Με υπογραφή Ducati: Η πιο φουτουριστική μοτοσυκλέτα που είδαμε στην Eicma!

Ηλεκτρική με πατέρα τον Terblanche και νονά την BST!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

15/11/2019

Φωτογραφίσαμε και μελετήσαμε από κοντά το δίτροχο γλυπτό, το έργο τέχνης που σχεδίασε και έφτιαξε ο πρώην διευθυντής του σχεδιαστικού τμήματος της Ducati, Pierre Terblanche. Υπεύθυνος για μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές μοτοσυκλέτες, έχοντας συνεργαστεί με τον Massimo Tamburini στο Paso, έχοντας σχεδιάσει το Ducati 999, το Supermono, το φοβερό MHe900 Evoluzione αλλά και το HyperMotard!

Η εταιρία που κατασκευάζει carbon ζάντες, και που στην Ελλάδα γνωρίζουν πολύ καλά οι αγωνιζόμενοι στα Dragster, συνεργάστηκε με τον Terblanche για να φτιάξουν μία φοβερή ηλεκτρική μοτοσυκλέτα. Είναι το καλύτερο παράδειγμα για το μέλλον του customizing, κι αυτό γιατί οι ηλεκτρικές μοτοσυκλέτες προσφέρουν τεράστιο πεδίο πειραματισμού και αφήνουν περιθώρια να ξεφύγει κανείς κατασκευαστικά. Στο μέλλον θα είναι πιο εύκολο να κάνεις ένα φουτουριστικό έργο τέχνης σε δύο τροχούς, αν επιλέξεις την ηλεκτροκίνηση από το να customάρεις μία παλιότερη μοτοσυκλέτα. Ιδιαίτερα αυτό το φουτουριστικό στιλ εξυπηρετείται σε μέγιστο βαθμό με τις δυνατότητες που δίνει η λύση του ηλεκτρικού κινητήρα.

Ο Terblanche άφησε τον εαυτό του ελεύθερο λοιπόν να δημιουργήσει κάτι που μόνο σε concept από το Τόκυο θα μπορούσες να έχει δει, χωρίς καμία πιθανότητα να βγει στην παραγωγή. Στην περίπτωση του ηλεκτρικού κινητήρα και όλων των διαφορών που επιτρέπει, οι απαιτήσεις είναι διαφορετικές και περισσότερο εύκολο να βγει στην παραγωγή, έστω και περιορισμένη, κάτι τέτοιο.

Για την ακρίβεια υπάρχουν δύο BST Hypertek αυτή την στιγμή. Η μία ήταν αυτή που είδαμε από κοντά και φωτογραφίσαμε στην Eicma και μία ακόμη που πραγματοποιεί δοκιμές αντοχής και καταγράφει όλα όσα θα χρειαστούν να αλλαχτούν ώστε να κυκλοφορεί με ασφάλεια. Ριζικές αλλαγές στην εμφάνιση δεν θα γίνουν, αυτό που θέλουν να καταγράψουν είναι οι αντοχές με βάση τις δυνάμεις που ασκούνται και τις χειρουργικές επεμβάσεις σε συνδέσμους και σημεία έδρασης, ώστε η φουτουριστική μοτοσυκλέτα να μπορεί να καταλήξει στα χέρια τρίτου με ασφάλεια, δίχως προβλήματα. Ιδιαίτερα από την στιγμή που φέρει το όνομα της BST.

Η καρδιά της HyperTek είναι ένα υδρόψυκτο, κατά τα άλλα κοινό ηλεκτρικό μοτέρ ακτινικής περιέλιξης που αποδίδει 80Kw, περίπου 107hp ιπποδύναμης, και 12Kg.m ροπής που σε συνδυασμό με το μικρό βάρος και τις συγκεντρωμένες μάζες, υπόσχεται εκτόξευση εμπρός. Στην BST υπάρχουν και άνθρωποι με ελληνικές ρίζες που εκτιμούν ιδιαίτερα, και μοιράζονται εξίσου, το πάθος για μοτοσυκλέτες, κι ας είμαστε μία από τις μικρότερες αγορές τους, ιδιαίτερα τώρα με την οικονομική κρίση. Σπεύδουν έτσι να τονίσουν, πως η HyperTek έχει φτιαχτεί με γνώμονα να οδηγείται, παρόλο που το εκθεσιακό μοντέλο είναι πρακτικά ένα αντίγραφο μόνο για να το δείχνεις.

Τραβά το βλέμμα από μακριά η ψύξη των μπαταριών που φαίνεται σαν στροβιλοκινητήρας, η μπαταρία που αναλαμβάνει και τον κύριο όγκο της μοτοσυκλέτας, φαντάζει επίτηδες σαν μηχανικό τμήμα και ευφάνταστα κάθε επιφάνεια έχει «σκαφτεί» με γνώμονα να γεμίσει λεπτομέρειες η εξαιρετικά μικρή σιλουέτα.

