Honda CBF250 2004 - 2005

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/8/2010

Το Honda CBF 250 μας ήρθε από τη… Βραζιλία το 2004. Από τη Βραζιλία γιατί εκεί παράγεται, σε ένα από τα εργοστάσια της μεγάλης εταιρείας. Με το διαχρονικό σχήμα του, το CBF 250 είναι ακριβώς αυτό που δείχνει: Μια μικρή, απλή μοτοσυκλέτα 250 κυβικών [blockquote]Ναι...
Γιατί είναι καλός συνδυασμός χρηστικότητας, απλότητας, και επαρκών επιδόσεων ικανών για "βόλτα" με χαμόγελα
Όχι...
Για όσους χρειάζονται την τελευταία λέξη της τεχνολογίας
Γιατί...
Είναι μια μικρή μεν, αλλά μοτοσυκλέτα, με διαχρονικό σχήμα, εύκολη στην οδήγηση χωρίς να απαιτεί τίποτα "ειδικό"
Τι πρέπει να προσέξετε
Το CBF 250 έχει αποδειχθεί αξιόπιστη κατασκευή και δεν έχει κάποιο συγκεκριμένο σημείο που πάσχει. Εάν βρείτε κάποιο που "φοράει" το διπλό σταντ -προσφέρεται σαν προαιρετικό αξεσουάρ- προτιμήστε το. Οι επαναλαμβανόμενες μικρές διαδρομές με πολλές στάσεις (σβησίματα και ξεκινήματα) του κινητήρα, αδειάζουν τη μπαταρία, χωρίς αυτό να γεννά άλλα προβλήματα.[/blockquote]
Η κατηγορία αυτή, των 250 κυβικών δηλαδή, στην πρόσφατη ιστορία είχε γνωρίσει μεγάλη άνθιση -και όχι άδικα. Οι επιδόσεις που προσφέρει ένας τετράχρονος κινητήρας αυτού του κυβισμού, ξεπερνούν κατά πολύ αυτές των "αναιμικών" 125. Έτσι το CBF 250 ακολουθεί αλλά και ξεπερνά εύκολα στις απαραίτητες επιταχύνσεις, τα οχήματα που ξεκινούν μαζί του στην καθημερινή μετακίνηση στις σύγχρονες πόλεις.
Πιο απλά και μοτοσυκλετικά, σε κάθε εκκίνηση από ένα πράσινο φανάρι, με ένα τετράχρονο 125 ο αναβάτης πρέπει να εξαντλεί τα περιθώρια που του προσφέρει ο κινητήρας του, για να ακολουθεί και να μην εμποδίζει τα άλλα οχήματα. Aντίθετα, ο αναβάτης του CBF 250 δεν χρειάζεται να εξαντλεί τον κινητήρα του. Ακολουθεί εύκολα τον ρυθμό της κίνησης στις πόλεις, ενώ στην ανοιχτή λεωφόρο έχει εύκολα ταχύτητα πάνω από τα εκατό χιλιόμετρα ανά ώρα, που αρκούν για να μην "κρύβεται" στη δεξιά λωρίδα.
Ο μονοκύλινδρος αερόψυκτος κινητήρας του με τους δυο εκκεντροφόρους, αρέσκεται να δουλεύει πάνω από τις 5.000 στροφές, προσφέροντας γραμμικά αυξανόμενη απόδοση, μέχρι λίγο πριν το κόκκινο των 10.000 στροφών. Ό,τι έχει να δώσει το δίνει μέχρι τις 9.000 -από εκεί και πάνω υπάρχουν περισσότεροι κραδασμοί και φασαρία παρά ουσία. Το εξατάχυτο κιβώτιο βοηθάει ώστε η βελόνα του ταχύμετρου να φθάνει την ένδειξη των 140 χιλιομέτρων, ενώ και μια βόλτα έξω από την πόλη ακόμη και με συνεπιβάτη, είναι όχι μόνο εφικτή μα μπορεί να είναι διασκεδαστική. Αυτό το χαρακτηριστικό, το απαραίτητο για κάθε χρήστη μοτοσυκλέτας, προσφέρεται από το CBF 250. Έρχεται σε μικρές δόσεις, αλλά έρχεται, χαρίζοντας και από εκείνα τα χαμόγελα που αποζητά κάθε μοτοσυκλετιστής "τρέχοντας".
Χρειάζεται και απαιτεί λίγα καύσιμα, φθείρει με πολύ αργούς ρυθμούς τα ελαστικά, τα γρανάζια και την αλυσίδα, ενώ και η περιοδική συντήρησή του γίνεται σε αραιά διαστήματα. Η ρύθμιση του διακένου των βαλβίδων, που γίνεται με καπελότα, είναι κυρίως υπεύθυνη για το αραιό διάστημα του "μεγάλου" service. H απλότητα της κατασκευής, επιτρέπει στον οποιονδήποτε να κάνει, εάν θέλει, τους απαραίτητους ελέγχους, λιπάνσεις και μικρορυθμίσεις -αυτές τις μικρές επεμβάσεις που κάνουν την καθημερινή συμβίωση άνετη και εύκολη.
Δυο ντιζούλες έχει να αναζητούν λίγο σπρέι, μια ρυθμισούλα το ταμπούρο, σωστή πίεση στα λάστιχα, άντε και ένα τέντωμα στην αλυσίδα. Έχει και τα "γονίδια" της μαμάς εταιρείας, που έχει ταυτιστεί με τον εύκολο χειρισμό και την αξιοπιστία των κατασκευών της. Το CBF 250 δεν αποτελεί την τελευταία λέξη της τεχνολογίας και δεν μπορεί να βάλει φωτιά ούτε στους δρόμους ούτε... στις πίστες. Αντ’ αυτού ,προσφέρει την απλότητά του, το κλασικό του σχήμα, μεταφέρει άνετα συνεπιβάτη, κοστίζει λίγο και είναι μοτοσυκλέτα.
Η Honda στη Βραζιλία δεν το εξέλιξε, όπως θα μπορούσε να κάνει, αντικαθιστώντας το καρμπιρατέρ του με σύστημα ψεκασμού, και δίνοντάς του τη δυνατότητα να πωλείται σήμερα ικανοποιώντας τις απαιτήσεις των προδιαγραφών Euro 3. Υπάρχει όμως σε επαρκές απόθεμα ως μεταχειρισμένο, για όσους αποφασίσουν να μην υποκύψουν στην ευκολία των σκούτερ, αλλά θέλουν μια μικρή μοτοσυκλέτα για τις καθημερινές ανάγκες τους:. Με ουδέτερο κράτημα, μικρό βάρος, καλά φρένα, εύκολη, απλή, με μικρό κόστος αγοράς και χρήσης και διαχρονική μορφή.



ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ (2004)
Τύπος: Tετράχρονος, μονοκύλινδρος, αερόψυκτος με 2 EEK και τέσσερις βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 73x59,5
Κυβικά (cc): 249
Σχέση συμπίεσης: 9,3:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Καρμπιρατέρ Keihin VE-L32
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 1 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα / 2,84:1
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 99
Μεταξόνιο (mm): 1.370
Ύψος σέλας (mm): 780
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 138,5/152
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 16/2,5
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Tηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 37
Διαδρομή (mm): 130
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Ένα αμορτισέρ χωρίς μοχλικό
Διαδρομή (mm): 100
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 276 χιλιοστών, δαγκάνα με δυο παράλληλα έμβολα
Πίσω: Ταμπούρο διαμέτρου 130mm
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 100/80-17
Ζάντα: 2,15x17''
Πίσω
Ελαστικό: 130/70-17
Ζάντα: 3 x17''
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, οθόνη με ενδείξεις στάθμης καυσίμων, ώρας, ολικό και μερικό χιλιομετρητή, λυχνίες για νεκρά / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων , χώρος κάτω από τη σέλα, γαντζάκια για χταπόδια
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 20,4 / 8.000
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 2,24 / 6.000
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 18,2 / 8.200
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 2,1 / 5.800
Κινητήρας "εύστροφος" με τον καλύτερο εαυτό του πάνω από τις 5.000 στροφές, με "ελαστική" λειτουργία από πολύ χαμηλά, αξιόπιστος… στεγανός και οικονομικός. Και με ευχάριστο ήχο!
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 4,7
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 340


