Australian tour (Μέρος Β')

Όταν μιλά η ελληνική ψυχή
Από τον

Κωνσταντίνο Μητσάκη

12/8/2017

Η περιπλάνηση στο μεγάλο νησί του Νότου με την ΚΤΜ 1050 Adventure συνεχίζεται. Μετά την διάσχιση της δυτικής ακτογραμμής –και αφού πρώτα τάισα τα δελφίνια της περιοχής MonkeyMia– έβαλα πορεία ανατολικά, οδηγώντας τη μαύρη μοτοσυκλέτα στις ατέρμονες ευθείες της εκνευριστικά επίπεδης Nullarbor Plan. Ήταν όμως το τίμημα για να γραφτεί ο επίλογος άλλου ενός διηπειρωτικού ταξιδιού, που ολοκληρώθηκε μέσα σε μια μεγάλη, ορθάνοικτη ελληνική αγκαλιά…

 

δείτε εδώ το Πρώτο Μέρος του ταξιδιωτικού

Αφήνοντας πίσω μου εκείνο το πρωινό την πόλη Broome, δεν άργησα να βυθιστώ –για ακόμα μια μέρα– στην ατέρμονη μοναξιά της διαδρομής και στην άβυσσο των προσωπικών μου σκέψεων. Βρισκόμουν εδώ και τρεις περίπου εβδομάδες καθοδόν στους δρόμους της Αυστραλίας και στο διάστημα αυτό είχα συνειδητοποιήσει ότι η σχέση μου μ’ αυτή την χώρα είχε πλέον αλλάξει. Το γεγονός ότι η γενέτειρά μου είχε αποδειχτεί μέχρι τώρα αρκετά καλή και φιλική απέναντί μου –αποκαλύπτοντας στα μάτια μου έναν τόπο οικείο και φιλόξενο– συνηγορούσε πως θα μάλλον θα ζούσα μια ξεχωριστή ταξιδιωτική περιπέτεια στους μακρινούς αντίποδες της γης.

Αυτό όμως που πραγματικά με ενθουσίαζε περισσότερο ήταν η διαφορετικότητα και ο πλουραλισμός των αξιοθέατων που συναντούσα σε κάθε γεωγραφική ενότητα αυτής της χώρας. Στην δυτική πλευρά της, αυτήν που θα εξερευνούσα τις επόμενες μέρες, καταλυτική ήταν η παρουσία του υδάτινου στοιχείου –μεγάλο πρωταγωνιστή αποτελεί εδώ ο Ινδικός Ωκεανός.

Ωστόσο, καθοριστικό ρόλο στη απροβλημάτιστη διάσχιση της δυτικής Αυστραλίας παίζουν φυσικά και οι καιρικές συνθήκες –ευτυχώς ο χειμώνας εδώ είναι σχετικά ήπιος, με ανεκτές θερμοκρασίες (12οC– 20οC) και λίγες σχετικά βροχοπτώσεις. Η χειμερινή περίοδος είχε όμως κι άλλα καλά, αφού παντού θα έβρισκα –εύκολα και σε χαμηλές τιμές– ένα κατάλυμα. Σύμφωνα με τους ντόπιους, την αντίστοιχη εποχή του καλοκαιριού, ένα κρεβάτι στην δυτική ακτογραμμή της Αυστραλίας θα το πλήρωνα κυριολεκτικά… χρυσάφι.

Δυσάρεστα απρόοπτα

Ο παραλιακός οδικός άξονας North West Coastal Hwy "έστρωσε" τον δρόμο στις ρόδες της μαύρης 1050 για να με μεταφέρει από την παράκτια κωμόπολη Broome στην Perth, την πρωτεύουσα της πολιτείας WesternAustralia (1.800 χιλιόμετρα νοτιότερα). Ενδιάμεσα μεσολαβούσαν οι μικρές πόλεις Port Hedland, Karrath, Carnarvonκαι Geraldton, ενώ στα σχέδια υπήρχε και μια παράκαμψη στον κόλπο SharkBay.

Η πόλη Broome που μόλις άφηνα πίσω μου, ήταν ένα από τα γνωστότερα παραθαλάσσια τουριστικά θέρετρα της δυτικής Αυστραλίας και ιδρύθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα ως κέντρο αλιείας μαργαριταριών (pearls) στη περιοχή. Σήμερα θεωρείται ο πιο κατάλληλος τόπος για να αγοράσει κανείς φτηνά και ποιοτικά μαργαριτάρια, ενώ η τουριστική ατραξιόν για την οποία φημίζεται η Broome είναι η βόλτα με καμήλες κατά μήκος της αμμουδερής παραλίας Cable Beach την ώρα του ηλιοβασιλέματος. Αν κι έχω ανέβει πολλές φορές σε καμήλα, δεν μπόρεσα τελικά να αντισταθώ στον πειρασμό για μια ρομαντική περαντζάδα δίπλα στα ωκεάνια νερά, την ώρα που ο ουρανός έπαιρνε φωτιά…

Εγκλωβισμένος εκείνη την ημέρα στην μονοτονία της ευθυτενούς διαδρομής Broome – Karrath που με έσπρωχνε νοτιοδυτικά, δεν αντιλήφθηκα έγκαιρα πως τα καύσιμα της μοτοσυκλέτας τελείωναν, με αποτέλεσμα να ξεμείνω από βενζίνη περίπου 100 χιλιόμετρα μετά την πόλη Port Hedland (και 90 χλμ. πριν το επόμενο πρατήριο). Λάθος υπολογισμός, επιπολαιότητα ή βλακεία; Μην με ρωτάτε πώς και γιατί. Συμβαίνει και στα καλύτερα τα σπίτια…

Τελικά, λύση στο πρόβλημα δόθηκε με αρκετά ασυνήθιστο και πρωτότυπο τρόπο. Μετά από δύο ώρες αναμονής στην άκρη του δρόμου, ένα ζευγάρι νεαρών Αυστραλών μού πρόσφερε τα λίγα λίτρα βενζίνης που είχαν για την ηλεκτρογεννήτριά τους, την οποία χρησιμοποιούσαν στο κάμπινγκ. Βλέπετε, όλα τα αυτοκίνητα που σταματούσαν να με βοηθήσουν ήταν πετρελαιοκίνητα, όπως και των σωτήρων μου…

Όμως, τα απρόοπτα εκείνης της ημέρας δεν είχαν τελειώσει, όπως εσφαλμένα είχα πιστέψει. Φτάνοντας με τη δύση του ηλίου στην κωμόπολη Karrath, κι αφού ψώνισα το δείπνο μου από ένα σούπερ-μάρκετ, ξεκίνησα προς αναζήτηση στέγης –σύντομα πέρασα το κατώφλι του μοναδικού hostel που υπήρχε στην Karrath.

Ακόμα δεν ξέρω το γιατί, αλλά όταν πρωτο-αντίκρισα την ξινή φάτσα του ξενοδόχου, κάτι δεν μου πήγαινε καλά. Αγνοώντας το ένστικτό μου, του έδωσα το διαβατήριο να συμπληρώσει τα στοιχεία μου. "Είσαι από την Ελλάδα;", τον άκουσα να ρωτά, μ’ έναν συγκαλυμμένο ειρωνικό τόνο στην φωνή του. "Ναι φίλε, είμαι από την Ελλάδα και ταξιδεύω με την μοτοσυκλέτα μου στην Αυστραλία ", του απάντησα ορθά-κοφτά. Κι αμέσως μετά, ήρθε η ερώτηση-καταπέλτης: "Έχεις αρκετά χρήματα για να με πληρώσεις; Σε ρωτάω γιατί άκουσα ότι η χώρα σου χρεοκόπησε και οι Έλληνες δεν έχουν χρήματα ούτε για να ζήσουν."

Ούτε κι εγώ ξέρω πως συγκρατήθηκα εκείνη τη στιγμή και δεν του "έσκασα" το κράνος στην γυαλιστερή καράφλα του. Αυτό που έκανα ήταν να τον στολίσω αμέσως μ’ όσα αυστραλέζικα μπινελίκια ήξερα, να πάρω το διαβατήριο από τα χέρια του και να πάω σ’ ένα διπλανό ξενοδοχείο… Fuck you bastard

Η αλήθεια είναι ότι η "επίθεση" που δέχτηκα από αυτό το φαλακρό κάθαρμα ήταν η μόνη περίπτωση "εθνικής" απαξίωσης και ταπείνωσης που μου έτυχε στην Αυστραλία. Η συντριπτική πλειοψηφία των Αυστραλών έδειχναν κατανόηση για την δύσκολη οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και των κατοίκων της και δεν δίσταζαν να μου εκφράζουν την αμέριστη συμπαράσταση και συμπάθειά τους.

Στην αγκαλιά του Ινδικού Ωκεανού

Ο κόλπος Shark Bay, με τα δεκάδες λιλιπούτια νησιά και την μακρόστενη χερσόνησο, συγκαταλέγεται από το 1991 στον κατάλογο των μνημείων της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της Unesco. Πρόκειται για περιοχή αξεπέραστου φυσικού κάλλους που εντοπίζεται στην δυτικότερη άκρη της Αυστραλίας (πιο δυτικά δεν υπάρχει). Τιρκουάζ νερά, ενδημικά είδη ζώων, σπάνια χλωρίδα και τροπικές παραλίες συνιστούν εδώ έναν μοναδικό προορισμό, που μου ήταν αδύνατον να αγνοήσω.

Έτσι, για δυο μέρες περιπλανήθηκα σε απόμερες παραλίες, κολύμπησα σε κρυστάλλινα νερά και κατασκήνωσα κάτω από φοινικόδεντρα, δίπλα ακριβώς στο κύμα. Ποιες ήταν οι προτεραιότητές μου; Η επίσκεψη στην παραλία Shell Beach, μια παραλία μήκους 120 χιλιομέτρων, η οποία αντί για βότσαλα, ήταν στρωμένη με μικρά πάλλευκα κοχύλια. Η Denham λογίζεται ως η δυτικότερη κωμόπολη της Αυστραλίας –μια φωτογραφία εδώ ήταν επιβεβλημένη. Και φυσικά, δεν θα έχανα με τίποτα τα παιχνιδιάρικα δελφίνια της περιοχής Monkey Mia.