Η υπόσχεση για 300 χιλιόμετρα με μία φόρτιση που διαρκεί 30 λεπτά είναι εξωπραγματική. Μπορεί να συμβαδίζει με τα λεγόμενα του Pierre για την καλύτερη ηλεκτρική του κόσμου, αλλά αν δεν επαληθευθεί, δύσκολα μπορείς να το δεχτείς. Αδύνατο με την υπάρχουσα τεχνολογία δεν είναι, εξαιρετικά ακριβό όμως, το μόνο σίγουρο. Το μεταξόνιο στα 1480mm την κατατάσσει σε μέγεθος κάτω από τις μεσαίες μοτοσυκλέτες, κι ας έχει πολλαπλάσια απόδοση, ενώ με τους carbon τροχούς της BST που φυσικά και θα φορούσε, εξαιρετική ευελιξία είναι το πλέον σίγουρο. Το βάρος, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν είναι αμελητέο με τέτοιες μπαταρίες και φτάνει τα 205kg παρά την γενναία προσπάθεια να μειωθεί χρησιμοποιώντας εξωτικά υλικά, carbon monocoque πλαίσιο και επίσης carbon καλάμια για το πιρούνι.

Τα όργανα που εμφανώς απουσιάζουν, βρίσκονται σε ένα head up display στο κράνος που κατασκευάζει η Ιαπωνική Cross και είναι άλλο ένα σημείο της μοτοσυκλέτας που χρειάζεται αρκετά μεγάλη εξέλιξη.

Το κρυφό χαρακτηριστικό είναι πως υπάρχει μονόδρομος συμπλέκτης καθώς ο κινητήρας μπορεί να λειτουργήσει και ως γεννήτρια για τις μπαταρίες ανακτώντας ενέργεια, ενώ το μοτέρ ανεβάζει στροφές αν κρατάς τον συμπλέκτη και ανοίγεις το γκάζι. Σε συνδυασμό με την γεννήτρια μηχανικού θορύβου, μπορείς να μαρσάρεις όποτε θέλεις για να σε ακούσουν και να σε δουν…

Υπάρχει traction control και έλεγχος σούζας με παραμετροποιήσιμες ρυθμίσεις ώστε να επιτρέπεται το ντριφτάρισμα καθώς και το -πολύ εύκολα τοποθετήσιμο σε αυτή την περίπτωση- cruise control. Εξίσου εύκολο και το hill – stop ώστε να μην πηγαίνει προς τα πίσω η μοτοσυκλέτα στις ανηφόρες, παρά μόνο να ανοίγεις το γκάζι και να ξεκινάς από στάση.

Πανέμορφο από κοντά, ακόμη και το εκθεσιακό αυτό μοντέλο, με ιδιαίτερα μαζεμένες διαστάσεις αποτελώντας μία οπτική στο μέλλον, όπου η σχεδίαση μίας μοτοσυκλέτας μπορεί να ξεφεύγει από τα όρια που θέτουν τα περισσότερα μηχανικά μέρη που χρησιμοποιούνται τώρα… Προφανώς κανείς δεν θέλει να του επιβληθεί ένα απόλυτα ηλεκτρικό μέλλον, ωστόσο δεν γίνεται να μην θαυμάζεις και τα κοσμήματα…

Ετικέτες

Triumph Tracker 400/Thruxton 400 2026 – Παρουσιάστηκαν με τιμές για Ελλάδα!

Με διαφορές σε πλαίσιο/ανάρτησες - Και ισχυρότερο κινητήρα κατά δύο ίππους
Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

16/12/2025

Η Triumph διευρύνει ακόμη περισσότερο την γκάμα των μονοκύλινδρων 400ριών της με Tracker 400 και Thruxton 400 με αισθητική εμπνευσμένη από τους flat track αγώνες και τα cafe racers αντίστοιχα.

Περιμέναμε ένα αλλά τελικά η Triumph παρουσίασε δύο μονοκύλινδρα 400άρια φτάνοντας έτσι την οικογένεια στα πέντε συνολικά μοντέλα, μαζί με τα Speed 400, Scrambler 400 X και Scrambler 400 XC.

Οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν αισθητικές κυρίως διαφορές με τις άλλες εκδόσεις και μεταξύ τους φυσικά με το φαίρινγκ του 400ριού Thruxton να μας είναι γνωστό εδώ και καιρό από τις κατασκοπικές φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του διαδικτύου πολύ καιρό πριν από την παρουσίασή του. 

Οι δύο μοτοσυκλέτες φέρουν επίσης και μία ισχυρότερη έκδοση του μονοκύλινδρου μοτέρ με τη μέγιστη ισχύ να ανεβαίνει κατά 5% περίπου και να φτάνει τους 41,42 ίππους από 39,42 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αλλαγή στη ροπή δεν υπάρχει και έτσι η μέγιστη τιμή παραμένει στα 3,82 kg.m αλλά να κάνει την εμφάνισή της 1.000 στροφές ψηλότερα, στις 7.500 σ.α.λ., με το 80% αυτής να είναι διαθέσιμο από τις 3.000 σ.α.λ. Η αύξηση στην ισχύ προήρθε από νέο εκκεντροφόρο αλλά και την εκ νέου χαρτογράφηση του ψεκασμού.