Aprilia Tuono 1000 R 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Κινητήρας “διαμάντι”: Το Tuono πρωτοεμφανίστηκε στην γκάμα της Aprilia αρχικά το 2002 και ήταν βασισμένο στην superbike Mille που είχε προηγηθεί η παρουσίασή της το 1999. Η Aprilia παρουσίασε την επόμενη γενιά Mille το 2004 και δυο χρόνια αργότερα ήρθε η σειρά για τη παρουσίαση της δεύτερης γενιάς Tuono, που έμεινε στην παραγωγή μέχρι πέρσι
Στη δεύτερη γενιά, από το 2006 και μετά, καταργήθηκε το RSV και έμεινε μόνο το όνομά του να το χαρακτηρίζει, ενώ η Aprilia ακολούθησε την ίδια συνταγή με την οποία έφτιαξε και το πρώτο. Η συνταγή αυτή ήθελε τα Tuono να προέρχονται από τη μετατροπή του superbike σε streetfighter. Έτσι και το Tuonο της δεύτερης γενιάς έχει το πλαίσιο - κόσμημα του Mille, ένα πλαίσιο με αρετές γεννημένες σε πίστες και πρωταθλήματα. Χάρη σε αυτό το άκαμπτο πλαίσιο το Tuono αποκαλύπτει άριστη συμπεριφορά σε ψηλές και πολύ υψηλές ταχύτητες για τις οποίες είναι ικανό. Δεν είναι η πιο κατάλληλη μοτοσυκλέτα για ήσυχες βόλτες, αλλά είναι πολύ καλό για ανήσυχες, από εκείνες όπου οι αισθήσεις πρέπει να είναι ζωντανές. Έχοντας αλλαγμένη θέση οδήγησης σε σχέση με τη Mille, βάζει τον αναβάτη με τον κορμό πιο όρθιο, ενώ τα χέρια δεν χρειάζεται να κατέβουν για να πιάσουν το μεγάλο τιμόνι. Το Tuono της δεύτερης γενιάς, έχασε μερικές από τις τουριστικές δυνατότητες που είχε το προηγούμενο για χάρη του εκσυγχρονισμού του και της περισσότερο μοντέρνας εμφάνισής του. Μικρότερο έγινε το mini -αλλά σταθερό- φαίρινγκ, ενώ η σμίκρυνση της ουράς συρρίκνωσε και την σέλα του συνεπιβάτη. Οδηγοκεντρική θα λέγαμε ότι είναι η Tuono, θέλοντας να προσφέρει τα πολλά στον αναβάτη της, καθώς έχει στη διάθεσή του για να απολαμβάνει την οδήγησή, πέρα από το πλαίσιο και τις αναρτήσεις του, τα ακτινικά φρένα της Brembo, αλλά πάνω από όλα τον κινητήρα του. Ο μεγάλος δικύλινδρος αναβαθμίστηκε προηγουμένως για να τοποθετηθεί στο Mille και με λίγες αλλαγές για να ταιριάζει η απόδοσή του στον χαρακτήρα της streetfighter. Tου δόθηκε η ονομασία V60o Magnesium, με αφορμή την κατασκευή των καπακιών του από μαγνήσιο. Οι αλλαγές όμως ήταν πολύ περισσότερες, κυρίως σε κεφαλές, εξατμίσεις και ψεκασμό και το αποτέλεσμα είναι ποίημα. Δεν υπάρχει άλλος μεγάλος δικύλινδρος κινητήρας που προέρχεται από τα superbike, ο οποίος να δουλεύει τόσο γλυκά, ακόμη και κάτω από τις δυο χιλιάδες στροφές. Κυριολεκτικά η απόδοσή του είναι βελούδινη και ο αναβάτης του Tuono μπορεί να απολαμβάνει ήσυχες βόλτες, ακόμη και μέσα στην πόλη.
Το καλό του χαρτί όμως είναι η απόδοσή του στις μεσαίες όπου μόνο ο ήχος του θυμίζει ότι είναι ένας μεγάλος δικύλινδρος. Ομαλός και ροπάτος, με ρωμαλέα απόδοση, καλή απόκριση, χωρίς κραδασμούς και με απόδοση κοντά σε αυτήν των τετρακύλινδρων που έχουν οι ανταγωνιστές του από την Ιαπωνία. Ο κινητήρας αυτός πέρα από την ισχύ του έχει να επιδείξει και μια πάρα πολύ καλή αξιοπιστία, και υπάρχουν τέτοιες μοτοσυκλέτες που έχουν περάσει τις εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα δίχως πρόβλημα ή κάποια επισκευή. Το μικρό του φαίρινγκ προσφέρει κάποια προστασία έως τα 140 χιλιόμετρα, ενώ από εκεί και πάνω τα πράγματα δυσκολεύουν για την άνεση του αναβάτη. Δεν δυσκολεύουν όμως καθόλου για το Tuono που μπορεί να στείλει την ψηφιακή ένδειξη του ταχύμετρου ακόμη και