Γιατί τα μαλακά ελαστικά του Lorenzo άντεξαν περισσότερο

Η θεωρία στην πράξη
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

13/8/2018

Όταν τελείωσε ο αγώνας της Αυστρίας θα έμειναν πολλοί με την απορία, πως είναι δυνατόν η μαλακή γόμα που είχε διαλέξει ο Jorge Lorenzo να αντέξει περισσότερο από την μεσαίας σκληρότητας γόμα που είχε η μοτοσυκλέτα του Dovizioso. Ο Ιταλός αναβάτης της Ducati δήλωσε ότι το πίσω ελαστικό του είχε χάσει την απόδοσή του σχεδόν 10 γύρους πριν πέσει η καρό σημαία. Καθώς φέτος όλοι οι αναβάτες έχουν διαρκώς την φράση Tire Management στο στόμα τους και την χρησιμοποιούν συνεχώς για να εξηγήσουν γιατί ο ρυθμός τους μέχρι τη μέση του αγώνα είναι πιο αργός σε σχέση με τους τελευταίους γύρους, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Dovizioso έφθειρε νωρίς τα ελαστικά του, όταν προσπαθούσε να περάσει τον Lorenzo. Πράγματι ο Ιταλός αναβάτης είπε ότι μια πιθανή αιτία να είναι αυτή. Όμως είπε επίσης, ότι εξίσου πιθανό να είναι και η λάθος επιλογή της μεσαίας γόμας.

Κι εδώ μπαίνουμε στο ζουμί της υπόθεσης, διότι αν η μεσαία γόμα ήταν λάθος επιλογή, τότε ποια γόμα έπρεπε να είχε βάλει; Η θεωρία λέει, ότι η σκληρή γόμα αντέχει περισσότερο, οπότε αυτή είναι η απάντηση στο ερώτημα σωστά; Όχι!

Διότι αυτή είναι η μία από τις πολλές θεωρίες που υπάρχουν για τα ελαστικά, οι οποίες είναι όλες τους σωστές και όλες τους λάθος ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στην πίστα αλλά και τον σχεδιασμό της πίστας. Όπως ήδη έχουμε πει, τα ελαστικά της Michelin δεν έχουν σταθερή απόδοση κατά την διάρκεια του αγώνα και η συμπεριφορά τους επηρεάζεται έντονα από τον τρόπο που τα πιέζεις. Εδώ είναι βασικό να καταλάβουμε, ότι η πτώση της απόδοσης δεν οφείλεται στο “φάγωμα” της γόμας, αλλά στην “κόπωση” της σύνθεσης της γόμας. Δηλαδή όταν λένε οι αναβάτες ότι “έμειναν από λάστιχο” δεν εννοούν ότι βγήκαν τα λινά έξω. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δήλωση του Marguez σχετικά με την επιλογή της μεσαίας γόμας για το εμπρός ελαστικό. Ο Ισπανός είπε ότι με την σκληρή γόμα κερδίζει στα δυνατά φρένα, αλλά προτιμάει την μεσαία που τον βοηθάει περισσότερο στις μάχες μέσα στις στροφές. Πώς είναι δυνατόν η σκληρή γόμα να είναι καλύτερη στα φρένα, αφού η θεωρία λέει ότι προφέρει λιγότερη πρόσφυση, άρα έχεις μεγαλύτερες πιθανότητες να μπλοκάρεις τα φρένα; Η απάντηση βρίσκεται σε μια άλλη θεωρία, που αφορά την ΣΤΙΓΜΙΑΙΑ ΥΠΕΡΘΕΡΜΝΣΗ της γόμας, η οποία με την σειρά της ρίχνει απότομα την απόδοση πρόσφυσης του ελαστικού. Αυτό λοιπόν που λέει ο Marquez είναι ότι με την σκληρή γόμα έχεις ΚΑΛΥΤΕΡΗ πρόσφυση στα ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ φρεναρίσματα από υψηλές ταχύτητες, διότι η απόδοση του ελαστικού δεν μεταβάλλεται από την παρατεταμένη υπερθέρμανσή του. Με τις πιο μαλακές γόμες θα έχεις καλύτερη πρόσφυση στην αρχή του φρεναρίσματος, αλλά στο τέλος θα έχεις “κάψει” την γόμα και θα μπεις στην είσοδο της στροφής με ένα εμπρός ελαστικό που θα έχει μειωμένη απόδοση.

