Triumph Bonneville 2001 - 2006

Από το

Μαύρο Σκύλο

20/8/2010

Η σύγχρονη Bonneville παρουσιάστηκε το 2001 από την Triumph και έμεινε έως και το 2006 στην παραγωγή δίχως αλλαγές. Αναφέρουμε τον χαρακτηρισμό σύγχρονη γιατί η Bonneville υπήρχε από το 1959 στην γκάμα της εταιρείας...
[blockquote]Ναι...
Για όσους θέλουν να χαίρονται κάνοντας ωραίες βόλτες
Όχι...
Για όσους δεν ενδιαφέρονται για οτιδήποτε θυμίζει το παρελθόν
Γιατί...
Έχει ιδιαίτερη εμφάνιση, και μοναδικό χαρακτήρα χάρη στην απόδοση του κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η αξιοπιστία και η… στεγανότητα του κινητήρα έχει αποδειχθεί, οπότε εάν συναντήσετε κάποια με μηχανικούς θορύβους ή διαρροές αποφύγετέ την. Η παραμονή της κοντά σε θάλασσα αφήνει σημάδια οξειδώσεων, ενώ μια παραπάνω προσοχή χρειάζεται στο εσωτερικό του ταχύμετρου[/blockquote]
Για την αναβίωση της μοτοσυκλέτας επιλέχθηκε να κατασκευαστεί από την αρχή ένας κινητήρας αποκλειστικά για αυτήν. Ένας κινητήρας σύμφωνος με την βρετανική παράδοση και έτσι για την Bonneville φτιάχτηκε ένας αερόψυκτος δικύλινδρος κινητήρας, αποκλειστικά για αυτήν. Μάλιστα τα δυο του έμβολα ανεβοκατεβαίνουν μαζί και η ανάφλεξη γίνεται ταυτόχρονα και στους δυο κυλίνδρους, χάρη στον στρόφαλο των 360ο. Είναι σαν να έχει δυο μονοκύλινδρους ενωμένους, και ο σκοπός τους ήταν να δημιουργηθεί μια μοναδική αίσθηση για να απολαμβάνει ο αναβάτης. Είναι γνωστό ότι μεγάλο μέρος της αξίας και της σημασίας μιας μοτοσυκλέτας οφείλεται στον κινητήρα της, και αυτό ακριβώς συμβαίνει με τη Bonneville. Ο δικύλινδρος με τα 790 κυβικά κυριαρχεί και οπτικά, πάνω στη μοτοσυκλέτα. Έχει μεγάλο μέγεθος και δυο αντικραδασμικούς άξονες, απαραίτητους για να φιλτράρουν τους πολλούς κραδασμούς που δημιουργεί αυτή η διάταξη του στροφάλου.
Εξωτερικά, ο κινητήρας είναι ιδιαίτερα φροντισμένος με καμπύλα και γυαλισμένα καπάκια, την έξοδο της κίνησης από τη δεξιά μεριά, στοιχεία που έκριναν απαραίτητα οι στυλίστες για την αναβίωση της μοτοσυκλέτας. Μετά τον κινητήρα ήρθε η σειρά του πλαισίου για να θυμίζει όσο γίνεται περισσότερο με τις μοτοσυκλέτες της δεκαετίας των ’60. Ένα ατσάλινο σωληνωτό πλαίσιο, βαμμένο μαύρο, με έναν ισχυρό σωλήνα να περνά πάνω από τον κινητήρα, χωρίζεται σε δύο εμπρός από αυτόν και συνεχίζει ισχυρό μέχρι το πίσω μέρος όπου δυο αμορτισέρ αναρτούν τον πίσω τροχό.
Η Bonneville είναι αρκετά βαριά, με τη σέλα της να είναι ίσια, το μεταξόνιό της μεγάλο, η γεωμετρία του μπροστινού αργή και ο εμπρός τροχός έχει τη μεγάλη διάμετρο των 19 ιντσών. Μόλις πάρει μπροστά ο κινητήρας και αρχίσει η μοτοσυκλέτα να κινείται ο αναβάτης της αρχίζει να νιώθει τη μοναδική αίσθηση που μεταφέρει αυτή η μοτοσυκλέτα. Είναι πολύ εύκολη στην οδήγηση και ο κινητήρας της είναι βελούδινος στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. Εάν οι στροφές του ανέβουν πάνω από τις 5.500, οι κραδασμοί αρχίζουν να εμφανίζονται ειδοποιώντας τον αναβάτη ότι δεν έχει σχεδιαστεί για τέτοια. Η μοτοσυκλέτα αυτή στρίβει αρχοντικά και μαγεύει πραγματικά τον αναβάτη της όταν την οδηγεί σε ρυθμό βόλτας. Σε επαρχιακούς δρόμους είναι απολαυστική με τον κινητήρα να αποδίδει σχεδόν σταθερή ροπή από τις δυο χιλιάδες στροφές και πάνω, προσφέροντας ένα δυνατό και συνεχές τράβηγμα. Η μοτοσυκλέτα αυτή έχει τα δικά της χαρακτηριστικά και απαιτεί κάποια προσαρμογή του αναβάτη σε αυτά. Η υποστροφή της εμφανίζεται όταν πιέζεται, αλλά η μοτοσυκλέτα αυτή δεν έχει φτιαχτεί με σκοπό να πιέζεται. Θέλει τον τρόπο της και τότε ανταμείβει προσφέροντας το δικό της ιδιαίτερο και μοναδικά απολαυστικό χαρακτήρα της. Από την άλλη είναι αρκετά εύκολη, ώστε να κυκλοφορεί και καθημερινά στην πόλη, δίχως να δυστροπεί ή να κουράζει τον αναβάτη της. Τα χειριστήρια είναι μαλακά και εύκολα και ο ήχος από τις εξατμίσεις ένας ευχάριστος σύντροφος. Η Triumph έφτιαξε αυτή τη μοτοσυκλέτα χωρίς να κάνει οικονομία στα υλικά ή στο φινίρισμα, κάτι που έχει και αντανάκλαση και στην τιμή της. Ακόμη και σαν μεταχειρισμένη κρατά σχετικά υψηλή τιμή.
Κατά τη διάρκεια των ετών που παραγόταν η Triumph δεν την άλλαξε καθόλου, αλλά μεγάλωσε συνεχώς την γκάμα του προαιρετικού εξοπλισμού, κάτι που επιτρέπει την ατέλειωτη διαμόρφωσή της. Μετά το 2006 ο κινητήρας απέκτησε περισσότερα κυβικά, το 2008 απέκτησε ψεκασμό και από το 2009 άλλαξαν και οι ζάντες κάνοντάς την πιο κατάλληλη για τη πόλη. Η πρώτη όμως Bonneville της σύγχρονης εποχής είναι για πολλούς η πιο “σωστή” και η πιο κοντινή σε αισθητική με τον πρόγονό της.  