Στην Monkey Mia, τα δελφίνια της θάλασσας είναι αρκετά εξοικειωμένα με την ανθρώπινη παρουσία και κάθε πρωί (στα όρια του "Monkey Mia Dolphin Resort") βγαίνουν στα ρηχά, όπου δέχονται χάδια και τροφή από τους παραβρισκόμενους επισκέπτες (εξυπακούεται ότι υπάρχουν μαζί και ειδικοί εκπαιδευτές). Ήταν ένα πραγματικά ανεπανάληπτο σόου για μικρά και μεγάλα παιδιά…

Τιρκουάζ νερά, ενδημικά είδη ζώων, σπάνια χλωρίδα και τροπικές παραλίες συνιστούν εδώ έναν μοναδικό προορισμό

Αντίθετα, η τελευταία μου στάση πριν την πόλη Perth δεν έγινε σε κάποιο θαλασσινό προορισμό της δυτικής ακτογραμμής, αλλά στην έρημο Pinnacles Desert. Στο Εθνικό Πάρκο "Nambung National Park" (190 χιλιόμετρα βόρεια της Perth) την παράσταση κλέβουν οι αμέτρητοι κιτρινωποί ασβεστολιθικοί βράχοι Pinnacles που "ξεφυτρώνουν" κατακόρυφα από το έδαφος, δημιουργώντας έτσι ένα τοπίο βγαλμένο από ταινία επιστημονικής φαντασίας.

Και μετά από δυο ώρες οδήγησης, έφτασα τελικά στο κέντρο της Perth, όπου αντίκρισα τους μοντέρνους ουρανοξύστες της πόλης να "ξεφυτρώνουν" κι αυτοί κάθετα από την γη της Δυτικής Αυστραλίας. Η μαύρη ΚΤΜ είχε πλέον καταγράψει 11.150 χλμ. από την αρχή του ταξιδιού…

Η οριζόντια διάσχιση της Αυστραλίας

Τι σημαίνει "Nullarbor"; Πώς είναι να οδηγάς στην μεγαλύτερη ευθεία της Αυστραλίας; Γιατί είναι γνωστή η κωμόπολη Kimba; Τι γίνεται όταν ένα κύμα ψύχους από την Ανταρκτική φτάνει στις νότιες ακτές της Αυστραλίας; Ποιός ήταν ο Άγγλος εξερευνητής Edward John Eyre;

Απαντήσεις σε όλα αυτά τα βασανιστικά ερωτήματα έμελλε να βρω οδηγώντας στην συνέχεια του "Australian Tour 2015" από την Perth στην Adelaide (Αδελαΐδα). Διασχίζοντας οριζόντια όλη την Νότια Αυστραλία, θα ταξίδευα για 3.000 χιλιόμετρα πάνω στο Eyre Hwy, τον μοναδικό οδικό άξονα που συνδέει τη Δυτική με την Ανατολική Αυστραλία.

Αυτός όμως δεν ήταν ο πραγματικός λόγος που ανυπομονούσα να εγκαταλείψω την Perth. Παραδόξως, ένιωθα επιτακτική την ανάγκη να αποδράσω και πάλι στους μοναχικούς δρόμους της outback. Μου έλειπε η ελευθερία της ερήμου, το ταξίδι της ματιάς στο βάθος του επίπεδου ορίζοντα, η ενδοσκόπηση και η κουβεντούλα με τον εαυτό μου. Αν και προσπαθούσα πολύ, αδυνατούσα ωστόσο να συμφιλιωθώ με τη νέα αστική πραγματικότητα, αφού η καρδιά μου ζητούσε επίμονα να την ζεστάνω με τα σαγηνευτικά χρώματα και τις παραστάσεις της αυστραλιανής ερήμου. Κόλλημα κι τούτο…

Αυτό πάντως, σε καμία περίπτωση, δεν σήμαινε ότι "σνομπάρισα" την Perth των 1.300.000 κατοίκων. Αντιθέτως, η κομψή πρωτεύουσα της δυτικής Αυστραλίας που βρίσκεται κτισμένη στις όχθες του ποταμού Swan, κοντά στις εκβολές του στον Ινδικό Ωκεανό, με ξενάγησε στον πολιτιστικό πολυχώρο "Perth Cultural Center", στον Swan Bell Tower, στα καταπράσινα όρια του πάρκου King Park, στον καθεδρικό St. Mary, αλλά και σ’ άλλες μικρές γειτονιές της.

Κράνος, γάντια, μίζα, πρώτη ταχύτητα στο κιβώτιο και επιτέλους… αναχώρηση! Η επέλαση προς την ανατολική Αυστραλία ξεκινούσε με οδηγό τον οδικό άξονα Eyre Hwy. Στην πορεία μου για την Αδελαΐδα θα βάδιζα πάνω στα χνάρια του Edward John Eyre, ενός άλλου πρωτοπόρου εξερευνητή της αυστραλιανής ηπείρου, που το 1841 κατάφερε –μετά από πέντε μήνες ταξιδιού– να ενώσει οδικά την Ανατολική με την Δυτική Αυστραλία, ολοκληρώνοντας επιτυχώς ένα ριψοκίνδυνο εγχείρημα 2.800 χιλιομέτρων.

Στα πρώτα 750 χιλιόμετρα της διαδρομής (από την Perth ως την κωμόπολη Noresman) έτυχε να συνταξιδέψω με την Dora, που οδηγούσε μια Yamaha ΜΤ-09 Tracer. Ανταμώσαμε τυχαία σ’ ένα βενζινάδικο στην έξοδο της Perth και συμφωνήσαμε να ενώσουμε τις μοναξιές μας και να ξορκίσουμε την πλήξη της διαδρομής. Αρκετά δυναμική και ενδιαφέρουσα γυναίκα, η 50χρονη Dora αποδείχτηκε μια πολύ καλή παρέα και ειλικρινά το διασκεδάσαμε πολύ.

Πάντως, κάθε φορά που σταματούσαμε για βενζίνη, η Dora δεν παρέλειπε να πίνει κάνα δυο ποτηράκια μπύρας μονορούφι –ήταν τα δικά της καύσιμα, όπως έλεγε χαριτολογώντας. Φτάνοντας αργά το απόγευμα στην Noresman αποχαιρέτησα την Dora, η οποία αν και είχε καταναλώσει καθοδόν περί τα 7-8 λίτρα μπύρας, ήταν αρκετά νηφάλια και προσεκτική στην οδήγηση…

Ήταν ένα ραντεβού κυριολεκτικά στα… ψυχρά! Την επομένη, εγκαταλείποντας νωρίς το πρωί την κωμόπολη Noresman, βρέθηκα να συνταξιδεύω (όχι με την Dora αυτή τη φορά) μ’ ένα κύμα ψύχους που ερχόταν από την Ανταρκτική. Όλη εκείνη την ημέρα ο υδράργυρος φλερτάριζε με μονοψήφια νούμερα, ενώ μέχρι το μεσημέρι το θερμόμετρο της μοτοσυκλέτας δεν έλεγε να ξεκολλήσει από τους -4οC. Πώς κατάφερα τελικά να αντέξω; Απλά, με ζέσταιναν οι αναμνήσεις της τροπικής βόρειας Αυστραλίας και οι σκέψεις πως ο μικρός Γιωργάκης και η Όλγα απολάμβαναν τα χάδια του ήλιου σε κάποια παραλία της Ελλάδας…

Balladonia, Caiguna, Cocklebiddy, Madura, Mundrabilla, Eucla, WA-SA Border Village, Nullarbor, Yalata, Nundroo. Μιλάμε για δέκα τοπωνύμια του χάρτη, σκορπισμένα σε μια έκταση 1.300 χλμ. αμέσως μετά την Noserman, που αντιστοιχούσαν στα γνωστά Roadhouses (πρατήριο καυσίμων, εστιατόριο και κάποια δωμάτια για διανυκτέρευση). Δέκα οάσεις ζωής μέσα στο απόλυτο τίποτα της εφιαλτικής περιοχής Nullarbor Plan (nullaarbor σημαίνει στα λατινικά "κανένα δέντρο"). Η συγκεκριμένη περιοχή ονομάστηκε έτσι από τον εξερευνητή Alfred Delisser, αφού σε μεγάλο κομμάτι της, όχι δέντρο δεν υπάρχει, αλλά ούτε …ραδίκι!

Και κάπου ανάμεσα στο απρόσμενο πολικό ψύχος και στο εκνευριστικά επίπεδο τοπίο της Nullarbor Plan, είχα να "ξεπετάξω" και την μεγαλύτερη ασφαλτοστρωμένη ευθεία της αυστραλιανής ηπείρου (146,6 χλμ.). Στη διαδρομή Balladonia – Caiguna τα ρουλεμάν του τιμονιού της μαύρης ΚΤΜ αποκοιμήθηκαν –ευτυχώς, όχι ο οδηγός. Φανταστείτε πάντως τι πανικός επικράτησε στην πρώτη στροφή μετά την τρομολαγνική εμπειρία της απόλυτης αυστραλιανής ευθείας…

Τι άλλο με περίμενε στην Nullarbor Plan; Μα φυσικά τα πανύψηλα βράχια Bunda Cliffs, που συνιστούσαν ένα μοναδικό φυσικό "μπαλκόνι" ύψους 90 μέτρων, απ’ όπου είχα την ευκαιρία να θαυμάσω το συναρπαστικό αντάμωμα της Nullarbor Plan με τον Νότιο Ωκεανό. Καθισμένος για αρκετή ώρα στην άκρη του απόκρημνου γκρεμού, δεν χόρταινα να βλέπω τα αγριεμένα κύματα που έσκαγαν με μανία πάνω στα εντυπωσιακά Bunda Cliffs.

Κι όταν τελικά προσέγγισα την κωμόπολη Kimba (480 χλμ. βορειοανατολικά της Αδελαΐδας), είχα πλέον πραγματοποιήσει την μισή –οριζόντια– διάσχιση της Αυστραλίας (Halfway Across Australia). Ολιγόλεπτη στάση για τις καθιερωμένες αναμνηστικές φωτογραφίες και δρόμο για Αδελαΐδα…

 

Η καλή φίλη Ελένη

Καταπράσινες καλλιεργημένες λοφώδεις εκτάσεις με αμπελώνες και σταροχώραφα ήταν το τελείως διαφοροποιημένο –σε σχέση με την outback– τοπίο που με συνόδευε καθοδόν προς την Αδελαΐδα. Στα τελευταία 50 χιλιόμετρα, οδηγούσα όμως κάτω από το ψυχολογικό βάρος μιας επαπειλούμενης βροχής, η οποία ευτυχώς δεν εκδηλώθηκε τη στιγμή που περνούσα κάτω από τα βαρυφορτωμένα σύννεφα του κατάμαυρου ουρανού.

"Βρε πατριώτη, από την Ελλάδα έρχεσαι;" Ο οδηγός του αυτοκινήτου που σταμάτησε δίπλα μου στα φανάρια, κάπου στα βόρεια προάστια της πόλης, ήταν ο Σταύρος Λεμπέσης. Την προσοχή του είχε τραβήξει αρχικά η ελληνική σημαία στο κράνος και –κατά δεύτερο λόγο– η πινακίδα κυκλοφορίας της ΚΤΜ.

