες, τότε το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι αντίστοιχο με εκείνο μιας αληθινής ενεργητικής ανάρτησης που θα καταλαβαίνει σε αληθινό χρόνο τι ακριβώς πρέπει να κάνει. Όμως όπως έχουμε δει έως τώρα, το αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί από τον χρόνο που θα διαθέσουν για δοκιμές εξέλιξης. Το ερώτημα βέβαια παραμένει… γιατί η Honda φτιάχνει δικές της ηλεκτρονικές αναρτήσεις. Μια απάντηση είναι γιατί το ίδιο ακριβώς έκανε με το ABS και C-ABS στα CBR, αλλά στο τέλος κατέληξε και αυτή στην αγκαλιά της Bosch. Μια δεύτερη απάντηση θα μπορούσε να είναι η… οφθαλμοφανής! Δηλαδή να πρόκειται για ημί-ενεργητικές αναρτήσεις ειδικά σχεδιασμένες για off-road μοτοσυκλέτες, οι οποίες έχουν ειδικές απαιτήσεις, τόσο στους τομείς της απόδοσης, όσο και σε ό,τι αφορά το μέγεθος του συστήματος λόγω έλλειψης χώρου.


 

Ducati: Παρουσίασε τη νέα Monster V2 2026

Με τον γνωστό κινητήρα των 890 κ.εκ
Ducati
Από τον

Παύλο Καρατζά

23/10/2025

Η μία μετά την άλλη Ducati ξεκινάνε να φέρουν τον νέο ελαφρύτερο δικύλινδρο κινητήρα στην ιστορία του Borgo Panigale που ζυγίζει μόλις 54,4. Σειρά φυσικά παίρνει και η νέα Monster V2.

Σήμερα λοιπόν παρουσιάστηκε το τέταρτο κατά σειρά μοντέλο της Ιταλικής εταιρείας στο πλαίσιο των Ducati World Première 2026. Αυτό δεν είναι άλλο από την νέα Monster V2 2026 που θα φέρει τον νέο κινητήρα των 890 κ.εκ και αυτό σημαίνει πως δεν θα φέρει το δεσμοδρομικό σύστημα. Η μοτοσυκλέτα θα αποδίδει 111 ίππους στις 9.000 στροφές και 9,3 kg.m ροπής στις 7.250 στροφές.

Το πλαίσιο της νέας Monster είναι monocoque από αλουμίνιο. Το βάρος της μοτοσυκλέτας θα είναι 175 κιλά χωρίς καύσιμο, δηλαδή 4 κιλά ελαφρύτερη από το προηγούμενο μοντέλο, με το ντεπόζιτο να είναι στα 14 λίτρα. Το ύψος της σέλας είναι στα 815 mm που μπορεί να κατέβει έως και τα 775 mm.

Μπροστά βρίσκουμε ανεστραμμένο πιρούνι της Showa με διάμετρο 43 χιλιοστά, ενώ πίσω monoshock αμορτισέρ με δυνατότητα προφόρτισης ελατηρίου.

Όσον αφορά το σύστημα πέδησης, η μοτοσυκλέτα φέρει ακτινικές τετραπίστονες δαγκάνες Brembo με δίσκους 320 mm μπροστά και διπίστονη δαγκάνα με δίσκο 245 mm πίσω. Οι τροχοί είναι φυσικά 17 ιντσών και τα Pirelli Diablo Rosso είναι τα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης.

Ο εξοπλισμός της περιλαμβάνει TFT οθόνη 5 ιντσών, διαφορετικά riding modes, traction control, wheelie control, engine brake control, cornering ABS, brake light, quickshifter, TPMS, cruise control, LED φώτα, lap timer και αυτόματη ακύρωση φλας.

Η νέα Monster θα είναι διαθέσιμη σε δύο εκδόσεις και δύο χρώματα