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, αερόψυκτος 2EEK/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 86 x 68
Κυβικά (cc): 790
Σχέση συμπίεσης: 9,2:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: 2 Keihn CVK 36mm, θερμαινόμενα και με TPS
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 2


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος, με ντίζα
Σχέσεις ταχυτήτων: 5
Tελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό με μονή κεντρική δοκό, χωριζόμενο σε δυο εμπρός από τον κινητήρα
Γωνία κάστερ (o): 29
Ίχνος (mm): 117
Μεταξόνιο (mm): 1493
Ύψος σέλας (mm): 775
Βάρος κατασκευαστή κενή/γεμάτη (kg): 205/215
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 16/
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 41
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Δύο αμορτισέρ
Διαδρομή (mm): 105
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 310mm, πλευστή δαγκάνα με δυο έμβολα
Πίσω: Δίσκος 255mm, πλευστή δαγκάνα με δυο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 100/90-19
Ζάντα: 2,5 x 19
Πίσω
Ελαστικό: 160/60-17
Ζάντα: Χυτή αλουμινένια, 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό ταχύμετρο με ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ενδεικτικές λυχνίες για φλας/νεκρά/χαμηλή πίεση λαδιού/μεγάλη σκάλα φώτων


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 62/7.400
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 6,1/3.500


ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 54,2/7.200
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 5,8/6.400
Η απόδοση του δικύλινδρου κινητήρα είναι απίστευτα ομαλή, όπως και η ελαστικότητά του. Η απόδοσή της ροπής είναι ουσιαστικά σταθερή χαρίζοντας απόλαυση στην οδήγηση. Στις ψηλές στροφές οι κραδασμοί κάνουν την εμφάνισή τους.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 7
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 227,5




Suzuki GSR 750 (2011)