"Ακολούθησέ με, πάμε στο σπίτι μου για καφέ να μου πεις να νέα σου", ήταν η πρόσκληση του Σταύρου, την οποία φυσικά και αποδέχτηκα αμέσως. Έτσι, για τρεις ώρες, ο συμπαθής ομογενής (με καταγωγή από την Λακωνία) βρισκόταν κυριολεκτικά κρεμασμένος από τα χείλη μου, ακούγοντας τις ταξιδιωτικές εμπειρίες μου στην Αυστραλία. Ωστόσο, η κουβέντα μας μοιραία στράφηκε και στην σύγχρονη πολιτικο-οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, η οποία έχει δυστυχώς πληγώσει βαθιά την εθνική περηφάνια, όχι μόνο του Σταύρου, αλλά όλων των ομογενών μας στην Αυστραλία. Ήταν κάτι που έμελλε να το (ξανά) διαπιστώσω τις επόμενες μέρες στην Μελβούρνη, στην επαφή μου με την ελληνική παροικία της πόλης.

Την ελληνική Αδελαΐδα την γνώρισα μέσα από τις αφηγήσεις της καλής φίλης Ελένης Βάσσου, που περίμενε με ανυπομονησία την άφιξή μου στην πόλη της. Γεννημένη και μεγαλωμένη στην Αδελαΐδα (αλλά με πολλά "χιλιόμετρα" στην διαδρομή Αυστραλία–Ελλάδα), η Ελένη αποδείχτηκε ένα ανοιχτό βιβλίο Ιστορίας του τοπικού ελληνισμού, που ρούφηξα αχόρταγα την κάθε σελίδα του.

Αντίθετα, την τέλεια ρυμοτομημένη Αδελαΐδα των 1.200.000 κατοίκων, που απλώνεται εκατέρωθεν του ποταμού Torrens και χαρακτηρίζεται από μια λειτουργική όσο και υποδειγματική πολεοδομική σχεδίαση, την γνώρισα περπατώντας για δυο μέρες στους δρόμους και στα εκτεταμένα πάρκα της πόλης.

 Και μετά την Αδελαΐδα, σειρά είχε να με υποδεχτεί η Μελβούρνη, η "Μέκκα" της αυστραλιανής μόδας, της τέχνης και των σπορ. Για την μετάβασή μου στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Αυστραλίας (760 χλμ. νοτιοανατολικά της Αδελαΐδας) επέλεξα φυσικά την περίφημη διαδρομή Great Ocean Road (G.O.R), που οι φήμες την θέλουν ως την θεαματικότερη παράκτια διαδρομή της Αυστραλίας.

Πριν όμως η ΚΤΜ ξεκινήσει να ρολάρει πάνω στον G.O.R, προηγήθηκε μια μικρή στάση στην πόλη Gambier, όπου επισκέφθηκα την φημισμένη λίμνη Blue Lake. Πρόκειται ένα ανενεργό ηφαίστειο 4.000 ετών, του οποίου ο κρατήρας έχει μετατραπεί σε λίμνη με περίμετρο περίπου 5 χιλιόμετρα και μέγιστο βάθος 70 μέτρα. Πρωτότυπο, όσο και υπέροχο αξιοθέατο…

Ελληνική αγκαλιά

Ο Great Ocean Road είναι μια αρκετά εντυπωσιακή διαδρομή 250 χιλιομέτρων που ακροβατεί μεταξύ βουνού και θάλασσας και αντιπροσωπεύει για τους Αυστραλούς μια ρομαντική απόδραση στη φύση. Για την ιστορία, ο "Δρόμος του Μεγάλου Ωκεανού" κατασκευάστηκε μέσα σε 14 χρόνια (1918-1932) με την εργασία 3.000 στρατιωτών. Εμπνευστής αυτού του κατασκευαστικού άθλου (που λειτούργησε παράλληλα και ως τρόπος επαγγελματικής αποκατάστασης των στρατιωτών που είχαν επιστρέψει από τα πεδία των μαχών του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου) υπήρξε ο επιχειρηματίας και δήμαρχος της κωμόπολης Geelong, Alderman Howard Hitchcock.

Μικρά ψαροχώρια, κοσμοπολίτικα τουριστικά θέρετρα (Apollon Bay, Torquay, Lorne, Anglesea), δαντελωτές ακτογραμμές, απάνεμοι κόλποι, απόκρημνες παραλίες, θαλάσσιοι βράχοι-σχηματισμοί (Twelve Apostles, London Arch, Loch Ard) κι ο καταπράσινος "μανδύας" της οροσειράς Otway Ranges που κατρακυλούσε μέχρι τη θάλασσα, φρόντισαν να "ντύσουν" με εκθαμβωτικές εικόνες, σχήματα και χρώματα την πορεία μου πάνω στον ωκεάνιο δρόμο.

Χαρακτηριστικό σύμβολο του G.O.R. είναι αναμφίβολα οι θαλάσσιοι βράχοι "Twelve Apostles", που δημιουργήθηκαν σταδιακά πριν από 20 εκατομμύρια χρόνια, όταν τα στοιχεία της φύσης λειτούργησαν εδώ ως επιδέξιοι γλύπτες. Το θέαμα των μοναχικών γρανιτένιων βράχων–πύργων που υψώνονταν άτακτα σκορπισμένοι μέσα στη θάλασσα –αρκετά κοντά στην παραλία– ήταν αν μη τι άλλο συναρπαστικό και μ’ ενθουσίασε αφάνταστα. Παρόλο που έχουν απομείνει μόνο 7 βράχοι (αρχικά ήταν 12, εξ’ ου και η ονομασία), οι "Twelve Apostles" είναι το δεύτερο πιο γνωστό και πολυφωτογραφημένο μνημείο της αυστραλιανής φύσης, μετά το Ayers Rock…

Κάτω από άστατες καιρικές συνθήκες (ο ήλιος και η βροχή εναλλάσσονταν συνεχώς), ευτύχησα τελικά να βάλω ρόδα στην Μελβούρνη, την "μούσα" του κόλπου Port Phillip Bay. Με το ταξίδι να έχει μπει στην τελική ευθεία, η υποδοχή που μου επιφύλαξαν εδώ τα μέλη του Παναρκαδικού Συλλόγου "Κολοκοτρώνης" ήταν ιδιαίτερη θερμή και συγκινητική. Πρωτοστατούντος του προέδρου κ. Δημήτρη Αλεξόπουλου, οι Αρκάδες της Μελβούρνης με τίμησαν για το αξιέπαινο εγχείρημά μου να μεταφέρω την ελληνική σημαία σε όλη την Αυστραλία με την μοτοσυκλέτα μου.

Με δεδομένο ότι η Μελβούρνη είναι η πολυπληθέστερη πόλη σε ελληνικό πληθυσμό της Αυστραλίας (φιλοξενεί περίπου 350.000 Έλληνες), το ενδιαφέρον και η κινητοποίηση της τοπικής ομογένειας ήταν μεγάλη. Μεταξύ άλλων, παραχώρησα μια συνέντευξη στο ελληνικό ραδιόφωνο της Μελβούρνης με την κα. Φραγκιουδάκη, η ελληνική εφημερίδα "Νέος Κόσμος" μου αφιέρωσε ένα εκτεταμένο δημοσίευμα, ενώ ευπρόσδεκτη ήταν και η πρόσκληση από την Πρόξενο του Ελληνικού Προξενείου της Μελβούρνης κα. Χρ. Σημαντηράκη, για δείπνο σ’ εστιατόριο της ελληνικής συνοικία Oakleigh.

Πρωταρχικό θέμα συζήτησης με τους ομογενείς της Μελβούρνης αποτελούσε φυσικά η κατάσταση στην Ελλάδα. Όλοι τους ήταν αρκετά πικραμένοι και στενοχωρημένοι με τη δυσμενή οικονομική και κοινωνική κατάσταση στην οποία βρισκόταν η πατρίδα τα τελευταία χρόνια. Πολλοί, μάλιστα, μου εκμυστηρεύτηκαν ότι: "…κάποτε στην Αυστραλία διατρανώναμε με περηφάνια πως ήμασταν Έλληνες, απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Λεωνίδα. Τώρα, σε πολλές περιπτώσεις, εισπράττουμε τον χλευασμό και την απαξίωση από άλλες εθνότητες της τοπικής πολυπολιτισμικής κοινωνίας… Πώς τα βλέπεις εσύ Κώστα τα πράγματα στην Ελλάδα; Θα φτιάξει σύντομα η κατάσταση; Σε περίπτωση πάντως που η κατηφόρα στην Ελλάδα συνεχιστεί, σε περιμένουμε να επιστρέψεις εδώ με την οικογένειά σου. Από μας θα έχεις αμέριστη βοήθεια για να κάνεις ένα νέο ξεκίνημα στη ζωή σου…". Μετά από τούτες τις ειλικρινείς κουβέντες και τις αυθόρμητες παραινέσεις των ομογενών, πώς να μην βουρκώσεις και να μην αισθανθείς περισσότερο Έλληνας;

Όσον αφορά την απαστράπτουσα πόλη της Μελβούρνης, το γεγονός ότι η πρωτεύουσα της πολιτείας Victoria βρίσκεται μονίμως τα τελευταία χρόνια στις πρώτες θέσεις της λίστας των πόλεων με την υψηλότερη ποιότητα ζωής, τα λέει όλα. Σε μένα τουλάχιστον, η πολυπολιτισμική Μελβούρνη μου αποκάλυψε μια κοσμοπολίτικη μητρόπολη στις όχθες του ποταμού Yarra, που διέθετε την γνώση και τη δύναμη της ψυχαγωγίας, της κουλτούρας και του καλού γούστου…

Έγκλημα γενοκτονίας

Εκείνο το συννεφιασμένο πρωινό, καθώς η παγωμένη πνοή του ανέμου με "έσπρωχνε" από την Μελβούρνη προς το Σύδνεϋ, οδηγούσα ήρεμα και χαλαρά την μαύρη KTM πάνω στο ασφάλτινο χαλί των 870 χιλιομέτρων του οδικού άξονα Hume Hwy. Κάπου ανάμεσα στις δυο μεγαλύτερες πόλεις της Αυστραλίας, παρεμβαλλόταν ο τελευταίος σταθμός του "Australian Tour 2015", η πρωτεύουσα της χώρας, Καμπέρα.

