Honda CB1000R, CB300R, CB125R 2018

Η νέα σελίδα στην Ιστορία των CB!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

6/11/2017

Με ηγέτη το CB1000R -ή το Neo Sports Café αν προτιμάτε, όπως ήταν το όνομά του ως concept που παρουσιάστηκε στο Tokyo Motor Show πριν από λίγες μέρες- μαζί με τα CB300R και 125R, η οικογένεια των CB ανανεώθηκε πλήρως για το 2018.

Όπως είχαμε γράψει και πριν από μερικές μέρες, το CB1000R αποτελεί μια προσπάθεια της Honda να ξεχωρίσει από το πλήθος και να προσφέρει κάτι εντελώς διαφορετικό από την πεπατημένη των streetfighters που προέρχονται από τα superbikes. Με έναν φρέσκο σχεδιασμό και μια εντελώς διαφορετική οπτική, ο σχεδιασμός του CB1000R δεν θυμίζει ούτε κάτι σε κλασικό, ούτε μια υπερφουτουριστική κατασκευή που προσπαθεί να εντυπωσιάσει με την υπερβολή. Είναι μια εναλλακτική ματιά στα σύγχρονα naked με ρετρό-βιομηχανικό σχεδιασμό που δείχνει εξαιρετική προσοχή στη λεπτομέρεια και όχι μόνο.


Ο κινητήρας του, σύμφωνα με την Honda, αποδίδει 16% περισσότερη ισχύ σε ό,τι αφορά την μέγιστη τιμή της λίγο πάνω από τις 10.000 στροφές, ενώ και η ροπή είναι αυξημένη κατά 5% στην ωφέλιμη περιοχή των χαμηλομεσαίων στροφών. Για να εκμεταλλευτούν ακόμη περισσότερο την περισσότερη δύναμη και να περάσει μια πιο εξιταριστική αίσθηση στον αναβάτη, οι μηχανολόγοι της Honda επέλεξαν να κοντύνουν κατά 4% την σχέση της τελικής μετάδοσης. Όπως μάλιστα χαρακτηριστικά ανέφεραν, στις τρεις πρώτες σχέσεις το νέο CB1000R επιταχύνει πολύ πιο γρήγορα και θεαματικά σε σχέση με τον προκάτοχό του. Από το πακέτο της μετάδοσης δεν θα μπορούσε φυσικά να λείπει ο μονόδρομος συμπλέκτης με υποβοήθηση, ενώ μαζί με την αύξηση της δύναμης προστέθηκε και ο ηλεκτρονικός έλεγχος του γκαζιού (throttle by wire). Χάρη σ' αυτόν το CB1000R διαθέτει πλέον τρεις διαφορετικούς χάρτες απόδοσης (Standard, Rain, Sport) συν έναν ακόμη πλήρως παραμετροποιήσιμο από τον αναβάτη του, ο οποίος μπορεί να ρυθμίσει την ισχύ, το φρένο του κινητήρα και το επίπεδο του traction control. Οι αλλαγές στα σωθικά του περιλαμβάνουν διαφορετικό βύθισμα των βαλβίδων, μεγαλύτερους αυλούς εισαγωγής και επανασχεδιασμένους θαλάμους καύσης, που συνδυάζονται με ένα εντελώς καινούργιο κουτί για το φίλτρο αέρα και εισαγωγές. Τέλος η εξάτμιση είναι κι αυτή εντελώς καινούργια με διάταξη 4 σε 2 σε 1, με τέσσερις καταλύτες κι ένα τελικό με δύο ακροφύσια.