Για να καταλάβετε πόσο πολύ επηρεάζει την πρόσφυση η μεταβολή της θερμοκρασίας, πολλοί αναβάτες φεύγουν νωρίτερα από το slip-streaming για να κρυώσουν το εμπρός ελαστικό τους. Αυτό δίνει μια απάντηση στο γιατί ο Lorenzo με το μαλακό εμπρός ελαστικό παρακολουθούσε από απόσταση τον Marquez στους πρώτους γύρους και δεν κόλλησε πίσω του. Προσπαθούσε δηλαδή να κρατήσει όσο πιο κρύο γινόταν το εμπρός ελαστικό του, ώστε να μπορεί να φρενάρει αρκετά δυνατά χωρίς να το υπερθερμάνει. Γιατί έμβαλε μαλακό εμπρός; Διότι ήθελε την επιπλέον πρόσφυση στις στροφές που ήταν πιο αργός από τους άλλους δύο αντιπάλους του.

Κρατώντας λοιπόν στη μία άκρη του μυαλού μας τι συμβαίνει με την μεταβολή της θερμοκρασίας των ελαστικών και πως αυτή επηρεάζει το επίπεδο της πρόσφυσης είναι πιο εύκολο να εξηγήσουμε γιατί το Tire Management στο οποίο αναφέρονται οι αναβάτες ΔΕΝ αφορά την φθορά της γόμμας, αλλά την διαχείριση ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ που έχουν στη διάθεση τους να οδηγήσουν με τα ελαστικά σε υψηλά επίπεδα θερμοκρασίας. Έτσι εξηγείται και γιατί μπορούν να κάνουν γρήγορους γύρους στο τέλος του αγώνα παρά το γεγονός έχουν φθείρει εν μέρει τα ελαστικά τους. Διότι το πραγματικό πρόβλημά τους είναι η υπερθέρμανση και αν τα “βράσεις” στους πρώτους γύρους, μετά δεν έχεις την πολυτέλεια να τα κρυώσεις και να τα ξαναφέρεις στη θερμοκρασία ιδανικής λειτουργίας.  

Η πίστα της Αυστρίας έχει σχεδιαστεί πρωτίστως για την Formula 1 και ακολουθεί την φιλοσοφία stop and go, ώστε να επιτρέπει τις προσπεράσεις των αυτοκινήτων στα φρένα και να ακούγονται στην τηλεόραση οι αλλαγές των ταχυτήτων. Οι περισσότερες στροφές είναι γωνίες και ο χρόνος που η μοτοσυκλέτα είναι τέρμα πλαγιασμένη είναι ο μικρότερος που υπάρχει σε πίστα του πρωταθλήματος MotoGP. Άρα και ο χρόνος που το γκάζι είναι τέρμα ανοιχτό με την μοτοσυκλέτα πλαγιασμένη είναι σύντομος. Η πιθανότητα στιγμιαίας υπερθέρμανσης είναι η μικρότερη δυνατή. Πάνω σε αυτό βασίστηκε η απόφαση του Jorge Lorenzo να βάλει μαλακό ελαστικό πίσω.

Όμως πως κατάφερε να το διατηρήσει ως τον τελευταίο γύρο, όταν Dovizioso έκαψε το μεσαίας σκληρότητας πίσω ελαστικό του πολλούς γύρους πριν.

Η απάντηση βρίσκεται στο σπινάρισμα και στον χρόνο. Ο Dovizioso άνοιγε πιο νωρίς το γκάζι στις εξόδους των στροφών όταν ήταν πίσω από τον Lorenzo για να βρεθεί δίπλα του στην ευθεία, οπότε αυξανόταν ο χρόνος που το πίσω ελαστικό του ήταν εκτεθειμένο στην υπερθέρμανση. Ταυτόχρονα όμως ο πίσω τροχός του Dovizioso είχε μικρότερο ποσοστό πρόσφυσης λόγω της σκληρότερης γόμας από του Ισπανού και σπίναρε περισσότερη ώρα.