Αν και μια γαλήνια νηνεμία επικρατούσε στην απύθμενη θάλασσα του ψυχισμού μου, στο νου μου, αντίθετα, στριφογύριζαν τα λόγια ενός ιθαγενή, με τον οποίο έτυχε να συνομιλήσω τις προηγούμενες μέρες σ’ ένα "Aboriginal Culture Centre" της Μελβούρνης: "…η άφιξη των λευκών αποίκων στην Αυστραλία τον 18ο αιώνα σηματοδότησε την απαρχή μιας ανελέητης καταδίωξης και εξόντωσης των προγόνων μου, των νόμιμων ιδιοκτητών και κληρονόμων αυτής της γης. Σήμερα, όσοι έχουμε απομείνει (περί τους 90.000) προσπαθούμε να δηλώσουμε με κάθε τρόπο την ύπαρξή μας και να διεκδικήσουμε τον τόπο μας που καταπατήθηκαν και λεηλατήθηκαν κατά το παρελθόν… Και μπορεί σαν Αυστραλοί πολίτες που είμαστε να απολαμβάνουμε –τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο– τα ίδια δικαιώματα και προνόμια με τους λευκούς, όμως, η αποδοχή και η ενσωμάτωσή μας στον κοινωνικό ιστό της χώρας είναι σχεδόν ανύπαρκτη… Τα διάφορα επιδόματα που μας δίνει η αυστραλιανή κυβέρνηση είναι απλά μια καλή δικαιολογία για να μας έχουν έξω από το "παιχνίδι". Βρισκόμαστε δυστυχώς στο περιθώριο της τοπικής οικονομικής-κοινωνικής ζωής, με την φτώχεια, την ανεργία, τις ψυχικές ασθένειες και τον υποσιτισμό να πλήττει την συντριπτική πλειοψηφία των Αβορίγινων".

Κι ως τραγική επιβεβαίωση στα λεγόμενά του, μοιραία ήρθαν στο μυαλό μου εκείνη την στιγμή οι σοκαριστικές εικόνες των ιθαγενών, που τριγυρνούσαν τρεκλίζοντας και ουρλιάζοντας στους δρόμους των περισσοτέρων κωμοπόλεων της κεντρικής και δυτικής Αυστραλίας, παραδομένοι στην αυτοκαταστροφική εξάρτηση του αλκοόλ και των ναρκωτικών. Δυστυχώς…

Πριν αποβιβαστώ στο μεγάλο νησί του Νότου, είχα φροντίσει να πλουτίσω τις γνώσεις μου για τους Αβορίγινες. Σύμφωνα λοιπόν με ορισμένες θεωρίες ειδικών επιστημόνων, οι ιθαγενείς της Αυστραλίας ανήκουν σε μια εθνολογική ομάδα με ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά αντίστοιχα κάποιων πρωτόγονων λαών της Ασίας που κατοικούσαν στη νησιωτική (νοτιοανατολική) άκρη της κίτρινης ηπείρου. Πριν από περίπου 20.000 χρόνια σημειώθηκε μια μεγάλη μεταναστευτική κίνηση, στη διάρκεια της οποίας χιλιάδες ιθαγενείς πέρασαν με σχεδίες από τα νησιά της Ινδονησίας στην Αυστραλία, όπου διασκορπίστηκαν και εγκαταστάθηκαν σε διάφορα μέρη του νησιού, δημιουργώντας φυλετικές ομάδες. Οι Αβορίγινες, αν και αγνοούσαν την γεωργία, γνώριζαν τη χρήση λίθινων και ξύλινων εργαλείων, κυνηγούσαν σε πολυάριθμες ομάδες και ζούσαν σε πλήρη αρμονία με τη φύση.

Η αρχή του τέλους της μακραίωνης παρουσίας των ειρηνικών γηγενών της αυστραλιανής γης σημειώθηκε με την άφιξη των πρώτων λευκών στην Αυστραλία. Μέσα σε περίπου 150 χρόνια, οι Αγγλοσάξονες διετέλεσαν ένα τρομερό έγκλημα γενοκτονίας: από τους 400.000 ιθαγενείς που υπολογίζεται ότι υπήρχαν στο νησί πριν την έλευση των λευκών αποίκων, μόνο 30.000 απέμειναν στις αρχές του 20ου αιώνα! Αλλά το πιο εξοργιστικό ήταν ότι η ανελέητη εξόντωση των Αβορίγινων της Αυστραλίας επιτελέστηκε με τη σιωπηρή συναίνεση και την υποκριτική στάση των τοπικών αρχών, όπως συνέβη άλλωστε και στην περίπτωση της γενοκτονίας των Ινδιάνων στις Η.Π.Α.

Τόπος Συνάντησης

Το ραντεβού με τους εκπροσώπους της ελληνικής κοινότητας της Καμπέρα και της ελληνικής Πρεσβείας είχε οριστεί στον ελληνορθόδοξο ναό του Αγίου Νικολάου, στην περιοχή του πάρκου Telopea Park. Για την πορεία της τοπικής ομογένειας (αριθμεί περίπου 8.000 άτομα) με ενημέρωσε διεξοδικά ο αντιπρόεδρος της κοινότητας κ. Πωλ Λεβαντής, που με ιδιαίτερη περηφάνια με ξενάγησε κατόπιν και στις εγκαταστάσεις του "Hellenic Club", που είναι το καμάρι των Ελλήνων της Καμπέρα.

Για πολλούς, η Καμπέρα παρουσιάζει την εικόνα μιας τεχνητής, "αποστειρωμένης" πόλης, με πάμπολλες διοικητικές υπηρεσίες και πρεσβείες και ελάχιστα σημεία τουριστικού ενδιαφέροντος. Ίσως να μην έχουν κι άδικο, αφού η τοποθεσία της Καμπέρα επιλέχθηκε το 1908 σαν συμβιβασμός ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, του Σύδνεϋ και της Μελβούρνης, που διεκδικούσαν αμφότερες τον τίτλο της αυστραλιανής πρωτεύουσας. Επειδή καμία από τις δυο πόλεις δεν υποχωρούσε προς χάριν της άλλης, επικράτησε τελικά η σολομώντεια λύση της Καμπέρα - στη γλώσσα των Αβορίγινων "καμπέρα" σημαίνει "τόπος συνάντησης".

Προορισμένη λοιπόν για πρωτεύουσα της Αυστραλίας και έδρα της αυστραλιανής κυβέρνησης, η κατασκευή της νέας πόλης ξεκίνησε το 1913 στους πρόποδες των Αυστραλιανών Άλπεων. Μέχρι και πριν τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, η Καμπέρα παρέμεινε ωστόσο ένα μικρό κέντρο, μια περισσότερο αγροτική παρά αστική πόλη, τόσο στο μέγεθος, όσο και στον χαρακτήρα. Η Καμπέρα σήμερα είναι μια ιδιαίτερη πόλη-πρωτεύουσα με καθορισμένα αξιοθέατα, όπως το παλαιό Κοινοβούλιο, το μνημείο "Australian Memorial War", τη Νέα Βουλή και τη Εθνική Βιβλιοθήκη, τα οποία και φρόντισα να επισκεφτώ…

Από την Αυστραλία στην Νέα Ζηλανδία

Για 39 ολόκληρες ημέρες, τα αδιάβροχα δεν είχαν βγει από τις βαλίτσες της ΚΤΜ. Για 39 μέρες ξεγλιστρούσα με επιδέξιες κινήσεις από τις υγρές παγίδες που μου έστηναν καθοδόν τα γκρίζα σύννεφα του ουρανού. Όταν όμως την τελευταία ημέρα του ταξιδιού αναγκάστηκα να φορέσω τα αδιάβροχα (και μάλιστα για μόνο 80 χλμ.) δεν ήξερα αν μπορούσα να το θεωρώ αυτό τύχη ή ατυχία! "Βρε Κώστα, άλλοι πάνε καλοκαιρινές διακοπές στην Ευρώπη με τη μοτοσυκλέτα και μουλιάζουν στην βροχή. Κι εσύ, για μια μέρα βροχής γκρινιάζεις; Έλα τώρα, μην είσαι και αχάριστος. Χειμώνας είναι, να μην βρέξει;".

Με ανάμεικτα συναισθήματα αποχαιρέτησα εντέλει την Καμπέρα και ξεκίνησα να οδηγώ κάτω από το βάρος μιας εκνευριστικής βροχής, που δεν είχε σταματήσει να πέφτει όλο το βράδυ. Κυριακή πρωί, ελάχιστη κίνηση στον Hume Hwy, χαλαρή διάθεση, υγρά δάκτυλα, θολή ζελατίνα, μόνο 260 χιλιόμετρα μέχρι το Σύδνεϋ. Φαινόταν αρκετά παράξενο, όσο και αστείο, αλλά το κουβάρι των χιλιομέτρων τελείωνε κι εγώ δεν είχα ακόμα συνειδητοποιήσει πως ήταν η τελευταία μου μέρα καθοδόν. Όταν όμως η αυστραλιανή πρωτεύουσα έπαψε να υπάρχει στο χάρτη της διαδρομής και η απόσταση που με χώριζε από το κοσμοπολίτικο Σύδνεϋ μειώθηκε πλέον σε διψήφια νούμερα, μόνο τότε άρχισα να αντιλαμβάνομαι πως "ρουφούσα" τα τελευταία χιλιόμετρα του ταξιδιού μου στους μακρινούς αντίποδες.

Το κατάλαβα φυσικά κι εμπράκτως το ίδιο μεσημέρι, όταν πάτησα φρένο μπροστά στο "Pan–Arcadian House" του Σύδνεϋ. Εκεί, συγγενείς, φίλοι και ενθουσιασμένοι Αρκάδες, γιορτάσαμε όλοι μαζί την θριαμβευτική ολοκλήρωση του οδοιπορικού μου στην αυστραλιανή ήπειρο. Μετά από 40 αξέχαστες μέρες ταξιδιού και καταγεγραμμένα 18.150 χιλιόμετρα στο κοντέρ της μοτοσυκλέτας, το "Australian Tour 2015" αποτελούσε πλέον μια ακόμα σελίδα στο πολυσέλιδο ταξιδιωτικό μου ημερολόγιο.