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

Σε σχέση με τη μοτοσυκλέτα βάσης που είναι το Spped 400, το Tracker 400 έχει φαρδύτερο τιμόνι κατά 23 χλστ., το οποίο είναι και χαμηλότερο κατά 134 ολόκληρα χλστ. Παράλληλα τα μαρσπιέ έχουν τοποθετηθεί 86 χλστ. πιο πίσω και 27 χλστ. ψηλότερα, με το νέο τρίγωνο της εργονομίας να δίνει μια πιο σπορ και επιθετική θέση οδήγησης. Διαφορετική είναι και η σέλα, όπως και το κάλυμμα-κοκοβιός της σέλας στο κομμάτι του συνεπιβάτη, οι ζάντες και το ρεζερβουάρ, με τo Tracker 400 να ξεχωρίζει από το μικρό του μασκάκι, αλλά και τα μεγάλα numver plates εκατέρωθεν της σέλας, όπως και από τους αποκλειστικούς χρωματισμούς.

Το Thruxton 400 έχει επίσης διαφορετικό ρεζερβουάρ -και από το Tracker-, αν και η χωρητικότητα είναι ίδια στα 13 λίτρα, ενώ ζυγίζει και τρία κιλά περισσότερα λόγω του φέρινγκ, με το βάρος του να φτάνει τα 176 κιλά πλήρες υγρών. Του Tracker βρίσκεται στα 173 κιλά. Το φαίρινγκ είναι αυτό που κάνει και τη μεγαλύτερη διαφορά στην αισθητική της μοτοσυκλέτας, που έχει κλιπόν και διαφορετική θέση οδήγησης, ενώ οι Βρετανοί αναφέρουν και μικρές αλλαγές στο πλαίσιο αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη εκδοχή της μοτοσυκλέτας. Σε αυτήν την περίπτωση και έναντι του Speed 400 τα κλιπόν είναι 40 χλστ. πιο στενά και 246 χλστ. πιο χαμηλά τοποθετημένα με μπόλικο βάρος να φορτίζει πλέον τον εμπρός τροχό. Παράλληλα, τα μαρσπιέ βρίσκονται στην ίδια θέση με εκείνα του Tracker 400.

Μικρές διαφορές έχουμε και στη γεωμετρία του πλαισίου μεταξύ των δύο μοτοσυκλετών. Το Tracker 400 έχει μεταξόνιο στα 1.371 χλστ. με κάστερ και ίχνος στις 24,4 μοίρες και 107,6 χλστ. αντίστοιχα, ενώ το Thruxton 400 έχει μεταξόνιο στα 1.376 χλστ. με κάστερ στις 24,5 μοίρες και ίχνος στα 101,5 χλστ. 

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

H Triumph αναφέρει ότι καθεμιά από τις δύο νέες μοτοσυκλέτες έχει το δικό της set up στις αναρτήσεις ώστε να ταιριάζει καλύτερα στη φιλοσοφία της έκδοσης και τη θέση οδήγησης, με το πιρούνι να είναι ανεστραμμένο στα 43 χλστ. Η διαδρομή του είναι 140 χλστ. στο Tracker και 135 χλστ. στο Thruxton ενώ και το μονό αμορτισέρ και στις δύο περιπτώσεις δίνει διαδρομή 130 χλστ.

Και οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν 17ρες χυτές ζάντες αλουμινίου που είναι διαφορετικής σχεδίασης μεταξύ των δύο μοντέλων και ελαστικά 110/70 και 150/60 εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Ως πρώτης τοποθέτησης ελαστικά για το Thruxton επιλέχθηκαν τα Pirelli Diablo Rosso IV, ενώ για το Tracker έχουμε τα Pirelli MT60 RS και τα δύο εξαιρετικές επιλογές για τόσο προσιτές μοτοσυκλέτες.

Τέλος, ίδιο είναι το σύστημα πέδησης και στις δύο περιπτώσεις με το κύριο έργο της επιβράδυνσης να αναλαμβάνει 300άρης εμπρός δίσκος και ακτινικά τοποθετημένη 4πίστονη δαγκάνα της ByBre. 

Το Tracker 400 θα είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα από τον ερχόμενο Μάρτιο με τιμή 6.390 ευρώ και το Thruxton 400 από τον Φεβρουάριο του 2026, με τιμή 6.690 ευρώ. Και τα δύο συνοδεύονται από εργοστασιακή εγγύηση δύο ετών χωρίς περιορισμό στα διανυθέντα χιλιόμετρα.

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στις συλλογές που ακολουθούν.