Speed is Expensive - Ταινία του 2022, αφιερωμένη στις μοτοσυκλέτες της Vincent

Με σπικάζ του Ewan McGregor
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

26/8/2022
Η ταχύτητα είναι ακριβή, και πληρώνεται πάντα, τόσο σε χρήμα όσο και σε είδος. Το Speed is Expensive πραγματεύεται την θρυλική ιστορία των μοτοσυκλετών του Philip Conrad Vincent, με το γλυπτό αριστούργημα που είχαν για κινητήρα, με τις κορυφαίες επιδόσεις τους, με τα παγκόσμια ρεκόρ ταχύτητας που σημείωσαν και με την μοναδική κληρονομιά που άφησαν.
 
Οι μοτοσυκλέτες του Vincent κατέκτησαν τον κόσμο, σημειώνοντας πληθώρα ρεκόρ ταχύτητας, με αξέχαστο βίντεο από την προσπάθεια του ντυμένου μόνο με μαγιό και οριζοντιωμένου πάνω στη σέλα μιας Black Shadow, Rollie Free το 1948 στην έρημο της Bonneville, και με αποκορύφωμα το Παγκόσμιο Ρεκόρ των 297,7 χλμ/ώρα, το 1955! Μερικούς μήνες μετά, η εταιρεία έκλεισε.
 
Ο Philip Vincent δεν σχεδίασε ποτέ ξανά άλλο όχημα παραγωγής, ενώ πέθανε το 1979 έχοντας εξαντλήσει την οικογενειακή περιουσία του χάρη στην ψύχωση του με την ταχύτητα.
 
Σήμερα όσες Vincenct έχουν απομείνει βρίσκονται στα χέρια συλλεκτών, όπως οι Brad Pitt, Ryan Reynolds και Jay Leno, ενώ αγωνιστικά μοντέλα της εταιρείας έχουν φτάσει να πωλούνται μέχρι και την αξία του ενός εκατομμυρίου δολαρίων σε δημοπρασίες. Παράλληλα έχουν αφήσει το στίγμα τους και στις τέχνες, εμφανιζόμενες σε ταινίες όπως τη μεταφορά του δυστοπικού “1984” του George Orwell στη μεγάλη οθόνη το 1957, αλλά και στους στίχους ενός τραγουδιού του Joe Strummer των “the Clash”, κ.α..
Η ταινία ακολουθεί τον 26χρονο εγγονό του ιδρυτή της φίρμας, που δεν γνώρισε ποτέ τον παππού το, στο ταξίδι του για να ανακαλύψει ποιος ήταν ο άνθρωπος πίσω από τις Vincent.
 
Θα μιλήσει με τους ανθρώπους που κατασκεύασαν τις μοτοσυκλέτες, τους φίλους και την οικογένεια του Philip, και θα ανακαλύψει πως η μοίρα της εταιρείας κρίθηκε χάρη σε ένα περίεργο ατύχημα σε ένα αεροδρόμιο κοντά στο εργοστάσιο, τον χειμώνα του 1948.
 
Στο φιλμ περιλαμβάνεται και κινηματογραφικό υλικό που είχε τραβήξει ο ίδιος ο Philip Vincent, με πλάνα από τη δουλειά και την προσωπική του ζωή.
Ο Philip Vincent (ο αναβάτης άνω) θεωρείται σήμερα μια ιδιοφυία της μηχανικής, ένας άνθρωπος που το σχέδιο των πλαισίων που σχεδίασε θα δανειζόταν πολλά χρόνια αργότερα οι Ιάπωνες, με μοτοσυκλέτες όπως την Black Shadow που θα παρέμενε η ταχύτερη μοτοσυκλέτα παραγωγής μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1970.
 
Στην ταινία Speed is Expensive μιλούν μεταξύ άλλων ο συλλέκτης και αστέρας της τηλεόρασης Jay Leno, ο John Surtees –που είχε σημειώσει ρεκόρ ταχύτητας με τις μοτοσυκλέτες της φίρμας, ο Marty Dickerson που είχε επίσης σημειώσει ρεκόρ με Vincent, κ.α.
 
Τα γυρίσματα του Speed is Expensive έλαβαν χώρα σε Βρετανία, Γαλλία, Ιρλανδία, Αυστραλία και Η.Π.Α., με τον σκηνοθέτη David Lancaster να έχει ξεκινήσει να δουλεύει πάνω στην ιδέα τέσσερα χρόνια πριν.
 
Αφηγητής είναι ο γνωστός ηθοποιός, ταξιδιώτης και φανατικός μοτοσυκλετιστής Ewan McGregor, ενώ η ταινία προβάλλεται σε επιλεγμένους κινηματογράφους, και ελπίζουμε να έρθει σύντομα και σε κάποια μεγάλη πλατφόρμα διαδικτυακών τηλεοπτικών εταιρειών.
 
Λίγα λόγια για τη Vincent
Η Vincent-HRD παρήγαγε μοτοσυκλέτες μεταξύ 1935 και 1955, ενώ την εποχή εκείνη η τιμή μιας Vincenct ισούταν με τον ετήσιο μισθό του μέσου εργαζόμενου.
 
Η κατάμαυρη Black Shadow κινούνταν από έναν πανέμορφο V2 κινητήρα 1.000 κ.εκ., και ήταν ικανή για τελική ταχύτητα 201 χλμ/ώρα το 1948!
 