Όμως, με την άφιξή μου στο Σύδνεϋ, δυο δρόμοι ανοίγονταν πλέον μπροστά μου: η επιστροφή στα πάτρια ή η αποδοχή μιας ακόμη ταξιδιωτικής πρόκλησης. Για όλους τους συγγενείς και τους φίλους, αποτέλεσε μεγάλη έκπληξη το γεγονός ότι προτίμησα τη δεύτερη επιλογή, την οποία, μάλιστα είχα προσχεδιάσει πριν την άφιξή μου στην Αυστραλία –προτίμησα, ωστόσο, να τους την ανακοινώσω την τελευταία στιγμή, για να αποφύγω την (καλοπροαίρετη) μουρμούρα τους…

του Κωνσταντίνου Μητσάκη  φωτό: του ιδίου

Ετικέτες

Australian tour (Μέρος Α')

Στο μεγάλο νησί του Νότου
Από τον

Κωνσταντίνο Μητσάκη

11/8/2017

Κόκκινη άμμος, επίπεδη απεραντοσύνη, καθάριος ουρανός, ατίθασα ωκεάνια νερά, ατέρμονες ευθείες, ερημική βλάστηση, το σκηνικό του τόπου. Ανεμπόδιστη ματιά, εκκωφαντική σιωπή και δυσβάστακτη μοναξιά, το σενάριο του δρόμου. Είναι κάποια μέρη στον κόσμο που μοιάζουν να φτιάχτηκαν αποκλειστικά για τους μοναχικούς οδικούς ταξιδιώτες –σκληρά, αφιλόξενα, μακρινά. Η Αυστραλία, η μικρότερη ήπειρος του κόσμου, είναι ένα από αυτά…

Γιατί όμως εσύ, ο μοναχικός μοτοσυκλετιστής ταξιδιώτης, πρέπει να πας εκεί; Μήπως επειδή σε έλκει το ταξίδι της ματιάς στο βάθος του επίπεδου ορίζοντα; Νιώθεις επιτακτική την ανάγκη της ενδοσκόπησης και της καθημερινής συνομιλίας με τον εαυτό σου; Απεχθάνεσαι τον κοσμοπολιτισμό και λατρεύεις τις σαγηνευτικές προκλήσεις μιας ανόθευτης φύσης; Ή γιατί θέλεις να γευτείς το αίσθημα της απόλυτης ελευθερίας πάνω σε δυο τροχούς;

Γιατί πρέπει τελικά να πας στην Αυστραλία; Για όλα τα παραπάνω φυσικά, αλλά και για πολλά ακόμα… Στο μακρινό νησί του Νότου θα κεράσεις την ψυχή σου με τα πιο αιματοβαμμένα ηλιοβασιλέματα. Θα νιώσεις τον άνεμο της ερήμου (Outback) να παίρνει μακριά τις περιττές σκέψεις και έγνοιες του μυαλού σου. Θα ταξιδέψεις πάνω στα ίχνη πρωτοπόρων εξερευνητών, θα γνωρίσεις ένα ιδιόρρυθμο όσο και μοναδικό οικοσύστημα και θα αφουγκραστείς με σπαραγμό καρδιάς τις υπαρξιακές ανησυχίες και τα ανεκπλήρωτα όνειρα των ιθαγενών Αβοριγίνων.

Από ένα δίτροχο ταξίδι γνωριμίας και στοχασμού στην κατακόκκινη Αυστραλία των καγκουρό, σίγουρα θα θελήσεις να κρατήσεις δικό σου για πάντα ένα μικρό κομμάτι της… Εγώ, αντίθετα, από τον τόπο όπου γεννήθηκα πριν πενήντα χρόνια και πέρασα τα ξένοιαστα παιδικά μου χρόνια, έχω φυλαγμένο βαθιά στα εσώψυχά μου ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που κάθε δέκα χρόνια επιστρέφω στο μεγάλο νησί του Νότου και το εξερευνώ με μια μοτοσυκλέτα. Το έχω υποσχεθεί στον εαυτό μου και προσπαθώ –παρά τις όποιες δυσκολίες και τα απρόβλεπτα της ζωής– να το τηρώ ευλαβικά. Και τώρα βρισκόμουν για τρίτη φορά στους αντίποδες της γης, κρατώντας το τιμόνι μιας μοτοσυκλέτας….

Ένας Αρκάς στην Αυστραλία

Διασχίζοντας εκείνο το ηλιόλουστο απόγευμα με την μαύρη ΚΤΜ 1050 Adventure την εμβληματική γέφυρα Harbour Bridge του Sydney, το οδοιπορικό "Australian Tour 2015" ξεκινούσε με αφετηρία την κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα της πολιτείας New South Wales (Ν.S.W).

Τι εστί όμως "Australian Tour 2015" στην πράξη; Η κόκκινη γραμμή του χάρτη περιλάμβανε οδικό πέρασμα μέσα από έξι πολιτείες (New South Wales, Queensland, Northern Territory, Western Australia, South Australia, Victoria) και γνωριμία με έξι μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας (Darwin, Alice Springs, Perth, Adelaide, Melbourne, Canberra). Αναμφισβήτητος πρωταγωνιστής θα αποτελούσε το ερημικό οικοσύστημα της Outback (η επίπεδη αυστραλιανή ενδοχώρα), ενώ στην διάρκεια του ταξιδιού θα έπρεπε να λάβω σοβαρά υπ’ όψιν τις καιρικές συνθήκες του νοτίου ημισφαιρίου (χειμώνας), την οδήγηση σύμφωνα με τα βρετανικά οδικά πρότυπα (οδηγούν ανάποδα), τις τεράστιες αποστάσεις ανάμεσα στα αστικά κέντρα (καταραμένη μοναξιά) και την αυστηρή αστυνόμευση του οδικού δικτύου, κυρίως στις ανατολικές και νοτιοανατολικές περιοχές της χώρας.

Κι ενώ μια τεράστια λαχτάρα οδηγούσε την ανυπόμονη ψυχή μου στα μονοπάτια αυτού του νέου ταξιδιού στην Αυστραλία, ο λογισμός μου έτρεχε πίσω, στις επτά μέρες που έμεινα στο Sydney, περιμένοντας την άφιξη και τον εκτελωνισμό της μοτοσυκλέτας, η οποία ήρθε ατμοπλοϊκώς από την Ελλάδα μετά από 45 θαλασσοδαρμένες μέρες.

Τι να πρωτοθυμηθώ! Βίωσα συγκινησιακά φορτισμένες στιγμές όταν "χάθηκα" στις αγκαλιές και στα φιλιά των αγαπημένων μου συγγενικών προσώπων - θείοι, ξαδέλφια, κουμπάροι, ανήψια, αλλά και πολλοί γνωστοί. Ανταλλαγές δώρων, απανωτά τραπεζώματα, γέλια, αναμνήσεις και ατελείωτες συζητήσεις γύρω από τα τεκταινόμενα στην μητέρα Ελλάδα (για το επερχόμενο μνημόνιο Νο 3 και το αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα).

Τι άλλο έκανα; Δεν παρέλειψα να περπατήσω για πολλοστή φορά στους δρόμους του κοσμοπολίτικου Sydney, του πολυπληθέστερου αστικού κέντρου της Αυστραλίας. Με καταλύτη το υδάτινο στοιχείο του ωκεανού, η πόλη που με μεγάλωσε είναι μια πανέμορφη μητρόπολη που αντανακλά την κυρίαρχη αγγλοσαξωνική κουλτούρα της χώρας και διαθέτει σύγχρονη αισθητική, υψηλή ποιότητα ζωής και μοναδικά τουριστικά αξιοθέατα (Harbour Bridge, Opera House, Darling Harbour).

Το γεγονός πάντως που έμελλε να χαραχτεί ανεξίτηλα στην μνήμη μου ήταν η υποδοχή και η στήριξη (ηθική και υλική) που γνώρισα από τον Παναρκαδικό Σύλλογο Νέας Νότιας Ουαλίας (Panarcadian Association of N.S.W) – καθότι Αρκάς κι εγώ… Ένα ανυπέρβλητο συναίσθημα χαράς πλημμύρισε κάθε κύτταρο του κορμιού μου όταν βρέθηκα ανάμεσα σε Έλληνες μετανάστες πρώτης και δεύτερης γενιάς που ακόμα διατηρούν έντονη την ελληνική συνείδηση και την πολιτισμική τους ταυτότητα.

Μόνο στο Sydney υπάρχουν περίπου 200.000 Έλληνες, σε σύνολο 750.000 που βρίσκονται σκορπισμένοι σ’ όλη την Αυστραλία. Πρόκειται για τους περήφανους ακρίτες και θεματοφύλακες του απόδημου ελληνισμού, που βρέθηκαν στους μακρινούς αντίποδες της γης ορμώμενοι από το σύνδρομο του Οδυσσέα. Όπως άλλωστε και ο πατέρας μου!

Προς μεγάλη μου έκπληξη, το διοικητικό συμβούλιο του Παναρκαδικού Συλλόγου (Κώστας Αργυρόπουλος, Στέλιος Θεοδωρέλος, Φίλιππος Κοΐνης, Κώστας Κούρτης), με επικεφαλή τον πρόεδρο Παναγιώτη Σουλελέ, οργάνωσαν μια μικρή συγκινητική τελετή αναχώρησης μπροστά από τα γραφεία του συλλόγου (Pan-Arcadian House), στο προάστιο Randwick. Έτσι, με τις θερμές ευχές των Ελλήνων Αρκάδων, ξεκίνησε η δίτροχη αυστραλιανή περιπέτεια "Australian Tour 2015". Είχα να διατρέξω περίπου 18.000 χιλιόμετρα στο κορμί της Αυστραλίας και ο χρόνος είχε αρχίσει πλέον να μετρά αντίστροφα…

 

Οι Τρεις Αδελφές

Δυο μέρες αφότου αποχαιρέτησα το Sydney έφτασα στην πόλη Broken Hill (1.130 χλμ. μακριά από το Sydney), κοντά στα νοτιοδυτικά σύνορα της πολιτείας N.S.W. Έχοντας αφήσει πίσω μου την οροσειρά Blue Mountains, με τους αμέτρητους κατάφυτους λόφους, τις μικρές εύφορες κοιλάδες και τις πανομοιότυπες κωμοπόλεις, η περίοδος προσαρμογής στους δρόμους της Αυστραλίας ολοκληρώθηκε δίχως ιδιαίτερα προβλήματα.

Η πιο δυνατή στιγμή της διαδρομής ήταν αναμφίβολα η στάση στην πόλη Katoomba (95 χιλιόμετρα δυτικά του Sydney), για να θαυμάσω τo βραχώδη μνημείο "Three Sisters". Πρόκειται για ένα σχηματισμό τριών βράχων από ψαμμίτη που υψώνονταν θεαματικά πάνω από την κοιλάδα Jamison. Σύμφωνα μ’ έναν τοπικό μύθο των Αβοριγίνων, οι βράχοι "Three Sisters" ήταν τρεις αδελφές (Meehni, Wimlah και Gunnedoo) της τοπικής φυλής Katoomba, που ζούσαν κάποτε στην παρακείμενη κοιλάδα.