Το βάρος του νέου CB1000R είναι χαμηλότερο κατά 12 κιλά από το προηγούμενο μοντέλο, γεγονός που μεταφράζεται σε βελτίωση του λόγου κιλών ανά ίππο κατά 20%. Το πλαίσιο είναι ατσάλινο μονής ραχοκοκαλιάς και ζυγίζει 2,5 κιλά λιγότερα, ενώ οι αναρτήσεις είναι ένα ανεστραμμένο πιρούνι SFF-BP (Separate Function Fork – Big Piston) της Showa και το αμορτισέρ της ίδιας εταιρείας για πίσω. Οι δαγκάνες είναι ακτινικές τεσσάρων εμβόλων μπροστά και τις αναβαθμίσεις στα περιφερειακά ολοκληρώνει το πίσω ελαστικό που έχει τώρα διάσταση 190mm. Το μεταξόνιο είναι κατά 10mm μακρύτερο (1455mm), παρά το γεγονός ότι το μονόμπρατσο ψαλίδι είναι κοντύτερο κατά 14,7mm (συνολικό μήκος 574,2mm) και η γωνία κάστερ είναι στις 25°.


Στιλιστικά, ο προβολέας είναι πιο κοντός κατά 90mm, ενώ για πρώτη φορά τοποθετείται σε μοτοσυκλέτα της Honda βάση πινακίδας που εδράζεται πάνω στο ψαλίδι. Η απουσία πλαστικών είναι κάτι το οποίο τόνισαν οι άνθρωποι της Honda, με μόλις έξι κομμάτια να είναι φτιαγμένο από αυτό το υλικό, με το μεγαλύτερο από αυτά να είναι το μπροστινό φτερό. Αντιθέτως, τα μεταλλικά τελειώματα έχουν την τιμητική τους, όπως τα καλύμματα του ψυγείου και του φιλτροκουτιού.
Όλα τα φώτα είναι τεχνολογίας LED και το εντυπωσιακό της υπόθεσης είναι το ημικυκλικό πίσω φως, καθώς και η οθόνη των ψηφιακών οργάνων που μοιάζει να είναι ενσωματωμένη στην πάνω πλάκα με τον κεντρικό διακόπτη να είναι τοποθετημένος μπροστά από το ρεζερβουάρ. Το τιμόνι, όπως και κατ' επέκταση η θέση οδήγησης, είναι εντελώς διαφορετικό, πιο φαρδύ και με καλύτερο μοχλό, ενώ και η εργονομία για τον αναβάτη είναι σχεδιασμένη με έμφαση στην άνεση και την ευρυχωρία.
Όπως ανακοίνωσαν οι άνθρωποι της Honda, σύντομα θα υπάρξει και μια έκδοση CB1000R+ η οποία θα διαφέρει σε επίπεδο εξοπλισμού, καθώς θα διαθέτει quickshifter, θερμαινόμενα γκριπ και πολλά άλλα αξεσουάρ από την λίστα των after market του CB1000R.

 

CB300R

Το έτερο νέο μέλος της "sports naked" οικογένειας ακούει στο όνομα CB300R και είναι σαφώς επηρεασμένο από τον μεγάλο του αδερφό. Το βασικό του χαρακτηριστικό, πέρα από τον ιδιαίτερο σχεδιασμό του, είναι το εξαιρετικά μικρό του βάρος που φτάνει στα 143 κιλά. Ο κινητήρας του είναι ο γνωστός υγρόψυκτος μονοκύλινδρος των 286 κυβικών που πρωτοείδαμε στο CBR300R και που φιλοδοξεί να αποτελέσει την πρώτη επιλογή ως "μεγάλη μοτοσυκλέτα" για όσους θέλουν να κάνουν το επόμενο βήμα από τα 125cc. Η απόδοσή του είναι 31 ίπποι στις 8.500 στροφές και 2,8kgm στις 7.500 αντίστοιχα.


Το πλαίσιό του είναι εντελώς καινούργιο και αποτελεί έναν συνδυασμό σωληνωτών και πρεσαριστών ατσάλινων τμημάτων που συνεργάζεται με ένα επίσης ατσάλινο ψαλίδι. Η μπροστινή ανάρτηση είναι ένα ανεστραμμένο πιρούνι 41mm χωρίς ρυθμίσεις, ενώ το αμορτισέρ πίσω ρυθμίζεται ως προς την προφόρτιση σε πέντε θέσεις.
Το τιμόνι του προσφέρει μεγάλο κόψιμο και μικρή ακτίνα περιστροφής, που σε συνδυασμό με το μεταξόνιο των 1.352mm το καθιστούν ιδιαίτερα ευέλικτο. Το μπροστινό δισκόφρενο διαθέτει έναν δίσκο 296mm με ακτινική, παρακαλώ, δαγκάνα και πίσω έχει έναν δίσκο 220mm. Το εντυπωσιακό όμως είναι ότι διαθέτει ABS με μονάδα IMU, κάτι που αποτελεί πρωτοπορία για την συγκεκριμένη κατηγορία.