πάνω από τα 270 χιλιόμετρα. Την σταθερότητα που επιδεικνύει σε αυτές τις πολύ υψηλές ταχύτητες την οφείλει στο πλαίσιο, ενώ την βοηθάει και το σταμπιλιζατέρ της Sachs που βρίσκεται κάτω από την κάτω πλάκα του πιρουνιού του. Δίνοντας τη θέση του στο πιο προκλητικό νέο Tuono V4R, το τελευταίο δικύλινδρο Tuono παραμένει μια μεγάλη streetfighter, με κορυφαία εργονομία όπου πάνω της βολεύονται όλα τα αναστήματα, έναν “άσπαστο” κινητήρα και πολύ καλοφτιαγμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Aprilia έδινε τέσσερα χρόνια εγγύηση. Είχε και καλή τιμή τότε και υπάρχουν αρκετά μεταχειρισμένα και με μεγάλο εύρος τιμών, αλλά κι με πολλές βελτιώσεις διαφόρων επιπέδων.  
Η έκδοση Factory
Σπανιότερη και πολύ ακριβότερη είναι η έκδοση Factory του Tuono. Παρουσιάστηκε λίγους μήνες πριν από την απλή έκδοση και ξεχωρίζει όχι μόνο από τα ανθρακονήματα σε καπάκια και φτερό, αλλά και από τις “χρυσές” αναρτήσεις της Ohlins εμπρός και πίσω και τις σφυρήλατες ζάντες της Oz. H απόδοση του κινητήρα ήταν ίδια, όπως και στο απλό μοντέλο.
[blockquote]Ναι...
Για τις επιδόσεις και την αξιοπιστία της
Όχι...
Εάν δεν θέλεις μια “αντρίκια” streetfighter
Γιατί…
Έχει απολαυστικό κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η Aprilia έφτιαξε το Tuono ακολουθώντας πολύ υψηλής ποιότητας υλικά και το φινίρισμά του ήταν άριστο. Και επειδή η “μισή χαρά” ενός ιδιοκτήτη είναι η σωστή εμφάνιση αξίζει να ψάξει κάποιος για ένα όσο γίνεται πιο ανέπαφο Tuono. Η καλή του κατασκευή συνοδεύεται και από αξιοπιστία, ειδικά του κινητήρα. Εάν είναι σωστά συντηρημένος, η διάρκεια της ζωής του είναι πολύ μεγάλη και υπάρχουν τέτοιοι κινητήρες, απροβλημάτιστοι με πάρα πολλά χιλιόμετρα στην πλάτη τους. Εάν όμως πάθει κάτι, τα ανταλλακτικά του είναι ιδιαίτερα ακριβά, οπότε ο ευλαβικός του έλεγχος είναι απαραίτητος. Με πίσω ελαστικό πλάτους 180 το Τuono αποκτά λιγότερο “βαριά” αίσθηση και αλλάζει κλίσεις γρηγορότερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V60o , υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97 x 67,5
Κυβικά (cc): 997,62
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια



ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 103,7
Μεταξόνιο (mm): 1.410
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 185/197,6
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 213,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 18/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 133
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με δύο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 16
Πίσω
Ελαστικό: 190/50 - 17
Ζάντα: 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ρολόι, ενδείξεις για μέγιστη ταχύτητα / μέση ωριαία, υπολογιστής ταξιδιού, χρονόμετρο, shift light, δείκτης βενζίνης / ρεζέρβα






ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ




Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 115,5/9.700
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,1 /8.500


Ο μεγάλος δικύλινδρος έχει πολύ καλή απόδοση και λειτουργία ακόμη και στις χαμηλές στροφές κάνοντας εύκολα ήρεμες βόλτες. Ο ξεχωριστός του χαρακτήρας όμως είναι η απολαυστική του απόδοση στις μεσαίες και είναι ακριβώς αυτό που δίνει τον εκρηκτικό χαρακτήρα στη μοτοσυκλέτα.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 225