Λίγο πριν περάσω τα σύνορα της Ν.S.W και βρεθώ στα γεωγραφικά όρια της πολιτείας South Australia, έγινε η πρώτη επαφή μου με τους τοπικούς άρχοντες του νόμου. Έχοντας περάσει κατά πέντε ολόκληρα χιλιόμετρα το όριο ταχύτητας (115 χλμ/ώρα αντί 110), θεωρήθηκα ένας στυγνός εγκληματίας και ακινητοποιήθηκα στην άκρη του δρόμου από τους άνδρες ενός περιπολικού, οι οποίοι, μόλις διαπίστωσαν το έγκλημα που είχα διατελέσει, έσπευσαν να με καταδιώξουν. Ευτυχώς, η δικαιολογία του νέο-αφιχθέντος στην χώρα τους "Overseas Traveler" που επικαλέστηκα και το περίλυπο –σχεδόν ικετευτικό– ύφος μου (το πρόστιμο για την παράβαση του ορίου ταχύτητας ξεκινά από τα 600 δολάρια Αυστραλίας), τους καλμάρισε και απομάκρυνε το ενδεχόμενο μιας οδυνηρής κλήσης. Μετά τις σχετικές νουθεσίες και τα λεκτικά "μαστιγώματα" που δέχτηκα, συνέχισα τον δρόμο μου σε ρυθμούς χελώνας και με την ψυχολογία στα τάρταρα…

Σχετικά με την αυστηρή αστυνόμευση των δρόμων και την αδιαλλαξία των Αρχών απέναντι στις όποιες παραβατικές συμπεριφορές των Αυστραλών οδηγών, είχε φροντίσει να με ενημερώσει (και να με προειδοποιήσει φυσικά) ο Ελληνο-Αυστραλός δημοσιογράφος και φίλος Δημήτρης Καμετόπουλος. Μόνιμος κάτοικος Sydney και κάτοχος μιας Suzuki GSX-R1000 K8, ο Δημήτρης (όπως και αρκετοί άλλοι συνειδητοποιημένοι ντόπιοι μοτοσυκλετιστές) ήταν αγανακτισμένος με την αυστηρότητα και την παράνοια των νόμων, όσον αφορά την οδήγηση μοτοσυκλέτας στους δρόμους της Αυστραλίας. Πριν ακόμα "βάλω ρόδα" στην Αυστραλία, μέσω της ιστοσελίδας www.trellamotorcycles.blogspot.com.au που διαχειρίζεται ο ίδιος, είχα την ευκαιρία να συλλέξω χρήσιμες οδικές πληροφορίες και να ενημερωθώ για τις δραστηριότητες της πολυπληθέστατης μοτοσυκλετιστικής κοινότητας του Sydney.

Μάλιστα, στα πλαίσια του ταξιδιού μου στην Αυστραλία, ο Δημήτρης (με την ιδιότητα του ραδιοφωνικού παραγωγού-δημοσιογράφου) μου πήρε μια συνέντευξη που μεταδόθηκε ζωντανά από την συχνότητα του Ελληνικού Προγράμματος της Κρατικής Ραδιοφωνίας Αυστραλίας (SBS), μια εβδομάδα πριν την άφιξή μου στο Sydney. Ενώ παράλληλα, μ’ ένα εκτενέστατο ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκε στην ελληνική εφημερίδα "Cosmos" του Sydney, ο αεικίνητος συνάδελφος ενημέρωνε τους ομογενείς για το επικείμενο ταξίδι μου με την μαύρη KTM στο μακρινό νησί της Ωκεανίας.

Μόνο στο Sydney υπάρχουν περίπου 200.000 Έλληνες, σε σύνολο 750.000 που βρίσκονται σκορπισμένοι σ’ όλη την Αυστραλία

 

Καταραμένα capital controls

Είχαν περάσει περίπου δυο βδομάδες από την στιγμή που πάτησα το πόδι μου στην Αυστραλία. Διατρέχοντας την απόσταση των 480 χιλιομέτρων που χώριζαν την πόλη Broken Hill από την Port Augusta (της πολιτείας South Australia), είχα πλέον εγκλιματιστεί στους ρυθμούς της τοπικής καθημερινότητας και όλα φαίνονταν να είναι under control. Μέχρι που εκείνο το αλησμόνητο πρωινό ανακάλυψα έντρομος ότι οι πιστωτικές κάρτες που είχα μαζί δεν δούλευαν, ήταν άχρηστες. Η αιτία; Μα φυσικά, τα περίφημα capital controls των ελληνικών τραπεζών...

Στην αρχή πίστεψα πως επρόκειτο για σενάριο επιστημονικής φαντασίας, σύντομα όμως προσγειώθηκα στην απίστευτη πραγματικότητα. Μια δυσάρεστη, όσο και απρόβλεπτη οικονομική-πολιτική εξέλιξη στην Ελλάδα, είχε ως συνέπεια να ξεμείνω από χρήμα, εδώ, στην άλλη άκρη του κόσμου. Για τις επόμενες τρεις βδομάδες, μέχρι να ξεμπλοκαριστούν οι πιστωτικές κάρτες και να γίνονται ξανά αποδεκτές από το τοπικό τραπεζικό σύστημα (έστω και με μειωμένο πιστωτικό όριο) τα "είδα όλα". Βρέθηκα ξαφνικά με ελάχιστα μετρητά πάνω μου, ενώ δεν είχα καμία αξιόπιστη ενημέρωση (από την Ελλάδα) για το πότε θα άρχιζαν να επαναλειτουργούν οι πιστωτικές κάρτες.

Μπροστά στο ορατό ενδεχόμενο να εγκλωβιστώ επ’ αόριστον στην μέση της Αυστραλίας (μην ξεχνάτε ότι η μοτοσυκλέτα καταναλώνει βενζίνη και ο αναβάτης χρειάζεται τροφή), στράφηκα αναγκαστικά στους συγγενείς μου. Ευτυχώς, η απεγνωσμένη έκκληση για βοήθεια βρήκε αμέσως ανταπόκριση. Έτσι, σε χρόνο dt καταστρώσαμε ένα "Plan B" για να αντιμετωπίσουμε την επερχόμενη χρεωκοπία μου…

Οι συγγενείς μου, όπου είχαν γνωστούς και φίλους πάνω στην ρότα της διαδρομής μου, επικοινώνησαν μαζί τους και ζήτησαν την βοήθειά τους. Έτσι, σύντομα μου στάλθηκε ένα e-mail με ονόματα, διευθύνσεις και τηλέφωνα ανθρώπων στις πόλεις Alice Spring, Darwin, Broome, Perth και Adelaide, όπου μπορούσα να απευθυνθώ για ζεστά, κολλαριστά δολάρια (δανεικά φυσικά). Το μόνο που είχα να κάνω επιστρέφοντας στο Sydney ήταν να αθροίσω τα ποσά που θα είχα δανειστεί και θα τα έδινα στους συγγενείς μου -αυτοί θα φρόντιζαν για τα περαιτέρω.

 

Ζωή κάτω από τη γη

Αποχαιρετώντας την παραθαλάσσια πόλη Port Augusta, έστριψα το τιμόνι της μαύρης ΚΤΜ βόρεια, με κατεύθυνση το εσωτερικό της χώρας –αρχικός προορισμός η υπόσκαφη πόλη Coober Pedy, 530 χλμ. μακριά. Οικοδεσπότης μου ο ευθυτενής οδικός άξονας Stuart Highway που τέμνει την Αυστραλία στην μέση, ενώνοντας τα νότια της χώρας με τον μακρινό βορρά.

Οδοιπορώντας πάνω στο ασφάλτινο ίχνος του Stuart Hwy, θα είχα την ευκαιρία να γνωρίσω ένα διαφορετικό πρόσωπο της αυστραλιανής γης. Εδώ απλώνεται η τεράστια κόκκινη έρημος της αυστραλιανής ενδοχώρας. Μέσα στις επόμενες μέρες θα επισκεπτόμουν τα χαρακτηριστικότερα αστικά κέντρα της Outback (Alice Spring, Tennant Creek, Coober Pedy, Barrow Creek, Katherine, Port Augusta) και θα γνώριζα μερικά από τα πιο θαυμαστά "καπρίτσια" της τοπικής φύσης (Ayers Rock, Kata Tjuta, Devil’s Marbles).

Ο συγκεκριμένος δρόμος (μήκους 2.700 χλμ.) που ξεκινά από την Port Augusta και καταλήγει στην πόλη Darwin, χαράχτηκε πάνω στην πρωτότυπη διαδρομή του πρωτοπόρου Άγγλου εξερευνητή John McDouall Stuart. Ξεκινώντας από την Port Augusta στις 11/2/1861, ο John McDouall Stuart κατάφερε να φτάσει στην περιοχή της σημερινής πόλης Darwin στις 24/7/1862, για να γίνει έτσι ο πρώτος λευκός που διέσχισε επιτυχώς την αυστραλιανή ήπειρο, από το νότο προς το βορρά.

Με αφετηρία λοιπόν την Port Augusta, ξεκίνησα κι εγώ να καταγράφω με την μαύρη ΚΤΜ την επική πορεία του θαρραλέου εξερευνητή. Η παρουσία ενός επίπεδου σεληνιακού τοπίου χαρακτήριζε το μεγαλύτερο μεγάλο μέρος της διαδρομής Port Augusta-Coober Pedy, ενώ η μικρή κωμόπολη Woomera ήταν η μικρή όαση ανεφοδιασμού που τόσο είχα ανάγκη ο δίτροχος ταξιδιώτης του Stuart Hwy.

Η Coober Pedy των 4.000 κατοίκων πήρε το όνομά της από τη λέξη των ιθαγενών Kura-Pit (σημαίνει "λευκός άνθρωπος στην τρύπα") και θεωρείται η παγκόσμια πρωτεύουσα του οπαλίου. Από το 1915 που ανακαλύφθηκαν τυχαία τα πρώτα κοιτάσματα οπαλίου στην περιοχή από τον δεκατετράχρονο Willie Hutchison (το όνομά του έχει δοθεί στον κεντρικό δρόμο της πόλης), πλήθος κόσμου άρχισε να συρρέει εδώ, στο "El Dorado" της Outback, για να συναντήσει το όνειρό του!

Εξαιτίας όμως των ακραίων κλιματολογικών συνθηκών που επικρατούν (μέχρι 50ο C το καλοκαίρι, κάτω του μηδενός τις νύχτες του χειμώνα), οι οπαλορύχοι λάξευσαν στα σπλάχνα της γης σπίτια, αποθήκες, ακόμα και εκκλησίες! Η Coober Pedy αναδείχθηκε σταδιακά σε μια μοναδική υπόγεια πολιτεία, που έχει να επιδείξει σήμερα πάμπολλα υπόγεια ξενοδοχεία, καταστήματα πώλησης οπαλίου, μουσεία οπαλίου, κατακομβικές εκκλησίες, αλλά και τουριστικά ορυχεία.

Ως γνωστόν, όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, Έλληνα θα βρεις από κάτω… Στην περίπτωση πάντως της υπόσκαφης Coober Pedy, τους βρήκα κυριολεκτικά κάτω από την επιφάνεια της γης! Παρόλο που στη δεκαετία του 1960 και του 1970 υπήρχαν εδώ περισσότεροι από 1.500 Έλληνες οπαλορύχοι που έσκαβαν τα σωθικά της άγονης αυστραλιανής γης, η ελληνική κοινότητα του Coober Pedy παραμένει ακόμα δραστήρια με ενεργή παρουσία στην τοπική κοινωνία. Αν κι έχουν παραμείνει στην πόλη περίπου 80-100 ομογενείς, τα μέλη της ελληνικής κοινότητας συνεχίζουν να συναθροίζεται κάθε Πέμπτη στο ιδιόκτητο οίκημα της κοινότητας, που βρίσκεται ακριβώς δίπλα στον ελληνορθόδοξο ναό του Αγίου Νικολάου.