Το σπινάρισμα αυτό αύξανε ακόμα περισσότερο το επίπεδο της θερμοκρασίας του πίσω ελαστικού του. Με άλλα λόγια, το υψηλό κράτημα του μαλακού ελαστικού που είχε ο Lorenzo μείωνε τον χρόνο που ήταν εκτεθειμένο στην υπερθέρμανση, ενώ το μεσαίας γόμας πίσω ελαστικό του Dovizioso ήταν περισσότερη ώρα εκτεθειμένο.  

Αν η χάραξη της πίστας ήταν διαφορετική, η επιλογή του Lorenzo θα ήταν στα όρια της παράνοιας. Όμως για την πίστα της Αυστρίας και με τα χαρακτηριστικά που έχουν τα ελαστικά της Michelin ήταν λογικότατη.   

MotoGP: Joan Mir - Τώρα επέστρεψα στο φυσικό μου στυλ

H επιστροφή της Honda στα MotoGP έφερτε τον Joan Mir στο φυσικό του στυλ φρεναρίσματος
Joan Mir
Από τον

Φίλιππο Σταυριδόπουλο

19/12/2025

Ο πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής του μιλά για τη δύσκολη διαδρομή, το σημείο καμπής της σεζόν 2025 και γιατί νιώθει ξανά ο εαυτός του πάνω στη Honda RC213V.

Ο Joan Mir επέστρεψε φέτος στο βάθρο του MotoGP με τη Honda, σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά την τελευταία του παρουσία με τη Suzuki. Μια επιστροφή που για καιρό έμοιαζε αβέβαιη, αν αναλογιστεί κανείς ότι στα δύο πρώτα του χρόνια με τη Honda είχε καταφέρει μόλις δύο τερματισμούς εντός δεκάδας.

Η σεζόν 2025 ξεκίνησε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο, ο Mir τερμάτισε μόλις σε έναν από τους έξι πρώτους αγώνες, με την κακοτυχία, τα συμβάντα και το υπερβολικό ρίσκο να συνεχίζουν να τον ταλαιπωρούν.

"Στο πρώτο μέρος της χρονιάς, το καλύτερο που μπορούσες να κάνεις με αυτή τη μοτοσυκλέτα ήταν μια έβδομη θέση", εξήγησε, "Αν κάποιος έκανε κάτι παραπάνω, ήταν λόγω συνθηκών ή περίεργων καταστάσεων. Αλλιώς, το πραγματικό δυναμικό ήταν να τα βάλεις όλα κάτω και να πάρεις μια έβδομη θέση.

"Στο Aragon ήμασταν έβδομοι. Αλλά εκτός αν έλειπε κάποιος, ήταν πολύ δύσκολο να κάνεις κάτι καλύτερο".

Ακολούθησε μια έκτη θέση στην Αυστρία, ανάμεσα σε νέες εγκαταλείψεις, όμως το πραγματικό σημείο καμπής ήρθε μετά την εισαγωγή των τελευταίων αεροδυναμικών και μηχανολογικών αναβαθμίσεων της RC213V στη Βαρκελώνη.

"Μετά τη Βαρκελώνη βελτιώσαμε λίγο την αεροδυναμική και τον κινητήρα. Αυτό ήταν κάτι που με ενοχλούσε πάρα πολύ. Και εκεί έκανα το 'κλικ'", είπε ο Mir.

Δύο αγώνες αργότερα, όλα έδεσαν στην Ιαπωνία. Στο Motegi, ο Mir χάρισε στην εργοστασιακή Honda το πρώτο της βάθρο στο MotoGP μετά τον Marc Marquez στο ίδιο σιρκουί το 2023, προσθέτοντας τη δική του επιτυχία σε μια σεζόν που είχε ήδη δει νίκη και βάθρο από τον Johann Zarco με την δορυφορική LCR Honda.