Τα φώτα δεν θα μπορούσαν φυσικά να είναι κάτι διαφορετικό από LED και η ψηφιακή οθόνη είναι LCD και ιδιαίτεα ελαφριά (230gr). Τέλος, η αυτονομία που ανακοινώνει η Honda για το μικρό γυμνό είναι το εντυπωσιακό νούμερο των 300 χιλιομέτρων!

CB125R

Ο βενιαμίν της οικογένειας, το CB125R, ακολουθεί κι αυτό την αρχιτεκτονική της οικογένειας των CB, με έναν μονοκύλινδρο, υγρόψυκτο κινητήρα και πλαίσιο ίδιο με αυτό το 300R. Το βάρος του ανέρχεται μόλις στα 125,8 κιλά, ενώ και η μπροστινή ανάρτηση είναι ίδια με αυτή του μεγαλύτερου μονοκύλινδρου. Η γωνία κάστερ και το ίχνος του είναι 24,2° και 90,2mm αντίστοιχα, ενώ όπως και το 300R διαθέτει ABS που συνεργάζεται με μονάδα IMU!

Ετικέτες

Triumph Tracker 400/Thruxton 400 2026 – Παρουσιάστηκαν με τιμές για Ελλάδα!

Με διαφορές σε πλαίσιο/ανάρτησες - Και ισχυρότερο κινητήρα κατά δύο ίππους
Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

16/12/2025

Η Triumph διευρύνει ακόμη περισσότερο την γκάμα των μονοκύλινδρων 400ριών της με Tracker 400 και Thruxton 400 με αισθητική εμπνευσμένη από τους flat track αγώνες και τα cafe racers αντίστοιχα.

Περιμέναμε ένα αλλά τελικά η Triumph παρουσίασε δύο μονοκύλινδρα 400άρια φτάνοντας έτσι την οικογένεια στα πέντε συνολικά μοντέλα, μαζί με τα Speed 400, Scrambler 400 X και Scrambler 400 XC.

Οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν αισθητικές κυρίως διαφορές με τις άλλες εκδόσεις και μεταξύ τους φυσικά με το φαίρινγκ του 400ριού Thruxton να μας είναι γνωστό εδώ και καιρό από τις κατασκοπικές φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του διαδικτύου πολύ καιρό πριν από την παρουσίασή του. 

Οι δύο μοτοσυκλέτες φέρουν επίσης και μία ισχυρότερη έκδοση του μονοκύλινδρου μοτέρ με τη μέγιστη ισχύ να ανεβαίνει κατά 5% περίπου και να φτάνει τους 41,42 ίππους από 39,42 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αλλαγή στη ροπή δεν υπάρχει και έτσι η μέγιστη τιμή παραμένει στα 3,82 kg.m αλλά να κάνει την εμφάνισή της 1.000 στροφές ψηλότερα, στις 7.500 σ.α.λ., με το 80% αυτής να είναι διαθέσιμο από τις 3.000 σ.α.λ. Η αύξηση στην ισχύ προήρθε από νέο εκκεντροφόρο αλλά και την εκ νέου χαρτογράφηση του ψεκασμού.