Ο Λευτέρης Ράικος, ο Γιώργος Σίμος, ο Γιώργος Κοτσής και ο Δημήτρης Σουλεΐδης ήταν μερικοί από τους Έλληνες της Coober Pedy που είχα την τύχη να γνωρίσω. Άνθρωποι ζεστοί και φιλικοί, με τουλάχιστον 3-4 δεκαετίες παρουσίας στην πόλη του οπαλίου, άνοιξαν με χαρά την αγκαλιά τους και με ξενάγησαν στην δική τους Coober Pedy μέσα από τα προσωπικά τους βιώματα. Ειλικρινά τους ευγνωμονώ….

Ως γνωστόν, όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, Έλληνα θα βρεις από κάτω…

 

Στην (κόκκινη) καρδιά της Αυστραλίας

Επόμενος προορισμός το πιο διάσημο μνημείο της αυστραλιανής φύσης. Ο μονολιθικός βράχος Uluru–Ayers Rock με περίμενε 730 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Coober Pedy. Με μια μικρή παράκαμψη 240 χιλιομέτρων από την τροχιά του Stuart Hwy, η ΚΤΜ φρενάρισε δυνατά μπροστά στον μεγαλύτερο μονολιθικό βράχο του κόσμου, που δεσπόζει στα όρια του Εθνικού Πάρκου "Uluru–Kata Tjuta National Park".

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η μεγάλη κόκκινη καρδιά της Αυστραλίας είναι ηλικίας 65.000.000 ετών. Έχοντας διάμετρο 9,4 χιλιόμετρα και ύψος 348 μέτρα, ο γρανιτένιος βράχος της Αυστραλίας ξεπροβάλλει κατά τρόπο συναρπαστικό στη μέση του πουθενά και με εντυπωσίασε με τις καφεκόκκινες χρωματικές εναλλαγές του –ειδικά την ώρα του δειλινού, ο βράχος έπαιρνε τις πιο όμορφες αποχρώσεις του. Αυτό πάντως που αντίκριζα εκστασιασμένος αντιπροσώπευε μόλις το 1/3 του συνολικού όγκου του τεράστιου μονόλιθου, αφού τα υπόλοιπα 2/3 βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια της κοκκινωπής γης.

Ευτυχώς που είχα εκ των προτέρων μεριμνήσει να κλείσω (μέσω ιντερνέτ) ένα υποτυπώδες κατάλυμα στον καταυλισμό Yulara, μιας και η πληρότητα εδώ αγγίζει –όλο τον χρόνο– το 100%. Και φυσικά, οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών στα ύψη: για ένα μονό κρεβάτι (dormitory) σε οκτάκλινο δωμάτιο πλήρωσα 40 δολάρια, για την είσοδο στο Εθνικό Πάρκο κατέβαλα 35 δολάρια, η μικρή Coca-Cola κόστιζε 4 δολάρια, πλήρωσα 11 δολάρια για ένα απαράδεκτο πιάτο fish & chips, ενώ αποκορύφωμα της ληστείας ήταν η τιμή των καυσίμων. Στο μοναδικό πρατήριο που υπήρχε εντός του Εθνικού Πάρκου, ένα λίτρο βενζίνης κόστιζε 2,10 δολάρια -στα αστικά κέντρα, η μέση τιμή της βενζίνης ήταν 1,35 δολάρια το λίτρο και στα απομονωμένα roadhouses της Outback άγγιζε τα 1,80.

Τρεις μέρες παρέμεινα στο "Uluru–Kata Tjuta National Park" (το κάμπνιγκ στα όρια του Εθνικού Πάρκου απαγορεύεται αυστηρά). Αν και χειμώνας, οι θερμοκρασίες ήταν ανεκτές για μοτοσυκλέτα (10ο C – 18ο C) και ιδανικές για πεζοπορία. Εδώ είχα πολλά να κάνω. Την πρώτη μέρα, εφοδιασμένος με νερό και πολύ κουράγιο επιχείρησα μια πεντάωρη εξερευνητική πεζοπορία περιμετρικά του μονολιθικού Uluru, ενώ το ίδιο απόγευμα επισκέφθηκα το πολιτιστικό κέντρο των Αβοριγίνων Anangu "Uluru–Kata Tjuta Cultural Centre". Εδώ ενημερώθηκα για την πολιτιστική παράδοση, τη ζωή και τη φιλοσοφία των ιθαγενών Anangu, όπως και για την σημασία που έχει ο κόκκινος ιερός βράχος στις λατρευτικές δοξασίες τους.

Εκτός από τον επιβλητικό μονόλιθο, στα όρια του "Uluru–Kata Tjuta National Park" υπήρχε επίσης μια εντυπωσιακή συνάθροιση μικρότερων βράχων (55 χιλιόμετρα δυτικά του Ayers Rock), τα Olgas. Στην γλώσσα των Αβοριγίνων τα Olgas ονομάζονται Kata Tjuta, που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει "Πολλά Κεφάλια" Πρόκειται για μια περιοχή εξίσου σημαντική και ιερή για τους Αβοριγίνες Anangu (όπως είναι άλλωστε και ο βράχος Uluru), την οποία φυσικά δεν παρέλειψα να επισκεφθώ με την μοτοσυκλέτα –την δεύτερη μέρα της παραμονής μου. Την τρίτη μέρα, μόνο μπύρες και ραστώνη μπροστά στην οθόνη του laptop. Όχι σέλα, όχι χιλιόμετρα…

 

Χωμάτινη περιπέτεια

Το θερμόμετρο της μοτοσυκλέτας έδειχνε μόλις 2ο C όταν αποχαιρετούσα εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό την τεράστια πέτρινη καρδιά της Αυστραλίας. Με νωπή την ανάμνηση του τεράστιου μονολιθικού βράχου, η επιστροφή και πάλι στο Stuart Hwy ήταν επιβεβλημένη, προκειμένου να συνεχίσω το ταξίδι μου. Το κοντέρ της μοτοσυκλέτας είχε πλέον καταγεγραμμένα τα πρώτα 3.500 χιλιόμετρα του "Australian Tour 2015".

Μετά από 240 χιλιόμετρα διαδρομής συνάντησα και πάλι τον οδικό άξονα Stuart Hwy, που ανέλαβε κατόπιν να οδηγήσει την μαύρη ΚΤΜ 1050 και τον σκονισμένο αναβάτη της στον μακρινό βορρά. Με ενδιάμεσους σταθμούς τις πόλεις Alice Springs, Tennant Creek και Katherine, ήθελα μόλις 1.650 χιλιόμετρα για να βάλω ρόδα στην πόλη Darwin.

Οδηγώντας για ακόμα μια μέρα πάνω στον Stuart Hwy, τα χιλιόμετρα στο ταξίδι της αφιλόξενης Outback περνούσαν αργά και βασανιστικά. Οι ασφάλτινες ευθείες που χάνονται στο βάθος του ορίζοντα με τραβούσαν βαθειά μέσα σ’ έναν κόσμο αφόρητης μοναξιάς και απελπιστική απεραντοσύνη, ενώ κατά παράδοξο τρόπο, κάποιες τετριμμένες ταξιδιωτικές συνήθεις είχαν αποκτήσει μια άλλη διάσταση στο μονότονο ταξίδι της αυστραλιανής ενδοχώρας.

Η στάση για μια φωτογραφία, ο ανεφοδιασμός σε βενζίνη, η προσπέραση ενός Road Train (η νταλίκα της Outback που ξεπερνά σε μήκος τα 50 μέτρα), η γουλιά του ζεστού καφέ, η γνωριμία και η συνομιλία με τους άλλους ταξιδιώτες του δρόμου... Όλα τούτα λειτουργούσαν ως μια αναγκαιότητα για να αντέξω στη ψυχολογική πίεση της καταραμένης μοναξιάς. Και τελικά τα κατάφερα… Λίγο πριν πέσω σε βαθειά κατάθλιψη, αντίκρισα με ανακούφιση τα πρώτα σπίτια της πόλης Alice Springs –βρισκόμουν πλέον στα όρια της πολιτείας Northern Territory.

Η πόλη Alice Springs, ένα αναπτυσσόμενο αστικό κέντρο της κεντρικής Αυστραλίας, ιδρύθηκε το 1888 και φιλοξενεί σήμερα περίπου 25.000 κατοίκους. Για την πλειοψηφία των ταξιδιωτών, η Alice Springs αντιπροσωπεύει έναν σταθμό ανασυγκρότησης πριν ή μετά από μια πολυήμερη περιπλάνηση στην αχανή Outback. Αυτό ακριβώς το ρόλο διαδραμάτισε και για μένα η Alice Springs.

Επειδή κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι γνώρισε την Αυστραλία αν δεν περιπλανηθεί και ζήσει για μερικές έστω μέρες στην Outback, θέλησα κι εγώ να βιώσω την απόλυτη περιπέτεια της ερήμου. Έχοντας εφοδιαστεί επαρκώς σε καύσιμα, τρόφιμα και νερό, σχεδίασα και πραγματοποίησα μια εξόρμηση αποκλειστικά σε χώμα, καλύπτοντας μια απόσταση 800 χιλιόμετρα περιμετρικά της Alice Springs.

Με σύμμαχο τις χαμηλές θερμοκρασίες του αυστραλιανού χειμώνα (το καλοκαίρι η θερμοκρασία εδώ ξεπερνά τους 47ο C, καθιστώντας απαγορευτική μια παρόμοια μοτο-εξόμηση), βίωσα την δική μου χωμάτινη περιπέτεια στην καρδιά της Outback. Ξορκίζοντας κάποιες αδιόρατες φοβίες μου, για τρεις μέρες "συνομιλούσα" καθημερινά με την τοπική φύση, διασκέδαζα με τις χωμάτινες δυνατότητες της μαύρης Adventure 1050 και τα βράδια έστηνα την σκηνή μου στην μέση του πουθενά, με μόνη συντροφιά μου τον έναστρο ουρανό της Outback. Ήταν μια πραγματικά ανεπανάληπτη εμπειρία ζωής…

Επιστρέφοντας στην Alice Springs, και πριν συνεχίσω την πορεία μου πάνω στον Stuart Hwy, έπλυνα επειγόντως την μοτοσυκλέτα (που είχε μεταμορφωθεί σε μια κατακόκκινη μάζα με ρόδες) και εγώ μπήκα ολόκληρος στο… πλυντήριο για να ξεβρωμίσω!