Ξεκάθαροι στόχοι
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

4/9/2017

Με το GSR 750 της προηγούμενης γενιάς, η Suzuki κατέστησε σαφείς από την αρχή τους στόχους της. Αποστασιοποιήθηκε ξεκάθαρα από την λογική των streetfighters και εστίασε στην λειτουργικότητα των naked, προσφέροντας περισσότερα από τις προσδοκίες

 

Όταν παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το GSR 750, αποτελούσε τη λύση που έψαχνε η Suzuki για να αντιμετωπίσει την μέτρια πορεία μιας πολύ καλής μοτοσυκλέτας: της GSR 600. Αυτός βέβαια δεν ήταν ο μοναδικός λόγος, καθώς η δημοφιλία του Kawasaki Z 750 ήταν κάτι από το οποίο η Suzuki ήθελε να "κλέψει" ένα μερίδιο. Η συνισταμένη αυτών των στόχων ήταν η "made in Japan" GSR 750, και τονίζουμε την χώρα κατασκευής της, γιατί η συνολική ποιότητα κατασκευής της δεν το καθιστούσε σαφές από την αρχή. Η μοτοσυκλέτα ήταν ελαφρώς κατώτερη ποιοτικά από το εξακοσάρι αδερφάκι της, με ένα ατσάλινο περιμετρικό πλαίσιο να παίρνει τη θέση του αντίστοιχου αλουμινένιου, ενώ το φινίρισμα και η συναρμογή των πλαστικών μερών δεν ακολουθεί τα υψηλά ποιοτικά στάνταρ του 600.

Αυτό βέβαια αντισταθμίζεται από το γεγονός ότι το 750 είναι σαφώς μια ομορφότερη μοτοσυκλέτα η οποία ξέρει τον τρόπο να κρύβει τεχνηέντως τις αδυναμίες της. Για παράδειγμα, το υποδεέστερο ατσάλινο πλαίσιο με το ενιαίο υποπλαίσιο είναι βαμμένα μαύρα για να μην χτυπούν στο μάτι, ενώ το ανεστραμμένο πιρούνι των 41mm που δεν διαθέτει καμία ρύθμιση πέραν της προφόρτισης των ελατηρίων, είναι βαμμένο χρυσό δημιουργώντας μια πιο ακριβή εντύπωση οπτικά.

Το σημαντικότερο ατού όμως του GSR 750 είναι ο κινητήρας της, που προέρχεται από τα βασικά μηχανικά μέρη του κινητήρα των GSX-R 750 του 2004. Για να καταλάβετε το μέγεθος του πλεονεκτήματος, δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ο συγκεκριμένος κινητήρας, ήταν ένας από τους καλύτερους –αν όχι ο καλύτερος- τετρακύλινδρος της εποχής του. Προσοχή, με το καλύτερος δεν εννοούμε ο δυνατότερος. Γιατί μπορεί να μην φτάνει σε μέγιστη ισχύ τα νούμερα των 750 supersport, ίσως ούτε καν των supersport 600, αλλά διαθέτει μια υποδειγματική κατανομή της δύναμης με γεμάτες χαμηλές και μεσαίες, προσφέροντας μια ζωηρή επιτάχυνση από τις 2.000 στροφές μόλις. Οι ελαστικές βάσεις του κινητήρα απορροφούν οποιαδήποτε υποψία κραδασμού και το σύστημα του ψεκασμού με τις δύο πεταλούδες που χρησιμοποιεί η Suzuki είναι ένα από τα αποτελεσματικότερα του είδους, τόσο σε ό,τι αφορά την απόκριση όσο και την "τροφοδοσία" με χιλιογραμμόμετρα ροπής σε όλη το φάσμα των στροφών.

Εργονομικά έχει δοθεί αρκετή προσοχή στον σχεδιασμό της, με σωστές αποστάσεις μεταξύ μαρσπιέ, τιμονιού και σέλας, έτσι ώστε να μπορούν να πατούν με άνεση τα πόδια στο έδαφος οι πιο κοντοί αναβάτες αλλά και να βολεύονται χωρίς να στριμώχνονται οι ψηλότεροι. Η έλλειψη ρυθμίσεων στις αναρτήσεις αφαιρούν μέρος της άνεσης –ιδιαίτερα σε χαμηλές ταχύτητες- λόγω της σφιχτής λειτουργίας τους και της σπορ αίσθησης που μεταφέρουν. Αυτό έχει και σαν αποτέλεσμα σε δρόμους με λακκούβες και ανωμαλίες το πακέτο πλαίσιο-αναρτήσεις να μην μπορεί να διαχειριστεί γρήγορα τις δυνάμεις που ασκούνται, σε αντίθεση με την εξαιρετική συμπεριφορά και το σωστό ζύγισμα που κρύβει τα 210 κιλά της μοτοσυκλέτας, σε δρόμους με καλή άσφαλτο. Σε ό,τι αφορά τα φρένα, το GSR 750 παίρνει άριστα –αντίθετα με την παράδοση που είχε η Suzuki στον συγκεκριμένο τομέα- με την γραμμική απόδοσή τους να ταιριάζει άψογα με τις συνθήκες της ελληνικής ασφάλτου. Το ABS καλείται σπάνια να επέμβει κι όταν το κάνει δεν προκαλεί… σπασμούς κι αναταράξεις.