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

Σε σχέση με τη μοτοσυκλέτα βάσης που είναι το Spped 400, το Tracker 400 έχει φαρδύτερο τιμόνι κατά 23 χλστ., το οποίο είναι και χαμηλότερο κατά 134 ολόκληρα χλστ. Παράλληλα τα μαρσπιέ έχουν τοποθετηθεί 86 χλστ. πιο πίσω και 27 χλστ. ψηλότερα, με το νέο τρίγωνο της εργονομίας να δίνει μια πιο σπορ και επιθετική θέση οδήγησης. Διαφορετική είναι και η σέλα, όπως και το κάλυμμα-κοκοβιός της σέλας στο κομμάτι του συνεπιβάτη, οι ζάντες και το ρεζερβουάρ, με τo Tracker 400 να ξεχωρίζει από το μικρό του μασκάκι, αλλά και τα μεγάλα numver plates εκατέρωθεν της σέλας, όπως και από τους αποκλειστικούς χρωματισμούς.

Το Thruxton 400 έχει επίσης διαφορετικό ρεζερβουάρ -και από το Tracker-, αν και η χωρητικότητα είναι ίδια στα 13 λίτρα, ενώ ζυγίζει και τρία κιλά περισσότερα λόγω του φέρινγκ, με το βάρος του να φτάνει τα 176 κιλά πλήρες υγρών. Του Tracker βρίσκεται στα 173 κιλά. Το φαίρινγκ είναι αυτό που κάνει και τη μεγαλύτερη διαφορά στην αισθητική της μοτοσυκλέτας, που έχει κλιπόν και διαφορετική θέση οδήγησης, ενώ οι Βρετανοί αναφέρουν και μικρές αλλαγές στο πλαίσιο αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη εκδοχή της μοτοσυκλέτας. Σε αυτήν την περίπτωση και έναντι του Speed 400 τα κλιπόν είναι 40 χλστ. πιο στενά και 246 χλστ. πιο χαμηλά τοποθετημένα με μπόλικο βάρος να φορτίζει πλέον τον εμπρός τροχό. Παράλληλα, τα μαρσπιέ βρίσκονται στην ίδια θέση με εκείνα του Tracker 400.

Μικρές διαφορές έχουμε και στη γεωμετρία του πλαισίου μεταξύ των δύο μοτοσυκλετών. Το Tracker 400 έχει μεταξόνιο στα 1.371 χλστ. με κάστερ και ίχνος στις 24,4 μοίρες και 107,6 χλστ. αντίστοιχα, ενώ το Thruxton 400 έχει μεταξόνιο στα 1.376 χλστ. με κάστερ στις 24,5 μοίρες και ίχνος στα 101,5 χλστ. 

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

H Triumph αναφέρει ότι καθεμιά από τις δύο νέες μοτοσυκλέτες έχει το δικό της set up στις αναρτήσεις ώστε να ταιριάζει καλύτερα στη φιλοσοφία της έκδοσης και τη θέση οδήγησης, με το πιρούνι να είναι ανεστραμμένο στα 43 χλστ. Η διαδρομή του είναι 140 χλστ. στο Tracker και 135 χλστ. στο Thruxton ενώ και το μονό αμορτισέρ και στις δύο περιπτώσεις δίνει διαδρομή 130 χλστ.

Και οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν 17ρες χυτές ζάντες αλουμινίου που είναι διαφορετικής σχεδίασης μεταξύ των δύο μοντέλων και ελαστικά 110/70 και 150/60 εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Ως πρώτης τοποθέτησης ελαστικά για το Thruxton επιλέχθηκαν τα Pirelli Diablo Rosso IV, ενώ για το Tracker έχουμε τα Pirelli MT60 RS και τα δύο εξαιρετικές επιλογές για τόσο προσιτές μοτοσυκλέτες.

Τέλος, ίδιο είναι το σύστημα πέδησης και στις δύο περιπτώσεις με το κύριο έργο της επιβράδυνσης να αναλαμβάνει 300άρης εμπρός δίσκος και ακτινικά τοποθετημένη 4πίστονη δαγκάνα της ByBre. 

Το Tracker 400 θα είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα από τον ερχόμενο Μάρτιο με τιμή 6.390 ευρώ και το Thruxton 400 από τον Φεβρουάριο του 2026, με τιμή 6.690 ευρώ. Και τα δύο συνοδεύονται από εργοστασιακή εγγύηση δύο ετών χωρίς περιορισμό στα διανυθέντα χιλιόμετρα.

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στις συλλογές που ακολουθούν.