 

Ψυχολογικά τραύματα

Κρυφό όνειρο όλων των Αυστραλών οδηγών είναι να οδηγήσουν στην επικράτεια της πολιτείας Northern Territory. Ο λόγος δεν είναι φυσικά το αυξημένο όριο ταχύτητας που έχει θεσπίσει η βόρεια πολιτεία της Αυστραλίας (130 km/h). Το όνειρο έχει όνομα και λέγεται "Open Speed Zone". Σε κάποια επιλεγμένα και σηματοδοτημένα κομμάτια του Stuart Hwy, δεν υπάρχει όριο ταχύτητας και ο κάθε πικραμένος μπορεί να καρφώσει την βελόνα του κοντέρ στο τελευταίο νούμερο του οργάνου… "Open Speed Zone" λοιπόν: μια γερή δόση "πρέζας" για τους στερημένους Αυστραλούς οδηγούς, ένα αδιάφορο μέτρο για μας τους χορτασμένους Ευρωπαίους…

Ο Τροπικός του Αιγόκερου με καρτερούσε λίγα χιλιόμετρα βόρεια της Alice Springs, στην διαδρομή προς την πόλη Tennant Creek –με τη νοητή υπέρβαση του, βρέθηκα από την εύκρατη στη διακεκαυμένη ζώνη. Οι αναμνηστικές φωτογραφίες που τραβήχτηκαν στο συγκεκριμένο γεωγραφικό σημείο είχαν ως κύριο θέμα τη μοτοσυκλέτα και τον αναβάτη της, που πόζαραν όλο καμάρι μπροστά στο σχετικό μνημείο.

Περίπου 80 χιλιόμετρα πριν την Tennant Creek, η επόμενη στάση που πραγματοποίησα αφορούσε την γνωριμία με τον υπέροχο πέτρινο κόσμο των Devil’s Marbles. Μέσα στο ερημικό τοπίο της Outback, αμέτρητοι κόκκινοι γρανιτένιοι ογκόλιθοι σε ακανόνιστους σωρούς απλώνονταν σε μεγάλη έκταση, συνιστώντας ένα εξωπραγματικό θέαμα.

Εδώ συνάντησα και τον σαρανταπεντάχρονο Jerry με το ποδήλατό του, που είχε κατασκηνώνει από το προηγούμενο βράδυ. Με κέρασε καφέ κι εγώ έβαλα την παρέα – "δικυκλιστική" αλληλεγγύη. Δεν ξέρω γιατί, αλλά ο Jerry μου άνοιξε αμέσως την καρδιά του. Ίσως επειδή ο πατέρας του δίδασκε αρχαιοελληνική και ρωμαϊκή Ιστορία στο πανεπιστήμιο του Sydney. Εδώ και δυο χρόνια, ο Jerry ταξίδευε με το ποδήλατό του στην Αυστραλία. Είχε παραιτηθεί από τον αυστραλιανό στρατό (υπηρετούσε ως μόνιμος υπαξιωματικός), αφού δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει το σοκ που υπέστη στο Αφγανιστάν, όταν μπροστά στα μάτια του οι δυο κολλητοί του σκοτώθηκαν από έναν βομβιστή αυτοκτονίας –ο ίδιος γλίτωσε από θαύμα. Παρά την ψυχολογική στήριξη που είχε, ο Jerry προτίμησε να βυθιστεί μέσα στις αναμνήσεις του, παράτησε τελικά τα πάντα και ξεκίνησε να ταξιδεύει με το ποδήλατό για να αναθεωρήσει την ζωή του και να ξεχάσει. Καλή συνέχεια Jerry…

Καθοδόν όμως για την Tennant Creek, δεν ξέρω γιατί, μια μικρή απορία με ταλάνιζε: "Εντάξει Jerry, σε καταλαβαίνω και σέβομαι το πρόβλημα και την προσωπικότητά σου. Όμως, για τα σωματικά και ψυχολογικά τραύματα των άμαχων Αφγανών, που χρόνια τώρα ολόκληρες οικογένειες ξεκληρίζονται από δήθεν λάθη των Συμμαχικών Δυνάμεων, έχει νοιαστεί ποτέ κανείς;"

Στο "Top End" της Αυστραλίας

Ο Νικ Χαλκίτης που καθόταν απέναντί μου και πίναμε τις μπύρες μας, εκτός από αντιπρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας της πόλης Darwin, ήταν επίσης οδηγός αγώνων Sprintcars (το μονοθέσιο όχημα που οδηγεί έχει περίπου 680 ίππους) και λάτρης των δυο τροχών (στο γκαράζ του είχε μια συλλεκτική Ducati 1198 και μια Harley-Davidson Ultra Glide). Ανταποκρινόμενος άμεσα στο τηλεφωνικό μου κάλεσμα, ήρθε να με συναντήσει σε μια παμπ στο κέντρο της πόλης, καθώς ήθελε οπωσδήποτε να με γνωρίσει.

Αυτό που άρεσε υπερβολικά στον Νικ ήταν η ελληνική σημαία που κοσμούσε το κράνος μου –ήθελε κι εκείνος να προβάλλει με τον ίδιο τρόπο (μέσα από τους αγώνες) την εθνική του καταγωγή: "Νικ, όταν με το καλό έρθεις του χρόνου στην Ελλάδα, φέρε μαζί το κράνος σου και θα το κάνουμε έργο τέχνης, ελληνικό…"

Τι άλλο μονοπώλησε την συζήτησή μας, εκτός από το κοινό πάθος για τις ρόδες; Μα φυσικά η παρουσία των Ελλήνων στην Darwin, το μεγαλύτερο αστικό κέντρο της πολιτείας Northern Territory (γνωστή κι ως "Top End"). Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Νικ, οι πρώτοι Έλληνες έφτασαν εδώ στις αρχές του 20ου αιώνα (προερχόμενοι κυρίως από την Κάλυμνο και το Καστελλόριζο), ήταν έμπειροι δύτες-σφουγγαράδες και ασχολήθηκαν αποκλειστικά με την κερδοφόρα –αλλά αρκετά επικίνδυνη– αλιεία των λευκών μαργαριταριών από τα βάθη του ωκεανού.

Σήμερα περίπου 10.000 ομογενείς διαμένουν στην πρωτεύουσα Darwin, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων κατάγεται από την Κάλυμνο. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που η Darwin και η Κάλυμνος είναι αδελφοποιημένες πόλεις, ενώ το άγαλμα μιας Καλύμνιας κόρης που κοσμεί τον κεντρικό πεζόδρομο της Darwin αποτελεί την απόδειξη των στενών σχέσεων που υπάρχουν μεταξύ των δυο εθνοτήτων.

Ό,τι γλίτωσε από τις βόμβες των ιαπωνικών πολεμικών αεροπλάνων το 1942, το αποτελείωσε ο καταστροφικός κυκλώνας Tracy το 1974. Αναφέρομαι φυσικά στην Darwin, μια αναπτυσσόμενη και ευημερούσα πόλη της Βόρειας Αυστραλίας, που απολαμβάνει ένα ζεστό τροπικό κλίμα όλες τις μέρες του χρόνου και ομορφαίνει με υπέροχα ηλιοβασιλέματα τη ζωή των 110.000 κατοίκων της. Εδώ, το πάλλευκο κτίριο του Κοινοβουλίου, η παραθαλάσσια περιοχή Waterfront με τα μοδάτα καφέ και εστιατόρια, το Συνεδριακό Κέντρο και μια φάρμα κροκοδείλων έγιναν ψηφιακές αναμνήσεις στην κάρτα της φωτογραφικής μηχανής μου.

Προορισμός η Δύση

Με την άφιξή μου στην Darwin, η μοτοσυκλέτα είχε καταγράψει 5.950 χιλιόμετρα από την αρχή του ταξιδιού και ο υδράργυρος είχε πλέον σκαρφαλώσει στους 30ο C. Τέλος τα ισοθερμικά ρούχα, τα γάντια και η κουκούλα. Στην Βόρεια Αυστραλία έχουν αιώνιο καλοκαίρι κι αυτό μου άρεσε πολύ…

Έπρεπε όμως να φύγω, δυτικά… Επόμενος προορισμός η παραθαλάσσια πόλη Broome στις βορειοδυτικές ακτές της Αυστραλίας (2.100 χλμ. μακριά). Με Δούρειο Ίππο την διαδρομή Darwin–Katherine–Kununurra–Broome ξεκίνησα νωρίς εκείνο το πρωινό…

Επιστρέφοντας ξανά στην πόλη Katherine, έριξα "άγκυρα" για δυο μέρες. Ο λόγος ήταν το παρακείμενο Εθνικό Πάρκο "Nitmiluk National Park". Οι καταρράκτες Edith Falls και το φαράγγι Katherine Gorge αποτελούν εδώ τα θεαματικότερα αξιοθέατα της φύσης και προσελκύουν κάθε χρόνο χιλιάδες επισκέπτες. Μου ήταν φυσικά αδιανόητο να μην δηλώσω κι εγώ παρών…

Η διαδρομή Katherine–Kununurra–Broome (1.800 χιλιόμετρα) έγινε κατά το 1/3 πάνω στην χωμάτινη αρτηρία Gibb River Road και τα υπόλοιπα 2/3 στον ασφάλτινο οδικό άξονα Great Northern Hwy. Εξυπακούεται ότι μεγάλο κομμάτι της χωμάτινης διαδρομής ακολουθούσε τις όχθες του ποταμού Gibb River και χρειάστηκα δυο μέρες για να την διατρέξω, έχοντας φυσικά μαζί μου όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις επιβίωσης (τρόφιμα, νερό, βενζίνη, σκηνή).

Αυτό πάντως που δικαιολογημένα προκαλούσε την απορία και τον θαυμασμό μου σ’ όλη την Βόρεια Αυστραλία, ήταν οι ιδιότυπες τερμιτοφωλιές, που τις συναντούσα με απίστευτη συχνότητα και σε μια απίστευτη ποικιλία μεγεθών –σε αρκετές περιπτώσεις ξεπερνούσαν σε ύψος το ανάστημά μου. Με την περιέργεια μικρού παιδιού, ακουμπούσα και εξέταζα έκπληκτος τις παράξενες κατασκευές των τερμιτών, που ήταν έτσι φτιαγμένες για λόγους προστασίας από τις ιδιάζουσες καιρικές συνθήκες και τους εξωτερικούς εισβολείς.

Επρόκειτο για ακόμα μια σπάνια ιδιαιτερότητα του τοπικού οικοσυστήματος, που είχε καταφέρει να παραμείνει παρθένο για χιλιετίες ολόκληρες. Σ’ αυτό βοήθησε το γεγονός ότι πριν από 65.000.000 χρόνια η Αυστραλία αποσπάστηκε από την αρχαία ενιαία ήπειρο (Παγγαία) και απομονώθηκε στο νότιο ημισφαίριο της γης, περικυκλωμένη από τις μεγάλες ωκεάνιες μάζες. Αυτή η εξέλιξη λειτούργησε καθοριστικά στην ανάπτυξη και διατήρηση ενός ξεχωριστού οικοσυστήματος, με μοναδικά στον κόσμο είδη όπως τα αξιολάτρευτα κοάλα και τα άτακτα καγκουρό…

διαβάστε το Μέρος Β'

του Κωνσταντίνου Μητσάκη  φωτό: του ιδίου

Ετικέτες