Joan Mir

Ο Ισπανός επανέλαβε το κατόρθωμα και στη Sepang, σε έναν αγώνα που ο ίδιος θεωρεί τον καλύτερό του για το 2025.

"Για το ίδιο το δυναμικό της μοτοσυκλέτας", εξήγησε. "Η Sepang παραδοσιακά δεν είναι καλή πίστα για αυτή τη μοτοσυκλέτα. Και αυτό που κάναμε εκεί ήταν κάτι πολύ σημαντικό.

"Κανονικά δυσκολευόμαστε με την πρόσφυση. Και η Sepang είναι μια πίστα με πολύ χαμηλό grip.

"Για να το αντισταθμίσουμε, έπρεπε απλώς να φρενάρουμε πάρα πολύ, ρισκάροντας περισσότερο από τους άλλους. Έπεσα στο sprint, οπότε δεν ήθελα να κάνω το ίδιο λάθος ξανά.

"Διαχειρίστηκα την κατάσταση πολύ καλά. Οπότε θα πω ότι η Sepang ήταν ο καλύτερός μου αγώνας".

Στη Μαλαισία, ο Mir ενθουσίασε τους φιλάθλους με τα θεαματικά, πολύ αργά φρεναρίσματά του, ένα φυσικό του χαρακτηριστικό που είχε αναγκαστεί να περιορίσει στα χρόνια της Suzuki.

"Με τη Suzuki αυτό δεν ήταν το στυλ", παραδέχτηκε. "Έπρεπε να προσαρμοστώ στη μοτοσυκλέτα, να κυλάω περισσότερο, να φρενάρω λίγο νωρίτερα και να αφήνω τα φρένα πιο νωρίς. Γιατί αυτή η μοτοσυκλέτα απαιτούσε τέτοιο στυλ.

Joan Mir

"Τώρα με τη Honda επέστρεψα στο φυσικό μου στυλ. Όπως το είχα στη Moto3 και στη Moto2. Είναι κάτι που απολαμβάνω πολύ, να φρενάρω πολύ δυνατά και να 'ρίχνω' πραγματικά τη μοτοσυκλέτα στο έδαφος, αλλά είναι πολύ δύσκολο, γιατί ρισκάρω περισσότερο από τους άλλους και πρέπει να βρεις το όριο και την αυτοπεποίθηση.

"Μπορεί να προκαλέσει κάποιες πτώσεις, αλλά αν μπορέσω να οδηγώ με λίγο περισσότερο περιθώριο, μπορούμε να το ελέγξουμε".

Παρά τα βάθρα, ο υψηλός αριθμός μηδενικών αποτελεσμάτων, 21 στους 44 αγώνες, άφησε τον Mir μόλις 15ο στο πρωτάθλημα, πίσω από τον Zarco και τον team-mate του στη Honda, Luca Marini.

Ωστόσο, η συνολική "στροφή" στην απόδοση, που αποτυπώθηκε και στην άνοδο της Honda από το rank D στο C στο σύστημα παραχωρήσεων, του δίνει αισιοδοξία για το 2026.

"Ήταν μια χρονιά-κλειδί", κατέληξε. "Μια χρονιά όπου μπορέσαμε να γυρίσουμε την κατάσταση, από το λιγότερο στο περισσότερο.

"Ίσως περίμενα λίγο περισσότερο απ’ όσο ήλπιζα. Είχαμε πολλή κακοτυχία και καμία συνέπεια. Αλλά σε ό,τι αφορά την απόδοση, το δυναμικό του αναβάτη και το δυναμικό της Honda να αντιστρέψει την κατάσταση, ήταν μια πολύ θετική σεζόν.

"Τώρα χρειαζόμαστε ακόμη ένα 'κλικ', για να βρούμε περισσότερη συνέπεια και λίγο περισσότερες δυνατότητες. Γιατί αν πρέπει να πηγαίνω πάντα έτσι, στο όριο, θα είναι δύσκολο.

"Αλλά ελπίζω του χρόνου να ξεκινήσουμε από εδώ και να ανέβουμε".