Σε πιο στριφτερές διαδρομές, το γυμνό τετρακύλινδρο της Suzuki ανταποκρίνεται άριστα, χάρη στην ελαστικότητα του κινητήρα του που μειώνει στο ελάχιστο την χρήση του κιβωτίου και μπορεί να διατηρήσει με άνεση έναν πολύ σβέλτο ρυθμό με την ομοιογενή συμπεριφορά που το χαρακτηρίζει.

Σε γενικές γραμμές, το GSR 750 είναι μια μοτοσυκλέτα που θα "κουμπώσει" με ένα μεγάλο φάσμα αναβατών, δίχως να αγγίζει τα άκρα, ενώ παράλληλα βρίσκεται πάνω από την… μισητή έννοια του "μέσου όρου". Αν αναλογιστεί κανείς ότι αυτό το καταφέρνει διατηρώντας πολύ χαμηλά για τα δεδομένα της κατηγορίας το κόστος κατασκευής της, τότε αυτομάτως τοποθετείται πολύ ψηλά στις value for money επιλογές.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος εν σειρά με 4Β/Κ και 2ΕΕΚ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 72 x 66

Κυβικά (cc): 749

Σχέση συμπίεσης: 12,3:1

Ανάφλεξη: Ψηφιακή    

Τροφοδοσία: Ψεκασμός

Σύστημα εκκίνησης:     Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      4 σε 1

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος

Σχέσεις ταχυτήτων: Έξι

Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο περιμετρικό

Γωνία κάστερ (o): 25,15

Ίχνος (mm): 110

Μεταξόνιο (mm): 1.450

Ύψος σέλας (mm): 785

Βάρος κατασκευαστή γεμάτη (kg): 211

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 211

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17 / 3

 

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι

Διάμετρος (mm): 41

Διαδρομή (mm): -

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων

Πίσω: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό

Διαδρομή τροχού(mm): -

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δύο δίσκοι 310mm με δαγκάνες δύο εμβόλων

Πίσω: Δίσκος 240mm με δαγκάνα ενός εμβόλου

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό: 120/70ZR-17

Πίσω

Ελαστικό:   180/55ZR-17

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ταχύμετρο, στροφόμετρο, δείκτης βενζίνης, ένας ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ένδειξη μέσης κατανάλωσης, επιλεγμένη σχέση κιβωτίου

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): Δ.Α.

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):   Δ.Α.

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec, Μέτρηση ΜΟΤΟ): 11,21

Το διάγραμμα του δυναμόμετρου αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο την γραμμικότητα στην απόδοση του συγκεκριμένου κινητήρα. Η ροπή μεταξύ 1.500 και 5.000 στροφών παρέχεται γενναιόδωρα κι αυτό είναι σημαντικό στοιχείο για τις πραγματικές συνθήκες στο δρόμο, σε συνδυασμό με την άμεση απόκριση του γκαζιού. Είναι εντυπωσιακό ότι τόσο στο διάγραμμα της ισχύος όσο και της ροπής, δεν υπάρχουν πουθενά τρύπες στην απόδοση, σε μια διαρκή παροχή δύναμης

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση: 5,6

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση: 312

 

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 24%, €)

Έμβολο πλήρες: 140,97

Μπιέλα: 126,59

Τελικό εξάτμισης: 377,46

Εμπρός φτερό: 74,97

Εμπρός τροχός: 651,43

Προβολέας: 320,71

Μανέτα φρένου: 48,09

Σέλα αναβάτη: 121,29

Πλαίσιο: 862,66

Οι προαναφερόμενες τιμές ίσχυαν τον Ιούνιο του 2017