Ο ιδρυτής της εταιρείας παράτησε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Cambridge για να δημιουργήσει την εταιρεία μοτοσυκλετών του, ενώ ήταν μόλις 19 ετών. Όμως καθώς οι μοτοσυκλέτες του έχτιζαν παγκόσμια φήμη, ο ίδιος είχε ένα σοβαρό ατύχημα δοκιμάζοντας μια Rapide, που τον άφησε σε κώμα για μήνες.
 
Στα μέσα της δεκαετίας του 1960, ο βελτιωτής Fritz Egli στέφθηκε Πρωταθλητής Hill Climb με μια Black Shadow βελτιωμένη με δικό του πλαίσιο, ενώ συνέχισε να κερδίζει αγώνες μέχρι τη δεκαετία του 1980 απέναντι σε πολύ πιο σύγχρονες μοτοσυκλέτες, και να δημιουργεί εξαιρετικά καλαίσθητα υβρίδια Egli-Vincent για χώμα και άσφαλτο, ενώ σήμερα οι Cafe-Racer Egli-Vincent θεωρούνται από τις ομορφότερες μοτοσυκλέτες της ιστορίας.
 
Ακολουθεί το trailer.

SYM Arctic Route 2025, Μέρος 8ο - Στον αρκτικό κύκλο του Καναδά [Gallery]

Ασταμάτητη βροχή, λάσπη, 4° βαθμοί Κελσίου και πυκνή ομίχλη στον Dempster Highway
SYM Arctic Route 2025, Μέρος 8ο
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

24/7/2025

Στον καναδικό βορρά συνεχίζει το SYM Arctic Route με τον Κωνσταντίνο Μητσάκη και το SYM ADXTG 400 να προσεγγίζουν τον Αρκτικό Κύκλο του Καναδά μέσω της απαιτητικής Dempster Highway. 

Παρά τη συνεχή βροχή, την ομίχλη και τις δυσκολίες του χωμάτινου τερέν, το adventure scooter της SYM κατάφερε να φτάσει σε ακόμα ένα ορόσημο του ταξιδιού, χωρίς να παρουσιάσει κάποιο τεχνικό πρόβλημα.

SYM Arctic Route 2025, Μέρος 8ο

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο του Κωνσταντίνου Μητσάκη:

"Η επόμενη αποστολή του SYM ARCTIC ROUTE 2025 ήταν η προσέγγιση του Αρκτικού κύκλου του Καναδά. Για να επιτευχθεί ο στόχος θα έπρεπε – με αφετηρία την Dawson City – να οδηγήσω περίπου 410 χλμ. πάνω στον χωμάτινο οδικό άξονα Dempster Highway, προκειμένου το απροβλημάτιστο SYM ADXTG 400 να πατήσει τη νοερή γραμμή του καναδέζικου Αρκτικού κύκλου. Πάμε ξανά βορρά…
 Δυστυχώς, οι καιρικές συνθήκες καθοδόν κάθε άλλο παρά ευνοϊκές ήταν! Ασταμάτητη βροχή, τσουχτερό κρύο (4°C) και πυκνή ομίχλη επικρατούσαν σε όλη τη διαδρομή προς τον αρκτικό προορισμό, γεγονός που με υποχρέωσε να διακόψω προσωρινά την πορεία μου (μετά από 8 ώρες οδήγησης και μόλις 280 χλμ.) και να κατασκηνώσω στην άκρη του δρόμου. Όμως, το δυσκολότερο πρόβλημα ήταν ξεκάθαρα η κατάσταση του δρόμου, ο οποίος είχε μετατραπεί σ’ ένα εργοτάξιο λάσπης, δυσχεραίνοντας αφάνταστα την οδήγηση…
Την επόμενη μέρα, επιστρατεύοντας πολύ κουράγιο και επιμονή, κατάφερα να προσεγγίσω εντέλει τον Αρκτικό κύκλο μετά από 130 βασανιστικά χιλιόμετρα και να πανηγυρίσω (κάτω από εκνευριστικό ψιλόβροχο) την ολοκλήρωση άλλου ενός αρκτικού άθλου. Κι όταν σίγησαν οι μοναχικοί πανηγυρισμοί, έκανα αμέσως μεταβολή και κατευθύνθηκα στον κοντινό οικισμό Eagle Plains, όπου και διανυκτέρευσα ξανά στη σκηνή μου. Πάντα με το σπρέι πιπεριού στο προσκέφαλο, υπό τον φόβο των αρκούδων…
Στην Dawson City όπου επέστρεψα με λιακάδα, ξεκουράστηκα και ανασυγκροτήθηκα για την επικείμενη επιστροφή στο μακρινό Montreal – μόλις 6.500 χλμ. με χώριζαν πλέον από το φινάλε του βορειοαμερικανικού οδοιπορικού μου! Ωστόσο, η πιο δυνατή ανάμνηση που μου χάρισε η πόλη των χρυσοθήρων ήταν αναμφίβολα η συνάντησή μου με τον καλοσυνάτο Αντώνη Ντόβα, τον ιδιοκτήτη του ελληνικού εστιατορίου “The Drunken Goat”. Εγκαταστημένος στην Dawson City τα τελευταία 25 χρόνια, ο Αντώνης με καλωσόρισε με περίσσια χαρά και προχώρησε σε μια αυθόρμητη κατάθεση ψυχής για την ζωή του εδώ στον παγωμένο βορρά του Καναδά, η οποία με συγκίνησε αφάνταστα. Φίλε Αντώνη, σε ευχαριστώ πολύ…”